Θεοσεβής Διαγωγή προς τους Άλλους
«Σοι γράφω . . . δια να εξεύρης πώς πρέπει να πολιτεύεσαι εν τω οίκω του Θεού, όστις είναι η εκκλησία.»—1 Τιμ. 3:14, 15.
1, 2. Πώς μπορεί να μας βοηθήσει η Γραφή στη συμπεριφορά μας προς τους άλλους;
ΑΝΑΜΕΣΑ στα οφέλη που έχουν οι Χριστιανοί μελετώντας τη Βίβλο είναι και το ότι μαθαίνουν τον θεοσεβή τρόπο για να συμπεριφέρονται σ’ άλλους ανθρώπους. Ακόμη και άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με τη Χριστιανοσύνη ή τη Γραφή παραδέχονται τη σοφία και την πρακτικότητα που περιέχουν συμβουλές όπως αυτή: «Καθώς θέλετε να πράττωσιν εις εσάς οι άνθρωποι, και σεις πράττετε ομοίως εις αυτούς.»—Λουκ. 6:31.
2 Η Γραφή προμηθεύει πολύ περισσότερα από απλές γενικότητες για τη διαγωγή μας προς τους άλλους. Συμβουλεύει πώς θα πρέπει να φερόμαστε σε άτομα που βρίσκονται σε ορισμένη συγκεκριμένη σχέση μαζί μας, ή σε ορισμένες καταστάσεις. Επί παραδείγματι, συμβουλεύει πώς να φέρεται μια γυναίκα στον άπιστο σύζυγο της, και ποια να είναι η διαγωγή μας προς τους ταπεινούς, τους ανάπηρους και τους ανθρώπους του αντίθετου φύλου. (1 Πέτρ. 3:1-6· Ψαλμ. 41:1· Λευιτ. 19:14· 1 Τιμ. 5:1, 2) Οι Γραφές προσφέρουν επίσης πολύ ωφέλιμη συμβουλή για το πώς θα πρέπει να ‘πολιτευόμαστε στον οίκο του Θεού, που είναι η εκκλησία’.—1 Τιμ. 3:15.
3. Γιατί χρειαζόμαστε την καθοδήγηση του Θεού στη διαγωγή μας;
3 Η εφαρμογή αυτής της θείας συμβουλής είναι ζωτική, γιατί ο Λόγος του Θεού δείχνει ότι, εν μέρει, θα μας κρίνει με βάση το πώς φερθήκαμε στους άλλους. (Ματθ. 18:35· 25:40, 45· Αποκ. 2:23) Έτσι, αντί να καθοδηγούμαστε είτε με το τι λέει ότι θα πρέπει να κάνουμε κάποιος άνθρωπος, ή από τα συναισθήματα μας και από το τι «νομίζουμε» ότι είναι κατάλληλο, θα πρέπει να έχουμε τη στάση του Δαβίδ: «Δείξον μοι, Κύριε, τας οδούς σου· δίδαξόν με τα βήματα σου. Οδήγησόν με εν τη αλήθεια σου και δίδαξόν με· διότι συ είσαι ο Θεός της σωτηρίας μου.»—Ψαλμ. 25:4, 5· 139:17, 21.
ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ
4. Γιατί είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε πώς να φερθούμε στους αμαρτάνοντες;
4 Σαν απόγονοι του Αδάμ, όλοι οι άνθρωποι «ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού.» (Ρωμ. 3:23· 5:12) Εν τούτοις, η κατάσταση μας δεν είναι απελπιστική γιατί «ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον δια να σώση τους αμαρτωλούς». Όποιος το αναγνωρίζει αυτό και πιστεύει στον Χριστό μπορεί να κερδίσει συγχώρηση έστω και αν έζησε αμαρτωλά στο παρελθόν.—1 Τιμ. 1:12-16· 1 Κορ. 6:9-11· Πράξ. 10:43· Ρωμ. 6:12-14.
