Μια Σημαντική Χρονολογία στην Ιστορία
1. Γιατί ο Ιεχωβά δίνει στο λαό του ένα ακριβές υπόμνημα του χρόνου στην πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος;
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΟΣ είναι ένας ακριβής χρονομέτρης. Θέτει τους χρόνους για γεγονότα που εκπληρώνουν τους σκοπούς του, και φροντίζει να λάβουν χώρα ακριβώς στον καιρό τους. Μας δίνει ένα ακριβές υπόμνημα, πληροφοριακό, για την πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος. Αυτό, όχι μόνο εξυπηρετεί ιστορικούς σκοπούς, αλλά, επίσης, μας βοηθεί να καθορίσωμε το χρόνο εκπληρώσεως μερικών από τις προφητείες του. Μας βοηθεί, επίσης, να εξακριβώσωμε ως ποιο σημείο κατανοούμε τις προφητείες, προσθέτοντας χρονολογική μαρτυρία στην απόδειξι των φυσικών γεγονότων, των πραγμάτων που βλέπομε να λαμβάνουν χώρα μπροστά στα μάτια μας.
2. Τι χρειάζεται, για να μάθωμε σε ποιες χρονολογίες συνέβησαν Βιβλικά γεγονότα;
2 Η Γραφή μάς δίνει χρονολογικές πληροφορίες για όλα τα σπουδαία γεγονότα που αναγράφει. Για να γνωρίζωμε πότε συνέβησαν αυτά τα γεγονότα σε συσχέτισι με την εποχή μας, οφείλομε μ’ ένα αξιόπιστο και αλάνθαστο τρόπο να εντοπίσωμε ένα Βιβλικό γεγονός μέσα σε μια χρονολογία της ιστορίας. Με άλλους λόγους, πρέπει να βρούμε ένα Βιβλικό γεγονός, που συνέβη κάποια συγκεκριμένη ημερομηνία σύμφωνα με το ημερολόγιό μας. Έχοντας καθορίσει αυτό το σημείο του χρόνου, μπορούμε ύστερα να λάβωμε τη Βιβλική χρονολογία απ’ εκεί, υπολογίζοντας προς τα εμπρός ή προς τα οπίσω, και να καθορίσωμε τις πολλές άλλες χρονολογίες, στις οποίες αναφέρεται η Βίβλος.
3. Ποια χρονολογία είναι εξέχουσα ως σημαντική χρονολογία, και τι μας προμηθεύει ο καθορισμός της;
3 Όσον αφορά τα γεγονότα, τα οποία αναγράφονται στις αρχαίες Εβραϊκές Γραφές, υπάρχει μια χρονολογία, που ικανοποιεί πλήρως αυτές τις απαιτήσεις για μια σημαντική χρονολογία. Σχετικά με άλλα ιστορικά γεγονότα, που αναφέρονται σ εκείνους τους καιρούς, υπάρχουν πολλές αμφισβητήσεις, αλλά αυτή η χρονολογία μπορεί να καθορισθή καλώς από ιστορικά αρχεία. Μας προμηθεύει ένα σημείο εκκινήσεως, βάσει του οποίου μπορούμε να τοποθετήσωμε στο ημερολόγιό μας τα γεγονότα, που αναγράφονται στις Εβραϊκές Γραφές, και να έχωμε, επίσης, επιβεβαίωσι για την εκπλήρωσι μερικών από τις προφητείες. Η χρονολογία αυτή είναι το έτος 537 π.Χ., η χρονολογία του διατάγματος του Κύρου του Πέρσου, που επέτρεπε στους Ιουδαίους να επιστρέψουν στη γενέτειρα τους. Η αναγραφή αυτού του γεγονότος βρίσκεται στα εδάφια Έσδρας 1:1-4, ΜΝΚ:
4. Ποιο γεγονός Βιβλικής σπουδαιότητος συνέβη 537 π.Χ.;
4 «Και εν τω πρώτω έτει Κύρου του βασιλέως της Περσίας, δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος του Ιερεμίου, διήγειρεν ο Ιεχωβά το πνεύμα του Κύρου βασιλέως της Περσίας, και διεκήρυξε δι’ όλου του βασιλείου αυτού, και μάλιστα εγγράφως, λέγων, Ούτω λέγει Κύρος ο βασιλεύς της Περσίας· Πάντα τα βασίλεια της γης έδωκεν εις εμέ Ιεχωβά ο Θεός του ουρανού· και αυτός προσέταξεν εις εμέ να οικοδομήσω εις αυτόν οίκον εν Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία· τις εξ υμών είναι εκ παντός του λαού αυτού; ο Θεός αυτού έστω μετ’ αυτού, και ας αναβή εις Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία, και ας οικοδομήση τον οίκον Ιεχωβά του Θεού του Ισραήλ· αυτός είναι ο Θεός ο εν Ιερουσαλήμ· πάντα δε απολειπόμενον, εκ πάντων των τόπων, όπου παροικεί, ας βοηθήσωσιν αυτόν οι άνδρες του τόπου αυτού με αργύριον, και με χρυσίον, και με αγαθά, και με κτήνη, εκτός της προαιρετικής προσφοράς δια τον οίκον του Θεού, τον εν Ιερουσαλήμ.»
