Ο Θρίαμβος της Καθαρής, Αμόλυντης Λατρείας
«Και αύτη είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών.»—1 Ιωάννου 5:4.
1. Ποια μάχη είναι πλησίον, με τίνος τη νίκη βεβαία;
Ο ΙΕΧΩΒΑ προκαλεί όλους τους θεούς του κόσμου τούτου. Όταν ενθυμούμεθα ότι στις Ινδίες ή Ινδοστάν μόνο υπάρχουν 330 περίπου εκατομμύρια θεοί και θεές και κατόπιν όταν εξετάζωμε τους θεούς των θρησκειών άλλων χωρών, βλέπομε ότι πρόκειται για εκατομμύρια θεούς, ορατούς και αοράτους, που είναι εναντίον του ενός Θεού, του Ιεχωβά. Η μάχη των θεών είναι πλησίον. Το ερώτημα είναι, Ποιος θα θριαμβεύση; Υποστηριζόμενη από την έκβασι προηγουμένων αγώνων, η απάντησις είναι βεβαία: Η μάχη θα ακολουθήση μια μόνο πορεία, και ο Ιεχωβά θα θριαμβεύση ως Θεός, ο μόνος ζων και αληθινός Θεός του σύμπαντος!
2, 3. Τι θα αρνηθούν οι υλισταί; αλλά τι πρέπει να παραδεχθούν;
2 Οι κομμουνισταί και οι αθεϊσταί εν γένει, οι σκεπτικισταί, οι άπιστοι και οι ισχυρογνώμονες υλισταί του κόσμου του εικοστού αυτού αιώνος, θα χλευάσουν για τον υπαινιγμό σχετικά μ’ ένα πόλεμο των θεών. Θα ειπούν ότι αν υπάρχουν θεοί, αυτοί υφίστανται μόνο στις διάνοιες των ανθρώπων και συνεπώς ένας πόλεμος μεταξύ τέτοιων φανταστικών θεών είναι γελοίος. Αλλά όλοι αυτοί οι υλισταί θα πρέπει να παραδεχθούν ότι η λατρεία των θεών αυτών είναι μια πραγματικότης ακόμη και σ’ αυτόν τον σύγχρονο κόσμο, και ότι η πίστις σε τέτοιους θεούς και η λατρεία τέτοιων θεών έπαιξαν ένα ισχυρό ρόλο στην πορεία και στην τύχη όλων των εθνών, χωρίς ούτε μία εξαίρεσι.
3 Ας αρνηθούν, έστω, αυτοί οι υλισταί την ύπαρξι αοράτων, πνευματικών θεών· όμως πρέπει να παραδεχθούν ότι πολλοί άνδρες και γυναίκες που ζουν σήμερα, υψώνονται σε θέσι θεών ανάμεσα στους ανθρώπους· θεοποιούνται και προσκυνούνται και χαιρετίζονται ως σωτήρες και ευεργέται του κόσμου. Αυτό αληθεύει όχι μόνο για πολιτικές μορφές όπως είναι ο πρωθυπουργός της Σοβιετικής Ενώσεως Στάλιν, αλλά επίσης και για θρησκευτικές μορφές όπως ο πάπας της Πόλεως του Βατικανού, ο οποίος λατρεύεται και του έχει δοθή ο τίτλος του αντιπροσώπου του Θεού, και ακόμη ο Δαλάι ή Μέγας Λάμα του Θιβέτ. Όλα τα πληροφορημένα άτομα γνωρίζουν ότι μόλις στις 31 Δεκεμβρίου του 1945 ο Αυτοκράτωρ Χιροχίτο, σ’ ένα Αυτοκρατορικό Διάταγμα που εξέδωκε για το Νέο Έτος, διεκήρυξε ότι ο Ιάπων Τέννο ή Αυτοκράτωρ δεν είναι θεός. Το διάταγμα αυτό εδημοσιεύθηκε σε όλες τις Ιαπωνικές εφημερίδες και διέτασσε τον λαό να λησμονήση την «εσφαλμένη αντίληψι ότι ο Αυτοκράτωρ των είναι θείος και ότι ο Ιαπωνικός λαός είναι υπέρτερος από τις άλλες φυλές και προωρισμένος να κυβερνήση τον κόσμο.» Μια επικεφαλίς των Τάιμς της Νέας Υόρκης έλεγε, «Ένας ‘Θεός’ Αρνείται τη Θεότητά του,» και όμως σήμερα πολλοί Ιάπωνες προσκολλώνται εντατικά στην Σιντοϊκή δοξασία ότι ο αυτοκράτωρ είναι θεός, «Υιός του Ουρανού», που κατάγεται από τη «Θεά του Ηλίου». (Τάιμς της Νέας Υόρκης, 6 Ιανουαρίου 1946) Αλλά ενώ ένας θεός, που η λατρεία του άλλοτε επηρέαζε ισχυρά την πορεία του Ιαπωνικού έθνους, απογυμνώνεται από τη θεότητά του από σκληρά γεγονότα, αναρίθμητοι άνθρωποι καταλαμβάνονται από φόβο για τη σύγχρονη μέθοδο με την οποία θεοποιείται το πολιτικό κράτος, και οι εξέχουσες μορφές του και τα εμβλήματά του γίνονται θεοί και είδωλα και λατρεύονται. Σ’ αυτή τη λατρεία συλλαμβάνονται ακόμη και οι άνθρωποι των υλιστικών αντιλήψεων. Ενώ στιγματίζουν τους θεούς των άλλων ως ψευδείς και φαντασιώδεις, αυτοί οι ίδιοι βρίσκονται ένοχοι κατασκευής θεών για τον εαυτό τους σύμφωνα με τις προσωπικές των ιδέες και επιθυμίες.
4. Τι διδάσκει η Γραφή για τους αοράτους εκείνους που αυτός ο κόσμος λατρεύει ως θεούς; και πώς οι ψευδείς θεοί ετέθησαν σε ανταγωνισμό ο ένας εναντίον του άλλου;
4 Ας καλούνται όλοι αυτοί «ψευδείς θεοί» από τους ανθρώπους που έχουν τη διάκρισι να ιδούν ότι αυτοί δεν είναι θεοί ή δεν αξίζουν να τους μεταχειρίζεται κανείς σαν θεούς. Αλλά ο γραπτός λόγος του Ιεχωβά, η Αγία Γραφή, μας προειδοποιεί ότι υπάρχει ένας θεός του πονηρού αυτού κόσμου που ασκεί τυφλωτική επιρροή επάνω στους ανθρώπους αυτού του κόσμου, «των οποίων», όπως διαβάζομε, «απίστων όντων, ο Θεός του κόσμου τούτου ετύφλωσε τον νουν, δια να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού.» (2 Κορινθίους 4:4) Διαβάζομε επίσης στη Γραφή: «Εκείνα τα οποία θυσιάζουσι τα έθνη, εις τα δαιμόνια θυσιάζουσι, και ουχί εις τον Θεόν· και δεν θέλω σεις να γίνησθε κοινωνοί των δαιμονίων.» (1 Κορινθίους 10:20) Έτσι η Γραφή, ο λόγος του Ιεχωβά, διδάσκει ότι υπάρχουν υπερανθρώπινα, αόρατα πνευματικά πρόσωπα τα οποία όλα τα έθνη αυτού του κόσμου τα λατρεύουν ως θεούς, και ότι αυτά είναι οι πονηροί δαίμονες υπό τον άρχοντα η κυβερνήτην, Σατανάν ή Διάβολον, ο οποίος είναι ο μεγάλος τυφλωτής των ανθρωπίνων διανοιών. Η λατρεία των δαιμόνων αυτών και των ειδώλων που τους αντιπροσωπεύουν, είναι ψευδής λατρεία. Σε όλες τις εποχές υπήρξε μια διαμάχη ανάμεσα και σ’ αυτούς ακόμη τους ψευδείς θεούς, καθώς ένα έθνος ενεπλέκετο σε πόλεμο εναντίον άλλου έθνους και επεκαλείτο τον θεόν του ή τους θεούς του για βοήθεια εναντίον του θεού ή των θεών τού άλλου έθνους, θέτοντας έτσι σε ανταγωνισμό θεούς εναντίον θεών. Η νίκη απεδίδετο στους θεούς τού νικηφόρου έθνους.
