«Ηκολούθησαν Αυτόν»
«Λέγει προς αυτούς, Έλθετε οπίσω μου, και θέλω σας κάμει αλιείς ανθρώπων. Οι δε αφήσαντες ευθύς τα δίκτυα, ηκολούθησαν αυτόν.»—Ματθ. 4:19, 20
1. Επειδή εκείνοι στους οποίους μίλησε ο Ιησούς όπως αναφέρεται στα εδάφια Ματθαίος 4:19, 20 εγκατέλειψαν αμέσως τα δίκτυά των, ποια ερωτήματα έρχονται λογικώς στο νου;
ΠΡΕΠΕΙ να υπήρχε κάτι σ’ αυτόν τον άνθρωπο, ο οποίος περιπατούσε κατά μήκος της παραλίας της Θαλάσσης της Γαλιλαίας ώστε να κάμη τέσσερες σκληρά εργαζομένους αλιείς να εγκαταλείψουν το επάγγελμά των και να τον ακολουθήσουν. Μήπως αυτοί οι αλιείς είχαν ποτέ ιδεί ή ακούσει προηγουμένως αυτόν τον άνθρωπο; Εγνώριζαν άρά γε ποιος ήταν; Πράγματι εγνώριζαν! Ήσαν καλά προετοιμασμένοι να υπάγουν όταν ήλθε η κλήσις: «Έλθετε οπίσω μου και θέλω σας κάμει αλιείς ανθρώπων.» Πώς συνέβη αυτό;
2, 3. (α) Ποιος είπε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ότι ήταν ο Ιησούς, και πώς μπορούσε να γνωρίζη ότι αυτό ήταν αληθινό; (β) Πώς ο Ιωάννης παρουσίσαε τον Ιησού σε δύο από τους μαθητάς του, και πώς ο Ανδρέας έκαμε γνωστή την ταυτότητα του Ιησού στον αδελφό του;
2 Αυτός ο άνθρωπος, ο Ιησούς, είχε βαπτισθή το προηγούμενο έτος (29 μ.Χ.) από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Τότε ο Ιωάννης είδε το άγιο πνεύμα να κατέρχεται από τον ουρανό και να παραμένη επάνω στον Ιησού. Έτσι αργότερα είπε στους ακροατάς του: «Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» (Ιωάν. 1:34) Ο Ιωάννης μίλησε ορθά, διότι το υπόμνημα μάς λέγει: «Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού, ηνοίχθησαν εις αυτόν οι ουρανοί, και είδε το πνεύμα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν, και ερχόμενον επ’ αυτόν. Και ιδού φωνή εκ των ουρανών, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην. Τότε ο Ιησούς εφέρθη υπό του πνεύματος εις την έρημον, δια να πειρασθή υπό του διαβόλου. Και νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα, και νύκτας τεσσαράκοντα, ύστερον επείνασε.» (Ματθ. 3:16-4:2) Τότε μ’ επιδέξιο τρόπο ετέθησαν ενώπιον του Ιησού από τον Σατανά τρεις πειρασμοί. Εν τούτοις, ο Ιησούς Χριστός παρέμεινε αληθής στον ουράνιο Πατέρα του και τελικά είπε: «Ύπαγε, Σατανά· διότι είναι γεγραμμένον, “Ιεχωβά τον Θεόν σου θέλεις προσκυνήσει, και αυτόν μόνον θέλεις λατρεύσει”.»—Ματθ. 4:10, ΜΝΚ.
3 Τώρα ύστερ’ απ’ αυτή την πείρα ο Ιησούς ήλθε βαδίζοντας προς τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, και ήταν πολύ φυσικό γι’ αυτόν να δείξη τον Ιησού και να πη: «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» Την επομένη ημέρα δύο απ’ αυτούς τους Γαλιλαίους αλιείς συνήντησαν τον Ιησού. Πώς; Εκείνη την ημέρα «ίστατο ο Ιωάννης, και δύο εκ των μαθητών αυτού· και εμβλέψας εις τον Ιησούν περιπατούντα, λέγει, Ιδού ο Αμνός του Θεού. Και ηκούσαν αυτόν οι δύο μαθηταί [του Ιωάννου] λαλούντα, και ηκολούθησαν τον Ιησούν.» Ο αλιεύς Ανδρέας ήταν ένας από τους δύο που είπαν στον Ιησού: «Ραββί, . . . πού μένεις;» «Και έμειναν παρ’ αυτώ την ημέραν εκείνην.» Ο Ανδρέας τότε «ευρίσκει τον εαυτού αδελφόν Σίμωνα, και λέγει προς αυτόν, Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν, το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι ο Χριστός. . . . Εμβλέψας δε εις αυτόν ο Ιησούς είπε, Συ είσαι Σίμων, ο υιός του Ιωνά· συ θέλεις ονομασθή Κηφάς, το οποίον ερμηνεύεται Πέτρος.» Την επομένη ημέρα θέλησε ο Ιησούς να μεταβή στη Γαλιλαία. «Και ευρίσκει τον Φίλιππον.» Αυτός ήταν από την ίδια πόλι με τον Ανδρέα και τον Πέτρο.—Ιωάν. 1:29, 35- 44.
4. Με ποιον ήθελαν να γνωρισθούν οι μαθηταί του Ιωάννου, και γιατί;
4 Απ’ αυτό βλέπομε ότι οι μαθηταί του Ιωάννου ήθελαν να γνωρισθούν με τον Ιησούν κι εγνωρίσθηκαν. Τουλάχιστον δύο από τους αλιείς, στους οποίους αργότερα ο Ιησούς είπε, «θέλω σας κάμει αλιείς ανθρώπων», τον συνήντησαν για πρώτη φορά στον Ποταμό Ιορδάνη. Πολλοί εγνώριζαν ότι ο Ιωάννης είχε ειπεί για τον Ιησού, ότι ήταν ο Υιός του Θεού, ο Μεσσίας. Ήταν πολύ φυσικό, λοιπόν, γι’ αυτούς να θέλουν ν’ ακούσουν τι είχε να πη ο Ιησούς. Ας ταξιδέψωμε για λίγο μαζί με τον Ιησού και ας ιδούμε τι έκαμε αφού πρώτα γνωρίσθηκε με τον Ανδρέα και τον Πέτρο και τον Φίλιππο και άλλους μαθητάς.
