Η Ζωηρή Απεικόνισις της Διακονίας του Ιησού από τον Μάρκο
ΠΟΙΟΣ ήταν ο Μάρκος, που έγραψε ένα Ευαγγέλιο που φέρει το όνομά του; Πώς μπόρεσε να γράψη μια τέτοια ζωηρή αφήγησι; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του Ευαγγελίου του, και από ποιες απόψεις είναι μοναδικό;
Ο Μάρκος δεν ήταν ένας από τους δώδεκα αποστόλους, ούτε καν φαίνεται να υπήρξε ένας από τους εβδομήντα ευαγγελιστάς. Ποιος, λοιπόν, ήταν; Είναι εντελώς πιθανόν ότι ήταν ο «είς τις νεανίσκος», που, καθώς λέγει η αφήγησις, ακολουθούσε τον Ιησούν από κοντά, και τον οποίο προσεπάθησαν να συλλάβουν εκείνοι που συνέλαβαν τον Ιησούν, αλλά ο οποίος «αφήσας την σινδόνα, έφυγεν απ’ αυτών γυμνός.» (Μάρκ. 14:51, 52) Χωρίς αμφιβολία είναι ο Ιωάννης Μάρκος που αναφέρεται κατ’ επανάληψιν στο βιβλίο των Πράξεων. Στις Πράξεις 12:12 μαθαίνομε ότι η μητέρα του ζούσε στην Ιερουσαλήμ και ότι η πρώτη Χριστιανική εκκλησία χρησιμοποιούσε το σπίτι της ως τόπον εκκλησιαστικών συναθροίσεων. Περαιτέρω, στο εδάφιο 25 του ιδίου κεφαλαίου, διαβάζομε ότι ο Βαρνάβας και ο Σαούλ (ο απόστολος Παύλος), αφού εξετέλεσαν πλήρως τη διακονία περιθάλψεως στην Ιερουσαλήμ, «υπέστρεψαν . . . παραλαβόντες μεθ’ εαυτών και τον Ιωάννην τον επονομασθέντα Μάρκον.»
Καθώς εταξίδευαν και εκήρυτταν ο Παύλος και ο Βαρνάβας, ο Ιωάννης Μάρκος εχρησίμευε ως υπηρέτης, υπηρετώντας τους, χωρίς αμφιβολία, για τις καθημερινές των ανάγκες. Εν τούτοις, αφού ο Παύλος και ο Βαρνάβας έφθασαν στην Παμφυλία, ο «Ιωάννης χωρισθείς απ’ αυτών, υπέστρεψεν εις τα Ιεροσόλυμα», πηγαίνοντας πάλι στο σπίτι, στη μητέρα του. Λόγω αυτής της αποδείξεως ελλείψεως ωριμότητος, ο απόστολος Παύλος δεν ήθελε να τον πάρη μαζί στη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία του. Αυτό επροκάλεσε διάσπασι μεταξύ Παύλου και Βαρνάβα, με αποτέλεσμα να πάρη ο Παύλος μαζί του τον Σίλα ως ακόλουθό του, ο δε Βαρνάβας του Ιωάννη Μάρκο.—Πράξ. 13:13.
Αλλ’ ο Ιωάννης Μάρκος δεν παρέμεινε ανώριμος. Προώδευσε τόσο, ώστε κατόπιν διαβάζομε ότι ο Παύλος μίλησε ευνοϊκά γι’ αυτόν στην προς Κολοσσαείς επιστολή του 4:10: «Μάρκος ο ανεψιός του Βαρνάβα, (περί του οποίου ελάβετε παραγγελίας· εάν έλθη προς εσάς, υποδέχθητε αυτόν).» Αργότερα ακόμη διαβάζομε ότι ο Παύλος ζητεί από τον Τιμόθεο το εξής: «Τον Μάρκον παραλαβών φέρε μετά σου· διότι μοι είναι χρήσιμος εις την διακονίαν.» Ναι, από τότε ο Μάρκος είχε αποδειχθή πιστός, και ο Παύλος τον είχε συγχωρήσει.—2 Τιμ. 4:11.
