Κεφάλαιο 8
Εθνικές Συνέπειες της Βεβηλώσεως του Ονόματος
1. Στην πολιτεία του με τον Ισραήλ, τι παρεκινείτο ο Ιεχωβά να κάμη, και χάριν τίνος;
Ο αυτοσεβασμός θα παρακινήση ένα υπεύθυνο άτομο, από το οποίον εξαρτώνται άλλοι, να κάμη πολλά ορθά πράγματα χάριν του αξίου ονόματός του. Αυτό συνέβαινε με τον Ιεχωβά Θεό, από τον οποίον εξαρτάται όλη η κτίσις, στις σχέσεις του με το έθνος Ισραήλ.
2. (α) Τι ερώτημα προέκυψε στην περίπτωσι του Ισραήλ, και ποια ήταν η Γραφική απάντησις; (β) Ποια επήρεια όσον αφορά τον εαυτό του θα μπορούσε να έχη η πολιτεία του Ιεχωβά με τον Ισραήλ, και ποιες εθνικές συνέπειες, λοιπόν, μπορούσαν να υπάρχουν όσον αφορά τον Ισραήλ;
2 Στην περίπτωσι του Ισραήλ προέκυψε το ερώτημα: Θα μπορούσε ο Ιεχωβά να έχη ένα ολόκληρο έθνος που θα ήταν τιμή και έπαινος στο όνομά του; Ναι, αν το έθνος που θα εξελέγετο θα ήταν πιστό και θα υπήκουε στις εντολές του, τηρώντας τη διαθήκη του με αυτόν. Αν, λοιπόν, το έθνος Ισραήλ υπήκουε, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν όπως τους είπε ο Μωυσής: «Ο Ιεχωβά θέλει σε καταστήσει εις εαυτόν λαόν άγιον, καθώς ώμοσε πρες σε. . . . Και πάντες οι λαοί της γης θέλουσιν ιδεί, ότι το όνομα του Ιεχωβά επικέκληται επί σε, και θέλουσι τρομάζει από σου.» (Δευτερονόμιον 28:9, 10, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά ο ίδιος είπε για το έθνος Ισραήλ ότι ήταν «ο λαός μου, επί τον οποίον εκλήθη το όνομά μου.» (2 Χρονικών 7:14) Αυτοί, λοιπόν, ήσαν λαός του ονόματός του. Τα κοσμικά έθνη, που δεν ήσαν σε σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά και τα οποία αυτός δεν κυβερνούσε ως Βασιλεύς, εκαλούντο εκείνοι, επί των οποίων δεν επεκλήθη το όνομά του. (Ησαΐας 63:19) Το τι θα μπορούσε να κάμη ο Παντοδύναμος Θεός με το έθνος αυτό και ν’ αποδείξη με αυτό επρόκειτο να επηρεάση σε μεγάλο βαθμό την υπόληψί του ανάμεσα σε όλα τα άλλα έθνη. Επίσης, αν ο Ισραήλ εβεβήλωνε το όνομα του Θεού, ήταν βέβαιο ότι αυτό θα είχε εθνικές συνέπειες.
3. (α) Για να βοηθηθή ο Ισραήλ στη λατρεία του Θεού σύμφωνα με τις Δέκα Εντολές, τι έγινε με τη φυλή του Λευί; (β) Πώς, τότε, διετηρήθη ο ολικός αριθμός των φυλών του Ισραήλ σε δώδεκα;
3 Οι Δέκα Εντολές, ο βασικός νόμος της Διαθήκης του Ισραήλ με τον Ιεχωβά, ανάγκαζε το έθνος να λατρεύη μόνον Αυτόν ως τον ένα ζώντα και αληθινό θεό, τον Δημιουργό. Για να οδηγούνται και να τηρούνται στη λατρεία Του, τα άρρενα μέλη της οικογενείας του Ααρών, αδελφού του Μωυσέως, αγιάσθηκαν, δηλαδή, ξεχωρίσθηκαν, για να είναι οι ιερείς του έθνους, με τον Ααρών τον ίδιον ως τον πρώτον αρχιερέα. Ο Ααρών ήταν από τη φυλή του Λευί. Γι’ αυτό και όλο το υπόλοιπο της φυλής του Λευί ωρίσθη να υπηρετή ως Λευίται, που βοηθούσαν το ιερατείον φροντίζοντας για τις πνευματικές ανάγκες του έθνους. Η φυλή του Λευί ήταν μια από τις αρχικές δώδεκα φυλές, αλλά τώρα ξεχωρίσθηκε από το έθνος για ειδική χρήσι του Θεού. Εν τούτοις, επειδή ο Ιωσήφ, ο γυιος του πατριάρχου Ιακώβ, έλαβε την κληρονομία ενός πρωτοτόκου γυιου, δηλαδή, διπλή μερίδα, στον Ισραήλ, ο Ιωσήφ τώρα επρόκειτο να εκπροσωπήται από δύο φυλές του Ισραήλ, τις φυλές των δύο γυιων του, Εφραΐμ και Μανασσή. Αυτό ισοδυναμούσε με αφαίρεσιν της φυλής του Λευί ως ειδικού αποκτήματος του Θεού, και διατηρούσε το σύνολον των φυλών Ισραήλ σε δώδεκα. Ο Ιησούς του Ναυή, ο διάδοχος του Μωυσέως στην ηγεσία, ήταν από τη φυλή του Εφραΐμ.
4, 5. (α) Τι έγινε στη διάρκεια του υπολοίπου του πρώτου έτους μετά την έξοδο; (β) Πώς ο Ιεχωβά καθηγίασε τη νεόδμητη σκηνή;
4 Η φυλή του Λευί υπηρετούσε ειδικά στην ιερή σκηνή του μαρτυρίου. Στη διάρκεια του υπολοίπου του πρώτου έτους μετά την έξοδο από την Αίγυπτο, ο Μωυσής επέβλεψε την κατασκευή αυτής της σκηνής του μαρτυρίου στην έρημο Σινά, ακολουθώντας τις διατάξεις που διελαμβάνοντο στους όρους της διαθήκης του Θεού με τον Ισραήλ. Την πρώτη ακριβώς ημέρα του δευτέρου έτους από την έξοδο εξ Αιγύπτου, ο Μωυσής έστησε τη «σκηνή του μαρτυρίου» υπό την σκιάν του όρους του Θεού, του Όρους Σινά. Όλες οι επιπλώσεις ετοποθετήθησαν μέσα σ’ αυτήν, η δε κιβωτός του μαρτυρίου ετοποθετήθη στο ενδότερο διαμέρισμα, στα Άγια των Αγίων. Τελικά ο Μωυσής περιέβαλε τον Ααρών και τους τέσσερες γυιους του με τα επίσημα ιερατικά τους άμφια κι έχρισε τον Ααρών ως τον πρώτον αρχιερέα του έθνους.
5 Αφού ετέθησαν όλα σε κατάστασι λειτουργίας, τότε, σύμφωνα με την αφήγησι του Μωυσέως, «εκάλυψεν η νεφέλη την σκηνήν του μαρτυρίου, και δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε την σκηνήν.» Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός καθηγίασε τη νεόδμητη σκηνή για τη λατρεία του.—Έξοδος 40:1-35, ΜΝΚ.
