‘Μια Ενάρετος Γυνή’ Δείχνει Πιστή Αγάπη
«Πάσα η πόλις του λαού μου εξεύρει ότι είσαι γυνή ενάρετος.»—Ρουθ 3:11
1, 2. Σε ποια μεσονύκτια συνάντησι εφιστάται η προσοχή μας και ποιες ερωτήσεις εγείρονται;
ΤΟ σκοτάδι της νύχτας είχε πέσει και μια απαλή ηρεμία απλώθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας και στα περίχωρά της. Στο αλώνι ενός αγρού κοιμόταν βαθιά ένας γηραιός άνδρας. Και, να! Μια νεαρή γυναίκα πλησιάζει κρυφά, τον ξεσκεπάζει λίγο και πλαγιάζει. Αυτός ξυπνά, την βρίσκει στα πόδια του και ρωτά, «Ποία είσαι συ;» Τι απήντησε εκείνη; «Εγώ η Ρουθ η δούλη σου.» Είχε έλθει σ’ αυτόν για ένα ειδικό και πολύ ευγενικό σκοπό. Πράγματι, ο άνδρας, αναγνωρίζοντας την αρετή της καθώς συνεχιζόταν η συνομιλία, είπε τα εξής: «Πάσα η πόλις του λαού μου εξεύρει ότι είσαι γυνή ενάρετος.»—Ρουθ 3:9-11.
2 Τι ήταν εκείνο που ωδήγησε σ’ αυτή την ασυνήθιστη συνάντησι μέσα στα μεσάνυχτα; Πράγματι, ποια είναι αυτή η γυναίκα; Ποια είναι η ταυτότης του γηραιού ανδρός; Γιατί εκείνος είπε ότι η γυναίκα ήταν γνωστή ως «γυνή ενάρετος;» Τι ιδιότητες είχε αυτή η γυναίκα; Αυτά και άλλα ερωτήματα έρχονται στη διάνοιά μας καθώς φέρνομε στο νου μας αυτή την ασυνήθιστη νυκτερινή σκηνή.
3. (α) Ποιο Γραφικό Βιβλίο πρόκειται να εξετάσωμε; (β) Πότε και από ποιον εγράφη αυτή η Βιβλική αφήγησις και ποια πράγματα εξαίρει;
3 Η θεόπνευστη αφήγησις που πρόκειται να εξετάσωμε, που εγράφη πιθανώς στην εποχή του Δαβίδ (περίπου στο έτος 1090 π.Χ.) από τον Εβραίο προφήτη Σαμουήλ, είναι μοναδική ως ένα από τα δύο μόνο βιβλία της Αγίας Γραφής που φέρουν το όνομα γυναικός. (Το άλλο είναι το βιβλίο της Εσθήρ.) Μολονότι μερικοί θεωρούν το βιβλίο της Ρουθ σαν μια συγκινητική ιστορία αγάπης είναι κάτι πολύ περισσότερο. Η αφήγησις εξαίρει τον σκοπό του Ιεχωβά Θεού να παραγάγη ένα κληρονόμο της Βασιλείας, τον από μακρού υποσχεμένο Μεσσία. Επί πλέον, εξαίρει το έλεος του Θεού.—Γέν. 3:15· Ρουθ 2:20· 4:17-22.a
ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΝΣΚΥΠΤΟΥΝ!
4. Σε ποια χρονική περίοδο έλαβαν χώρα τα γεγονότα που αναφέρονται στο βιβλίο της Ρουθ;
4 Τα γεγονότα που σχετίζονται μ’ αυτή την αφήγησι συνέβησαν «εν ταις ημέραις καθ’ ας οι κριταί έκρινον» τον Ισραήλ. Πρέπει να έλαβαν χώρα στην αρχή εκείνης της περιόδου, διότι ο άνθρωπος που παρατηρήσαμε με τη Ρουθ στο αλώνι ήταν ο Βοόζ, γιος της Ραάβ των ημερών του Ιησού του Ναυή. (Ρουθ 1:1· Ιησ. Ναυή 2:1, 2· Ματθ. 1:5) Καθώς εκτυλίσσεται αυτή η μυστηριώδης ιστορία, καλύπτει περίπου 11 χρόνια, ίσως γύρω στο έτος 1300 π.Χ.