ΠΟΤΕ ΑΡΧΙΣΕ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΟΥ
5. (α) Πώς μπορούσε ο Κύρος να εκδώση ένα διάταγμα που αφορούσε την Ιερουσαλήμ, και πόσοι επωφελήθησαν από αυτό το διάταγμα; (β) Σε ποιους δεν είχε εφαρμογή το διάταγμα; (γ) Ποια χρονολογία δίνουν οι κοσμικοί ιστορικοί ως τη χρονολογία της πτώσεως της Βαβυλώνος και ήταν αυτή το πρώτο έτος του Κύρου; Εξηγήστε. (δ) (υποσημείωσις) Πότε άρχισε να υπολογίζεται η βασιλεία του Κύρου σύμφωνα με την Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία;
5 Η Γραφή αναφέρει ότι 42.360 Ιουδαίοι έφυγαν από τη Βαβυλώνα, μαζί με 7.337 δούλους και δούλες, και 200 άρρενες και θήλεις ψαλτωδούς. (Έσδρας 2:1-67) Αυτό το διάταγμα σχετικά με την Ιερουσαλήμ μπορούσε να εκδοθή από τον Κύρο, διότι, με την κατάκτησι της Βαβυλώνος το 539 π.Χ., περιήλθε στην κατοχή του, όχι μόνο αυτή η ίδια η Βαβυλωνία, αλλά, επίσης, και όλες οι ξένες κτήσεις της, περιλαμβανομένης της Συρίας, της Παλαιστίνης και του μέρους της Ασσυρίας που ο Κύρος δεν κατείχε ήδη. Δεν ίσχυε, όμως, αυτό και για τους φυγάδας Ιουδαίους στην Αίγυπτο, διότι αυτή προσετέθη στην Περσική Αυτοκρατορία μετά τον θάνατο του Κύρου, στις ημέρες, δηλαδή, του γυιού και διαδόχου του Καμβύση. Κοσμικοί ιστορικοί μας δίνουν το 539 π.Χ. ως το έτος της πτώσεως της Βαβυλώνος, της Τρίτης Παγκοσμίου Δυνάμεως, στους Μήδους και Πέρσας, ώστε να γίνη η Περσική Αυτοκρατορία η Τετάρτη Παγκόσμιος Δύναμις. Στα εδάφια Δανιήλ 5:30, 31 αποδεικνύεται ότι ο Δαρείος ο Μήδος εβασίλευσε κατά πρώτον στη Βαβυλώνα αμέσως μετά την πτώσι της. Ο Δανιήλ, στη Βαβυλώνα, ομιλεί για το ‘πρώτον έτος του Δαρείου, του υιού του Ασσουήρου, εκ του σπέρματος των Μήδων, όστις εβασίλευσεν επί το βασίλειον των Χαλδαίων’. (Δαν. 9:1· 11:1· 6:1, 6, 9, 25, 28) Το διάταγμα της απελευθερώσεως δεν είχε εκδοθή το έτος εκείνο, διότι εκείνο το έτος ο Δανιήλ κατενόησε ότι η απελευθέρωσις θα ήρχετο στο τέλος των εβδομήκοντα ετών. (Δαν. 9:1-18) Έτσι, αν υπολογισθή τουλάχιστον ένα έτος, πιθανόν δε και μέρος ενός δευτέρου έτους για τον Δαρείο τον Μήδο, τότε το πρώτο έτος του Βασιλέως Κύρου του Πέρσου δεν θα είχε αρχίσει, πιθανώς; ως το 538 π.Χ., για να επεκταθή ως το επόμενο έτος 537 π.Χ.a
6. (α) Γιατί οι Ιουδαίοι δεν χρειάσθηκαν πολύ χρόνο να προετοιμασθούν για την αναχώρησι από τη Βαβυλώνα, κι εν τούτοις γιατί θα απητείτο λίγος χρόνος; (β) Πότε πρέπει να έχη εκδοθή το διάταγμα του Κύρου, και πώς φθάνομε σ’ αυτό το συμπέρασμα; (γ) Γιατί το 537 π.Χ. παίζει ένα πολύ σπουδαίο ρόλο για όλους τους σπουδαστάς της Γραφής; (δ) (υποσημείωσις) Ποια πληροφορία παρέχουν οι σφηνοειδείς επιγραφές, η οποία μας βοηθεί να καθορίσωμε το έτος που εξέδωσε ο Κύρος το απελευθερωτικό του διάταγμα;
