Εκτίμησις του Δώρου που Λέγεται «Εργασία»
«Πάντα όσα εύρη η χειρ σου να κάμη, κάμε κατά τη δύναμίν σου».—Εκκλ. 9:10
1. Πώς βλέπουν μερικοί άνθρωποι την εργασία, και γιατί; Γι’ αυτό ποια ερωτήματα τίθενται;
Σ’ ΑΥΤΟΝ τον καιρό της ιστορίας όπου οι άνθρωποι εργάζωνται λίγο και απαιτούν πολλά ως αντάλλαγμα του κόπου των, θα ήταν φρόνιμο για όλους εκείνους οι οποίοι αναζητούν ευτυχία στο κάθε τι που κάνουν καθώς επίσης και την επιδοκιμασία του Θεού να εξετάσουν τη στάσι τους απέναντι στην εργασία. Πολλή δυσαρέσκεια στον κόσμο σήμερα μπορεί ν’ ανευρεθή σ’ ανθρώπους οι οποίοι είναι δυσαρεστημένοι με την εργασία τους. Ένας αυξανόμενος αριθμός εργατών, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, έχουν τάσι να παρουσιάσουν την εργασία σαν μια κατάρα, μια τιμωρία της μοίρας την οποία πρέπει ν’ αποφύγη κανείς, αν είναι δυνατόν. Το παράπονό τους είναι ότι η εργασία εξαντλεί τις δυνάμεις και αφήνει τον εργαζόμενο πάρα πολύ κουρασμένο για ν’ απολαύση τη ζωή. Διερωτώνται, ‘Γιατί η εργασία πρέπει να καταστρέψη την απόλαυσι της ζωής;’ ‘Πάρα πολλοί άνθρωποι εργάζονται χωρίς να ζουν,’ λέγουν. Για ν’ αποδείξουν πόσο ανεπιθύμητη είναι η εργασία, οι εργάται συχνά τονίζουν τις πολλές διαμαρτυρίες και απεργίες μεταξύ των εργατών βιομηχανίας, γραφείου και κοινής ωφελείας, οι οποίοι ενδιαφέρονται όχι μόνο για τους μισθούς, αλλά και για τις ώρες και τις συνθήκες εργασίας. Μερικοί νομίζουν ότι η ιδεώδης ζωή θα ήταν ένας κόσμος χωρίς ιδρώτα. Λίγοι βλέπουν την εργασία σαν μια ευλογία ή σαν ένα δώρο από τον Θεό. Ποια είναι η δική σας στάσις απέναντι στην εργασία; Την βλέπετε σαν μια ευλογία από τον Θεό ή απλώς σαν αναγκαίο κακό; Πώς πρέπει να βλέπη κανείς την εργασία του;
2. (α) Πώς βλέπουν οι Γραφές την εργασία; (β) Τι λέει η Γραφή για τους οκνηρούς ανθρώπους; (γ) Γιατί δεν πρέπει να έχωμε καμμιά συναναστροφή με οκνηρούς ανθρώπους;
2 Οι Άγιες Γραφές επαινούν την εργασία. Δηλώνουν ότι είναι καλό να τρώγη ο άνθρωπος, να πίνη και «να απολαμβάνη τα αγαθά όλου του κόπου αυτού». Είναι θείον θέλημα «να ευφραίνηται ο άνθρωπος εις τα έργα αυτού». (Εκκλ. 5:18· 3:13, 22) Σε κανένα μέρος της Γραφής δεν ενθαρρύνονται η οκνηρία, η νωχέλεια και η νωθρότης ως σκοπός της ζωής. Αντιθέτως, ο άνθρωπος ενθαρρύνεται να ‘αγωνίζεται.’ Η φιλοπονία είναι εκείνο που επαινείται. Ένας άνθρωπος πρέπει ‘να κάμη πάντα όσα εύρη η χειρ του.’ (Λουκ. 13:24· Εκκλ. 9:10· Εβρ. 6:10, 11) Στους οκνηρούς ανθρώπους δίδεται η συμβουλή να ‘υπάγουν προς τον μύρμηκα, . . . να παρατηρήσουν τας οδούς αυτού και να γίνουν σοφοί.’ (Παροιμ. 6:6) Η αμεριμνησία συνδέεται με τη μωρία. Η «αμεριμνησία των αφρόνων θέλει αφανίσει αυτούς». (Παροιμ. 1:32) Αντί να είναι ένας ιδεώδης τρόπος ζωής, «η οκνηρά χειρ» γρήγορα καταβροχθίζεται από τη φτώχεια. Εκείνοι που αγαπούν τον ύπνο, τον νυσταγμό και το σύμπλεγμα των χειρών δεν πρόκειται ν’ απολαύσουν ευτυχία αλλά καταστροφή. (Παροιμ. 10:4· 18:9· 24:33, 34) Επομένως, εκείνοι που ακολουθούν την αληθινή θρησκεία, τη θρησκεία της Γραφής, δεν έχουν συναναστροφή με τα νωχελή και οκνηρά άτομα. Ο λαός του Θεού δεν καλείται σε μια αδρανή, οκνηρή ζωή, αλλά σε μια δραστήρια και γεμάτη παλμό ζωή σε απομίμησι του Θεού των Ιεχωβά. Αυτή ή δραστήρια και παραγωγική ζωή είναι το δώρο του Θεού που καταλήγει σε αληθινή ευτυχία.—Ιωάν. 5:17.