Ιδιαίτερα, όμως, ενδιαφέρει, όσον αφορά το Ευαγγέλιό του, εκείνο που λέγει ο απόστολος Πέτρος γι’ αυτόν: «Σας ασπάζεται η εν Βαβυλώνι συνεκλεκτή εκκλησία, και Μάρκος ο υιός μου.» (1 Πέτρ. 5:13) Γιατί αυτή η μνεία του Μάρκου από τον Πέτρο είναι ιδιαίτερα πρόσφορη για το Ευαγγέλιο του Μάρκου; Επειδή αναμφιβόλως από τον απόστολο Πέτρο απέκτησε ο Ιωάννης Μάρκος τις πληροφορίες του. Αυτή είναι η σαφής μαρτυρία των ιστορικών της πρώτης εκκλησίας:
«Ο Μάρκος που έγινε διερμηνεύς του Πέτρου, έγραψε ακριβώς όλα όσα ανέφερε ο Πέτρος.» (Παπίας) «Μετά τον θάνατο του Πέτρου και του Παύλου, ο Μάρκος, ο μαθητής και διερμηνεύς του Πέτρου, «μας παρέδωσε επίσης ο ίδιος γραπτώς τα όσα εκηρύττοντο από τον Πέτρο.» (Ειρηναίος) «Ο Μάρκος έκαμε το Ευαγγέλιό του καθώς τον ωδήγησε ο Πέτρος.» (Ωριγένης) «Το Ευαγγέλιο του Μάρκου υποστηρίζεται ότι είναι του Πέτρου, του οποίου ο Μάρκος ήταν διερμηνεύς, . . . διότι είναι δυνατόν εκείνο που δημοσιεύουν οι μαθηταί να θεωρηθή ως έργο του διδασκάλου των.»—Τερτυλλιανός.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Η υποστήριξις της θέσεως ότι ο απόστολος Πέτρος εφωδίασε τον Ιωάννη Μάρκο με τις πληροφορίες για το Ευαγγέλιό του αποτελεί το χαρακτηριστικό του. Το ύφος του είναι τόσο ζωηρό, ώστε πρέπει το περιεχόμενό του ν’ απεκτήθη με άμεσο τρόπο από έναν αυτόπτη μάρτυρα. Ο Πέτρος ήταν ένας αυτόπτης μάρτυς. Επί πλέον, βρίσκομε ότι το Ευαγγέλιο αυτό κινείται γοργά, ορμητικά, να το πούμε έτσι. Ο Πέτρος ήταν ορμητικός και σε λόγο και σε πράξι. Περαιτέρω, σ’ αυτό το Ευαγγέλιο βρίσκομε πολλά λεπτά σημεία που δείχνουν μια παρατηρητική προσωπικότητα. Ο Πέτρος, ως αλιεύς, είχε ευκαιρία να καλλιεργήση την ιδιότητα οξείας παρατηρητικότητος, παρατηρώντας τον ουρανό, τη θάλασσα, τα ψάρια και τα δίχτυα του. Δεν πρέπει να παραβλεφθή το γεγονός ότι ο Πέτρος ήταν ένας αυτόπτης μάρτυς όλων σχεδόν όσα ανέγραψε ο Μάρκος.
Ο Ματθαίος, τον καιρό που ο Μάρκος έγραφε το ευαγγέλιό του, είχε απεικονίσει τον Ιησού ως τον υποσχεμένο Μεσσία και τον βασιλέα των Ιουδαίων· ο Λουκάς είχε δείξει τον Ιησού ως τον οικτίρμονα Σωτήρα όλου του ανθρωπίνου γένους· ο Ιωάννης επρόκειτο ακόμη να γράψη γι’ αυτόν: «Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και θεός ήτο ο Λόγος», τονίζοντας σε όλο το ευαγγέλιό του την προανθρώπινη ύπαρξι του Ιησού. Και ο Μάρκος; Ο Μάρκος παρουσιάζει τον Ιησούν ως τον εκτελεστήν θαυμάτων Υιόν του Θεού. Ενώ, λοιπόν, το Ευαγγέλιό του είναι εξίσου διηρημένο μεταξύ συνομιλίας και δράσεως, το όλον αποτέλεσμα είναι να τονίση τη δραστηριότητα του Ιησού. Έτσι βρίσκομε ότι ανέγραψε πάρα πολλά από τα θαύματα του Ιησού, αλλά συγκριτικώς ολίγους από τους λόγους του και τις παραβολές του.—Ιωάν. 1:1, ΜΝΚ.