6 Οι Ιουδαίοι, φυσικά, εγκατέλειψαν τη Βαβυλώνα όσο το δυνατόν ταχύτερα μετά το διάταγμα του Κύρου, διότι, λόγω του ότι εγνώριζαν τις προφητείες του Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία και Ησαΐα, είχαν προετοιμασθή εκ των προτέρων για την αναχώρησι. Αλλά απητήθη κάποιο χρονικό διάστημα για να συμπληρωθούν όλες οι προετοιμασίες για 49.897 άτομα, και επρόκειτο για ένα ταξίδι τεσσάρων πλήρων μηνών για να επιστρέψουν στη γη του Ιούδα. Έφθασαν εκεί μόλις πριν από τον έβδομο μήνα Τισρί. (Έσδρας 2:70· 3:1) Επομένως, το διάταγμα του Κύρου πρέπει να έχη εκδοθή κατά το τέλος του χειμώνος και την αρχή της ανοίξεως του 537 π.Χ.b Η χρονολογία αυτή παίζει ένα πολύ σπουδαίο ρόλο για όλους τους σπουδαστάς της Γραφής, διότι με αυτή μπορούμε να καθορίσωμε το χρόνο της ενάρξεως της ερημώσεως της γης του Ιούδα και την έναρξι των «καιρών των Εθνών», ή, ‘των προσδιωρισμένων καιρών των Εθνών.’—Λουκ. 21:24, ΚΕΜ· ΜΝΚ.c
7. Τι αποδεικνύουν τα εδάφια 2 Χρονικών 36:20-23 όσον αφορά το τέλος της εβδομηκονταετούς ερημώσεως της Ιερουσαλήμ;
7 Το ότι η εβδομηκονταετής ερήμωσις επρόκειτο να λήξη ως αποτέλεσμα του διατάγματος του Κύρου δηλούται σαφώς στα εδάφια 2 Χρονικών 36:20-23, ΜΝΚ:
«Και τους εκφυγόντας την μάχαιραν μετώκισεν [ο Ναβουχοδονόσορ] εις Βαβυλώνα, . . . δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, εωσού η γη χαρή τα σάββατα αυτής· διότι πάντα τον καιρόν της ερημώσεως αυτής εφύλαττε σάββατον, εωσού συμπληρωθώσιν εβδομήκοντα έτη. Εν δε τω πρώτω έτει Κύρου του βασιλέως της Περσίας, δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, διήγειρεν ο Ιεχωβά το πνεύμα του Κύρου βασιλέως της Περσίας, και διεκήρυξε δια παντός του βασιλείου αυτού, και μάλιστα εγγράφως, . . .»
8. Πώς γνωρίζομε ότι το διάταγμα του Κύρου είχε καταχωρηθή επισήμως;
8 Το διάταγμα του Κύρου είχε καταχωρηθή στα επίσημα αρχεία της Περσίας, όπως αναφέρεται στα εδάφια Έσδρας 6:1-5, όπου ο Δαρείος 1 ο Πέρσης, διάδοχος του Καμβύση γυιού του Κύρου, διέταξε έρευνα των αρχείων και εύρε τον ρόλο, ο οποίος περιείχε το διάταγμα, στα Εκβάτανα (Αχμεθά), η οποία ήταν η πρώην πρωτεύουσα της Μηδίας και θερινή διαμονή του Βασιλέως Κύρου, βορειοανατολικώς της Βαβυλώνος.
