Ας Αποδίδωμε το Καλύτερο μας στον Ιεχωβά
ΕΚΕΙΝΟΣ ο οποίος είναι κύριος των πάντων στο σύμπαν δεν μπορεί να πλουτισθή από κανένα. Οτιδήποτε και αν προσφέρετε σ’ αυτόν ως δώρον είναι ήδη δικό του και οφείλεται σ’ αυτόν. Πράγματι, είτε οι άνθρωποι αναγνωρίζουν αυτό το γεγονός είτε όχι, είναι απλώς οικονόμοι υπόλογοι στον Θεό γι’ αυτά που κατέχουν.
Ο Δαβίδ, ο οποίος εκυβέρνησε στην Ιερουσαλήμ πριν από αιώνες, το ανεγνώρισε αυτό και ωμολόγησε: «Σου, Ιεχωβά, είναι η μεγαλωσύνη, και η δύναμις, και η τιμή, και η δόξα· διότι σου είναι πάντα τα εν ουρανώ και τα επί γης. . . και ο πλούτος και η δόξα παρά σου έρχονται.»
Ναι, ο Δαβίδ είχε την ορθή άποψι όλων των ιδικών του εισφορών καθώς και των εισφορών του λαού του στον τόπο λατρείας στην Ιερουσαλήμ, διότι προχωρεί και παραδέχεται το εξής: «Τα πάντα έρχονται εκ σου, και εκ των σων δίδομεν εις σε.»—1 Χρον. 29:11-14.
Αλλά μήπως αυτό απεθάρρυνε το λαό του Θεού από το να προσφέρη δώρα για την υποστήριξι της αγνής λατρείας, αποδίδοντας το καλύτερο που είχαν στον Ιεχωβά; Όχι, διότι, με έμπνευσι του θεού, ο ψαλμωδός έγραψε αυτή την ενθουσιώδη πρόσκλησι σ’ όλους εκείνους οι οποίοι επιθυμούσαν να ευαρεστήσουν τον Δημιουργό: «Απόδοτε εις τον Ιεχωβά την δόξαν του ονόματος αυτού· λάβετε προσφοράς, και εισέλθετε εις τας αυλάς αυτού.»—Ψαλμ. 96:8, ΜΝΚ.
Αυτά τα λόγια μας δίνουν μια διανοητική όρασι των Ισραηλιτών της παλαιάς εποχής καθώς έφερναν τις προσφορές των δώρων των—άλευρο, οίνον, έλαιον, άμωμα ζώα—στις αυλές του ναού του Ιεχωβά, ιδιαίτερα στις τρεις ειδικές περιπτώσεις του έτους.—Δευτ. 16:16.
Οι ιερείς της οικογενειακής γραμμής του Ααρών, που ενεργούσαν ως εκπρόσωποι του Ιεχωβά, εδέχοντο τις γενναιόδωρες προσφορές του λαού. Είχαν οδηγίες από τον Ιεχωβά όσον αφορά την κατάλληλη διάθεσι όλων αυτών των δώρων για τη συντήρησι και την προαγωγή της αληθινής λατρείας. Οι ειλικρινείς λάτρεις ήσαν ικανοποιημένοι ν’ αφήνουν σ’ εκείνον τον άγιο τόπο τα δώρα των, και κατόπιν ν’ αρχίζουν το ταξίδι της επιστροφής στα σπίτια των, χαρούμενοι με τη γνώσι ότι είχαν δώσει στον Θεό των το καλύτερο που είχαν.
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΛΑΤΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΩΝ
Σήμερα, φυσικά δεν υπάρχει ένας τέτοιος κατά γράμμα ναός με τις αυλές του. Αλλ’ εφόσον όλα εκείνα επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως ‘τύποι επουρανίων’ ή πνευματικών πραγμάτων, αναζητούμε τις σύγχρονες ‘αυλές’ με τα πλήθη των λάτρεών των. (Εβρ. 9:23) Η συναναστροφή εκείνων των αρχαίων λάτρεων με το κεχρισμένο Ααρωνικό ιερατείο δίνει τη λύσι. Σήμερα υπάρχει στη γη ένα μικρό υπόλοιπο ή υπολειπόμενος αριθμός αποκυημένων από το πνεύμα αδελφών του Ιησού, ανθρώπων οι οποίοι έχουν την προσδοκία να υπηρετήσουν μια μέρα ως ουράνιοι ιερείς υπό τον Αρχιερέα των, Ιησού Χριστό. Ένας πολύς όχλος ανθρώπων απ’ όλα τα έθνη θεωρούν προνόμιό των να συναναστρέφονται μ’ αυτό το υπόλοιπο, διότι έτσι μπορούν ν’ απολαμβάνουν τις ευλογίες μιας διευθετήσεως που έχει κάμει ο Ιεχωβά για μια ορατή οργάνωσι των λάτρεών του σήμερα. Αυτή η συναναστροφή μ’ αυτούς είναι σαν να πλησιάζουν τις ‘αυλές’ του οίκου του Ιεχωβά.—1 Κορ. 3:16.
