Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Μήπως η προφητεία εις Ιερεμίαν 22:30 σημαίνει ότι ο Βασιλεύς Ιωαχείν, ή Χονίας, δεν είχε τέκνα;—Ι. Λ., Η.Π.Α.
Όχι, ο Ιωαχείν δεν ήταν άτεκνος. Σημειώστε προσεκτικά τι λέγει η προφητεία: «Γράψατε τον άνθρωπον τούτον άτεκνον, άνθρωπον όστις δεν θέλει ευοδοθή εν ταις ημέραις αυτού· διότι δεν θέλει ευοδοθή εκ του σπέρματος αυτού άνθρωπος καθήμενος επί του θρόνου του Δαβίδ, και εξουσιάζων πλέον επί του Ιούδα.» Μολονότι μπορούσε να καταγραφή ως «άτεκνος,» το τελευταίο τμήμα του εδαφίου δείχνει ότι ο Ιωαχείν, που ελέγετο επίσης Χονίας και Ιεχονίας, θα είχε τέκνα. Πραγματικά, επτά από τα τέκνα του παρατίθενται στα εδάφια 1 Χρονικών 3:17, 18. Έτσι, φαίνεται ότι αυτό το εδάφιο πρέπει να εννοηθή σε συσχετισμό με τον θρόνο του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ.
Με τον θάνατο του πατρός του, ο Ιωαχείν, που ήτο τότε δέκα οκτώ ετών και πιθανόν άτεκνος, έγινε βασιλεύς. (2 Βασ. 24:8) Αφού ο Ιωαχείν εβασίλευσε μόνο τρεις μήνες, ο Ναβουχοδονόσορ τον πήρε αιχμάλωτο στην Βαβυλώνα και έθεσε στον θρόνο τον Σεδεκίαν. Στο τριακοστό έβδομο έτος της αιχμαλωσίας του ο Ιωαχείν ανυψώθη σε τιμητική θέσι στην Βαβυλώνα, αλλά ούτε αυτός ούτε οι υιοί του εβασίλευσαν ξανά στον θρόνο του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ. (2 Βασ. 25:27-30) Όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν από την Βαβυλώνα, είχαν ένα κυβερνήτη, αλλά όχι βασιλέα. Ακριβώς όπως ο Ιερεμίας είχε προφητεύσει, ο Ιωαχείν ήταν ως «άτεκνος» με την έννοια ότι ήταν χωρίς διάδοχο εφόσον κανένας απόγονός του δεν εβασίλευσε στον θρόνο του Δαβίδ στον Ιούδα.
● Το εδάφιο Ζαχαρίας 8:19 αναφέρει τέσσερες διάφορες νηστείες που ετηρούντο από τους Ιουδαίους. Εις ανάμνησιν τίνος εγίνετο αυτό;—Κ. Α., Η.Π.Α.
Ο προφήτης Ζαχαρίας ενεπνεύσθη από τον Θεό να γράψη στο εδάφιο Ζαχαρίας 8:19 (ΜΝΚ): «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων· Η νηστεία του τετάρτου μηνός, και η νηστεία του πέμπτου, και η νηστεία του εβδόμου, και η νηστεία του δεκάτου, θέλουσιν είσθαι εις τον οίκον Ιούδα εν χαρά και εν ευφροσύνη, και εν ευθύμοις εορταίς· όθεν αγαπάτε την αλήθειαν και την ειρήνην.» Και οι τέσσερες αυτές νηστείες, μολονότι δεν υπήρχε γι’ αυτές εντολή από τον Θεό, έδειχναν θλίψι και έφερναν στη μνήμη θλιβερά και ολέθρια γεγονότα που εσχετίζοντο με την Ιερουσαλήμ και την ανατροπή της καθώς και του βασιλείου του Ιούδα από την Βαβυλώνα τον έβδομο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία.
Η «νηστεία του τετάρτου μηνός» προφανώς υπενθύμιζε την κατακρήμνισι των τειχών της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους. Αυτό συνέβη στις 9 του μηνός Θαμμούζ του 607 π.Χ. Αυτό ακολουθήθηκε από την αιχμαλωσία του Ιουδαίου Βασιλέως Σεδεκία.—2 Βασ. 25:2-7· Ιερεμ. 52:6, 7.
Σύμφωνα με το εδάφιο Ζαχαρίας 8:19, οι Ιουδαίοι τηρούσαν, επίσης, τη ‘νηστεία του πέμπτου μηνός.’ Τον πέμπτο μήνα, ή Αβ, του 607 π.Χ. ο Νεβουζαραδάν, αρχισωματωφύλαξ του Βασιλέως Ναβουχοδονόσορ, εισήλθε στην Ιερουσαλήμ και «κατέκαυσε τον οίκον του Ιεχωβά [τον ναό], και τον οίκον του βασιλέως· και πάντας τους οίκους της Ιερουσαλήμ.» (Ιερεμ. 52:12-14· 2 Βασ. 25:8-10, ΜΝΚ) Επομένως, η ‘νηστεία του πέμπτου μηνός’ ετηρείτο χωρίς αμφιβολία εις ανάμνησιν της καταστροφής του ναού.
