Η Επερχομένη ‘Μεγάλη Θλίψις’ Προεσκιάσθη
«Τότε θέλει είσθαι θλίψις μεγάλη, η οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής κόσμου έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και αν δεν συνετέμνοντο [ει μη εκολοβώθησαν, Κείμενον] αι ημέραι εκείναι, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ· διά τους εκλεκτούς όμως θέλουσι συντμηθή [κολοβωθήσονται, Κείμενον] αι ημέραι εκείναι.»—Ματθ. 24:21, 22.
1. Πότε και ύστερ’ από ποια γεγονότα που περιελάμβαναν την Ιερουσαλήμ εδόθη πληροφορία στον Δανιήλ για τον πιο κακό καιρό στενοχωρίας σ’ όλη την ανθρωπίνη ιστορία;
ΠΡΙΝ από δύο χιλιάδες πεντακόσια και πλέον χρόνια, μετά την ανατροπή της ισχυρής Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας, ο ηλικιωμένος προφήτης Δανιήλ έλαβε πληροφορία σχετικά με τον χείριστο καιρό στενοχωρίας που επρόκειτο να έλθη σ’ όλη την ανθρωπίνη ιστορία. (Δαν. 10:1 έως 12:1) Ελέχθη σ’ αυτόν, όμως, να μη χάση την ειρήνη της καρδιάς και της διανοίας του γι’ αυτό. (Δαν. 12:13) Επί ογδόντα και πλέον χρόνια ο Δανιήλ ήταν εξόριστος στην ειδωλολατρική Βαβυλώνα επί του Ευφράτου Ποταμού στη Μέση Ανατολή. Εκεί επέζησε από την καταστροφή της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ, την οποία είχε επιφέρει ο αυτοκράτωρ της Βαβυλώνος το έτος 607 π.Χ. περίπου. (Δαν. 1:1 έως 2:1, 14) Αλλά λίγο ύστερ’ από την ανατροπή της ισχυράς Βαβυλώνος, ο Δανιήλ έλαβε διαβεβαίωσι από τον Λόγο του Θεού ότι η Ιερουσαλήμ επρόκειτο ν’ ανοικοδομηθή. Η πόλις και ο εδαφικός χώρος του Ιούδα επρόκειτο να παραμείνουν σε κατάστασι ερημώσεως επί εβδομήντα μόνο χρόνια, όπως ακριβώς είχε προείπει ο φίλος του Δανιήλ, ο προφήτης Ιερεμίας. (Δαν. 9:1-3) Αλλ’ ακόμη περισσότερο, ο άγγελος του Θεού εβεβαίωσε τον Δανιήλ ότι ο από πολύν καιρό αναμενόμενος ‘Χριστός ο Ηγούμενος’ θα ήρχετο σ’ αυτήν την ανοικοδομημένη Ιερουσαλήμ. Αλλά όχι στις ημέρες του ηλικιωμένου Δανιήλ!
2. (α) Πότε, σύμφωνα με όσα είχαν λεχθή στον Δανιήλ, επρόκειτο να παρουσιασθή ο Χριστός ο ‘Ηγούμενος’ στην Ιερουσαλήμ, και ποια χρονική περίοδο θ’ άρχιζε αυτό; (β) Ύστερ’ από αυτό τι επρόκειτο να συμβή στην ανοικοδομημένη Ιερουσαλήμ;
2 Πόσον καιρό ύστερ’ από την εποχή του Δανιήλ; Ο άγγελος του Θεού είπε στον Δανιήλ ότι ο Ιεχωβά Θεός είχε καθορίσει εβδομήντα εβδομάδες ετών, ή 490 (7 Χ 70) έτη, στον χρονολογικό του πίνακα, σχετικά μ’ εκείνον τον ‘Χριστόν τον Ηγούμενον.’ Ο Μεσσίας ή Χριστός θα παρουσιάζετο στον λαό του Δανιήλ στο τέλος των εξήντα εννέα απ’ αυτές τις εβδομάδες ετών, ή ύστερ’ από 483 έτη. Από πότε; Από τότε που θα εξεδίδετο το διάταγμα για την ανοικοδόμησι και αποκατάστασι των τειχών της Ιερουσαλήμ. Έτσι η εμφάνισις του Μεσσία θ’ άρχιζε την εβδομηκοστή εβδομάδα ετών, αλλά στο μέσον τριών και ημίσεος ετών απ’ αυτήν, επρόκειτο να «εκκοπή» με τρόπο που ήθελε κάμει ‘να παύση η θυσία και η προσφορά’ στην Ιερουσαλήμ. Μετά το τέλος των εβδομήντα εβδομάδων ετών θα υπήρχε τρομακτική στενοχωρία για την Ιερουσαλήμ εξαιτίας του ‘βδελύγματος’ που θα επέφερε «ερήμωσιν.» (Δαν. 9:24-27) Θα είχε σχέσι αυτή η στενοχωρία με τον καιρό της μεγίστης στενοχωρίας του ανθρωπίνου γένους; Ο Δανιήλ πέθανε προτού το εξακριβώση.
3. (α) Πώς και πότε εμφανίσθηκε ο Μεσσίας, ακριβώς στον ωρισμένο καιρό; (β) Πού ήταν στο μέσον της ‘εβδομηκοστής εβδομάδος’ και με ποιους;
3 Ο τίτλος Μεσσίας σημαίνει «Κεχρισμένος.» Το φθινόπωρο του έτους 29 μ.Χ. έλαβε χώρα το χρίσμα κάποιου όχι από άνθρωπον, αλλ’ από τον Θεό· όχι με χριστήριο έλαιο, αλλά με το άγιο πνεύμα του Θεού. Με τη χρονομετρική του ακρίβεια, ο Θεός εξετέλεσε αυτό το χρίσμα ακριβώς στον καιρό του, στην αρχή της εβδομηκοστής εβδομάδος ετών. Αυτός έχρισε τον ίδιο τον Υιό του σε ανθρωπίνη μορφή, τον Ιησού, αμέσως μετά το βάπτισμά του στο ύδωρ από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή στον Ιορδάνη Ποταμό. Αυτό το χρίσμα με άγιο πνεύμα έκαμε τον Ιησού ‘Χριστόν τον Ηγούμενον.’ Έτσι εμφανίσθηκε ο Μεσσίας, και άρχισε η κρίσιμη εβδομηκοστή εβδομάδα ετών. Άρχισε να εκτελή την εντολή του χρίσματός του κηρύττοντας την Μεσσιανική βασιλεία του Θεού. Με το να το πράττη αυτό έκαμε πολλούς εχθρούς στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία και στις γειτονικές επαρχίες. Στο μέσον της εβδομηκοστής εβδομάδος ετών, που συνέπεσε στην αρχή της ανοίξεως του Έτους 33 μ.Χ., ο Ιησούς ο Μεσσίας διευθέτησε να βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ, μαζί με τους δώδεκα αποστόλους που είχε εκλέξει.
