-
Προσδιορισμός του Έτους από τα Γεγονότα και τη ΓραφήΗ Σκοπιά—1952 | 1 Αυγούστου
-
-
του μηδενός είναι μόνο προσφάτου σχετικώς μαθηματικής προελεύσεως. Από το 1 μ.Χ. έως το 1914 μ.Χ. είναι 1.913 έτη. Συνεπώς, προσθέτοντας 606 έτη συν 1 συν 1.913 έχομε ένα σύνολο 2.520 ετών.
21-23. (α) Δώστε τη διόρθωσι ενός μικρού λάθους που έγινε από τους αδελφούς προ πολλών ετών σχετικά με τον προσδιορισμό του 1914. (β) Εξηγήστε μια δεύτερη διόρθωσι.
21 Σ’ αυτό το σημείο μερικοί θα ερωτήσουν γιατί ο Κάρολος Τ. Ρώσσελ στο 1877 εχρησιμοποίησε τη χρονολογία 606 π.Χ. για την πτώσι της Ιερουσαλήμ, ενώ Η Σκοπιά μεταγενεστέρων ετών χρησιμοποιεί το 607 π.Χ. Αυτό συμβαίνει επειδή, υπό το φως της σύγχρονης μαθήσεως, ανεκαλύφθη ότι έγιναν δύο μικρά λάθη, τα οποία ακυρώνουν το ένα το άλλο και δίνουν το ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή, το 1914. Σχετικά με το πρώτο λάθος, ο Ρώσσελ και άλλοι εθεωρούσαν ότι το χρονικό διάστημα 1 π.Χ. έως 1 μ.Χ. ήταν δύο χρόνια ενώ, στην πραγματικότητα, είναι μόνο ένα διότι, όπως ελέχθη πιο πάνω, δεν υπάρχει έτος «μηδέν» στο π.Χ.-μ.Χ. σύστημα υπολογισμού ετών. «Η Χριστιανική εποχή άρχισε, όχι με μηδέν έτος, αλλά μ’ ένα 1ο έτος.»—Το Λεξικό της Γραφής του Ουεστμίνστερ, σελ. 102.
22 Το δεύτερο λάθος αφορούσε το ότι δεν άρχιζε ο υπολογισμός των 2.520 ετών στο ορθό σημείο αν ληφθούν υπ’ όψιν τα ιστορικά γεγονότα και οι περιστάσεις. Σχεδόν όλη η αρχαία χρονολογία της Γραφής συνδέεται με την κοσμική ιστορία στο έτος 539 π.Χ., κατά το οποίο συνέβη η πτώσις της Βαβυλώνος στα χέρια του Δαρείου και του Κύρου των Μήδων και Περσών. Στα τελευταία χρόνια ανεκαλύφθησαν διάφορες πινακίδες με σφηνοειδή γραφή, σχετικές με την πτώσι της Βαβυλώνος, οι οποίες επικυρώνουν Βιβλικές, καθώς και κοσμικές ιστορικές χρονολογίες. Η μια πινακίδα που είναι γνωστή ως το «Χρονικό του Ναβουναΐντ», δίδει τη χρονολογία της πτώσεως της Βαβυλώνος, που οι ειδικοί έχουν βεβαιώσει ότι είναι η 12-13 Οκτωβρίου του 539 π.Χ. κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο ή η 6-7 Οκτωβρίου του 539 π.Χ. κατά το σημερινό μας Γρηγοριανό Ημερολόγιο.b Η πινακίς αυτή λέγει επίσης ότι ο Κύρος έκαμε τη θριαμβευτική του είσοδο στη Βαβυλώνα 16 ημέρες μετά την πτώσι της στα χέρια του στρατού του. Έτσι το έτος της επιτυχίας του άρχισε κατά τον Οκτώβριο του 539 π.Χ. Ωστόσο, σε μια άλλη πινακίδα με σφηνοειδή γραφή, που ονομάζεται «Στρασσμάιερ, Κύρος Αρ. 11», αναφέρεται το πρώτο βασιλικό έτος του Κύρου και προσδιορίζεται ότι άρχισε στις 17-18 Μαρτίου του 538 π.Χ., και ότι ετελείωσε στις 4-5 Μαρτίου του 537 π.Χ.c Σ’ αυτό ακριβώς το πρώτο βασιλικό έτος του Κύρου, εξέδωσε αυτός το διάταγμά του που επέτρεπε στους Ιουδαίους να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσουν το ναό. (Έσδρας 1:1) Το διάταγμα μπορεί να έγινε περί το τέλος του 538 π.Χ. ή πριν από τις 4-5 Μαρτίου του 537 π.Χ.
