Ευφροσύνη στις Συναναστροφές του Νέου Κόσμου
«Θέλεις ευφραίνεσθαι ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου, εις όσα επιβάλης την χείρα σου.»—Δευτ. 12:18, ΜΝΚ
1, 2. (α) Ποια ιδιότητα είναι σκοπός του Ιεχωβά να εκδηλώνωμε στη λατρεία μας προς αυτόν; (β) Πώς κατεδείχθη αυτό εν σχέσει με την ίδρυσι της πρώτης εκκλησίας;
ΙΕΧΩΒΑ ο Θεός μας είναι ο «μακάριος Θεός», και ασφαλώς ευφραίνεται σε κάθε τι που αναλαμβάνει να πράξη. (1 Τιμ. 1:11) Αποτελεί σκοπό του να ευφραίνωνται και να είναι μακάρια στην προς αυτόν λατρεία των όλα τα πιστά πλάσματά του. Έτσι είναι πολύ κατάλληλο το ότι βρίσκομε αυτή την εντολή μέσα στη Γραφή να απευθύνεται στο τυπικό έθνος του Θεού, τον Ισραήλ: «Θέλετε τρώγει ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σας, και θέλετε ευφραίνεσθαι, σεις και οι οίκοι σας εις όσα επιβάλετε τα χείρας σας, εις ό,τι Ιεχωβά ο Θεός σου σε ηυλόγησε.» «Θέλεις ευφραίνεσθαι ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου, εις όσα επιβάλης την χείρα σου.»—Δευτ. 12:17, 18, ΜΝΚ
2 Αργότερα, με την ίδρυσι της Χριστιανικής εκκλησίας ως του πνευματικού «Ισραήλ του Θεού», ο Ιεχωβά κατέστησε σαφές σ’ εκείνους που εκλήθησαν να είναι μέλη της, ότι εκλήθησαν σε μια ευτυχή επικοινωνία, στην οποία επρόκειτο να ευφραίνωνται μαζί. Ο Ιησούς, στην επί του όρους ομιλία του, ωνόμασε «μακαρίους» εκείνους που εκτιμούσαν την πνευματική τους ανάγκη, που πεινούσαν και διψούσαν για δικαιοσύνη, και που ακολουθούσαν την οδόν της ειρήνης. Ακόμη και όταν κατεδιώκοντο πικρά έπρεπε να ‘χαίρουν και να αγαλλιούν’. Ομοίως, βρίσκομε τον απόστολο Παύλο να γράφη στη χαροποιό επιστολή του προς τους Φιλιππησίους: «Χαίρετε εν Κυρίω.» «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν θέλω ειπεί, Χαίρετε.»—Γαλ. 6:16· Ματθ. 5:3-12· Φιλιππησ. 3:1· 4:4.
3. Ποιον υγιά λόγον παρέσχε ο Ιεχωβά για την ευφροσύνη του λαού του;
3 Σήμερα ο Ιεχωβά Θεός προσκαλεί όλους όσοι αγαπούν την αλήθεια και τη δικαιοσύνη να συναχθούν μαζί με την ευτυχισμένη κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του. Ο ίδιος ο Θεός παρέχει τους υγιείς λόγους για ευφροσύνη μεταξύ του λαού του. Κάποτε οι σύγχρονοι μάρτυρες του Ιεχωβά βρέθηκαν σε μια ερημωμένη και δυστυχή κατάστασι, ιδιαίτερα στο τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, στο 1918. Εξεικονίσθησαν στην προφητεία ως άτομα περιβεβλημένα με σάκκους, και ακόμη ως πτώματα που έκειντο στις πλατείες. (Αποκάλ. 11:3, 7-10) Άλλ’ ο Ιεχωβά έκαμε να αλλαγή η κατάστασις του λαού του από κατάστασι λύπης και πένθους σε κατάστασι χαράς και ευτυχίας. Απελευθέρωσε τους πιστούς του μάρτυρας από την όμοια με θάνατο κατάστασι της αδρανείας των, έθεσε το πνεύμα του επάνω τους και έκαμε να εκπληρωθούν σ’ αυτούς τα προφητικά λόγια του Ησαΐα, δηλαδή: «Και οι λελυτρωμένοι του Ιεχωβά θέλουσιν επιστρέψει, και ελθεί εν αλαλαγμώ εις Σιών και ευφροσύνη αιώνιος θέλει είσθαι επί της κεφαλής αυτών· αγαλλίασιν και ευφροσύνην θέλουσιν απολαύσει· η λύπη και ο στεναγμός θέλουσι φύγει.»—Ησ. 51:11, ΜΝΚ.
