Η Γλώσσα και ο Σκοπός της
Η ΓΛΩΣΣΑ είναι δώρο του μεγάλου Δημιουργού, από τον οποίον προέρχεται «πάσα δόσις αγαθή, και παν δώρημα τέλειον.» Ακόμη και ο μεγάλος Αμερικανός λεξικογράφος Νώε Ουέμπστερ λέγει: «Η γλώσσα, καθώς και η ικανότης να μιλούμε, υπήρξε το άμεσο δώρο του Θεού.» Χρησιμοποιείτε την καλά.—Ιάκ. 1:17.
Ο Ιεχωβά εκφράζει το θέλημά του με τον ομιλούμενο λόγο. Σ’ αυτόν είναι έμφυτος, ζωντανός και ασκεί τρομερή δύναμι, εκπληρώνοντας τους σκοπούς του. Ο λόγος του ποτέ δεν επιστρέφει σ’ αυτόν κενός. «Ο Θεός βροντά θαυμασίως με την φωνήν αυτού· κάμνει μεγαλεία, και δεν εννοούμεν.» «Ούτω θέλει είσθαι ο λόγος μου ο εξερχόμενος εκ του στόματός μου,» λέγει ο Ιεχωβά. «Δεν θέλει επιστρέψει εις εμέ κενός, αλλά θέλει εκτελέσει το θέλημά μου, και θέλει ευοδωθή εις ό,τι αυτόν αποστέλλω.»—Ιώβ 37:5· Ησ. 55:11.
Η ομιλία, όταν χρησιμοποιήται κατάλληλα, αντανακλά την ωραιότητα και τη δόξα του Πλάστου της, Ιεχωβά. «Λόγος λαληθείς πρεπόντως είναι μήλα χρυσά εις ποικίλματα αργυρά.» «Χαρά εις τον άνθρωπον δια την απόκρισιν του στόματος αυτού, και λόγος εν καιρώ, πόσον καλός είναι!» Δημιουργώντας πλάσματα διαφόρων επιπέδων ζωής, ο Θεός παρέσχε σ’ αυτά το δώρο της λαλιάς. Ο Λόγος έγινε ο διαγγελεύς του Θεού, ικανός να μεταδίδη τέλεια τις σκέψεις και τους σκοπούς του Ιεχωβά σε όλη την κτίσι. Οι άγγελοι έγιναν αγγελιαφόροι, προικισμένοι με φωνητικές δυνάμεις για να ψάλλουν και να επικοινωνούν με τον άνθρωπο και τον Θεό. Επάνω στη γη το θεόπνευστο Υπόμνημα δείχνει ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ επλάσθη με ωραίο σύστημα φωνητικών οργάνων και μια γλώσσα πολύ μεγαλυτέρας ευκινησίας και ευκαμψίας από εκείνην των άλλων πλασμάτων της γης που εδημιουργήθησαν πριν απ’ αυτόν. Αν και είναι αληθές ότι οι κραυγές των κατωτέρων ζώων αποτελούν γλώσσαν εφόσον εκφράζουν την κατάστασι της διανοίας των, και ότι αυτά έχουν ένα φωνητικό μέσον επικοινωνίας, εν τούτοις, η ικανότης αυτή δεν θα μπορούσε να παραβληθή με την πολύ υπέρτερη ικανότητα του ανθρώπου να χρησιμοποιή έναρθρη ομιλία, να διαιρή ήχους σε συλλαβές και λέξεις και, με διευθέτησι ή συνδυασμό τούτων, να έχη ένα λεξιλόγιο και να μιλή καθαρά και με συνοχή.—Παροιμ. 25:11· 15:23.
Αντί να μάθη να μιλή μιμούμενος τα ζώα, αρχίζοντας από γρυλλισμούς και γρινιάσματα, όπως διδάσκει η εξέλιξις, ο Αδάμ, καθώς εκτίθενται τα πράγματα στο βιβλίο της Γενέσεως, έκαμε σχεδόν άμεση χρήσι των δυνάμεων της ομιλίας, δίδοντας ονόματα στα διάφορα ζωικά δημιουργήματα. Αυτό απαιτούσε την ιδιότητα της διανοήσεως, την άσκησι σκέψεως, συλλογισμού και κρίσεως, την εσωτερική ενέργεια του νου και την εξωτερική έκφρασι με λέξεις. Η κατονομασία της ζωικής κτίσεως απαιτούσε ένα αρκετά μεγάλο λεξιλόγιο. Αυτό ήταν στην ουσία μια δοκιμή νοητικότητος.
