Ο Έσδρας Εξαίρει τη Δικαιοσύνη και το Έλεος
ΜΟΝΟ ο Δημιουργός, ο οποίος κατέχει όλη τη σοφία και την πλήρη γνώσι κάθε χαρακτηριστικού της δημιουργίας του, καθώς και παντοδυναμία, θα μπορούσε να κάνη τις ιδιότητές του της δικαιοσύνης και του ελέους να εργάζωνται με τόσο πλήρη ισορροπία ώστε ο σκοπός του να εκπληρώνεται τέλεια. Τα αποτελέσματα αυτών των ιδιοτήτων στους ανθρώπους που τον υπηρετούν τους υποκινούν ώστε ακριβώς ό,τι εκείνος έχει προκαθορίσει γίνεται, με οφέλη σε όλους που ενδιαφέρονται.
Το Γραφικό βιβλίο του Έσδρα εξαίρει αυτή τη θαυμάσια συνεργασία των έργων του Ιεχωβά, τα οποία πάντοτε γίνονται σε αρμονία με την άγια προσωπικότητά του, και γι’ αυτό ποτέ δεν υπάρχει παρέκκλισις από τους καλούς σκοπούς του και τις εξαίρετες ιδιότητές του. Ο απόστολος Παύλος, ο οποίος κατενόησε τις οδούς του Θεού, μας διαβεβαιώνει: «Πάντα συνεργούσι (συνεργεί ο Θεός, Κείμενον) προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν.»—Ρωμ. 8:28.
Ο Έσδρας ήταν ένας απόγονος του Ααρών, του Ελεάζαρ και του Φινεές, και ήταν επομένως ιερεύς, μολονότι δεν ανήκε στην αρχιερατική γραμμή, διότι τη θέσι αυτή συνήθως την ελάμβανε ο μεγαλύτερος γιος σε κάθε γενεά. (Έσδρας 7:1-6) Ο τελευταίος πρόγονος του Έσδρα που κατείχε τη θέσι του αρχιερέως ήταν ο Σεραΐας (πιθανώς ο προπάππος του), ο οποίος εξετελέσθη από τον Ναβουχοδονόσορ όταν κατελήφθη η Ιερουσαλήμ. Ο Έσδρας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ το 468 π.Χ., 69 χρόνια μετά τον επαναπατρισμό 49.000 περίπου Ιουδαίων, περιλαμβανομένων και δούλων, από τη Βαβυλώνα υπό την ηγεσία του Ζοροβάβελ (που εκαλείτο επίσης και Σασαβασσάρ) από τη φυλή του Ιούδα. (Νεεμ. 7:66, 67) Η αφήγησις του Έσδρα, όμως, αναφέρει πρώτα χαρακτηριστικά αυτής της πρώτης επιστροφής υπό τον Ζοροβάβελ προτού αναφερθή με λεπτομέρεια στα γεγονότα της δικής του μεταγενέστερης επισκέψεως.
Ο ΝΑΟΣ ΞΑΝΑΚΤΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ ΕΛΕΥΣΙ ΤΟΥ ΜΕΣΣΙΑ
Ο Θεός, μολονότι είχε επιτρέψει στη Βαβυλώνα να πάρη τον λαό του στην αιχμαλωσία λόγω των αμαρτιών τους και του στασιασμού των, καταστρέφοντας το ναό και ερημώνοντας την πόλι της Ιερουσαλήμ, είχε σκοπό να ξανακτισθή ο ναός και η πόλις. Γιατί; Για να διατηρηθή η αληθινή λατρεία στη γη. Και το πιο σπουδαίο, επειδή ο Μεσσίας επρόκειτο να έλθη. Για να εκπληρωθή ο σκοπός του Θεού σχετικά με την άφιξι του Μεσσία, η Ιερουσαλήμ έπρεπε να στέκεται ως πολυπληθής πόλις, και να έχη τον ναό του Ιεχωβά εν τω μέσω της (μολονότι αργότερα αντεκατεστάθη από ένα τρίτο οικοδόμημα, που εκτίσθη από τον Ηρώδη). Επί πλέον, έπρεπε ο νόμος του Θεού να είναι η κυβερνώσα δύναμις στη γη όπου θα ερχόταν ο Μεσσίας. Αυτή η έλευσις του Μεσσία στην ξαναχτισμένη πόλι της Σιών (Ιερουσαλήμ) προελέχθη από τους προφήτες.—Δαν. 9:25.