5. Τι χρειάζεται να γίνει αν ένας Χριστιανός διαπράξει ένα σοβαρό αμάρτημα;
5 Αλλά τι θα πρέπει να γίνει αν, αφού ένα άτομο έχει μετανοιώσει, έχει πιστέψει στον Χριστό και έχει γίνει ένας βαπτισμένος Χριστιανός, υποκύπτει σε αδυναμία ή πέφτει σε σοβαρό αμάρτημα; Θα μπορούσε και πάλι να συγχωρηθεί, όπως συγχωρήθηκε ο απόστολος Πέτρος που αρνήθηκε τον Ιησού. Εάν μαθαίνατε για κάποιο συγχριστιανό που είχε υποκύψει σε βαρύ αμάρτημα, τι θα κάνατε; Ασφαλώς από ειλικρινή αγάπη θα θέλατε να δείτε το άτομο αυτό να παίρνει πνευματική βοήθεια. Συχνά οι αφοσιωμένοι πνευματικοί πρεσβύτεροι ή επίσκοποι στην εκκλησία είναι το μέσον για τη χορήγηση αυτής της βοήθειας. Με ποιον αντικειμενικό σκοπό; Με σκοπό την αποκατάσταση πνευματικά του Χριστιανού που έσφαλε.—Γαλ. 6:1· 1 Ιωάν. 5:16· 2 Τιμ. 2:23-26· Ιούδα 23.
6. Ποια δράση πρέπει να ληφθεί αν ένας Χριστιανός ένοχος για βαρύ αμάρτημα δεν μετανοεί;
6 Μερικές φορές, όμως, ένα άτομο που βάδισε για μερικά χρόνια στην οδό της αληθινής Χριστιανοσύνης παραστρατεί απ’ αυτήν, και επιδίδεται σε ασεβή διαγωγή και κατόπιν δεν μετανοεί παρά τις ειλικρινείς προσπάθειες των πρεσβυτέρων να τον βοηθήσουν. Η Γραφή δείχνει ότι αυτό συνέβη στον πρώτο αιώνα, και συμβαίνει σήμερα. (2 Πέτρ. 2:10-20) Τι θα πρέπει να γίνει τότε; Με την τέλεια σοφία και δικαιοσύνη του, ο Θεός κατευθύνει να παρθεί ένα σταθερό μέτρο για να προστατέψει την ηθική και πνευματική καθαρότητα της εκκλησίας, μέτρο το οποίο θα μπορούσε να συγκλονίσει επίσης τον παραβάτη για να συνέλθει. Ο Λόγος του Θεού δίνει την εντολή: «Εκβάλετε τον κακόν εκ μέσου υμών.» Αυτό σημαίνει να αποβληθεί από την Χριστιανική εκκλησία.—1 Κορ. 5:13· 1 Τιμ. 1:20· παράβαλε με Δευτερονόμιο 17:7.
7. Τι είδος ερωτήματα εγείρονται για ένα άτομο που αποβλήθηκε από την εκκλησία;
7 Είναι λυπηρό που η διαγωγή και η στάση ενός ατόμου θα απαιτούσε μια τέτοια πράξη, αλλά αφού αποβληθεί, πώς θα πρέπει τα πιστά μέλη της εκκλησίας να τον θεωρούν και να τον μεταχειρίζονται; Θα πρέπει να φέρονται απέναντι του όπως θα φέρονταν σε κάποιο γείτονα, σε κάποιο συνάδελφο στην εργασία ή άτομο που τύχαινε να συναντήσουν στο δρόμο; Θα πρέπει να του λένε «Γεια σου» ή ακόμη και να συζητούν λίγο αν συναντηθούν στο δρόμο με το αποβληθέν άτομο; Θα μπορούν να προσληφθούν στην εργασία του ή να τον προσλάβουν αυτοί στη δική τους εργασία; Σε ποιο βαθμό θα πρέπει οι Χριστιανοί γονείς, ή άλλοι συγγενείς, να επικοινωνούν ή να κάνουν συντροφιά μ’ ένα τέτοιο άτομο; Πολλά τέτοια ερωτήματα δημιουργούνται. Πόσο ευγνώμονες μπορούμε να είμαστε που ο Ιεχωβά μάς έχει προμηθεύσει καθοδήγηση για το πώς να φερόμαστε σ’ έναν αποβληθέντα παραβάτη!