5. Ποιες καταστάσεις και η αναγνώρισις τίνος γεγονότος ωδήγησαν τον Ελιμέλεχ να φύγη με την οικογένειά του για τον Μωάβ, και μήπως αυτό σχετίζεται με τις ευθύνες του Χριστιανού;
5 Λιμός επήλθε στη γη του Ιούδα και η λαβίδα του περισφίγγει και τη Βηθλεέμ (ή Εφραθά). Οι δυσκολίες έπληξαν ιδιαιτέρως την οικογένεια του Ελιμέλεχ. Ο άνθρωπος αυτός, αναγνωρίζοντας την ανάγκη να προμηθεύση τα προς το ζην για τα μέλη του οίκου του, ανέλαβε αποφασιστικά μέτρα. Σε λίγο, ο Ελιμέλεχ, η σύζυγός του Ναομί και οι δύο γιοι τους, Μααλών και Χελαιών, διαβαίνουν τον ποταμό Ιορδάνη. Αυτοί οι Εφραθίτες γίνονται πάροικοι στη γη Μωάβ, μια χώρα επάνω σ’ ένα οροπέδιο ανατολικά της Νεκράς Θαλάσσης και νοτίως του ποταμού Αρνών.—Ρουθ 1:1, 2· παράβαλε με 1 Τιμόθεον 5:8
6. Περιγράψτε τις καταστάσεις που ωδήγησαν στη χηρεία της Ναομί, της Ορφά και της Ρουθ.
6 Μετά από χρόνια, ο Ελιμέλεχ πεθαίνει, αφήνοντας την ηλιωμένη Ναομί χήρα. Αργότερα, οι δύο γιοι τους νυμφεύονται Μωαβίτιδες γυναίκες. Ο Μααλών νυμφεύεται τη Ρουθ, ενώ ο Χελαιών παίρνει για σύζυγό του την Ορφά. (Ρουθ 1:4, 5· 4:10) Μετά από 10 περίπου χρόνια, επέρχεται πάλι συμφορά. Πεθαίνουν και οι δύο γιοι της Ναομί, και μάλιστα άτεκνοι. Τότε οι τρεις γυναίκες μένουν ολομόναχες και, ασφαλώς, η απώλεια των προσφιλών και η χηρεία είναι δυσβάστακτα φορτία.
7. Ποια πιθανότης φαίνεται ιδιαίτερα μικρή για τη χήρα Ναομί;
7 Ιδιαίτερα θλιμμένη είναι η Ναομί. Είναι Ιουδαία και γνωρίζει την ειδική επιθανάτιο ευλογία που είχε απαγγείλει ο πατριάρχης Ιακώβ στον γιο του τον Ιούδα με τα εξής λόγια: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.» Αυτός ο Σηλώ θα είχε το Βασιλικό σκήπτρο—θα ήταν, στην πραγματικότητα, ο Μεσσίας, το Σπέρμα του Αβραάμ μέσω του οποίου θα ευλογούντο όλες οι φυλές της γης. Είναι, λοιπόν, δυνατόν για τις γυναίκες του Ιούδα ν’ αποκτήσουν γιους που θα ήσαν προπάτορες αυτού του Κεχρισμένου! Αλλά οι γιοι της Ναομί πέθαναν άτεκνοι και η ίδια έχει πια περάσει την ηλικία τεκνοποιίας. Η πιθανότης να συμβάλη η Ναομί και η οικογένειά της στη Μεσσιανική γενεαλογία είναι πράγματι πολύ μικρή.—Ρουθ 1:3-5· Γέν. 22:17, 18· 49:10, 33.