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑΤΑΙ
3. Τι μπορεί να λεχθή για τον Θεό ως εργάτη και για την επίδρασι των έργων του στο ανθρώπινο γένος;
3 Ανοίξτε τους οφθαλμούς σας και παρατηρήστε γύρω σας. Δεν χρειάζεται παρά μια μόνο ματιά για να διαπιστώσετε ότι περιβάλλεσθε από έργα αμέτρητα, άφθαστα σε ομορφιά και πολύτιμα για να τα βλέπετε. Αυτά τα έργα περιλαμβάνονται στην έκφρασι ‘τα θαυμάσια έργα του Θεού.’ (Ψαλμ. 145:4, 5· 148:3-10) Υπάρχουν οι ουρανοί υψηλά οι οποίοι «διηγούνται την δόξαν του Θεού» και, ‘αναγγέλλουν το έργο των χειρών αυτού.’ Η γη με την ευρεία ποικιλία ζώων, ψαριών και φυτών εμπνέει αίνον. Ένας ψαλμωδός που είχε εκτίμησι είπε: «Πόσον μεγάλα είναι τα έργα σου, Ιεχωβά. Τα πάντα εν σοφία εποίησας· η γη είναι πλήρης των ποιημάτων σου». (Ψαλμ. 19:1-4· 104:24, ΜΝΚ) Ολόκληρο το σύμπαν είναι κατά γράμμα γεμάτο με τα έργα του Θεού. Ο αριθμός των είναι συντριπτικός, και κάνει να ξεχειλίζη ο αίνος. Η ομορφιά των εμπνέει θαυμασμό. Η μεγαλοπρέπεια και η σοφία των ωθούν σε απόδοσι αίνου και ευγνωμοσύνης. Η επίδρασίς των μάς κάνει να αισθανώμεθα ταπεινοί. Ο ψαλμωδός είπε: «Όταν θεωρώ τους ουρανούς σου, το έργον των δακτύλων σου, την σελήνην και τους αστέρας, τα οποία συ εθεμελίωσας, τι είναι ο άνθρωπος, ώστε να ενθυμήσαι αυτόν; ή ο υιός του ανθρώπου ώστε να επισκέπτησαι αυτόν;» (Ψαλμ. 8:3, 4· 92:5· 150:2) Όλα αυτά τα δημιουργήματα έχουν τη συνεχή προσοχή και φροντίδα του Θεού.
4. Ποιος ήταν η πρώτη δημιουργία του Θεού, και ποια απόδειξις υπάρχει ότι ήταν ένας εργάτης;
4 Όλ’ αυτά τα έργα του Θεού είναι ασύγκριτα, ακριβή και αληθινά. Όλα εργάζονται με σοφία. Στο Γραφικό βιβλίο των Παροιμιών η σοφία προσωποποιημένη παρουσιάζεται σαν να ήταν κοντά στον Ιεχωβά Θεό στη διάρκεια του δημιουργικού του έργου ως ο «Αριστοτέχνης Εργάτης» του. (Παροιμ. 8:12, 22-31, ΜΝΚ) Κάτω από έμπνευσι ο απόστολος Ιωάννης απεκάλυψε ότι αυτός ο Αριστοτέχνης ήταν ο «Λόγος,» το πρώτο δημιούργημα του Θεού, ο μονογενής του Υιός ο οποίος αργότερα ήλθε στη γη και έγινε ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιωάννης είπε: «Ούτος ήτο εν αρχή παρά τω Θεώ. Πάντα δι’ αυτού έγειναν, και χωρίς αυτού δεν έγεινεν ουδέ εν το οποίον έγεινεν». (Ιωάν. 1:1-3· Κολ. 1:17) Αυτός ο σοφός Υιός του Θεού απέδειξε ότι ήταν ένας δημιουργικός αριστοτέχνης στη γη. Κανένας άνθρωπος πριν απ’ αυτόν ή από τότε δεν έχει κατορθώσει τόσο πολλά, ούτε είχε τόση επίδρασι στην ιστορία του ανθρώπου. Ο Μαθουσάλας, ο οποίος έζησε 969 χρόνια, δεν άφησε πίσω του κανένα αξιομνημόνευτο έργο. Η μακρά ζωή του θα μπορούσε να θεωρηθή ως μια πλήρης σπατάλη. Εξ άλλου, όταν ανασκοπούμε τις ευαγγελικές αφηγήσεις των επιγείων έργων του Ιησού, παρατηρούμε ότι ο Ιωάννης λέγει: «Είναι δε και άλλα πολλά όσα έκαμεν ο Ιησούς, τα οποία εάν γραφθώσι καθ’ εν, ουδ’ αυτός ο κόσμος νομίζω θέλει χωρέσει τα γραφόμενα βιβλία». (Ιωάν. 21:25) Τίνος ζωή ήταν πιο ευτυχισμένη—του Ιησού ή του Μαθουσάλα; Εν τούτοις ο Ιησούς έζησε ένα βραχύ μόνο χρονικό διάστημα τριάντα τριών και ημίσεος ετών. Είναι καταφανές ότι ήταν ένας φιλόπονος εργάτης!