Επίσης, όταν ο Αδάμ έλαβε την Εύα ως σύζυγο, μίλησε νοημόνως, λέγοντας: «Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου, και σαρξ εκ της σαρκός μου· αύτη θέλει ονομασθή ανδρίς, διότι εκ του ανδρός αύτη ελήφθη.» Αν και η γλώσσα έχει αλλάξει, ο άνδρας μέχρι σήμερα λέγει κατ’ ουσίαν το ίδιο πράγμα όταν εκλέγη για τον εαυτό του μια σύζυγο. Και η Εύα, επίσης, ήταν προικισμένη με την ίδια δύναμι εκφράσεως που είχε προικισθή και ο Αδάμ, δηλαδή, να μιλή, χρησιμοποιώντας λέξεις και φράσεις· μια γλώσσα για να εκφράζουν ο ένας προς τον άλλον τις ιδέες των και τη συντροφιά των. Εγνώριζαν ότι η γλώσσα έχει ως σκοπόν την ανταλλαγή σκέψεων, ότι είναι ένα μέσον μεταδόσεως αγγέλματος ή εντολής, και για τη συνομιλία μεταξύ των. Η Εύα ήταν καλά εφωδιασμένη γι’ αυτόν τον σκοπό. Η ομιλία την έκανε ιδεώδη βοηθό, συμπλήρωμα του ανδρός. Ήταν, επίσης, εφωδιασμένη να μεταβιβάζη το θαυμάσιο αυτό δώρο στους απογόνους της.—Γέν. 2:23.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΡΑΣΙΣ
Η γλώσσα δεν είναι ένστικτη στο ανθρώπινο γένος, όπως είναι η επικοινωνία μεταξύ των κατωτέρων ζώων. Η τέχνη του λόγου πρέπει να του διδαχθή. Στους ανθρώπους, λοιπόν, η ομιλία είναι προοδευτική. Το ένστικτο διαφέρει από τη νοημοσύνη κατά το ότι η νοημοσύνη παραμένει ουσιαστικά στη διαφορετικότητα των μέσων που χρησιμοποιεί, ενώ το ένστικτο είναι αμετάβλητα μια έμφυτη δύναμις νόμου. Ο Α. Γ. Χολμς είπε: «Μια χήνα πετά βάσει ενός χάρτου πτήσεως που δεν θα μπορούσε να βελτιώση η Βασιλική Γεωγραφική Εταιρία.» Ο Κόλτον εδήλωσε: «Αν και το λογικό είναι προοδευτικό, το ένστικτο είναι στάσιμο. Πέντε χιλιάδες χρόνια δεν προσέθεσαν καμμιά βελτίωσι στην κυψέλη μιας μέλισσας, ή στην κατοικία ενός κάστορος,» και, θα μπορούσαμε να προσθέσωμε, στη γλώσσα των αγρίων. Αλλά όσον αφορά το ανθρώπινο γένος η γλώσσα έχει αλλάξει.
Στο ανθρώπινο γένος η ομιλία αποτελεί κοινωνική δράσι. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήση χωρίς τη συνεργασία των συνανθρώπων του. Ο κύριος σκοπός της ομιλίας μεταξύ των ανθρώπων είναι να εξασφαλίση αυτή τη συνεργασία κι έτσι να επιτύχη ο άνθρωπος κάποια μορφή αυτοκατανοήσεως για να εκπληρώση τις επιθυμίες του και να είναι μια αντανάκλασις της δόξης του Δημιουργού. Η Εύα απέδειξε ότι εννοούσε πλήρως τη βασική αυτή αλήθεια, όταν είπε στον όφιν: «Από του καρπού των δένδρων του παραδείσου δυνάμεθα να φάγωμεν· από δε του καρπού του δένδρου, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ’ αυτού, μηδέ έγγίσητε αυτόν, δια να μη αποθάνητε.» Η εντολή αυτή πρώτα εδόθη στον σύζυγό της Αδάμ, ο δε Αδάμ, χρησιμοποιώντας τη λαλιά, μετεβίβασε τον νόμο τέλεια στη σύζυγο του, τον οποίον αυτή με τη δική της έκφρασι έδειξε ότι κατενόησε. Η μεταδοτική ενέργεια συμπληρώνεται μόνον όταν ο ομιλητής λαμβάνη απάντησι με λόγο, βλέμμα, χειρονομία ή και σιωπή ακόμη (διότι η σιωπή είναι κάποτε εύγλωττη), που θα τον κάμη να μπορή να κρίνη τη διάθεσι του ακροατού κι επομένως τον βαθμό της επιτυχίας ή αποτυχίας του. «Και αυτός ο άφρων, όταν σιωπά, λογίζεται σοφός· και ο κλείων τα χείλη αυτού, συνετός.» Η Εύα με την έκφρασί της κατέδειξε ότι κατανοούσε πλήρως την αιτία, για την οποία εδόθη η ομιλία.—Γέν. 3:2, 3· 2:16, 17· Παροιμ. 17:28.
