Η Άποψις της Βίβλου
Υπάρχει Δικαιολογία για τον Ιούδα Ισκαριώτη;
ΣΕ ΜΙΑ ομιλία που εδόθη σε μια Προτεσταντική εκκλησιαστική ομάδα στη διάρκεια των Πασχαλινών εορτών του 1977, ένας Ελβετός καθηγητής μίλησε δικαιολογώντας την προδοσία του Ιησού από μέρους του Ιούδα του Ισκαριώτη. Είπε ότι μια προδοσία μπορεί να είναι ή «επιβλαβής» ή «υγιής,» και ισχυρίσθηκε ότι η πράξις προδοσίας εκ μέρους του Ιούδα ήταν «υγιής,» λόγω του ότι έθεσε «τους τροχούς της σωτηρίας σε κίνησι.» Κατά τη γνώμη αυτού του καθηγητού, ο Ιούδας «πρέπει να απαλλαγή από τον ρόλο του ως αποδιοπομπαίος τράγος.»
Ομοίως, στη διάρκεια του 18ου αιώνος, ο συγγραφεύς Γιόχανν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε της Γερμανίας ισχυρίσθηκε ότι ο Ιούδας ενήργησε με πίστι έτσι ώστε να αναγκάση τον Ιησού να διεκδικήση τα δικαιώματά του από τους Ρωμαίους κυβερνήτες και να αξιώση τη δίκαια θέσι του ως βασιλέως των Ιουδαίων. Ισχυρίσθηκε ότι η απροθυμία του Ιησού να επωφεληθή της ευκαιρίας που του προσέφερε ο Ιούδας έκανε την προδοσία να λειτουργήση μ’ έναν αρνητικό τρόπο.
Άλλοι λέγουν ότι ο Ιούδας δεν μπορεί να καταδικασθή δικαίως γιατί έπρεπε να εκπληρωθούν αυτά που προέλεγαν οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές. (Ψαλμ. 41:9· 55:12, 13· 69:25· 109:8· Πράξ. 1:16-20) Πρέπει να κρίνωμε ευνοϊκά τον Ιούδα;
Ο Ιησούς, πριν εκλέξη τους δώδεκα αποστόλους του, «διενυκτέρευσεν εν τη προσευχή του Θεού.» (Λουκ. 6:12, 13) Οι υπεύθυνες θέσεις των αποστόλων λογικά δεν έπρεπε να εμπιστευθούν σε πονηρούς ανθρώπους ή σε ασθενείς στην πίστι. Έτσι, η εκλογή του Ιούδα ως ενός από τους 12 θα έδειχνε ότι και ο Θεός και ο Ιησούς τον έβλεπαν ευνοϊκά εκείνο τον καιρό. Επί πλέον, του είχε εμπιστευθή η φροντίδα των κοινών εξόδων του Ιησού και των 12. Αυτό δείχνει την αξιοπιστία του εκείνο τον καιρό, ιδιαίτερα επειδή δεν εδόθη αυτός ο διορισμός στον Ματθαίο ο οποίος είχε μεγαλύτερη πείρα με χρήματα και τους υπολογισμούς.—Ματθ. 10:3· Ιωάν. 12:6.
Αλλά το εδάφιο Ιωάννης 6:64 δεν δείχνει ότι ο Ιούδας ήταν άπιστος από τότε που ο Ιησούς τον εξέλεξε ως ένα εκ των 12 αποστόλων; Αυτό το εδάφιο αναφέρει: «Ήξευρεν εξ αρχής Ιησούς . . . τις είναι ο μέλλων να παραδώση αυτόν.» Ωστόσο, η Αγία Γραφή περιγράφει επίσης τον Διάβολο ως αμαρτωλό «απ’ αρχής.» (1 Ιωάν. 3:8) Στην περίπτωσι του τελευταίου, δεν σημαίνει ότι από τη δημιουργία του ως ένας πιστός υιός του Θεού ήταν αμαρτωλός, αλλά από την αρχή της στασιαστικής του πορείας εναντίον του Θεού. Ομοίως, στην περίπτωσι του Ιούδα του Ισκαριώτη, ο Ιησούς εγνώριζε «απ’ αρχής,» ή από την αρχή της εσφαλμένης πορείας του Ιούδα, ότι ο Ιούδας ήταν εκείνος που θα τον εμπόδιζε. Αυτό πέρασε απαρατήρητο από τους άλλους, διότι ενθυμούμεθα ότι λίγο πριν λάβη χώρα η προδοσία, οι 11 πιστοί απόστολοι δεν είχαν αναγνωρίσει ακόμη τον Ιούδα ως εκείνον που θα πρόδιδε τον Ιησού.—Ιωάν. 13:27-30.
Ο Ιούδας πλησίασε τους αρχιερείς και τους πρότεινε να τους παραδώση τον Ιησού για 30 αργύρια. Όταν οι ιερείς συμφώνησαν σ’ αυτό, ο Ιούδας «εζήτει πώς να παραδώση αυτόν εν ευκαιρία.» (Ματθ. 26:15· Μάρκ. 14:10, 11) Έτσι, η προδοσία ήταν προσχεδιασμένη και αποτελούσε μια εσκεμμένη πράξι και όχι μια πράξι που έγινε αυθόρμητα σε μια στιγμή αδυναμίας. Το εδάφιο Λουκάς 22:3 λέγει ότι «εισήλθεν δε ο Σατανάς εις τον Ιούδαν,» προφανώς με την έννοια ότι ο προδότης απόστολος υπέκυψε στο θέλημα του Διαβόλου, επιτρέποντας στον εαυτό του να χρησιμοποιηθή ως όργανο του Σατανά. Μολονότι η προλεχθείσα προδοσία βοήθησε στην αναγνώρισι του αληθινού Μεσσία, δεν ήταν απαραίτητη για να τεθούν «οι τροχοί της σωτηρίας σε κίνησι.» Η σωτηρία του ανθρώπου εξηρτάτο από το χυθέν αίμα του Ιησού, όχι από την προδοσία του.
