Υπομονή Μέσω Ελπίδος
«Εις την ελπίδα χαίροντες· εις την θλίψιν υπομένοντες· εις την προσευχήν προσκαρτερούντες.»—Ρωμ. 12:12.
1. Ποια διανοητική άποψις διακρίνει τον ώριμον από τον μη ώριμον Χριστιανόν; Ποιος λοιπόν ευεργετείται πλήρως από τη δύναμι της ελπίδος;
ΟΙ ΩΡΙΜΟΙ Χριστιανοί κυττάζουν προς τα εμπρός. Βλέπουν πέρα από το σημερινό σύστημα πραγμάτων. Ζητούν να πράξουν το θέλημα του Ιεχωβά, και οι διάνοιές των είναι συντονισμένες με τη ζωή του Νέου Κόσμου. Οι μη ώριμοι Χριστιανοί βλέπουν ακόμη πολλά που τους ενδιαφέρουν σ’ αυτό το σύστημα πραγμάτων. Θέλουν ακόμη το δικό τους δρόμο. Οι διάνοιές των είναι ακόμη συντονισμένες προς τα προσωπικά των συμφέροντα. Το να επιληφθούμε της ελπίδος της αιωνίου ζωής απαιτεί ωριμότητα, για να μπορή ο δούλος του Ιεχωβά να διευθύνη τη διάνοιά του πάντοτε προς τα εμπρός, προς την ελπίδα που βρίσκεται εμπρός. Ο ώριμος, λοιπόν, Χριστιανός είναι εκείνος που μπορεί να χρησιμοποιήση πλήρως την καταπληκτική δύναμι της ελπίδος, τη δύναμι που περικυκλώνει το μέλλον και έτσι κυβερνά το παρόν. Και με το να κυβερνά τη ζωή μας τώρα, η ελπίς γίνεται μια εξυψωτική δύναμις που παράγει υπομονή: «Εάν δε ελπίζωμεν εκείνο το οποίον δεν βλέπομεν, δια της υπομονής περιμένομεν αυτό.»—Ρωμ. 8:25.
2. Εξηγήστε τι είναι υπομονή και γιατί την χρειαζόμεθα;
2 Υπομονή για τον δούλον του Ιεχωβά σημαίνει την ιδιότητα εκείνη με την οποία αποφασίζει ότι, αδιάφορο ποιες είναι οι περιστάσεις, ποτέ αυτός δεν θα παραιτηθή από την ελπίδα που του προσφέρει βασίμως ο Λόγος του Θεού. Με άλλα λόγια, σημαίνει ότι το πλοίο της πίστεώς μας δεν πρέπει ποτέ να υποστή ναυάγιο, δεν πρέπει ποτέ να σταματήση και να υστερήση του σκοπού του, του λιμένος του νέου κόσμου. Ο ναυτικός μας χάρτης, η Γραφή, νουθετεί: «Έχετε χρείαν υπομονής, δια να κάμητε το θέλημα του Θεού, και να λάβητε την επαγγελίαν.» (Εβρ. 10:36) Είναι πολύτιμο να μάθωμε πώς να οικοδομήσωμε και να ισχυροποιήσωμε την ελπίδα μας έτσι ώστε, μαζί με την πίστι και την αγάπη, να παραγάγη την καρποφόρο αυτή ωριμότητα: «Αδιαλείπτως ενθυμούμενοι το εις την πίστιν έργον σας, και τον κόπον της αγάπης, και την υπομονήν της ελπίδος.»—1 Θεσ. 1:3.
3, 4. (α) Με ποιον τρόπο η ελπίς βοηθεί την υπομονή μας; (β) Δείξτε ότι η ελπίς εβοήθησε τον Ιησούν να διέλθη επιτυχώς τη δοκιμασία της υπομονής.
3 Η ελπίς παρέχει μια βάσι για χαρά. Πράγματι, η Γραφική εντολή είναι να γεμίζωμε με χαρά: «Εις την ελπίδα χαίροντες.» (Ρωμ. 12:12) Η χαρά αναβλύζει από την ελπίδα μας. Και αυτή η χαρά απεργάζεται την υπομονή μας. Ο Ιησούς Χριστός παρέσχε το τέλειο παράδειγμα του πώς η ελπίς, η χαρά και η υπομονή απεργάζονται ή βοηθούν το ένα το άλλο. Η ελπίς του Ιησού έθεσε το θεμέλιο για την αμέτρητη χαρά του. Ποια ήταν η ελπίς του; Ναι, ο Ιησούς είχε μια θετική ελπίδα: «Δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου, με την δόξαν την οποίαν είχον παρά σοι πριν γείνη ο κόσμος.» (Ιωάν. 17:5) Αλλ’ η ελπίς του Χριστού ήταν πολύ μεγαλύτερη από την επανάκτησι απλώς της προανθρωπίνης του υπάρξεως. Επειδή η ελπίς του ήταν ν’ αγοράση τον «θησαυρόν [τον] κεκρυμμένον εν τω αγρώ», τον θησαυρό τον κρυμμένο μέσα στη σφαίρα της παγκοσμίου οργανώσεως του Θεού· δηλαδή, την αρχηγία της πρωτευούσης οργανώσεως του Ιεχωβά. Η ελπίς του τον παρεκίνησε να ενεργήση με χαρά: «Από της χαράς αυτού υπάγει και πωλεί πάντα όσα έχει, και αγοράζει τον αγρόν εκείνον.»—Ματθ. 13:44.