8. Ποιοι παράγοντες υποκινούν τη Ναομί να επιστρέψη στον Ιούδα παρά τους κινδύνους καθ’ οδόν;
8 Εν τούτοις, υπήρχε τουλάχιστον μια αμυδρή ελπίδα ότι κάτι καλό θα συνέβαινε στο εγγύς μέλλον. Η Ναομί άκουσε, ίσως από μερικούς περιοδεύοντες Εβραίους εμπόρους, ότι ο Ιεχωβά «επεσκέφθη . . . τον λαό αυτού, δίδων εις αυτούς άρτον.» Η πείνα τελείωσε και, με θεία ευλογία, υπάρχει πάλι άρτος στη γη του Ιούδα, υγιεινή τροφή στη Βηθλεέμ, στον «οίκο του άρτου.» Σε λίγον καιρό, βλέπομε τις τρεις πενθούσες γυναίκες να ‘πορεύωνται την οδόν . . . εις γην Ιούδα.’ Το ταξίδι δεν είναι εύκολο, διότι πρέπει να περάσουν από τόπους που συνήθως λυμαίνονται από κλέφτες και απόκληρους ανθρώπους. Αλλά η αφοσίωσις της Ναομί στον Ιεχωβά Θεό και η επιθυμία της να είναι με τον λαό της την ώθησαν να προχωρήση παρά τους κινδύνους που υπήρχαν καθ’ οδόν.—Ρουθ 1:6, 7.
ΕΝΑΣ ΚΑΙΡΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ
9. Γιατί η Ναομί λέγει στη Ρουθ και στην Ορφά να επιστρέψουν «εκάστη εις τον οίκον της μητρός αυτής»;
9 Μήπως οι δύο νεαρές χήρες από απλή ευγένεια συνοδεύουν τη γηραιά πεθερά τους μόνο μέχρι τα σύνορα του Μωάβ με τον Ισραήλ; Ή μήπως θα πάνε ακόμη μακρύτερα; Θα δούμε. Σε κάποιο σημείο του δρόμου, η Ναομί λέγει: «Υπάγετε, επιστρέψατε εκάστη εις τον οίκον της μητρός αυτής . . .» (Ρουθ 1:8) Γιατί στον οίκο «της μητρός», ενώ ο πατέρας τουλάχιστον της Ρουθ ζη ακόμη; (Ρουθ 2:11) Πρόκειται για μια φυσιολογική παρατήρησι από μια ηλικιωμένη γυναίκα σε νεαρές γυναίκες, των οποίων οι μητέρες είχαν πράγματι σπίτια με καλό νοικοκυριό, και δεν ήσαν όπως η πτωχή πεθερά τους. Και, ασφαλώς, η μητρική στοργή θα ήταν ιδιαίτερα παρηγορητική σε μια θλιμμένη θυγατέρα.
10. Με ποια ελπίδα είναι πρόθυμη η Ναομί ν’ αφήση τις δύο νύφες της να φύγουν;
10 Ας ακούσωμε τη Ναομί που λέγει εν συνεχεία: «Ο Ιεχωβά να κάμη έλεος εις εσάς, καθώς σεις εκάμετε εις τους αποθανόντας και εις εμέ· ο Ιεχωβά να σας δώση να εύρητε ανάπαυσιν, εκάστη εν τω οίκω του ανδρός αυτής.» (Ρουθ 1:8, 9, ΜΝΚ) Οι δύο Μωαβίτιδες είχαν δείξει έλεος, δηλαδή πιστή αγάπη, και στη Ναομί και στους συζύγους των που είχαν πεθάνει. Δεν ήσαν όπως οι Χετταίες γυναίκες του Ησαύ που ήσαν «πικρία ψυχής εις τον Ισαάκ και την Ρεβέκκαν.» (Γέν. 26:34, 35) Η Ναομί, που έχει στερηθή τώρα τα αγαθά της, το μόνο που μπορεί να κάνη είναι ν’ αποβλέπη στον Θεό ν’ ανταμείψη τις νύφες της. Και είναι πρόθυμη να τις αφήση να φύγουν με την ελπίδα ότι ο Ιεχωβά θα δώση στην κάθε μια απ’ αυτές τις νεαρές γυναίκες την ανάπαυσι και την άνεσι που προέρχονται από το να έχουν ένα σύζυγο και ένα σπίτι, και ν’ απαλλαγούν έτσι από τη χηρεία και τις θλίψεις.