5. Τίνος τις συνήθειες εργασίας ακολούθησε ο Ιησούς. Δώστε αποδείξεις.
5 Όταν άνθρωποι προσπάθησαν να τον εμποδίσουν να κάμη αγαθά έργα την ημέρα του Σαββάτου, ο Ιησούς απήντησε μ’ ένα υπαινιγμό στην ακατάπαυστη δραστηριότητα του Ιεχωβά όλες τις ημέρες της εβδομάδος λέγοντας: «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι». (Ιωάν. 5:17) Γιατί καλά έργα δεν πρέπει να γίνωνται το Σάββατο; Μήπως ο ήλιος του Θεού δεν ανατέλλει επειδή είναι Σάββατο; Μήπως οι ποταμοί σταματούν; Μήπως το χορτάρι παύει ν’ αναπτύσσεται; Μήπως οι καρποί δεν ωριμάζουν και τα πουλιά δεν κελαϊδούν; Δεν ασχολείται ο Θεός φροντίζοντας για τις ανάγκες αυτών των πλασμάτων; Γιατί, λοιπόν, ο Κεχρισμένος του ν’ αρνηθή να κάνη έργα αγάπης απλώς διότι ήταν Σάββατο; Ο Ιησούς στις συνήθειες της εργασίας του ακολουθούσε το παράδειγμα του ουρανίου Πατρός του. «Το εμόν φαγητόν είναι να πράττω το θέλημα του πέμψαντός με,» είπε, «και να τελειώσω το έργον αυτού». (Ιωάν. 4:34) Το παράδειγμα τίνος ακολουθείτε στις συνήθειες της εργασίας σας; Ποια είναι η στάσις σας απέναντι στην εργασία;
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΕΡΓΑΤΗΣ
6. Ποια απόδειξις υπάρχει ότι ο άνθρωπος έχει πλασθή για να εργάζεται, και γιατί η εργασία μπορεί να λεχθή ως «χάρισμα Θεού»;
6 Ο γήινος άνθρωπος έχει πλασθή από τον Θεό για να είναι ένας εργάτης. Όχι μόνο το λέγει η Γραφή αυτό, αλλά και αυτή η ίδια η κατασκευή του ανθρώπου, ο μυϊκός σκελετός του, το σχέδιο των χεριών και των ποδιών του, δείχνουν ότι κάποιο είδος εργασίας είναι απολύτως ουσιώδες για την ευεξία του. Κάθε ανάπτυξις εξαρτάται από την δραστηριότητα. Δεν υπάρχει σωματική ή διανοητική ανάπτυξις χωρίς προσπάθεια, και προσπάθεια σημαίνει εργασία. Η εργασία δίνει σημασία και σκοπό στη ζωή. Τα επιτεύγματα ενός ανθρώπου είναι το μέτρον μετρήσεως του ιδίου του ανθρώπου. Η εργασία η οποία επιστρατεύει την ενεργητικότητα του ανθρώπου και δίδει σ’ αυτόν ικανοποίησι και έκφρασι του εαυτού του αποτελεί ασφάλεια εναντίον της ασωτείας και της φιληδονίας. Οι άνθρωποι οι οποίοι εργάζονται σκληρά είναι συνήθως οι πιο ευτυχισμένοι. Εν τούτοις, εκείνοι που δεν εργάζονται από αγάπη για την εργασία αλλά για χρήμα ή για κάποιο άλλο ιδιοτελή σκοπό, δεν είναι πιθανόν ότι θα βρίσκουν πολλή ευτυχία στη ζωή. Η σκληρή εργασία φέρνει πείνα στον άνθρωπο και τότε τρώγει και απολαμβάνει την τροφή του ακόμη περισσότερο. Τον κάνει να διψά, και έτσι πίνει. Τον κουράζει, και κάνει τον ύπνο του γλυκό. «Το να τρώγη πας άνθρωπος, και να πίνη και ν’ απολαμβάνη καλόν εκ παντός του μόχθου αυτού,» λέγει η Γραφή, «είναι χάρισμα Θεού». «Δεν είναι αγαθόν εις τον άνθρωπον να τρώγη, και να πίνη, και να κάμνη την ψυχήν αυτού ν’ απολαμβάνη καλόν εκ του μόχθου αυτού; Και τούτο είδον εγώ, ότι είναι από της χειρός του Θεού». (Εκκλ. 3:13· 2:24) Βλέπετε την εργασία σας σαν μια ευλογία από τον αληθινό Θεό; Αυτό είναι ουσιώδες αν πρόκειται ν’ αντλήσετε διαρκή ευτυχία και ικανοποίησι από την εργασία σας.