4 Αν ο Ιησούς εκύτταζε μόνο στο παρόν, δεν θα μπορούσε ποτέ να υπομείνη την αγωνιώδη δοκιμασία που αντιμετώπισε. Δεν θα μπορούσε ποτέ ν’ ανταποκριθή στη δοκιμασία της υπομονής επιτυχώς. Αλλ’ η διάνοιά του ήταν τελείως ώριμη· έχαιρε στην ελπίδα που ήταν μπροστά του. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα έντονα παθήματά του ήσαν ‘προσωρινά και ελαφρά’, όπως είναι και τα παθήματα των ακολούθων του που διατηρούν το φρόνημα του Χριστού Ιησού. (2 Κορ. 4:17· Φιλιππησ. 2:5) Ότι η ελπίς του έφερνε χαρά και η χαρά του υπομονή, δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία: «Ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν.» (Εβρ. 12:1, 2) Για να έχωμε υπομονή πρέπει να ‘αποβλέπωμε’ στο παράδειγμα του Χριστού: τη χαρά του για την ελπίδα που ήταν μπροστά του.
5. Γιατί μπορούν οι δούλοι του Ιεχωβά να υπομείνουν δοκιμασίες με χαρά;
5 Τι θριαμβευτική χαρά είχαν οι απόστολοι όταν μπήκαν σε δριμείες δοκιμασίες! «Και προσκαλέσαντες τους αποστόλους, έδειραν, και παρήγγειλαν να μη λαλώσιν εν τω ονόματι του Ιησού, και απέλυσαν αυτούς. Εκείνοι λοιπόν ανεχώρουν από προσώπου του συνεδρίου χαίροντες, ότι υπέρ του ονόματος αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.» (Πράξ. 5:40, 41) Πώς μπορούσαν να υποστούν δαρμό και να χαίρουν γι’ αυτό; Λόγω της χαροποιάς ελπίδος που είχαν. Υπήρχε αιτία χαράς επίσης επειδή είχαν διέλθει μια δριμεία δοκιμασία και κάνοντας τούτο είχαν απεργασθή υπομονή. «Πάσαν χαράν νομίσατε, αδελφοί μου, όταν περιπέσητε εις διαφόρους πειρασμούς· γνωρίζοντες ότι η δοκιμασία της πίστεώς σας εργάζεται υπομονήν.» (Ιάκ. 1:2, 3) Αφού ο Ιεχωβά είναι η Πηγή της ελπίδος, είναι επίσης η Πηγή της χαράς. «Η χαρά του Ιεχωβά είναι η ισχύς σας.» (Νεεμ. 8:10, ΑΣ) Η χαρά, καρπός του πνεύματος, έρχεται σε απεριόριστο μέτρον όταν ‘εγκαρτερούμε στην προσευχή’, ζητώντας το άγιο πνεύμα του Θεού. Το πνεύμα Του πλουτίζει την ελπίδα μας.
ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΟΣ ΜΑΣ
6. Με ποια μέσα οικοδομούμε την ελπίδα μας;
6 Έχομε ανάγκη γνώσεως και κατανοήσεως για να οικοδομήσωμε την ελπίδα μας. Όλοι όσοι ζουν για τον νέο κόσμο πρέπει να κάμουν διευθετήσεις για τακτική μελέτη και ανάγνωσι της Γραφής κάθε μέρα. Αυτό φέρνει παρηγορία που ενισχύει την ελπίδα μας: «Όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών.» (Ρωμ. 15:4) Εκτός από την «παρηγορίαν των γραφών» υπάρχει και κάτι άλλο που ισχυροποιεί την ελπίδα μας. Αυτό είναι η υπομονή. Έχομε ήδη ειπεί ότι η ελπίς απεργάζεται την υπομονή μας. Αληθινά, αλλά και η υπομονή επίσης απεργάζεται ελπίδα. Αυτά εργάζονται μ’ ένα αμοιβαίο τρόπο. Η ελπίς παράγει υπομονή και η υπομονή, εξ άλλου, οικοδομεί την ελπίδα μας.
7, 8. (α) Ποια είναι η ώριμη άποψις των δοκιμασιών και των θλίψεων; (β) Ποιον θριαμβευτικό συνδυασμό, βασισμένο στην ελπίδα, έχει προμηθεύσει ο Ιεχωβά;
7 Είναι, λοιπόν, οι διωγμοί και η θλίψις που επέρχονται στον πιστόν λαόν του Ιεχωβά ανωφελείς και χωρίς αξία; Κάθε άλλο! Επειδή κάθε δοκιμασία που υπομένομε ενισχύει και καθιστά βεβαιότερη την ελπίδα μας. Γι’ αυτό ακριβώς μπορούμε να ‘νομίζωμεν πάσαν χαράν’ όταν επέρχωνται δοκιμασίες σ’ εμάς. Πόσο ακριβώς ισχυροποιεί την ελπίδα μας κάθε δοκιμασία; Όταν κρατούμε ακεραιότητα, βρίσκομε ότι η διάνοιά μας γεμίζει με την συνειδητή εκείνη συναίσθησι ότι ευαρεστούμε τον Θεό. Αυτή η κατάστασις επιδοκιμασίας οικοδομεί την ελπίδα μας. Η ισχυροποίησις της ελπίδος μας είναι το αποτέλεσμα ενός είδους πορείας «αλυσοειδούς αντιδράσεως»:
8 «Και καυχώμεθα εις την ελπίδα της δόξης του Θεού. Και ουχί μόνον τούτο, αλλά και καυχώμεθα εις τας θλίψεις· γινώσκοντες ότι η θλίψις εργάζεται υπομονήν, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς δεν καταισχύνει.» (Ρωμ. 5:2-5) Τι νικηφόρο συνδυασμό μάς έχει δώσει ο Ιεχωβά! Τα παθήματα και οι φυλακίσεις μπορούν να οικοδομήσουν ελπίδα μόνο αν κρατήται ακεραιότης. Και η ελπίς που είναι θεμελιωμένη επάνω στην πίστι και που ισχυροποιείται συνεχώς με πνευματική τροφή και με υπομονή, ποτέ δεν θα οδηγήση σε απογοήτευσι. Με το να χαίρουν στην ελπίδα που είναι μπροστά τους οι μάρτυρες του Ιεχωβά μπορούν ήδη να δοκιμάσουν τη συγκίνησι και τη χαρά της νίκης, της νίκης του Ιεχωβά στον Αρμαγεδδώνα. Αληθινά, δεν οδηγούμεθα ήδη από τον Χριστό στην θριαμβευτική πορεία του;—2 Κορ. 2:14.
