Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Ποια είναι η εξήγησις του ότι ο Λωτ καλείται αδελφός του Αβραάμ στη Γένεσι 14:14, ενώ αυτός πραγματικά ήταν ανεψιός του;—Α. Μ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Λωτ ήταν, φυσικά, ανεψιός του Αβραάμ, διότι το εδάφιο Γένεσις 11:31 λέγει ότι ο Θάρα έλαβε «Άβραμ τον υιόν αυτού, και Λωτ, τον υιόν του Αρράν, έγγονον εαυτού», μαζί του όταν ανεχώρησαν από την Ουρ των Χαλδαίων. Εν τούτοις, ο Αβραάμ ανεγνώρισε τον Λωτ ως αδελφό, όχι διότι ο Λωτ ήταν γυιός του αποθανόντος Αρράν, αδελφού του Αβραάμ, αλλά διότι ήταν σε μια πνευματική οικογενειακή σχέσι όπως επικρατεί και σήμερα μεταξύ των μελών της κοινωνίας Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά. Γι’ αυτό ο Αβραάμ προσεφώνησε τον Λωτ ως αδελφό του, όπως, επί παραδείγματι, στη Γένεσι 13:8, «Ας μη ήναι, παρακαλώ, έρις μεταξύ εμού και σου, και μεταξύ των ποιμένων μου και των ποιμένων σου· διότι αδελφοί είμεθα ημείς».
Ένεκα των γεγονότων αυτών ήταν επόμενο να λέγη το εδάφιο Γένεσις 14:14 για τον Λωτ ως αδελφό του Αβραάμ. Ομοίως, τα μέλη των δώδεκα φυλών των υιών Ισραήλ προσφωνούσαν αλλήλους ως αδελφούς, μολονότι κατά σάρκα ήσαν πραγματικά εξάδελφοι, αφού όλοι ήσαν γυιοί δώδεκα αδελφών. Έτσι, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές βρίσκομε ότι οι απόστολοι κατ’ επανάληψιν καλούν τους ομοίους με αυτούς Ιουδαίους, καίτοι δεν είχαν γίνει ακόμη Χριστιανοί, «Αδελφούς». (Βλέπε Πράξεις 2:29· 3:17· 23:1, 5, 6.) Με τον ίδιο τρόπο αυτοί οι Ιουδαίοι κατά καιρούς προσφωνούσαν τους αποστόλους ως «αδελφούς». (Πράξ. 2:37· 13:15) Σε ωρισμένες περιπτώσεις, όμως, φαίνεται ότι ο όρος «αδελφοί» προωρίζετο να εφαρμοσθή σε Ιουδαίους της αυτής ηλικίας ή νεωτέρους, κι έτσι βρίσκομε ότι κι ο Στέφανος κι ο Παύλος χρησιμοποιούν τη φράσι, «Αδελφοί και πατέρες».—Πράξ. 7:2· 22:1.
Στη Βιβλική Εβραϊκή γλώσσα δεν υπάρχει ειδική λέξις για το «ανεψιός», όπως καταφαίνεται από το γεγονός ότι ο όρος «ανεψιός» δεν βρίσκεται στην Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφρασι της Βίβλου. Στην Εβραϊκή ο ανεψιός λέγεται ή μπεν αχ, δηλαδή «γυιός αδελφού», ή μπεν αχώθ, «γυιός αδελφής». Οι τέσσερις μνείες περί ανεψιών στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι χρησιμοποιούν την απαρχαιωμένη αυτή λέξι για να πουν «εγγονός» κι έτσι μεταφράζουν τις Εβραϊκές κι Ελληνικές λέξεις που σημαίνουν πραγματικά γόνους ή εγγονούς και αποδίδονται έτσι στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου. (Βλέπε Κριταί 12:14· Ιώβ 18:19· Ησαΐας 14:22· 1 Τιμόθεον 5:4.) Ο όρος ανεψιός απαντάται στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου, στο βιβλίο 1 Χρονικών 27:32. Εν τούτοις, όπως αναγράφεται στην υποσημείωσι της πρώτης εκδόσεως της μεταφράσεως αυτής, καθώς και στο περιθώριο της Κατ’ Εξουσισδότησιν Μεταφράσεως, «ανεψιός» ή γυιός ενός θείου νοείται προφανώς, μολονότι η εκεί Εβραϊκή λέξις γενικά σημαίνει «θείος». Αλλ’ η Εμφατική Βίβλος του Ρόδερχαμ το μεταφράζει «συγγενής». Ας σημειωθή, ωστόσο, ότι η σύγχρονη Εβραϊκή γλώσσα έχει λέξι για το «ανεψιός», δηλαδή, τη λέξι αχυάν.