4. Τι είπε στους λάτρεις του ναού για τον «οίκον» των, και έως πότε δεν επρόκειτο να τον ξαναδούν;
4 Την Τρίτη, 11 του μηνός Νισάν, τρεις ημέρες πριν από την εορτή του Πάσχα, επεσκέφθη το ναό της Ιερουσαλήμ που είχε ανοικοδομηθή. Είχε ήδη προείπει την καταστροφή αυτής της ανοικοδομημένης Ιερουσαλήμ· αλλά τώρα είπε σαφώς στους ανθρώπους, που ασκούσαν τη λατρεία των στην Ιερουσαλήμ, ότι ο «οίκος» των, ο θρησκευτικός των ναός, εγκατελείπετο σ’ αυτούς. Κατόπιν προσέθεσε: «Διότι σας λέγω, Δεν θέλετε με ιδεί εις το εξής, εωσού είπητε, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Ιεχωβά !» (Ματθ. 23:37-39, ΜΝΚ) Εγκατέλειψε το ναό και ποτέ δεν τον είδαν πάλι εκεί.
5. (α) Τι είπε ο Ιησούς για τους λίθους του ναού; (β) Αργότερα την ίδια ημέρα, στο Όρος των Ελαιών, ποια ερώτησι έκαμαν σ’ αυτόν οι απόστολοί του;
5 Καθώς ο Ιησούς εξήρχετο, οι απόστολοί του επέστησαν την προσοχή του στα κτίρια του ναού και στους λίθους. Τότε εκείνος κατέστησε γνωστό το τρομερό αποτέλεσμα της εγκαταλείψεως του ναού στον λαό της Ιερουσαλήμ λέγοντας: «Δεν βλέπετε πάντα ταύτα; αληθώς σας λέγω, δεν θέλει αφεθή εδώ λίθος επί λίθον, όστις δεν θέλει κατακρημνισθή.» (Ματθ. 24:1, 2) Αργότερα την ίδια μέρα αυτός και οι απόστολοί του είδαν εκείνο τον ναό από την κορυφή του Όρους των Ελαιών. Καθώς έβλεπαν κάτω την Ιερουσαλήμ και τον ναό της, οι απόστολοι θυμήθηκαν τι τους είχε πει ο Ιησούς. Αυτό τους υπεκίνησε να θέσουν το επόμενο ερώτημα: «Ειπέ προς ημάς πότε θέλουσι γείνει ταύτα; και τι το σημείον της παρουσίας σου, και της συντελείας του αιώνος;»—Ματθ. 24:3.
6. Ποια βάσις υπήρχε για τα τρία μέρη της ερωτήσεως των αποστόλων;
6 Πότε θα εγίνοντο όλ’ αυτά, που θα κατέληγαν σε καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της; Αφού ο Ιησούς είπε ότι ο λαός της Ιερουσαλήμ δεν θα τον έβλεπε πια ώσπου να πη, «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Ιεχωβά» πότε θα επανήρχετο απ’ εκεί όπου θα επήγαινε και θα ήταν πάλι παρών; Αφού όλ’ αυτά δεν θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς το τέλος ενός συστήματος πραγμάτων, πότε θα ήταν το τέλος του συστήματος πραγμάτων;
7 Πόσο μεγάλη ήταν η ερώτησις που έκαμαν εκείνοι οι απόστολοι, και μ’ αυτή τι ήθελαν να μάθουν πριν απ’ όλα;
7 Προφανώς οι απόστολοι εκείνοι δεν εγνώριζαν τι περιελαμβάνετο σ’ εκείνα τα τρία πράγματα, για τα οποία ερωτούσαν. Αλλ’ ο Ιησούς εγνώριζε, και γι’ αυτό τους έδωσε μια μεγαλύτερη απάντησι από εκείνη που ανέμεναν, μια απάντησι που έφθανε μακρότερα από τον χρόνον που αυτοί υπελόγιζαν. Είναι σαφές, εν τούτοις, ότι, πρώτ’ απ’ όλα, αυτοί ήθελαν να γνωρίζουν πότε επρόκειτο να καταστραφούν η Ιερουσαλήμ κι’ ο ναός της. Μήπως αυτό θα εγίνετο στην εποχή τους, στη γενεά τους; Ο Ιησούς, λοιπόν, ωμίλησε πρώτα για κείνη τη μορφή του τριπλού ερωτήματος και με μια άμεση εφαρμογή στην κατά γράμμα Ιερουσαλήμ και στον ναό της. Είπε:
8, 9. Μήπως αυτοί που προείπε ο Ιησούς ότι θα παραπλανούσαν τους ανθρώπους θα ισχυρίζοντο ότι ήσαν ο ίδιος ο Ιησούς, και γιατί θα ήσαν ειδικά συμπαθείς στους Ιουδαίους;
8 «Βλέπετε μη σας πλανήση τις· διότι πολλοί θέλουσιν ελθεί επί τω ονόματί μου, λέγοντες, Εγώ είμαι ο Χριστός· και πολλούς θέλουσι πλανήσει. Θέλετε δε ακούσει πολέμους και φήμας πολέμων· προσέχετε, μη ταραχθήτε· επειδή πάντα ταύτα πρέπει να γείνωσιν· αλλά δεν είναι έτι το τέλος.»—Ματθ. 24:4-6.
9 Εκείνοι που θα ήθελαν να πλανήσουν δεν θα ήρχοντο λέγοντες, ‘Εγώ είμαι ο Ιησούς’, αλλά θα ήρχοντο χρησιμοποιώντας τον τίτλο του Μεσσία και θα ήρχοντο λέγοντες: «Εγώ είμαι ο Χριστός.» Για τους Ιουδαίους, οι καθ’ ομολογία αυτοί Μεσσίαι θα έπρεπε να ήσαν Ιουδαίοι, όχι Εθνικοί. Ένεκα της απειλουμένης καταστροφής της Ιερουσαλήμ, αυτοί θα ήρχοντο ως Ελευθερωταί, Προστάται, της Αγίας Πόλεως, και 3:αυτό θα ήσαν συμπαθείς στους Ιουδαίους και θα πλανούσαν πολλούς. Θα είχαν ακριβώς το αντίθετο άγγελμα απ’ εκείνο που διεκήρυξε ο Ιησούς, ο αληθινός «Χριστός ο Ηγούμενος,» δηλαδή, την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της. Με αυτή την προειδοποίησι οι μαθηταί του Ιησού θα μπορούσαν να γνωρίζουν ότι αυτοί οι αυτοσχέδιοι Χριστοί, που δεν θα είχαν το χρίσμα του πνεύματος του Θεού, ήσαν ψευδείς.