9. Τι ζητεί να κάμη ο Διάβολος, και πώς η στρατηγική του στρέφεται εναντίον του όταν κρατούμε ακεραιότητα;
9 Η κοινωνία του Νέου Κόσμου έχει αφήσει πίσω έναν κόσμο χωρίς ελπίδα. (Εφεσ. 2:12) Ο Σατανάς, «ο θεός του αιώνος τούτου», δεν μπορεί να δώση ελπίδα· δεν έχει καμμιά ελπίδα ο ίδιος. (Αποκάλ. 12:12) Ο Διάβολος, λοιπόν, φθονεί τη βέβαιη και ισχυρή ελπίδα που κατέχει η κοινωνία του Νέου Κόσμου. Ζητεί να συντρίψη την ελπίδα μας μ’ ένα χαμερπή τρόπο, μέσω διωγμού. Αλλ’ ο Διάβολος υπήρξε μια οικτρή αποτυχία ως στρατηγός· η στρατηγική του πάντοτε εργάζεται εναντίον του όταν ο λαός του Ιεχωβά κρατή ακεραιότητα. Διότι είμεθα εκείνοι που κερδίζομε λόγω της θλίψεως. Αυτή όχι μόνο προάγει περισσότερο τα αγαθά νέα, αλλά, όπως είπε ο Παύλος: «Αναφέρετε δε εις την μνήμην σας τας προτέρας ημέρας, εν αις αφού εφωτίσθητε, υπεμείνατε μέγαν αγώνα παθημάτων ποτέ μεν, θεατριζόμενοι με ονειδισμούς και θλίψεις· ποτέ δε, γινόμενοι κοινωνοί των τα τοιαύτα παθόντων.» (Εβρ. 10:32, 33) Ναι, κερδίζομε τόσο πολλά στην πορεία της οικοδομής της ελπίδος μας, ώστε ο απόστολος μάς λέγει να ‘αναφέρωμεν εις την μνήμην μας’ τα παθήματα που υπεμείναμε. Σεις από την κοινωνία του Νέου Κόσμου που υποφέρετε τώρα θλίψεις, θυμηθήτε ότι αφού θα έχη περάσει αυτή η ‘προσωρινή και ελαφρά’ θλίψις, θα κυττάξετε πίσω προς τις δοκιμασίες με ωφέλεια. Σας έχουν φέρει μια κατάστασι επιδοκιμασίας, έχουν ισχυροποιήσει την ελπίδα σας.
Η ΕΛΠΙΣ ΜΑΣ—«ΑΓΚΥΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ»
10. Γιατί έχομε «ισχυράν παρηγορίαν . . . εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα»;
10 Μια ελπίς βασισμένη σε αόριστη και αβέβαιη μαρτυρία δύσκολα θα μπορούσε να δώση μια ισχυρή ενθάρρυνσι για τη συνέχισι ενός έργου που διεγείρει την οργή του εξουσιαζομένου από τον Διάβολο κόσμου. Πόσο ευγνώμονες είμεθα ότι η ελπίς μας επαναπαύεται σε έναν του οποίου οι υποσχέσεις είναι βέβαιες, έναν που δεν μπορεί να ψευσθή! «Οι μεν άνθρωποι ομνύουσιν εις τον μεγαλήτερον, και ο όρκος είναι εις αυτούς τέλος πάσης αντιλογίας προς βεβαίωσιν. Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον· ώστε δια δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εις τα οποία είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός, να έχωμεν ισχυράν παρηγορίαν οι καταφυγόντες εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα», την ελπίδα «ζωής αιωνίου». (Εβρ. 6:16-18· Τίτον 1:2) Με την ελπίδα μας αγκυροβολημένη στον μέγαν ακλόνητον Βράχον του σύμπαντος, τι ισχυρή ενθάρρυνσι έχομε να είμεθα «εις την ελπίδα χαίροντες»! (Δευτ. 32:4) Θυμηθήτε ότι ο Ιεχωβά δεν ωρκίσθη σε κάτι πεπερασμένο, επειδή το πράγμα αυτό μπορούσε να εκλείψη και η υποχρέωσις θα ετερματίζετο. Αλλά έδωσε «βεβαίωσιν» με το να ορκισθή σ’ εκείνο που είναι άπειρον και δεν μπορεί να εκλείψη. Ωρκίσθη στη μεγίστη προσωπικότητα στο σύμπαν, στον αμετάβλητον εαυτό του!—Μαλαχ. 3:6.
11. Πώς χαρακτηρίζει ο Παύλος την προκειμένη ελπίδα; Γιατί;
11 Με οξεία κατανόησι, λοιπόν, διαβάζομε την επόμενη δήλωσι του Παύλου για την προκειμένη ελπίδα: «Την οποίαν [ελπίδα] έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν.» Ο απόστολος μιλεί για την ελπίδα σε μεταφορική γλώσσα χαρακτηρίζοντας την «άγκυραν της ψυχής». Πόσο τελείως φυσικό ήταν αυτό για τον Παύλο, επειδή είχε λάβει πείραν ναυαγίου τρεις φορές και βέβαια εγνώριζε την αξία μιας αγκύρας! (Εβρ. 6:19· 2 Κορ. 11:25) Εγνώριζε ότι μια άγκυρα στερεώνεται στο βυθό της θαλάσσης για να κρατή ένα πλοίο σταθερό στη διάρκεια μιας τρικυμίας, για να φυλάττη το πλοίο από το να σπρωχθή έξω στη θάλασσα πάλι ή να κατασυντριβή επάνω στους βράχους. (Πράξ. 27:29) Ένα πλοίο με μια άγκυρα σταθερά στερεωμένη μπορεί έτσι ν’ αποφύγη μια τρικυμία με πεποίθησι. «Άγκυρα της ψυχής»—πόσο κατάλληλος χαρακτηρισμός για την ελπίδα μας η οποία μας καθιστά ικανούς να υπομένωμε με ακλόνητη ακεραιότητα τις πιο βίαιες τρικυμίες διωγμού και να μη υποστούμε ναυάγιο όσον αφορά την πίστι μας!