6. Πώς ο Ιεχωβά έδειξε ότι είχε δεχθή τον Ααρών και τους υιούς του ως τους ιερείς για τον Ισραήλ;
6 Ο Μωυσής κατόπιν ετέλεσε τα εγκαίνια. Την ογδόη μέρα ο ίδιος ο Ααρών άρχισε να ιερουργή ως αρχιερεύς. Αφού ετέθησαν πάνω στο κεχρισμένο θυσιαστήριο της αυλής οι τελικές θυσίες για την περίστασι, ο Μωυσής κι ο Ααρών μπήκαν στη σκηνή του μαρτυρίου και βγήκαν κι ευλόγησαν τον λαό που παρατηρούσε. Κατόπιν, χωρίς τη βοήθεια ενός μηχανικού φλογοβόλου, ο Θεός κατέπεμψε πυρ από την παρουσία του κατευθυνόμενον προς τις θυσίες εκείνες που ήσαν πάνω στο χαλκούν θυσιαστήριον, που ήταν τετράγωνο ακριβώς πέντε πήχεων (επτάμιση ποδών). Ο Μωυσής λέγει: «Και εφάνη η δόξα του Ιεχωβά εις πάντα τον λαόν. Και εξήλθε πυρ απ’ έμπροσθεν του Ιεχωβά, και κατέφαγεν επί του θυσιαστηρίου το ολοκαύτωμα, και τα στέατα· ιδών δε πας ο λαός, ηλάλαξαν, και έπεσον κατά πρόσωπον αυτών.» (Λευιτικόν 8:1 έως 9:24, ΜΝΚ) Αυτό ήταν μια ορατή απόδειξις ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός και ότι εδέχθη τον Ααρών τον Λευίτην ως τον αρχιερέα του και τους τέσσερες γυιους του ως υφιερείς. Η λατρεία του έθνους στην αγία σκηνή του εγίνετο τώρα με πλήρη εξουσιοδότησι.
7. Τι ήταν ορατώς παρών με τους Ισραηλίτας, και καθώριζε τις κινήσεις των προς τη Χαναάν;
7 «Η νεφέλη του Ιεχωβά ήτο επί της σκηνής την ημέραν, και πυρ ήτο επ’ αυτής την νύκτα, ενώπιον παντός του οίκου Ισραήλ, καθ’ όλας αυτών τας οδοιπορίας.» Όποτε η νεφέλη ανέβαινε και προχωρούσε, οι Ισραηλίται εσηκώνοντο κι ακολουθούσαν προς τη Γη της Επαγγελίας, τη Χαναάν.—Έξοδος 40:36-38, ΜΝΚ.
8. Γιατί υπεχρεώθησαν οι Ισραηλίται να περιπλανώνται σαράντα χρόνια στην έρημο, και για ποιους έγιναν εξαιρέσεις από το ν’ αποθάνουν στην έρημο;
8 Στην Κάδης-βαρνή, της ερήμου Φαράν, κοντά στα σύνορα της Γης της Επαγγελίας, οι πρεσβύτεροι υπεύθυνοι άνδρες του Ισραήλ επέδειξαν μια επαίσχυντη ελλειψι πίστεως στην ικανότητα του Παντοδυνάμου Θεού να τους δώση τη γη όπως τους είχε ορκισθή στο ίδιο του όνομα. Γι’ αυτόν τον λόγο το έθνος Ισραήλ κατεδικάσθη να περιπλανάται σαράντα χρόνια στην έρημο, σε αντιστοιχία προς τις σαράντα ημέρες, στη διάρκεια των οποίων οι κατάσκοποι είχαν εξερευνήσει από πριν τη γη. Επίσης, οι Ισραηλίται από είκοσι ετών και πάνω θα πέθαιναν στην έρημο. Οι δύο πιστοί κατάσκοποι, ο Ιησούς του Ναυή από τη φυλή Εφραΐμ κι ο Χάλεβ από τη φυλή του Ιούδα, μαζί με τη φυλή του Λευί που δεν είχε στείλει κατάσκοπο, απετέλεσαν εξαιρέσεις κι επρόκειτο να εισέλθουν στη Γη της Επαγγελίας.
9. Πώς ικέτευσε ο Μωυσής τον Ιεχωβά να φεισθή τον Ισραήλ, και, για να παραμείνη αληθής σε ποια δήλωσι, ενήργησε έτσι ο Ιεχωβά;
9 Ο μεσίτης Μωυσής παρέστη ανάγκη να ικετεύση τον Ιεχωβά Θεό να φεισθή το άπιστο έθνος, λέγοντας: «Εάν λοιπόν θανατώσης τον λαόν τούτον ως ένα άνθρωπον, τότε τα έθνη, τα οποία ήκουσαν το όνομά σου, θέλουσιν ειπεί, λέγοντες, Επειδή δεν ηδύνατο ο Ιεχωβά να φέρη τον λαόν τούτον εις την γην την οποίαν ώμοσε προς αυτούς, δια τούτο κατέστρεψεν αυτούς εν τη ερήμω.» Κατόπιν ο Μωυσής παρεκάλεσε τον Ιεχωβά να ενεργήση σύμφωνα με τη σημασία του ονόματός του όπως το είχε δηλώσει στον Μωυσή πάνω στο Όρος Σινά όταν οι Ισραηλίται είχαν αμαρτήσει με τον ειδωλολατρικό χρυσούν μόσχο. (Έξοδος 34:5-7) Ο Ιεχωβά, για να παραμείνη αληθής σ’ εκείνη τη δήλωσί του περί του ονόματός του, εδέχθη να συγχωρήση και να φεισθή το έθνος. Κατόπιν, για να βεβαιώση ότι το όνομά του θα ηγιάζετο ακόμη και σε όλη τη γη, ωρκίσθη στην ίδια του ζωή, λέγοντας: «Ζω εγώ, και θέλει εμπλησθή πάσα η γη από της δόξης του Ιεχωβά.»—Αριθμοί 13:1 έως 14:38, ΜΝΚ.
10. Πώς και γιατί ο Ιεχωβά δεν έκαμε στον Ισραήλ στην έρημο τίποτε, για το οποίον τα έθνη θα μπορούσαν να τον μεμφθούν;
10 Σε όλη τη διάρκεια των σαράντα ετών περιπλανήσεως του Ισραήλ δια μέσου της ερήμου, θα μπορούσε τα πράγματα να ήσαν διαφορετικά, αν ο Θεός δεν ενεργούσε σύμφωνα με τα όσα είχε δηλώσει. Η ίδια του φήμη, για το καλό όλης της κτίσεως στον ουρανό και στη γη διεκινδύνευε. Ανατρέχοντας στην πολιτεία του με αυτούς στην έρημο πριν τους εισαγάγη στη Γη της Επαγγελίας, είπε: «Τα τέκνα όμως απεστάτησαν απ’ εμού· . . . Τότε είπα να εκχέω τον θυμόν μου επ’ αυτούς, δια να συντελέσω την οργήν μου εναντίον αυτών εν τη ερήμω. Και απέστρεψα την χείρα μου, και έκαμον τούτο ένεκεν του ονόματός μου, δια να μη βεβηλωθή ενώπιον των εθνών, έμπροσθεν των οποίων εξήγαγον αυτούς.» (Ιεζεκιήλ 20:21, 22) Με αυτόν τον τρόπο ο Ιεχωβά δεν έκαμε τίποτε, για το οποίον τα έθνη θα μπορούσαν να τον μεμφθούν.
11, 12. (α) Πού, απέναντι ποιας πόλεως, ήλθε ο Ισραήλ το τεσσαρακοστό έτος της περιπλανήσεως, και πώς ο Θεός ενήργησε εναντίον της προσπαθείας του Βασιλέως Βαλάκ να καταρασθή τον Ισραήλ; (β) Πώς προσεπάθησε ο προφήτης Βαλαάμ ώστε ο ίδιος ο Ισραήλ να προκαλέση την κατάρα του Θεού, αλλά τι συνέβη;
11 Στο τεσσαρακοστό έτος της περιπλανήσεώς των στην έρημο με οδηγό τους τη θεία στήλη νεφέλης, οι Ισραηλίται εβάδισαν βορείως δια μέσου της γης Μωάβ, ανατολικά της Νεκράς Θαλάσσης, προς τις πεδιάδες Μωάβ στην ανατολική όχθη του Ιορδάνου Ποταμού και απέναντι της Ιεριχώ, της «πόλεως φοινίκων.» (Αριθμοί 22:1· Δευτερονόμιον 34:3) Εδώ ήλθαν σε στενή επαφή με τη λατρεία του ψευδούς θεού ονομαζομένου Βάαλ. Ο βασιλεύς του Μωάβ εμίσθωσε έναν προφήτη ονόματι Βαλαάμ, που διψούσε για κέρδος, να καταρασθή τους εισβολείς, αλλ’ ο Παντοδύναμος Θεός εχαλίνωσε τη γλώσσα του Βαλαάμ για να μεταστρέψη την κατάρα που επροτίθετο να κάμη σ’ ευλογία υπέρ του Ισραήλ.