10. Τι αποδεικνύει ότι ο Ιησούς δεν έκαμε μια ψευδή προφητεία εδώ;
10 Ο Ιησούς δεν έκανε μια ψευδή πρόρρησι εδώ, διότι ο Φλάβιος Ιώσηπος στην ιστορία του που τιτλοφορείται «Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου,» Βιβλίον 6, παράγραφος 54, ομιλεί για τρεις ψευδείς Μεσσίας, που απετέλεσαν ένα από τους λόγους της εκρήξεως εναντίον της Αυτοκρατορικής Ρώμης, κι’ ωδήγησαν στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
‘ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΦΗΜΑΙ ΠΟΛΕΜΩΝ’
11. Πότε επρόκειτο οι απόστολοι ‘ν’ ακούσουν πολέμους και φήμας πολέμων’;
11 Εκτός από την εμφάνισι των ψευδοχρίστων (πράγμα που θα εσήμαινε ότι ο Ιησούς Χριστός δεν θα ήταν προσωπικά παρών εν σαρκί), οι απόστολοι επρόκειτο ν’ ακούσουν «πολέμους και φήμας πολέμων.» Στην περίπτωσι μερικών πολέμων, οι απόστολοι θα ήσαν τόσο κοντά στη γειτονιά των ώστε ν’ ακούουν άμεσα τον θόρυβό τους, κι’ όχι ν’ ακούουν απλώς φήμες για μακρινές μάχες. Πότε θα εγίνετο αυτό; Αφού οι προφητικοί λόγοι του Ιησού ενταύθα οδηγούν στην περιγραφή απ’ αυτόν της καταστροφής της επιγείου Ιερουσαλήμ, αυτοί οι πόλεμοι θα ήσαν μεταξύ του χρόνου της προφητείας του και της καταστροφής της αγίας πόλεως. Ειδικά μάλιστα θα εγίνετο αυτό αν οι απόστολοι επρόκειτο ν’ ‘ακούσουν’ τέτοιους πολέμους.
12. (α) Ποιο ερώτημα εγείρεται εδώ σχετικά μ’ αυτούς τους πολέμους και τις διεθνείς συρράξεις που αναφέρονται στο επόμενο εδάφιο (7); (β) Η διακοπή, της αφηγήσεως του Λουκά σ’ αυτό το σημείο ωδήγησε μερικούς σχολιαστάς να επιχειρηματολογήσουν με ποιο τρόπο;
12 Και τι θα λεχθή, τότε, για τους πολέμους που προελέχθησαν στο αμέσως επόμενο εδάφιο, στο έβδομο εδάφιο, στο οποίον ο Ιησούς συνεχίζοντας είπε: «Διότι θέλει εγερθή έθνος επί έθνος, και βασιλεία επί βασιλείαν· και θέλουσι γείνει πείναι και λοιμοί, και σεισμοί κατά τόπους»; Μήπως αυτοί οι πόλεμοι διαφέρουν απ’ εκείνους που προελέχθησαν μόλις προηγουμένως; Εδώ η παράλληλη αφήγησις του Ευαγγελιστού Λουκά κάνει μια διακοπή. Αφού παραθέτει τα λόγια του Ιησού, «Όταν δε ακούσητε πολέμους και ακαταστασίας, μη φοβηθήτε· διότι πρέπει ταύτα να γείνωσι πρώτον· αλλά δεν είναι ευθύς το τέλος,» η αφήγησις του Λουκά λέγει: «Τότε έλεγε προς αυτούς, θέλει εγερθή έθνος επί έθνος, και βασιλεία επί βασιλείαν. Και θέλουσι γείνει κατά τόπους σεισμοί μεγάλοι, και πείναι και λοιμοί, και και θέλουσιν είσθαι φόβητρα και σημεία μεγάλα από του ουρανού.» (Λουκ. 21:9-11) Αυτή η διακοπή στην αφήγησι του Λουκά έχει κατανοηθή από μερικούς σχολιαστάς ως σημαίνουσα ότι ο Ιησούς εδώ αρχίζει μια νέα γραμμή. Αλλά, γιατί θα έπρεπε λογικά να είναι έτσι, αφού ο Ιησούς ακόμη συνεχίζει τα της καταστροφής της Ιερουσαλήμ;
13. (α) Όταν θα συνέβαιναν αυτοί οι πόλεμοι, τι δεν έπρεπε να νομίσουν οι απόστολοι; (β) Συνέβησαν τέτοιοι πόλεμοι τότε στα αποστολικά χρόνια;
13 Σαφώς, λοιπόν, εδώ στην πρώτη εφαρμογή της προφητείας, ο Ιησούς αναφέρεται σε διεθνείς πολέμους που επρόκειτο να γίνουν πριν από την επικείμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς, προχωρώντας για να πη ότι θα ηγείρετο έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας, εξηγεί το γιατί θα άκουαν πολέμους και φήμας πολέμων. Αλλά δεν θα έπρεπε ν’ ανησυχούν γι’ αυτούς τους πολέμους, διότι αυτοί δεν αποτελούν την ορατή απόδειξι ότι επίκειται άμεσα το τέλος. Και σύμφωνα με την κοσμική ιστορία, έχουν γίνει πόλεμοι μεταξύ του χρόνου της αναλήψεως του Ιησού στον ουρανό και της καταστροφής της αγίας πόλεως. Υπήρξαν οι πόλεμοι των Πάρθων στην νοτιοδυτική Ασία και οι εξεγέρσεις που έλαβαν χώρα στις Ρωμαϊκές επαρχίες της Γαλατίας και της Ισπανίας. Υπήρξε, επίσης, ο πόλεμος που διεξήγαγαν ο Ασιναίος και ο Αλιναίος εναντίον των Πάρθων στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Υπήρξε επίσης η κήρυξις του πολέμου από τους Πάρθους εναντίον του Βασιλέως Ιζάτη της Αδιαβηνής χώρας.a
14. (α) Υπήρξαν εξεγέρσεις εθνικοτήτων που επηρέασαν τους Ιουδαίους τότε; (β) Τι είχαν πει οι ραββίνοι για εξεγέρσεις βασιλειών και εθνών;
14 Πράγματι, αυτοί ήσαν πόλεμοι οι οποίοι δεν είχαν άμεση σχέσι με την Ιερουσαλήμ, αλλά, ας ενθυμούμεθα ότι ο Ιησούς προείπε την εξέγερσι σε πόλεμο έθνους εναντίον έθνους και βασιλείας εναντίον βασιλείας, πράγμα που θα εσήμαινε καθαρώς Εθνικούς πολέμους. Την εποχή εκείνη οι Ιουδαίοι κάτω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν είχαν βασίλειο. Εν τούτοις, υπήρξαν εξεγέρσεις Ιουδαίων εναντίον άλλων εθνικοτήτων, και εξεγέρσεις άλλων γειτονικών εθνικοτήτων εναντίον των Ιουδαίων, στις οποίες ήσαν αναμεμιγμένοι Σύριοι και Σαμαρείται, έτσι ώστε δεκάδες χιλιάδων Ιουδαίοι είχαν σφαγή. Αυτή ήταν μια πολύ οδυνηρή περίοδος για τους Ιουδαίους. Πολλοί ραββίνοι είχαν πει στους Ιουδαίους ότι, όταν θα ηγείρετο βασιλεία εναντίον βασιλείας και πόλις εναντίον πόλεως, αυτό θα ήταν σημείον του καιρού του Μεσσίου, ότι η εμφάνισίς του επλησίαζε.