11. (α) Γιατί, προφανώς, ο αποχωρισμός από τη Ναομί θα έφερνε θλίψι στη Ρουθ και στην Ορφά, και μήπως υποδεικνύει αυτό κάτι σχετικά με τις οικογενειακές σχέσεις μεταξύ των Χριστιανών σήμερα; (β) Έχουν η Ρουθ και η Ορφά αισιόδοξες προοπτικές να ξαναπαντρευθούν αν μείνουν με τη Ναομί; Γιατί;
11 Αλλά η Ρουθ και η Ορφά δεν φεύγουν. Όταν η Ναομί τις φιλά, αρχίζουν να υψώνουν τη φωνή τους και να κλαίουν. Προφανώς, η Ναομί είναι καλή, στοργική πεθερά και ο χωρισμός απ’ αυτήν φέρνει πόνο. (Ρουθ 1:8-10· παράβαλε με Πράξεις 20:36-38.) Αλλά η Ναομί επιμένει, λέγοντας: «Μήπως έχω έτι υιούς εν τη κοιλία μου, δια να γείνωσιν άνδρες σας; επιστρέψατε, θυγατέρες μου, υπάγετε· διότι εγήρασα και δεν είμαι δια άνδρα· εάν έλεγον, Έχω ελπίδα, εάν μάλιστα υπανδρευόμην ταύτην την νύκτα και εγέννων έτι υιούς, σεις ηθέλετε προσμένει αυτούς εωσού μεγαλώσωσιν; ηθέλετε δι’ αυτούς αναβάλει το να υπανδρευθήτε;» Πράγματι ακόμη κι αν οι νεκροί γιοι της Ναομί αντικαθίσταντο από άλλους γιους και αυτοί εμεγάλωναν, μήπως αυτές οι νεαρές γυναίκες δεν θα παντρεύοντο, κάποιον άλλον εν τω μεταξύ; Θα ήταν παράλογο να σκεφθούμε ότι θα περίμεναν. Γι’ αυτό το ζήτημα ως Μωαβίτιδες, η πιθανότης να παντρευθούν κάποιον άνδρα στον Ιούδα και κατόπιν ν’ αναθρέψουν μια οικογένεια θα ήταν πράγματι, πολύ μικρή.—Ρουθ 1:11-13.
12, 13. Πώς δοκιμάζονται η Ρουθ και η Ορφά και ποια απόφασι παίρνει η Ορφά;
12 «Μη, θυγατέρες μου· επειδή επικράνθην πολύ πλέον παρά σεις, ότι η χειρ του Ιεχωβά εξήλθε κατ’ εμού.» (Ρουθ 1:13) Η Ναομί δεν κατηγορεί τον Θεό για αδικία· οτιδήποτε ο Θεός κάνει ή επιτρέπει να γίνη, πρέπει να είναι ορθό. (Παροιμ. 19:3) Αλλά η Ναομί λυπάται για τις νύφες της. Και γι’ αυτές είναι τώρα ένας καιρός αποφάσεως. Θα πάνε ανιδιοτελώς μαζί με τη Ναομί; Τα ελατήρια και η πιστότης των δοκιμάζονται.
13 Η Ορφά έλαβε την απόφασί της. Με δάκρυα φιλά την πεθερά της και αναχωρεί. «Ιδού,» λέγει η Ναομί στη Ρουθ «Η σύννυμφός σου επέστρεψε προς τον λαό αυτής και προς τους θεούς αυτής. Επίστρεψον και συ κατόπιν της συννύμφου σου.» (Ρουθ 1:14, 15) Η Ορφά επέστρεψε στον λαό της και στους «θεούς αυτής.» Και αυτή και η Ρουθ είχαν ανατραφή μεταξύ του ‘λαού του Χεμώς’ και μπορεί μάλιστα να είχαν παραστή μάρτυρες και σε τρομερές θυσίες παιδιών στη λατρεία εκείνου του Μωαβίτου ψευδούς θεού. Η Ορφά επέστρεψε σ’ όλα αυτά!—Αριθμ. 21:29· 2 Βασ. 3:26, 27.