Η ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΔΙΚΟΠΡΑΓΟΥΝΤΕΣ
8, 9. (α) Τι συμβουλή έδωσε ο Ιησούς για έναν που αμάρτησε; (β) Σε ποιο είδος αμαρτίας αναφερόταν εδώ ο Ιησούς;
8 Στον καιρό που ο Θεός πολιτευόταν ακόμη με τους Ιουδαίους σαν λαό Του, ο Ιησούς έδωσε μερικές συμβουλές για κάποιον που είχε αμαρτήσει. Οι μαθητές του Ιησού, που ήταν και οι ίδιοι Ιουδαίοι, θα καταλάβαιναν αυτή τη συμβουλή κάτω από το φως της υφιστάμενης καταστάσεως στην Ιουδαϊκή κοινότητα. Κι’ εμείς, επίσης, μπορούμε να ωφεληθούμε, γιατί η συμβουλή που έδωσε ο Ιησούς θα εφαρμοζόταν αργότερα όταν θα ιδρυόταν από τον Θεό η Χριστιανική εκκλησία. (Ματθ. 21:43) Ο Ιησούς αρχίσει : «Εάν δέ αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, ύπαγε και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου· εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου.»—Ματθ. 18:15.
9 Ο Ιησούς δεν μιλούσε προφανώς για ένα «αμάρτημα» με την έννοια κάποιου μικρού προσωπικού αδικήματος σαν κι αυτό που διαβάζουμε στους Φιλιππησίους 4:2, 3. (Παράβαλε με Παροιμίες 12:18.) Φαίνεται, μάλλον, ότι εννοούσε αμαρτήματα όπως είναι η απάτη ή η συκοφαντία, αμαρτήματα αρκετά σοβαρά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ένα άτομο στην αποβολή του από την εκκλησία.a Αν εκείνος που αδικήθηκε μπορούσε να λύσει το ζήτημα με μια ιδιαίτερη συνάντηση, θα ‘κέρδιζε τον αδελφό του’· αν αυτός που αμάρτησε έχει δείξει εγκάρδια μετάνοια και έχει προσπαθήσει να διορθώσει την αδικία, δεν υπάρχει ανάγκη να προχωρήσει το ζήτημα .
10, 11. Αν αποτύχαινε εκείνο το πρώτο βήμα, ποιο πράγμα έπρεπε να γίνει κατόπιν;
10 Αλλά τι θα γινόταν αν το βήμα αυτό αποτύγχανε; Ο Ιησούς συνέχισε: «Εάν όμως [ο αμαρτήσας] δεν ακούση, παράλαβε μετά σου έτι ένα ή δύο, δια να βεβαιωθή πας λόγος επί στόματος δύο μαρτύρων ή τριών.»—Ματθ. 18:16.
11 Εκείνοι τους οποίους θα παραλάμβανε μαζί του επρόκειτο να είναι «μάρτυρες», όχι απλώς ουδέτερα μέρη που θα μπορούσαν να μεσολαβήσουν για συμφιλίωση. Φαίνεται ότι θα ήταν άτομα που είχαν ‘παραστεί μάρτυρες’ της αδικοπραγίας, δηλαδή που θα γνώριζαν για την οικονομική συμφωνία που είχε γίνει και θα μπορούσαν να βεβαιώσουν αν είχε γίνει απάτη. Ή, αν οι αποδείξεις της αδικοπραγίας αφορούσαν κάποιο συμβόλαιο ή κάτι παρόμοιο, θα μπορούσαν να φερθούν πνευματικά κατάλληλοι αδελφοί με πείρα τέτοιων περιπτώσεων. Θα μπορούσαν αυτοί να γίνουν μάρτυρες των γεγονότων καθώς και εκείνων που θα λέγονταν από τον κατηγορούμενο στη διάρκεια της συναντήσεως σε περίπτωση που θα χρειαζόταν να γίνει και το τελευταίο βήμα.