Ο Θεός προεγνώριζε ότι θα υπήρχαν λίγα άτομα στην εξορία στη Βαβυλώνα τα οποία ακόμη θα τον αγαπούσαν και θα επιθυμούσαν να κάνουν ό,τι μπορούσαν για να αποκαταστήσουν την αγνή λατρεία. Μπορούσε να χρησιμοποιήση τα άτομα αυτά για τον σκοπό του. Μολονότι, πριν από την εξορία, η χονδροειδής αμαρτωλότης του λαού ήταν εκείνη για την οποία ο Θεός της δικαιοσύνης τους απεμάκρυνε από τη γη, το έλεός του θα επεξετείνετο τώρα σ’ αυτούς τους λίγους. Αυτή η πρόγνωσις του Θεού απεκαλύφθη 200 χρόνια περίπου πριν, όταν ο Ησαΐας ο προφήτης μίλησε για την έλευσι ενός βασιλιά, ενός ελευθερωτή, ο οποίος θα ωνομάζετο Κύρος.—Ησ. 44:28· 45:1.
Ο Κύρος ο Πέρσης, χωρίς αμφιβολία, έμαθε για τον Ιεχωβά. Ο Δανιήλ ο προφήτης κατείχε μια υψηλή και σεβαστή θέσι στη διάρκεια του πρώτου μέρους της κυβερνήσεως του Κύρου. (Δαν. 6:28) Ο Δανιήλ, χωρίς αμφιβολία, του έδειξε την προφητική μνεία του ονόματός του στην προφητεία του Ησαΐα. ’Ένας Βιβλικός λόγιος παρατηρεί:
«Η Αγία Γραφή δείχνει τι ήταν εκείνο που έκανε μια τόσο ευνοϊκή εντύπωσι στον Κύρο, αναφέροντας τον ρόλο που έπαιξε ο Δανιήλ στην εκθρόνισι της Βαβυλωνιακής μοναρχίας, Δαν. v. 28, 30. Υπάρχει αμφιβολία ότι ο εκπληρωτής αυτής της προφητείας θα αισθάνθηκε μια έλξι προς τον προφήτη που είχε πει αυτή την προφητεία, και με προθυμία θα αποκαθιστούσε τα σκεύη τα οποία εκείνη τη νύχτα ο Βαλτάσαρ είχε μολύνει;»a
Ο ΘΕΟΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΒΟΗΘΕΙΑ
Ο Κύρος, αναγνωρίζοντας την ύπαρξι άλλων θεών, δεν θα δυσκολευόταν να θεωρήση τον Ιεχωβά ως Θεό, ακόμη και ως τον αληθινό Θεό, τον μεγάλο Θεό, και Εκείνον ο οποίος, όπως είπε, του έδωσε «πάντα τα βασίλεια της γης.»—Έσδρας 1:2.
Το μεγάλο έλεος του Θεού, η δύναμίς του και η βεβαιότης του σκοπού του αποκαλύπτονται στην ευλογία που έδωσε σ’ ένα πολύ μικρό αριθμό πιστών. Οι περισσότεροι Ιουδαίοι στη Βαβυλώνα είχαν αφομοιωθή από τη Βαβυλωνιακή εμπορική ζωή και ενδιαφέροντο πολύ λίγο, αν όχι καθόλου, για την αποκατάστασι της αληθινής λατρείας. Παρ’ όλα αυτά, το έλεος του Θεού επεξετάθη στους λίγους πιστούς. Υποκινούμενοι από την επιθυμία τους να προωθήσουν την αγνή λατρεία, ξεκίνησαν από τη Βαβυλώνα και έφθασαν στην Ιερουσαλήμ αφού απόλαυσαν την προστασία του Θεού στη διάρκεια ενός επικίνδυνου ταξιδιού διασχίζοντας μια άγονη έρημο. (Ησ. 35:2-10) Περικυκλωμένοι από εχθρικούς γείτονες, έκτισαν ένα θυσιαστήριο στον Ιεχωβά και άρχισαν να θέτουν το θεμέλιο για το ναό. Οι Σαμαρείτες προσφέρθηκαν να τους βοηθήσουν στο έργο αυτό, δείχνοντας φιλικότητα. Αλλά επειδή ασκούσαν μια μολυσμένη μορφή λατρείας, η προσφορά τους απερρίφθη από τον Ζοροβάβελ.—Έσδρας 4:1-4· 2 Βασ. 17:29.