15. Τι μπορεί να λεχθή για τους σεισμούς της τότε εποχής;
15 Υπήρξαν επίσης και σεισμοί τότε, που έχουν αναγραφή. Υπήρξε εκείνος ο σεισμός της νήσου Κρήτης στη διάρκεια της βασιλείας του Κλαυδίου Καίσαρος, ένας άλλος στη Σμύρνη, άλλοι στην Ιεράπολι, στις Κολοσσές, στη Χίο, στη Μίλητο και στη Σάμο· ένας άλλος κατέστρεψε την πόλι της Λαοδικείας στη διάρκεια της βασιλείας του Αυτοκράτορος Νέρωνος. Έγινε κι’ ένας στη Ρώμη, όπως αναφέρει ο Λατίνος ιστορικός Τάκιτος. Ο Ιώσηπος, στο βιβλίο του «Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου,» Βιβλίον 4, κεφάλαιο 4, παράγραφος 5, ομιλεί για ένα φοβερό σεισμό που συνέβη στην ίδια την Ιουδαία.
16. Τι μπορεί να λεχθή για τους λιμούς της εποχής εκείνης, και για τους λοιμούς;
16 Έγιναν επίσης και λιμοί, ένας από τους οποίους αναγράφεται στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ενδέκατο κεφάλαιο, εδάφια 27 έως 30, ένας δε είχε προλεχθή από τον Χριστιανό προφήτη Άγαβο και συνέβη στη διάρκεια της βασιλείας του Αυτοκράτορος Κλαυδίου. Αναφέρεται ότι πολλοί Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ πέθαναν απ’ αυτό τον λιμό. Φυσικά, λόγω της ελλείψεως τροφίμων και της αδυναμίας καταλλήλου διατροφής, ο λαός υπέκυπτε σε ασθένειες, και επιδημίες παρουσιάζοντο. Συνέβησαν όπως είχε προείπει ο Ιησούς.
17. (α) Πώς δεν έπρεπε να ερμηνευθούν όλ’ αυτά, αλλά ποια επίδρασι επρόκειτο να έχουν στους μαθητάς; (β) Για ποιο πράγμα είχαν προειδοποιηθή, και ποιο έργο έπρεπε να γίνη παντού;
17 Εν τούτοις, αυτά τα πράγματα δεν θα ήσαν οι άμεσοι πρόδρομοι της καταστροφής της ‘πόλεως του μεγάλου Βασιλέως,’ της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς, αφού τα προείπε αυτά, προσέθεσε: «Πάντα δε ταύτα είναι αρχή ωδίνων.» (Ματθ. 24:8) Εφόσον είχαν σχέσι με την Ιερουσαλήμ, αποτελούσαν αρχή ωδίνων γι’ αυτή και για την επαρχία της Ιουδαίας. Αλλά δεν εσήμαιναν το άμεσο τέλος της αγίας πόλεως και την ερήμωσι της Ιουδαίας. Το γεγονός όμως ότι αυτά τα πράγματα αποτελούσαν τουλάχιστον την αρχή των ωδίνων για την Ιερουσαλήμ πρέπει να ήταν αρκετό για να διεγείρη τους Χριστιανούς σε μεγαλύτερη δράσι, αντί να τους προκαλέση χαλάρωσι και να τους καταστήση νωθρούς επειδή «δεν είναι έτι το τέλος.» (Ματθ. 24:6· 5:35) Υπήρχε ένα εκτεταμένο έργον για να γίνη, κι’ αυτό απαιτούσε μεγάλη προσπάθεια κι’ επιμονή, παρά τη θρησκευτική καταδίωξι. Έτσι στα εδάφια 9-13, ο Ιησούς επροχώρησε να προειδοποιήση τους αποστόλους του για τον επερχόμενο διωγμό από τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς και για την αύξησι της ανομίας και για την ανάγκη Χριστιανική εγκαρτερήσεως, και κατόπιν προσέθεσε: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.»—Ματθ. 24:14.