Όπως ακριβώς ο Ματθαίος έγραψε πρωτίστως για τους Ιουδαίους, και ο Λουκάς για όλα τα έθνη, έτσι είναι προφανές ότι ο Μάρκος έγραψε πρωτίστως για τους Ρωμαίους. Η Ρώμη ήταν, πράγματι, η πιο πιθανή σκηνή των μόχθων του. Αυτό είναι φανερό με διαφόρους τρόπους, όπως η μοναδική από μέρους του χρήσις ωρισμένων Λατινικών εκφράσεων μεταγραμματισμένων στα Ελληνικά. Μεταξύ αυτών είναι σπεκουλάτωρ που αποδίδεται «δήμιος»· πραιτώριον που σημαίνει «ανάκτορον του κυβερνήτου»· και κεντυρίων που αποδίδεται «εκατόνταρχος».—Μάρκ. 6:27· 15:16, 39, Κείμενον.
Ο Μάρκος δεν λαμβάνει ως δεδομένο ότι οι αναγνώσται του γνωρίζουν τη γεωγραφία ή τη φυτική ζωή της Παλαιστίνης, και έτσι βρίσκομε ότι αυτός μόνος εθεώρησε επάναγκες να αναφέρη ότι υπήρχαν θηρία στην έρημο, όπου ο Ιησούς εδαπάνησε σαράντα ημέρες και ότι ο Ιορδάνης είναι ποταμός. Επίσης, παρατηρεί, εν σχέσει με την κατάρα της συκής, ότι ο Ιησούς «ουδέν εύρεν ειμή φύλλα· διότι δεν ήτο καιρός σύκων». Έτσι, επίσης, αυτός μόνος σημειώνει ότι ο Ιησούς και οι μαθηταί του εκάθηντο στο Όρος των Ελαιών, «κατέναντι του ιερού».—Μάρκ. 1:5, 13· 11:13· 13:3.
Με τον ίδιο τρόπο ο Μάρκος αισθάνεται ότι καλείται να δώση επεξηγηματικές σημειώσεις προτού αναγράψη συζητήσεις μεταξύ του Ιησού και των εχθρών του: «Οι μαθηταί δε του Ιωάννου και οι των Φαρισαίων ενήστευον.» «Διότι οι Φαρισαίοι και πάντες οι Ιουδαίοι, εάν δεν νίψωσι μέχρι του αγκώνος τας χείρας, δεν τρώγουσι, κρατούντες την παράδοσιν των πρεσβυτέρων· και επιστρέψαντες από της αγοράς, εάν δεν νιφθώσι, δεν τρώγουσιν», και ούτω καθεξής.—Μάρκ. 2:18· 7:3, 4.
Το ίδιο το συγγραφικό ύφος του Μάρκου μάς δίνει μια αίσθησι δράσεως. Έτσι κατ’ επανάληψιν βρίσκομε την έκφρασι «ευθύς», την οποία χρησιμοποιεί δυο φορές συχνότερα από όλους μαζί τους άλλους συγγραφείς των Ευαγγελίων: «Και ευθύς ενώ ανέβαινεν από του ύδατος»· «Και ευθύς το πνεύμα εκβάλλει αυτόν εις την έρημον»· «Και ευθύς εξελθόντες εκ της συναγωγής»· επίσης, «Και ευθύς αφήσαντες τα δίκτυα αυτών», και, «Ευθύς εν τω σαββάτω.»—Μάρκ. 1:10, 12, 29, 18, 21.