5. Πώς ο Ιησούς εφανέρωσε την δόξα του στους μαθητάς του στην Κανά της Γαλιλαίας;
5 Ο Ιησούς έφυγε από την κοιλάδα του άνω Ιορδάνου και ήλθε στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου εγίνετο μια εορτή γάμου. Η μητέρα του Ιησού ήταν εκεί και ο Ιησούς καθώς και οι μαθηταί του είχαν, επίσης, προσκληθή σ’ αυτή την γαμήλιο τελετή. Συνέβη δε να τελειώση ο οίνος, και εδώ έκαμε ο Ιησούς το πρώτο θαύμα του, μετατρέποντας το νερό σε κρασί. Αυτό το θαύμα ήταν η ‘αρχή των θαυμάτων του Ιησού εν Κανά της Γαλιλαίας, και εφανέρωσε την δόξαν αυτού, και επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί αυτού’. (Ιωάν. 2:1-11) Όλ’ αυτά συνέβησαν στη διάρκεια των πρώτων έξη μηνών από του βαπτίσματος του Ιησού στον Ποταμό Ιορδάνη.
6. Τι λέγει το Βιβλικόν υπόμνημα ότι έκαμε ο Ιησούς τον καιρό του Πάσχα του 30 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ;
6 Τώρα είναι καιρός του Πάσχα την άνοιξι του έτους 30, και ο Ιησούς πήγε στην Ιερουσαλήμ. Σ’ αυτή την αγία πόλι έδειξε την αγανάκτησί του προς εκείνους, οι οποίοι είχαν μετατρέψει τον οίκον του Θεού του σε οίκον εμπορίου. «Εύρεν εν τω ιερώ τους πωλούντας βόας και πρόβατα και περιστεράς, και τους αργυραμοιβούς καθημένους. Και ποιήσας μάστιγα εκ σχοινίων, εδίωξε πάντας εκ του ιερού, και τα πρόβατα και τους βόας· και τα νομίσματα των αργυραμοιβών έχυσε, και τας τραπέζας ανέτρεψε· και προς τους πωλούντας τας περιστεράς είπε, Σηκώσατε ταύτα εντεύθεν· μη κάμνετε τον οίκον του Πατρός μου οίκον εμπορίου. Τότε ενεθυμήθησαν οι μαθηταί αυτού ότι είναι γεγραμμένον, “Ο ζήλος του οίκου σου με κατέφαγεν”.»—Ιωάν. 2:13-17· Ψαλμ. 69:9.
7. (α) Ποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες είπε ο Ιησούς στον Φαρισαίο Νικόδημο; (β) Τι αναφέρεται ότι έλαβε κατόπιν χώραν στη γη της Ιουδαίας;
7 Κατόπιν μια νύχτα ο Ιησούς εδέχθη ένα επισκέπτη, τον Νικόδημο, ένα Φαρισαίο, ο οποίος ήταν ανήσυχος ν’ ακούση τι είχε να πη αυτός ο διδάσκαλος από τον Θεό. Μεταξύ άλλων, ο Ιησούς ετόνισε ότι «τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον. Επειδή . . . απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού εις τον κόσμον, . . . δια να σωθή ο κόσμος δι’ αυτού.» (Ιωάν. 3:16, 17) Έδειξε περαιτέρω ότι απαιτείται πίστις στον αληθινό Θεό και ότι όποιος «πράττει την αλήθειαν, έρχεται εις το φως, δια να φανερωθώσι τα έργα αυτού, ότι επράχθησαν κατά Θεόν.» (Ιωάν. 3:1-21 ) Ύστερ’ απ’ αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα νυκτερινή συνάθροισι «ήλθεν ο Ιησούς και οι μαθηταί αυτού εις την γην της Ιουδαίας, και εκεί διέτριβε μετ’ αυτών, και εβάπτιζεν. Ήτο δε και ο Ιωάννης βαπτίζων εν Αινών πλησίον του Σαλείμ». «Καθώς . . . έμαθεν ο Κύριος, ότι ήκουσαν οι Φαρισαίοι ότι ο Ιησούς πλειοτέρους μαθητάς κάμνει και βαπτίζει παρά ο Ιωάννης, (αν και ο Ιησούς αυτός δεν εβάπτιζεν, αλλ’ οι μαθηταί αυτού·) αφήκε την Ιουδαίαν, και απήλθε πάλιν εις την Γαλιλαίαν.»—Ιωάν. 3:22, 23· 4:1-3.
8, 9. Πώς εμαρτύρησε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ότι οι ακόλουθοι του Ιησού έπρεπε ν’ αυξάνουν, και ποιο σπουδαίο άγγελμα άρχισε τώρα να κηρύττη ο Ιησούς;
8 Ο λαός και οι θρησκευόμενοι παρετήρησαν αυτή τη μεγάλη δραστηριότητα, διότι τώρα οι μαθηταί του Ιησού εβάπτιζαν και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εξακολουθούσε να βαπτίζη. Αλλά παρετήρησαν ότι πιο πολλοί ακολουθούσαν τώρα τον Ιησού. Πράγματι, μερικοί από τους μαθητάς του Ιωάννου είπαν «πάντες έρχονται προς αυτόν [τον Ιησούν].» Ο Ιωάννης εξήγησε πολύ προσεκτικά ότι αυτός δεν ήταν ο Χριστός, αλλά ότι είχε αποστολή εμπρός από τον Χριστό. Κατόπιν ο Ιωάννης έκαμε μια πολύ σημαντική δήλωσι, η οποία έδειξε την πραγματική, αληθινή αγάπη του για τον Ιησού, τον Χριστό ή τον Κεχρισμένο: «Όστις έχει την νύμφην, είναι νυμφίος· ο δε φίλος του νυμφίου, ο ιστάμενος και ακούων αυτόν, χαίρει καθ’ υπερβολήν δια την φωνήν του νυμφίου. Αυτή λοιπόν η χαρά η ιδική μου επληρώθη. Εκείνος πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττόνωμαι.»—Ιωάν. 3:25-30.