12. Ποιο θα ήταν το τελικό βήμα, όπως εξήγησε ο Ιησούς;
12 Ο Ιησούς έδωσε και το τελευταίο βήμα που έπρεπε να γίνει σχετικά με τον αμαρτήσαντα: «Και εάν παρακούση αυτών, ειπέ τούτο προς την εκκλησίαν· αλλ’ εάν και της εκκλησίας παρακούση, ας είναι εις σε ως ο εθνικός και ο τελώνης.» (Ματθ. 18:17) Ναι, σαν τελευταία προσπάθεια για να επιστρέψει ο παραβάτης από την οδό του, το ζήτημα θα φερόταν στους πνευματικά πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Αυτοί θα μπορούσαν να ακούσουν τα γεγονότα και να έχουν τη μαρτυρία των μαρτύρων. Και θα μπορούσαν να ελέγξουν τον παραβάτη με το Λόγο του Θεού. Αν, όμως, αυτός αρνιόταν να μετανοήσει, θα ενεργούσαν εκ μέρους της εκκλησίας για να τον διαπαιδαγωγήσουν πειθαρχικά, προστατεύοντας την εκκλησία από την επικίνδυνη επιρροή του με το να τον αποβάλουν.
ΟΧΙ ΑΠΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ
13, 14. Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο Ιησούς δεν υποστήριζε να είμαστε απάνθρωποι στους άλλους;
13 Για να βοηθηθούμε να καθορίσουμε ποια θα πρέπει να είναι η διαγωγή μας προς αυτά τα άτομα, χρειάζεται να κατανοήσουμε τα λόγια του Ιησού: «Ας είναι εις σε ως ο εθνικός και ο τελώνης.» Σε μετέπειτα αιώνες, μερικοί Ιουδαίοι ραββίνοι διατύπωσαν ακραίες απόψεις, όπως ότι ένας Ιουδαίος δεν θα πρέπει ούτε και να βοηθάει ακόμη έναν εθνικό που βρισκόταν σε κίνδυνο θανάτου. Τέτοια άκαρδη στάση δεν δειχνόταν μόνο προς τους εθνικούς. Επί παραδείγματι, στην παραβολή του Ιησού για το ποιος είναι ο αληθινός πλησίον, τόσο ένας Λευίτης όσο και ένας ιερέας αρνήθηκαν να βοηθήσουν ένα πληγωμένο συμπατριώτη Ιουδαίο μολονότι ένας Σαμαρείτης κατόπιν τον βοήθησε.—Λουκ. 10:29-37.