Για να αναφέρωμε ένα ακόμη χαρακτηριστικό του Μάρκου, αυτός είναι ο μόνος Ευαγγελικός συγγραφεύς που χρησιμοποιεί Αραμαϊκούς όρους και έπειτα τους μεταφράζει: Βοανεργές «Υιοί βροντής»· Ταλιθά κούμι, «Κοράσιον, σοι λέγω, σηκώθητι.»· Κορβάν, «δώρον [αφιερωμένον εις τον Θεόν, ΜΝΚ]»· Εφφαθά, «Ανοίχθητι», και Αββά, «Πατήρ».—Μάρκ. 3:17· 5:41· 7:11, 34· 14:36.
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΖΩΗΡΕΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΕΣ
Μεταξύ των πραγμάτων, που κάνουν τόσο ζωηρή την απεικόνιση από τον Μάρκο της διακονίας του Ιησού, είναι οι λεπτομέρειες αναφορικά με το πώς ησθάνετο ο Ιησούς ωρισμένες καταστάσεις και αντιδρούσε σ’ αυτές. Έτσι μόνο ο Μάρκος μάς λέγει ότι, εν σχέσει με το ζήτημα της θεραπείας την ημέρα του σαββάτου, ο Ιησούς περιέβλεψε «αυτούς μετ’ οργής, λυπούμενος δια την πώρωσιν της καρδίας αυτών». Ο Μάρκος μόνος μας λέγει πώς αισθάνθηκε ο Ιησούς για την υποδοχή που έλαβε από τους ανθρώπους της πατρίδος του: «Και εθαύμαζε δια την απιστίαν αυτών.» Μόνο ο Μάρκος μάς λέγει πώς η καρδιά του Ιησού συνεπάθησε τον πλούσιον νεαρόν άρχοντα: «Και ο Ιησούς εμβλέψας εις αυτόν, ηγάπησεν αυτόν.» Και ομοίως μόνο ο Μάρκος ανέγραψε ότι ο Ιησούς «δεν άφινε να περάση τις σκεύος δια του ιερού», τον καιρό που εξέβαλε τους αργυραμοιβούς και άλλους εμπόρους. Παρεμπιπτόντως αναφέρομε ότι, σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες βλέπομε επίσης ν’ αντανακλάται η παρατηρητικότης του Πέτρου.—Μάρκ. 3:5· 6:6· 10:21· 11:16.
Μεταξύ άλλων λεπτομερειών ιδιοτύπων ή μοναδικών στον Μάρκο, που θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν, είναι και το γεγονός ότι ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης άφησαν τον πατέρα των πίσω «μετά των μισθωτών», πράγμα που δείχνει ότι ενώ ήσαν αλιείς, ήσαν επίσης εύποροι άνθρωποι. Μόνο ο Μάρκος αναγράφει ότι ο Ιησούς είπε ότι ‘δεν έγινε ο άνθρωπος δια το σάββατον’. Θέτει το βάρος της ευθύνης για τη φυλάκισι του Ιωάννου του Βαπτιστού τετραγωνικά στους ώμους της Ηρωδιάδος, διότι λέγει ότι ο σύζυγός της, Βασιλεύς Ηρώδης Αντίπας, ευχαρίστως άκουε τον Ιωάννη. Στην πρώτη και μεγάλη εντολή ο Μάρκος αναγράφει τέσσερα «εξ όλης»—καρδίας, ψυχής, διανοίας και δυνάμεως—ενώ και ο Μωυσής και ο Ματθαίος αναγράφουν μόνο τρία.—Μάρκ. 1:20· 2:27· 6:19, 20· 12:30.
Μοναδικά, επίσης, στον Μάρκο είναι τα εξής περιστατικά στο τέλος της διακονίας του Ιησού: ότι οι ψευδομάρτυρες στη δίκη του Ιησού ‘δεν ήσαν σύμφωνοι στη μαρτυρία’· ότι ο Σίμων, που τον ηγγάρευσαν για να φέρη τον σταυρόν του Ιησού, ήταν ο πατέρας του Ρούφου και του Αλεξάνδρου· και ότι ο Πιλάτος εβεβαιώθη πρώτα ότι ο Ιησούς ήταν πραγματικά νεκρός και έπειτα ανταπεκρίθη στην αίτησι του Ιωσήφ του από Αριμαθαίας για το σώμα του Ιησού.—Μάρκ. 14:59· 15:21, 44.