18. (α) Ποια πρόσθετη εντολή έδωσε ο αναστημένος Ιησούς λίγο πριν από την ανάληψί του; (β) Τι μπορεί να λεχθή για την εκτέλεσι του έργου πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ;
18 Υστερ’ από λίγες εβδομάδες. Ο Ιησούς μετά την ανάστασί του εκ νεκρών και πριν από την ανάληψί του στον ουρανό, έδωσε εντολή στους μαθητάς του: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθ. 28:19, 20) Λίγες μέρες αργότερα, μετά την επόμενη εορτή της Πεντηκοστής, οι πιστοί μαθηταί προέβησαν σ’ αυτό το έργον. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Κατά το έτος 60 ή 61 μ.Χ. περίπου, όταν ο απόστολος Παύλος ήταν δέσμιος στη Ρώμη, μπόρεσε να γράψη στη Χριστιανική εκκλησία των Κολοσσών της Μικράς Ασίας, και να ειπή περί της ελπίδος των: «Της ελπίδος του ευαγγελίου το οποίον ηκούσατε, του κηρυχθέντος εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν.» (Κολ. 1:23) Τότε ο Παύλος ήθελε να φέρη το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού στην Ισπανία, ως ένας σκαπανεύς ευαγγελιστής. (Ρωμ. 15:23, 24) Ένα τέτοιο κήρυγμα της βασιλείας του Θεού στην οικουμένη είχε δοθή ήδη δέκα χρόνια πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ στο έτος 70 μ.Χ. Το «τέλος» δεν μπορούσε να έλθη προτού εκπληρωθή αυτό.—Ματθ. 24:14.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ
19. Ποιο γεγονός, όμως, επρόκειτο ν’ αποτελέση σημείον του χρόνου για γοργή δράσι, και γιατί;
19 Ο Ιησούς, αφού είπε για το επερχόμενο «τέλος,» επροχώρησε αμέσως να μιλήση για την αγία πόλι στην οποία θα ήρχετο το τέλος στη διάρκεια του πρώτου εκείνου αιώνος μ.Χ. Σύμφωνα με τα εδάφια Ματθαίος 24:15-22, είπε: «Όταν λοιπόν ίδητε το βδέλυγμα της ερημώσεως, το λαληθέν διά του προφήτου Δανιήλ, ιστάμενον εν τω τόπω τω αγίω, (ο αναγινώσκων ας εννοή·) τότε οι εν τη Ιουδαία ας φεύγωσιν επί τα όρη· όστις ευρεθή επί του δώματος, ας μη καταβή διά να λάβη τι εκ της οικίας αυτού. Και όστις ευρεθή εν τω αγρώ, ας μη επιστρέψη οπίσω διά να λάβη τα ιμάτια αυτού. Ουαί δε εις τα εγκυμονούσας, και τας θηλαζούσας εν εκείναις ταις ημέραις. Προσεύχεσθε δε διά να μη γείνη η φυγή υμών εν χειμώνι, μηδέ εν σαββάτω. Διότι τότε θέλει είσθαι θλίψις μεγάλη, οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής κόσμου έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και αν δεν συνετέμνοντο [ει μη εκολοβώθησαν, Κείμενον] αι ημέραι εκείναι, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ· διά τους εκλεκτούς όμως θέλουσι συντμηθή [κολοβωθήσονται, Κείμενον] αι ημέραι εκείναι.»
20. Εφόσον οι μαθηταί έπρεπε να φύγουν από την Ιουδαία, γιατί οι λεπτομέρειες των οδηγιών του Ιησού ήσαν κατάλληλες γι’ αυτούς;
20 Ο Ιησούς μνημονεύει εδώ οριστικά την επαρχία της Ιουδαίας. Δίνει οδηγίες στους μαθητάς του να φύγουν απ’ αυτήν, πράγμα που θα περιελάμβανε κατ’ ανάγκην και τη φυγή από την Ιερουσαλήμ, την αγία πόλι των Ιουδαίων. Στην Ιουδαία εφηρμόζετο ο σαββατιαίος νόμος, πράγμα που εδυσκόλευε τους ανθρώπους να διανύουν μεγάλες αποστάσεις ή να μεταφέρουν φορτία καθώς και να κλείουν τις πύλες των περιτειχίστων πόλεων ακόμη και στους φυγάδες που κατέφευγαν εκεί. Πόσο πιο δύσκολο θα ήταν για τις Ιουδαίες γυναίκες σε κατάστασι εγκυμοσύνης ή θηλασμού βρεφών να φύγουν πεζή βιαστικά! Επίσης, ο χειμώνας με την κακοκαιρία του θα εδυσκόλευε τα πράγματα, όχι μόνο γι’ αυτές τις γυναίκες, αλλά και για όλους τους άλλους που θα έφευγαν. Όταν θα παρατηρούσαν την ένδειξι που προείπε ο Ιησούς, όλοι έπρεπε να φύγουν, από το ένα δώμα στο άλλο εν ανάγκη, κι’ από τους έξω της πόλεως αγρούς. Βγήτε από όλη την Ιουδαία χωρίς καθυστέρησι!
21. Για ποιο πράγμα σχετικά με την επερχομένη θλίψι υπήρχε λοιπόν τότε τόση ανάγκη υπερβολικής βιασύνης για διαφυγή;
21 Γιατί, όμως, όλη αυτή η υπερβολική βιασύνη; Διότι τώρα πια το «τέλος» επλησίαζε. Επλησίαζε με άμεσο τρόπο η «μεγάλη θλίψις» που θα ήταν τόσο καταστρεπτική, ώστε αν δεν εκολοβώνοντο οι μέρες της, «δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ.» Χάριν των εκλεκτών του Θεού οι μέρες εκείνες θα εκολοβώνοντο. Κάτω απ’ αυτές τις περιστάσεις, μόνο μια μειονότης των κατοίκων της Ιουδαίας θα διεσώζετο. Για να μη συμβή, λοιπόν, να είναι κανείς μέσα στη μεγάλη πλειονότητα εκείνων που δεν θα διεσώζοντο σ’ εκείνη τη ‘μεγάλη θλίψι,’ η συνετή και ασφαλής πορεία γι’ αυτούς θα ήταν να προσέξουν τις οδηγίες του Ιησού και να βγουν από την Ιουδαία, φεύγοντας προς τα όρη.
22, 23. (α) Ποιος, λοιπόν, ήταν ο ‘άγιος τόπος’ όπου το βδέλυγμα της ερημώσεως δεν έπρεπε να σταθή ποτέ; (β) Πώς η παράλληλη αφήγησις του Λουκά δείχνει ότι αυτός ήταν πράγματι ο ‘άγιος τόπος’;
22 Ποιος, λοιπόν, θα ήταν ο ‘άγιος τόπος,’ όπου θα έστεκε το «βδέλυγμα της ερημώσεως»; Ποιος τόπος σε όλη την Ιουδαία ήταν ο ‘άγιος τόπος’; Ήταν η αγία πόλις της Ιερουσαλήμ και τα άμεσα περίχωρά της. Εκείνος ήταν ο ‘άγιος τόπος’ όπου ‘δεν έπρεπε’ ποτέ να στέκη το «βδέλυγμα της ερημώσεως.» (Μάρκ. 13:14-20) Πραγματικά, η παράλληλη αφήγησις του Ευαγγελιστού Λουκά περί της προφητείας του Ιησού σαφώς κατονομάζει την Ιερουσαλήμ. Το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφάλαιο είκοσι ένα, εδάφια 20-24, λέγει:
23 «Όταν δε ίδητε την Ιερουσαλήμ περικυκλουμένην υπό στρατοπέδων, τότε γνωρίσατε ότι επλησίασεν η ερήμωσις αυτής. Τότε οι όντες εν τη Ιουδαία ας φεύγωσιν εις τα όρη· και οι εν μέσω αυτής ας αναχωρώσιν έξω· και οι εν τοις αγροίς ας μη εμβαίνωσιν εις αυτήν. Διότι ημέραι εκδικήσεως είναι αυταί, διά να πληρωθώσι πάντα τα γεγραμμένα. Ουαί δε εις τας εγκυμονούσας και τας θηλαζούσας εν εκείναις ταις ημέραις· διότι θέλει είσθαι μεγάλη στενοχωρία επί της γης, και οργή κατά του λαού τούτου. Και θέλουσι πέσει εν στόματι μαχαίρας, και θέλουσι φερθή αιχμάλωτοι, εις πάντα τα έθνη· και η Ιερουσαλήμ θέλει είσθαι πατουμένη υπό εθνών, εωσού εκπληρωθώσιν οι καιροί των εθνών.»