Το πλήθος των συγχρόνων λάτρεων ενδιαφέρονται επίσης για τα δώρα που φέρνουν στις ‘αυλές’ του Ιεχωβά. Ίσως η πρώτη σκέψις που έρχεται στο νου είναι να κάμη κανείς μια χρηματική εισφορά κάποιου είδους. Αλλά πόσα; Για απάντησι στρεφόμεθα στην τυπική σκηνή και σημειώνομε τα εξής λόγια στο εδάφιο Δευτερονόμιον 16:17 (ΜΝΚ) : «Έκαστος θέλει δίδει κατά την δύναμιν αυτού, κατά την ευλογίαν Ιεχωβά του Θεού σου, την οποίαν σοι έδωκε.» Ποιος γνωρίζει καλύτερα από τον ίδιο τον λάτρη ατομικά το μέγεθος της ευλογίας του Θεού επάνω του; Το άτομο που δεν έχει εκτίμησι, ίσως δεν βλέπει ότι ο Ιεχωβά το έχει ευλογήσει καθόλου, αλλά εκείνοι οι οποίοι είναι ευγνώμονες για τη ζωή και την πνοή και για τις ευκαιρίες να υπηρετούν τον Δημιουργό των έχουν διαφορετική άποψι. Δίνουν με ιλαρότητα.—2 Κορ. 9:7.
Όπως ακριβώς ο Θεός αγαπά τον ιλαρόν δότη, έτσι αγαπά κι’ εκείνους οι οποίοι προσφέρουν με ορθό ελατήριο την καλή κατάστασι καρδιάς. Θα είναι καλό να κάνωμε στοχασμούς επάνω σε μερικές εκφράσεις του ίδιου του Θεού σ’ αυτό το ζήτημα: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, ο ποιών έλεος, κρίσιν, και δικαιοσύνην επί της γης· επειδή εις ταύτα ευαρεστούμαι, λέγει Ιεχωβά.» (Ιερεμ. 9:24) «Εις τίνα λοιπόν θέλω επιβλέψει; Εις τον πτωχόν, και συντετριμμένον το πνεύμα, και τρέμοντα τον λόγον μου.» (Ησ. 66:2) Και σύμφωνα με τον απόστολο Πέτρο, τι ‘είναι πολύτιμον ενώπιον του Θεού’; «Ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος.»—1 Πέτρ. 3:4.
Ώστε είναι καταφανές ότι το πρώτο πράγμα που ενδιαφέρει τον Ιεχωβά σ’ αυτούς οι οποίοι κομίζουν προσφορές δώρων στις αυλές του είναι η κατάστασις της καρδιάς των. Αγαπούν και αυτοί έλεος, κρίσι, δικαιοσύνη; Είναι ταπεινοί, συντετριμμένοι μετανοούντες, καθώς πλησιάζουν τον Θεό; Αγωνίζονται να φορέσουν τον στολισμό του «πράου και ησυχίου πνεύματος»;
Ώστε δεν είναι μόνο το προσφερόμενο που υπολογίζεται. Το πνεύμα και το ελατήριο που υπάρχουν πίσω από το δώρο είναι φανερά στο ερευνητικό βλέμμα του Υπερτάτου.