5. Πώς και γιατί η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία αντιμετώπισε το πρόβλημα των πολλών θεών; αλλά ποιόν θεόν δεν μπόρεσε να μεταχειρισθή έτσι;
5 Ωστόσο, η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ανεγνώριζε τους θεούς όλων των εθνών που κατακτούσε και απορροφούσε στην αυτοκρατορία. Αυτό το έκανε με πανουργία για να κρατήση τους υποδουλωμένους λαούς σε μια καλύτερη διανοητική διάθεσι. Προσπάθησε να δημιουργήση μια συγχωνευμένη θρησκεία που να περιλαμβάνη όλους τους ανεγνωρισμένους θεούς της αυτοκρατορίας. Ενώ με ανεξιθρησκεία άφηνε τον καθένα στην αυτοκρατορία να εκλέγη τους τοπικούς του θεούς για λατρεία, έστηνε τον αυτοκράτορα ως θεόν. Απαιτούσε από τους ανθρώπους να τον λατρεύουν ως κοινόν θεόν για όλους. Μ’ αυτόν τον τρόπο συνέδεσε σφικτότερα την εξαπλωμένη αυτοκρατορία. Υπήρχε, όμως, ένας θεός, που η αυτοκρατορία δεν τον ενεσωμάτωσε έτσι στο πάνθεόν της ή στην αίθουσα των θεών. Αυτός ήταν ο Ιεχωβά, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, του Μωυσέως και όλων των πιστών του προφητών και δούλων, περιλαμβανομένου και του Ιησού Χριστού και των αληθινών ακολούθων του. Ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος, του τετάρτου μ.Χ. αιώνος, προσπάθησε να συγχωνεύση τον Ιησούν Χριστόν μέσα στο πάνθεον της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας συνενώνοντας την ειδωλολατρική θρησκεία με τη διεφθαρμένη «Χριστιανοσύνη» της εποχής του. Αλλά οι πιστοί Χριστιανοί που ήσαν προσκολλημένοι στην Αγία Γραφή αρνήθηκαν κατηγορηματικά να αναγνωρίσουν μια τέτοια συγχώνευσι. Παρέμειναν χωρισμένοι.
6. Ποια στάσι λαμβάνουν οι αληθινοί Χριστιανοί στη σύγκρουσι των θεών, όπως φανερώνεται από το 1 Κορινθίους 8:4-7;
6 Οι αληθινοί Χριστιανοί—και με αυτό δεν εννοούμε τον «Χριστιανικό κόσμο»—αναγνωρίζουν και υπηρετούν ως Θεόν τον μόνον Εκείνον που ανεγνώριζε και υπηρετούσε ως Θεόν ο Ιησούς Χριστός, και αυτός είναι ο ουράνιος Πατήρ του, ο Ιεχωβά. Εκφράζοντας αυτή την ασυμβίβαστη στάσι των αληθινών Χριστιανών, ο απόστολος Παύλος τούς έγραψε: «Εξεύρομεν ότι το είδωλον είναι ουδέν εν τω κόσμω, και ότι δεν υπάρχει ουδείς άλλος Θεός ειμή είς. Διότι αν και ήναι λεγόμενοι θεοί, είτε εν τω ουρανώ, είτε επί της γης· (καθώς και είναι θεοί πολλοί, και κύριοι πολλοί·) αλλ’ εις ημάς είναι είς Θεός ο Πατήρ, εξ ου τα πάντα, και ημείς εις αυτόν· και είς Κύριος Ιησούς Χριστός, δι’ ου τα πάντα, και ημείς δι’ αυτού. Αλλά δεν είναι εις πάντας η γνώσις αύτη.» (1 Κορινθίους 8:4-7) Σύμφωνα μ’ αυτό, υπήρξε πάντοτε μια σύγκρουσις μεταξύ της λατρείας του Ιεχωβά, του Θεού και Πατρός του Ιησού Χριστού, και της λατρείας όλων αυτών των λεγομένων «θεών» του κόσμου τούτου, περιλαμβανομένου και του «Χριστιανισμού». Η λατρεία του μόνου πραγματικού Θεού Ιεχωβά είναι η αληθινή λατρεία.
7. Ποιο ερώτημα αντιμετωπίζουν οι λάτρεις του Ιεχωβά; και ποια απάντησις δίδεται σ’ αυτό;
7 Ασυγκρίτως ολιγώτεροι από τους λάτρεις τέτοιων θεών του κόσμου τούτου, εκείνοι που λατρεύουν τον Ιεχωβά ως τον μόνον Θεόν, αντιμετωπίζουν το ίδιο ερώτημα τώρα όπως και σε όλους τους περασμένους εξήντα αιώνες της ανθρωπίνης ιστορίας, Θα επιζήση η λατρεία των; Θα θριαμβεύση; Δεν μπορεί να υπάρχη αβεβαιότης όσον αφορά την απάντησι σ’ αυτό το ερώτημα. Ο μόνος ζων και αληθινός Θεός Ιεχωβά θα θριαμβεύση εναντίον των ψευδών θεών παρ’ όλο τον αριθμό τους που ανέρχεται σε εκατομμύρια. Επομένως η αληθινή λατρεία του Ιεχωβά Θεού θα θριαμβεύση πάνω από κάθε ψευδή λατρεία και μόνη αυτή θα επιζήση. Η ημέρα αυτού του θριάμβου είναι πολύ πλησίον.