24. (α) Πώς οι Χριστιανοί Ιουδαίοι στην Ιουδαία είδαν την Ιερουσαλήμ περικυκλωμένη από στρατόπεδα; (β) Τι έμαθαν μ’ αυτό;
24 Πότε οι Χριστιανοί Ιουδαίοι της Ιουδαίας είδαν την «Ιερουσαλήμ περικυκλουμένην υπό στρατοπέδων»; Στο έτος 66 μ.Χ., όταν, μετά την επανάστασιν των Ιουδαίων, ήλθαν οι Ρωμαϊκές στρατιές του Στρατηγού Κεστίου Γάλλου εναντίον της πόλεως, στον καιρό της εορτής της σκηνοπηγίας, 19-25 Οκτωβρίου. Αυτό έγινε ακριβώς τριάντα (30) έτη μετά την εβδομηκοστή εβδομάδα ετών, που προελέχθη από τον προφήτη Δανιήλ κι’ έληξε στο έτος 36 μ.Χ. Την τριακοστή μέρα του Ιουδαϊκού μηνός Τισρί, δηλαδή κατά τις 3 ή 4 Νοεμβρίου. Ο Στρατηγός Γάλλος έφερε τον στρατό του μέσα στην πόλι. Επί πέντε μέρες επετίθεντο κατά του τείχους του ναού και κατώρθωσαν να το υπονομεύσουν την έκτη μέρα. Κατόπιν, ξαφνικά, προφανώς χωρίς κανένα σοβαρό λόγο, απέσυρε τα στρατεύματά του, τα οποία υπέστησαν σημαντικά δεινά από μέρους των Ιουδαίων που τα κατεδίωκαν. Έτσι η πρωτοφανώς «μεγάλη θλίψις» των Ιουδαίων της Ιερουσαλήμ και της Ιουδαίας δεν άρχισε τότε. Αλλά τώρα οι Χριστιανοί Ιουδαίοι εγνώρισαν ότι επλησίαζε.
25. (α) Ώστε οι μαθηταί στην Ιουδαία είδαν έτσι ποιο πράγμα να στέκη εκεί που δεν έπρεπε να σταθή; (β) Πώς τα εδάφια Δανιήλ 9:26, 27 το προείπαν αυτό καθώς και την ερήμωσι που θα προξενούσε;
25 Έτσι οι Χριστιανοί Ιουδαίοι διείδαν το «βδέλυγμα της ερημώσεως» που έστεκε «εν τόπω αγίω,» όπου δεν έπρεπε να σταθή, όταν οι Ρωμαϊκές στρατιές στάθηκαν σε τόπο που εθεωρείτο άγιος από τους περί την πόλιν Ιουδαίους, ειδικά όταν υπονομεύθηκε το τείχος του ναού. Αυτό ήταν το «βδέλυγμα της ερημώσεως» που είχε προλεχθή από τον Δανιήλ 9:27. Σ’ εκείνο το εδάφιο, ο Δανιήλ, αφού περιγράφει τα γεγονότα της εβδομηκοστής εβδομάδος ετών, προχωρεί και λέγει: «Και επί το πτερύγιον του ιερού θέλει είσθαι το βδέλυγμα της ερημώσεως, και έως της συντελείας του καιρού, θέλει δοθή διορία επί την ερήμωσιν.» Αυτή η ερήμωσις της ανοικοδομημένης Ιερουσαλήμ εκτίθεται λεπτομερώς στο προηγούμενο εδάφιο (26) με αυτά τα λόγια: «Θέλει αφανίσει την πόλιν και το αγιαστήριον· και το τέλος αυτής θέλει ελθεί μετά κατακλυσμού, και έως του τέλους του πολέμου είναι διωρισμένοι αφανισμοί!» Ο Ιησούς είπε ότι ο Δανιήλ είχε προείπει αυτό το «βδέλυγμα.»
26. (α) Ποιος ήταν αυτός ο ‘ηγούμενος’ που είχε προλεχθή, ποιος ήταν ο «λαός», και πότε έλαβε χώρα ο ‘κατακλυσμός’ του τόπου; (β) Πώς οι ‘εκλεκτοί’ Ιουδαίοι της Ιουδαίας το διέφυγαν αυτό;
26 Ποιος, λοιπόν, ήταν ο ‘ηγούμενος όστις θέλει ελθεί,’ του οποίου ο «λαός» θέλει «αφανίσει την πόλιν και το αγιαστήριον»; Ήταν ο Στρατηγός Τίτος, γυιος του Στρατηγού Βεσπασιανού, που έγινε Ρωμαίος αυτοκράτωρ στο έτος 60 μ.Χ. Στις Εβραϊκές Γραφές ένας στρατός κατ’ επανάληψιν χαρακτηρίζεται ως «λαός.» Επίσης, ένας στρατός χαρακτηρίζεται ως ‘ερχόμενος μετά κατακλυσμού’ στον τόπο της εισβολής του. Αυτός ο ‘κατακλυσμός’ του στρατιωτικού ‘λαού’ του «ηγουμένου,» Στρατηγού Τίτου, εναντίον της Ιερουσαλήμ, δεν έγινε ως την άνοιξι του έτους 70 μ.Χ. Έτσι, από τον καιρό της αποχωρήσεως του στρατού του Στρατηγού Γάλλου τον Νοέμβριο του 66 ώς τις αρχές της ανοίξεως του έτους 70 μ.Χ. υπήρξε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τρία έτη και πέντε μήνες. Στη διάρκεια του ευνοϊκού αυτού χρονικού διαστήματος οι Χριστιανοί Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία επωφελήθηκαν της ευκαιρίας για να φύγουν στα «όρη» έξω από την καταδικασμένη εκείνη επαρχία, διότι τώρα εγνώριζαν από όσα είχε πει ο Ιησούς, ότι επλησίαζε η ερήμωσις της Ιερουσαλήμ. Έτσι διέφυγαν αυτοί οι Χριστιανοί «εκλεκτοί.»