12. Γιατί οι καιροί αυτοί είναι θυελλώδεις για το πλοίο της πίστεώς μας και τι θα φυλάξη την πίστι μας από ναυάγιο;
12 Οι καιροί αυτοί είναι θυελλώδεις. Ο Σατανάς θα ήθελε να μας σύρη στην «θάλασσά» του—συμβολικός όρος που παριστάνει την ακατάστατη μάζα της ανθρωπότητος που είναι αποξενωμένη από τον Θεό και που αφρίζει τον βόρβορο της αμαρτίας και βαστάζει την ορατή οργάνωσι του Σατανά. Ναι, τα «ύδατα» αυτά, πιο ταραγμένα παρά οποτεδήποτε προηγουμένως, είναι «λαοί και όχλοι, και έθνη.» (Αποκάλ. 17:15) Αφότου ο Διάβολος έχει εκσφενδονισθή κάτω στη γη, ετάραξε ορατώς τη «θάλασσα» και ανεσήκωσε ένα παλιρροιακό κύμα θλίψεων σε μια βίαιη προσπάθεια να βυθίση το πλοίο της πίστεώς μας. Η ελπίς μας είναι αχώριστα προσδεδεμένη στην πίστι μας, και φυλάττει την πίστι μας από το να ναυαγήση. (1 Τιμ. 1:19) Με ισχυρή πίστι η «άγκυρα της ψυχής» μας δεν θα χαθή· δεν θα οδηγήση σε απογοήτευσι.
13, 14. Πώς μπορούμε ν’ αποφύγωμε μεγάλον κίνδυνο στο πλοίο της πίστεως μας;
13 Αλλ’ ακόμη και μ’ ένα γερό σχοινί, αν μια άγκυρα δεν είναι αρκετά δυνατή, ένα πλοίο μπορεί να παρασυρθή στη θάλασσα πάλι και να παραπαίη καταστρεπτικά. Το ίδιο συμβαίνει και με το πνευματικό μας υποστήριγμα, την «άγκυραν της ψυχής». Έχομε το καλύτερο έδαφος για να στερεώσωμε την «άγκυρά» μας—τις επαγγελίες του Ιεχωβά. Αλλ’ αν η «άγκυρα της ψυχής» μας είναι αδύνατη, ούτε ακόμη το καλό έδαφος δεν μπορεί να κρατήση το πλοίο της πίστεώς μας σταθερό στη διάρκεια βιαίων τρικυμιών θλίψεως. Για τούτο ακούστε ένα λόγο προφυλάξεως: Ποτέ μη νομίζετε ότι μπορούμε να παρακολουθούμε τις μελέτες της Σκοπιάς και ωστόσο, στη διάρκεια της συναθροίσεως, να νυστάζωμε και να μισοκοιμώμαστε, πιστεύοντας ότι το «να κλείσωμε λίγο τα μάτια» δεν θα εξασθενίση την «άγκυρα της ψυχής» μας. Αν κανείς μισοκοιμάται στον καιρό που εξηγούνται ζωτικές αλήθειες, το πλοίο της πίστεώς του δεν οικοδομείται· βυθίζεται. Έπειτα, ακόμη, πώς μπορεί κανείς να υπερασπίση το πλοίο της πίστεώς του, που είναι προσδεδεμένο στην ελπίδα του, αν δεν χρησιμοποιήση όλα τα όπλα που βρίσκονται στο οπλοστάσιο των αποκαλυμμένων αληθειών του Λόγου του Θεού; «Ας ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός.» «Έστε πάντοτε έτοιμοι εις απολογίαν μετά πραότητος και φόβου, προς πάντα τον ζητούντα από σας λόγον περί της ελπίδος της εν υμίν.»—Ρωμ. 13:12· 1 Πέτρ. 3:15.
14 Ούτε πρέπει να νομίζωμε ότι μπορούμε να παρακολουθούμε μια θεοκρατική συνάθροισι και να περιμένωμε ότι θα οικοδομήση την ελπίδα μας αν αφήνωμε το νου μας να περιπλανάται στα προσωπικά μας ζητήματα, στις ‘μέριμνες του αιώνος τούτου’. (Μάρκ 4:19) Ποτέ μην αφήνετε τις σκέψεις σας αχαλίνωτες, αλλά κατευθύνετε το νου έτσι ώστε να μπορή να συγκεντρώνεται στο άγγελμα που μεταδίδεται. Νυσταλέες διάνοιες δεν μπορούν να συγκεντρωθούν καλά. Αφυπνίστε, λοιπόν, τη διάνοια. Αυτή έχει τάσι να είναι οκνηρή. Και αν το να μην είμεθα άγρυπνοι στις μελέτες του λαού του Ιεχωβά είναι ένας βέβαιος κίνδυνος, τι, τότε, θα συμβή στην ελπίδα εκείνων που γίνονται αμελείς στην παρακολούθησι πνευματικών συμποσίων; Ακριβώς τούτο: Η «άγκυρά» των δεν θα ανθέξη. Θα ζητούν τα ατομικά των συμφέροντα και τελικά θα συρθούν πίσω στον κόσμο. Δυνατόν να υποστούν ανεπανόρθωτο ναυάγιο. (2 Πέτρ. 2:20) «Δια τούτο πρέπει ημείς να προσέχωμεν περισσότερον εις όσα ηκούσαμεν, δια να μη εκπέσωμεν ποτέ.» (Εβρ. 2:1) Μη λησμονείτε ότι η συνηθισμένη προσοχή δεν είναι αρκετή. Πρέπει να δώσωμε την πιο έντονη προσοχή «εις όσα ηκούσαμεν» «δια να μη ήμεθα πλέον νήπιοι, κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμον της διδασκαλίας, δια της δολιότητος των ανθρώπων.»—Εφεσ. 4:14.