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΥΠΟ ΚΡΙΣΙΝ
8, 9. Γιατί η ψευδής θρησκεία υφίσταται τώρα ονειδισμό;
8 Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι κάθε θρησκεία σήμερα είναι κάτω από ονειδισμό, και η αληθινή θρησκεία και η ψευδής. Η ψευδής θρησκεία υφίσταται ονειδισμό λόγω της υποκρισίας της, λόγω της αγνοίας της και της συγχύσεώς της, λόγω της διαφθοράς και της αγραμματωσύνης στην οποίαν άφησε τους ανθρώπους, λόγω της αποτυχίας των σκοπών της, και της πολιτικής της και διότι δεν έχει κάποιο άγγελμα φωτός για να δείξη στους ανθρώπους το δρόμο προς ένα καθαρό, ευημερούντα, ευτυχή, ειρηνικό και ασφαλή κόσμο. Η ψευδής θρησκεία είναι ένας σύμμαχος και ένα αναπόσπαστο μέρος αυτού του χαμερπούς κόσμου και μάχεται μαζί του εναντίον του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού. Ακόμη και η «Χριστιανοσύνη» το πράττει αυτό. Προβάλλει αξιώσεις πάνω σ’ ένα τέτοιο όνομα, διότι ισχυρίζεται ότι είναι η επικράτεια όπου ασκείται ο Χριστιανισμός, αλλά είναι γεμάτη από ανθρώπους οι οποίοι είναι «φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι, έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής». Η Γραφή, την οποίαν αυτή κατέχει, στέκει σαν ένας μάρτυς εναντίον της και την καταδικάζει φανερώνοντας ότι έχει μια αποστατική μορφή Χριστιανισμού. Υποφέρει, αλλά αυτό συμβαίνει διότι δεν επρόσεξε την προειδοποίησι του αποστόλου Πέτρου: «Μηδείς υμών ας μη πάσχη ως φονεύς, ή κλέπτης, ή κακοποιός, ή ως περιεργαζόμενος τα αλλότρια. Διότι ποία δόξα είναι, εάν αμαρτάνοντες και ραπιζόμενοι υπομένητε;»—2 Τιμόθεον 3:1-5 και 1 Πέτρου 4:15· 2:20.
9 Ο ονειδισμός, επομένως, που επιπίπτει τώρα στη θρησκεία τόσο του «Χριστιανικού», όσο και του «ειδωλολατρικού» κόσμου, δεν είναι χωρίς αιτία· της αξίζει. Μ’ αυτή ακριβώς τη θρησκεία στο νου υψώθηκε για πρώτη φορά το σύνθημα στο Λονδίνον της Αγγλίας, το 1938, «Η θρησκεία είναι παγίς και εκβιασμός. Υπηρετήσατε τον Θεόν και τον Χριστόν Βασιλέα.»
10. Ποια διάκρισι αποτυγχάνουν μερικοί να κάμουν: πώς, όμως, αυτή η διάκρισις φανερώνεται ότι είναι κατάλληλη με εξέτασι των όρων «Χριστιανός» και «Χριστιανισμός»;
10 Επειδή οι άνθρωποι γενικά αποτυγχάνουν να κάμουν διάκρισι μεταξύ της ψευδούς και της αληθινής θρησκείας και επειδή η κοσμική θρησκεία εδημιούργησε ένα μισητό όνομα για τον εαυτό της, υπήρξε τάσις στα τελευταία χρόνια να αποφεύγεται η χρησιμοποίησις του ονόματος «θρησκεία» εν σχέσει με την αλήθεια και την οργάνωσι του Ιεχωβά Θεού. Αλλά η αποστάτις «Χριστιανοσύνη» επέφερε μεγάλο όνειδος στο όνομα Χριστιανισμός, επάνω στο οποίο προβάλλει την αξίωσι ότι έχει αποκλειστικό δικαίωμα. Αν επρόκειτο να αποφεύγωμε ένα όνομα εξαιτίας και μόνο της αισχύνης και της μομφής που η «Χριστιανοσύνη» άδικα επέφερε επάνω του, τότε θα μπορούσαμε εξίσου να αποφεύγωμε το όνομα Χριστιανισμός και να αρνούμεθα να καλούμεθα Χριστιανοί. Μερικοί νομίζουν ότι το όνομα Χριστιανός είχε δοθή αρχικά ως όνομα ονείδους στους ακολούθους του Ιησού Χριστού. (Πράξεις 11:26) Ωστόσο μπορούμε να δεχθούμε αυτό το όνομα, όπως ακριβώς μπορούμε να δεχθούμε το όνομα «Ιουδαίος» με μια πνευματική έννοια. Γιατί; Διότι εμμένομε στην επαγγελία του Ιεχωβά προς τον Ιούδα, ότι «δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών». (Γένεσις 49:10) Μπορούμε να δεχθούμε, επίσης, να πάθωμε ως Χριστιανοί, διότι ο Πέτρος μάς λέγει σχετικά με τον πιστό ακόλουθο του Χριστού: «Εάν πάσχη ως Χριστιανός, ας μη αισχύνηται, αλλ’ ας δοξάζη τον Θεόν κατά τούτο.» (1 Πέτρου 4:16) Μπορείτε, λοιπόν, ή να λάβετε το όνομα Χριστιανός εις μάτην και να επιφέρετε όνειδος επάνω του όπως κάνει η «Χριστιανοσύνη», ή μπορείτε να πάσχετε αδίκως ως Χριστιανός. Αν ζήτε σύμφωνα με το όνομα Χριστιανός παρ’ όλα τα παθήματα που αυτό επιφέρει, μπορείτε να δοξάζετε τον Θεόν με αυτό το όνομα. Με τον ίδιο τρόπο χρειάζεται να γίνη μια διάκρισις μεταξύ της ψευδούς θρησκείας και της αληθινής θρησκείας.
11. Ποιες Γραφικές περικοπές δείχνουν ότι είναι κατάλληλη αυτή η διάκρισις σχετικά με τη θρησκεία;
11 Ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει τον όρον «θρησκεία» στο ψευδές είδος όταν ομολογή τα εξής: «Διότι ηκούσατε την ποτέ διαγωγήν μου εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ’ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού, και εκακοποίουν αυτήν· και προέκοπτον εις τον Ιουδαϊσμόν υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσότερον ζηλωτής υπάρχων, των πατρικών μου παραδόσεων.» «Κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της θρησκείας ημών έζησα Φαρισαίος.» (Γαλάτας 1:13, 14· Πράξεις 26:5) Ο Παύλος μάς λέγει, επίσης, ότι μερικοί στην εποχή του ισχυρίζοντο ότι ασκούσαν τη μορφή της λατρείας που υπετίθετο ότι ασκούσαν οι άγγελοι, μια «θρησκεία των αγγέλων». (Κολοσσαείς 2:18) Αλλά ο μαθητής Ιάκωβος είναι εκείνος που κάνει διάκρισι μεταξύ μιας τέτοιας ψευδούς θρησκείας, και της αληθινής θρησκείας, του αγνού Χριστιανισμού, όταν λέγη: «Γίνεσθε δε εκτελεσταί του λόγου, και μη μόνον ακροαταί, απατώντες εαυτούς. Διότι εάν τις ήναι ακροατής του λόγου, και ουχί εκτελεστής, ούτος ομοιάζει με άνθρωπον όστις θεωρεί το φυσικόν αυτού πρόσωπον εν κατόπτρω· διότι εθεώρησεν εαυτόν, και ανεχώρησε, και ευθύς ελησμόνησεν οποίος ήτο. Όστις όμως εγκύψη εις τον τέλειον νόμον της ελευθερίας, και επιμείνη εις αυτόν, ούτος γενόμενος ουχί ακροατής επιλήσμων, αλλ’ εκτελεστής έργου, ούτος θέλει είσθαι μακάριος εις την εκτέλεσιν αυτού. Εάν τις μεταξύ σας νομίζη ότι είναι θρήσκος, και δεν χαλινόνη την γλώσσαν αυτού, αλλ’ απατά την καρδίαν αυτού, τούτου η θρησκεία είναι ματαία. Θρησκεία καθαρά και αμίαντος ενώπιον του Θεού και Πατρός είναι αύτη, Να επισκέπτηται τους ορφανούς και τας χήρας εν τη θλίψει αυτών, και να φυλάττη εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου.»—Ιάκωβος 1:22-27.