14 Αλλά στο Ματθαίος 18:17 ο Ιησούς δεν μπορούσε να εννοεί ότι οι μαθητές του έπρεπε να αρνηθούν να δείξουν ανθρώπινη καλοσύνη, όπως στην περίπτωση ενός ατυχήματος ή έσχατης ανάγκης. Ο Ιησούς εκδήλωσε τέτοια καλοσύνη σε μερικούς εθνικούς. Επί παραδείγματι το έκανε αυτό σε μια Συροφοίνισσα. Μολονότι ο Ιησούς , οι μαθητές του και η γυναίκα αναγνώρισαν ότι η κατάσταση της ήταν μια εξαίρεση, γιατί αυτή ήταν εθνική και ο Ιησούς είχε σταλεί στους Ιουδαίους, εν τούτοις ο Ιησούς θεράπευσε την κόρη της. (Ματθ. 15:21-28· Μάρκ. 7:24-30) Ο Ιησούς έδειξε παρόμοιο ανθρωπισμό όταν ένας Ρωμαίος αξιωματικός τον ικέτευσε να θεραπεύσει έναν παραλυτικό και πάσχοντα δούλο. Ο αξιωματικός παραδέχτηκε ότι δεν περίμενε ότι ο Ιησούς, ένας Ιουδαίος δάσκαλος, θα έμπαινε στο σπίτι του. Εν τούτοις ‘οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων’ ικέτευσαν τον Ιησού να δείξει έλεος σ’ αυτόν τον εθνικό που άξιζε, και ο Ιησούς το έδειξε. (Λουκ. 7:1-10· Ματθ. 8:5-13) Έτσι μ’ αυτά που είπε για κάποιον που θα ήταν «ως ο εθνικός και ο τελώνης», ο Ιησούς δεν απαγόρευε εκδηλώσεις ελεήμονος καλοσύνης. Τι εννοούσε λοιπόν;
«ΩΣ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ»
15. Πώς έβλεπαν και μεταχειρίζονταν οι Ιουδαίοι τους τελώνες;
15 Εν πρώτοις, πώς έβλεπαν και μεταχειρίζονταν οι Ιουδαίοι τους τελώνες;
«Οι τελώνες [φοροσυλλέκτες] της Νέας Διαθήκης θεωρούνταν προδότες και αποστάτες, μολυσμένοι από τη συχνή επαφή τους με τους εθνικούς, πρόθυμα όργανα του καταδυνάστη. Τους κατέτασσαν με τους αμαρτωλούς . . . με τις πόρνες . . . με τους εθνικούς. . . . Απομονωμένοι στον εαυτό τους, αφού οι αξιοπρεπείς άνθρωποι τους απόφευγαν, εύρισκαν τους μοναδικούς φίλους τους ή συντρόφους ανάμεσα σ’ εκείνους, που ήταν κι αυτοί απόβλητοι της κοινωνίας.»—«Εγκυκλοπαίδεια» των ΜάκΚλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος Η΄, σ. 769.
Ναι, οι ακροατές του Ιησού γνώριζαν καλά ότι οι Ιουδαίοι γενικά απόφευγαν τους τελώνες. Μόνο αναγκαστικά είχαν οι Ιουδαίοι έστω και την παραμικρή επαγγελματική επαφή μαζί τους, για να πληρώσουν το φόρο που απαιτούσε ο νόμος.
16, 17. Ποια ήταν η διαγωγή του Ιησού σε μερικούς τελώνες;
16 ‘Αλλά’, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, ‘δεν συναναστρεφόταν ο Ιησούς με τους τελώνες;’ Ας εξετάσουμε τα γεγονότα.
17 Σαν «ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», ο Ιησούς ήταν φως για όλους τους ανθρώπους, μολονότι συγκέντρωσε την προσοχή του στους Ιουδαίους στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του. (Ιωάν. 1:29· 8:12· Ησ. 42:1, 6, 7· Ματθ. 10:5, 6· 15:24) Ήταν σαν γιατρός βοηθώντας όλους εκείνους τους Ιουδαίους που τον χρειάζονταν περισσότερο, περιλαμβανομένων αμαρτωλών όπως ήταν οι πόρνες, οι μέθυσοι, και οι τελώνες, που συχνά χρησιμοποιούσαν ανέντιμα μέσα. Ο Ματθαίος Λευίς, ένας περιφρονημένος τελώνης, ήταν ένας που ανταποκρίθηκε στο νέο άγγελμα σωτηρίας που έφερε ο Ιησούς . Ο Ματθαίος κάλεσε τον Ιησού στο σπίτι του σε γιορταστικό γεύμα, που βοήθησε τον Ματθαίο και άλλους ενδιαφερόμενους τελώνες να ακούσουν περισσότερα για τις θαυμαστές νέες αλήθειες. (Λουκ. 5:27-32· 19:1-10) Αυτοί ήταν άνθρωποι που είχαν ‘αμαρτήσει λόγω αγνοίας’ αλλά που ήταν τώρα πρόθυμοι να κάνουν βήματα για να «εξαλειφθούν» οι αμαρτίες τους.—Πράξ. 3:19· Εβρ. 9:7.