Ο Ιούδας αργότερα κατάλαβε αυτό που είχε κάνει και, μετά από ανεπιτυχείς προσπάθειες να επιστρέψη τα 30 αργύρια που είχε λάβει για την προδοσία του Ιησού, τα πέταξε στο ναό και αυτοκτόνησε. Αν ο Ιούδας είχε ενεργήσει πιστά με σκοπό να κάνη κάτι καλό, θα είχε επιτρέψη στον εαυτό του να πληρωθή για τις υπηρεσίες του; Ο Ιησούς, όταν έδωσε οδηγίες στους 12, τόνισε την αρχή του να κάνουν το καλό χωρίς να αναμένουν καμμιά χρηματική ανταμοιβή, λέγοντας: «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε.» (Ματθ. 10:8) Επίσης, είναι πολύ απίθανο να αυτοκτονήση ένα άτομο που είναι πεπεισμένο ότι έχει κάνει κάτι ωφέλιμο. Στην πραγματικότητα, ο Ιούδας ωμολόγησε ακόμα και στους αρχιερείς: «Ήμαρτον παραδόσας αίμα αθώον.»—Ματθ. 27:1-5.
Ήταν και οι Άλλοι Μαθηταί Επίσης Προδόται;
Ο Ελβετός καθηγητής, που ανεφέρθη στην αρχή αυτού του άρθρου συνέχισε να υποβιβάζη τη σοβαρότητα της πράξεως του Ιούδα, λέγοντας ότι στην πραγματικότητα και οι άλλοι απόστολοι δεν ήσαν καλύτεροι. Ισχυρίσθηκε ότι αυτοί, επίσης, ήσαν προδόται, λόγω του ότι πρόδωσαν την Ιουδαϊκή θρησκεία για να γίνουν Χριστιανοί. Είναι αυτό αλήθεια;
Οι απόστολοι ήσαν Ιουδαίοι, γεννημένοι κάτω από το Μωσαϊκό νόμο και κάτω από την υποχρέωσι να τον τηρήσουν. Σε καμμιά περίπτωσι ο Ιησούς δεν αθέτησε το Νόμο. Είπε: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω.» (Ματθ. 5:17) Μετά το θάνατο και την ανάστασι του Ιησού, η υποχρέωσις των Ιουδαίων να τηρούν το Μωσαϊκό νόμο έπαυσε. (Κολ. 2:13, 14) Οι απόστολοι δεν πρόδωσαν την αληθινή θρησκεία που ο Θεός έδωσε στον Ισραήλ· απλώς αγωνίσθηκαν να εναρμονισθούν με την περαιτέρω γνώσι.
Ο Ιούδας, αφ’ ετέρου, έδειξε έλλειψι σεβασμού για το νόμο του Μωυσέως. Ο Νόμος δεν συγχωρούσε ασφαλώς έναν κλέφτη. Ούτε ενέκρινε την απληστία του, την αποδοχή από μέρους του μιας δωροδοκίας ή την προδοσία ενός αθώου ανθρώπου. (Έξοδ. 20:15-17· Δευτ. 27:25) Επομένως, ο Ιούδας, και όχι οι άλλοι απόστολοι, ήταν προδότης—ακόμη και του Ιουδαϊκού νόμου.
Η Αγία Γραφή δεν μας δίδει όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με το τι σκοπό είχε ο Ιούδας. Μερικοί λέγουν ότι πιθανόν να είχε πολιτικές φιλοσοφίες και απογοητεύθηκε όταν ο Ιησούς δεν ίδρυσε μια επίγεια βασιλεία στην οποία αυτός, ο Ιούδας, να μπορούσε να παίξη έναν εξέχοντα ρόλο. Όπως κι αν είναι, η ιδιοτέλεια και η πλεονεξία πρέπει να περιλαμβάνωνται κατά κάποιον τρόπο. Αυτό φαίνεται απ’ εκείνο που έλαβε χώρα δυο μέρες προ του θανάτου του Ιησού. Σ’ εκείνη την περίπτωσι, η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, άλειψε τον Ιησού με μύρο αξίας 300 δηναρίων, ποσόν που ισοδυναμούσε περίπου με το ετήσιο εισόδημα ενός εργάτου. (Ματθ. 20:2) Ο Ιούδας αντέδρασε έντονα σ’ αυτό και είπε ότι το μύρο θα έπρεπε να πωληθή και τα χρήματα που θα ελαμβάνοντο να εδίδοντο στους πτωχούς. «Είπε δε τούτο,» αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιωάννου, «ουχί διότι έμελεν αυτόν περί των πτωχών, αλλά διότι ήτο κλέπτης και είχε το γλωσσόκομον και εβάσταζε τα βαλλόμενα εις αυτό.»—Ιωάν. 12:2-6.
Η προσωπικότης του Ιούδα, όπως αποκαλύπτεται, στην Αγία Γραφή, τον δείχνει να μεταβάλλεται, και από πιστός δούλος του Θεού που ήταν, να γίνεται ιδιοτελής, πλεονέκτης, δόλιος υποκριτής. Χωρίς αμφιβολία, ο Ιησούς, την τελευταία νύχτα της επιγείου ζωής του, είπε για τον Ιούδα: «Καλόν ήτο εις τον άνθρωπον, αν δεν ήθελε γεννηθή ! (Μάρκ. 14:21) Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, δεν υπάρχει καμμιά δικαιολογία για τον Ιούδα Ισκαριώτη.