4. Τι σημειώνουν τα άτομα καλής θελήσεως, και τι επιθυμούν;
4 Δεν είναι, επομένως, παράδοξο ότι τόσο πολλοί άνθρωποι στον κόσμο σημειώνουν την ευτυχία του λαού του Ιεχωβά. Πράγματι, είναι ένας παράγων που ελκύει πολλά άτομα ώστε να συνδεθούν μαζί μας. Αυτά βρίσκουν τον εαυτό τους να συμμερίζεται την επιθυμία του ψαλμωδού, ο οποίος έγραψε: «Δια να βλέπω το καλόν των εκλεκτών σου, δια να ευφραίνωμαι εν τη ευφροσύνη του έθνους σου.»—Ψαλμ. 106:5.
5. Κατονομάστε μερικά πράγματα που συμβάλλουν στη χαρά της κοινωνίας Νέου Κόσμου.
5 Πολλά πράγματα συμβάλλουν στη χαρά της κοινωνίας Νέου Κόσμου. Τι χαρά υπάρχει στο να γνωρίζωμε και να κατανοούμε τη Γραφική αλήθεια, να είμεθα ενήμεροι του γεγονότος ότι ο Ιεχωβά ανέλαβε τώρα τη δύναμί του να κυβερνήση με την εγκατάστασι του Χριστού Ιησού ως Βασιλέως στην ουράνια βασιλεία και να γνωρίζωμε ότι σύντομα η παγκόσμια κυριαρχία του Ιεχωβά θα διεκδικηθή μέσω της βασιλείας αυτής όταν θα καταστρέψη όλους όσοι εναντιώνονται στη διακυβέρνησί της! (Ψαλμ. 97:1-12) Η ελπίδα που έχομε να ζήσωμε για πάντα στον Νέο Κόσμο που είναι πλησίον, η απόδειξις της εκχύσεως του πνεύματος του Ιεχωβά επάνω στον λαό του σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, μαζί με συγκινητικές αποκαλύψεις αληθείας και τη σύναξι ενός μεγάλου πλήθους ατόμων καλής θελήσεως στη μάνδρα του Νέου Κόσμου, αποτελούν περαιτέρω αιτίες για ευφροσύνη. Και, γνωρίζοντας τις ανάγκες των πλασμάτων του, ο Ιεχωβά παρέχει το ορθό κλίμα για ευφροσύνη—την ευτυχισμένη συντροφιά και συναναστροφή με άλλους ομοίας πίστεως.
6, 7. Από τι εξαρτάται η ευτυχία των πλασμάτων του Ιεχωβά; Συνεπώς, τι πρέπει να προστατεύεται;
6 Ο Ιεχωβά ο ίδιος δεν έχει ανάγκη της συντροφιάς άλλων για να είναι ευτυχής. Είναι πλήρης καθ’ εαυτόν. Εν τούτοις, εκλέγει να τέρπεται στους δούλους του και να βρίσκη ευχαρίστησι και αιτία ευφροσύνης στον λαό του. «Ιεχωβά ο Θεός σου, ο εν μέσω σου, ο δυνατός, θέλει σε σώσει, θέλει ευφρανθή επί σε εν χαρά, θέλει αναπαύεσθαι εις την αγάπην αυτού, θέλει ευφραίνεσθαι εις σε εν άσμασι.» Όσον αφορά την αποκατάστασι του λαού του σε πνευματική ευημερία σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, ο Ιεχωβά λέγει: «Θέλω αγάλλεσθαι εις την Ιερουσαλήμ, και ευφραίνεσθαι εις τον λαόν μου.» Εξ άλλου, κανένα από τα πλάσματα του Θεού δεν είναι πλήρες καθ’ εαυτό όπως είναι εκείνος. Όλα εξαρτώνται από τον Ιεχωβά για την ευτυχία των. Όλα έχουν ωρισμένες ανάγκες, οι οποίες πρέπει να ικανοποιηθούν, για να είναι αληθινά ευτυχή. Και αυτό βεβαιότατα είναι αληθινό για μας τα ατελή πλάσματα επάνω στη γη. Μια απ’ αυτές τις ανάγκες είναι η ορθή συντροφιά και συναναστροφή, και αυτήν ο Ιεχωβά την παρέχει με διαφόρους τρόπους, ειδικά στη Χριστιανική συναδελφότητα της κοινωνίας Νέου Κόσμου.—Σοφον. 3:17, ΜΝΚ· Ησ. 65:19.