ΤΑ ΤΥΠΙΚΑ ΔΩΡΑ ΟΜΙΛΟΥΝ ΚΑΘΑΡΑ ΣΗΜΕΡΑ
Στις τυπικές σκηνές της παλαιάς εποχής υπάρχουν παραστατικές ιδέες οι οποίες μας βοηθούν να ιδούμε τη σπουδαιότητα του να δίνωμε το καλύτερο που έχομε στον Θεό. Παραδείγματος χάριν, κάθε προσφερόμενο ζώο έπρεπε να είναι «άμωμον,» χωρίς κανένα ελάττωμα. (Λευϊτ. 22:21) Πράγματι, εκείνα τα ζώα που προσεφέροντο για θυσία υπεδείκνυαν εκείνη την παντοτινή θυσία, τη θυσία εκείνου που τόσο κατάλληλα περιγράφεται ως «όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών,» δηλαδή τον Ιησού Χριστό. (Εβρ. 7:26) Αλλά δεν φαίνεται να υποδεικνύη επίσης στους συγχρόνους λάτρεις του Ιεχωβά ότι πρέπει να προσφέρουν το καλύτερο που έχουν;
Κατόπιν, σχετικά με την προσφορά εξ αλφίτων, είναι σημαντικό ότι η έκφρασις «σεμίδαλις» επαναλαμβάνεται, όπως στην προετοιμασία των άρτων για την καθαρά τράπεζα του ναού. (Λευϊτ. 24:5, 6· Αριθμ. 7) Το σιμιγδάλι εξεικονίζει επίσης τα καλύτερο που έχομε να προσφέρωμε, όχι κάποιο χονδροειδές υποκατάστατο, όπως θα μπορούσε κανείς να περιγράψη μια λατρεία που προσφέρεται επιπολαίως, που γίνεται για να φαίνεται από τους ανθρώπους χωρίς να είναι η καρδιά του λάτρεως σ’ αυτήν.
Το λιβάνι επίσης προσετίθετο στις τυπικές προσφορές εξ αλφίτων της παλαιάς εποχής. Το θυμίαμα πληροφορούμεθα ότι το έθεταν επάνω στις προσφορές εξ αλφίτων που επρόκειτο να καούν ως θυσία στον Ιεχωβά. (Λευϊτ. 2:1, 15) Τι προεικόνιζε αυτό για την εποχή μας; Με θεία έμπνευσι ο Βασιλεύς Δαβίδ έδωσε την απάντησι, όταν έγραψε: «Ας κατευθυνθή ενώπιόν σου η προσευχή μου ως θυμίαμα· η ύψωσις των χειρών μου ας γείνη ως θυσία εσπερινή [ως προσφορά εσπερινή εξ αλφίτων, ΜΝΚ].» (Ψαλμ. 141:2· βλέπε επίσης Αποκάλυψις 8:4.) Ώστε οι ευπρόσδεκτες προσφορές δώρων προς τον αληθινό Θεό συνδέονται με ειλικρινή προσευχή. Η ειλικρινής προσευχή είναι μια ζωτική μορφή της αποδόσεως του καλυτέρου που έχομε στον Ιεχωβά.
ΤΙ ΕΧΟΜΕ ΚΑΙ ΤΙ ΕΙΜΕΘΑ
Αυτό μας φέρνει στην ουσία του ζητήματος. Ο καθένας μας, ως ένα νοήμον πλάσμα που κινείται από ευγνωμοσύνη όταν μάθη για τον Ιεχωβά και τους σκοπούς του, είναι στην πραγματικότητα ένα «δώρον» που έχει δοθή για να μεταφερθή στις «αυλές» του Ιεχωβά κι’ εκεί να χρησιμοποιηθή για τη δόξα του ονόματός του. Όχι μόνο εκείνο που έχομε, αλλά κι’ εκείνο που είμεθα ανήκει στον Ιεχωβά.
Ένα ολοένα αυξανόμενο πλήθος συγχρόνων λάτρεων αποδίδουν τα δώρα των στις ‘αυλές’ του Ιεχωβά. Πολλοί βλέπουν το προνόμιό των να συμμετέχουν στην υποστήριξι της δραστηριότητος της Βασιλείας στην τοπική των περιοχή, με το να συνεισφέρουν τακτικά και γενναιόδωρα για τη συντήρησι της Αιθούσης Βασιλείας ως κέντρου Βιβλικής εκπαιδεύσεως. Πολλοί επίσης αισθάνονται ευχαρίστησι να συμμετέχουν στη δαπάνη για την προαγωγή του έργου μαρτυρίας σ’ όλη τη γη, με το να στέλνουν τις εισφορές των στην Εταιρία Σκοπιά, 124 Columbia Heights, Brooklyn, New York 11201, ή στο γραφείο του τμήματος της Εταιρίας σε κάποια άλλη χώρα. Εφόσον αυτά τα δώρα προσφέρονται με το πνεύμα που μετέδωσε ο Ιησούς, είναι πράγματι άξια επαίνου.—Ματθ. 6:3.