Όταν οι Ιουδαίοι είχαν φερθή σε αιχμαλωσία από τους Βαβυλωνίους το 607 π.Χ., «εκ των πτωχών όμως της γης αφήκεν ο αρχισωματοφύλαξ, δια αμπελουργούς και γεωργούς.» Ο Γεδαλίας είχε διορισθή κυβερνήτης αυτών. Εν τούτοις, εδολοφονήθη και όλος ο λαός εγκατέλειψε τότε τον Ιούδα τελείως, και μετέβη στην Αίγυπτο. (2 Βασ. 25:12, 22-26) Έτσι τον έβδομο μήνα του 607 π.Χ. ο Ιούδας και η Ιερουσαλήμ ερημώθησαν πλήρως. Η ‘νηστεία του εβδόμου μηνός,’ ή Τισρί, προφανώς ετηρείτο ως μια θλιβερή ανάμνησις του θανάτου του Γεδαλία ή της πλήρους ερημώσεως της γης.
Αλλά, τι μπορεί να λεχθή για την ‘νηστείαν του δεκάτου μηνός,’ που αναφέρεται επίσης στο εδάφιο Ζαχαρίας 8:19; Αυτή φαίνεται ότι ετηρείτο εις ανάμνησιν ενός γεγονότος που προηγείται αυτών που ήδη συνεζητήθησαν. Την δεκάτη ημέρα του μηνός Τεβέθ, που ήταν το όνομα που εδόθη ύστερ’ από την αιχμαλωσία στον δέκατον Ιουδαϊκό σεληνιακό μήνα του ιερού ημερολογίου, ο Βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ άρχισε την πολιορκία του εναντίον της Ιερουσαλήμ. (2 Βασ. 25:1· Ιερεμ. 39:1· 52:4) Αυτό συνέβη το έτος 609 π.Χ. Το τρίτο έτος αυτής της πολιορκίας, ή το 607 π.Χ., η Ιερουσαλήμ εκυριεύθη από τους Βαβυλωνίους. Έτσι η έναρξις της επιτυχούς πολιορκίας του Ναβουχοδονόσορ κατά της Ιερουσαλήμ πιθανόν να ήταν αυτό, που ετηρείτο από τους Ιουδαίους στη «νηστεία του δεκάτου» μηνός. Αλλά συνέβη, επίσης, να ήταν ο δέκατος μήνας όταν άκουσαν ο Ιεζεκιήλ και άλλοι αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα την πτώσι της πόλεως. (Ιεζ. 33:21) Συνεπώς, αυτή η νηστεία είναι δυνατόν να έχη συνδεθή με τη λήψι αυτής της θλιβερής ειδήσεως.
Οι Ιουδαίοι επέστρεψαν από την εβδομηκονταετή αιχμαλωσία των στη Βαβυλώνα το 537 π.Χ. Έτσι, όταν ο Ζαχαρίας επροφήτευσε (521-519 π.Χ.), αυτοί ήσαν ήδη πίσω στον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ από καιρό. Εν τούτοις, το πολύ σπουδαίο έργον της ανοικοδομήσεως εκ νέου του ναού είχε τότε σταματήσει. Ωστόσο, ο ναός επρόκειτο να συμπληρωθή και ο Ιεχωβά να ευλογήση πλουσίως τους Ιουδαίους. Αυτές οι τέσσερες θλιβερές νηστείες που αναφέρονται στο εδάφιο Ζαχαρίας 8:19 ήθελον «είσθαι εις τον οίκον Ιούδα εν χαρά και εν ευφροσύνη, και εν ευθύμοις εορταίς.» Μέσω του προφήτου του Ζαχαρία, ο Ιεχωβά υπεσχέθη στους Ιουδαίους επιτυχία, ευημερία και ευτυχία. Επομένως, δεν έπρεπε να ζουν με το παρελθόν. Έπρεπε ν’ αποβλέπουν στο μέλλον με αισιοδοξία κι εμπιστοσύνη στον Θεό. Κεντρισμένοι από την προφητική δραστηριότητα του Αγγαίου και του Ζαχαρία, οι επαναπατρισθέντες Ιουδαίοι υπό τον Ζοροβάβελ ανανέωσαν το έργο ανοικοδομήσεως του ναού και αυτό το κέντρο της αληθινής λατρείας έφθασε σε επιτυχή συμπλήρωσι το 516 π.Χ. (Έσδρας 6:14, 15) Βεβαίως, λοιπόν, η θλίψις, που συνώδευε τις νηστείες οι οποίες υπενθύμιζαν την πτώσι της Ιερουσαλήμ, την ερήμωσι του Ιούδα και την καταστροφή του ναού που είχε ανοικοδομήσει ο Σολομών, ήσαν ακατάλληλη. Από τότε οι Ιουδαίοι είχαν λόγους να χαίρουν και να ευφραίνονται.
Στη σύγχρονη εποχή, και ειδικά από το 1917 ως το 1919, οι κεχρισμένοι. Χριστιανοί έλαβαν πείρα πνευματικής θλίψεως. Εν τούτοις, η απελευθέρωσίς των από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμιο αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, συνέβη το 1919, και από τότε αυτοί οι πνευματικώς αποκατασταθέντες δούλοι του Ιεχωβά δεν είχαν λόγους να θλίβωνται και να σκέπτωνται με απελπισία το παρελθόν. Μερικοί απέτυχαν να σημειώσουν πνευματική πρόοδο και δεν έβλεπαν εξελίξεις με το ορθό φως. Αλλ’ αυτό δεν συνέβαινε γι’ αυτούς τους κεχρισμένους ως όμιλο. Οι πιστοί είχαν ορθούς λόγους να βλέπουν το μέλλον μ’ αισιοδοξία, με χαρά και ευφροσύνη. Το έπραξαν, και ως σήμερα απολαμβάνουν μεγάλη ευτυχία και πλούσιες ευλογίες από τον Ιεχωβά στην προώθησι των συμφερόντων της αληθινής λατρείας και την διακήρυξι των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού σε όλη τη γη.