9 Ο Ιησούς αύξησε τους μαθητάς του και πολλοί Ιουδαίοι τον ακολουθούσαν. «Αφού δε παρεδόθη ο Ιωάννης, ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν, κηρύττων το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού, και λέγων, Ότι επληρώθη ο καιρός και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε, και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον.» (Μάρκ. 1:14, 15) Ο Ματθαίος το επιβεβαιώνει αυτό, διότι λέγει: «“Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και εις τους καθήμενους εν τόπω και σκιά θανάτου, φως ανέτειλεν εις αυτούς”. Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη και να λέγη, Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.»—Ματθ. 4:16, 17.
10. Πώς ο Ιησούς έδειξε στους ανθρώπους στη συναγωγή της Ναζαρέτ ποιο επρόκειτο να είναι το έργο του στη γη;
10 Τώρα το δημόσιο έργο του Ιωάννου είχε λήξει. Είχε παρουσιάσει εκείνον, ο οποίος θα εξακολουθούσε να αυξάνη, και ύστερ’ από τη φυλάκισι του Ιωάννου ο Ιησούς ανέλαβε αμέσως το άγγελμα σχετικά με τη βασιλεία του Θεού. Κατόπιν μετέβη στη Ναζαρέτ και ανέγνωσε την αποστολή του από το βιβλίον του Ησαΐα, εξηκοστό πρώτο κεφάλαιο, σε όλους που ήσαν στη συναγωγή την ημέρα του Σαββάτου. «Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον Ησαΐου του προφήτου· και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον, “Πνεύμα Ιεχωβά είναι επ’ εμέ δια τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξω ευπρόσδεκτον Ιεχωβά ενιαυτόν”. Και κλείσας το βιβλίον, απέδωκεν εις τον υπηρέτην, και εκάθισε· πάντων δε οι οφθαλμοί των εν τη συναγωγή ήσαν ατενίζοντες εις αυτόν. Και ήρχισε να λέγη προς αυτούς, Ότι σήμερον επληρώθη η γραφή αύτη εις τα ώτα υμών.»—Λουκ. 4:17-21, ΜΝΚ.
11. Έως τότε, πόσοι έκαναν το έργο που εκτελούσε ο Ιησούς, κι έτσι λογικώς ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα;
11 Επειδή δεν εγένετο δεκτός στον ίδιο τον τόπο του, κατέβη στην Καπερναούμ, μια πόλι της Γαλιλαίας. «Και εδίδασκεν αυτούς εν τοις σάββασι. Και εξεπλήττοντο δια την διδαχήν αυτού· διότι ο λόγος αυτού ήτο μετά εξουσίας.» (Λουκ. 4:31, 32) Ως τον καιρό εκείνον η διακονία του Ιησού Χριστού πρέπει να είχε αποκτήσει πολλούς μαθητάς, οι οποίοι ήσαν πολύ προσεκτικοί ακροαταί, άνθρωποι που εμάθαιναν, αλλά που κανείς τους ακόμη δεν είχε κληθή να κάνη το έργο που έκανε ο Ιησούς. Αυτός εκτελούσε ένα πραγματικά διδακτικό πρόγραμμα, με το οποίο εξεπαίδευε τους μαθητάς του να είναι έτοιμοι ν’ αναλάβουν ευθύνη. Τώρα ήλθε ο καιρός να εκλέξη και να εκπαιδεύση μερικούς για μελλοντικό έργο. Ποιους εξέλεξε πρώτους ο Ιησούς;
ΕΓΝΩΡΙΖΑΝ ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ ΑΥΤΟΣ;
12. (α) Πώς τα εδάφια Ματθαίος 4:18-22 αφηγούνται την κλήσι του Ιησού σε μερικούς να τον ακολουθήσουν; (β) Ποια ήταν η απάντησις αυτών των ανθρώπων;
12 Έτσι ο Πέτρος και ο Ανδρέας και οι σύντροφοι των είχαν επιστρέψει στο αλιευτικό των έργο. Καθώς ο Ιησούς εβάδιζε μόνος στην ακτή της Θαλάσσης της Γαλιλαίας κοντά στην Καπερναούμ, αρκετά ύστερ’ από το Πάσχα του 30 μ.Χ., «είδε δύο αδελφούς, Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον, και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, ρίπτοντας δίκτυον εις την θάλασσαν διότι ήσαν αλιείς. Και λέγει προς αυτούς, Έλθετε οπίσω μου, και θέλω σας κάμει αλιείς ανθρώπων. Οι δε, αφήσαντες ευθύς τα δίκτυα, ηκολούθησαν αυτόν. Και προχωρήσας εκείθεν, είδεν άλλους δύο αδελφούς, Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου, και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού, εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών, επισκευάζοντας τα δίκτυα αυτών, και εκάλεσεν αυτούς. Οι δε, αφήσαντες ευθύς το πλοίον και τον πατέρα αυτών, ηκολούθησαν αυτόν.» (Ματθ. 4:18-22) Δεν υπήρξε ούτε ο ελάχιστος δισταγμός στην ανταπόκρισι αυτών των τεσσάρων αλιέων. Όπως ο προφήτης Ησαΐας, πριν από αιώνες, είπαν στις καρδιές των: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με.» (Ησ. 6:8) Ήσαν πρόθυμοι να υπάγουν διότι εγνώριζαν ποιος ήταν ο Ιησούς. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τον είχαν ιδεί ή ακούσει τον λόγον του.