Αν και είναι σύντομη και συμπυκνωμένη η αφήγησις του Μάρκου, βρίσκομε ότι ακόμη και όσον αφορά τις παραβολές και τα θαύματα του Ιησού έχει τα μοναδικά της χαρακτηριστικά. Μολονότι ανέγραψε μόνο τέσσερες από τις πολλές παραβολές του Ιησού, μία απ’ αυτές—πώς «αφ’ εαυτής η γη καρποφορεί, πρώτον χόρτον, έπειτα αστάχυον, έπειτα πλήρη σίτον εν τω ασταχύω»—είναι μοναδική στον Μάρκο. Και ανάμεσα στα πολλά θαύματα που έκαμε ο Ιησούς, ο Μάρκος αναφέρει δύο που δεν αναφέρονται από τους άλλους: τη θεραπεία από τον Ιησού ενός ανθρώπου που ήταν κωφάλαλος και τη βαθμιαία θεραπεία ενός τυφλού που στην αρχή είδε ανθρώπους μόνο δυσδιάκριτα—«ως δένδρα βλέπω περιπατούντας.»—Μάρκ. 4:26-29· 7:31-37· 8:22-26.
ΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ
Έτσι βρίσκομε ότι, αν και επιφανειακά ο Μάρκος φαίνεται να επανέλαβε σε μεγάλη έκτασι όσα έγραψε ο Ματθαίος, ως να έκαμε απλώς μια συμπυκνωμένη απόδοσι του Ευαγγελίου του Ματθαίου—θεωρία που διεκρατρείτο επί πολλά χρόνια—όλα αυτά τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά και τα μοναδικά γνωρίσματα του Ευαγγελίου του το σφραγίζουν ως μια χωριστή μαρτυρία και όχι απλώς μια επιτομή. Όπως τόσο καλά το εκφράζει ο Ουέστκοτ στο σύγγραμμά του Εισαγωγή στη Μελέτη των Ευαγγελίων:
«Σε ουσία και ύφος και τρόπο χειρισμού των πραγμάτων το Ευαγγέλιο του Αγ. Μάρκου είναι ουσιωδώς ένα αντίγραφο της ζωής. Η πορεία και η έκβασις των γεγονότων απεικονίζονται σ’ αυτό με την πιο καθαρή σκιαγραφία. Αν όλα τα άλλα επιχειρήματα εναντίον της μυθικής καταγωγής των Ευαγγελικών αφηγήσεων ήσαν ελλιπή, αυτή η ζωηρή και απλή αναγραφή, σφραγισμένη με το πιο ξεχωριστό αποτύπωμα ανεξαρτησίας και πρωτοτυπίας, . . . θα ήταν αρκετή για να αναιρέση, μια [τέτοια] θεωρία. . . . Η ιστορική αξία των Ευαγγελίων προσεβάλλετο πάρα πολύ απερίσκεπτα όταν ο Αγ. Μάρκος εθεωρείτο ως ένας απλός συντομευτής των άλλον Συνοπτιστών», δηλαδή, του Ματθαίου και του Λουκά.
Περαιτέρω, αν το Ευαγγέλιο του Μάρκου, που είναι μόνο 7 τοις εκατό μοναδικό στα περιεχόμενά του, φανερώνεται έτσι ότι είναι μια ανεξάρτητη μαρτυρία, μια μαρτυρία με το δικαίωμά της, τότε βέβαια το ίδιο πρέπει να είναι αληθινό και για το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, που έχει 42 τοις εκατό ιδιάζοντα σ’ αυτό· το Ευαγγέλιο του Λουκά, που έχει 59 τοις εκατό μοναδικά σ’ αυτό, και το Ευαγγέλιο του Ιωάννου, που έχει 92 τοις εκατό μοναδικά σ’ αυτό.