12. Ποια σημασία αποδίδεται στη λέξι «θρησκεία», που επιτρέπει τη χρήσι της εν σχέσει με την αληθινή λατρεία;
12 Ο τρόπος με τον οποίον χρησιμοποιείται ο όρος «θρησκεία» στις μεταφράσεις της Γραφής σε πολλές γλώσσες, αρχίζοντας με τις Αρχαίες Λατινικές μεταφράσεις που χρονολογούνται από τον δεύτερον αιώνα, του δίνει τη σημασία «συστήματος ή μορφής λατρείας», άσχετα με το αν αυτή η μορφή λατρείας είναι αληθινή ή ψευδής, καθαρή και αγνή ή αποστατική. Η Μετάφρασις του Νέου Κόσμου δεν είναι, επομένως, ριζοσπαστική σ’ αυτό το ζήτημα, αλλά παίρνει μια κοινή άποψι της σημασίας του ορού «θρησκεία». Αποδίδει, λοιπόν, τα λόγια του Ιακώβου με τον εξής τρόπο: «Αν κανείς νομίζη ότι είναι τυπικός λατρευτής και δεν χαλινώνη τη γλώσσα του, αλλ’ απατά την καρδιά του, η μορφή λατρείας αυτού του ανθρώπου είναι ματαία. Η μορφή λατρείας που είναι καθαρή και αμόλυντη από την άποψι του Θεού και Πατρός μας είναι αυτή: να φροντίζωμε για τα ορφανά και τις χήρες στη θλίψι τους, και να κρατούμε τον εαυτό μας ακηλίδωτο από τον κόσμο.» (Ιάκωβος 1:26, 27, Μ.Ν.Κ.) Επομένως, θεωρώντας ότι η λέξις σημαίνει απλώς «μορφή λατρείας» ή «σύστημα λατρείας», είμεθα δικαιολογημένοι όταν χρησιμοποιούμε τη λέξι «θρησκεία» ως εφαρμοζόμενη στον αληθινό Χριστιανισμό όταν σημαίνη την καθαρή, αγνή, αμόλυντη θρησκεία.
13. Ποια θα είναι η έκβασις για την αληθινή θρησκεία και για την ψευδή θρησκεία σ’ αυτόν τον καιρό της κρίσεως:
13 Ο αληθινός Χριστιανισμός, η αληθινή θρησκεία ή μορφή λατρείας, θα επιζήση των ονειδισμών που επισωρεύονται επάνω της. Η ψευδής θρησκεία ή λατρεία ποτέ δεν θα επιζήση των ονειδισμών που επισωρεύονται επάνω της, ούτε των κρίσεων που ο Θεός επιφέρει εναντίον της. Ο Θεός είναι ο Κριτής τού τι είναι καθαρή λατρεία, διότι αυτός είναι ο Πρωτουργός της. Κάθε θρησκεία, λοιπόν, είναι υπό κρίσιν ενώπιόν του σήμερα. Η αληθινή θα γίνη έκδηλη και θα ευλογηθή απ’ αυτόν. Η ψευδής θα καταδικασθή απ’ αυτόν και θα εκριζωθή από τη γη.
ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΣ ΣΤΗ ΜΙΑΝΣΙ, ΣΤΗ ΜΟΛΥΝΣΙ
14. Πώς η ψευδής θρησκεία προσπαθεί να επισωρεύση ονειδισμούς επάνω στην αληθινή θρησκεία;
14 Η ψευδής θρησκεία, η ακάθαρτη λατρεία, είναι εκείνη που επισωρεύει ονειδισμούς επάνω στην καθαρή θρησκεία και στην αγνή λατρεία. Αυτό το κάνει φθονερά και άδικα. Όχι μόνο αυτό, αλλά προσπαθεί επίσης ν’ αποκτήση αληθινές βάσεις για να χλευάση και να μιλήση υβριστικά για την αληθινή λατρεία επιφέροντας τη διαφθορά της. Αυτό το πράττει προσπαθώντας να κάμη τους αγνούς λάτρεις να καταστούν χαλαροί, να γίνουν ασταθείς όσον αφορά τις αρχές τους, να ενδώσουν στην κοσμικότητα και να γίνουν ακριβώς όμοιοι με τους ανθρώπους του κόσμου μολονότι φέρουν το όνομα του Θεού και του Χριστού. Προσπαθεί να σύρη τους αγνούς λάτρεις σε μια διαπραγμάτευσι ή παζάρευμα, σ’ ένα συμβιβασμό με την ψευδή θρησκεία για κάποιο ιδιοτελές όφελος, όπως υλική ευημερία, δημοτικότητα σ’ αυτό τον κόσμο και ελεύθερη απόλαυσι του ό,τι έχει να προσφέρη αυτό το σύστημα των πραγμάτων.
15. Ποια υπήρξε πάντοτε η προσπάθεια του Σατανά στη διαμάχη των θεών γύρω στο ζήτημα της λατρείας;
15 Έξω από τον κήπο της Εδέμ η αληθινή λατρεία ανεβίωσε στη γη με τον Άβελ, τον γυιό του Αδάμ που εμαρτύρησε. Από εκείνον τον καιρό η αληθινή λατρεία έπρεπε ν’ αγωνισθή εναντίον της μολύνσεως με τον κόσμο. Μόνο με μια μικρή μειονότητα το έκαμε πάντοτε αυτό. Σατανάς ο Διάβολος, «ο θεός του αιώνος τούτου», επροκάλεσε τον Θεόν και λέγει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνη και ότι αυτός θα φροντίση να μην αντισταθή στη μόλυνσι η αληθινή λατρεία. Ο Ιεχωβά Θεός λέγει ότι αυτό μπορεί να γίνη και θα γίνη. Ποιος θ’ αποδειχθή ότι είναι ο ψεύστης; Ο Ιεχωβά Θεός υποστηρίζει την αληθινή του λατρεία. Ο μεγάλος του αντίδικος, μαζί με όλους τους υπ’ αυτόν δαίμονας, προσπαθεί συνεχώς να απεργάζεται μολύσματα σ’ αυτήν και να την νοθεύη και να την κάνη υποκριτική έτσι ώστε και αυτός ο Ιεχωβά Θεός να την απορρίψη και να την εγκαταλείψη για να καταστραφή. Υπάρχει, λοιπόν, μια διαμάχη των θεών ή ισχυρών γύρω στο ζήτημα της θρησκείας ή λατρείας.