13. (α) Πώς μπορούσαν ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης να είναι βέβαιοι ποιος ήταν ο Ιησούς; (β) Ποιες ερωτήσεις που απαιτούν σκέψι μπορούν να υποβληθούν τώρα;
13 Θυμηθήτε, ο Ανδρέας κι ένας σύντροφος παρέμειναν μια νύχτα μαζί του, ένα έτος περίπου προηγουμένως, και ο Πέτρος τον συνήντησε όταν ο αδελφός του Ανδρέας είπε στον Πέτρο: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν.» Ίσως μερικοί μαθηταί του να είχαν παρευρεθή στον εορτασμό του γάμου στην Κανά. Αν δεν ήσαν μαζί του, ασφαλώς άκουσαν ότι ο Ιησούς είχε εκδιώξει τους αργυραμοιβούς από το ναό στην Ιερουσαλήμ την εποχή του επομένου Πάσχα (30 μ.Χ.). Ασφαλώς είχαν φθάσει στα ώτα των τα νέα σχετικά με την ανάγνωσι απ’ αυτόν της προφητείας του Ησαΐα στη Ναζαρέτ λίγο πριν καθώς και το ότι τον εξέβαλαν από την πόλι. Χωρίς αμφιβολία επρόσεξαν στο ότι εδίδασκε με εξουσία στην Καπερναούμ. Αυτοί οι τέσσερες μαθηταί εγνώριζαν ποιος ήταν και ήσαν πρόθυμοι να τον ακολουθήσουν. Δεν ανέλαβαν αυτό το νέο έργο ως διάκονοι του Θεού δίχως να γνωρίζουν τι εκήρυττε ο Ιησούς και δίχως να πιστεύουν ότι η βασιλεία των ουρανών είχε πλησιάσει! Ήσαν πρόθυμοι και ανήσυχοι ν’ αναλάβουν τη διακονία, όπως θα έπρεπε να είναι πρόθυμοι σήμερα κάθε άνδρας και γυναίκα, που έχει ακούσει τον λόγον του Θεού και πιστεύει ότι η βασιλεία του Θεού είναι η μόνη ελπίς για το ανθρώπινο γένος. Έχετε γνώσι του Λόγου του Θεού και πίστι, η οποία σας καθιστά ικανό να γίνετε διάκονος; Έχετε απαντήσει στην κλήσι για υπηρεσία; Θα έπρεπε να είχατε απαντήσει, αν έχετε μελετήσει τον λόγο του Θεού και έχετε συνταυτισθή με τους μάρτυρας του Ιεχωβά επί ένα έτος ή περισσότερο.
14. Πώς αυτοί οι πρώτοι μαθηταί του Ιησού είχαν προετοιμασθή για να δεχθούν την κλήσι ν’ ακολουθήσουν τον Ιησού;
14 Πολλοί άνδρες και γυναίκες σήμερα έχουν ιδεί το φως του Λόγου του Θεού κι έχουν, πράγματι, εγκαταλείψει τα δίκτυά των και τον έχουν ακολουθήσει. Ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης παρέμειναν με τον Ιησού στην ολοχρόνιο διακονία διότι αυτοί οι άνθρωποι αγάπησαν την αλήθεια και είδαν ότι υπήρχε μεγάλη ανάγκη να κάνουν το έργο που έκανε ο Ιησούς. Άκουαν με ανήσυχα αυτιά, όταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής τούς έλεγε να μετανοήσουν και να είναι έτοιμοι για την έλευσι του Μεσσίου. Τώρα είχαν φθάσει στο σημείο να γνωρίσουν τον Μεσσία κι επίστευσαν ότι αυτός ήταν εκείνος που είχε σταλή από τον Θεό και ότι αυτός ήταν ο Υιός του Θεού. Είχαν ταξιδεύσει μαζί του από καιρό σε καιρό, αλλά τώρα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας ήλθε η μεγάλη ευκαιρία. Το ερώτημα, λοιπόν, ήταν, Θ’ απαντούσαν στην κλήσι όπως απήντησε και είπε ο Ησαΐας: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με»; Απήντησαν, κι εμείς σήμερα είμεθα ευγνώμονες διότι έχομε το καλό παράδειγμά τους ν’ ακολουθήσωμε.
15. Ποιος άλλος προσεκλήθη τώρα ν’ ακολουθήση τον Ιησού, και ποιο ήταν το επάγγελμα του;
15 Ο Ιησούς εξακολουθούσε ν’ αναζητή ειλικρινείς ανθρώπους μολονότι αυτοί οι τέσσερες αλιείς εδέχθησαν οριστικά την κλήσι να γίνουν ακόλουθοί του. Ενώ ο Ιησούς ήταν στην Καπερναούμ, είδε κάποιον «Λευίν το όνομα, καθήμενον εις το τελώνιον, και είπε προς αυτόν, Ακολούθει μοι. Και αφήσας άπαντα, εσηκώθη και ηκολούθησεν αυτόν.» (Λουκ. 5:27, 28) Αργότερα ο Λευίς (ή, Ματθαίος) έκαμε μεγάλη υποδοχή με παράθεσι γεύματος στον Ιησού, και εκάθησαν μαζί του στην τράπεζα πολλοί άλλοι τελώναι. Οι μαθηταί του ήσαν, επίσης, εκεί και ο Ιησούς εχρησιμοποίησε την ευκαιρία για να δώση καλή μαρτυρία σε όλους τους παρόντας. Είπε: «Δεν ήλθον δια να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν.»—Λουκ. 5:32.
16. Περιγράψτε το επόμενο σπουδαίο έργο εκλογής που ώφειλε να κάμη ο Ιησούς, και πώς γνωρίζομε ότι αυτό ήταν ένα πολύ σπουδαίο έργο;
16 Τώρα, ύστερ’ από ενάμισυ έτος κηρύγματος και διδασκαλίας στους μαθητάς του, και αφού παρευρέθη στο δεύτερο από την εποχή του βαπτίσματός του πάσχα, ο Ιησούς εξέλεξε από τους πολλούς μαθητάς του δώδεκα για να είναι απόστολοί του. Αυτό το ζήτημα της εκλογής ανθρώπων για μια τόσο σπουδαία θέσι το έκαμε αντικείμενο προσευχής, και ο Λουκάς μάς λέγει: «Εν εκείναις δε ταις ημέραις εξήλθεν εις το όρος να προσευχηθή· και διενυκτέρευεν εν τη προσευχή του Θεού. Και ότε έγεινεν ημέρα, έκραξε τους μαθητάς αυτού· και εξέλεξεν εξ αυτών δώδεκα, τους οποίους και ωνόμασεν αποστόλους· Τον Σίμωνα τον οποίον και ωνόμασε Πέτρον, και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, Ιάκωβον και Ιωάννην, Φίλιππον και Βαρθολομαίον, Ματθαίον και Θωμάν, Ιάκωβον τον του Αλφαίου, και Σίμωνα τον καλούμενον Ζηλωτήν, Ιούδαν τον αδελφόν Ιακώβου, και Ιούδαν τον Ισκαριώτην, όστις και έγεινε προδότης.»—Λουκ. 6:12-16.