12 Ο Βαλαάμ, αποτυγχάνοντας να κατακρίνη τον Ισραήλ με κατάρα, συνεβούλευσε τον βασιλέα του Μωάβ να προκαλέση την κατάρα του ιδίου του Ιεχωβά εναντίον του λαού του δελεάζοντας τον λαόν του Θεού προς την ειδωλολατρία δια πορνείας με ειδωλολάτριδες γυναίκες. (Αριθμοί 22:2 έως 24:25· Αποκάλυψις 2:14) Εκεί, λοιπόν, στις ψηλές πεδιάδες Μωάβ στη Σιττείμ, ανατολικά του ανωτέρου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης, χιλιάδες Ισραηλιτών υπέκυψαν στον πειρασμό να παραβούν τις Δέκα Εντολές. Η επαίσχυντη ιστόρησις λέγει: «Και ήρχισεν ο λαός να πορνεύη μετά των θυγατέρων Μωάβ· αίτινες προσεκάλεσαν τον λαόν εις τας θυσίας των θεών αυτών· και έφαγεν ο λαός, και προσεκύνησε τους θεούς αυτών. Και προσεκολλήθη ο Ισραήλ εις τον Βέελ-φεγώρ· και εξήφθη οργή του Ιεχωβά κατά του Ισραήλ.» Γι’ αυτό οι κριταί του Ισραήλ διετάχθησαν να θανατώσουν τους άνδρες που προσεκολλήθησαν σ’ αυτόν τον ψευδή θεό Βέελ-φεγώρ. Ο Ιεχωβά, επίσης, απέστειλε πληγή στους παραβάτας της διαθήκης και πέθαναν είκοσι τέσσερες χιλιάδες Ισραηλίται από την πληγή.—Αριθμοί 25:1-9, ΜΝΚ.
13. Γιατί ο Μωυσής έπρεπε ν’ αποθάνη έξω από τη Γη της Επαγγελίας, και σε ποιον παρήγγειλε να είναι διάδοχός του;
13 Πριν απ’ αυτό, πέθανε ο Ααρών, αδελφός του Μωυσέως, και τον διεδέχθη, ο γυιος του ο Ελεάζαρ ως αρχιερεύς. (Αριθμοί 20:22-29) Και στον Μωυσή επίσης, επειδή, σε κάποια περίστασι δοκιμασίας, αυτός κι ο Ααρών παρέλειψαν να αγιάσουν τον Ιεχωβά Θεό ενώπιον του λαού, απηγορεύθη να εισέλθη στη Γη της Επαγγελίας. Επλησίασε ο καιρός του θανάτου του κι έδωσε τις τελικές ομιλίες του στο έθνος. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, ο Μωυσής παρήγγειλε στον Ιησού τον γυιο του Ναυή από τη φυλή του Εφραΐμ να είναι διάδοχός του στην ηγεσία του Ισραήλ.—Αριθμοί 27:15-23· Δευτερονόμιον 31:23.
14. Τι λέγει τώρα ο Μωυσής στην αρχή του εμπνευσμένου άσματός του;
14 Σ’ επήκοον του Ισραήλ, ο Μωυσής είπε, μ’ ένα εμπνευσμένο άσμα: «Θέλω εξυμνήσει το όνομα του Ιεχωβά· απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών. Αυτός είναι ο Βράχος, τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις· Θεός πιστός, και δεν υπάρχει αδικία εν αυτώ· δίκαιος και ευθύς είναι αυτός.»—Δευτερονόμιον 32:3, 4, ΜΝΚ.
15. Τελικά, ποιον ευλόγησε ο Μωυσής, και γιατί δεν υπήρχε λαός όμοιος με αυτόν;
15 Ο Μωυσής έδωσε, επίσης, μια εμπνευσμένη προφητική ευλογία στις αρχικές δώδεκα φυλές του Ισραήλ περιλαμβανομένου και του Λευί και του Ιωσήφ, του οποίου οι δυο γυιοι, Εφραΐμ και Μανασσή, παρωμοιώθησαν από τον Μωυσή με τα δύο κέρατα ενός πρωτοτόκου ταύρου. Ο Μωυσής, τερματίζοντας την ευλογία του στις δώδεκα φυλές, είπε: «Μακάριος συ, Ισραήλ. τις όμοιός σου, λαέ σωζόμενε υπό του Ιεχωβά;»—Δευτερονόμιον 33:1-29, ΜΝΚ.
16. Μεταξύ ποιων κατατάσσεται Γραφικώς ο Μωυσής, και τίνος κατέστη τύπος;
16 Αναμφισβήτητον είναι ότι ο προφήτης Μωυσής ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά. Στον κατάλογο του «τοσούτου νέφους μαρτύρων,» η προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιον ενδέκατον, κατονομάζει τον Μωυσή μετά τον Ιωσήφ. (Εβραίους 11:23-29· 12:1) Ο Μωυσής κατέστη ένας τύπος ή προφητική μορφή ενός μεγαλυτέρου προφήτου που επρόκειτο να έλθη, ενός Μεγαλυτέρου Μωυσέως, ο οποίος, επομένως, θ’ ανεμένετο να είναι ένας ακόμη μεγαλύτερος μάρτυς του Ιεχωβά.—Δευτερονόμιον 18:15-19.
17. Πού απέθανε ο Μωυσής, πού ετάφη, και προφανώς ενώπιον ποιας εναντιώσεως;
17 Υπακούοντας στη θεία προσταγή, ο ηλικιωμένος Μωυσής τότε άφησε τους Ισραηλίτας στις πεδιάδες Μωάβ κι ανέβη στο Όρος Νεβώ, «εις την κορυφήν Φασγά, την κατέναντι της Ιεριχώ» δυτικά του Ιορδάνου Ποταμού στη Γη της Επαγγελίας ή Γη Χαναάν. Από την κορυφή του όρους ο Ιεχωβά έδειξε στον πιστό του προφήτη όλη τη γη. Μολονότι ο Μωυσής ήταν τώρα 120 ετών, τα μη θολωμένα μάτια του μπορούσαν να τα ιδούν όλα. Με τα μάτια ικανοποιημένα εκοιμήθη στον θάνατο. Ο Ιεχωβά τον έθαψε κάπου σε μια κοιλάδα της γης Μωάβ, και κανείς δεν ξέρει πού. (Δευτερονόμιον 34:1-7) Αυτό πρέπει να είχε γίνει με την εναντίωσι του Διαβόλου, του Μεγάλου Όφεως, διότι διαβάζομε: «Ο δε Μιχαήλ ο αρχάγγελος, ότε αγωνιζόμενος με τον διάβολον εφιλονείκει περί του σώματος του Μωυσέως, δεν ετόλμησε να επιφέρη εναντίον αυτού κατηγορίαν βλάσφημον, αλλ’ είπεν, Ο Ιεχωβά να σε επιτιμήση.» (Ιούδας 9, ΜΝΚ) Έτσι, δεν μπορούσε να κτισθή κανένα παρεκκλήσι πάνω από τον τάφο του Μωυσέως· ούτε λείψανα του σώματός του διεφυλάχθησαν για να ειδωλοποιηθούν από τους θρησκευτικούς ηγέτας κατά παράβασιν των Δέκα Εντολών.