ΠΟΤΕ ΕΛΗΞΕ Η ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑΕΤΗΣ ΕΡΗΜΩΣΙΣ
9. (α) Ετερμάτισε την περίοδο της εβδομηκονταετούς ερημώσεως το διάταγμα του Κύρου; Εξηγήστε. (β) Ποιοι ήσαν μερικοί λόγοι, για τους οποίους όλοι οι Ιουδαίοι της Βαβυλωνίας δεν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ, και ήσαν όλοι οι λόγοι ορθοί; (γ) Ποιο ήταν το ελατήριο εκείνων, οι οποίοι επέστρεψαν;
9 Ετερμάτισε μήπως αυτό το ίδιο το διάταγμα την εβδομηκονταετή ερήμωσι της Ιερουσαλήμ και της γης του Ιούδα; Όχι. Γιατί όχι; Οι εξόριστοι Ιουδαίοι έπρεπε να επωφεληθούν του διατάγματος και να φύγουν από τη Βαβυλώνα και να επιστρέψουν στη γενέτειρά τους και να την ανακυριεύσουν για να τερματισθή αυτή η ερήμωσις. Για διαφόρους λόγους, όπως η προχωρημένη ηλικία, μερικοί Ιουδαίοι δεν μπορούσαν να επιστρέψουν· πολλοί άλλοι, όμως, είχαν εγκατασταθή καλά στην πολύ υλιστική Βαβυλωνία, και προτίμησαν να παραμείνουν μάλλον στην άνεσι αντί να καταβάλλουν προσπάθειες και να υποστούν ταλαιπωρίες ταξιδιού δια μέσου ενός σκληρού εδάφους σε μια χώρα τελείως έρημη. Το υπόλοιπο, όμως, των πιστών Ιουδαίων που επέστρεψε, ήταν πρόθυμο να υπακούση στην εντολή του Ιεχωβά. Ήσαν ζηλωταί για την αληθινή λατρεία στον τόπο, που εκείνος είχε θέσει το όνομά του. Ήθελαν ν’ απομακρυνθούν από την ακάθαρτη Βαβυλώνα για να είναι καθαροί να βαστάζουν τα ιερά σκεύη της λατρείας του Ιεχωβά στον τόπο του αγίου ναού του.—Ησ. 52:11· Ιερεμ. 50:8· 51:6.
10. Ποιος διωρίσθηκε κυβερνήτης των Ιουδαίων που επέστρεφαν, και ποιο άλλο σπουδαίο πρόσωπο επήγε μαζί του;
10 Ο Κύρος διώρισε τον Σασαβασσάρ ως κυβερνήτη των Ιουδαίων που επέστρεψαν και τον επεφόρτισε με την παράδοσι των ιερών σκευών. Στα εδάφια Έσδρας 3:2, 8 ο Σασαβασσάρ αναφέρεται ως Ζοροβάβελ, ο υιός του Σαλαθιήλ, ένας απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ. (Ματθ. 1:6-13) Ο Ιουδαίος αρχιερεύς Ιησούς ο υιός του Ιωσεδέκ συνώδευσε τον κυβερνήτη Ζοροβάβελ ως την Ιερουσαλήμ.
11. (α) Όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν στη γη του Ιούδα, γιατί δεν υπήρχαν ήδη εκεί άλλοι άνθρωποι για να τους εμποδίσουν; (β) Πώς η άφιξις των Ιουδαίων ήταν μια ακριβής εκπλήρωσις της προφητείας περί εβδομήντα ετών;
11 Όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν στον Ιούδα δεν υπήρχε κανείς εκεί, ο οποίος να τους εμποδίση, διότι ο Θεός με τη δύναμί του διεφύλαξε τη χώρα ακατοίκητη για ν’ απολαύση τα σαββατιαία έτη της απολύτου αναπαύσεως όπως της άξιζε, δίχως να υπάρχη κανείς να την καλλιεργήση. Κάθε έτος της παραμονής της σε κατάστασι ερημώσεως αντιστοιχούσε με ένα σαββατιαίο έτος σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως. (Λευιτ. 25:1-12) Πώς αυτό αποτελούσε μια απολύτως ακριβή εκπλήρωσι της προφητείας των εβδομήντα ετών; Τον έβδομο μήνα του έτους, κατά το οποίο κατεστράφη η Ιερουσαλήμ, αφέθη η γη του Ιούδα τελείως έρημη με τη φυγή και των πτωχών Ιουδαίων, οι οποίοι δεν είχαν εκτοπισθή από τον Ναβουχοδονόσορ. Έφυγαν τον έβδομο μήνα, παραλαμβάνοντας και τον προφήτη Ιερεμία μαζί τους κάτω στην Αίγυπτο. (2 Βασ. 25:22-26· Ιερεμ. 41:1 έως 43:8) Αυτός ήταν, επίσης, ο ίδιος ο μήνας, κατά τον οποίο άρχισαν τα σαββατιαία έτη και τα Ιωβιλαία έτη, δηλαδή, «την δεκάτην του εβδόμου μηνός· την ημέραν του εξιλασμού.» (Λευιτ. 25:9, 10) Η δήλωσις εις Έσδραν 3:1 «Και ότε έφθασεν ο έβδομος μην [Τισρί], και οι υιοί Ισραήλ ήσαν εν ταις πόλεσι», δίνει επίσημη επιβεβαίωσι της ακριβούς εκπληρώσεως αυτής της προφητείας.