7. (α) Μήπως η τελεία ζωή εσήμαινε ότι ο άνθρωπος δεν θα εργαζόταν; (β) Ποιο γεγονός δίνει σημασία στην εργασία;
7 Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ περιεβάλλετο από τελειότητα, αλλ’ ακόμη και κάτω απ’ αυτές τις παραδεισιακές συνθήκες έπρεπε να εργάζεται. Δεν επρόκειτο να είναι ξαπλωμένος και να περνά τον καιρό του με νωθρή ανάπαυσι. Ο Αδάμ είχε εντολή από τον Θεό να καλλιεργή τον κήπο της Εδέμ και να φροντίζη γι’ αυτόν. (Γέν. 2:15) Αυτό εσήμαινε εργασία. Απαιτούσε πρωτοβουλία, φαντασία και εφευρετικότητα. Ως φροντιστής της Εδέμ, ο Αδάμ μπορούσε να οραματίζεται τον εαυτό του ως ένα συνεργάτη του Θεού, που εκπληρώνει το θέλημα και τον σκοπό του Θεού στη γη. Η εργασία του ήταν να κάμη ολόκληρη τη γη ένα παραδεισιακό κήπο και να την κατοικήση μ’ ένα τέλειο ανθρώπινο γένος. (Γέν. 1:28) Αυτό δεν ήταν μικρή εργασία· απαιτούσε θάρρος και εργατικότητα για να εκπληρωθή. Αλλ’ αυτή η εργασία ήταν εκείνη που έδινε σημασία στη ζωή του. Η γνώσις του ότι είναι κανείς συνεργάτης του Θεού είναι εκείνο που φέρνει ικανοποίησι και χαρά. Όπου λείπει αυτή η συνείδησις, ακόμη και σήμερα η εργασία χάνει το νόημα του σκοπού της και τη σημασία της. Σύντομα γίνεται μονότονη, βάρος, πλήξις, χωρίς κάποιο διαρκή αντικειμενικό σκοπό ή πρόθεσι.
8. Ποια ήταν η επιδίωξις του Αδάμ και του ανθρωπίνου γένους από τότε, και με ποιο αποτέλεσμα;
8 Ωστόσο, ο Αδάμ προτίμησε ν’ ακολουθήση μια πορεία αντίθετη με το θέλημα του Θεού. Εργάσθηκε για την ικανοποίησι των παθών του και των επιθυμιών του, και αυτή η πορεία απεδείχθη καταστρεπτική γι’ αυτόν τον ίδιο καθώς και για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος ύστερ’ απ’ αυτόν. (Ρωμ. 5:12) Η μεγάλη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους από τον καιρό του Αδάμ ακολούθησαν το ανάξιο παράδειγμά του. Ασχολούνται σε επιδιώξεις σχεδόν αποκλειστικά ιδιοτελείς. Ο Θεός δεν υπάρχει καθόλου στις σκέψεις τους. (Ψαλμ. 10:4· 14:1) Το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας των δεν έχει σχέσι με το θέλημα του Θεού σχετικά με το ανθρώπινο γένος, ούτε μπορούν να οραματισθούν τον εαυτό τους ως συνεργάτας του Θεού. Το έργο τους δεν έχει εποικοδομητική σημασία. Έτσι εγκαταλείπονται κενοί και δυσαρεστημένοι απ’ αυτό που κάνουν. (Εκκλ. 2:22, 23) Αν το ανθρώπινο γένος ήταν πρόθυμο να επεξεργάζεται τον σκοπό του Θεού να γίνη αυτή η γη ένας παραδεισιακός κήπος, σκεφθήτε πόσος ωραίος τόπος θα ήταν αυτή η γη ύστερ’ από τόσες χιλιάδες χρόνια! Επίσης, πόσα δάκρυα, πόση αιματοχυσία, πόση αθλιότητα και παθήματα θα είχε αποφύγει το ανθρώπινο γένος σε κάθε μέρος της γης!