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΧΑΝΑΑΝ
18. Τι σημαίνει το όνομα Ιησούς, και ποια εκλογή του που διεκήρυξε τον αποδεικνύει ένα μάρτυρα του Ιεχωβά ως τον θάνατο;
18 Σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ο Ιησούς του Ναυή ανέλαβε την ορατή ηγεσία του Ισραήλ. Η πληρέστερη μορφή του ονόματός του είναι Γεχοσούα. (Αριθμοί 13:16· 1 Χρονικών 7:27) Το όνομα έχει πιο μεγαλειώδη σημασία. Το Νέο Διεθνές Λεξικό του Ουέμπστερ, δευτέρα έκδοσις, ασυντόμευτον, του 1943, στη σελίδα 1341, δίνει τη σημασία: «1. Κυριολεκτικά, ο Ιεχωβά είναι απελευθέρωσις.» Φυσικά, το όνομα αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός. Οι Ελληνόφωνοι Ιουδαίοι της Αλεξανδρείας της Αιγύπτου, που παρήγαγαν την Ελληνική Μετάφρασι των Εβδομήκοντα των Εβραϊκών Γραφών, απέδωσαν το όνομα ως Ιησούς. Πολλά παιδιά της Λατινικής Αμερικής σήμερα καλούνται Ιησούς αντί Γεοσούα. (Πράξεις 7:45· Εβραίους 4:8) Ο Ιησούς ο γυιος του Ναυή ήταν εκείνος που είπε στους συγκεντρωμένους εκπροσώπους του Ισραήλ: «Εκλέξατε σήμερον ποιον θέλετε να λατρεύητε· . . . . εγώ όμως και ο οίκος μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.» (Ιησούς του Ναυή 24:15, ΜΝΚ) Ως τον θάνατό του ήταν ένας μάρτυς του Ιεχωβά.
19. Ποιος, σε συμβολισμό ηγήθη της πορείας του Ισραήλ στον Ιορδάνη Ποταμό, και πώς και πότε;
19 Μετά ο τέλος του πένθους για τον θάνατο του Μωυσέως, ο Ιεχωβά διέταξε τον Ιησούν του Ναυή να οδηγήση το έθνος Ισραήλ και το άπειρο σύμμικτο πλήθος μαζί του δια του Ιορδάνου Ποταμού. Τότε ακριβώς ο Ιορδάνης Ποταμός ήταν σε κατάστασι πλημμυρισμού. Ήταν ο καιρός του θερισμού της κριθής στη Χαναάν, και «ο Ιορδάνης πλημμυρεί καθ’ όλας τας όχθας αυτού πάσας τας ημέρας του θερισμού.» Σε συμβολισμό ο Ιεχωβά Θεός ηγήθη της πορείας προς τον πλημμυρισμένο ποταμό, διότι οι ιερείς του, που έφεραν την κιβωτό της διαθήκης του, η οποία περιείχε τις παρά Θεού χειρογραμμένες πλάκες των Δέκα Εντολών, προηγούντο του λαού.
20. Ποιο θαύμα συνέβη τώρα, και πώς ο Ισραήλ διεπεραιώθη στην απέναντι όχθη;
20 Μόλις το πόδια των ιερέων εβυθίσθησαν στο άκρον των υδάτων, συνέβη ένα θαύμα. Υπενθύμιζε κάπως το θαύμα της Ερυθράς Θαλάσσης. «Εστάθησαν τα ύδατα τα καταβαίνοντα άνωθεν, και υψώθησαν εις ένα σωρόν πολύ μακράν, από της πόλεως Αδάμ, ήτις είναι εις τα πλάγια της Ζαρετάν [περίπου δεκαπέντε μίλια προς τα άνω, προς βορράν]· τα δε καταβαίνοντα κάτω προς την θάλασσαν της πεδιάδος, την αλμυράν θάλασσαν, αποκοπέντα εξέλιπον.» Η κιβωτός της διαθήκης μετεφέρθη κατόπιν στο μέσον της κοίτης του Ιορδάνου ποταμού, όπου οι ιερείς εστάθησαν ακίνητοι ώσπου όλος ο λαός του Θεού διεκπεραιώθη στην απέναντι όχθη.
21. Πότε τα ύδατα του Ιορδάνου επέστρεψαν στη θέσι των, και τι έκαμε αυτό το θαύμα για τον Ιεχωβά;
21 Όταν τελικά οι ιερείς που μετέφεραν την κιβωτό της διαθήκης βγήκαν και τα πόδια των έφθασαν στη δυτική όχθη πάνω από τον πλημμυρισμένο ποταμό, «τα ύδατα του Ιορδάνου επιστρέψαντα εις τον τόπον αυτών, επλημμύρησαν πάσας τας όχθας αυτού, καθώς πρότερον.» Αυτό έγινε τη δεκάτη ημέρα του Αβίβ ή Νισάν, τέσσερες μέρες πριν από τον πρώτον εορτασμό του πάσχα του Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας ή Χαναάν. Τι όνομα έκαμε αυτό για τον Ιεχωβά Θεό!—Ιησούς του Ναυή 1:10 έως 4:19.
22. (α) Ύστερ’ από ποιον εθνικόν εξαγνισμό, ο Ισραήλ εώρτασε το πρώτο του πάσχα στη Χαναάν; (β) Πώς εσχετίσθη η Ιεριχώ με τη φήμη του Ιεχωβά;
22 Οι Ισραηλίται εστρατοπέδευσαν σ’ έναν τόπο που ελέγετο Γάλγαλα, στο ανατολικά σύνορα της πόλεως Ιεριχώ. Ο τόπος εκαλείτο Γάλγαλα, διοτι εκεί έκαμαν μια εθνική περιτομή των αρρένων των. Ύστερ’ από εκείνον τον εθνικό εξαγνισμό, ετέλεσαν το πρώτο τους πάσχα στη Χαναάν (Ιησούς του Ναυή 5:2-12) Έπρεπε τώρα να γίνη η αρχή της κατακτήσεως της γης Χαναάν. Η Ιεριχώ έπρεπε να πέση πρώτη. Επρόκειτο να καταστραφή με όλους τους ειδωλολάτρας κατοίκους της, επειδή ήσαν το πρωτοκάρπια της γης στον Ιεχωβά. Οι οδηγίες του Θεού σχετικά με τούτο ετηρήθησαν από τον Ιησούν του Ναυή και όλον τον Ισραήλ και στην τελική πορεία με την ιερή κιβωτό της διαθήκης γύρω από την Ιεριχώ την εβδόμη ημέρα αλάλαξε ο λαός που προχωρούσε, ο δε Παντοδύναμος Θεός έκαμε να καταπέσουν το τείχη της καταδικασμένης πόλεως και να ισοπεδωθούν. Τότε οι Ισραηλίται ενήργησαν ως εκτελεσταί του Ιεχωβά καταστρέφοντας τους απειθείς κατοίκους εκτός της Ραάβ και των συγγενών της. Τελικά κατέκαυσαν την πόλι. Όλα αυτά απαιτούσαν πολλή πίστι στον Ιεχωβά, ειδικά από μέρους του Ιησού του Ναυή. «Δια πίστεως έπεσον τα τείχη της Ιεριχώ, αφού εκυκλώθησαν επί επτά ημέρας. Δια πίστεως η πόρνη Ραάβ δεν συναπωλέσθη με τους απειθήσαντας, δεχθείσα τους κατασκόπους [που είχαν αποσταλή στην Ιεριχώ, από τον Ιησού του Ναυή] με ειρήνην.» (Εβραίους 11:30, 31) Αυτό το θαύμα ηύξησε τη φήμη του Θεού.—Ιησούς του Ναυή 6:1-27.
23. (α) Όταν κατεκτήθη η Χαναάν, γιατί ο Ισραήλ εκαυχήθη στο όνομα του Θεού; (β) Όσον αφορά ποια διαθήκη ο Ιεχωβά πραγματικά πολεμούσε υπέρ του ιδίου του ονόματος;
23 Υπό τον Ιησούν του Ναυη η κατάκτησις της γης Χαναάν επροχώρησε επιτυχώς με υπεράνθρωπη βοήθεια, «διότι Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ επολέμει υπέρ του Ισραήλ.» (Ιησούς του Ναυή 10:14, 42, ΜΝΚ) Ο Ισραήλ πολεμούσε εν ονόματι του Θεού· για τις νίκες των εκαυχώντο κατάλληλα στο όνομά του. «Καυχάσθε εις το άγιον αυτού όνομα· ας ευφραίνεται η καρδία των εκζητούντων τον Ιεχωβά.» (Ψαλμός 105:3, ΜΝΚ. 1 Σαμουήλ 17:45· 2 Χρονικών 14:11) Ο Θεός πραγματικά πολεμούσε υπέρ του ιδίου του ονόματος, διότι στη διαθήκη του με τον Αβραάμ πριν από 470 και πλέον χρόνια, ο Ιεχωβά είχε ορκισθή στον ίδιο τον εαυτό του ότι θα έδινε αυτή τη γη Χαναάν στους απογόνους του Αβραάμ. Παρέμεινε άμεμπτος και αγίασε το όνομά του ως ένας πιστός Θεός που τηρεί τις διαθήκες του.
