Ας Αγιασθή το Όνομα του Θεού
«Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· αγιασθήτω το όνομά σου.—Ματθ. 6:9
1. Για ποιο πράγμα πρέπει να προσευχώμεθα ως πρωτίστης σπουδαιότητας;
Όποιος λέγει ότι είναι Χριστιανός έχει διαβάσει ή ακούσει την προσευχή που έδωσε ο Ιησούς ως πρότυπον όταν τον ρώτησαν οι μαθηταί του: «Κύριε, δίδαξον ημάς να προσευχώμεθα.» Ως σημείον πρωτίστης σπουδαιότητος, ο Ιησούς εδήλωσε: «Πάτερ, αγιασθήτω το όνομά σου.»—Λουκ. 11:1, 2, Κείμενον
2. Τι πράγματα αντιπροσωπεύει το όνομα του Ιεχωβά;
2 Απ’ όλα τα ονόματα στο σύμπαν, το όνομα του Πατρός, του Ιεχωβά, υπερέχει σε λαμπρότητα, αξιοπρέπεια και φήμη. Δεν είναι μόνο Δημιουργός, ο Παντοδύναμος που έχει απεριόριστη γνώσι και εκτελεί τέλεια δικαιοσύνη, αλλά το σπουδαιότερο, η αγαθωσύνη και το έλεός του κάνουν το όνομά του άξιο να λαμβάνη τη μεγαλύτερη τιμή και τον αίνο, στην πραγματικότητα, την ευλάβεια. Όταν ο Μωυσής εζήτησε να δη τη δόξαν του Θεού, έλαβε εντολή να πάη στο Όρος Σινά, και «κατέβη ο Ιεχωβά εν νεφέλη και εστάθη μετ’ αυτού εκεί και εκήρυξε το όνομα του Ιεχωβά. Και παρήλθε Ιεχωβά έμπροσθεν αυτού και εκήρυξε, Ιεχωβά, Ιεχωβά ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα και επί τα τέκνα των τέκνων έως τρίτης και τετάρτης γενεάς.»—Έξοδ. 33:18-23· 34:4-7, ΜΝΚ.
3. Ποιες είναι οι κύριες ιδιότητες του Θεού και γιατί λέγει ο Θεός ότι δεν απαλλάσσει κανέναν από τιμωρία;
3 Η αγάπη και το έλεος του Ιεχωβά, όπως φαίνεται εδώ, είναι μεταξύ των κυριωτέρων ιδιοτήτων του. Αλλά ο Ύψιστος δεν θ’ αφήση τον παραβάτη να διαστρέψη το έλεός του ως δικαιολογία για συνεχή ακολασία. Αλλιώς, δεν θα μπορούσε να διακυβερνήση το σύμπαν για το καλό εκείνων που θέλουν να κάνουν ό,τι είναι ορθό. Ένας από τους αποστόλους του Χριστού τονίζει τα επόμενα για ωρισμένους ανθρώπους: «Καθώς απεδοκίμασαν το να έχωσιν επίγνωσιν του Θεού, παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν, ώστε να πράττωσι τα μη πρέποντα, πλήρεις όντες πάσης αδικίας.» (Ρωμ. 1:28, 29) Ο τρόπος της ζωής των, με τις ειδωλολατρίες και την ανηθικότητα, είχε ασφαλώς αποτελέσματα στους απογόνους των. (Ρωμ. 1:21-23) Αλλά και αυτά τα τέκνα ακόμη μπορούν να τύχουν του ελέους του Θεού αν στραφούν σ’ αυτόν για βοήθεια.—Ιεζ. 18:21, 22.
Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
4. Τι πρέπει εμείς, ως Μάρτυρες του Ιεχωβά, να κάνωμε πραγματικό θησαυρό και καύχημά μας;
4 Σε μας τους ανθρώπους, λοιπόν, ο Ιεχωβά περιγράφει τι πρέπει να κάνωμε πραγματικό θησαυρό μας. Λέγει: «Ας μη καυχάται ο σοφός εις την σοφίαν αυτού, και ας μη καυχάται ο δυνατός εις την δύναμιν αυτού, ας μη καυχάται ο πλούσιος εις τον πλούτον αυτού· αλλ’ ο καυχώμενος ας καυχάται εις τούτο, ότι εννοεί και γνωρίζει εμέ, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, ο ποιών έλεος, κρίσιν και δικαιοσύνην επί της γης· επειδή εις ταύτα ευαρεστούμαι.»—Ιερεμ. 9:23, 24, ΜΝΚ.
5. Πώς ο Ιησούς διατηρούσε βαθιά στην καρδιά του τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά;
5 Επομένως, το όνομα του Ιεχωβά και ό,τι αυτό υπονοεί πρέπει να είναι βαθιά στην καρδιά μας. Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, εκείνο που τον έθιγε περισσότερο ήταν η μομφή που συσσωρεύετο κατά του ονόματος του Θεού, ιδιαίτερα από τον λαό του Θεού, τους Ιουδαίους. Είπε: «Εγώ κάμνω πάντοτε τα αρεστά εις αυτόν [τον Θεόν].» (Ιωάν. 8:29) Στη δοκιμασία που είχε στον Κήπο της Γεθσημανή, εκείνο που τον ανησυχούσε περισσότερο δεν ήταν το ότι επρόκειτο να πεθάνη. Ήλθε στη γη, γεννημένος ως άνθρωπος για τον σκοπό ακριβώς του θυσιαστικού θανάτου και προχωρούσε σταθερά προς αυτό τον σκοπό. Αλλά εκείνο που τον καταβάρυνε εκείνη την τελευταία νύχτα πριν από τον θάνατό του ήταν η μομφή που θα επέφερε στο όνομα του Ιεχωβά ο θάνατός του με την κατηγορία της βλασφημίας κατά του Θεού—ότι δηλαδή αυτός, ο Υιός του Θεού και εκπρόσωπος του Θεού, θα πέθαινε μ’ αυτό τον επονείδιστο τρόπο ενώπιον όλου του κόσμου. Γι’ αυτόν εγράφησαν τα εξής: «Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ.»—Ρωμ. 15:3.
6. Όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος πρέπει να μας επηρεάζη ως Χριστιανούς το εδάφιο Ρωμαίους 15:3;
6 Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί αυτή τη δήλωσι για να ενθαρρύνη τους Χριστιανούς να έχουν υπ’ όψι τους κάτι άλλο εκτός από την ικανοποίησι του εαυτού των—ότι πρέπει να είναι πρόθυμοι να διαθέτουν τον εαυτό τους για να εξυπηρετήσουν τους άλλους. (Ρωμ. 15:1, 2) Γι’ αυτό τον σκοπό έζησε και πέθανε ο Χριστός, επωμιζόμενος όλες τις μομφές, για να έχουν οι άνθρωποι την ορθή άποψι για τον Πατέρα του, κι έτσι να μπορέσουν να γνωρίσουν και να αινέσουν τον Θεό. Ο Παύλος, απευθυνόμενος στους Χριστιανούς, παρακαλεί τα εξής: «Να φρονήτε το αυτό εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν, δια να δοξάζητε ομοθυμαδόν εν ενί στόματι τον Θεόν και Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.»—Ρωμ. 15:5, 6.
ΕΝΩΠΙΟΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΚΑΙ ΜΑΚΡΑΝ
7. Πώς μπορεί ο Χριστιανός ν’ αγιάζη το όνομα του Θεού (α) κατ’ ιδίαν, (β) στην οικογένειά του, και (γ) στην εκκλησία;
7 Πώς μπορεί ο Χριστιανός, που φέρει το όνομα του Ιεχωβά, να είναι βέβαιος ότι πάντοτε αγιάζει το όνομα του Θεού; Φυσικά, το πράττει αυτό ακόμη και κατ’ ιδίαν, τηρώντας το όνομα του Θεού ιερό μέσα στην καρδιά και στη διάνοιά του. Το πράττει αυτό και στην οικογένειά του, μιλώντας για ορθά πράγματα και δείχνοντας στοργικό ενδιαφέρον για κάθε μέλος, εκδηλώνοντας ιδιότητες που δείχνει ο Θεός προς την οικογένειά του. Προς τους αδελφούς του μέσα στη Χριστιανική εκκλησία αγιάζει το όνομα του Θεού βοηθώντας τους σε κάθε ευκαιρία, βαστάζοντας τις αδυναμίες εκείνων που δεν είναι πνευματικά ισχυροί όπως αυτός. (Γαλ. 6:10) Επειδή φέρει το όνομα του Ιεχωβά, γνωρίζει ότι οτιδήποτε λέγει και πράττει θ’ αντανακλά στο θείο όνομα.
8. Πώς μπορεί ένα άτομο ν’ αγιάζη το όνομα του Θεού στα όμματα των έξω, και ποια στάσι του Θεού πρέπει να έχωμε κι εμείς;
8 Πώς αυτός αγιάζει το όνομα του Θεού ενώπιον των ανθρώπων γύρω του; Μιμούμενος τον Θεό και εξηγώντας στους άλλους γιατί ενεργεί έτσι. Πρέπει, λοιπόν, να τους αγαπά όπως και ο Θεός. Ο Θεός θα μπορούσε να θεωρή όλη την ανθρωπότητα ανάξια, ιδιοτελή, αποκρουστικά αμαρτωλή. Θα μπορούσε ορθώς να εκδηλώση μόνο αίσθημα ανωτερότητος, καταφρονώντας την κατάστασι της διαφθοράς και καταπτώσεως των ανθρώπων, την μωρία και τις ασύνετες πράξεις τους. Εν τούτοις, ο Θεός δεν έλαβε αυτή τη θέσι. Είδε αυτά τα πράγματα που δεν του ήσαν αρεστά. Αλλά «τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» (Ιωάν. 3:16) Και ο Χριστός πέθανε για μας «ότε ήμεθα έτι ασθενείς, . . . ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, . . . εχθροί όντες.»—Ρωμ. 5:6-10.
9. Πώς μπορεί ο Χριστιανός ν’ αγιάζη το όνομα του Θεού όταν μιλή σε άλλους που δεν είναι στην αλήθεια;
9 Ένας από τους πιο άμεσους τρόπους αγιασμού του ονόματος του Θεού είναι το να μιλούμε στους άλλους για την φιλάγαθη πρόνοια το Θεού προς τους ανθρώπους μέσω του Χριστού. Μιλώντας σ’ αυτά τα άτομα, είτε φαίνονται ότι ενδιαφέρονται είτε όχι, ο Χριστιανός πρέπει πάντοτε να έχη υπ’ όψιν τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά. Αυτό σημαίνει ότι η διαγωγή μας και τα λόγια μας πρέπει να είναι εκείνα που θα ενθαρρύνουν, αν είναι δυνατόν, τα άτομα να έχουν μια πιο φιλική άποψι προς τον Θεό. Πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν ότι το άτομο στο οποίο μιλούμε δεν βλέπει τα πράγματα στο φως που τα βλέπομε εμείς. Παρατηρεί πιο πρόθυμα την ευγένειά μας και την καλωσυνάτη, υποβοηθητική, ειλικρινή στάσι μας απ’ όσο τα λόγια μας. Αν δεν διακρίνη αυτά τα πράγματα, δεν θ’ ακούση όσα του λέμε.
10. Όταν μιλούμε στους έξω, τι πρέπει ν’ αποφεύγωμε και τι πρέπει να θέλωμε να τονίσωμε;
10 Επομένως, όταν κάνωμε επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι, καλά θα κάνωμε να έχωμε ένα θετικό τρόπο ενάρξεως. Αν κατακρίνωμε εκείνα που πιστεύει ο οικοδεσπότης ή όσα αυτός κάνει, δεν θα τον βοηθήσωμε. Πρέπει να προσπαθήσωμε να τον βοηθήσωμε να διακρίνη ότι αυτό που του παρουσιάζομε στο όνομα του Ιεχωβά είναι καλό. Πρέπει να τον προσελκύση σαν κάτι καλύτερο, κάτι που θα τον βοηθήση, όχι θα τον κατακρίνη.