ΕΥΘΡΑΥΣΤΗ «ΑΓΚΥΡΑ» ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΝΑΥΑΓΙΟ
15. Γιατί είναι τόσο σοβαρό σήμερα το ζήτημα της διατηρήσεως της πίστεώς μας και της ελπίδος μας;
15 Μετά τον Αρμαγεδδώνα δεν θα υπάρχη πλέον «θάλασσα». (Αποκάλ. 21:1) Αλλ’ εφ’ όσον υπάρχει η ταρασσόμενη από τους δαίμονας «θάλασσα», μπορούμε να περιμένωμε ότι το πλοίο της πίστεώς μας θα προσβάλλεται από όλες τις πλευρές. Σε καιρό πολέμου τα πλοία προσβάλλονται σήμερα από κάτω, από υποβρύχια. Ότι ο Σατανάς θα χρησιμοποιήση όλα τα ύπουλα μέσα που μπορεί για να τορπιλλίση το πλοίο της πίστεώς μας, πρέπει να το αναμένωμε, αφού πρόκειται περί πολέμου. «Και ωργίσθη ο δράκων κατά της γυναικός, και υπήγε να κάμη πόλεμον με τους λοιπούς του σπέρματος αυτής, τους φυλάττοντας τας εντολάς του Θεού και έχοντας την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού.» (Αποκάλ. 12:17) Μόνο αν διεξάγωμε το ορθό είδος πολέμου, ο οποίος δεν είναι σαρκικός, μπορεί το πλοίο της πίστεώς μας να απωθήση τις επιθέσεις του Διαβόλου. «Να στρατεύης . . . την καλήν στρατείαν, έχων πίστιν και αγαθήν συνείδησιν, την οποίαν τινές αποβαλόντες, εναυάγησαν εις την πίστιν.»—1 Τιμ. 1:18, 19.
16. Τι μέρος της «πανοπλίας του Θεού» είναι η προκειμένη ελπίς; Πώς αποτελεί μια προστατευτική δύναμι;
16 Ο απόστολος βρήκε τόσο ισχυρή την ελπίδα ώστε μίλησε γι’ αυτήν όχι μόνο ως «άγκυραν της ψυχής», αλλά και ως προστατευτική περικεφαλαία για ένα στρατιώτη. Ενδυθήτε ως «περικεφαλαίαν την ελπίδα της σωτηρίας.» (1 Θεσ. 5:8) Ελπίς σε μια δύναμι που προστατεύει· γιατί, λοιπόν, να μην την φορέσωμε ως περικεφαλαία; Η περικεφαλαία ενός στρατιώτου προστατεύει την κεφαλή, και επομένως τη διάνοια. Συνεπώς, η ελπίς του Χριστιανού ανήκει πραγματικά στην «πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθήτε να σταθήτε εναντίον εις τας μεθοδείας του διαβόλου», επειδή η πολεμική προσταγή είναι «να λάβητε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας». (Εφεσ. 6:11, 17) Πράγματι, ο Ιεχωβά φορεί την «περικεφαλαίαν της σωτηρίας», και τώρα η προσταγή εφαρμόζεται στους πιστούς του μάρτυρας. (Ησ. 59:17) Πώς φορούμε την περικεφαλαία; Με το να σκεπτώμεθα την προκειμένη ελπίδα, με το να γεμίζωμε το νου με θεοκρατικές ιδέες, με το να μελετούμε τα ημερήσια εδάφια και σχόλια στο Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά, με το να εξετάζωμε τη θεοκρατική δράσι. Η ελπίς προμηθεύει θέματα για μελέτη και σκέψι, και έτσι προστατεύει τη διάνοια από τη νοοτροπία του παλαιού κόσμου. Η ελπίς της σωτηρίας μάς κρατεί να σκεπτώμεθα όσα είναι εμπρός, και επομένως να ‘λησμονώμεν τα οπίσω’.—Φιλιππησ. 3:14.
17. Είναι δυνατόν να βυθίσωμε το πλοίο της πίστεώς μας; Πώς;
17 Διεξάγομε το εσφαλμένο είδος πολέμου και υπονομεύομε την ελπίδα μας όταν φιλοξενούμε σκέψεις που στρέφονται προς τα οπίσω. Ο άνθρωπος που φέρεται προς «ναυάγιον» της πίστεως αφαιρεί την περικεφαλαία του και αρχίζει να εντρυφά στα θέλγητρα και τις απολαύσεις του κόσμου τούτου αντί να εντρυφά στην προκειμένη ελπίδα. Λησμονεί ότι η «θάλασσα» είναι γεμάτη από δίνες παγιδευτικών εμπορικών επιδιώξεων και τέρψεων που αιχμαλωτίζουν. Πάρτε την περίπτωσι του Δημά, ενός συνεργάτου του αποστόλου Παύλου. Ο Δημάς δεν ήταν νέος στην αλήθεια· ήταν ακόμη με τον απόστολο κατά την πρώτη του φυλάκισι. (Κολ. 4:14) Αλλά, κάτι συνέβη στον Δημά. Αφήρεσε την «περικεφαλαία» του· δεν είχε πια μια διάνοια που έβλεπε προς τα εμπρός. Ο Παύλος λέγει: «Ο Δημάς με εγκατέλιπεν, αγαπήσας τον παρόντα κόσμον.» (2 Τιμ. 4:10) Ο Δημάς προφανώς ήταν ένα «ναυάγιο». Και γιατί; Επειδή ο Δημάς έπαυσε να σκέπτεται για την ελπίδα που ήταν εμπρός και ανέπτυξε μια ελπίδα προς τα οπίσω στον παλαιό κόσμο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Δημάς εσκέπτετο ότι το να έχη απλώς τα χρειώδη της ζωής ήταν «πάρα πολύ σκληρό». Τα «ωραία» πράγματα της ζωής έγιναν μια συντριπτική έλξις, η ίδια η ελπίς του. Αυτή η ελπίς προς τα οπίσω ώθησε τον Δημά σε «ναυάγιο».