18. Γιατί ο τρόπος που φέρθηκε ο Ιησούς σε μερικούς τελώνες δεν είναι υπόδειγμα για όσα είπε στο Ματθαίο 18:17;
18 Εν τούτοις, οι προσπάθειες του Ιησού να δώσει μαρτυρία σε τελώνες οι οποίοι ‘επλησίαζον διά να ακούωσιν αυτόν’ και ‘ηκολούθουν αυτόν’ δεν ήταν ένα υπόδειγμα για τον τρόπο συμπεριφοράς προς τους αμετανόητους αμαρτωλούς. (Μάρκ. 2:15· Λουκ. 15:1) Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι γι’ αυτό; Μολονότι ο Χριστός έφαγε με τέτοιους τελώνες, ο απόστολος Παύλος έδωσε εντολή στους Χριστιανούς «μηδέ να συντρώγωσι» με τους αμαρτωλούς που αποβλήθηκαν από την εκκλησία. (1 Κορ. 5:11) Επίσης, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του να φέρονται σ’ έναν αμετανόητο παραβάτη όπως , λογικά, αυτοί θεωρούσαν τους τελώνες του καιρού εκείνου. Η μετάφραση του Ρ. Φ. Γουέιμαουθ λέει: «Να τον θεωρείτε ακριβώς όπως εσείς θεωρείτε έναν εθνικό ή τελώνη.»—Παράβαλε με Νέα Διεθνής Μετάφραση· Η Νέα Αγγλική Βίβλος.
ΠΩΣ ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ;
19. Τι δείχνει η Γραφή για τις σχέσεις ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους μη Ιουδαίους;
19 Οι απόστολοι που άκουσαν τα λόγια του Ιησού που αναγράφονται στο Ματθαίο 18:17 ήταν Ιουδαίοι και γνώριζαν ότι οι συμπατριώτες τους δεν είχαν κοινωνικές σχέσεις με τους Εθνικούς. Ο Νόμος έκανε διάκριση ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους Εθνικούς, και αυτό χρησίμευε για να κρατήσει τους Ισραηλίτες χωριστούς από τα γύρω έθνη. (Δευτ. 7:1-4· Αριθ. 15:37-41· Εφεσ. 2:11-14) Το Πάσχα του 33 μ.Χ. οι Ιουδαίοι δεν έμπαιναν στ’ ανάκτορα του Ρωμαίου κυβερνήτη «δια να μη μιανθώσι». (Ιωάν. 18:28) Και ο διαχωρισμός ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους Σαμαρείτες, που ακόμη δέχονταν και την Πεντάτευχο, ήταν τόσο βαθύς ώστε μια γυναίκα στο πηγάδι στη Σαμάρεια εκδήλωσε έκπληξη που ο Ιησούς , «Ιουδαίος ων» της ζήτησε νερό.—Ιωάν. 4:9.