Πώς, λοιπόν, μπορούμε να δικαιολογήσωμε την ομοιότητα τόσο πολλών που απαντώνται στον Ματθαίο και στον Λουκά με ό,τι απαντάται στο Ευαγγέλιο του Μάρκου; Ο Λουκάς παραδέχεται ότι είχε πρόσοδο σε πολλές πηγές, και αφού ο Μάρκος ήταν ένας ταξιδεύων σύντροφος του Παύλου, ο οποίος αργότερα είχε επίσης τον Λουκά ως ιεραποστολικό σύντροφο, ήταν εντελώς δυνατόν να διαβιβάση ο Παύλος στον Λουκά οποιεσδήποτε σημειώσεις είχε αποκτήσει από τον Μάρκο. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Λουκάς μπορεί να απέκτησε και το ένα τρίτο ακόμη των πληροφοριών του από τον Μάρκο και προτού καν ο Μάρκος γράψη το Ευαγγέλιό του. Αυτό θα δικαιολογούσε εύκολα οποιαδήποτε μέρη του ευαγγελίου του Λουκά ήσαν τα ίδια με του Ευαγγελίου του Μάρκου.
Όσον αφορά τον Ματθαίο, ο οποίος λέγεται ότι εχρησιμοποίησε 600 εδάφια από τα 661 του Μάρκου, υπάρχει, επίσης, μια λογική εξήγησις τούτου. Επειδή ο Ματθαίος έγραψε το ευαγγέλιό του γύρω στο 41 μ.Χ. ή τουλάχιστον πριν από το 50 μ.Χ., αυτό θα ήταν ασφαλώς στην κατοχή των άλλων αποστόλων, όπως του Πέτρου, πολύ προτού ο Μάρκος γράψη το Ευαγγέλιό του. Έτσι, σύμφωνα με το βιβλίο Ματθαίος, Μάρκος και Λουκάς, που συνεγράφη από έναν Ντομ Τσάπμαν: «Ο Μάρκος είναι ο Ματθαίος συνομιλητικά ξαναειπωμένος από έναν αυτόπτη μάρτυρα και εξ ακοής μάρτυρα των όσων είχε καταθέσει ο Ματθαίος, με αφαίρεσι όλων των μερών του Ματθαίου όπου ο Πέτρος δεν ήταν παρών, και της μακράς ομιλίας που δεν θα ενεθυμείτο με ακρίβεια. . . . Ο Μάρκος φαίνεται να είναι η από τον Πέτρο μεγαλόφωνη ανάγνωσις του Ματθαίου, που κατεγράφη συνοπτικά από τον Μάρκο.» Αυτό και εξηγεί γιατί ο Μάρκος ομοιάζει τόσο με τον Ματθαίο, και δικαιολογεί, επίσης, τα πολλά λεπτά σημεία του Ευαγγελίου του Μάρκου, που δεν βρίσκονται σε κανένα από τα άλλα, επειδή είναι πράγματα που ο Πέτρος ενεθυμήθη και προσέθεσε. Ασφαλώς δικαιολογεί τη ζωηρότητα του ευαγγελίου του Μάρκου, διότι ο Πέτρος, που ήταν ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, θα ενετύπωσε ζωηρά στη διάνοιά του τα γεγονότα αυτά και τα ξαναείπε με την ίδια ζωηρότητα. Αυτή η εξήγησις ικανοποιεί εκείνον που αγαπά τη Γραφή, διότι επιτρέπει θεοπνευστία, βεβαιώνει την ορθότητα όλης της αρχαίας μεταποστολικής μαρτυρίας περί του ότι ο Ματθαίος έγραψε το Ευαγγέλιό του πρώτα, καθώς και εξηγεί τις ομοιότητες και διαφορές μεταξύ του Ευαγγελίου του Ματθαίου και του Ευαγγελίου του Μάρκου.
Έχει λεχθή ότι το να εννοούμε τον πλησίον μας καλύτερα σημαίνει να τον αγαπούμε περισσότερο, και, ενώ αυτό μπορεί να μην είναι πάντοτε αληθινό, είναι ασφαλώς αληθινό όσον αφορά τον Μάρκο και το Ευαγγέλιό του.
[Εικόνα στη σελίδα 185]
«Κοράσιον, σοι λέγω, σηκώθητι.»