18. Τι έδειξε ο Ιησούς ότι αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές στο πλοίο της πίστεως μας; Ποια, λοιπόν, νουθεσία έδωσε ο Παύλος;
18 Πώς πρέπει, λοιπόν, να προφυλαττώμεθα από σκέψεις που στρέφονται προς τα οπίσω! Δεν μπορούμε να χαίρωμε στην προκειμένην ελπίδα και συγχρόνως να προσπαθούμε να χαίρωμε για τα ενδιαφέροντα πράγματα του παλαιού κόσμου. Σήμερα ολίγα πράγματα θέτουν τόσο πολύ σε κίνδυνο το πλοίο της πίστεώς μας, όσο εκείνα που ο Ιησούς ωνόμασε «μέριμνας βιωτικάς». (Λουκ. 21:34) Αν η ελπίς μας είναι πραγματικά στο νέο κόσμο, δεν θα επιτρέψουμε αυτές οι ‘βιωτικές μέριμνες’ να υπονομεύσουν την ελπίδα μας. Προσπάθειες να καθήσωμε στον κόλπο της χλιδής μπορεί να καταλήξουν σε πορεία όμοια με του Δημά. «Έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, ας αρκώμεθα εις ταύτα», κατανοώντας τον κίνδυνο του να αγωνιζώμεθα για περισσότερα: «Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν.» (1 Τιμ. 6:8, 9) Ο κίνδυνος του ναυαγίου είναι επικείμενος όταν παύσωμε να διεξάγωμε το ορθό είδος πολέμου. «Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται εις τας βιωτικάς υποθέσεις, δια να αρέση εις τον στρατολογήσαντα.»—2 Τιμ. 2:4.
ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΟΣ ΜΕ ΤΑ «ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΜΑΣ»
19. Ποιο χαρακτηριστικό που υπενόμευε την ελπίδα παρετήρησε ο Παύλος σε μερικούς Χριστιανούς, και τι αυτό σημαίνει για μας σήμερα;
19 Η πολύτιμη ελπίς για αιώνια ζωή μπορεί να υπονομευθή πολύ εύκολα από τον ίδιο τον εαυτό μας, με το να θέλωμε τον δικό μας δρόμο. Ο βασιλεύς Σολομών εμφατικά ετόνισε αυτόν τον κίνδυνο. (Παροιμ. 14:12· 16:25· 21:2) Αυτό ήταν ένα κοινό εμπόδιο στην ωριμότητα κατά τις ημέρες των αποστόλων. Ολίγοι ήσαν εκείνοι που έθεταν μ’ όλη τους την καρδιά πρώτα τα συμφέροντα της Βασιλείας. Ο Παύλος το παρετήρησε αυτό, και μιλώντας για τον Τιμόθεο εσχολίασε: «Διότι δεν έχω ουδένα ισόψυχον, όστις να μεριμνήση γνησίως περί της καταστάσεώς σας. Επειδή πάντες ζητούσι τα εαυτών, ουχί τα του Ιησού Χριστού.» (Φιλιππησ. 2:20, 21) Σκεφθήτε! Από μερικούς Χριστιανούς που εγνώρισε ο Παύλος τον καιρό εκείνο στη Ρώμη, όλοι, εκτός από τον Τιμόθεο, είχαν κάποιες ιδιοτελείς τάσεις που παρενέβαιναν στο έργον του Ιησού Χριστού! Όταν ο Τιμόθεος αφιερώθη στον Ιεχωβά, κατεβύθισε πλήρως το θέλημά του έτσι ώστε το έργον του Θεού να λάβη προτεραιότητα στη ζωή του. Γνησίως είπε: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με.» (Ησ. 6:8) Αφού οι ιδιοτελείς τάσεις επικρατούσαν στην εποχή του Παύλου, πόσο πολύ πιθανώτερο είναι ότι θα εκδηλωθούν σήμερα που τα κοσμικά συμφέροντα και τα «ωραία» πράγματα της ζωής είναι τόσο πολλά και ποικίλα! Σκαπανείς, υπηρέται, ευαγγελιζόμενοι εκκλησιών—πού στέκεσθε σεις όσον αφορά τα δικά σας «ατομικά συμφέροντα»; Βρίσκονται άρα γε αυτά στη θεοκρατική τους θέσι ώστε να μη παρεμβαίνουν στο έργον του Ιησού Χριστού; Λοιπόν, «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν.»—Ματθ. 6:33.
20, 21. (α) Εξηγήστε τι εννοείται με «τα εαυτών». (β) Θα μπορούσαν οι ατομικές επιδιώξεις ενός ατόμου να οδηγήσουν σε ναυάγιο; Εξηγήστε.