11. (α) Πρέπει να φρονούμε ότι επειδή έχομε την αλήθεια είμεθα καλύτεροι απ’ εκείνους που δεν ανήκουν στην εκκλησία; (β) Τι λέγει ο απόστολος Παύλος για τον σκοπό της πολιτείας του Θεού μ’ αυτόν όταν ήταν ένας τέτοιος αμαρτωλός;
11 Επίσης, η στάσις μας απέναντί του, και απέναντι όλων των ανθρώπων στον κόσμο, πρέπει να είναι εκείνη που επέδειξε ο απόστολος Παύλος. Το ότι απλώς αυτός ευνοήθηκε με το να έχη την αλήθεια, δεν τον έκαμε να θεωρή τον εαυτό του προσωπικά, ως ατελές ανθρώπινο πλάσμα, καλύτερο από εκείνους στους οποίους εκήρυττε. Είπε τα εξής: «Εξεύρω ότι δεν κατοικεί εν εμοί, τουτέστιν εν τη σαρκί μου, αγαθόν.» (Ρωμ. 7:18) Είπε στον σύντροφό του Τιμόθεο: «Ευχαριστώ τον ενδυναμώσαντά με Ιησούν Χριστόν τον Κύριον ημών, ότι ενέκρινε πιστόν και έταξεν εις την διακονίαν εμέ, τον πρότερον όντα βλάσφημον και διώκτην και υβριστήν· ηλεήθην όμως, διότι αγνοών έπραξα εν απιστία, αλλ’ υπερεπερίσσευσεν η χάρις του Κυρίου ημών μετά πίστεως και αγάπης της εν Χριστώ Ιησού. Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον δια να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ· αλλά δια τούτο ηλεήθην, δια να δείξη ο Ιησούς Χριστός εις εμέ πρώτον την πάσαν μακροθυμίαν, εις παράδειγμα των μελλόντων να πιστεύωσιν εις αυτόν εις ζωήν αιώνιον.»—1 Τιμ. 1:12-16.
ΕΝΩΠΙΟΝ ΣΥΓΓΕΝΩΝ
12. Ποια μπορεί να είναι η κατάστασις μιας οικογενείας όταν ένα μέλος της γίνη Μάρτυς του Ιεχωβά;
12 Μια μεγάλη θύρα που είναι ανοιχτή σε πολλούς από μας για τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά έχει σχέσι με τους συγγενείς μας που δεν είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μπορεί να είμεθα ειλικρινείς στην παρουσίασι της αληθείας, αλλά μπορεί να μην έχωμε την κατάλληλη διακριτικότητα για τους συγγενείς μας, οι οποίοι δεν γνωρίζουν ούτε καταλαβαίνουν ούτε δέχονται πράγματα σχετικά με την Αγία Γραφή με τον ίδιο τρόπο που τα δεχθήκαμε εμείς.