27. (α) Μήπως ανεβλήθη ο καιρός του Θεού για την έναρξι της ‘μεγάλης θλίψεως’ της Ιερουσαλήμ; (β) Ποιοι ήσαν οι Ιουδαίοι Χριστιανοί που ευρίσκοντο τότε σε κίνδυνο και ο Ιεχωβά ήθελε να βρίσκωνται σε ασφαλή τόπο;
27 Την άνοιξι και το θέρος του 70 μ.Χ. συνέβη στην Ιερουσαλήμ η προειπωμένη «μεγάλη θλίψις,» προξενώντας μεγάλη απώλεια σε Ιουδαϊκές ζωές. Σύμφωνα με την προφητεία του Ιησού, ο Θεός είχε ένα ωρισμένο καιρό για τη ‘μεγάλη θλίψι’ της Ιερουσαλήμ. Δεν ανέβαλε τον χρόνο της ενάρξεώς της. Γι’ αυτό άφησε την επίθεσι του Κεστίου Γάλλου που είχε ανακληθή το 66 μ.Χ. να χρησιμεύση ως προειδοποίησις για τους ευρισκομένους σε κίνδυνο «εκλεκτούς» του να φύγουν. Ο Κέστιος Γάλλος θα μπορούσε εύκολα να καταλάβη την Ιερουσαλήμ σύντομα, αλλ’ έχασε την ευκαιρία που είχε. Δεν ήταν ο καιρός του Θεού. Δεν ήσαν τότε όλοι οι «εκλεκτοί» μέσα στη ζώνη του κινδύνου. Υπήρχαν ήδη εκατοντάδες Χριστιανών Ιουδαίων έξω από την επαρχία της Ιουδαίας, κι’ έξω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, καθώς και μέσα. Αυτοί δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο λόγω της επικειμένης καταστροφής της Ιερουσαλήμ. Μόνο οι Χριστιανοί Ιουδαίοι μέσα στην Ιουδαία διέτρεχαν κίνδυνο. Αυτοί οι «εκλεκτοί» που εκινδύνευαν ήσαν εκείνοι, για τους οποίους ο Θεός είχε σκοπό να έχουν ασφαλή φυγή από την Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ πριν αρχίση ο ωρισμένος του καιρός για τη ‘μεγάλη θλίψι’ της Ιερουσαλήμ. Γιατί έπρεπε να καταστραφή οποιοσδήποτε απ’ αυτούς, όταν θα εκτελούσε την εκδίκησί του επάνω στην άπιστη Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία; Αυτοί δεν ήσαν άξιοι καταστροφής.
28. (α) Ποιοι, λοιπόν, ήσαν οι Ιουδαίοι, των οποίων η «σαρξ» εκινδύνευε να μη «σωθή»; (β) Όταν ο Ιεχωβά θα οδηγούσε όλους τους «εκλεκτούς» του έξω από την επικίνδυνη περιοχή, ποια ενέργεια θ’ ανελάμβανε εναντίον της Ιουδαίας και της Ιερουσαλήμ;
28 Οι Χριστιανοί Ιουδαίοι, αφού θα έφευγαν τότε από την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία, δεν θα διέτρεχαν στο εξής τον κίνδυνο να υποστούν κακό από τη ‘μεγάλη θλίψι’ της Ιερουσαλήμ. Οι άπιστοι Ιουδαίοι ήσαν εκείνοι που κλείσθηκαν μέσα στην πόλι και διέτρεχαν τότε τον κίνδυνο να καταστραφούν. Κάθε Ιουδαϊκή «σαρξ» μέσα στην Ιερουσαλήμ αντιμετώπισε τον κίνδυνο απωλείας της ζωής της, αν διαρκούσε πολύ η θλίψις. Αυτοί οι μη Χριστιανοί Ιουδαίοι είχαν συγκεντρωθή στην πόλι για να τελέσουν την εορτή του Πάσχα στις 14 Νισάν, μετά την οποία θα επακολουθούσε η εβδομαδιαία εορτή του αζύμου άρτου. Τότε ακριβώς επέπεσε ο Στρατηγός Τίτος με τον στρατιωτικό «λαόν» του εναντίον της καταδικασμένης πόλεως. Την περιεκύκλωσε, εγκλείοντας μέσα τους στασιαστάς Ιουδαίους. Επίσης, έβαλε τον «λαόν» του να κτίση ένα περιτείχισμα γύρω από την πόλι, περίπου πέντε μιλίων μήκους, για να παρεμποδίση τη διαφυγή των πολιορκουμένων Ιουδαίων. Ο Ιεχωβά Θεός, εφόσον είχε ενεργήσει ως τότε να εξέλθη όλος ο «εκλεκτός» λαός του από την καταδικασμένη περιοχή, μπορούσε να επιταχύνη την εκτέλεσι της εκδικήσεώς του στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ, περιορίζοντας έτσι την εκτέλεσι σ’ ένα βραχύ χρονικό διάστημα εντατικής καταστροφής.
29. Πόσο διήρκεσε η πολιορκία της Ιερουσαλήμ, και τι συνέτεινε στη συντόμευσί της;
29 Η πολιορκία της Ιερουσαλήμ δεν διήρκεσε πολύ, μόνο από τις 14 Νισάν ως τις 6 Ελούλ (6 Σεπτεμβρίου κατά το Γρηγοριανόν ημερολόγιο), δηλαδή, λιγώτερο από πέντε μήνες κι’ όχι δεκαοκτώ μήνες όπως στην πολιορκία της Ιερουσαλήμ από τα Βαβυλωνιακά στρατεύματα στο 609-607 π.Χ. Υπήρχαν μερικά πράγματαb που επέτρεψε ο Ιεχωβά Θεός και τα οποία συνεργάσθηκαν για τη συντόμευσι της πολιορκίας το 70 μ.Χ.