16, 17. Τι δείχνει ότι δεν μπορεί να υπάρξη συμβιβασμός μεταξύ αληθινού Χριστιανισμού και ψευδούς θρησκείας;
16 Ας κατανοήσωμε όλοι το ζήτημα αυτό καθαρά με τον τρόπον που ο αληθινός Θεός μάς δίνει να το κατανοήσουμε: Δεν μπορεί να υπάρξη συμβιβασμός μεταξύ του αληθινού Χριστιανισμού και της θρησκείας του κόσμου τούτου. Προτού φέρη τους Ισραηλίτες στη γη της Παλαιστίνης που τους είχε υποσχεθή, ο Θεός κατέστησε σ’ αυτούς τελείως σαφές αυτό το ζήτημα. Στην αρχή της τεσσαρακονταετούς οδοιπορίας των προς τα εκεί, τους είπε: «Εις πάντα όσα ελάλησα προς εσάς, θέλετε προσέξει· και όνομα άλλων θεών δεν θέλετε αναφέρει, ουδέ θέλει ακουσθή εκ του στόματος σου . . . Εις τας χείρας υμών θέλω παραδώσει τους κατοίκους του τόπου, και θέλεις εκδιώξει αυτούς απ’ έμπροσθεν σου. Δεν θέλεις κάμει μετ’ αυτών, ουδέ μετά των θεών αυτών, συνθήκην· δεν θέλουσι κατοικεί εν τη γη σου, δια να μη σε κάμωσι να αμαρτήσης εις εμέ· διότι, αν λατρεύσης τους θεούς αυτών, τούτο θέλει εξάπαντος είσθαι παγίς εις σε.» Απέναντι αυτής της θείας δηλώσεως, ποιος μπορεί να αντιτείνη στο σύνθημα ότι η ψευδής, κοσμική θρησκεία είναι παγίς και έχει ασκηθή ως ένας εκβιασμός;
17 Ο Ιεχωβά έφερε επιτυχώς τους Ισραηλίτες στη Γη της Επαγγελίας και εξήλειψε απ’ αυτήν πολλούς από τους ειδωλολάτρας εχθρούς των. Κατόπιν ο δούλος του Ιησούς του Ναυή, ο διάδοχος του Μωυσέως, εθεώρησε καλό, τώρα που ήταν γέρων και επρόκειτο να παρέλθη από τη σκηνή του βίου, να τους υπενθυμίση για την άρνησι του Ιεχωβά να συμβιβασθή με τη θρησκεία των εχθρών του. Ο Ιησούς του Ναυή τούς διέταξε: «Να μη αναμιχθήτε μετά των εθνών τούτων, των εναπολειφθέντων μεταξύ σας, μηδέ να μνημονεύητε τα ονόματα των θεών αυτών, μηδέ να ομόσητε, μηδέ να λατρεύσητε αυτούς, μηδέ να προσκυνήσητε αυτούς· αλλ’ εις Ιεχωβά τον Θεόν σας να ήσθε προσκεκολλημένοι, καθώς εκάμετε έως της ημέρας ταύτης.»—Έξοδος 23:13, 31-33 και Ιησούς του Ναυή 23:7, 8, Α.Σ.Μ.
18, 19. Ποιους συμβιβασμούς κάνει σήμερα ο «Χριστιανικός κόσμος» με ειδωλολατρικούς θεούς και με βλασφημίες εναντίον της αληθείας, περιφρονώντας ποια εδάφια της Γραφής;
18 Ο Ιεχωβά Θεός δεν επιδοκιμάζει το να εισέρχεται ο λαός του σε συνθήκη με τους θρησκευτικούς εχθρούς του είτε με γάμο είτε με πολιτικές διαπραγματεύσεις είτε με εμπορικές δοσοληψίες, με τις οποίες εξαναγκάζεται να παίρνη στο στόμα του τα ονόματα των θεών των συμμάχων αυτών προσώπων και να τους δίνη νομική αναγνώρισι. Αυτή η αρχή, ή κανών ενεργείας, παραμένει αληθινή για τον αληθινό λαό του Θεού σήμερα, διότι όσα είχαν σχέσι με τους φυσικούς Ισραηλίτες των αρχαίων χρόνων, χρησιμεύουν ως προειδοποιητικό παράδειγμα για μας που ζούμε στο τέλος του συστήματος πραγμάτων του «Χριστιανικού κόσμου». Ας συνεχίση ο «Χριστιανικός κόσμος» να εντρυφά σε τέτοιους συμβιβασμούς με τους θεούς της ειδωλολατρίας και σε βλασφημίες εναντίον της αληθείας του Ιεχωβά Θεού. Όπως, παραδείγματος χάριν, όταν μη Καθολικές χώρες αποστέλλουν πρεσβευτάς, υπουργούς ή επιτετραμμένους στην αυλή της Πόλεως του Βατικανού, και αυτοί, μολονότι μη Ρωμαιοκαθολικοί, είναι αναγκασμένοι να κάμπτουν γόνυ ή να υποκλίνωνται στον πάπα και να τον προσφωνούν «Η Υμετέρα Αγιότης». Όταν Διαμαρτυρόμενοι και Ιουδαίοι πολιτικοί ψηφοθηρούν για να πάρουν με το μέρος τους την Καθολική ψήφο, και αυτοί επίσης προφέρουν τους τίτλους του Καθολικού θεού και τον αποκαλούν «Άγιον Πατέρα». Όταν εμπορικοί διαφημισταί από ραδιοφώνου, για να γαργαλίσουν τα αυτιά του Καθολικού ακροατηρίου, σχολιάζουν τη δράσι της Ρωμαιοκαθολικής Ιεραρχίας, αναφέρονται στους Ιεράρχας της ως «Σεβασμιωτάτους», «Η Αυτού Σεβασμιότης», «Πατέρες», κλπ. δοξάζοντας έτσι τους ισχυρούς του αιρετικού αυτού συστήματος.
19 Εις Ησαΐαν 57:15 ο Ιεχωβά Θεός λέγει: «Ούτω λέγει ο Ύψιστος και ο Υπέρτατος, ο κατοικών την αιωνιότητα, του οποίου το όνομα είναι Ο Άγιος.» Στον Ιεχωβά Θεό και μόνο ο Ιησούς απηύθυνε τα λόγια: «Πάτερ άγιε, φύλαξον αυτούς εν τω ονόματί σου, τους οποίους μοι έδωκας, δια να ήναι έν καθώς ημείς.» Και στους μαθητάς του είπε: «Πατέρα σας μη ονομάσητε επί της γης· διότι είς είναι ο Πατήρ σας, ο εν τοις ουρανοίς.» (Ιωάννης 17:11· Ματθαίος 23:9) Ο αληθινός Χριστιανός, ο λάτρις του αληθινού Θεού, δεν θα συμβιβασθή σήμερα και δεν θ’ αποδώση στους θεούς και ισχυρούς του κόσμου τούτου όσα ανήκουν στον Θεόν. Αυτός ακολουθεί τα λόγια του Ιησού: «Απόδοτε . . . τα του Θεού εις τον Θεόν.»—Ματθαίος 22:21.