17. Πόσος καιρός απαιτήθηκε για την εκλογή των δώδεκα αποστόλων, και τι αυτό δείχνει ότι ήταν αναγκαίο γι’ αυτούς;
17 Πόσο ενδιαφέρουσα είναι όλη αυτή η πληροφορία! Χρειάσθηκε να δαπανήση ο Ιησούς ενάμισυ έτος και πλέον για να εκλέξη αυτούς τους δώδεκα άνδρες ως αποστόλους του. Είχε συνάξει πολλούς μαθητάς γύρω του, πολλοί τον ακολούθησαν, πολλοί επίστευσαν σ’ αυτόν, αλλά από όλους αυτούς, ύστερ’ από ενάμισυ έτος έργου, κατέληξε σε δώδεκα άνδρες, τους οποίους εδίδαξε, εκάλεσε και προετοίμασε για ένα ειδικό έργον. Δεν τους διώρισε σ’ αυτό το έργο του αποστόλου, όταν για πρώτη φορά τους εκάλεσε να τον ακολουθήσουν, μολονότι αυτοί αμέσως άφησαν το έργο του αλιέως ή φοροσυλλέκτου. Πρώτα ήταν αναγκαία η εμφύτευσις σ’ αυτούς γνώσεως!
18. Στην εποχή μας, ποια άποψι πρέπει να έχωμε γι’ αυτούς, με τους οποίους μελετούμε τη Γραφή;
18 Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά συναντούν στο από σπίτι σε σπίτι έργο τους πολλά άτομα, τα οποία δείχνουν ενδιαφέρον στο άγγελμα της βασιλείας του Θεού. Συχνά γίνεται έναρξις Γραφικών μελετών, οι οποίες διεξάγονται στα σπίτια των ανθρώπων, μερικές φορές επί ένα έτος ή και πολύ περισσότερο. Ένας Χριστιανός διδάσκαλος δεν πρέπει ν’ αποθαρρύνεται επειδή μερικοί δεν παίρνουν την απόφασι να βαδίσουν στα βήματα του Χριστού Ιησού σ’ ένα σύντομο χρονικό διάστημα, έστω ένα έτος. Σκεφθήτε, αν είσθε ένας δραστήριος Χριστιανός, πόσος χρόνος σάς χρειάσθηκε για να πάρετε την απόφασι να πάτε στην από σπίτι σε σπίτι διακονία. Αν δεν είσθε ένας δραστήριος Χριστιανός, ερωτήστε τον εαυτό σας, ‘Είμαι ένας Χριστιανός;’ Ίσως να είσθε ένας Χριστιανός μόνο κατ’ όνομα και, φυσικά, τότε δεν είσθε άξιος ούτε του ονόματος.
19. Ποιο έργο καλύτερο από την επιχείρησι της αλιείας είχε ο Ιησούς υπ’ όψιν για τους μαθητάς;
19 Στην περίπτωσι των τεσσάρων αλιέων, αυτοί είχαν ήδη ένα επάγγελμα. Ήταν να αλιεύουν ψάρια στη θάλασσα της Γαλιλαίας. Πιθανώς έκαναν πολύ καλές δουλειές. Ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ειργάζοντο μαζί με τον πατέρα των τον Ζεβεδαίο και είχαν, επίσης, μισθωτούς άνδρες. Έτσι, αν είχαν μισθωτούς για να εργάζωνται μαζί τους, πρέπει να είχαν μια μεγάλη επιχείρησι που ευημερούσε. Αλλά παρά την καλή, την επικερδή αυτή επιχείρησι, οι δύο γυιοί του Ζεβεδαίου εγκατέλειψαν τον πατέρα των και ακολούθησαν τον Χριστό. Ήθελαν να γίνουν Χριστιανοί! (Μάρκ. 1:19, 20) Η επιχείρησις της αλιείας είναι μια πολύ υγιεινή απασχόλησις στο ύπαιθρο. Όσο για ευχάριστο περιβάλλον, τι μπορούσε να είναι καλύτερο από τη θάλασσα της Γαλιλαίας; Αλλά ο Ιησούς είχε κάτι πολύ καλύτερο υπ’ όψιν. Γι’ αυτό είπε στον Πέτρο: «Από του νυν ανθρώπους θέλεις αγρεύει.» (Λουκ. 5:10) Ο Ιησούς ήθελε ζωντανούς ανθρώπους, αφωσιωμένους ανθρώπους, για να χειρισθούν το άγγελμα που αυτός είχε. Θα έπρεπε ν’ αγαπούν πραγματικά τον Πατέρα του στον ουρανό, όπως ακριβώς τον αγαπούσε αυτός, και οι ακόλουθοί του ν’ αγαπούν αλλήλους.—Ιωάν. 13:34, 35.
20, 21. (α) Ποια ευκαιρία άνοιγε τώρα ο Ιησούς στους ακολούθους του; (β) Πώς μπορούσαν αυτοί οι ακόλουθοι να μάθουν γι’ αυτό το θαυμάσιο δώρο;
20 Ο Ιησούς Χριστός έκαμε έναρξι του Χριστιανικού έργου, και αυτοί οι δώδεκα άνδρες με τη σειρά τους έπρεπε να κάνουν μαθητάς του Ιησού Χριστού, εκπαιδεύοντάς τους στη Χριστιανική διδασκαλία. Αυτός άνοιγε τη μόνη οδό αιωνίου ζωής για όλο το ανθρώπινο γένος. Στον εορτασμό του τελευταίου Πάσχα, εκείνου που ετήρησε με τους μαθητάς του, και στη διάρκεια του οποίου εισήγαγε την Ανάμνησι του θανάτου του, είπε στην τελική προσευχή του: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάν. 17:3) Τι περιεκτική δήλωσις! Για ν’ αποκτήση ένας αιώνια ζωή, είναι ανάγκη να λάβη γνώσι, και ν’ αποκτήση κατανόησι των έργων και των σκοπών του Ιεχωβά Θεού και του Υιού Του, Ιησού Χριστού. Πού μπορείτε να λάβετε αυτή τη γνώσι; Στο γραπτό Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή. Απαιτείται χρόνος για να διαβάση ένας τη Γραφή, αλλά πολύ περισσότερος για να τη μελετήση. Και ακόμη περισσότερος χρόνος απαιτείται για να γίνη ένας διδάσκαλος. Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί εγκατέλειψαν αμέσως κάθε τι και ακολούθησαν τον Ιησού για να γίνουν ολοχρόνιοι μαθηταί του και να μάθουν για τον Θεό και τον Χριστόν Ιησού κι έτσι ν’ αποδειχθούν ότι είναι καλύτεροι διδάσκαλοι.