7 Επομένως, θέλωμε να εξακολουθήσωμε να ευφραινώμεθα σε κάθε τι που αναλαμβάνομε ως λαός του Θεού, έχομε ανάγκη να πραστατεύωμε και να διατηρούμε τη χαρά της επικοινωνίας μας. Η χαρά δεν έρχεται μόνη της, αλλά είναι το αποτέλεσμα ορθής πορείας διαγωγής στο κλίμα της αρμονίας και ειρήνης με τον λαόν του Θεού. Είναι ένας από τους καρπούς του πνεύματος. (Γαλ. 5:22) Πρέπει με κάθε τρόπο να προσευχώμεθα να υπάρχη χαρά ανάμεσά μας, αλλά χρειάζεται επίσης να την καλλιεργούμε παρέχοντας τη συμβολή μας στην εποικοδόμησι ευτυχίας στην εκκλησιαστική επικοινωνία.
ΕΚΔΗΛΩΣΙΣ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΙΑΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΕΣ ΜΑΣ
8. Ποιοι ωφελούνται από την εκδήλωσι γενναιοδωρίας, και ποιο παράδειγμα το διευκρινίζει αυτό;
8 Η γενναιοδωρία είναι μια ιδιότης πολύ στενά συνδεδεμένη με την ευφροσύνη. Ακούσατε ποτέ για ένα άτομο που ήταν μικροπρεπές, φιλάργυρο, φανατισμένο και στενοκέφαλο, για το οποίο θα μπορούσε να λεχθή ότι ευφραίνεται σε όλες τις ενέργειές του; Ένα άτομο, που πάντοτε προσπαθεί ν’ αποκτήση κάτι από τη ζωή χωρίς να δίδη κάτι σε ανταπόδοσι, δεν είναι ποτέ ευτυχισμένο άτομο. Η χαρά γεννά γενναιοδωρία, και η γενναιοδωρία γεννά χαρά. Ο απόστολος Παύλος, μιλώντας για τους Χριστιανούς της Μακεδονίας, έγραψε ότι «η περισσεία της χαράς αυτών . . . ανέδειξαν εκ περισσού τον πλούτον της ελευθερότητος αυτών.» Η γενναιοδωρία δίνει χαρά στον δότην, ακόμη περισσότερο όταν εκτιμά ότι μόνο λόγω της χάριτος του Ιεχωβά προς αυτόν είναι σε θέσι να δίδη, και παράγει επίσης ευφροσύνη στον λήπτην και πράγματι σ’ εκείνους που βλέπουν τα αποτελέσματα της γενναιοδωρίας. Όταν ο Βασιλεύς Δαβίδ έκανε προμήθειες υλικών για το ναό που επρόκειτο να οικοδομηθή αργότερα από τον γυιό του Σολομώντα «εχάρη . . . ο λαός, διότι επροθυμήθησαν, επειδή με πλήρη καρδίαν προσέφεραν αυτοπροαιρέτως εις τον Ιεχωβά· και ο Βασιλεύς Δαβίδ έτι εχάρη χαράν μεγάλην.» Και έτσι ο Δαβίδ προσηυχήθη στον Ιεχωβά: «Φύλαττε τούτο δια παντός εις τους διαλογισμούς της καρδίας του λαού σου, και κατεύθυνε την καρδίαν αυτών προς σε.»—2 Κορ. 8:1, 2· 1 Χρον. 29:9, 14, 18, ΜΝΚ.
9. Εκτός από το να είμεθα γενναιόδωροι με υλικά πράγματα και με τον μόχθο μας, με ποιον άλλο τρόπο μπορούμε να καταδείξωμε την ιδιότητα αυτή;
9 Έτσι και σήμερα όταν συμμετέχωμε σε κάποιο σχέδιο, όπως στην οικοδόμησι μιας Αιθούσης Βασιλείας ή σε εργασία σε μια συνέλευσι, όταν δίνωμε από τον μόχθο μας ή από τα χρήματά μας εκουσίως, όχι από εξαναγκασμό ή εκλιπάρησι, αυτό παράγει ευφροσύνη. Καθώς βλέπομε τη γενναιοδωρία των αδελφών μας σε τέτοια έργα, αυτό μας κάνει να ευφραινώμεθα, και πράγματι αφυπνίζει το πνεύμα της γενναιοδωρίας στις καρδιές όλων στην εκκλησία. Αλλά η γενναιοδωρία με τα υλικά μας αποκτήματα ή με τον χρόνον μας και τον μόχθο μιας δεν είναι αυτή καθ’ εαυτήν αρκετή αν πρόκειται να συμμετάσχωμε πλήρως στη χαρά του λαού του Ιεχωβά. Χρειάζεται να είμεθα γενναιόδωροι με τους αδελφούς μας, γενναιόδωροι στις δοσοληψίες μας, στο να είμεθα συγχωρητικοί και μακρόθυμοι και στο να συμμεριζώμεθα τη συντροφιά μας και τη συναδελφότητά μας ο ένας με τον άλλον, ιδιαίτερα εν σχέσει με τη Χριστιανική μας δράσι.