ΚΛΗΣΙΣ ΓΙΑ ΕΚΤΕΛΕΣΙ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
9, 10. Γιατί είχε ανατεθή στο Νώε ένας ειδικός διορισμός έργου, και από τι αποτελείτο αυτό;
9 Από τη δημιουργία του Αδάμ ως τον καιρό που ο Νώε ήταν ηλικίας 600 ετών, μία περίοδο 1.656 ετών, η επιδίωξις του ανθρωπίνου γένους ήταν σχεδόν πλήρως υλιστική και ιδιοτελής, με καταστρεπτικά αποτελέσματα. Το υπόμνημα της Γραφής λέγει: «Διεφθάρη δε η γη ενώπιον του Θεού, και ενεπλήσθη η γη αδικίας. Και είδεν ο Θεός την γην, και ιδού, ήτο διεφθαρμένη· διότι πάσα σαρξ είχε διαφθείρει την οδόν αυτής επί της γης». (Γέν. 6:11, 12) Αυτή η δήλωσις μάς υπενθυμίζει κάπως την κατάστασι πραγμάτων στη γη σήμερα. Ο Ιησούς Χριστός, στην προφητεία του σχετικά με το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων, είπε ότι έτσι θα είχαν τα πράγματα, λέγοντας: «Καθώς αι ημέραι του Νώε, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου». (Ματθ. 24:37-39) Στη διάρκεια αυτών των κρισίμων καιρών στη γη, ο Θεός καλεί ανθρώπους να κάμουν ένα ειδικό έργο γι’ αυτόν. Ο Νώε ήταν ένας ο οποίος είχε λάβει ένα τέτοιο διορισμό.
10 Αυτός ο άνθρωπος του Θεού, ο Νώε, είχε εντολή να οικοδομήση μια κιβωτό για τη διαφύλαξι του εαυτού του και της οικογενείας του καθώς και όλων των ζώων. Αυτό απαιτούσε εξαιρετική δύναμι και αποφασιστικότητα, διότι εσήμαινε τη συγκέντρωσι πολλής ξυλείας και άλλων υλικών. Επίσης η παράταξις ενός πλήθους ζώων τα οποία αργότερα μπήκαν στην κιβωτό απαιτούσε προγραμματισμό και τάξι στον χειρισμό της. Αυτό το έργο απαιτούσε γνώσι των πρώτων υλών, των συνηθειών των ζώων, των τροφών, αρχιτεκτονικής, ξυλουργικής, στεγανοποιήσεως. Ο διωρισμός του Νώε περιελάμβανε επίσης κήρυγμα και εφαρμογή δικαιοσύνης. Και αυτός ο εργάτης Νώε ήταν ηλικίας 500 και πλέον ετών όταν άρχισε να οικοδομή την κιβωτό.—Γέν. 6:9-22· 7:6· 2 Πέτρ. 2:5.
11. Γιατί μπορούμε να πούμε ότι το έργο του Νώε εσήμαινε την σωτηρία του και ότι δεν ήταν απλώς μια εκδήλωσις της πίστεώς του;
11 Αφού φρόντισε για όλα τα προκαταρκτικά, ο Νώε μπήκε μέσα στην κιβωτό το έτος 2370 π.Χ., με μια οργανωμένη κοινωνία της οποίας αυτός ήταν η κεφαλή. Στη διάρκεια του ενός σεληνιακού έτους και δέκα ημερών που ήταν μέσα στην κιβωτό εργαζόταν. Χωρίς αμφιβολία διεξήγε συζητήσεις για λατρεία, ωδηγούσε σε προσευχές ευχαριστιών, έτρεφε τα ζώα, απεμάκρυνε τα απορρίμματα, μετρούσε το χρόνο. Αυτό ήταν ένα έργο με σημασία. Εσήμαινε τη σωτηρία του. Ο απόστολος Ιάκωβος είπε: «Βλέπετε λοιπόν ότι εξ έργου δικαιούται ο άνθρωπος και ουχί εκ πίστεως μόνον». (Ιακ. 2:24) Τα έργα του Νώε μαρτυρούσαν την πίστι του. Τι μαρτυρούν τα δικά σας έργα; Το παράδειγμα του Νώε μάς διαβεβαιώνει ότι ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος καθορίζει ποια έργα είναι κατάλληλα και ποια έργα είναι ακατάλληλα. Ο Θεός προειδοποιεί τώρα ότι: «Θέλει φέρει εις κρίσιν παν έργον και παν κρυπτόν, είτε αγαθόν είτε πονηρόν». (Εκκλ. 12:13, 14) Ο Νώε ανταποκρίθηκε στην πρόκλησι της εποχής του. Μπορεί να λεχθή το ίδιο και για σας; Πώς ανταποκρίνεστε στο έργο, στο έργο του Θεού;
ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΠΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ
12. Πώς ο Ισραήλ έγινε ένα έθνος συνεργατών του Θεού;
12 Μέσα στον σκοπό του Θεού να παραγάγη ένα έθνος, άνδρες όπως ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ καθώς και άλλοι, έλαβαν χαρακτηριστικούς διορισμούς έργου από τον Ιεχωβά. Το 11 κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής αναφέρει τα έργα της πίστεώς των. Τελικά, στο όρος Σινά στο έτος 1513 π.Χ., ο Ιεχωβά ωργάνωσε το έθνος Ισραήλ για τον αποκλειστικό σκοπό του λέγοντας: «Τώρα, λοιπόν, εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον». Σ’ αυτά τα λόγια ο λαός απήντησε ομοφώνως: «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει». (Έξοδ. 19:5, 6, 8, ΜΝΚ) Ο σκοπός της διαθήκης του Νόμου, είπε ο απόστολος Παύλος, ήταν να οδηγήση τους Ιουδαίους στο Χριστό, «διά να δικαιωθώμεν εκ πίστεως».—Γαλ. 3:23-25.