14. Τι λέγει η Ρουθ στη Ναομί και, συνεπώς, τι απεφάσισε αυτή η Μωαβίτις;
14 Αλλά δεν κάνει και η Ρουθ το ίδιο. «Μη με ανάγκαζε να σε αφήσω δια να αναχωρήσω απ’ όπισθέν σου,» λέγει στη Ναομί, «διότι όπου αν συ υπάγης, και εγώ θέλω υπάγει· και όπου αν συ παραμείνης, και εγώ θέλω παραμείνει· ο λαός σου, λαός μου, και ο Θεός σου, Θεός μου· όπου αν αποθάνης, θέλω αποθάνει και εκεί θέλω ταφή.» Στο σημείο αυτό η Μωαβίτις εκφέρει έναν όρκο ενώπιον του Θεού, λέγοντας: «Ούτω να κάμη ο Ιεχωβά εις εμέ και ούτω να προσθέση, εάν άλλο τι παρά τον θάνατον χωρίση εμέ από σου.» Τι συγκινητική έκφρασις πιστής αγάπης! Είναι πράγματι κάτι πολύ περισσότερο. Η Ρουθ εξέλεξε μια ζωή υπηρεσίας στον Ιεχωβά και στον λαό της Ναομί—σ’ εκείνους που ευρίσκοντο σε σχέσι διαθήκης με τον αληθινό Θεό—που θα εγίνετο και δικός της λαός. Η Μωαβίτις είναι αποφασισμένη να υπηρετή πιστά τον Ιεχωβά. Γι’ αυτό, η Ναομί σταματά όλες τις προσπάθειες ν’ αποπέμψη τη νεαρή γυναίκα.—Ρουθ 1:16-18, ΜΝΚ.
15. (α) Μέχρι τώρα, πώς έδειξε η Ρουθ πιστή αγάπη; (β) Πώς μπορούμε να ωφεληθούμε από τις αποφάσεις της Ρουθ και της Ορφά;
15 Καθώς η γηραιά Ιουδαία και η νεαρή Μωαβίτις συνεχίζουν το δύσκολο ταξίδι τους η μια δίπλα στην άλλη, μας δίδεται η ευκαιρία να συλλογισθούμε τις συγκινητικές σκηνές που είδαμε. Η Ορφά ενέδωσε στο ιδιοτελές συμφέρον. Οποιαδήποτε πρόοδο κι αν είχε κάνει μαθαίνοντας για τον Ιεχωβά, δεν είχε αρκετή σημασία γι’ αυτήν, ώστε να την εμποδίση να επιστρέψη στον λαό της και στους «θεούς αυτής.» Αν και η Ρουθ επίσης ιδιοτελώς επιθυμούσε να πάη στην πατρίδα της, και αυτή επίσης θα μπορούσε να είχε επιστρέψει εκεί. (Παράβαλε με Εβραίους 11:15) Αλλ’ αυτή η νεαρή Μωαβίτις έδειξε πιστή αγάπη, όχι απλώς για την ηλικιωμένη Ναομί, αλλά ιδιαιτέρως για τον Ιεχωβά. Έδειξε ένα πνεύμα αυτοθυσίας και αποφασιστικότητος να υπηρετή τον αληθινό Θεό με πίστι. Παρατηρώντας αυτές τις αντίθετες αποφάσεις, μπορούμε κι εμείς να ενθαρρυνθούμε ώστε να μη ‘συρώμεθα οπίσω προς απώλειαν,’ αλλά να ‘πιστεύωμε προς σωτηρίαν της ψυχής.’—Εβρ. 10:38, 39.
Η ΒΗΘΛΕΕΜ ΣΕ ΑΝΑΣΤΑΤΩΣΗ!