Ο Θεός επεδοκίμασε τη στάσι που έλαβαν οι αποκαταστημένοι Ισραηλίτες διότι, αν συνειργάζοντο μ’ αυτούς τους ανθρώπους θα ‘ομοζυγούσαν με τους απίστους’ στην αληθινή λατρεία, προσπαθώντας να φέρουν μια συμφωνία μεταξύ του ναού του Θεού και των ειδώλων. (2 Κορ. 6:14-16) Εν τούτοις, το καλό πνεύμα του αποκαταστημένου υπολοίπου άρχισε να κάμπτεται όταν αυτοί οι καθ’ ομολογίαν φίλοι άρχισαν να προκαλούν ενοχλήσεις μέσω της επιρροής των στην Περσική κυβέρνησι, εξασθενίζοντας τους Ιουδαίους σε σημείο τέτοιο ώστε η οικοδομή του ναού τελικά σταμάτησε.—Έσδρας 4:8-24.
Εν τω μεταξύ, ιδιοτελές ενδιαφέρον για τα σπίτια τους και τις υποθέσεις τους έκανε τους Ιουδαίους να αφήσουν τον οίκο του Θεού να μένη άκτιστος. Αλλά ο σκοπός του Θεού δεν επρόκειτο να ματαιωθή. (Αγγαίος 1:8, 9) Ο Θεός έστειλε τους προφήτες Αγγαίο και Ζαχαρία για να κάνη τους Ιουδαίους να σκεφθούν πάλι τον σκοπό για τον οποίον είχαν επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ. Εκείνοι ανταποκρίθηκαν και η ανοικοδόμησις του ναού άρχισε πάλι, εν όψει μάλιστα εναντιώσεως. (Έσδρας 5:1, 2) Ο Ιεχωβά ευλόγησε την άφοβη υπακοή τους. Όταν έκαναν έκκλησι στο Βασιλέα Δαρείο τον Πέρση, οι κυβερνήτες των γύρω επαρχιών διετάχθησαν να πάψουν να εμποδίζουν τους Ιουδαίους και να τους βοηθήσουν μάλιστα από το δημόσιο ταμείο δίνοντάς τους οποιαδήποτε αναγκαία οικονομική βοήθεια. Μ’ αυτή την άδεια από τον Δαρείο, το έργο περατώθηκε και ο ναός εγκαινιάσθηκε με μεγάλη χαρά.—Έσδρας 6:6-12, 16-22.
ΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΚΑΛΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ, ΕΠΙΤΕΛΕΙ ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΟΥ
Παρ’ όλα αυτά, η επιτυχία στην αποκατάστασι της αγνής λατρείας δεν ωφείλετο στην καλωσύνη των επαναπατρισμένων Ιουδαίων αλλά, αντιθέτως, στη λειτουργία του ελέους του Θεού στη διεξαγωγή του σκοπού του. Πώς συνέβη αυτό; Διότι κατέστη αναγκαίο να στείλη ο Θεός τον δούλο του Έσδρα. Παρά την προφανή αποκάλυψι του ελέους και της προστασίας του Θεού, οι επαναπατρισμένοι Ιουδαίοι είχαν παραβιάσει την αρχή την οποία προηγουμένως τηρούσαν, δηλαδή, να είναι αποχωρισμένοι από τους ειδωλολάτρες. Τώρα είχαν προχωρήσει πάρα πολύ μέχρι του σημείου να εισέλθουν στην πιο στενή σχέσι—τον γάμο—με άπιστες ειδωλολάτριδες γυναίκες. Ακόμη και ιερείς, Λευίτες και άρχοντες υπέκυψαν σ’ αυτή την αμαρτωλή ανυπακοή στην εντολή του Θεού.—Έσδρας 9:1, 2.