23 Και στη μια και στην άλλη περίπτωσι θα εδίδετο επαρκής χρόνος για τον μεγάλο όμιλο των 49.897 Ιουδαίων, να οργανώσουν την εκστρατεία τους και να κάνουν το μακρό τετράμηνο ταξίδι τους από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ για να βρίσκωνται εκεί στις 29-30 Σεπτεμβρίου του 537 π.Χ., δηλαδή, στην πρώτη του εβδόμου Ιουδαϊκού μηνός, για να οικοδομήσουν το θυσιαστήριο τους στον Ιεχωβά όπως αναγράφεται στον Έσδρα 3:1-3. Εφ’ όσον η 29-30 Σεπτεμβρίου του 537 π.Χ. επισήμως τερματίζει τα εβδομήντα χρόνια της ερημώσεως που αναγράφονται εις 2 Χρονικών 36:20, 21, έπεται ότι η αρχή της ερημώσεως της γης πρέπει να άρχισε επισήμως να υπολογίζεται μετά τις 21-22 Σεπτεμβρίου του 607 π.Χ., δηλαδή, μετά την πρώτη του εβδόμου Ιουδαϊκού μηνός του 607 π.Χ., που είναι το εναρκτήριο σημείο για τον υπολογισμό των 2.520 ετών.
-
-
Αποδείξεις της Ορθότητος του ΈτουςΗ Σκοπιά—1952 | 1 Αυγούστου
-
-
Αποδείξεις της Ορθότητος του Έτους
1, 2. Περιγράψατε την «οικογένεια εθνών» που εμφανίσθηκε μετά το 1648.
ΠΟΙΕΣ, λοιπόν, πραγματικές αποδείξεις υπάρχουν, που δείχνουν ότι το 1914 ήταν ένα χαρακτηριστικό έτος ως προς το τέλος των προσδιωρισμένων «καιρών» των εθνών; Πρώτον είναι αναγκαία λίγη ιστορικής φύσεως πληροφορία. Με την αποσύνθεσι της παλαιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τη διάσπασι της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που είχε συζευχθή με την Καθολική Εκκλησία, εμφανίσθηκε μετά τη Συνθήκη Ειρήνης της Βεστφαλίας του 1648, μια «οικογένεια εθνών». Αυτή η Εθνική οικογένεια εθνών ήταν μια χαλαρή διευθέτησις όπου μεγάλα και μικρά έθνη προσπαθούσαν να συμβαδίζουν με συμφωνία σαν μεγάλοι και μικροί αδελφοί, όταν παρουσιαζόταν μια τυχαία φιλονεικία (πόλεμος) μεταξύ μελών ατομικώς. Δεν υπήρχε μεγάλη μητέρα ή πατέρας για να τα διευθύνη. Ούτε η Καθολική Εκκλησία ούτε τα υπολείμματα της αρχαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δεν ήσαν πια αρκετά ισχυρά για να κρατούν αυτά τα έθνη προσδεδεμένα στην εξουσία τους και έτσι να τα κρατούν τα εθνικά αυτά παρακλάδια σε γραμμή προσαρμογής, όπως έκαναν προηγουμένως με το να είναι αυτοί οι υπέρτεροι δικτάτορες. Εν τούτοις, η
-