10. (α) Από τι πηγάζει βασικά η επιθυμία συντροφιάς; (β) Τι συχνά διέπει την εκλογή φίλων από άτομα του κόσμου;
10 Η εκζήτησις συναναστροφής με άλλους είναι βασικά μια εκδήλωσις αγάπης του εαυτού μας, αν και όχι κατ’ ανάγκην από ιδιοτέλεια με μια κακή έννοια. Έχομε ανάγκη συντροφιάς· είμεθα έτσι πλασμένοι. Από την αρχή ακόμη ο Θεός εθεώρησε καλό να δώση στον άνθρωπο ένα σύντροφο και βοηθό, διότι δεν ήταν καλόν να είναι ο άνθρωπος μόνος. (Γέν. 2:18) Αυτή ακριβώς η επιθυμία συντροφιάς είναι μια αρχική υποκινούσα αιτία που οδηγεί τον άνδρα ή τη γυναίκα σε γάμο. (Γέν. 2:24) Ομοίως η δημιουργία φίλων είναι βασικά πλήρωσις της ανάγκης συντροφιάς. Σ’ αυτό τον κόσμο οι άνθρωποι ζητούν να έχουν ως φίλους των άτομα που έχουν όμοιο κοινωνικό ή εκπαιδευτικό φόντο, ή με τα οποία συμμερίζονται κοινά συμφέροντα ή προσφιλείς απασχολήσεις, έτσι ώστε υπάρχει κάποιο κοινό έδαφος για συνομιλία ή δράσι. Δημιουργούν φιλία με άτομα που έχουν κάτι να συνεισφέρουν για την ευτυχία των. Πολύ συχνά οι κοσμικές αυτές φιλίες περιορίζονται στην ικανοποίησι και μόνο ιδιοτελών αναγκών, και όταν ο ένας δεν μπορή πια να συνεισφέρη για την ανάγκη του άλλου, ή αν παρουσιασθή κάποια πιο επωφελής φιλία, ο αρχικός σύντροφος απορρίπτεται. Αυτή η έλλειψις αληθινής στοργής στις λεγόμενες φιλίες είναι πιο αξιοσημείωτη σήμερα, διότι οι άνθρωποι έγιναν υπερβολικά «φίλαυτοι».—2 Τιμ. 3:2, 3.
11. Από τι χρειάζεται να φυλαγώμαστε στην απόλαυσι συντροφιάς στην κοινωνία Νέοι Κόσμου;
11 Στη Χριστιανική συναδελφότητα της κοινωνίας Νέου Κόσμου χρειάζεται να είμεθα άγρυπνοι για να μη γίνουν οι συναναστροφές μας με τους αδελφούς μας περιωρισμένες με ιδιοτέλεια μόνο και την ικανοποίησι των αναγκών μας για συντροφιά. Όταν ερχώμεθα στην αλήθεια βρίσκομε τον εαυτό μας ανάμεσα σε κάθε είδους ανθρώπους από κάθε είδους κοινωνική, εκπαιδευτική και φυλετική προέλευσι. Αν είμεθα ακόμη στον κόσμο, ίσως δεν θα είχαμε επιζητήσει μερικούς απ’ αυτούς για να είναι φίλοι μας, νοιώθοντας ότι δεν θα είχαν τίποτε να συνεισφέρουν στην ευτυχία μας. Και ακόμη στην κοινωνία Νέου Κόσμου βρίσκομε τον εαυτό μας να ελκύεται από ωρισμένους περισσότερο παρά από άλλους δεν είναι έτσι; Βέβαια είναι φυσικό να επιζητούμε τη συντροφιά εκείνων με τους οποίους εύκολα αισθανόμεθα άνεσι και των οποίων η συντροφιά βρίσκομε ευχάριστη και ικανοποιητική. Αλλ’ αν περιορίζωμε τη συντροφιά μας μόνο σε τέτοιους που βρίσκομε ότι είναι εύκολα να πηγαίνωμε μαζί τους, δεν είναι τούτο υποχώρησις στην ιδιοτέλεια; Αν πάντοτε συναναστρεφώμεθα μόνο τους ίδιους όταν είμεθα στην Αίθουσα Βασιλείας, δεν θα συνέβαλλε αυτό στο να δημιουργηθούν κλίκες και διαιρέσεις; Ναι, θα μπορούσαμε να βρούμε τον εαυτό μας να κάνη αστόχαστα μεροληπτικές διακρίσεις με βάσι το τι άλλοι είναι κατά σάρκα.—Ιάκ. 2:4.