20. Ποια κρίσις εναντίον της Ιερουσαλήμ δείχνει ότι είναι αδύνατον να αναμιγνύωμε τα πράγματα του Θεού με την κοσμική θρησκεία, με θεία επιδοκιμασία;
20 Δεν μπορούμε να αναμιγνύωμε τα πράγματα του Θεού με τα πράγματα της κοσμικής θρησκείας και συγχρόνως να κερδίζωμε τη θεία επιδοκιμασία. Δεν εκέρδισε η Ιερουσαλήμ την επιδοκιμασία Του όταν απεστάτησε από την αποκαλυμμένη λατρεία του Ιεχωβά Θεού και θρησκευτικά εκράτησε το όνομά του αλλά συγχρόνως ωρκίζετο σε ψευδείς θεούς. Προειδοποιώντας για την ημέρα της οργής του, ο Ιεχωβά είπε: «Θέλω εκτείνει την χείρά μου επί τον Ιούδαν, και επί πάντας τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ· και θέλω εξολοθρεύσει . . . τους προσκυνούντας επί των δωμάτων την στρατιάν του ουρανού· και τους προσκυνούντας και ομνύοντας εις τον Ιεχωβά, και τους ομνύοντας εις τον Μαλχόμ· και τους εκκλίνοντας από όπισθεν του Ιεχωβά, και τους μη ζητούντας τον Ιεχωβά, μηδέ εξερευνώντας αυτόν.»—Σοφονίας 1:4-6, Α.Σ.Μ.
21. Ποια συμβάντα και κρίσις στο Όρος Σινά δείχνουν το ίδιο πράγμα;
21 Στους πρόποδας του Όρους Σινά ο Ααρών, ο αδελφός του Μωυσέως, ενέδωσε στη φωνή του λαού ο οποίος ήθελε ορατούς θεούς και κατεσκεύασε ένα χρυσούν μόσχον. Έπειτα, με το πνεύμα που εγίνετο η λατρεία του μόσχου στην Αίγυπτο την οποίαν είχαν αφήσει, οι Ισραηλίτες είπαν: «Ούτοι είναι οι θεοί σου, Ισραήλ, οίτινες σε ανεβίβασαν εκ γης Αιγύπτου.» Ο Ααρών έκτισε ένα θυσιαστήριο στον μόσχο και διεκήρυξε: «Αύριον είναι εορτή εις τον Ιεχωβά.» Η εορτή μετεστράφη σε μια άγρια, θορυβώδη διαφθορά των ηθών. Ο Ιεχωβά εφλέγη από αγανάκτησι γι’ αυτή τους την απόπειρα να τον συνδέσουν με δαιμονική λατρεία. Υπό την οδηγία του προφήτου του Μωυσέως ο μόσχος, το είδωλον, συνετρίβη ώσπου έγινε σκόνη, και 3.000 περίπου εορτασταί έπεσαν κάτω από το χέρι των εκτελεστών του Ιεχωβά.—Έξοδος 32:4-28, Α.Σ.Μ.
22. Πώς ο Ιεροβοάμ έπεσε στην ίδια παγίδα; και με ποιο αποτέλεσμα;
22 Έπειτα από αιώνες, όταν οι δέκα φυλές απεσπάσθησαν από τον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ μετά τον θάνατο του Βασιλέως Σολομώντος, ο Ισραηλίτης Βασιλεύς Ιεροβοάμ προσπάθησε να αποτρέψη το λαό του από το να πηγαίνη στο ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ για λατρεία. Αντί να περιορισθή σε ένα χρυσούν μόσχον, ο Ιεροβοάμ είχε κατασκευάσει δύο και τους έστησε στη Βαιθήλ και στη Δαν. Έπειτα απέδωσε σ’ αυτούς τους μόσχους την απελευθέρωσι που είχε επιτελέσει ο Ιεχωβά για τον Ισραήλ, και ανέλαβε τα λόγια των Ισραηλιτών που είχαν αποστατήσει στο Σινά, και είπε: «Φθάνει εις εσάς να αναβαίνητε εις Ιερουσαλήμ· ιδού οι θεοί σου, Ισραήλ, οίτινες σε ανήγαγον εκ γης Αιγύπτου.» (1 Βασιλέων 12:25-29) Με ποιο αποτέλεσμα; Το έθνος ετελείωσε με καταστροφή διακόσια πενήντα χρόνια αργότερα, εγκαταλελειμμένο στους εχθρούς του από τον Ιεχωβά Θεό. Όλα αυτά τα πράγματα, λέγει ο απόστολος Παύλος, ήσαν ένα προειδοποιητικό παράδειγμα για τους Χριστιανούς, που έδειχνε ότι δεν έπρεπε ποτέ να συμβιβασθούν με την ψευδή θρησκεία, τη δαιμονική θρησκεία. Ο αληθινός Θεός ποτέ δεν θα μας συγχωρήση ούτε θα μας φεισθή ώστε να διαφύγωμε την καταστροφή που ασφαλώς θα επιφέρη ο συμβιβασμός. Η ψευδής θρησκεία είναι παγίς που οδηγεί στην απώλεια.—1 Κορινθίους 10:6, 11.
23. Ποια πορεία έλαβε η «Χριστιανοσύνη», που δείχνει ότι αγνόησε τον ορισμό της καθαρής θρησκείας;
23 Η «Χριστιανοσύνη» δεν έδωσε προσοχή στον ορισμό της καθαρής, αμόλυντης θρησκείας, η οποία σημαίνει όχι μόνο το να φροντίζωμε για τις χήρες και τα ορφανά, αλλά και το να φυλαττώμεθα άσπιλοι από τον κόσμο. Δεν μπορούμε να θέσωμε φωτιά στον κόλπο μας χωρίς να κάψωμε τα ενδύματά μας· δεν μπορούμε να συμβιβασθούμε με τον εχθρό και να διατηρούμε φιλικές σχέσεις με αυτόν τον κόσμο και να παραμένωμε ακηλίδωτοι, αδιάφθοροι, και ελεύθεροι με την ελευθερία που μόνο η αλήθεια μπορεί να δώση. Η ηθική, κοινωνική και πνευματική κατάστασις της «Χριστιανοσύνης» σήμερα, μας το αποδεικνύει αυτό. Από τον δεύτερον αιώνα και έπειτα οι ιδρυταί της εσυμβιβάσθηκαν με τις ειδωλολατρικές διδασκαλίες, όπως της τριάδος και της αθανασίας της ανθρωπίνης ψυχής. Γιατί; Χάριν δημοτικότητος και για να φαίνωνται σοφοί στα μάτια του κόσμου, να φαίνωνται όχι πάρα πολύ διάφοροι από τον κόσμο και έτσι ν’ αποφεύγουν τον ονειδισμό και το διωγμό. Και στον τέταρτον αιώνα, από τον καιρό του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου και έπειτα, οι οικοδόμοι της «Χριστιανοσύνης» ενέδωσαν στην εποπτεία του πολιτικού κράτους. Αυτή αντήλλαξε την ανεξαρτησία της και τις ελπίδες της να γίνη η νύμφη του Χριστού με το να γίνη αντί τούτου η εκκλησία του πολιτικού κράτους, της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
24. Ποια ποινή θα επιφέρη η μοιχεία της «Χριστιανοσύνης»; Πότε;
24 Αυτή η πνευματική μοιχεία εσήμαινε έχθρα με τον Θεό, και θα επιφέρη σύντομα στη «Χριστιανοσύνη» ποινή όμοια μ’ εκείνη που ανεγράφη για τις πόρνες και τους μοιχούς στον νόμον του Θεού προς τον αρχαίον Ισραήλ. Ο Ιεχωβά Θεός είναι τώρα στο ναό της καθαρής του λατρείας και λέγει σε όλους όσοι ομολογούν ότι είναι λαός του Θεού: «Θέλω πλησιάσει προς εσάς δια κρίσιν· και θέλω είσθαι μάρτυς σπεύδων εναντίον των μάγων, και εναντίον των μοιχευόντων, και εναντίον των επιόρκων, και εναντίον των αποστερούντων τον μισθόν του μισθωτού, των καταδυναστευόντων την χήραν και τον ορφανόν, και των αδικούντων τον ξένον, και των μη φοβουμένων με, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων.» (Μαλαχίας 3:1, 5, Α.Σ.Μ.) Επομένως, η «Χριστιανοσύνη» θα είναι η πρώτη που θα καταστραφή στον Αρμαγεδδώνα με μια πύρινη καταστροφή που αρμόζει σε μια ανήθικη μοιχαλίδα οργάνωσι που απεστάτησε από την καθαρή θρησκεία.