21 Τώρα, αφού είχε εκλέξει τους δώδεκα αποστόλους, ο Ιησούς συνέχισε να τους δίνη περισσότερη γνώσι για τον Θεό και να τους δείχνη την πορεία της ζωής, που πρέπει ν’ ακολουθήσουν πιστά όλοι οι άνθρωποι, αν θέλουν να κερδίσουν αιώνια ζωή. Οι δώδεκα απόστολοί του μαζί με μεγάλα πλήθη ανθρώπων, οι οποίοι τον ακολούθησαν, άκουσαν την επί του όρους ομιλία του, όπως αναγράφεται απ’ το πέμπτο έως το έβδομο κεφάλαια του Ματθαίου. Αυτή ήταν μια υγιαίνουσα διδασκαλία.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ ΩΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΩΝ
22. Γιατί οι απόστολοι παρέμεναν κοντά στον Ιησού, και ποιο ήταν το πρώτιστο ενδιαφέρον του Ιησού όσον αφορά αυτούς τους ανθρώπους που είχε εκλέξει;
22 Οι απόστολοι παρέμεναν πάντα κοντά στον Ιησού Χριστό τώρα ως μαθηταί, και αποκτούσαν γνώσι, έθεταν ερωτήσεις, παρατηρούσαν τα θαύματα που εκτελούσε, ταξιδεύοντας από πόλι σε πόλι μαζί του, ακούοντας πάντα με ανοικτή καρδιά και διάνοια έτσι ώστε να μάθουν τ’ αγαθά νέα. Ο Ιησούς εγνώριζε ότι οι απόστολοι είχαν ανάγκη ειδικής εκπαιδεύσεως για το μελλοντικό τους έργο και ότι ο καλύτερος τρόπος για να τους την δώση ήταν να τους εξαποστείλη σε μια περιοδεία ομιλιών. Ύστερ’ από την περιοδεία τους, που την έκαμαν μόνοι τους, κηρύττοντας τ’ αγαθά νέα σε άλλους, «συνάγονται οι απόστολοι προς τον Ιησούν, και απήγγειλαν προς αυτόν πάντα, και όσα έπραξαν και όσα εδίδαξαν. Και είπε προς αυτούς, Έλθετε σεις αυτοί κατ’ ιδίαν εις τόπον έρημον, και αναπαύεσθε ολίγον.» (Μάρκ. 6:30, 31· Λουκ. 9:10) Μολονότι ο Ιησούς ενδιεφέρετο πρωτίστως για να καταστήση τους δώδεκα αποστόλους ικανούς να χειρισθούν το μεγάλο έργο, που ευρίσκετο ενώπιόν τους, εν τούτοις εξακολουθούσε να κάνη πολλούς άλλους μαθητάς και με καλή επιτυχία. Συνεχώς μεγάλα πλήθη ανθρώπων ήρχοντο σ’ αυτόν. Σε μια περίπτωσι ωμίλησε και παρέσχε τροφή σε 5.000 άτομα στη βορειοανατολική όχθη της θαλάσσης της Γαλιλαίας.—Ματθ. 14:14-24· Μάρκ. 6:30-44.
23. (α) Τι έκαμε να εκπλήσσωνται εκείνοι που άκουαν τον Ιησού να ομιλή; (β) Τι εκαλούντο να κάνουν εκείνοι που άκουαν, και αληθεύει το ίδιο για την εποχή μας;
23 Κατά το έτος 32 μ. Χ., γύρω στον καιρό της εορτής της σκηνοπηγίας στην Ιερουσαλήμ, ο λαός ήταν πραγματικά έκπληκτος μ’ αυτόν τον άνθρωπον Ιησού, διότι, «ενώ η εορτή ήτο ήδη περί τα μέσα, ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν, και εδίδασκε. Και εθαύμαζον οι Ιουδαίοι, λέγοντες, Πώς ούτος εξεύρει γράμματα ενώ δεν έμαθεν. Απεκρίθη προς αυτούς ο Ιησούς και είπεν, Η ιδική μου διδαχή δεν είναι εμού, αλλά το πέμψαντός με. Εάν τις θέλη να κάμη το θέλημα αυτού, θέλει γνωρίσει περί της διδαχής, αν ήναι εκ του Θεού, ή αν εγώ λαλώ απ’ εμαυτού.» (Ιωάν. 7:14-17) Έτσι οι άνθρωποι εκείνοι που άκουαν έπρεπε να λάβουν αποφάσεις είτε να δεχθούν το άγγελμα ως προερχόμενο από τον Θεό είτε να το απορρίψουν. Το ίδιο αληθεύει και σήμερα. Μερικοί που ακούουν πιστεύουν στους λόγους του Ιησού και προοδεύουν και προετοιμάζονται για να κηρύξουν το ίδιο άγγελμα, δηλαδή, ότι «Επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Το λιγότερο που μπορεί ένας να κάμη είναι να λέγη σε άλλους αυτό που ακούει για τον Θεό, στις καθημερινές του συζητήσεις με άλλα άτομα. Όλοι εμείς μπορούμε να κάνωμε ένα τέτοιο έργο· δεν νομίζετε;
24. (α) Ύστερ’ από δύο χρόνια, πόσοι μαθηταί μπορούσαν ν’ αποσταλούν από τον Ιησού να κηρύξουν; (β) Ως το 33 μ.Χ., πόσοι είχαν πλήρη πίστι στον Χριστό; (γ) Τι είχε υποσχεθή ο Ιησούς στους μαθητάς του, για να εξασφαλισθούν περισσότερες οδηγίες και κατεύθυνσις;