24. (α) Στη διάρκεια της περιόδου των κριτών ποιος ήταν βασιλεύς του Ισραήλ, και ποια φυλή ωρίσθηκε ν’ αναλάβη την ηγεσία μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή; (β) Ποιο ήταν το κυριώτερο πράγμα που έκαμε την περίοδο των κριτών ν’ αρχίση καλά;
24 Ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο πρώτος μιας σειράς ορατών κριτών του Ισραήλ στη γη Χαναάν. Ο Ιεχωβά Θεός ήταν ο αόρατος Βασιλεύς του έθνους. Έτσι είχε ειπεί ο Μωυσής σε άσμα του στην Ερυθρά Θάλασσα. (Έξοδος 15:18) Αργότερα ο Κριτής Γεδεών αρνήθηκε να γίνη βασιλεύς του Ισραήλ, λέγοντας: «Ο Ιεχωβά θέλει είσθαι άρχων εφ’ υμάς.» (Κριταί 8:23, ΜΝΚ) Μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή από τη φυλή Εφραΐμ, οι Ισραηλίται ερώτησαν και ο Θεός τους είπε ότι η φυλή του Ιούδα επρόκειτο τώρα ν’ αναλάβη την ηγεσία στη μάχη εναντίον των Χαναναίων. Η φυλή του Βενιαμίν εκυρίευσε μόνον μέρος της Ιερουσαλήμ από τους ιθαγενείς Ιεβουσαίους, και αφέθη στον Βασιλέα Δαβίδ της φυλής Ιούδα να λάβη το υπόλοιπο της πόλεως ύστερ’ από αιώνες. (Κριταί 1:1-21· 2 Σαμουήλ 5:4-10) Έτσι, υπήρξε μια περίοδος εκατοντάδων ετών, κατά την οποίαν οι ανθρώπινοι κριταί, που ήγειρε ο Θεός, εφρόντιζαν για τις υποθέσεις του Ισραήλ. Η αρχή της μακράς αυτής περιόδου ξεκίνησε καλά. Μέγα μέρος της χώρας είχε κατακτηθή, αλλά το κυριώτερο πράγμα ήταν αυτό: η λατρεία του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού ετηρήθη πιστά σε όλο το έθνος. Διαβάζομε:
25. Στη διάρκεια της ζωής ποιων ανθρώπων οι Ισραηλίται συνέχισαν υπηρετώντας τον Ιεχωβά, και γιατί;
25 «Και ελάτρευσαν ο λαός τον Ιεχωβά πάσας τας ημέρας του Ιησού, και πάσας τας ημέρας των πρεσβυτέρων, οίτινες επέζησαν μετά τον Ιησούν, και είδον πάντα τα έργα τα μεγάλα του Ιεχωβά, όσα έκαμεν υπέρ του Ισραήλ. Και ετελεύτησεν Ιησούς, ο υιός του Ναυή, ο δούλος του Ιεχωβά, ηλικίας εκατόν δέκα ετών [περίπου το 1454 π.Χ.]. Και έθαψαν αυτόν εις το όριον της κληρονομίας αυτού εν Θαμνάθ- αρές, εν τω όρει Εφραΐμ, κατά το βόρειον μέρος του όρους Γαάς. Και πάσα έτι η γενεά εκείνη προσετέθησαν εις τους πατέρας αυτών· και εσηκώθη άλλη γενεά μετ’ αυτούς, ήτις δεν εγνώρισε τον Ιεχωβά, ουδέ τα έργα τα οποία έκαμεν υπέρ του Ισραήλ.»—Κριταί 2:7-10, ΜΝΚ.
26. Τι συνέβη όταν αυτή η παλαιότερη γενεά πιστών ανθρώπων παρήλθε, και τι παρέστη ανάγκη ακόμη ο Κριτής Σαμουήλ να πη στους Ισραηλίτας να κάμουν;
26 Τι συνέβη τώρα που παρήλθε η παλαιότερη γενεά που είχε ιδεί και γνωρίσει τα έργα του Θεού του Ισραήλ, κι εξέλιπε το παράδειγμα, η επιρροή, η καθοδηγία και η συμβουλή τους; Τα εδάφια Κριταί 2:11-13 (ΜΝΚ) απαντούν: «Έπραξαν οι υιοί Ισραήλ πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, και ελάτρευσαν τους Βααλείμ· και εγκατέλιπον Ιεχωβά τον Θεόν των πατέρων αυτών, τον εξαγαγόντα αυτούς εκ γης Αιγύπτου, και υπήγαν κατόπιν άλλων θεών, εκ των θεών των λαών των πέριξ αυτών, και προσεκύνησαν αυτούς, και παρώργισαν τον Ιεχωβά. Και εγκατέλιπον τον Ιεχωβά, και ελάτρευσαν τον Βάαλ και τας Ασταρώθ.» Ακόμη και μετά από αιώνες, στις ημέρες του τελευταίου κριτού του Ισραήλ, του προφήτου Σαμουήλ, παρέστη ανάγκη να πη ο Σαμουήλ στους Ισραηλίτας να εγκαταλείψουν αυτούς τους ψευδείς ξένους θεούς. «Τότε απέβαλον οι υιοί Ισραήλ τους Βααλείμ και τας Ασταρώθ, και ελάτρευσαν τον Ιεχωβά.» Κατόπιν ο Ιεχωβά τούς χάρισε νίκη εναντίον των εχθρών των.—1 Σαμουήλ 7:2-17, ΜΝΚ.
ΒΑΑΛ
27. Ποιος ήταν αυτός ο Βάαλ που ελατρεύετο, και γιατί ελέγετο ότι υπήρχαν πολλοί Βάαλ;
27 Και ποιος ήταν αυτός ο Βάαλ; Το όνομά του κατά γράμμα σημαίνει «Ιδιοκτήτης· Κάτοχος.» Εφηρμόζετο επίσης και σ’ ένα σύζυγο, τον κάτοχο μιας συζύγου. Ο θεός Βάαλ υπετίθετο ότι ήταν γυιος του Ελ και της Ασερά και ότι ήταν αδελφός της θεάς Ανάθ. Η σύζυγός του ήταν η Ασταρώθ ή Αστάρτη. Υπετίθετο ότι ήταν ο κύριος του ουρανού και του καιρού. Οι Χαναναίοι, οι απόγονοι του Χαμ, γυιου του Νώε, ελάτρευαν τον Βάαλ και την Ασταρώθ. Κάθε πόλις των Χαναναίων αποτελούσε ίδιον κράτος, και κάθε τέτοια πολιτεία είχε δικό της Βάαλ και Ασταρώθ. Στη γη Χαναάν, λοιπόν, υπήρχαν πολλοί τοπικοί Βάαλ και Ασταρώθ με τα αντίστοιχα είδωλά των. Αλλ’ επισήμως, μεταξύ των Χαναναίων, υπήρχε η αντίληψις ότι πραγματικά υπήρχε ένας μόνος θεός Βάαλ και μια θεά Ασταρώθ.