ΠΟΤΕ ΑΡΧΙΣΕ Η ΕΡΗΜΩΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ
12. Πώς υπολογίζομε τον χρόνο της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα:
12 Οι σπουδασταί της Γραφής ενδιαφέρονται για το χρόνο της ερημώσεως του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ. Με τον ακριβή καθορισμό αυτής της σημαντικής χρονολογίας, είναι εύκολο να στραφή κανείς οπίσω εβδομήντα έτη από τον έβδομο μήνα του έτους 537 ως τον έβδομο μήνα του 607 π.Χ., για να έχη τον χρόνο της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα. Το 607 π.Χ., ο μήνας Τισρί άρχισε στις 22/23 Σεπτεμβρίου, την ημέρα της τηρήσεως της εορτής της νέας σελήνης. Αυτόν τον μήνα του 607 π.Χ. άρχισαν οι «επτά καιροί», ή, «οι καιροί των Εθνών», ‘οι προσδιωρισμένοι καιροί των εθνών.’ (Δαν. 4:16, 23, 25, 32· Λουκ. 21:24, ΚΕΜ, ΜΝΚ) Ήταν δύο μήνες μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και τη διαρπαγή, καταστροφή και πυρπόλησι του ναού της, οπότε και εφονεύθησαν οι δύο κυριώτεροι ιερείς του.—2 Βασ. 25:5-21.
13. Ποιο λάθος κάνουν οι χρονολόγοι του «Χριστιανικού κόσμου», και πώς το αποφεύγομε;
13 Αν ακολουθήσωμε την ακριβή χρονομέτρησι του Ιεχωβά Θεού όπως αναγράφεται στο Λόγο του, βλέπομε ότι η ερήμωσις του Ιούδα επεκράτησε από το 607 έως το 537 π.Χ. και θ’ αποφύγωμε, επομένως, να κάνωμε τα λάθη των χρονολόγων του «Χριστιανικού κόσμου», οι οποίοι αγνοούν την προφητεία της εβδομηκονταετούς ερημώσεως και καθορίζουν ως χρόνο της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 587 π.Χ. Περιορίζουν την ερήμωσι της Ιερουσαλήμ και της γης του Ιούδα σε πενήντα μόνο χρόνια, αποδεχόμενοι τους αναξιοπίστους υπολογισμούς των ειδωλολατρών ιστορικών μάλλον παρά τον αλάνθαστο Λόγο του Θεού.—2 Χρον. 36:19-23.
14. (α) Με τι παρωμοιάσθη το υπόλοιπο που επέστρεφε; (β) Ποια υπόσχεσι τους έδωσε ο Ιεχωβά;
14 Ένδεκα έτη πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την ερήμωσι της γης του Ιούδα, ο Ιερεμίας είδε το υπόλοιπο, που επέστρεψε, σ’ ένα όραμα ως ένα κάλαθο με «σύκα κάλλιστα». Οι ζηλωταί επαναπατριζόμενοι ήσαν όπως αυτά τα σύκα, διότι επέστρεφαν για να επανιδρύσουν την αγνή λατρεία του Ιεχωβά στον τόπο, όπου είχε θέσει το όνομά του. Στα εδάφια Ιερεμίας 24:1-7 (ΜΝΚ), ο Ιεχωβά λέγει: «Θέλω αποκαταστήσει αυτούς εν τη γη ταύτη, και οικοδομήσει αυτούς, και δεν θέλω κατακρημνίσει, και θέλω φυτεύσει αυτούς, και δεν θέλω εκριζώσει. Και θέλω δώσει εις αυτούς καρδίαν δια να με γνωρίζωσιν, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά· και θέλουσιν είσθαι λαός μου, και εγώ θέλω είσθαι Θεός αυτών· διότι θέλουσιν επιστρέψει εις εμέ εξ όλης καρδίας αυτών.»