24 Σε χρονικό διάστημα δύο ετών αφότου ο Ιησούς άρχισε να κηρύττη, πιο πολλοί Ιουδαίοι είχαν αποκτήσει αρκετή γνώσι για να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και να κηρύττουν. Ο Λουκάς μάς λέγει: «Διώρισεν ο Κύριος και άλλους εβδομήκοντα, και απέστειλεν αυτούς ανά δύο έμπροσθεν αυτού, εις πάσαν πόλιν και τόπον, όπου έμελλεν αυτός να υπάγη. Έλεγε λοιπόν προς αυτούς, Ο μεν θερισμός είναι πολύς, οι δε εργάται ολίγοι· παρακαλέσατε λοιπόν τον Κύριον του θερισμού να αποστείλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού. Υπάγετε· ιδού, εγώ σας αποστέλλω ως αρνία εν μέσω λύκων.» (Λουκ. 10:1-3) Οι απόστολοί του και αυτοί οι εβδομήντα μαθηταί, ένα σύνολο από ογδόντα δύο διδασκάλους, εγνώριζαν ότι το να πηγαίνουν αυτοί στον κόσμο και να κηρύττουν, όπως είχαν τώρα διδαχθή να κάνουν, θα επεσώρευε επάνω τους πολλά προβλήματα, διωγμό και δίκες, αλλά είχαν πίστι στον Ιεχωβά και στον Υιό του, τον Χριστόν Ιησού, ώστε ν’ αναλάβουν αυτό το βήμα προς τα εμπρός. Αυτοί οι διάκονοι, οι οποίοι απεστέλλοντο να κηρύξουν, είχαν ακόμη τον χρόνο και την ευκαιρία να μαθαίνουν περισσότερα από τον Ιησού. Η κραυγή προς τον Πόντιο Πιλάτο να θανατώση τον Χριστό δεν επρόκειτο ν’ ακουσθή πριν από το Πάσχα του 33 μ.Χ. Ως τότε, όμως, υπήρχαν τουλάχιστον 120, οι οποίοι είχαν πλήρη πίστι στον Χριστό Ιησού, και σαράντα ημέρες μετά την ανάστασί του ο Ιησούς έδωσε σ’ αυτούς μέσω των αποστόλων τις εντολές: «Να μη απομακρυνθώσιν από Ιεροσολύμων, αλλά να περιμένωσι την επαγγελίαν του Πατρός, την οποίαν ηκούσατε, είπε, παρ’ εμού. Διότι ο με Ιωάννης εβάπτισεν εν ύδατι, σεις όμως θέλετε βαπτισθή εν Πνεύματι Αγίω, ουχί μετά πολλάς ταύτας ημέρας.» (Πράξ. 1:4, 5) Ασφαλώς θα ελάμβαναν περαιτέρω κατευθύνσεις, όσον αφορά το τι θα έκαναν τώρα που είχε πεθάνει ο Ιησούς επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου και είχε αναστηθή εκ νεκρών και είχε αναληφθή στον ουρανό. Αυτοί οι 120 μαθηταί, ένδεκα από τους αρχικούς αποστόλους και 109 άλλοι μαθηταί, ανέμεναν σ’ ένα υπερώο στην Ιερουσαλήμ κάποιο σημείο από τον Χριστό Ιησού. Αυτό το σημείο ήλθε! «Επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου, και ήρχισαν να λαλώσι ξένας γλώσσας, καθώς το Πνεύμα έδιδεν εις αυτούς να λαλώσιν.» (Πράξ. 2:4) Τώρα μιλούσαν άφοβα για τα πράγματα, που είχαν μάθει σε λίγα μόλις χρόνια διότι ακολούθησαν τον Ιησού. Όσον αφορά τον ίδιο τον Πέτρο, αυτός ασφαλώς θα εγίνετο αλιεύς ανθρώπων.
25. Την Πεντηκοστή, πόσοι εγκολπώθηκαν τον λόγο κι εβαπτίσθηκαν;
25 Την ημέρα εκείνη της Πεντηκοστής εσηκώθη ο Πέτρος και ύψωσε τη φωνή του και μίλησε σ’ ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, σε χιλιάδες. Όταν ετελείωσε, 3.000 εγκολπώθηκαν εγκάρδια τον λόγο κι εβαπτίσθηκαν. Χωρίς αμφιβολία πολλοί από αυτούς τους τρεις χιλιάδες είχαν ακούσει τον Ιησού και είχαν διδαχθή από αυτόν. Ο Ιησούς ήταν καλώς γνωστός σ’ όλη την Ιερουσαλήμ, την Ιουδαία, τη Γαλιλαία και σ’ όλη τη γη της Παλαιστίνης, διότι ήταν ένας μέγας κήρυξ της αληθείας.
26. Ποιες κατάλληλες ερωτήσεις τίθενται τώρα για εξέτασι από μας;
26 Η ζωή που διήγε ο Χριστός έφερε αποτελέσματα. Το κήρυγμά του παρήγαγε διακόνους του Θεού. Τι έχει παραγάγει η δική σας διακονία για τον Θεό; Υπήρξατε ένας καλός σπουδαστής των Γραφών κι ένας ακροατής του Λόγου κι έχετε έτσι εξαρτισθή για να είσθε ένας καλός διδάσκαλος; Αν αποκαλήτε τον εαυτό σας Χριστιανό, θα έπρεπε να κάνετε ότι έκανε ο Ιησούς ή ό,τι έκαναν οι μαθηταί. Η πρώτη Χριστιανική εκκλησία έδειξε ζήλο για τον Θεό και τη βασιλεία του κι εβάδισε στα βήματα του Ιησού. Πόσοι άνδρες και γυναίκες της Καθολικής, της Ορθοδόξου και της Προτεσταντικής πίστεως σήμερα πιστεύουν όπως οι ακόλουθοι του Χριστού Ιησού; Πόσοι έχουν ώτα έστω για ν’ ακούσουν; Πόσοι κηρύττουν ότι επλησίασε η βασιλεία του Θεού;
27. Περιγράψτε τα γεγονότα που ωδήγησαν στη μεταστροφή του Σαύλου και τι αυτός έκαμε όταν έγινε ένας ακόλουθος του Χριστού.