30. (α) Παρά τη συντόμευσί της, πόσο καταστρεπτική ήταν η πολιορκία; (β) Τι εξακολούθησε να γίνεται στην Ιερουσαλήμ, αλλά ως πότε επρόκειτο να συνεχισθή;
30 Μολονότι η πολιορκία ήταν βραχεία, ήταν αρκετά τρομερή, αν και ήταν ωστόσο η μεγαλύτερη θλίψις που συνέβη στο ανθρώπινο γένος ως τότε και η οποία ποτέ δεν θα μπορούσε πάλι να συμβή. Το «βδέλυγμα της ερημώσεως» επέφερε όλεθρο σύμφωνα με την απόφασι του Θεού. Ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος αναφέρει ότι 1.100.000 εφονεύθησαν ή απέθαναν. Αλλά λόγω της ‘συντομεύσεως’ των ημερών εκείνης της ‘μεγάλης θλίψεως’ στην Ιερουσαλήμ, μερικοί Ιουδαίοι διεσώθησαν. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι επέζησαν 97.000 και συνελήφθησαν αιχμάλωτοι κι’ απήχθησαν στην Αίγυπτο και σε άλλες Ρωμαϊκές επαρχίες.c Η πόλις κι’ ο ναός της κατεστράφησαν τελείως, ακριβώς όπως είχε προείπει ο Ιησούς. Έτσι, με μια πολύ κατά γράμμα έννοια, η Ιερουσαλήμ εξακολούθησε να είναι «πατουμένη» από τους Εθνικούς (τα μη Ιουδαϊκά έθνη) απ’ τον καιρό της πρώτης καταστροφής κι’ ερημώσεως της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα από τους Βαβυλωνίους το έτος 607 π.Χ.d Αλλά κάποτε αυτοί οι Καιροί των Εθνών επρόκειτο να εκπληρωθούν, δηλαδή, 2520 χρόνια μετά την έναρξί τους τότε το φθινόπωρο του 607 π.Χ. Αυτό σημαίνει το έτος 1914 μ.Χ.—Λουκ. 21:24.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε «Η Ιστορία του Κόσμου από τους Ιστορικούς,» Τόμος VIII, κάτω από τον υπότιτλο «Αναρχία στην Παρθία,» σελίς 70 και μετέπειτα.
b Παραδείγματος χάριν, η ανέγερσις ενός τείχους για να κλεισθή μέσα το βόρειο προάστιο της Ιερουσαλήμ από τον Ηρώδη Αντίπα Αʹ είχε σταματήσει κατά διαταγήν του καχύποπτου αυτοκράτορος της Ρώμης, Κλαυδίου Καίσαρος. Ύστερ’ από την υποχώρησι των στρατευμάτων του Ρωμαίου Στρατηγού Κεστίου Γάλλου το 66 μ.Χ. οι Ιουδαίοι παρέλειψαν να προετοιμασθούν για μια μακρά πολιορκία σε περίπτωσι που οι Ρωμαίοι θα επανήρχοντο για να συνεχίσουν την πολιορκία της Ιερουσαλήμ. Πρέπει να προστεθή σ’ αυτό ότι, όταν επανήλθαν οι Ρωμαίοι υπό τον Στρατηγό Τίτον, αυτό έγινε αιφνιδίως και κατέλαβαν τους υπερασπιστάς της πόλεως μ’ αιφνιδιασμό. Για τη χειροτέρευσι των πραγμάτων, οι υπερασπισταί άρχισαν να μάχωνται μεταξύ των σ’ ένα εμφύλιο πόλεμο. Εγκατέλειψαν τα οχυρά των, όπου, εκτός από λόγους πείνης, δεν θα μπορούσαν να υποταχθούν εύκολα.
Όταν ο Στρατηγός Τίτος επεθεώρησε τα τείχη της Ιερουσαλήμ μετά την κατάληψι της πόλεως, αισθάνθηκε την ανάγκη ν’ αποδώση την επιτυχία του στον Θεό. Είπε: «Ασφαλώς είχαμε τον Θεό για βοηθό μας σ’ αυτό τον πόλεμο και δεν ήταν άλλος από τον Θεό εκείνος που έβγαλε τους Ιουδαίους έξω απ’ αυτά τα οχυρά· διότι τι μπορούσαν να κάμουν τ’ ανθρώπινα χέρια, ή οποιεσδήποτε μηχανές, για την ανατροπή αυτών των πύργων;»—Ιωσήπου, «Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου,» Βιβλίον 6, κεφάλαιον 9, παράγραφος 1, από μετάφρασι Ουίλλιαμ Ουίστων, Μ. Α.
c Ο Ιώσηπος υπολογίζει τον αριθμό εκείνων, οι οποίοι πέθαναν στην πολιορκία σε ένα εκατομμύριο εκατό χιλιάδες, χωρίς να υπολογισθούν εκείνοι οι οποίοι είχαν θανατωθή σε άλλα μέρη στην Ιουδαία.—Βλέπε Ιωσήπου «Περί του Ιουδαϊκού Πολέμου,» Βιβλίον 6, κεφάλαιον 9, παράγραφος 3.
d «Εωσού εκπληρωθώσιν «οι καιροί των εθνών,» δηλαδή, ως τον χρόνον που οι περίοδοι οι οποίες έχουν καθορισθή για να συμπληρώσουν τα Έθνη τις θείες κρίσεις . . . Αυτοί οι καιροί των Εθνών έχουν λήξει στην υπό εξέτασι περίπτωσι με την Παρουσία . . . οι καιροί των εθνών ήσαν οι καιροί, με τους οποίους ήσαν εξοικειωμένοι όλοι από τις προφητείες, και οι οποίοι είχαν ήδη αρχίσει να διανύουν την πορεία, των, έτσι ώστε την εποχή του Ιησού και πολύ πριν εθεωρούντο ως εν πορεία εκπληρώσεως. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον γράφομε «οι καιροί» με το άρθρο (παράβαλε ΧΙΧ, 44).»—Σελίδες 530, 531 του βιβλίου «Κριτικόν και Εξηγητικόν Εγχειρίδιον για τα Ευαγγέλια του Μάρκου και του Λουκά», υπό Χ. Α. Ο. Μέγιερ, Δ. Θ. και δικαιώματα συγγραφέως του 1884.
[Εικόνα στη σελίδα 431]
Οι απόστολοι του Ιησού τον ερώτησαν, πριν απ’ όλα, πότε επρόκειτο να καταστραφούν η Ιερουσαλήμ και ο ναός της. Αυτός τους έδωσε μια μεγαλύτερη απάντησι από εκείνη που θα μπορούσαν ν’ αναμένουν.