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ
15. (α) Πώς ο Ιεχωβά είχε χρησιμοποιήσει τον Κύρο, όπως προελέχθη; (β) Όταν έφθασε, τι έκαμε πρώτα το αποκαταστημένο υπόλοιπο;
15 Όπως προελέχθη 200 χρόνια προηγουμένως, στο εδάφιο Ησαΐας 44:28, ο Κύρος είχε, στην πραγματικότητα, οδηγήσει τα πρόβατα του Ιεχωβά πίσω στο κατάλληλο ποίμνιό τους στη γη του Ιούδα. Ο Ιεχωβά προείπε, επίσης, εδώ τη θεμελίωσι του ναού. Τον έβδομο μήνα, ακριβώς αμέσως μετά την άφιξί τους, ήταν πολύ ενωρίς να τεθούν τα θεμέλια, αλλ’ αυτό δεν επέφερε καθυστέρησι της επαναλήψεως της λατρείας του Ιεχωβά. Περιεβάλλοντο από σκληρά εχθρικά έθνη, αλλά επροχώρησαν με την ανοικοδόμησι ενός ευπρόσδεκτου θυσιαστηρίου πρώτον, όπως διαβάζομε:
16. Πώς περιγράφει ο Έσδρας την αποκατάστασι της αληθινής λατρείας στη θέσι, που είχε υποδειχθή από τον Θεό;
16 «Και εσηκώθη Ιησούς ο υιός του Ιωσεδέκ, και οι αδελφοί αυτού, οι ιερείς, και Ζοροβάβελ ο υιός του Σαλαθιήλ, και οι αδελφοί αυτού, και ωκοδόμησαν το θυσιαστήριον του Θεού του Ισραήλ, δια να προσφέρωσιν ολοκαυτώματα επ’ αυτού, κατά το γεγραμμένον εν τω νόμω Μωυσέως του ανθρώπου του Θεού· και έστησαν το θυσιαστήριον εν τω τόπω αυτού, καίτοι επαπειλούμενοι υπό του λαού των τόπων εκείνων· και προσέφεραν επ’ αυτού ολοκαυτώματα προς τον Ιεχωβά, ολοκαυτώματα πρωί και εσπέρας. Και έκαμον την εορτήν των σκηνών, κατά το γεγραμμένον, και τας καθημερινάς ολοκαυτώσεις κατά αριθμόν, ως ήτο διατεταγμένον κατά το καθήκον εκάστης ημέρας. Και μετά ταύτα προσέφεραν τα παντοτεινά ολοκαυτώματα, και των νεομηνιών, και πασών των καθηγιασμένων εορτών του Ιεχωβά, και παντός προσφέροντος αυτοπροαίρετον προσφοράν εις τον Ιεχωβά.»—Έσδρας 3:2-5, ΜΝΚ.
17. Ποιες «άγιες συνάξεις» ετήρησε το αποκαταστημένο υπόλοιπο, και ποιοι εώρτασαν μαζί τους;
17 Στο εδάφιο Έσδρας 3:6 (ΜΝΚ) αναγράφεται: «Από της πρώτης ημέρας του εβδόμου μηνός ήρχισαν να προσφέρωσιν ολοκαυτώματα προς τον Ιεχωβά· πλην τα θεμέλια του ναού του Ιεχωβά δεν είχον τεθή έτι.» Αυτό, σύμφωνα με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, ήταν στις 28/29 Σεπτεμβρίου του 537 π.Χ.d Έτσι την πρώτη ημέρα του μηνός εώρτασαν τη νέα σελήνη του εβδόμου μηνός του έτους εκείνου. (Αριθμ. 10:10· 28:11· 1 Σαμ. 20:5, 18, 24) Τη δεκάτη πέμπτη ημέρα του μηνός εκείνου ετήρησαν το νόμο του Θεού αρχίζοντας με την επταήμερη εορτή της σκηνοπηγίας, την εορτή της συγκομιδής. (Λευιτ. 23:33-43· Έξοδ. 23:16· 34:22) Αυτές οι ‘άγιες συνάξεις’ ήσαν αναμφιβόλως πολύ ευφρόσυνες εορτές για το πιστό υπόλοιπο των Ιουδαίων, μαζί με τους συντρόφους των τους Νεθινείμ, οι οποίοι είχαν επιστρέψει μαζί τους, και οι οποίοι υπηρετούσαν σε ό,τι είχε σχέσι με το θυσιαστήριο με το να προμηθεύουν ξύλα και νερό.—Έσδρας 2:70.
ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
18. Πότε ετέθησαν τα θεμέλια του αποκαταστημένου ναού, με ποια αποτελέσματα επάνω σε όσους μετείχαν;
18 Τώρα έπρεπε να επαληθεύση η προφητεία του Ιεχωβά σχετικά με το ναό ότι: ‘Θέλουσι τεθή τα θεμέλιά σου’. Και επαλήθευσε:
«Και εν τω δευτέρω έτει [536 π.Χ.] της επιστροφής αυτών προς τον οίκον του Θεού εν Ιερουσαλήμ, εν μηνί τω δευτέρω [Ζιβ ή Ιγιάρ, τον μήνα κατά τον οποίο ο Βασιλεύς Σολομών άρχισε να οικοδομή τον πρώτο ναό], ήρχισαν Ζοροβάβελ ο υιός του Σαλαθιήλ, και Ιησούς ο υιός του Ιωσεδέκ, και οι λοιποί των αδελφών αυτών, ιερείς και Λευίται, και πάντες οι ελθόντες από της αιχμαλωσίας εις Ιερουσαλήμ· και κατέστησαν τους Λευίτας, από είκοσι ετών ηλικίας και επάνω, δια να επισπεύδωσι το έργον του οίκου του Ιεχωβά. . . . Και ότε έθεσαν οι οικοδόμοι τα θεμέλια του ναού του Ιεχωβά, εστάθησαν οι ιερείς ενδεδυμένοι, μετά σαλπίγγων, και οι Λευίται οι υιοί του Ασάφ μετά κυμβάλων, δια να υμνώσι τον Ιεχωβά, κατά την διαταγήν Δαβίδ του βασιλέως του Ισραήλ. . . . Και πολλοί εκ των ιερέων και Λευιτών και των αρχηγών των πατριών, γέροντες, οίτινες είχον ιδεί τον πρότερον οίκον [τον οποίον είχε οικοδομήσει ο Σολομών], ενώ ο οίκος ούτος εθεμελιούτο ενώπιον των οφθαλμών αυτών, έκλαιον μετά φωνής μεγάλης· πολλοί δε ηλάλαξαν εν φωνή μεγάλη μετ’ ευφροσύνης.» Αυτή η σύγχυσις των ήχων ηκούετο πολύ μακριά.—Έσδρας 3:8-13, ΜΝΚ.
19. (α) Ποιοι αντεστάθησαν στην ανοικοδόμησι του ναού; (β) Τι επέτυχαν;
19 Το έργον, όμως, αυτό δεν έγινε δίχως δυσκολία. Μόνο καθαρά, αφιερωμένα χέρια μπορούσαν να συμμετάσχουν στην ανοικοδόμησι του οίκου του Ιεχωβά· γι’ αυτό δεν επετράπη στους γύρω λαούς να έχουν συμμετοχή στο έργο. Άρχισαν να παρεμβαίνουν στην οικοδόμησι. Μετεχειρίσθησαν κάθε δυνατό μέσον «δια να ματαιόνωσι την βουλήν αυτών, πάσας τας ημέρας Κύρου του βασιλέως της Περσίας, και έως της βασιλείας Δαρείου του βασιλέως της Περσίας.» (Έσδρας 4:1-5) Τελικά επέτυχαν ένα διάταγμα από τον βασιλέα της Περσίας, που διέτασσε τους Ιουδαίους να σταματήσουν την οικοδόμησι. «Και έπαυσε το έργον του οίκου του Θεού του εν Ιερουσαλήμ, και έμεινε πεπαυμένον μέχρι του δευτέρου έτους της βασιλείας Δαρείου του βασιλέως της Περσίας.» (Έσδρας 4:6-24) Δεν πρόκειται, βεβαίως, για τον Δαρείο το Μήδο, αλλά για τον Βασιλέα Δαρείο 1 τον Πέρση, ο οποίος άρχισε να κυβερνά την αυτοκρατορία το 522 π.Χ.
20. Για ποιους είναι το έτος 537 π.Χ. σπουδαίο, και γιατί;
20 Στα επόμενα δύο τεύχη μας θα ιδούμε ότι οι εχθροί του Θεού δεν μπόρεσαν πράγματι να ματαιώσουν την επανοικοδόμησι του ναού και αυτής της ιδίας Ιερουσαλήμ, της οποίας, επίσης, ο χρόνος είχε με ακρίβεια καθορισθή από τον Ιεχωβά. Τα ανωτέρω, όμως, είναι αρκετά για ν’ αποδείξουν ότι το έτος 537 π.Χ. είναι μια πολύ σπουδαία χρονολογία. Στη διάνοια του Ιεχωβά καθώς, επίσης, και του πιστού υπολοίπου των Ιουδαίων, οι οποίοι επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα, ήταν σπουδαίο την εποχή εκείνη. Είναι σπουδαίο για τους σπουδαστάς της Γραφής, διότι με βάσι αυτό μπορούν να καθορίσουν το μήκος του χρόνου, που υπάρχει ο άνθρωπος επάνω στη γη, τον χρόνο του κατακλυσμού των ημερών του Νώε, της συνάψεως της Αβρααμιαίας διαθήκης, της Εξόδου από την Αίγυπτο, της τεσσαρακονταετούς περιπλανήσεως του Ισραήλ στην έρημο και πολλών άλλων ζωτικώς σπουδαίων Βιβλικών γεγονότων. Είναι σπουδαίο για τον καθένα από μας, διότι με αυτό μπορούμε να επιβεβαιώσωμε την απόδειξι των φυσικών γεγονότων, που λαμβάνουν χώρα, δείχνοντας το τέλος των ‘επτά καιρών’, ‘των προσδιωρισμένων καιρών των εθνών’ και την εγκαθίδρυσι της βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστόν, στους ουρανούς, το 1914 μ.Χ.