13. Ποια πορεία θ’ ακολουθούσε μια σύζυγος, λόγου χάριν, όταν έλθη σε γνώσι της αληθείας πριν από τον σύζυγο και τους συγγενείς της;
13 Παραδείγματος χάριν, μια σύζυγος μπορεί να γνωρίση την αλήθεια και να διακρίνη ότι μερικές από τις προηγούμενες πράξεις της, όπως επίσης και πράξεις του συζύγου της και των συγγενών της, είναι εσφαλμένες. Ο σύζυγος και οι συγγενείς της ίσως να τη θεωρούν φανατική αν προσπαθή να επιβάλη τις ιδέες της σ’ αυτούς. Αυτή θα μπορούσε αμέσως να τους πη ότι όλες αυτές οι συνήθειες, όπως είναι η τήρησις ωρισμένων εορτών, είναι εσφαλμένες, και ίσως αυτό να τους κάνη να μη θέλουν να την ακούσουν. Ποιος είναι ένας καλύτερος τρόπος με τον οποίον θα μπορούσε να ενεργήση;
14. Ποια είναι η κατάλληλη στάσις και ενέργεια ενός Μάρτυρος του Ιεχωβά απέναντι των συγγενών του που δεν είναι στην αλήθεια;
14 Να έχετε υπομονή, διακριτικότητα και συμπάθεια για τους άλλους! Σκεφθήτε τον χρόνο που δαπανάτε καθώς επισκέπτεσθε ξένους στις πόρτες των, τον χρόνο που δαπανάτε συμμελετώντας μ’ αυτούς, βοηθώντας τους επιμελώς ν’ αποκτήσουν ένα καλό θεμέλιο προτού προσπαθήσετε να τους βοηθήσετε ν’ αλλάξουν τους τρόπους ενεργείας των, τις συναναστροφές των, και λοιπά. Γιατί, λοιπόν, να είσθε τόσο βιαστικοί και να κάνετε απόπειρες να επιβάλετε τις απόψεις σας στους συγγενείς σας; Προτού διακόψετε τη συναναστροφή σας μ’ αυτούς ή να τους αναγκάσετε ν’ αποσυρθούν οι ίδιοι, γιατί να μη θεωρήσετε το ζήτημα ως ένα τρόπο υπηρεσίας προς τον Θεόν ενώ είσθε ακόμη φιλικοί, ευγενικοί, εξυπηρετικοί και γλυκομίλητοι, όπως ήσαστε πάντα; Μ’ αυτό τον τρόπο, θα εκδηλώνετε τις ιδιότητες του Θεού και θ’ αγιάζετε το όνομά του έτσι ώστε, όταν σας παρουσιασθή μια ευκαιρία να τους μιλήσετε για τα αγαθά πράγματα των θείων προμηθειών, μπορεί να είναι διατεθειμένοι να σας ακούσουν, διότι διακρίνουν τις ιδιότητες του Θεού σ’ εσάς.
ΜΗΝ ΕΧΕΤΕ ‘ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ’ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΑΣ
15, 16. Σε ποια πορεία ασοφίας άφησε ο Μωυσής τον εαυτό του να φθάση μέσα στην έρημο Σιν;
15 Σχετικά μ’ εκείνους που δεν είναι στην αλήθεια, πρέπει, όπως και με τους Χριστιανούς αδελφούς μας, να σκεπτώμεθα πάντοτε πρώτα: Αυτό που κάνω ή θα κάνω προτάσσει τον αγιασμό του ονόματος του Θεού; Είναι εύκολο να γίνω ανυπόμονος και ευερέθιστος ή να ‘αυτοδικαιώνωμαι’ κάπως, λησμονώντας να βασίζωμαι εξ ολοκλήρου στον Ιεχωβά. Αυτή η πορεία δείχνει έλλειψι σοφίας. Ο Μωυσής έκαμε αυτό ακριβώς το σφάλμα κάποτε. Οι Ισραηλίται ήσαν πολύ στασιαστικοί και ενοχλητικοί για τον Μωυσή. Στην έρημο Σιν άρχισαν να φιλονεικούν με τον Μωυσή επειδή δεν υπήρχε νερό. Ο Ιεχωβά τότε είπε στον Μωυσή να λαλήση προς τον βράχο για να βγάλη νερό. Αλλά ο Μωυσής είπε στον λαό: «Ακούσατε τώρα, σεις οι απειθείς· να σας εκβάλωμεν ύδωρ εκ της πέτρας ταύτης;» Αντί να λαλήση προς τον βράχο, τον εκτύπησε δύο φορές κι έτσι επέσυρε την προσοχή στον εαυτό του και εκάλεσε τον λαό ‘απειθή,’ και βγήκε νερό.—Αριθμ. 20:1, 2, 7-11.