Στον τυχαίο αναγνώστη, αυτό που έκαναν αυτοί οι Ιουδαίοι μπορεί να μη φαίνεται τόσο άσχημο. Αλλά σκεφθήτε: Αν ο μικρός αριθμός των Ιουδαίων οι οποίοι είχαν επιστρέψει στον Ιούδα αφομοιώνετο από τα γύρω έθνη, τα οποία στην πραγματικότητα εναντιώνοντο στον Θεό τους και στη λατρεία του η οποία είχε κέντρο τον ναό, ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα; Η αγνή λατρεία θα είχε εξαφανισθή από τη γη. Ακόμη και μετά από λίγα χρόνια, στον καιρό του Νεεμία, τα παιδιά που προήρχοντο απ’ αυτούς τους γάμους δεν μπορούσαν να μιλήσουν Εβραϊκά!—Νεεμ. 13:24.
Ο Έσδρας διέκρινε τις τρομερές συνέπειες αυτής της ανυπακοής. Έμεινε εκστατικός για λίγο καιρό. Κατόπιν, μπροστά στους συναθροισμένους Ιουδαίους που επαναπατρίσθηκαν, προσευχήθηκε δημοσίως, εκθέτοντας τη σοβαρή αμαρτωλότητα και αγνωμοσύνη των ενεργειών τους. Προσευχήθηκε, εν μέρει:
«Δια τας ανομίας ημών παρεδόθημεν, ημείς, οι βασιλείς ημών, οι ιερείς ημών, εις την χείρα των βασιλέων των τόπων, εις μάχαιραν, εις αιχμαλωσίαν και εις διαρπαγήν και εις αισχύνην προσώπου, ως είναι την ημέραν ταύτην. Και τώρα ως εν μια στιγμή έγεινεν έλεος παρά Κυρίου του Θεού ημών, ώστε να διασωθή εις ημάς υπόλοιπον, και να δοθή εις ημάς στερέωσις εν τω αγίω αυτού τόπω, δια να φωτίζη ο Θεός ημών τους οφθαλμούς ημών, . . . Αλλά τώρα, Θεέ ημών, τι θέλομεν ειπεί μετά ταύτα; διότι εγκατελίπομεν τα προστάγματά σου, . . . μετά πάντα τα επελθόντα εφ’ ημάς ένεκα των πράξεων των πονηρών ημών, και της παραβάσεως ημών της μεγάλης, . . . πρέπει ημείς να αθετήσωμεν πάλιν τα προστάγματά σου;»—Έσδρας 9:7-14.
Ο Έσδρας έτσι ωμολόγησε ενώπιον του Θεού και όλου του λαού την αγνωμοσύνη και την ασέβεια εκείνων στους οποίους ο Θεός είχε δείξει ασύνηθες έλεος. Δεν εζήτησε συγχώρησι, διότι ο ίδιος ο λαός έπρεπε να μετανοήση και να ευθυγραμμισθή προτού ο θυμός του Θεού έλθη εναντίον τους. Ο λαός, βλέποντας την άσχημη κατάστασί του, ανταποκρίθηκε με συντετριμμένες καρδιές. Έδιωξαν τις ξένες συζύγους των. Ο Θεός μπορούσε τότε να τους συγχωρήση και να τους διαφυλάξη στη γη τους.—Έσδρας 10:44.
Έτσι, το έλεος του Θεού δεν εδόθη εκεί που δεν έπρεπε. Επίσης, η φροντίδα που έδειξε στέλλοντας τους προφήτες τους Αγγαίο και Ζαχαρία, καθώς επίσης και η ηγεσία που προμήθευσε μέσω του Έσδρα, διετήρησε την αγνή λατρεία για ένα καιρό. Σήμερα, όπως και στο παρελθόν, εκείνοι που επιζητούν να γνωρίσουν τον Θεό και να έχουν μια στενή σχέσι μαζί του, μπορούν να υπηρετούν τον σκοπό του και θα λάβουν το έλεος και την προστασία του.
[Υποσημειώσεις]
a Βιβλικόν Σχολιολόγιον της Παλαιάς Διαθήκης, υπό Κιλ, και Ντέλιτς, για τα βιβλία του Έσδρα, Νεεμία και Εσθήρ, σελ. 84, στην Αγγλική.