Αλλά τι μπορεί να λεχθή για τον δοτήρα; Για τον Ιεχωβά έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία εκείνος που δίνει παρά αυτό που προσφέρει. Αυτή την αλήθεια μπορούμε να τη συλλάβωμε καλύτερα όταν παρατηρήσωμε τα εξής σημαντικά λόγια: «Υιέ μου, δος την καρδίαν σου εις εμέ, και ας προσέχωσιν οι οφθαλμοί σου εις τας οδούς μου.» (Παροιμ. 23:26) Μήπως η τακτική παρουσία του λάτρεως στις συναθροίσεις της Αιθούσης Βασιλείας δεν είναι ένας μεγαλειώδης τρόπος αποδόσεως δόξης στον Ιεχωβά και προσφοράς του καλυτέρου δώρου του στις «αυλές» Του; Δεν είμεθα χρεώσται σ’ Αυτόν για το κάθε τι—ζωή, πνοή και ακλόνητη ελπίδα για το μέλλον στην ευλογημένη του νέα τάξι πραγμάτων;
Το ν’ αποδίδουν έτσι το καλύτερο που έχουν στον Ιεχωβά για μερικούς σημαίνει μεγαλύτερη προσπάθεια για ν’ αφιερώνουν χρόνο στο έργο της διακηρύξεως του ευαγγελίου της Βασιλείας. Για άλλους μπορεί να περιλαμβάνη προγραμματισμό για να διαθέσουν πρόσθετο χρόνο σε ωρισμένες περιόδους του έτους για έργο σκαπανέως διακοπών. Άλλους πάλι τους κινεί να εγκαταλείψουν κοσμικές εργασίες και να γίνουν ολοχρόνιοι κήρυκες του αγγέλματος της Βασιλείας.
Και πώς βλέπει ο Ιεχωβά όλες αυτές τις προσπάθειες των λάτρεών του ν’ αποδίδουν σ’ αυτόν τα καλύτερα δώρα των; Μέσω του προφήτου του Αγγαίου ετόνισε αυτή την περίοδο της ιστορίας όπου ζούμε τώρα, δηλώνοντας ότι «θέλει ελθεί ο εκλεκτός [θέλουσι ελθεί τα εκλεκτά, ΜΝΚ] παντών των εθνών» σ’ αυτόν τον πνευματικό οίκο προσευχής, για ν’ αποδώσουν σ’ Αυτόν τη δόξα που ανήκει στο όνομά του.—Αγγαίος 2:7.
Τι θα μπορούσε να είναι πιο επιθυμητό στον Ιεχωβά από το να βλέπη αμέτρητα πλήθη λάτρεων να προσφέρουν προθύμως τον εαυτό των για το έργο της διακηρύξεως του ονόματος και της βασιλείας του ως τα πέρατα της γης; Σε μια προφητική όρασι ο Θεός έδωσε στον απόστολο Ιωάννη μια εκ των προτέρων άποψι αυτού ακριβώς του πράγματος—‘ένα αμέτρητο πλήθος, που ίσταται ενώπιον του θρόνου του Θεού, ενδεδυμένοι στολές λευκές, και σείουν κλάδους φοινίκων και ομολογούν με χαρά: «Η σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθημένου επί του θρόνου και του Αρνίου.»’ (Αποκάλ. 7:9, 10) Μ’ αυτή την ομολογία δηλώνουν στην πραγματικότητα: ‘Ανήκομε στον Θεό. Θα υπηρετούμε τον Ιεχωβά με όλη μας την καρδιά.’
Δεν είναι γεγονός ότι αυτή η προσφορά του καλυτέρου που έχομε στον Ιεχωβά είναι πολύ λογική; Με κάθε τρόπο ας κάμωμε λοιπόν στοχασμούς επάνω σ’ όλες τις προμήθειές του για την αιώνια ευημερία μας και από ευγνωμοσύνη ας αποδίδωμε σ’ αυτόν το καλύτερο που έχομε.