13. (α) Τι μπορεί να λεχθή για τα καθήκοντα των ιερέων και πώς είχαν διακριθή στο διορισμό τους; (β) Ποιο γεγονός μας βοηθεί αυτό να κατανοήσωμε σχετικά με το έργο που κάνομε;
13 Ανάμεσα σ’ αυτό το αποκλειστικό έθνος του Ισραήλ, διάφορες φυλές είχαν ειδικά καθήκοντα εργασίας. Παραδείγματος χάριν, τα ιερατικά καθήκοντα ήσαν περιωρισμένα στα άρρενα μέλη της οικογενείας του Ααρών, το δε υπόλοιπον της φυλής του Λευί ενεργούσαν ως βοηθοί. (Αριθμ. 3:3, 6-10) Η εγκατάστασις, η διάλυσις και η μεταφορά της σκηνής του μαρτυρίου ήταν έργο των μη ιερέων Λευιτών. Το έργο των είχε οργανωθή σε υψηλό βαθμό από τον Βασιλέα Δαβίδ, ο οποίος είχε διορίσει επόπτας, αξιωματούχους, κριτάς, πυλωρούς και θησαυροφύλακας. Αργότερα, ύστερ’ από την ανέγερσι του ναού του Σολομώντος, ένας μεγάλος αριθμός βοηθούσαν τους ιερείς στις αυλές καθώς και στις αίθουσες φαγητού που είχαν σχέσι με τις προσφορές θυσιών, το εξαγνηστικό έργο, το ζύγισμα, το μέτρημα, καθώς και διάφορα καθήκοντα φρουράς. Πολύ απ’ αυτό το έργο ήταν βαρύ και καθόλου ωραίο. Σε μια περίπτωσι ο αριθμός των ιερέων έφθασε σ’ ένα σύνολο 1.760, όλοι ήσαν «δυνατοί εν ισχύι, άξιοι διά το έργον της υπηρεσίας του οίκου του αληθινού Θεού». (1 Χρον. 9:10-13, ΜΝΚ) Αυτοί ήσαν ιερείς με εξαιρετικές ικανότητες. Δεν μπορούμε, όμως, να φαντασθούμε ότι όλοι αυτοί οι ιερείς είχαν ανώτερα προνόμια ή χαρίσματα από τη γέννησί τους, και ότι ήταν εξαιρετικά εύκολο γι’ αυτούς να είναι ικανοί για οτιδήποτε τους ανετίθετο. Όχι, αλλά με την επιμέλειά τους να μαθαίνουν την εργασία τους και με σταθερή προσοχή στα καθήκοντα που τους είχαν ανατεθή, ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί στον ωρισμένο καιρό απέκτησαν τη φήμη ότι ήσαν πολύ ικανοί άνδρες για το έργο του Ιεχωβά. Αυτό τονίζει το γεγονός ότι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν πράγματα τα οποία είτε απολαμβάνουν είτε αντιπαθούν. Αν ένας άνθρωπος προσηλωθή, καμμιά εργασία δεν είναι τόσο σκληρή ή ταπεινή, αλλ’ ότι μπορεί να την εξυψώση· καμμιά εργασία δεν είναι τόσο καταθλιπτική ή χωρίς ζωή ώστε να μη μπορή να εμφυσήση λίγη ζωή σ’ αυτήν· καμμιά εργασία δεν είναι τόσο ανιαρή ώστε ο άνθρωπος να μη μπορή να την αναζωογονήση με τη φαντασία του, με την προϋπόθεσι ότι θα προσηλωθή σ’ αυτήν.