25. Τι προέκυψε από την υιοθέτησι της ειδωλολατρίας από τη «Χριστιανοσύνη»; και πώς προειδοποιείται αυτή;
25 Η «Χριστιανοσύνη» δεν είχε τη δύναμι ν’ αντισταθή στη μίανσι και στη μόλυνσι που προκύπτει από τον συμβιβασμό με την ψευδή θρησκεία, όπως δεν την είχε και ο φυσικός Ισραήλ των αρχαίων χρόνων. Αντί να αγιάση, όπως ισχυρίζεται, τις ειδωλολατρικές διδασκαλίες, φιλοσοφίες, τελετουργίες και μορφές λατρείας με την υιοθέτησί τους στο θρησκευτικό της σύστημα, η «Χριστιανοσύνη» εμόλυνε τον εαυτό της με αυτόν τον κόσμο. Εβεβήλωσε το όνομα του Χριστού, το οποίον φέρει. Και όμως ισχυρίζεται ότι είναι μνηστευμένη μαζί του. Ο λόγος του Θεού, αφού δείχνει σε τι ωδήγησε, στην περίπτωσι του Ισραήλ, ο συμβιβασμός με τον κόσμο και η μίμησις του κόσμου, προειδοποιεί ως εξής τη «Χριστιανοσύνη»: «Ο νομίζων ότι ίσταται, ας βλέπη μη πέση. Δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων. Ή τον Ιεχωβά θέλομεν να διεγείρωμεν εις ζηλοτυπίαν; μήπως είμεθα ισχυρότεροι αυτού;» (1 Κορινθίους 10:12, 21, 22, Μ.Ν.Κ.) Ασφαλώς δεν είμεθα. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να ενδώσωμε στο να τον διεγείρουμε σε ζηλοτυπία με το να στραφούμε στη λατρεία ψευδών θεών αφού εμπήκαμε σε σχέσι μαζί του ως έθνος της διαθήκης του, λαός του ονόματος του, όπως και ο Ισραήλ των αρχαίων χρόνων.
26. Πώς εδείχθηκε η διαφθορά του Ισραήλ από τον συμβιβασμό; και πώς υποτυποί τη διαφθορά της «Χριστιανοσύνης»;
26 Για να δείξη τη διαφθορά που επακολούθησε στον Ισραήλ ως αποτέλεσμα αυτής της συμβιβαστικής πορείας, ο Ιεχωβά είπε στο έθνος εκείνο: «Επί πάντα υψηλόν λόφον, και υποκάτω παντός δένδρου πρασίνου, περιεπλανήθης εκπορνεύων. Εγώ δε σε εφύτευσα άμπελον εκλεκτήν, σπέρμα όλως αληθινόν· πώς λοιπόν μετεβλήθης εις παρεφθαρμένον κλήμα αμπέλου ξένης εις εμέ; Δια τούτο, και εάν πλυθής με νίτρον, και πληθύνης εις σεαυτόν το σμήγμα, η ανομία σου μένει σεσημειωμένη ενώπιόν μου, λέγει Ιεχωβά ο Θεός. Πώς δύνασαι να είπης, Δεν εμιάνθην, δεν υπήγα οπίσω των Βααλείμ;» (Ιερεμίας 2:20-23, Α.Σ.Μ.) Η «Χριστιανοσύνη» ισχυρίζεται ότι η αρχή της είναι στον Ιησού Χριστό, ο οποίος είπε: «Εγώ είμαι η άμπελος, σεις τα κλήματα.» Αλλά άσχετα με το πόσο καθαρή ισχυρίζεται η «Χριστιανοσύνη» ότι είναι η αρχή της, παραμένει γεγονός ότι σήμερα, έπειτα από όλους τους αιώνες της υπάρξεώς της στο μέσον αυτού του κόσμου, και αυτή επίσης μετεβλήθη σε ακάθαρτη, χονδροειδή, άγρια άμπελο στα όμματα του Θεού. Δεν παράγει τον καρπό της βασιλείας του Θεού.
27. Είναι η «Χριστιανοσύνη» ειδωλολατρική; και ποια είναι η σημερινή της κατάστασις και ο προορισμός;
27 Αν τεθή το ερώτημα σήμερα, Η «Χριστιανοσύνη» είναι Χριστιανική ή ειδωλολατρική; οι Άγιες Γραφές θα απαντήσουν, Είναι ειδωλολατρική! Όπως ακριβώς και ο ειδωλολατρικός κόσμος σήμερα, η «Χριστιανοσύνη» απορρίπτει τη βασιλεία του Θεού που κηρύττεται τώρα σε όλη τη γη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη. Επομένως, σύμφωνα με την παραβολή του Ιησού για την αληθινή άμπελο και τα κλήματά της, η «Χριστιανοσύνη» αποκόπτεται απ’ αυτόν σαν ένα νεκρό κλήμα ή παραφυάς και προορίζεται να ριφθή στη φωτιά του τέλους αυτού του κόσμου και να μεταβληθή σε στάχτη.—Ιωάννης 15:1-6.