16. Γιατί οι γυναίκες στη Βηθλεέμ ρωτούν συνεχώς, «Αύτη είναι η Ναομί;»
16 Τελικά, οι δύο γυναίκες φθάνουν στον προορισμό τους, στη Βηθλεέμ. Η παρουσία τους αναστατώνει όλη την πόλι. «Αύτη είναι η Ναομί;» ρωτούν συνεχώς οι γυναίκες. Την είχαν πάρει τα χρόνια. Ασφαλώς, οι γυναίκες βλέπουν πώς αυτή η άλλοτε χαρούμενη γυναίκα έχει επηρεασθή από τη θλίψι και τις στενοχώριες. Η ίδια η εμφάνισίς της δείχνει πόνο καρδιάς!
17. Ποια είναι η σημασία της φράσεως της Ναομί, ‘Ονομάζετέ με, όχι Ναομί, αλλά Μαρά’;
17 «Μη με ονομάζετε Ναομί [η ευαρέσκειά μου],» λέγει. «Ονομάζετέ με Μαρά [πικρία] διότι ο Παντοδύναμος με επίκρανε σφόδρα· εγώ πλήρης [έχοντας σύζυγο και δύο γιους] ανεχώρησα, και κενήν επανήγαγέ με ο Ιεχωβά· δια τι με ονομάζετε Ναομί, αφού ο Ιεχωβά εμαρτύρησε κατ’ εμού και ο Παντοδύναμος με κατέθλιψεν;» (Ρουθ 1:19-21, ΜΝΚ) Η Ναομί είναι πρόθυμη να δεχθή, ό,τι επιτρέπει ο Θεός, αλλά προφανώς πιστεύει ότι ο Ιεχωβά είναι εναντίον της. (Ρουθ 1:13· παράβαλε με 1 Σαμουήλ 3:18.) Χωρίς αμφιβολία, σ’ έναν καιρό που η καρποφόρος μήτρα θεωρείται θεία ευλογία και η στειρότης κατάρα, αποτελεί ταπείνωσι για μια γυναίκα να μην έχη ζωντανό απόγονο. Και τι ελπίδα μπορεί να έχη τώρα η Ναομί για να συμβάλη στη γενεαλογική γραμμή του Μεσσία;
ΜΙΑ ΤΑΠΕΙΝΗ ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΟΣ ΒΡΙΣΚΕΙ ΕΥΝΟΙΑ
18. Στη σταχυολόγησι, τι θα κάνη η Ρουθ, και σε τίνος τον αγρό συνέπεσε να σταχυολογή;
18 Η Ναομί και η Ρουθ φθάνουν στη Βηθλεέμ «εν τη αρχή του θερισμού της κριθής,» στις αρχές της ανοίξεως. (Ρουθ 1:22) Η Ρουθ, εργατική και πρόθυμη να υπηρετήση, με την άδεια της Ναομί, φεύγει και αρχίζει να σταχυολογή πίσω από τους θεριστάς στους αγρούς. Γνωρίζει ότι η σταχυολόγησις είναι στοργική πρόνοια του Ιεχωβά για τον φτωχό και τον θλιμμένο, για τον ξένο, για τον ορφανό και για τη χήρα. Στον Ισραήλ αυτά τα άτομα επιτρέπεται να συνάγουν ή να σταχυολογούν οποιοδήποτε μέρος μιας συγκομιδής που οι θεριστές ακουσίως ή εκουσίως αφήνουν πίσω τους. (Λευιτ. 19:9, 10· Δευτ. 24:19-21) Μολονότι η Ρουθ έχει το δικαίωμα να σταχυολογή, ταπεινά ζητά την άδεια γι’ αυτό και της επιτρέπουν να σταχυολογή σ’ έναν ωρισμένο αγρό. Αλλά προφανώς το χέρι του Ιεχωβά βρίσκεται στην υπόθεσι αυτή, διότι «έτυχεν» να σταχυολογή «εν μέρει του αγρού του Βοόζ.»—Ρουθ 2:3.