● Γιατί η Μετάφρασις Νέου Κόσμου αποδίδει τον Ψαλμό 90:2 τόσο διαφορετικά από άλλες μεταφράσεις;—Μπ. Μπ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με τη Νεοελληνική Μετάφρασι, ο Ψαλμός 90:2 λέγει; «Πριν γεννηθώσι τα όρη, και πλάσης την γην και την οικουμένην, και από του αιώνος έως του αιώνος, συ είσαι ο Θεός.» Η Μετάφρασις Νέου Κόσμου στο εδάφιο αυτό λέγει: «Πριν γεννηθώσι τα ίδια τα όρη, ή προβής εις την γέννησιν ως μετά ωδίνων της γης και του παραγωγικού εδάφους, από ακαθορίστου χρόνου εις ακαθόριστον χρόνον συ είσαι ο Θεός.»
Η Εβραϊκή λέξις, που υπάρχει για την πρώτη απ’ αυτές τις εκφράσεις, είναι η παθητική φωνή του γιαλάδ και, κατά τους Εβραίους λεξικογράφους, σημαίνει γεννώμαι, είμαι γεννημένος, και αναφέρεται στη συνήθη ενέργεια της γεννήσεως. Η λέξις γιαλάδ εφαρμόζεται και στο μέρος του πατέρα και στο μέρος της μητέρας, όπως μπορεί να παρατηρηθή από τον Ιώβ 14:1, («Άνθρωπος γεγεννημένος εκ γυναικός») και τον Ψαλμό 2:7 («Εγώ σήμερον σε εγέννησα»), («Έχω γίνει πατέρας σου», ΜΝΚ).
Η Εβραϊκή λέξις για το δεύτερο ρήμα του Ψαλμού 90:2 είναι εντελώς άλλο ρήμα και χρησιμοποιείται σχετικά με την ενέργεια της γεννήσεως για να επιστήση την προσοχή στον πόνο και τις ωδίνες. Είναι η Εβραϊκή λέξις χιλ, η οποία, κατά τις Εβραϊκές αυθεντίες, σημαίνει βασικά, «έχω ωδίνες τοκετού». Η μορφή αυτού του ρήματος στο Εβραϊκό κείμενο έχει ένα είδος αυτοπαθούς δυνάμεως, στο οποίον ο εκτελεστής της πράξεως υφίσταται τα συνοδευτικά αισθήματα. Με άλλα λόγια, υφίσταται τις ωδίνες τοκετού ή γεννήσεως. Γι’ αυτό η λέξις ορίζεται επίσης ως «γεννώ (με πόνο)». Αναλυτικό Ταμείο της Γραφής Γιάγκ.
Η ίδια αυτή λέξις βρίσκεται και στο Δευτερονόμιο 32:18, που λέγει: «Τον δε Βράχον τον γεννήσαντά σε, εγκατέλιπες, και ελησμόνησας τον Θεόν τον πλάσαντά σε», που αναφέρεται, αναμφιβόλως, στα θαύματα που απειργάσθη ο Ιεχωβά στην Αίγυπτο για την απελευθέρωσι του έθνους Ισραήλ. Επίσης, βρίσκομε την Εβραϊκή αυτή λέξι στον Ησαΐα 51:2, όπου αναγινώσκομε: «Εμβλέψατε εις τον Αβραάμ τον πατέρα σας, και εις την Σάρραν, ήτις σας εγέννησε [με ωδίνας, ΜΝΚ]». Επίσης στις Παροιμίες 25:23: «Ο βορέας άνεμος εκδιώκει [ως με ωδίνας, ΜΝΚ] την βροχήν».
Από τις ανωτέρω παραπομπές μπορούμε να ιδούμε τη χρήσι των λέξεων αυτών ιδιαίτερα στο ποιητικό ύφος εκφράσεως, και βλέπομε ότι είναι πλήρεις εννοίας, εκφραστικές πράγματι. Οι σύγχρονες μεταφράσεις κρύβουν τη δύναμι αυτών των εκφράσεων με τις ελεύθερες αποδόσεις των.
Σχετικά με τη χρήσι των όρων αυτών στον Ψαλμό 90:2, θα μπορούσε να λεχθή ότι, αν κρίνωμε με ανθρωπίνους κανόνες, η παραγωγή αυτής της γης και του παραγωγικού εδάφους με όλους τους πολυπλόκους μηχανισμούς της και τη χημεία ασφαλώς θα έχη απαιτήσει μεγάλο όγκο προσπαθείας, κοπιώδους προσπαθείας, όπως μετρείται κι από τους επιστήμονας σήμερα. Ο ψαλμωδός εδώ ομιλεί από μια καθαρώς ανθρώπινη άποψι κι έτσι δείχνει τόσο μια ενεργό φαντασία όσο και μεγάλο σεβασμό για τον όγκον του έργου, που εμπερικλείεται για τη δημιουργία αυτών των πραγμάτων από τον Ιεχωβά· με πόση δαπάνη χρόνου, φυσικά, εμείς δεν γνωρίζομε.