14. Πώς οι ιερείς έβλεπαν τον εαυτό τους, και ποια στάσις που εκφράζει ο απόστολος Παύλος μπορεί να μας βοηθήση στο έργο μας;
14 Στο έργο τους οι ιερείς του Ιεχωβά έβλεπαν τον εαυτό τους ως συνεργάτας του Θεού, πράγμα που τους έκανε να βλέπουν τον διορισμό τους ως ένα προνόμιο και όχι απλώς σαν ένα κοινό καθήκον που πρέπει να γίνη. Παρά τον ταπεινό χαρακτήρα του διορισμού των, μπορούσαν να διατηρήσουν ένα έξοχο πνεύμα σαν αυτό που ενθαρρύνει ο απόστολος Παύλος, ο οποίος είπε: «Είτε λοιπόν τρώγετε, είτε πίνετε, είτε πράττετε τι, πάντα πράττετε εις δόξαν Θεού». Και πάλι λέγει: «Παν ότι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά και ουχί εις ανθρώπους». (1 Κορ. 10:31· Κολ. 3:23, ΜΝΚ) Αλλά και όταν ακόμη οι άνθρωποι βλέπουν τον εαυτό τους ως συνεργάτας του Θεού, οφείλουν οπωσδήποτε να προσηλώνονται στο έργο τους. Η σθεναρή και επιμελής προσπάθεια ενός ατόμου ως συνεργάτου του Θεού είναι εκείνη που τελικά καταλήγει στο να επιτυγχάνεται η αληθινή ευτυχία. Είναι αυτή η δική σας στάσις απέναντι στην εργασία;
15. Πώς έβλεπαν οι Εβραίοι την εργασία, και ποια γνώμη υπήρχε για την επιμέλεια και την επιτηδειότητα;
15 Οι αρχαίοι Εβραίοι, όπως και οι ιερείς των, ποτέ δεν αμφέβαλαν για τη σπουδαιότητα της εργασίας. Την θεωρούσαν σαν ένα πολύ έντιμο, ιερό καθήκον, δώρον του Θεού. Το Ταλμούδ διδάσκει: «Όποιος δεν διδάσκει στο γυιο του μια τέχνη είναι, όπως θα λέγαμε, σαν να τον οδηγή σε ληστεία». «Η εργασία πρέπει ν’ απολαμβάνη μεγάλη εκτίμησι, διότι ανυψώνει τον εργάτη και τον συντηρεί». Η Γραφή επαινεί την επιμελή και επιτήδεια εργασία, λέγοντας: «Είδες άνθρωπον επιτήδειον εις τα έργα αυτού; Αυτός θέλει παρασταθή ενώπιον βασιλέων δεν θέλει παρασταθή ενώπιον ουτιδανών». (Παροιμ. 22:29) Η φιλοπονία ήταν συνώνυμο του πλούτου. (Παροιμ. 10:4· 12:27) Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος είπε: «Εάν τις δεν θέλη να εργάζηται, μηδέ ας τρώγη».—2 Θεσσ. 3:10.
16. Πώς έβλεπαν την εργασία των Εβραίων γυναικών, και τι λέγουν οι Παροιμίες γι’ αυτό;
16 Ακόμη και μεταξύ των Εβραίων γυναικών, η εργατικότης ήταν επαινετή. Μια γυναίκα η οποία εργαζόταν ευχαρίστως με τα χέρια της συνίστατο θερμώς ως ‘ενάρετος γυνή.’ «Εργάζεται ευχαρίστως με τας χείρας αυτής».—Παροιμ. 31:10, 13, 31.
17. Γιατί εκτιμούσαν τους Ιουδαίους ως αιχμαλώτους;
17 Με μια τόσο υψηλή εκτίμησι για την εργασία, δεν είναι δύσκολο να δη κανείς γιατί οι Εβραίοι ως έθνος ευδοκιμούσαν. Επίσης, δεν είναι δύσκολο ν’ αντιληφθή κανείς γιατί τα κατακτητικά έθνη τους εκτιμούσαν ως αιχμαλώτους. Ο Ναβουχοδονόσορ, όπως ο βασιλεύς της Τύρου, χωρίς αμφιβολία βρήκε μεταξύ των χιλιάδων που είχε συλλάβει αιχμαλώτους επιδέξιους Ιουδαίους τεχνίτας κάθε είδους: Σιδηρουργούς και οικοδόμους, ναυπηγούς, επιδέξιους στην τέχνη υφαντουργούς και πλέκτας μαλλιού και λινού, υποδηματοποιούς, ράπτες και χρωματιστάς.—2 Χρον. 2:13, 14.