19, 20. (α) Ποιος είναι ο Βοόζ; (β) Γιατί μπορεί να λεχθή ότι η Ρουθ δεν είναι ‘καλομαθημένη’;
19 Να! Πλησιάζει ο Βοόζ. Είναι ‘άνθρωπος δυνατός εν ισχύι,’ και είναι γιος του Σαλμών και της Ραάβ. Ο Βοόζ είναι Ιουδαίος. Ο Βοόζ δεν είναι μόνο ένας διακριτικός άρχων που χαίρει μεγάλης εκτιμήσεως από τους εργάτες του, αλλά είναι και ένας αφοσιωμένος λάτρης του αληθινού Θεού, διότι χαιρετά τους θεριστάς με τα λόγια «Ιεχωβά μεθ’ ημών,» και αυτοί απαντούν, «Ιεχωβά να σε ευλογήση.»—Ρουθ 2:1-4, ΜΝΚ.
20 Από τον νέο που εποπτεύει στους θεριστάς, ο Βοόζ μαθαίνει ότι η Ρουθ είναι η Μωαβίτις που επέστρεψε πρόσφατα στη Βηθλεέμ μαζί με τη Ναομί. Η Ρουθ, αφού έλαβε την άδεια, σταχυολογούσε συνεχώς στη διάρκεια της πρωινής δροσιάς μέχρις ότου μεσουράνησε ο ήλιος, υπομένοντας αγόγγυστα τη ζέστη. Μόνο τώρα κάθησε για λίγο στο σπίτι, που ήταν προφανώς μια απλή καλύβη για τους θεριστές. Η Ρουθ ασφαλώς δεν είναι ‘καλομαθημένη!’—Ρουθ 2:5-7.
21. Ποιο πράγμα σχετικά με τη Ρουθ εντυπωσιάζει τον Βοόζ, και μπορούν οι Χριστιανές ν’ αντλήσουν κανένα μάθημα απ’ αυτό;
21 Αργότερα ο Βοόζ προτρέπει τη Ρουθ να μη σταχυολογή σε άλλον αγρό, αλλά να μείνη κοντά στις νεαρές γυναίκες του, οι οποίες πιθανώς ακολουθούσαν τους θεριστάς του και έδεναν τις θυμωνιές. Ο Βοόζ παρήγγειλε στους νεαρούς να μην την εγγίζουν, και της δίνει την άδεια να πίνη από τα αγγεία που έχουν γεμίσει νερό. Η Ρουθ, βαθιά συγκινημένη, πέφτει ταπεινά κατά πρόσωπον και προσκυνά έως το έδαφος, ρωτώντας: «Πώς εγώ εύρηκα χάριν εις τους οφθαλμούς σου, ώστε να λάβης πρόνοιαν περί εμού, ενώ είμαι ξένη;» Ο Βοόζ δεν προσπαθεί να κερδίση τα αισθήματά της για να ικανοποιήση τις φαντασιώσεις ενός ηλικιωμένου ανδρός. Αντιθέτως, έμαθε πώς η Μωαβίτις άφησε τον πατέρα της, τη μητέρα της και την πατρίδα της, και προσκολλήθηκε στη γηραιά πεθερά της. Ο Βοόζ, που του έκανε προφανώς εντύπωσι η πιστή αγάπη και η ταπεινότης της Ρουθ, υποκινείται να πη: «Ο Ιεχωβά να ανταμείψη το έργον σου, και ο μισθός σου να ήναι πλήρης παρά Ιεχωβά του Θεού του Ισραήλ, υπό τας προστατευτικάς πτέρυγας του οποίου ήλθες να σκεπασθής.» Ασφαλώς, όπως αναγνωρίζει η Ρουθ, ο Βοόζ την παρηγόρησε και της μίλησε καθησυχαστικά.—Ρουθ 2:8-13· Ψαλμ. 91:2, 4.