12, 13. Είναι εσφαλμένες οι ειδικές φιλίες;
12 Μήπως αυτό σημαίνει, λοιπόν, ότι είναι εσφαλμένο ν’ απολαμβάνωμε μερικές φιλίες με άλλους στην εκκλησία, φιλίες που είναι στενώτερες από εκείνες που έχομε με άλλους; Όχι, όχι κατ’ ανάγκην. Οι Γραφές μιλώντας για τον Ιωάννη λέγουν ότι ήταν «ο μαθητής εκείνος, τον οποίον ηγάπα [επροτίμα, περιθώριον ΜΝΚ] ο Ιησούς», και άλλες περικοπές δείχνουν ότι υπήρχε περισσότερη από τη συνήθη φιλία μεταξύ του Ιωάννου και του Ιησού. Αλλ’ ο Ιησούς δεν απέκλειε έτσι τους άλλους από τη συντροφιά του και την αγάπη του. Ήταν πολύ γενναιόδωρος στις εκδηλώσεις της αγάπης του για τους αδελφούς του, δαπανώντας τον εαυτό του προς χάριν των ως το βαθμό του να καταθέση τη ζωή του γι’ αυτούς. Ασφαλώς στην περίπτωσί του, αυτός ‘ηυφραίνετο εις όσα επέβαλλε την χείρά του’. Επειδή ήθελε να μετέχουν οι ακόλουθοί του στη χαρά που είχε πράττοντας το θέλημα του Πατρός και δείχνοντας τέτοια ανιδιοτελή αγάπη για τους άλλους, τους προέτρεψε πριν ακριβώς από τον θάνατό του: «Ταύτα ελάλησα προς εσάς δια να μείνη εν εν υμίν η χαρά μου, και η χαρά υμών να ήναι πλήρης. Αύτη είναι η εντολή μου, να αγαπάτε αλλήλους, καθώς σας ηγάπησα.»—Ιωάν. 21:7· 15:11, 12.
13 Αλλά πρέπει να λαμβάνωμε υπ’ όψι τις προσωπικές αυτές φιλίες που υπάρχουν εκτός από τη συναναστροφή που απολαμβάνομε από κοινού με όλους τους αδελφούς μας. Άτομα που υπήρξαν επί πολύν καιρό στην αλήθεια μαζί, που συνεμερίσθησαν ωρισμένες πείρες, και που υπέμειναν όμοιες δοκιμασίες πίστεως, φθάνουν φυσικά σε μια κοινή κατανόησι και αμοιβαία φιλία. Αυτή η φιλία ανεπτύχθη με την προσωπική γνώσι των ιδιοτήτων πιστότητος και ακεραιότητος του ενός από τον άλλον, οι φιλίες δε αυτές είναι κάτι για το οποίο μπορούμε να ευφραινώμεθα και ασφαλώς δεν πρέπει ν’ αποτελούν αιτία για ζηλοτυπία. Η ζηλοτυπία μπορεί ενίοτε ν’ αποτελή λόγον να ζητούν μερικοί προσωπικές φιλίες με άλλους αδελφούς, ιδιαίτερα μ’ εκείνους που βρίσκονται σε εξέχουσες θέσεις στην οργάνωσι· αλλά, επειδή είναι προϊόν ιδιοτελείας, οι φιλίες αυτές δεν παράγουν ευτυχία. Καθώς αυξάνομε στην αλήθεια, συμμετέχομε με τους αδελφούς μας στη διακονία της Βασιλείας, υπομένομε μαζί τους διωγμό και ονειδισμό, οι δεσμοί Χριστιανικής αγάπης και συναδελφότητος θα γίνουν ισχυροί μ’ ένα φυσικό και διαρκή τρόπο προς αμοιβαίαν χαράν μας.
ΠΛΑΤΥΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΣΠΛΑΓΧΝΑ ΜΑΣ
14. Πώς μπορεί η αρχή «μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη» να εφαρμοσθή στις συναναστροφές μας στην κοινωνία Νέου Κόσμου;
14 Δεν θέλομε να έχωμε ‘στενοχωρίαν εν τοις σπλάγχνοις ημών’ για τους αδελφούς. Μάλλον, ‘πλατύνατε’ την αγάπη σας για τους αδελφούς, περιλαμβάνοντάς τους όλους, μοιράζοντας τη συντροφιά σας γενναιόδωρα μαζί τους. Η αρχή «μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη» εφαρμόζεται πολύ κατάλληλα σ’ αυτό το ζήτημα της επικοινωνίας. Παραδείγματος χάριν, ένα άτομο καλής θελήσεως αρχίζει να παρακολουθή τις συναθροίσεις. Λόγω συστολής και ελλείψεως εκπαιδεύσεως βρίσκει δυσκολία στο να εκφρασθή. Στην αρχή βρίσκομε ότι είναι δύσκολο να συνομιλήσωμε μαζί του, αλλά, επειδή έχομε αγάπη γι’ αυτό το νέο πρόβατο, συνεχίζομε τις προσπάθειές μας να το κάμωμε να αισθάνεται σαν στο σπίτι του μαζί μας. Στο κλίμα της ευτυχούς Χριστιανικής συναδελφότητος αρχίζει να χάνη τη συστολή του. Μέσω εκπαιδεύσεως στη σχολή διακονίας μαθαίνει να εκφράζεται για τους σκοπούς του Θεού, και έπειτα να μπορή να συμμετέχη αποτελεσματικά στη διακονία. Γρήγορα βρίσκει τον εαυτό του ν’ απολαμβάνη ευτυχείς πείρες στο έργο του κηρύγματος, και αυτές τις συμμερίζεται μαζί μας. Η συστολή και η σιωπή παρήλθαν. Αντιθέτως, αυτός κοχλάζει από χαρά κι εμείς χαίρομε μαζί του βλέποντας την πρόοδό του στην αλήθεια και την ευτυχή επικοινωνία του μαζί μας ως αδελφού. Αυτό θα το εχάναμε αν οι καρδιές μας είχαν παραμείνει σε ‘στενοχωρίαν’, δεν είχαν ‘πλατυνθή’ για να περιλάβουν αυτόν τον νέον μεταξύ μας.—2 Κορ. 6:12, 13· Πράξ. 20:35.
15, 16. Πώς μπορούμε να δείξωμε ενδιαφέρον για τους αδελφούς μας;
15 Το να είσθε γενναιόδωροι στις συναναστροφές σας σημαίνει να ενδιαφέρεσθε για τους αδελφούς σας, ‘μη αποβλέποντες έκαστος τα εαυτού, αλλ’ έκαστος και τα των άλλων’. Έχετε ειλικρινές ενδιαφέρον για την πνευματική πρόοδο των αδελφών σας, χαίροντας για κάθε βήμα που κάνουν προς τα εμπρός στο δρόμο προς τη Χριστιανική ωριμότητα. Πόσο ευτυχείς είμεθα όταν κάποιος με τον οποίο συμμελετούσαμε αρχίζη να έρχεται στις συναθροίσεις, κάνη τα πρώτα του σχόλια στη μελέτη της Σκοπιάς και αρχίζη να συμμετέχη στην υπηρεσία του αγρού! Πρόθυμα διηγούμεθα την πρόοδο του νέου στους αδελφούς μας διαγγελείς της Βασιλείας. Όταν αυτός έρχεται στις συναθροίσεις, είμεθα ευτυχείς να τον συστήσωμε στους υπηρέτας και σε άλλους που παρευρίσκονται. Επί τέλους, δεν είναι αυτός συστατική επιστολή για μας ως διακόνους; Αλλά για να φυλαχθούμε από κάθε τάσι καυχήσεως, ωσάν αυτό να ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών μας, ας είμεθα εξίσου έτοιμοι να χαρούμε μαζί με τους αδελφούς μας στις όμοιες πείρες των και με άλλους νέους που κάνουν τα ίδια βήματα σε Χριστιανική αύξησι.—Φιλιππησ. 2:4· Ρωμ. 12:15, 16.