28. Σύμφωνα με περικοπή αυθεντικής πηγής ποιο ήταν το ηθικό επίπεδον των θεών και των χαρακτηριστικών λατρείας των τότε Χαναναίων;
28 Μια αυθεντική πηγή,a εξετάζοντας τη μυθολογία των θεών της Χαναάν, ομιλεί περί του
εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου της θρησκείας της. . . . Ο Βάαλ ήταν η προσωποποίησις των δυνάμεων εκείνων της φύσεως, που παράγουν βροχή και βλάστησι. . . . Το καταπληκτικό περί των θεών, κατά την αντίληψι που υπήρχε στη Χαναάν, είναι ότι δεν είχαν οιονδήποτε ηθικό χαρακτήρα. Πραγματικά, η διαγωγή των ήταν σ’ ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο από το της όλης κοινωνίας, αν μπορούμε να κρίνωμε από αρχαίους νομικούς κώδικας. Βέβαια, η κτηνωδία της μυθολογίας είναι πολύ χειρότερη από οπουδήποτε αλλού στην Εγγύς Ανατολή εκείνο τον καιρό. Η λατρεία των θεών αυτών συνεπέφερε μερικές από τις πιο εξαχρειωτικές συνήθειες που υπήρχαν τότε. Μεταξύ αυτών ήσαν και οι θυσίες τέκνων, συνήθεια που από καιρό είχε αποβληθή από την Αίγυπτο και τη Βαβυλωνία, η ιερή εκπόρνευσις, και η λατρεία όφεων σε κλίμακα άγνωστη μεταξύ των αλλων λαών. . . .
29. (α) Ποιος τόπος έγινε φημισμένος ως αγιαστήριον του Βάαλ; (β) λόγω του ότι έγιναν γεωργοί, σε ποια λατρεία έπρεπε ν’ ανθίστανται οι Ισραηλίται;
29 Το Όρος Κάρμηλος στην ακτή της Μεσογείου είχε αποκτήσει φήμη ως τόπος αρχαίου αγιαστηρίου του Βάαλ. Όταν οι Ισραηλίται έγιναν γεωργοί στη γη Χαναάν, έπρεπε ν’ ανθίστανται σε τέτοια λατρεία της φύσεως, ή Βααλισμό, που είναι Διαβολολατρία.
30. Πώς υπέφερε ο Ισραήλ διότι άφησαν τους λατρευτάς του Βάαλ να παραμείνουν στη γη, που είχε δοθή από τον Θεό, ακόμη ως τις ημέρες του προφήτου Ιερεμία;
30 Τη χαλαρή ηθική διαγωγή συνδεδεμένη με τη λατρεία του Βάαλ την ενθυμούμεθα από την πείρα του Ισραήλ με αυτήν στις πεδιάδες Μωάβ απέναντι της Ιεριχώ. Στην ίδια τη Χαναάν οι Ισραηλίται υπέφεραν, επειδή άφησαν τους εντοπίους λάτρεις του Βάαλ να παραμείνουν. «Εσμίχθησαν μετά των εθνών, και έμαθον τα έργα αυτών· και ελάτρευσαν τα γλυπτά αυτών, τα οποία έγειναν παγίς εις αυτούς· και εθυσίασαν τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών εις τα δαιμόνια· και έχυσαν αίμα αθώον, το αίμα των υιών αυτών και των θυγατέρων αυτών, τους οποίους εθυσίασαν εις τα γλυπτά της Χαναάν και εμιάνθη η γη εξ αιμάτων. Και εμολύνθησαν με τα έργα αυτών, και επόρνευσαν με τας πράξεις αυτών.» (Ψαλμός 106:35-39) Στη διάρκεια των τελευταίων σαράντα ετών της Ιερουσαλήμ, ο προφήτης Ιερεμίας εξέφρασε τους εξής λόγους του Ιεχωβά: «Εγέμισαν τον τόπον τούτον από αίματος αθώων. Και ωκοδόμησαν τους υψηλούς τόπους του Βάαλ, δια να καίωσι τους υιούς αυτών εν πυρί, ολοκαυτώματα προς τον Βάαλ· το οποίον δεν προσέταξα, ουδέ ελάλησα, ουδέ ανέβη επί την καρδίαν μου.»—Ιερεμίας 19:4, 5.
31. Αυτή η λατρεία του Βάαλ, με τις θυσίες της, τίνος βεβήλωσις ήταν εκ μέρους του Ισραήλ, και γιατί έτσι;
31 Επειδή οι Ισραηλίται ήσαν λαός, επάνω στον οποίον εκλήθη το όνομα του Θεού, αυτή η λατρεία του Βάαλ και οι κατ’ αυτήν προσφορές ανθρωπίνων θυσιών αποτελούσαν τρομερή βεβήλωσι του ονόματος του Ιεχωβά. (Λευιτικόν 20:1-5) Ο Ισραήλ απεκόμισε λυπηρές εθνικές συνέπειες από τη βεβήλωσι του ονόματος του Ιεχωβά με τον τρομερό αυτόν τρόπο.
32. (α) Πώς ο Ισραήλ έφθασε στο ν’ αποκτήση ανθρώπινο βασιλέα; (β) Πώς η Σιών έγινε πρωτεύουσα του βασιλείου και ο τόπος της κιβωτού της διαθήκης του Θεού;
32 Αφού ο Κριτής Σαμουήλ έκαμε τους Ισραηλίτας να εγκαταλείψουν τους Βάαλ και τις εικόνες των Ασταρώθ για να επιστρέψουν στον Ιεχωβά με όλη τους την καρδιά, οι άπιστοι Ισραηλίται εζήτησαν απ’ αυτόν να τους διορίση έναν ορατό ανθρώπινο βασιλέα. Ο Ιεχωβά τότε είπε στον Σαμουήλ: «Δεν απέβαλον σε, αλλ’ εμέ απέβαλον από του να βασιλεύω επ’ αυτούς.» Ωστόσο, ο Ιεχωβά εξετέλεσε το αίτημά των κι έκαμε τον Σαμουήλ να χρίση τον Σαούλ της φυλής Βενιαμίν ως βασιλέα του Ισραήλ. (1 Σαμουήλ 8:4 έως 13:1) Ο Σαούλ απεδείχθη απειθής βασιλεύς, ο δε Ιεχωβά ωδήγησε τον Σαμουήλ να χρίση τον ποιμενόπαιδα Δαβίδ της φυλής Ιούδα για τη θέσι του βασιλέως. Μετά τον θάνατο του Βασιλέως Σαούλ σε μάχη εναντίον των Φιλισταίων, ο Δαβίδ, ως κεχρισμένος του Ιεχωβά, έγινε βασιλεύς όλου του Ισραήλ. Το επόμενον έτος επήρε το υπόλοιπον της πόλεως Ιερουσαλήμ από τα χέρια των Χανανιτών Ιεβουσαίων. Έκαμε την ακρόπολί της, τη Σιών, πρωτεύουσά του. Εκεί έστησε μια σκηνή κοντά στο ανάκτορό του, κι έθεσε την ιερή κιβωτό της διαθήκης μέσα στη σκηνή, και εγκατέστησε ιερείς για να υπηρετούν.—2 Σαμουήλ 5:1-19.
33. Ποια διαθήκη έκαμε ο Ιεχωβά με τον Βασιλέα Δαβίδ, και γιατί;
33 Με την πάροδο του χρόνου ο Δαβίδ επεθύμησε να κτίση ένα λαμπρό ανάκτορο ή ναό για να στεγάση εκεί την κιβωτό της διαθήκης, όπου ο Ιεχωβά θα κατοικούσε συμβολικά ως ο πραγματικός Βασιλεύς του Ισραήλ. Εν τούτοις, ο Δαβίδ υπήρξε ανήρ αιμάτων, διεξάγοντας τις ‘μάχες του Ιεχωβά.’ Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ιεχωβά δεν ευνόησε τον ίδιο τον Δαβίδ με αυτό το προνόμιο. Το ανέθεσε στον γυιο του Δαβίδ, τον Σολομώντα. Ο Ιεχωβά, εκτιμώντας τον ζήλο του Βασιλέως Δαβίδ για τη λατρεία του Θεού, από δική του θέλησι έκαμε μια διαθήκη βασιλείας με τον Δαβίδ. Αυτή η διαθήκη ώριζε ότι η βασιλεία πάνω στον λαό του Θεού θα παρέμενε στην οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ για πάντα. Ο Ιεχωβά, εκθέτοντας αυτή τη διαθήκη της βασιλείας, είπε σχετικά με τον βασιλικό διάδοχο του Δαβίδ: «Αυτός θέλει οικοδομήσει οίκον εις το όνομά μου.»