ΕΝΑ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΕΜΕΙΝΕ ΑΛΗΘΙΝΟ
28. Ποια νίκη φαίνεται πώς σφραγίζει τον Σατανά ως τον νικητήν στο επίμαχο ζήτημα της λατρείας;
28 Η «Χριστιανοσύνη» έγινε αποστάτις. Ο «θεός του αιώνος τούτου» υπερίσχυσε επάνω της επί χιλιάδες χρόνια αυτός είχε το υπόλοιπο του κόσμου υπό την εξουσία του κάτω από μεγάλα συστήματα θρησκείας, όπως είναι ο Ινδουισμός, ο Ταοϊσμός, ο Βουδδισμός, ο Κομφουκιανισμός, ο Σιντοϊσμός, ο Μωαμεθανισμός, ο ψυχισμός, και άλλα συστήματα δαιμονικής θρησκείας, που περιλαμβάνουν σχεδόν δύο δισεκατομμύρια από τους κατοίκους της γης. Τώρα, στην εποχή μας, κάθε τι δείχνει ότι η «Χριστιανοσύνη» είναι πέρα από κάθε ελπίδα ανορθώσεως και η τύχη της είναι συνυφασμένη με την τύχη του ειδωλολατρικού κόσμου. Η νίκη του Σατανά εναντίον της «Χριστιανοσύνης» φαίνεται πώς τον σφραγίζει ως τον νικητήν στην μακραίωνα διαμάχη γύρω στο ζήτημα, Τίνος η λατρεία θα θριαμβεύση, του Ιεχωβά ή του Σατανά;
29. Ποια ερωτήματα λαμβάνουν αρνητική απάντησι; και ποιοι απαντούν έτσι;
29 Αλλά έχει ο Σατανάς ολοκληρωτικά θριαμβεύσει στο πεδίον της λατρείας ή θρησκείας; Επέτυχε να κατασυντρίψη τη λατρεία του Ιεχωβά και να την εξαλείψη από το πρόσωπο της γης με όλα του τα διάφορα μέσα διαφθοράς και καταστρεπτικής βίας; Οι μάρτυρες του Ιεχωβά, συναθροισμένοι σ’ ένα επιβλητικό αριθμό από 22.250, σε διεθνή συνέλευσι στο Λονδίνον της Αγγλίας, στις 4 Αυγούστου 1951, απήντησαν μ’ ένα σαφέστατο Όχι! Και το ίδιο κάνουν οι λοιποί εκατοντάδες χιλιάδων μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο το υπόλοιπο της γης.
30, 31. Πώς κατεστράφη δυο φορές η διεφθαρμένη Ιερουσαλήμ και η επικράτειά της, αλλά επέζησε ένα πιστό υπόλοιπο σε κάθε περίπτωσι;
30 Έξη αιώνες προ Χριστού, η πόλις της Ιερουσαλήμ και η επικράτειά της είχε μεταβληθή σε διεφθαρμένη άμπελο, και έτσι η Βαβυλών και οι θεοί της ωδήγησαν τους επιζώντας Ιουδαίους μακριά από την κατεστραμμένη πόλι και στην εξορία σε μια ειδωλολατρική ξένη χώρα. Εν τούτοις, ένα υπόλοιπο Ισραηλιτών είχαν καρδιές που ήσαν αχώριστα συνδεδεμένες με τον Ιεχωβά Θεό. Αυτοί διετηρήθησαν για να επιζήσουν της πτώσεως της Βαβυλώνος και να επιστρέψουν στη γη του ονόματος του Ιεχωβά και ν’ αποκαταστήσουν εκεί την καθαρή του λατρεία. Αλλά κατά τον πρώτον αιώνα της Χριστιανικής εποχής Σατανάς ο Διάβολος είχε διαφθείρει εκ νέου το Ιουδαϊκό έθνος με ανθρωποποίητες θρησκευτικές παραδόσεις και κοσμικές φιλοσοφίες. Στην κρίσι υπήρξε πάλι ένα μικρό υπόλοιπο Ισραηλιτών που εφύλαξε πίστι στον λόγον του Ιεχωβά και στην επαγγελία του για ένα Μεσσίαν απελευθερώσεως. Αυτοί ανεγνώρισαν τον Ιησού Χριστό ως τον υποσχεμένο Μεσσία. Υπό την ηγεσία του απεχωρίσθησαν από το καταδικασμένο θρησκευτικό σύστημα του παρεφθαρμένου Ιουδαϊσμού και εσχημάτισαν τον πυρήνα της Χριστιανικής εκκλησίας οικοδομημένης επάνω στην αμετακίνητη πέτρα, τον Ιησού Χριστό.
31 Προτού το κεντρικά ωργανωμένο σύστημα του Ιουδαϊσμού συντριβή και το έθνος διασκορπισθή με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες το 70 μ.Χ., η πρώτη Χριστιανική εκκλησία είχε ήδη εγκαθιδρυθή μεταξύ πιστών Ιουδαίων και πιστών Εθνικών μέσα στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και έξω απ’ αυτήν. Ο Ιεχωβά Θεός, μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού που είχε τώρα δοξασθή στους ουρανούς, εξέχυσε το άγιο πνεύμα του επάνω σ’ εκείνους τους αληθινούς Χριστιανούς των αποστολικών χρόνων και τους εχρησιμοποίησε να δώσουν παγκόσμια μαρτυρία για την ερχόμενη βασιλεία του Θεού.
32. Τι κάνει να φαίνεται τώρα ότι ενίκησε ο Σατανάς; με ποιόν, όμως, τρόπο αντιμετώπισε ο Ιεχωβά την πρόκλησι και εξησφάλισε τη νίκη της καθαρής λατρείας;
32 Αλλά τι θα πούμε για σήμερα; Ό,τι είπαμε προ ολίγου έγινε πριν από δεκαεννέα αιώνες. Στον καιρό που διέρρευσε από τότε, η «Χριστιανοσύνη» διεφθάρη εντελώς, και σήμερα στέκει σαν ένα θρησκευτικό σύστημα που επέφερε μια δυσωδία επάνω στην υπόθεσι του αληθινού Χριστιανισμού, της καθαράς θρησκείας. Ένα τρομερό προϊόν της υποκριτικής, αποστατικής πορείας της είναι ο αθεϊστικός διεθνής κομμουνισμός! Αυτό το αντιχριστιανικό κοινωνικό και πολιτικό σύστημα έχει ορκισθή να εξαλείψη τη «Χριστιανοσύνη». Επί πλέον, η προοπτική ενός τρίτου παγκοσμίου πολέμου με ατομικά όπλα ομαδικής καταστροφής, δεν προσφέρει στη «Χριστιανοσύνη» ασφαλή πρόβλεψι μεταπολεμικής θρησκευτικής υπάρξεως ή δράσεως. Από αυτή την άποψι φαίνεται σαν να κατήγαγε ασφαλή νίκη αυτή τη φορά ο ψευδής θεός Σατανάς και η παγκόσμια θρησκεία του. Αλλά όχι! Και πάλι ο Ιεχωβά Θεός έχει αντιμετωπίσει την πρόκλησι του μεγάλου αντιδίκου. Πάλι έχει παραγάγει ένα υπόλοιπο για το όνομά του, ένα υπόλοιπο αφωσιωμένο στην καθαρή του λατρεία. Και αν ακόμη έλθη ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος, ναι, και αν έλθη το τέλος του κόσμου αυτού και μαζί του το τέλος της αποστάτιδος «Χριστιανοσύνης», όμως το πιστό υπόλοιπο του Ιεχωβά είναι εδώ για να παραμείνη ώσπου να στεφανώση η ένδοξη νίκη την πιστότητα της καθαρής, αμόλυντης λατρείας.