22, 23. (α) Πώς ο Βοόζ δείχνει γενναιοδωρία στη Ρουθ; (β) Με ποιον τρόπο εκδηλώνεται η φιλοπονία και η ανιδιοτέλεια της Ρουθ;
22 Την ώρα που οι θεριστές τρώνε, ο Βοόζ λέγει στη Ρουθ: «Ελθέ και φάγε εκ του άρτου και βρέξον το ψωμίον σου εις το όξος [«ξυνόν οίνον»]. Τι αναψυκτικό καρύκευμα στη διάρκεια της ζέστης της ημέρας! Ο Βοόζ δίνει στη Ρουθ φρυγανισμένο κριθάρι· εκείνη τρώγει, χορταίνει και περισσεύει και λίγο.—Ρουθ 2:14.
23 Κατόπιν επιστρέφει στην εργασία της. Ο Βοόζ, δείχνοντας γενναιοδωρία, λέγει στους νεαρούς του ν’ αφήσουν τη Ρούθ να σταχυολογή ακόμη και «μεταξύ των δεματίων.» Τους δίνει μάλιστα οδηγίες ν’ αφήνουν «να πίπτη τι από των χειροβόλων,» για να τα σταχυολογή εκείνη. Έρχεται το βράδυ· η Ρουθ ‘κοπανίζει’ όσο εσταχυολόγησε. Χρησιμοποιώντας μια ράβδο ή ένα κόπανο για να κτυπά με το χέρι το κριθάρι επάνω στο έδαφος, μπορεί κανείς να βγάλη την κριθή από το κοτσάνι και τη φλούδα της. Η κριθή που εσταχυολόγησε η Ρουθ εκείνη την ημέρα υπερέβη το ένα εφά! Το μεταφέρει στο σπίτι, στη Βηθλεέμ. Η Ρουθ, επίσης, ανιδιοτελώς, παίρνει την τροφή που απέμεινε από το γεύμα ενωρίτερα εκείνη την ημέρα και τη δίνει στη φτωχή πεθερά της.—Ρουθ 2:14-18.
24. (α) Γιατί δεν είναι παράδοξο το ότι οι άνθρωποι θεωρούσαν τη Ρουθ ‘ενάρετη γυναίκα;’ (β) Γιατί, λοιπόν, η Ρουθ αποτελεί ωραίο παράδειγμα για κάθε ευσεβή γυναίκα;
24 Και πάλι, η Ρουθ έδειξε πιστή αγάπη για τη Ναομί. Προσθέστε σ’ αυτήν και την αγάπη αυτής της νεαρής γυναίκας για τον Ιεχωβά, τη φιλοπονία και την ταπεινότητά της, και δεν θα σας φανή παράδοξο που οι άνθρωποι την θεωρούσαν ‘ενάρετη γυναίκα.’ (Ρουθ 3:11) Ασφαλώς, η Ρουθ δεν τρώγει «άρτον οκνηρίας» και, λόγω της σκληρής εργασίας της, έχει κάτι να μοιρασθή με κάποιον που έχει ανάγκη. (Παροιμ. 31:27, 31· Εφεσ. 4:28) Και καθώς αναλαμβάνει ευθύνη απέναντι της γηραιός χήρας πεθεράς της, η Μωαβίτις αυτή δοκιμάζει την ευτυχία που προέρχεται από το να δίνη. (Πράξ. 20:35· 1 Τιμ. 5:3-8) Η Ρουθ είναι, πραγματικά, ένα ωραίο παράδειγμα για κάθε ευσεβή γυναίκα.
[Υποσημειώσεις]
a Για την εξέτασι της προφητικής σημασίας του βιβλίου της Ρουθ, ιδέτε την Σκοπιά 1ης Μαΐου 1972, σελ. 268-281, και το βιβλίο Διαφύλαξις, σελ. 168-335 (στην Αγγλική) που εξεδόθη το 1932 από τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρεία Σκοπιά.
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Η Ρουθ εκλιπαρεί τη Ναομί: «Μη με αναγκάζης να σε αφήσω, διότι όπου συ υπάγεις, και εγώ θα υπάγω»