ΕΝΑ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΝ
Επί 1.700 χρόνια και πλέον μετά τη δημιουργία του ανθρώπου μπορούσε ακόμη να λεχθή: «Και ήτο πάσα η γη μιας γλώσσης, και μιας φωνής [ή «ενός λεξιλογίου», περιθώριον].» Η σύγχυσις των γλωσσών επήλθε ως αποτέλεσμα Θείας ενεργείας. Αυτό απετέλεσε απάντησιν του Ιεχωβά σ’ ένα λαό που προκαλούσε τον Θεό, που προσπαθούσε να εγκαθιδρύση μια ένωσι του ανθρωπίνου γένους, μια παγκόσμια κυβέρνησι με κέντρον τη Βαβέλ. Η σχετική Γραφική αφήγησις λέγει: «Κατέβη δε ο Ιεχωβά δια να ίδη την πόλιν και τον πύργον, τον οποίον ωκοδόμησαν οι υιοί των ανθρώπων. Και είπεν ο Ιεχωβά, Ιδού, είς λαός, και πάντες έχουσι μίαν γλώσσαν, και ήρχισαν να κάμνωσι τούτο· και τώρα δεν θέλει εμποδισθή εις αυτούς παν ό,τι σκοπεύουσι να κάμωσιν· έλθετε, ας καταβώμεν και ας συγχύσωμεν εκεί την γλώσσαν αυτών, δια να μη εννοή ο είς του άλλου την γλώσσαν. Και διεσκόρπισεν αυτούς ο Ιεχωβά εκείθεν επί του προσώπου πάσης της γης· και έπαυσαν να οικοδομώσι την πόλιν. Δια τούτο ωνομάσθη το όνομα αυτής Βαβέλ· διότι εκεί συνέχεεν ο Ιεχωβά την γλώσσαν πάσης της γης· και εκείθεν διεσκόρπισεν αυτούς ο Ιεχωβά επί το πρόσωπον πάσης της γης.»—Γέν. 11:1, 5-9, ΜΝΚ.
Μετά τη διάσπασι της Βαβέλ οι άνθρωποι άρχισαν να διασκορπίζωνται σε όλα τα μέρη της γης. Επειδή οι άνθρωποι δεν συνεδέοντο με στενούς δεσμούς επικοινωνίας, ανεφαίνοντο γρήγορα διαφορές ομιλίας, ακόμη και μεταξύ ανθρώπων της ιδίας γλωσσικής ομάδος, ανεφύοντο διάλεκτοι, και τελικά εγεννώντο νέες γλώσσες, που ωμοίαζαν με τη βασική γλώσσα και όμως διεκρίνοντο από αυτή. Ακοίμητοι παράγοντες ετήρησαν τις γλώσσες του κόσμου σε μια συνεχή σχεδόν κατάστασι μεταβολής. Η απόστασις ή οι φυσικοί φραγμοί, οι πόλεμοι και οι κατακτήσεις, ίσως το κλίμα, μια προσπάθεια εξαλείψεως των δυσκολωτέρων ήχων ή συνδυασμών ήχων και η επιθυμία απομιμήσεως εξεχόντων ή λαοφιλών προσώπων—όλα αυτά έπαιξαν τον ρόλο τους, ώσπου σήμερα η βαβέλ των γλωσσών έφθασε στον απίστευτο αριθμό των 2.796 γλωσσών· μερικές απ’ αυτές ομιλούνται από εκατομμύρια, και άλλες από λίγες εκατοντάδες ανθρώπων μόνον.
Αν και η φημισμένη Αγγλική γλώσσα περιέχει σχεδόν 700.000 λέξεις, η γλώσσα της φυλής Αράντα, στο εσωτερικό της Αυστραλίας, περιορίζεται σε 400 έως 500 λέξεις. Το μικρό αυτό λεξιλόγιο δεν οφείλεται σε έλλειψι νοημοσύνης από εκείνους που την μιλούν. Προφανώς η άκρα απομόνωσις τους έκαμε να μπορούν να προχωρήσουν μ’ αυτό το λεξιλόγιο.
ΚΑΘΑΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
Η γλώσσα αναμφισβήτητα αποτελεί φραγμόν, αλλά όχι κατ’ ανάγκην και διαιρετική δύναμι. Η ενότης μπορεί να επιτευχθή παρά τον φραγμόν της γλώσσης με την άσκησι της «καθαράς γλώσσης». Η καθαρή γλώσσα είναι η τελεία κατανόησις των βουλών του Ιεχωβά όπως αναγράφονται μέσα στον λόγο του, την Αγία Γραφή, και όπως οι βουλές του αυτές απεκαλύφθησαν από τον Ιησού Χριστό. Η καθαρή γλώσσα είναι η αλήθεια, απαλλαγμένη από κάθε θρησκευτική νοθεία. Εδόθη στον Αδάμ και στην Εύα, αλλά διεστράφη σε λίγον καιρό, όταν ο όφις, ο Διάβολος, μίλησε για έναν ιδιοτελή σκοπό, για να οδηγήση τον άνθρωπο στη λατρεία πλασμάτων. Από τότε λίγοι μόνον άνθρωποι έμαθαν την καθαρή γλώσσα.
Ο προφήτης Ιωήλ προείπε τον καιρό που το άγιο πνεύμα του Θεού θα εξεχύνετο «επί πάσαν σάρκα», κάνοντας τους καλής θελήσεως ανθρώπους να μπορούν να μάθουν και να μιλούν τη γλώσσα που οδηγεί στη ζωή. Ο καιρός εκείνος ήλθε στο έτος 33 μ.Χ. Άνδρες και γυναίκες έμαθαν ότι η καθαρή γλώσσα ήταν η ομιλία της καθαρής λατρείας του Παντοδυνάμου Θεού, Ιεχωβά. Το πνεύμα του Θεού τούς έδωσε τότε τη δύναμι να μιλούν σε διάφορες γλώσσες, οι δε συγκεντρωμένοι στην Ιερουσαλήμ μπορούσαν να εννοήσουν τα αγαθά νέα της Βασιλείας. Ο απόστολος Πέτρος, χρησιμοποιώντας τις δυνάμεις της λαλιάς του για να μιλήση την καθαρή γλώσσα, απεκορύφωσε την ομιλία του με τα εξής λόγια: «Και πας όστις αν επικαλεσθή το όνομα του Ιεχωβά, θέλει σωθή.»—Πράξ. 2:1-21, ΜΝΚ.
Τώρα, σ’ αυτές τις ημέρες της πλήρους και τελικής εκπληρώσεως της προφητείας του Ιωήλ, υπάρχει μεταξύ εκείνων που ζουν με την ελπίδα ενός νέου κόσμου μια γλώσσα, η οποία είναι αληθινά διεθνής, η οποία υπερπηδά όλους τους φραγμούς και ομιλείται από άτομα πολλών, πάρα πολλών γλωσσών. Είναι καθαρή και δεν είναι δύσκολο ν’ αποκτηθή, αν ο σπουδαστής είναι ειλικρινής. Προελέχθη στο Σοφονία 3:9 (ΑΣ): «Διότι τότε θέλω αποκαταστήσει εις τους λαούς γλώσσαν καθαράν, δια να επικαλώνται πάντες το όνομα του Ιεχωβά να δουλεύωσιν αυτόν υπό ένα ζυγόν.»
Η καθαρή αυτή γλώσσα ομιλείται σήμερα από τον λαόν του Ιεχωβά σε όλα τα έθνη, και τον ενώνει με δεσμούς αγάπης και Χριστιανικής αδελφότητος, παρά τη διαφορά των μητρικών του γλωσσών. Τους ενώνει στο να επιδίδουν μαρτυρία για το όνομα και τη βασιλεία του Ιεχωβά. Έτσι, αν και οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι διασκορπισμένοι σ’ όλο το πρόσωπο της γης, σε 159 και πλέον χώρες, εν τούτοις με τη δύναμι του πνεύματος του Θεού και της καθαρής γλώσσης, είναι ενωμένοι σαν μια κοινωνία Νέου Κόσμου. Οι κοσμικοί φραγμοί δεν αποτελούν εμπόδιο γι’ αυτούς.
Μάθετε την καθαρή γλώσσα, διότι όχι μόνο θα σας βοηθήση να επικοινωνήσετε με ανθρώπους όλων των εθνών και να τους κάμετε φίλους, αλλά και θα φέρη ζωή και σε σας και στους ακροατάς σας· και, το σπουδαιότερο, θα χρησιμοποιήτε την ομιλία για τον επιδιωκόμενο σκοπό της, το ν’ αποδίδετε δόξα στο όνομα του Ιεχωβά.