34. Στη διαθήκη του με τον Βασιλέα Δαβίδ, ποιον ιδιαίτερα αφορούσε η ομιλία του Ιεχωβά ως οικοδόμου ενός οίκου για το όνομά Του, και για πόσο χρονικό διάστημα η βασιλεία αυτού θα ήταν ‘εστερεωμένη’;
34 Εδώ ο Ιεχωβά εννοούσε, όχι απλώς τον Σολομώντα, τον πρώτο διάδοχο του Δαβίδ, αλλά τον μακρινό απόγονο του Δαβίδ, δηλαδή, τον Υιόν του Θεού που θα εγεννάτο επάνω στη γη από τη γραμμή του Δαβίδ και ο οποίος θα έκτιζε ένα αιώνιο πνευματικό ανάκτορο ή ναό για τον Ιεχωβά, τον Βασιλέα της αιωνιότητος. Ο Ιεχωβά, έχοντας αυτόν τον τελευταίο υπ’ όψι, συνέχισε: «Θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας αυτού έως αιώνος· εγώ θέλω είσθαι εις αυτόν πατήρ, και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός· . . . και θέλει στερεωθή ο οίκος σου και η βασιλεία σου έμπροσθέν σου έως αιώνος· ο θρόνος σου θέλει είσθαι εστερεωμένος εις τον αιώνα.»—2 Σαμουήλ 7:1-18.
35. (α) Αυτή η διαθήκη της βασιλείας σε ποια ευλογία που είχε εκφέρει ο Ιακώβ παρέχει ισχύν και υποστήριξι; (β) Ως πότε, συνεπώς, έπρεπε να παραμείνη η βασιλική γραμμή του Δαβίδ;
35 Η διαθήκη βασιλείας του Ιεχωβά με τον Δαβίδ της φυλής Ιούδα παρέσχε ισχύν και υποστήριξι στην ευλογία, που είχε εκφέρει ο Ιακώβ στον τέταρτο γυιο του Ιούδα, όταν πέθαινε πριν από 1.700 χρόνια περίπου, λέγοντας: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.» (Γένεσις 49:10) Η βασιλική γραμμή του Δαβίδ, λοιπόν, έπρεπε να παραμείνη ως την έλευσι του πραγματικού Υιού του Θεού, και τότε αυτός θα καθίστατο μόνιμος κληρονόμος της Θείας διαθήκης της βασιλείας.—1 Χρονικών 17:1-14.
36. (α) Ποιος πραγματικά εκάθησε στον θρόνο του Δαβίδ; (β) Για ποιο πράγμα έκαμε αυτός προετοιμασία, και τι του έδειξε ο Ιεχωβά;
36 Ο Δαβίδ εκάθησε στον θρόνο του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, εν ονόματι του Ιεχωβά. Έτσι, λοιπόν, ο Δαβίδ εκάθησε στον ορατό θρόνο του Θεού. Ο Δαβίδ, σε γεροντική ηλικία, όταν επλησίαζε στον θάνατό του, παραιτήθηκε από τον θρόνο του υπέρ του αγαπητού του γυιου Σολομώντος. Αλλά προτού το πραγματοποιήση αυτό, ο Δαβίδ άρχισε να συγκεντρώνη μεγάλες ποσότητες οικοδομικών υλικών για τον σχεδιαζόμενο ναό και να αποταμιεύη, επίσης, σημαντικές ποσότητες πολυτίμων μετάλλων για να τον κτίση. Ο Ιεχωβά, επίσης, υπέδειξε στον Δαβίδ πού έπρεπε να κτισθή ο ναός, δηλαδή στο Όρος Μοριά, όπου πριν από οκτακόσια και πλέον χρόνια ο Αβραάμ επεχείρησε να προσφέρη τον αγαπητό του γυιο Ισαάκ ως θυσία στον Θεό.
37. (α) Σε μια τελική εμφάνισι ενώπιον του Ισραήλ, τι είπε ο Δαβίδ για τη βασιλεία; (β) Έτσι επάνω σε ποιον θρόνο εκάθησε ο διάδοχος του Δαβίδ;
37 Ο Βασιλεύς Δαβίδ, σε μια τελική εμφάνισι ενώπιον του λαού Ισραήλ, ευλόγησε τον Θεό και είπε: «Σου, Ιεχωβά, είναι η μεγαλωσύνη, και η δύναμις, και η τιμή, και η νίκη, και η δόξα· διότι σου είναι πάντα τα εν ουρανώ και τα επί γης· σου η βασιλεία, Ιεχωβά.» Συνεπώς, όταν ο Σολομών εκάθησε στον θρόνο, που κατείχετο προηγουμένως από τον Δαβίδ τον πατέρα του, τότε, όπως είναι γραμμένο, «ο Σολομών εκάθισεν επί του θρόνου του Ιεχωβά βασιλεύς αντί Δαβίδ του πατρός αυτού· και ευημέρησε· και πας ο Ισραήλ υπήκουσεν εις αυτόν.»—1 Χρονικών 28:1 έως 29:23, ΜΝΚ.
ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
38. (α) Πότε και από ποιον είχε οικοδομηθή ο ναός στο όρος Μοριά; (β) Πότε και πώς ο Ιεχωβά έδωσε ορατή απόδειξι ότι είχε αγιάσει τον ναόν που εκτίσθη για το όνομά του;
38 Στο τέταρτο έτος της βασιλείας του ο Βασιλεύς Σολομών άρχισε να οικοδομή το ανάκτορον ή ναόν του Ιεχωβά στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ. Στο ενδέκατο έτος της βασιλείας του επεράτωσε τον ναό. (1 Βασιλέων 6:37, 38) Την ημέρα της αφιερώσεως του ναού ο Σολομών εξήγαγε την κιβωτό της διαθήκης από τη σκηνή της στο Όρος Σιών και την εναπέθεσε δια των ιερέων στο εσώτερο διαμέρισμα του ναού, στα Άγια των Αγίων, στο Όρος Μοριά. «Δεν ήτο εν τη κιβωτώ ειμή αι δυο λίθιναι πλάκες, τας οποίας ο Μωυσής έθεσεν εκεί εν Χωρήβ, όπου ο Ιεχωβά έκαμε διαθήκην προς τους υιούς Ισραήλ.» Ο Ιεχωβά τώρα παρέσχε την απόδειξι ότι απεδέχθη και αγίασε αυτόν τον ναό που εκτίσθη για το όνομά του διότι, όταν βγήκαν οι ιερείς, «η νεφέλη ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά και δεν ηδύναντο οι ιερείς να σταθώσι δια να λειτουργήσωσιν, εξ αιτίας της νεφέλης· διότι η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά.» Τότε ο Σολομών ανέπεμψε μακρά δέησι υπέρ της λατρείας που θα εγίνετο σ’ αυτόν τον ναό.—1 Βασιλέων 8:1-54, ΜΝΚ.
39. Ποιο θαύμα έγινε, όταν ο Βασιλεύς Σολομών ετελείωσε προσευχόμενος και τι έκαμαν οι θεαταί;
39 Πάλι έγινε ένα θαύμα, σαν εκείνο που έγινε όταν ο Μωυσής αφιέρωνε τη σκηνή του μαρτυρίου της συναθροίσεως στην έρημο του Όρους Σινά. Διαβάζομε: «Και αφού ετελείωσεν ο Σολομών προσευχόμενος, κατέβη το πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα και τας θυσίας· και δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον. Και δεν ηδύναντο οι ιερείς να εισέλθωσιν εις τον οίκον του Ιεχωβά, διότι δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά. Πάντες δε οι υιοί Ισραήλ, βλέποντες το πυρ καταβαίνον και την δόξαν του Ιεχωβά επί τον οίκον, έπεσον κατά πρόσωπον επί την γην, επί το λιθόστρωτον, και προσεκύνησαν, και εδόξασαν τον Ιεχωβά, λέγοντες, Ότι είναι αγαθός· ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.—2 Χρονικών 7:1-3, ΜΝΚ.