20 Μην παρεξηγήσετε το ζήτημα. Ό,τι ο Παύλος ωνόμαζε «τα εαυτών» μπορεί να ήσαν τελείως νόμιμες επιδιώξεις· αν δεν είναι αντιγραφικές, είναι «νόμιμες». Αλλ’ όπως εξήγησε ο Παύλος, «Πάντα είναι εις την εξουσίαν μου [νόμιμα, ΜΝΚ], αλλά πάντα δεν οικοδομούσι.» (1 Κορ. 10:23) Η επιθυμία για «ωραία» πράγματα και ενδιαφέρουσες διασκεδάσεις (τηλεόρασι, ραδιόφωνο, κινηματογράφο κλπ.) μπορεί, αν δεν καταβληθή προσοχή, να ανατρέψουν την ελπίδα μας· διότι ασφαλώς δεν οικοδομούν. Έχομε ανάγκη να ισχυροποιήσωμε την ελπίδα μας ώστε να γίνη η ίδια η «χαρά» μας, όπως ήταν και για τον Ιησούν. Πολλά άλλα μη θεοκρατικά ενδιαφέροντα πράγματα αφθονούν στον κόσμο, όπως οι λεγόμενες «προσφιλείς ενασχολήσεις». Αυτές μπορεί να παρέχουν ευχαρίστησι και αναψυχή, ακόμη και κέρδος σε κοσμικά αγαθά. Αλλά οι προσφιλείς ενασχολήσεις, όπως και οι εμπορικές επιδιώξεις, μπορούν πολύ εύκολα να περιπλέξουν ένα άτομο και να υπονομεύσουν την ελπίδα του.
21 Οι «προσφιλείς ενασχολήσεις» είναι τόσο ποικίλες σήμερα, ώστε αρχίζουν από την ήσυχη συλλογή γραμματοσήμων (φιλοτέλεια) και φθάνουν ως τη σθεναρή αθλητική εξάσκησι. Ως παράδειγμα θα πάρωμε την κοινή προσφιλή ενασχόλησι της ερασιτεχνικής λήψεως φωτογραφιών. Ένας αδελφός βρίσκει ότι η ενασχόλησις αυτή του παρέχει πολλή ευχαρίστησι. Η φωτογραφική του μηχανή αποτυπώνει πολλές απολαυστικές θεοκρατικές συνελεύσεις και προσωπικές πείρες. Ζητώντας τα «εαυτού» ως προς αυτό το ζήτημα νομίζει ότι χρειάζεται να παρακολουθή όλες τις απόψεις της προσφιλούς αυτής ενασχολήσεως. Αγοράζει πολυάριθμα περιοδικά και τα διαβάζει. Γρήγορα, αρχίζει να διαβάζη σχετικά βιβλία, δαπανώντας ολοένα περισσότερον καιρό σ’ αυτή τη «νόμιμη» επιδίωξι. Μπορεί να χάση συναθροίσεις για να ενημερωθή στο τελευταίο φωτογραφικό περιοδικό. Μπορεί ακόμη να αισθάνεται ότι είναι ανάγκη να συνδεθή με ανθρώπους έξω από την αλήθεια για να μάθη περισσότερα όσον αφορά την προσφιλή του ενασχόλησι. Η «νόμιμη» επιδίωξις αυτού του αδελφού έχει αναπτυχθή σε σημείο που απειλεί να υπονομεύση την ελπίδα του. Αν δεν την αναχαιτίση και δεν την βάλη στη θεοκρατική της θέσι, επίκειται ναυάγιον.
22. (α) Πόσο εκτιμούσε ο Παύλος την προκειμένην ελπίδα; (β) Ποιος κίνδυνος εξασθενήσεως της ελπίδος είναι συνδεδεμένος με το να ζητή ο καθένας μας «τα εαυτού»;
22 Ο Παύλος εκτιμούσε τόσο πολύ την ελπίδα του εν Χριστώ, ώστε μπορούσε να λέγη: «Εζημιώθην τα πάντα, και λογίζομαι ότι είναι σκύβαλα.» (Φιλιππησ. 3:8) Αν η ελπίς μας είναι τόσο ισχυρή δύναμις στη ζωή μας, δεν θα αφήσωμε τις ‘βιωτικές μέριμνες’ ή τις προσφιλείς ενασχολήσεις ή ο καθένας μας «τα εαυτού» να καταστρέψουν ποτέ την ελπίδα της σωτηρίας μας. Ένας άλλος κίνδυνος συνδεδεμένος με το να ζητούμε «έκαστος τα εαυτού» είναι ότι, γρήγορα ή αργά, θα βρούμε αιτία να αναμιχθούμε με τους κοσμικούς ανθρώπους. Ένα κοσμικό άτομο, που δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, δεν μπορεί να οικοδομήση την ελπίδα σας, επειδή αυτό δεν έχει καμμιά ελπίδα. Θα υπονομεύση τις ωφέλιμες θεοκρατικές σας συνήθειες και την ίδια την ελπίδα σας. Να συναναστρέφεσθε εκείνους που είναι «εις την ελπίδα χαίροντες», που έχουν το φρόνημα του Νέου Κόσμου. «Μη πλανάσθε· “Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί”.»—1 Κορ. 15:33.