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΥΣΕΩΣ
18, 19. Τι μπορούμε να πούμε για την ανάπαυσι, και γιατί δεν πρέπει να διαστρέφεται ο σκοπός της νύχτας;
18 Η ζωή έχει ωραίους ρυθμούς. Υπάρχει καιρός για εργασία και καιρός για ανάπαυσι. Οι νόμοι του Θεού στον Ισραήλ για το σάββατο προέβλεπαν ότι το ένα έβδομο των εργασίμων ωρών των ανθρώπων πρέπει να είναι ελεύθερο από μόχθο. Αυτό γινόταν για να αναπαύεται το σώμα και να βελτιώνεται η διάνοια, πράγμα που συντελεί στο να ενισχύεται, ν’ αναζωογονήται και να συντηρήται ο άνθρωπος. Την ημέρα του Σαββάτου ο άνθρωπος έπρεπε ν’ αναπαύεται και ν’ αποδίδη τη λατρεία του. Το σώμα απαιτούσε ανάπαυσι, ενώ η διάνοια και η καρδιά είχαν ανάγκη από τη δύναμι που προέρχεται από τη λατρεία, από το να τρέφεται με τις σκέψεις του Θεού. (Ματθ. 4:4) Εφόσον ο άνθρωπος πρέπει να λατρεύη τον Θεό για να ζήση, είναι πολύ λογικό ότι η λατρεία πρέπει να είναι απηλλαγμένη από κάθε περισπασμό. Μολονότι η εργασία είναι κάτι σπουδαίο, πρέπει επίσης να υπάρχη καιρός για ήρεμη σκέψι που να μπορή κανείς να εκτιμήση τις προσπάθειές του και να κερδίση απ’ αυτή την εκτίμησι το αίσθημα της ζωής και της επιτεύξεως. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι ονειροπολούν στη διάρκεια των ωρών της ημέρας. Όχι, αλλ’ ότι πρέπει να παραχωρήται λίγος καιρός ύστερ’ από το τέλος της ημέρας για ήρεμη περισυλλογή. Η νύχτα εξυπηρετεί καλά αυτό τον σκοπό.
19 Δεν πρέπει όμως, να καταχράται κανείς ή να διαστρέφη το σκοπό της νύχτας. Πολλοί δαπανούν αυτόν το χρόνο στο ν’ ακούουν μουσική «ροκ,» να πίνουν οινοπνευματώδη ποτά σε νυκτερινά κέντρα, να χορεύουν εντατικά στις δισκοθήκες, πράγματα που όλα αφήνουν ένα άνδρα ή μια γυναίκα πιο εξηντλημένους και κουρασμένους παρά όλη η εργασία της ημέρας. Αλλ’ ο Θεός έχει δώσει τη νύχτα για το είδος εκείνο της αναπαύσεως που πραγματικά αποκαθιστά το σώμα και τη διάνοια. Η έντιμη ανάπαυσις όπως και η έντιμη εργασία, φέρνουν ευεξία και χαρά.
20. Γιατί πρέπει να διερωτηθούν οι άνθρωποι για την εργασία που κάνουν τώρα, και γιατί δεν υπάρχει αιτία για απελπισία;
20 Τίποτα δεν προσδιορίζει την αξία ενός ανθρώπου τόσο όσο η εργασία που κάνει κάθε μέρα. Ο Θεός έχει δώσει στον άνθρωπο χέρια και μυς για δράσι. Οι πράξεις του, λοιπόν, είναι εκείνες που καθορίζουν την αξία του. Πράγματι, ο Θεός θα κρίνη το ανθρώπινο γένος σύμφωνα με τις πράξεις του. (Αποκάλ. 20:12) Γι’ αυτό είναι καλά να θέσωμε στον εαυτό μας το ερώτημα: Πώς έχομε χρησιμοποιήσει τη ζωή μας; Ποια έργα έχομε κάνει ή μπορούμε να δείξουμε που θα μπορούσαν ν’ αποδείξουν την αξία μας; Αν έχετε να δείξετε λίγα ή τίποτε για το χρονικό διάστημα που βρίσκεσθε στη γη, μην απογοητεύεσθε. Τα αγαθά νέα είναι ότι δεν είναι πάρα πολύ αργά για ν’ αλλάξετε. Υπάρχει ακόμη χρόνος στη διάρκεια του οποίου μπορείτε να κάνετε χρήσιμα έργα για τη δόξα του Θεού και από τα οποία μπορείτε να κερδίσετε αιώνια ικανοποίησι. Σ’ αυτούς τους κρίσιμους και δύσκολους καιρούς ο Θεός έχει ένα έργο στο οποίο μπορείτε να ενασχοληθήτε και να γίνετε συνεργάτης. Σχετικά μ’ αυτό το έργο για το πώς μπορείτε να λάβετε μέρος σ’ αυτό για την αιώνια ευτυχία σας, αφήνομε να μιλήση το επόμενο άρθρο.
[Εικόνα στη σελίδα 680]
Όταν μπήκε μέσα στην κιβωτό που οικοδόμησε κατ’ εντολή του Θεού ο Νώε φρόντιζε για τα ζώα και έκανε και άλλη εργασία. Σεις πώς ανταποκρίνεσθε στο έργο του Θεού;