40. Τι είπε ο Ιεχωβά σε όραμα στον Σολομώντα για τη στάσι του προς αυτόν τον ναό, αλλά ποια προειδοποίησι έδωσε επίσης στον Σολομώντα σχετικά με τον ναό αυτόν;
40 Κατόπιν, σ’ ένα νυκτερινό όραμα, ο Ιεχωβά είπε στον Βασιλέα Σολομώντα: «Τώρα έκλεξα και ηγίασα τον οίκον τούτον, δια να ήναι το όνομά μου εκεί έως αιώνος· και οι οφθαλμοί μου και η καρδία μου θέλουσιν είσθαι εκεί πάσας τας ημέρας.» Ταυτοχρόνως ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Βασιλέα Σολομώντα να φυλαχθή από το να εκπέση από την αληθινή θρησκεία και τον προειδοποίησε ότι αυτός ο ένδοξος ναός θα κατεστρέφετο αν ο Ισραήλ και οι βασιλείς του απεμακρύνοντο από τη λατρεία του Ιεχωβά.—2 Χρονικών 7:11-22.
41. Πώς ο Βασιλεύς Σολομών επορεύθη αντίθετα προς τη συμβουλή για βασιλείς, που εδόθη στο Δευτερονόμιο 17:14-17, και τι επηρεάσθη τελικά να κάμη ως αποτέλεσμα αυτού;
41 Ο Βασιλεύς Σολομών, παρά την ανώτερη σοφία του και παρά τα όσα είχε προδιατάξει ο Ιεχωβά για τους βασιλείς του Ισραήλ στο Δευτερονόμιο 17:14-17, έλαβε εκατοντάδες συζύγους, πολλές από τις οποίες δεν ήσαν Ισραηλίτισσες αλλ’ ειδωλολάτριδες γυναίκες, χάριν κρατικών συμμαχιών. Τους επέτρεψε να συνεχίζουν την ειδωλολατρική τους θρησκεία, τη λατρεία ξένων θεών. Αυτές οι γυναίκες βαθμιαίως απεμάκρυναν την καρδιά του Σολομώντος από τις Δέκα Εντολές κι από τη λατρεία του Ιεχωβά. «Ότε εγήρασεν ο Σολομών, αι γυναίκες αυτού εξέκλιναν την καρδίαν αυτού κατόπιν άλλων θεών· και η καρδία αυτού δεν ήτο τελεία μετά του Ιεχωβά του Θεού αυτού, ως η καρδία Δαβίδ του πατρός αυτού. Και επορεύθη ο Σολομών κατόπιν της Αστάρτης, της θεάς των Σιδωνίων, και κατόπιν του Μελχώμ, του βδελύγματος των Αμμωνιτών. . . . Τότε ωκοδόμησεν ο Σολομών υψηλόν τόπον εις τον Χεμώς, το βδέλυγμα του Μωάβ, εν τω όρει τω απέναντι της Ιερουσαλήμ, και εις τον Μολόχ, το βδέλυγμα των υιών Αμμών. Και ούτως έκαμε δι’ όλας τας γυναίκας αυτού τας ξένας, αίτινες εθυμίαζον και εθυσίαζον εις τους θεούς αυτών»—1 Βασιλέων 11:1-8, ΜΝΚ.
42. (α) Λόγω της απιστίας του Σολομώντος, τι είπε ο Ιεχωβά ότι θα έκανε σχετικά με τη βασιλεία του Ισραήλ; (β) Γιατί ο Ιεροβοάμ της φυλής Εφραΐμ αναγκάσθηκε να φύγη στην Αίγυπτο;
42 Ο Ιεχωβά αισθάνθηκε αγανάκτησι γι’ αυτή τη βεβήλωσι του ονόματός του από τον βασιλέα του λαού του ονόματός του. Είπε στον Σολομώντα ότι θ’ αφαιρούσε τη βασιλεία του Ισραήλ από τον βασιλικό του οίκον, εκτός των φυλών Ιούδα και Βενιαμίν, ενώ η φυλή Λευί, φυσικά, θα ήταν προσηρτημένη στον ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Ιεχωβά τώρα, έχοντας υπ’ όψι την ευλογία του, την οποίαν ο Ιακώβ όταν πέθαινε είχε εκφέρει στον γυιο του Ιωσήφ και στους γυιους του Ιωσήφ, τον Εφραΐμ και τον Μανασσή, εξέλεξε τον Ιεροβοάμ από τη φυλή του Εφραΐμ ν’ αναλάβη τη διακυβέρνησι των δέκα φυλών που θ’ αφηρούντο από τον διάδοχο του θρόνου του Βασιλέως Σολομώντος. Ο Ιεροβοάμ, για να διαφύγη τα φονικά σχέδια του Βασιλέως Σολομώντος, αναγκάσθηκε να φύγη στην Αίγυπτο.—1 Βασιλέων 11:9-40.
43. Μετά τον θάνατο του Σολομώντος, πώς έγινε έναρξις του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ και με ποια πόλι ως πρωτεύουσά του;
43 Όταν ο Ροβοάμ, ο γυιος του Σολομώντος, διεδέχθη τον πατέρα του στον θρόνο, ο Ιεροβοάμ ο Εφραϊμίτης επανήλθε από την Αίγυπτο. Ετέθη επί κεφαλής μιας αποστολής Ισραηλιτών, οι οποίοι εζήτησαν από τον Βασιλέα Ροβοάμ να άρη τα καταθλιπτικά βάρη που τους είχε επιβάλει ο άπιστος Σολομών. Αλλά ο Βασιλεύς Ροβοάμ έδωσε προσοχή στους υπερηφάνους, νεαρούς, χωρίς πείρα, συμβούλους του κι αρνήθηκε να παράσχη ανακούφισι. Απείλησε ότι θα γίνη πιο καταπιεστικός από τον Σολομώντα, ακόμη και «με σκορπίους.» Τότε οι δέκα φυλές του Ισραήλ απεσχίσθησαν από τη βασιλεία του οίκου Δαβίδ κι έκαμαν τον Ιεροβοάμ βασιλέα των, με εθνική τους πρωτεύουσα τη Συχέμ της εδαφικής περιοχής Εφραΐμ. Ο Ιεχωβά Θεός εμπόδισε τον Ροβοάμ, βασιλέα του Ιούδα, να πολεμήση για να επαναφέρη τις δέκα φυλές στην εξουσία του.—1 Βασιλέων 12:1-25.
44. (α) Το διηρημένο έθνος ήταν συνέπεια ποιας ενεργείας εκ μέρους του Ισραήλ; (β) Σε ποιους σήμερα είναι αυτό ένα παράδειγμα προειδοποιήσεως;
44 Έτσι, αμείλικτα, ύστερ’ από τετρακόσια χρόνια, οι συνέπειες αυτής της σειράς βεβηλώσεων του ονόματος του Ιεχωβά από τους Ισραηλίτας στη γη Χαναάν έφθασαν στο κατακόρυφον σ’ ένα διηρημένο έθνος. Αυτό είναι ένα ιστορικό εθνικό παράδειγμα προειδοποιήσεως στο σημερινό «άγιον έθνος» του Ιεχωβά, που καλείται με το όνομα του και που είναι οι μάρτυρές του. Αυτοί ας αποφεύγουν παρόμοιες συνέπειες, μη βεβηλώνοντας ποτέ το όνομά του.—1 Κορινθίους 10:6, 11· 1 Πέτρου 2:9.
[Υποσημείωση]
a Ο Ιστορικός Άτλας της Γραφής του Ουεστνμίνστερ (έκδοσις 1956), σελ. 36, στήλη 2.