23. Γιατί έχομε επιτακτική αιτία να καλλιεργούμε διάνοιες που βλέπουν προς τα εμπρός;
23 Η ασφαλής πορεία που πρέπει να ακολουθήσωμε είναι να καλλιεργήσωμε διάνοιες που βλέπουν προς τα εμπρός. Η ελπίς μάς βοηθεί να το πράξωμε. Υπάρχουν πάρα πολλά για να ελπίσωμε, πάρα πολλά για να κρατούμε τη διάνοια εστραμμένη προς τα εμπρός· για το κεχρισμένο υπόλοιπο: ουράνια δόξα, αφθαρσία και το ύψιστο προνόμιο να συμβασιλεύσουν ως βασιλείς και ιερείς και κριταί επί χίλια χρόνια με τον Βασιλέα του Νέου Κόσμου, τον Χριστόν Ιησούν, βλέποντάς τον «καθώς είναι»! (1 Ιωάν. 3:2, 3· 1 Κορ. 15:53, 54· Αποκάλ. 20:4, 6) Για τα άλλα πρόβατα: αιώνια ζωή επάνω στη γη, συμμετοχή στο έργο της μεταμορφώσεως ολοκλήρου της γης σε παράδεισο, συμμετοχή στην αποδεδειγμένη εκπλήρωσι της εντολής αναπαραγωγής, εξάσκησις κυριαρχίας επάνω στη ζωική δημιουργία, το να παραστούν μάρτυρες της γενικής αναστάσεως των νεκρών! (Γέν. 9:1· Ωσηέ 2:18· Μάρκ. 10:30· Λουκ. 23:43· Ιωάν. 5:28) Και η κορυφαία ελπίς, τόσο για το πνευματικό υπόλοιπο, όσο και για τα άλλα πρόβατα: να ιδούν την πλήρη καταστροφή όλων των εχθρών του Ιεχωβά για την αιωνία διεκδίκησι του ενδόξου ονόματος και λόγου του Ιεχωβά. (Κριτ. 5:31· Ρωμ. 3:4) Αληθινά, η ελπίς της κοινωνίας του Νέου Κόσμου συνοψίζεται στα εξής: Το να ‘ελπίζωμεν επί τον Ιεχωβά, από του νυν και έως του αιώνος.’—Ψαλμ. 131:3, ΑΣ.
24. Ποιο σωτήριο όφελος προέρχεται από το να χαίρωμε στην προκειμένη ελπίδα;
24 Φορέστε, λοιπόν, την περικεφαλαία της σωτηρίας. Χαίρετε στην προκειμένην ελπίδα. Συλλογίζεσθε την ελπίδα σας· είναι αληθινή, σοβαρού ενδιαφέροντος, δικαία και αξιαγάπητη. (Φιλιππησ. 4:8) Όσο συχνότερα χαίρομε στην προκειμένην ελπίδα, τόσο συχνότερα θα σκεπτώμεθα τον Θεόν της ελπίδος, τον Ιεχωβά. Αυτό είναι σωτήριο: «Ο Ιεχωβά προσείχε, και ήκουε· και εγράφη βιβλίον ενθυμήσεως ενώπιον αυτού, περί των φοβουμένων αυτόν, και σκεπτομένων το όνομα αυτού.»—Μαλαχ. 3:16, ΑΣ.
ΠΛΗΡΗΣ ΒΕΒΑΙΩΣΙΣ ΕΛΠΙΔΟΣ
25. Τι είναι αναγκαίο για να πραγματοποιήση η προκειμένη ελπίς;
25 Πότε η ελπίς μας είναι βάσιμη; Είναι βάσιμη τώρα αν την διακηρύττωμε δημοσία. Η πίστις χωρίς έργα είναι νεκρά. Έτσι και η ελπίς χωρίς να ομολογήται είναι αβάσιμη. «Με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.» «Ας κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον.» (Ρωμ. 10:10· Εβρ. 10:23) Έτσι η ελπίς μας, υποστηριγμένη από το πνεύμα του Ιεχωβά και βάσιμη με τη δημοσία ομολογία μας, είναι δύναμις. Μας βοηθεί να σκεπτώμεθα εκείνα που είναι εμπρός, να ζούμε για κείνα που είναι εμπρός και να εργαζώμεθα για την ελπίδα που είναι εμπρός μας: «Δια τούτο και κοπιάζομεν και ονειδιζόμεθα, διότι ελπίζομεν εις τον ζώντα Θεόν.» (1 Τιμ. 4:10) Ο κόπος μας και οι ακλόνητες προσπάθειές μας να κηρύξωμε τα αγαθά νέα μάς βεβαιώνουν ότι το έργο μας δεν είναι μάταιο και ότι οι ελπίδες μας θα πραγματοποιηθούν.—1 Κορ. 15:58· Εβρ. 6:11, 12.
26. Συνοψίστε τη δύναμι της ελπίδος. Με τη βοήθειά της τι μπορούμε να κάμωμε;
26 Προφυλάξτε, λοιπόν, αυτή την «άγκυραν της ψυχής». Θα εμποδίση το ναυάγιο. Η ελπίς μας απεργάζεται υπομονή. Φέρνει χαρά. Μας ενθαρρύνει να ‘εγκαρτερούμε στην προσευχή’. Μας κάνει να σκεπτώμεθα το όνομα του Ιεχωβά. Χαίρετε, λοιπόν, θριαμβευτικά, σεις που ανήκετε στην κοινωνία του Νέου Κόσμου. Η ελπίς του κόσμου είναι σκοτεινή· η ελπίς σας είναι λαμπρή. Η ελπίς του κόσμου καταρρέει· η ελπίς σας πλησιάζει να εκπληρωθή. Η ελπίς του κόσμου βασίζεται στην ευπιστία· η ελπίς σας βασίζεται στην πίστι. Η ελπίς του κόσμου οδηγεί σε απογοήτευσι· η ελπίς σας οδηγεί σε επιτυχία. Διότι με τον νέο κόσμο τόσο, ω τόσο κοντά, οι πιο προσφιλείς μας ελπίδες, είτε ουράνιες είτε επίγειες, γρήγορα θα πραγματοποιηθούν προς αιωνίαν μας ικανοποίησιν. Για τούτο μπορούμε με ανένδοτη υπομονή «να ζήσωμεν σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς εν τω παρόντι αιώνι, προσμένοντες την μακαρίαν ελπίδα, και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.»—Τίτον 2:12, 13.