27 Με το ζήλο του για τη θρησκεία των Ιουδαίων ο Σαούλ, ένας Ιουδαίος Φαρισαίος, «πνέων έτι απειλήν και φόνον κατά των μαθητών του Κυρίου», εναντιώθηκε στο έργο των Χριστιανών. Εμποδίσθηκε με τύφλωσι, που του επροξενήθη στο δρόμο του προς τη Δαμασκό από τον ουράνιο αναστημένο Χριστόν Ιησού. Ο Ιησούς εξέλεξε αυτόν τον άνθρωπο, τον χειρότερο διώκτη των Χριστιανών, για να είναι ακόλουθός του και να χρησιμοποιηθή ‘δια να βαστάση το όνομά του ενώπιον εθνών και βασιλέων, και των υιών Ισραήλ’. Ο Ανανίας, ένας Χριστιανός, εστάλη στον οίκο, όπου ο Σαούλ υπέφερε από την τυφλότητά του, και με την κατεύθυνσι του Χριστού Ιησού έθεσε τα χέρια του επάνω στον Σαούλ «δια να αναβλέψης [Σαούλ], και να πλησθής πνεύματος αγίου.» Ο Σαούλ «ανέβλεψεν ευθύς· και σηκωθείς εβαπτίσθη.» Εδαπάνησε μερικές ημέρες με τους μαθητάς στη Δαμασκό και, όταν έμαθε την αλήθεια και κατενόησε ποιο επρόκειτο να είναι το έργο του, «ευθύς εκήρυττεν εν ταις συναγωγαίς τον Χριστόν, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» Είχε το πνεύμα του προφήτου Ησαΐα, όταν είπε: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με.»—Πράξ. 9:1-22.
28. Πώς ο Παύλος εβοήθησε ένα δεσμοφύλακα, ο οποίος φρουρούσε αυτόν και τον σύντροφό του, να πιστεύση στον Χριστό;
28 Όταν ο Σαούλ εξετίμησε την αλήθεια, άρχισε να κηρύττη κι εξακολούθησε να το πράττη. Δεν ήταν μια σπασμωδική ενέργεια εκ μέρους του. Κάποτε, ενώ εταξίδευε μαζί με τον ιεραποστολικό σύντροφό του Σίλα, διέταξε ένα δαίμονα να εξέλθη από μια ενοχλητική κόρη. Προεκάλεσε μια οχλαγωγία με αποτέλεσμα να φυλακισθούν και οι δύο αυτοί Χριστιανοί, αφού προηγουμένως εδάρησαν. Στη διάρκεια της νυκτός προσηύχοντο και αινούσαν τον Θεό με ύμνους, οι δε φυλακισμένοι τους άκουαν. Κατόπιν αιφνιδίως συνέβη ένας μεγάλος σεισμός και ο δεσμοφύλαξ φοβήθηκε ότι όλοι οι φυλακισμένοι του εδραπέτευσαν, αλλά ο Παύλος τον εβεβαίωσε ότι δεν είχε συμβή αυτό. Ύστερα ο Παύλος μίλησε στον δεσμοφύλακα για το τι έπρεπε να κάμη ο δεσμοφύλαξ για να σωθή. Ιδού τι συνέβη: «Ελάλησαν προς αυτόν τον λόγον του Ιεχωβά, και προς πάντας τους εν τη οικία αυτού. Και παραλαβών [ο δεσμοφύλαξ] αυτούς εν εκείνη τη ώρα της νυκτός, έλουσε τας πληγάς αυτών και εβαπτίσθη ευθύς αυτός και πάντες οι αυτού.» (Πράξ. 16:32-34, ΜΝΚ) Κάθε περίπτωσις ήταν μια καλή ευκαιρία για τον Παύλο (τον κάποτε Σαούλ) για να λαλήση τον λόγο του Ιεχωβά, και είδε τ’ αποτελέσματα.
29. Ποιες απαιτήσεις για ζωή σήμερα είναι ίδιες όπως και στις ημέρες που άρχισε η Χριστιανοσύνη;
29 Παρακαλούμε να παρατηρήσετε ότι ο δεσμοφύλαξ και η οικογένειά του, αφού άκουσαν τον λόγο του Ιεχωβά, «ευθύς» έλαβαν τη στάσι τους υπέρ της αληθείας. Όσον αφορά το να γίνη ένας Χριστιανός, τα πράγματα δεν διαφέρουν σήμερα. Ένα άτομο οφείλει ν’ αφιερωθή στην υπηρεσία του Ιεχωβά Θεού όπως έκαμε ο Παύλος και όπως έκαμε ο δεσμοφύλαξ· κατόπιν να βαπτισθή και ν’ αναλάβη τη Χριστιανική δράσι, αν θέλη αιώνιο ζωή. Ακριβώς όπως ο Παύλος περιεπάτησε στα βήματα του Χριστού Ιησού και όπως έκαμαν οι ένδεκα άλλοι απόστολοι, οι οποίοι είχαν εκλεγή από τον Ιησού, έτσι κι εμείς οφείλομε ν’ αποδειχθούμε πιστοί στην πραγματική λατρεία του Θεού. Δεν μπορούμε να γίνωμε σαν τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ο οποίος έγινε προδότης κι έθεσε το υλικό κέρδος πρώτο. Εμείς, σήμερα, οφείλομε ν’ αποδειχθούμε τόσο πιστοί όσο και όλοι οι πρώτοι μαθηταί του Χριστού Ιησού στο ν’ αναλάβωμε τη διακονία. Αυτά τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας δεν θα είχαν εξαπλωθή σ’ όλο τον κόσμο σήμερα αν δεν υπήρχαν Χριστιανοί όπως αυτοί.
[Εικόνα στη σελίδα 72]
«Ακολούθει μοι»