20. Τι μπορούμε να μάθουμε από την πείρα του Πέτρου με τον Κορνήλιο για το πώς φέρονταν οι Ιουδαίοι στα άτομα των εθνών;
20 Επί πλέον, το 36 μ.Χ., όταν ο Θεός σκόπευε να δείξει ότι απερίτμητοι Εθνικοί θα μπορούσαν να γίνουν τότε δεκτοί σαν κληρονόμοι της Βασιλείας, κατεύθυνε τον απόστολο Πέτρο στο Ρωμαίο εκατόνταρχο Κορνήλιο. Αλλά ο Πέτρος είπε στον Κορνήλιο: «Σεις εξεύρετε ότι είναι ασυγχώρητον [αθέμιτον, Κείμενο] εις άνθρωπον Ιουδαίον να συναναστρέφηται ή να πλησιάζη εις αλλόφυλον.» (Πράξ. 10:28) Οι παρατηρήσεις του Πέτρου δείχνουν πόσο βαθιά πίστευαν οι Ιουδαίοι ότι θα έπρεπε να μην έχουν καμιά συναδέλφωση με ανθρώπους των εθνών. Επίσης, όταν έγινε γνωστό ότι ο Πέτρος είχε πάει στον Κορνήλιο, μερικοί Ιουδαίοι Χριστιανοί είχαν σοβαρές αντιρρήσεις που ο Πέτρος «εισήλθε προς ανθρώπους απερίτμητους, και συνέφαγε μετ’ αυτών.» Ναι, οι Ιουδαίοι θεωρούσαν συγκλονιστικό πράγμα να βρίσκεται κανείς και να τρώει με ‘εθνικούς’.—Πράξ. 11:13· παράβαλε με Γαλάτας 2:12.
21. Πώς, λοιπόν, καταλαβαίνετε αυτά που είπε ο Ιησούς για έναν αμετανόητο αμαρτωλό να είναι «ως ο εθνικός και ο τελώνης»;
21 Έτσι οι Γραφές μάς βοηθούν να καταλάβουμε τη συμβουλή του Ιησού να μεταχειριζόμαστε έναν αμετανόητο παραβάτη που αρνείται ν’ ακούσει τη συμβουλή της εκκλησίας «ως εθνικόν και ως τελώνην». Η εφαρμογή της συμβουλής του Ιησού σήμερα ασφαλώς δεν σημαίνει ότι θα θεωρούμε τον παραβάτη σαν ένα συνηθισμένο άτομο στην κοινότητα, γιατί δεν ήταν αυτός ο τρόπος που κατανοούσαν οι μαθητές του Ιησού αυτά που τους είπε. Μπορούμε να το καταλάβουμε καλύτερα αυτό εξετάζοντας περισσότερες συμβουλές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, που θα μας βοηθήσουν να ασχοληθούμε με σημερινές καταστάσεις απ’ την πραγματική ζωή που αφορούν άτομα που έχουν αποβληθεί από τη Χριστιανική εκκλησία.
[Υποσημειώσεις]
a Κάτω από το Μωσαϊκό Νόμο, μερικά βαριά αμαρτήματα, όπως η μοιχεία, ομοφυλοφιλία, ανθρωποκτονία και αποστασία, δεν μπορούσαν να τακτοποιηθούν απλώς με προσωπική βάση, με το να δεχθεί ο αδικηθείς την λύπη του παραβάτη και τις προσπάθειες του να διορθώσει το κακό. Μάλλον, αυτά τα βαριά αμαρτήματα τα χειρίζονταν οι πρεσβύτεροι, οι κριτές, και οι ιερείς.—Λευιτ. 20:10, 13· Αριθ. 5:11-31· 35:12, 19-25· Δευτ. 13:6-15· 17:2-9· 19:16-19· 22:22.
ΤΙ ΕΣΗΜΑΙΝΕ «ΩΣ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ»;
Οι Ιουδαίοι απόφευγαν τους τελώνες σαν απόβλητους της κοινωνίας
Οι Ιουδαίοι δεν έμπαιναν στα ανάκτορα του Εθνικού κυβερνήτη
Ο Πέτρος είπε ότι ήταν «αθέμιτον» να πλησιάζει ένας Ιουδαίος έναν Εθνικό
Οι Ιουδαίοι Χριστιανοί συγκλονίσθηκαν που ο Πέτρος έφαγε με τον Κορνήλιο
[Εικόνα στη σελίδα 19]
Οι Ιουδαίοι απόφευγαν τους τελώνες οι οποίοι θεωρούνταν σαν αμαρτωλοί. Η μόνη εμπορική επαφή μαζί τους ήταν για να πληρώσουν φόρο που απαιτούσε ο νόμος.