[Υποσημειώσεις]
a Στη σελίδα 404 του Τόμου 4, Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία λέγει: «Ο Κύρος συνεμορφώνετο πάντοτε προς τις παραδόσεις των θρόνων τους οποίους εσφετερίζετο, και, μαζί με το γυιό του Καμβύση, απέδωσε σεβασμό στις ιθαγενείς θεότητες. Την πρώτη ημέρα του έτους, 1 Νισάν (20 Μαρτίου), του 538, σύμφωνα με τα Βαβυλωνιακά έθιμα, έπιασε σφικτά τα χέρια του χρυσού αγάλματος του Βηλ-Μερωδάχ, κι έτσι καθιερώθη ως μονάρχης. Από αυτή την τελετή χρονολογείται το πρώτο έτος της βασιλείας του ως ‘Βασιλέως της Βαβυλώνος, Βασιλέως όλων των Χωρών’.» Έτσι ο Κύρος ανεκηρύχθη ως βασιλεύς της Βαβυλώνος και ως ο νόμιμος διάδοχος του εκθρονισθέντος Βασιλέως Ναβονίδη. Με αυτή την πράξι δεν ώφειλε να κατακτήση τη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. Οι ξένες κτήσεις της Βαβυλώνος, η Συρία, η Φοινίκη, η Παλαιστίνη και οι παραμεθόριες περιοχές της ερήμου, όλες έγιναν φόρου υποτελείς στον Κύρο.—Βλέπε Δη Ουεστμίνστερ Ιστόρικαλ Άτλας του δη Μπάιμπλ (1956), σελίς 75, παράγραφος 3. (Στην Αγγλική)
b Αν υπολογίσωμε με βάσι μάλλον τις σφηνοειδείς επιγραφές, και όχι την Αγία Γραφή, οφείλομε να δεχθούμε ότι ο Δαρείος ο Μήδος και ο Κύρος ο Πέρσης εβασίλευσαν ταυτοχρόνως επί ένα διάστημα. Σύμφωνα με αυτό, το έτος της ανόδου στον θρόνο (ένα μη πλήρες σεληνιακό έτος) του Κύρου ως βασιλέως της Βαβυλώνος άρχισε στις 23 Οκτωβρίου 539 π.Χ., όταν εισήλθε στην πόλι (στη διάρκεια της ημέρας) μετά την κατάληψί της από τα στρατεύματά του. Επομένως, το πρώτο έτος της βασιλείας του (ένα πλήρες σεληνιακό έτος) άρχισε την 1η του μηνός Νισάν του 538 π.Χ., ή στις 17/18 Μαρτίου του 538 π.Χ., Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Η σφηνοειδής πινακίς με τον τίτλο «Στρασμάιερ, Κύρος Αριθ. 11» αναφέρει το πρώτο έτος της βασιλείας του Κύρου. Με αυτή την πινακίδα υπολογίζεται ότι το έτος αυτό άρχισε στις 17/18 Μαρτίου 538 π.Χ., και έληξε στις 4/5 Μαρτίου του 537 π.Χ., Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Επομένως, το δεύτερο έτος της βασιλείας του Κύρου άρχισε την επομένη ημέρα, στις 5/6 Μαρτίου 537 π.Χ. Εν τοιαύτη περιπτώσει το διάταγμα του Κύρου πρέπει να έχη εκδοθή πριν από την τελευταία αυτή χρονολογία, δηλαδή, κατά τα τέλος του έτους 538 ή την αρχή του 537 π.Χ. Βλέπε Βαβυλωνιακή Χρονολογία 626 π.Χ.-75 μ.Χ., έκδοσις 1956, υπό Πάρκερ και Ντουμπερστάιν, σελίδες 14, 29 (στην Αγγλική).
c Για περισσότερες λεπτομέρειες για την αυθεντικότητα της χρονολογίας 537 π.Χ. και της ερημώσεως του Ιούδα και των «καιρών των Εθνών», βλέπε τα βιβλία “Έπεσε Βαβυλών η Μεγάλη!” Η Βασιλεία του Θεού Κυβερνά! και «Γενηθήτω το Θέλημά Σου επί της Γης» υπό Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, Μπρούκλυν, Νέα Υόρκη.
d Ή, σύμφωνα με το Ιουλιανό Ημερολόγιο, 4/5 Οκτωβρίου 537 π.Χ. Βλέπε Βαβυλωνιακή Χρονολογία 626 π.Χ.-75 μ.Χ. (έκδοσις 1956), υπό Πάρκερ και Ντουμπερστάιν, σελίς 29 (στην Αγγλική).