16 Ο Μωυσής κατώρθωσε να βγάλη νερό για τον λαό. Αλλά τι είπε ο Ιεχωβά—«Επειδή δεν με επιστεύσατε, δια να με αγιάσητε έμπροσθεν των υιών Ισραήλ, δια τούτο σεις δεν θέλετε φέρει την συναγωγήν ταύτην εις την γην, την οποίαν έδωκα εις αυτούς.»—Αριθμ. 20:1, 2, 7-11.
ΓΙΝΕΣΘΕ ΚΟΙΝΩΝΟΙ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΝΕΩΝ
17. (α) Χρεωστούμε τίποτα εμείς ως Μάρτυρες του Ιεχωβά στους έξω ανθρώπους; (β) Αναλύστε τι είπε ο απόστολος Παύλος στην επιστολή 1 Κορινθίους 9:19-27 και εφαρμόστε αυτήν την αρχή στους Μάρτυρες του Ιεχωβά.
17 Ο Θεός, ευνοώντας μας με τη γνώσι της αληθείας, μας επεφόρτισε πραγματικά την ευθύνη προς τους έξω καθώς και προς τους αδελφούς μας. Ο απόστολος Παύλος εξέφρασε το ζήτημα στους Χριστιανούς της Ρώμης μ’ αυτό τον τρόπο: «Χρεώστης είμαι προς Έλληνάς τε και βαρβάρους [ξένους], σοφούς τε και ασόφους [ανεκπαιδεύτους]· ούτω πρόθυμος είμαι το κατ’ εμέ να κηρύξω το ευαγγέλιον και προς εσάς τους εν Ρώμη.» (Ρωμ. 1:14, 15) Ο Παύλος επίσης είπε: «Διότι ελεύθερος ων πάντων εις πάντας εδούλωσα εμαυτόν, δια να κερδήσω τους πλειοτέρους· και έγεινα εις τους Ιουδαίους ως Ιουδαίος, δια να κερδήσω τους Ιουδαίους· εις τους υπό νόμον ως υπό νόμον, δια να κερδήσω τους υπό νόμον· εις τους ανόμους ως άνομος, μη ων άνομος εις τον Θεόν, αλλ’ έννομος εις τον Χριστόν, δια να κερδήσω ανόμους· έγεινα εις τους ασθενείς ως ασθενής, δια να κερδήσω τους ασθενείς· εις πάντας έγεινα τα πάντα, δια να σώσω παντί τρόπω τινάς. Κάμνω δε τούτο δια το ευαγγέλιον, δια να γείνω συγκοινωνός αυτού.» Ο Παύλος δεν ήθελε ν’ απορριφθή και να χάση τις ευλογίες των «αγαθών νέων» μολονότι εκήρυττε στους άλλους.—1 Κορ. 9:19-27.
18. Πώς μπορούμε να ενεργούμε σύμφωνα με την προσευχή μας ‘ν’ αγιασθή το όνομα του Θεού’;
18 Συνεπώς, όταν προσευχώμεθα, «Πάτερ, αγιασθήτω το όνομά σου,» παρακαλούμε τον Θεό να μας βοηθήση να θέσωμε όλα τα άλλα κατά μέρος για να δοξάζωμε πάντοτε το όνομά του και να το τηρούμε ιερό. Θα ενεργούμε, λοιπόν, σύμφωνα με την προσευχή μας, προσέχοντας να μη θέτωμε τίποτα ενώπιον των άλλων για να προσκόψουν στην εκζήτησι της αληθείας. Θα φροντίζωμε να είμεθα πιο στοργικοί και λιγώτερο επικριτικοί. Θα έχωμε πάντα υπ’ όψιν ότι ο αντικειμενικός σκοπός μας δεν είναι να κρίνωμε, αλλά να ‘γίνωμε συγκοινωνοί του ευαγγελίου και των ευλογιών του’ με τους άλλους.
[Εικόνα στη σελίδα 19]
Επειδή ο Μωυσής παρέλειψε ν’ αγιάση το όνομα του Ιεχωβά, έχασε ένα μεγάλο προνόμιο