16 Να ενδιαφέρεσθε, επίσης, για κείνους που είναι αδύνατοι και μη τακτικοί στο να παρακολουθούν τις συναθροίσεις και που βρίσκονται σε κίνδυνο να υποπέσουν σε πνευματική καχεξία. Να είσθε έτοιμοι να μιλήτε ενθαρρυντικά σ’ αυτούς, όταν έρχωνται στις συναθροίσεις ή όταν τους επισκέπτεσθε. Ας ζωογονούνται από τέτοια επικοινωνία. Ο Παύλος έγραψε: «Μηδείς ας μη ζητή το εαυτού συμφέρον αλλ’ έκαστος τα του άλλου.» Μερικές φορές ένα φιλικό χαμόγελο, μια θερμή χειραψία ή μια πείρα στην οποία συμμετέχομε από κοινού, μπορεί να είναι το μέσον διεγέρσεως της καρδιάς των πνευματικώς ασθενών σε μια επιθυμία ανανεωμένης δράσεως στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Αυτή η γενναιόδωρη δόσις από του εαυτό μας, το να ενδιαφερώμεθα ο ένας για τον άλλον, συμβάλλει πολύ στη χαρά της εκκλησίας με την οποίαν είμεθα συνταυτισμένοι.—1 Κορ. 10:24.
17. Όταν κανείς αισθάνεται έλλειψι θερμής επικοινωνίας μεταξύ των αδελφών, τι θα ήταν καλό να πράξη;
17 Από καιρό σε καιρό μπορεί ν’ ακούσωμε το παράπονο: «Υπάρχει κάτι το εσφαλμένο στην εκκλησία μας. Δεν υπάρχει θέρμη μεταξύ των αδελφών, και αισθάνομαι σαν να αγνοούμαι όταν έρχωμαι στις συναθροίσεις.» Βέβαια αν υπάρχη κάποια έλλειψις του πνεύματος του Ιεχωβά και επομένως χαράς στην εκκλησία, αυτό είναι ζήτημα που πρέπει να ενδιαφέρη όλους στην εκκλησία, και ειδικά τον επίσκοπο. Αλλά δεν θα ήταν καλά για εκείνον που αισθάνεται την έλλειψι θέρμης να ερωτήση μάλλον τον εαυτό του ειλικρινώς: «Τι κάνω εγώ για να προαγάγω χαρά μεταξύ των αδελφών; Πηγαίνω στις συναθροίσεις μόνο για ν’ αποκτήσω κάτι για τον εαυτό μου, ή πηγαίνω με την επιθυμία να συνεισφέρω κάτι προς την κατεύθυνσι των σχολίων και της επικοινωνίας μου με τους αδελφούς; Συνηθίζω να χαιρετώ θερμά τους άλλους και να συναντώ τους νέους; Ενδιαφέρομαι πραγματικά για τους αδελφούς μου ή έχω συγκεντρωθή στον εαυτό μου, αποβλέποντας μόνο στα προσωπικά μου συμφέροντα;» Ίσως ο παραπονούμενος είναι εκείνος που είναι ψυχρός, που του λείπει θέρμη, που είναι απρόσιτος. Για να παραγάγη η αγάπη πραγματική χαρά, πρέπει να υπάρχη συνεισφορά και από τα δύο μέρη. Συγχρόνως, επειδή ο ένας παραλείπει ν’ ανταποκριθή, δεν θα παραιτηθούμε από το να πράττωμε εκείνο που είναι ορθό εξακολουθώντας να μιλούμε ενθαρρυντικά σ’ αυτόν καθώς έχομε ευκαιρία.
18. Για ποια ζητήματα που αφορούν τους αδελφούς μας πρέπει να δείχνωμε ενδιαφέρον, αλλά τι πρέπει ν’ αποφεύγεται;
18 Το προσωπικό μας ενδιαφέρον για τους ομοίους μας Χριστιανούς δεν σημαίνει διείσδυσι στις ιδιωτικές και οικογενειακές υποθέσεις των, ώστε να γινώμεθα ως ‘περιεργαζόμενοι τα αλλότρια’. Βέβαια μπορούμε απολαμβάνωμε την κοινωνική συντροφιά των αδελφών μας καθώς έχομε ευκαιρία, και τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να είναι εξαιρετικά απολαυστικές και να συμβάλλουν πολύ στην ευτυχία μας. (Βλέπε Η Σκοπιά 1ης Ιουνίου 1960, σελ. 255, 256) Αλλά το να παρεισδύωμε στις ιδιωτικές υποθέσεις ενός άλλου, ή ακόμη να δαπανούμε υπερβολικόν καιρό σε κοινωνικές επισκέψεις, μπορεί γρήγορα να ελαττώση τις χαρές της πνευματικής συναδελφότητος ή και να τις φθείρη εντελώς. (1 Πέτρ. 4:15· Παροιμ. 25:17) Για τη θεοκρατική δράσι και την πνευματική στρατεία των αδελφών μας πρέπει να ενδιαφερώμεθα, αντλώντας χαρά από τη θεοκρατική τους συναναστροφή, χαίροντας για τις υπηρεσιακές πείρες των, ευτυχείς που είμεθα μαζί τους μέτοχοι στην απόδοσι αίνου στο όνομα του Θεού μας Ιεχωβά. Ναι, στους αδελφούς μας βρίσκομε μεγάλη χαρά. Καθώς έγραψε ο απόστολος Παύλος στους Φιλιππησίους: «Αδελφοί μου αγαπητοί και επιπόθητοι, χαρά . . . μου.»—Φιλιππησ. 4:1· 1 Θεσ. 2:19, 20.
19, 20. (α) Ποια πράγματα θα μας βοηθήσουν να οικοδομήσωμε συναναστροφές του Νέου Κόσμου επάνω σε ορθά θεμέλια; (β) Από ποια άποψι η συναναστροφή της κοινωνίας Νέου Κόσμου είναι όμοια με μια οικογένεια;
19 Για ν’ απολαύσωμε πλήρως το προνόμιο της συναναστροφής του Νέου Κόσμου χρειάζεται να είμεθα βέβαιοι ότι η σχέσις μας με τους αδελφούς είναι οικοδομημένη επάνω στο ορθό θεμέλιο. Αν είμεθα νέοι πρέπει να φυλαγώμαστε από το να δείχνωμε ανευλάβεια για τους πρεσβυτέρους στην εκκλησία με το να τους μεταχειριζώμεθα μ’ έναν υπερβολικά οικείο τρόπο. Μάλλον, να τους μεταχειρίζεσθε σαν «πατέρας». Δείχνετε σεβασμό για τη διαφορά του φύλου, τηρώντας τις συναναστροφές καθαρές και υγιεινές, μην κάνοντας ποτέ κατάχρησι του προνομίου της Χριστιανικής συναδελφότητος που απολαμβάνομε. Για να ευφραίνεται κανείς στη συναναστροφή του με τους αδελφούς δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι υπερβολικά διαχυτικός ή εκδηλωτικός. Θέλομε να φυλαχθούμε από μια τέτοια υποκριτική επίδειξι φιλίας, απ’ την οποία λείπει γνήσιο ενδιαφέρον του ενός για τον άλλον.—1 Τιμ. 5:1, 2· Ρωμ. 12:9.
20 Όταν κανείς μπαίνη σε συναναστροφή μ’ εκείνους της κοινωνίας Νέου Κόσμου είναι σαν να έρχεται σε μια οικογένεια. Μέσα σε μια οικογένεια τα μέλη φθάνουν να γνωρίσουν το ένα το άλλο καλά, και ως προς τα λάθη των και ως προς τις καλές των ιδιότητες. Αλλά κάνουν παραχωρήσεις το ένα στο άλλο. Δεν προσπαθούν να υψώσουν ένα μέτωπο αυτοδικαιώσεως, διότι γνωρίζουν ότι τα άλλα μέλη της οικογενείας γρήγορα θα δουν μέσα απ’ αυτό. Και, πράγματι, είναι ευτυχισμένοι γι’ αυτό, επειδή μπορούν να είναι φυσικοί, να είναι αυτοί οι ίδιοι, και εμπιστεύονται στα άλλα μέλη της οικογενείας ώστε να έχουν αβροφροσύνη γι’ αυτά και να μην τα απορρίπτουν επειδή μπορεί να έχουν επιτηδεύσεις και τρόπους εκτελέσεως των πραγμάτων διαφορετικούς απ’ αυτούς. Ομοίως στην κοινωνία Νέου Κόσμου, οι αδελφοί μας μάς εμπιστεύονται και έτσι είναι αυτοί οι ίδιοι, φυσικοί και δεν κάνουν επίδειξι αυτοδικαιώσεως. Τούτο συντελεί σε μια ευτυχή σχέσι. Συγχρόνως ενδιαφερόμεθα όλοι να βοηθήσωμε αλλήλους να ανακαινίσωμε τις διάνοιές μας για να συμμορφωθούν προς τις κατευθύνσεις ζωής του Νέου Κόσμου. Ας ζητούμε πάντοτε ατομικώς να συμβάλωμε στο πνεύμα της ευφροσύνης μέσα στην κοινωνία Νέου Κόσμου με το να είμεθα γενναιόδωροι, φιλάγαθοι, αβρόφρονες, ενδιαφερόμενοι ο ένας για τον άλλον περισσότερο παρά για τον εαυτό μας, οικοδομώντας ο ένας τον άλλον με χαρούμενη υπηρεσία της Βασιλείας προς αίνον του Ιεχωβά.—Ρωμ. 12:2· Παροιμ. 19:22.