Η Χριστιανική Διακονία
«Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη.»—Ματθ. 28:19.
1. (α) Τι έκαμε εντύπωσι στους ανθρώπους της Γαλιλαίας τον πρώτο αιώνα; (β) Πότε άρχισε η διακονία του Ιησού;
ΟΤΑΝ οι άνθρωποι της Γαλιλαίας του πρώτου αιώνος άκουσαν ένα τριακονταετή άνδρα να κηρύττη στον τόπο τους, τόσο εξεπλάγησαν από αυτά που έλεγε ώστε «εξήλθε φήμη περί αυτού καθ’ όλην την περίχωρον.» (Λουκ. 4:14) Ποτέ δεν υπήρξε μεταξύ τους ένας άνθρωπος, ο οποίος να ωμίλησε με τόση σοφία και εξουσία. Το κήρυγμά του είχε αρχίσει λίγο μετά το βάπτισμά του στον Ιορδάνη Ποταμό, οπότε το πνεύμα του Θεού είχε ελθεί επάνω του. Το κήρυγμα που άρχισε ο Ιησούς Χριστός την εποχή εκείνη ήταν η αρχή ενός σαφώς νέου πράγματος στη μακρά ιστορία του Εβραϊκού λαού.
2. Ποιο ήταν το καθήκον των Εβραίων προφητών;
2 Στις ημέρες των Εβραίων προφητών, οι οποίοι ετελείωσαν με τον Μαλαχία, δεν υπήρχε καμμιά προσπάθεια εγκαθιδρύσεως ενός αυξανομένου σώματος κηρύκων, οι οποίοι να κηρύττουν τους σκοπούς του Ιεχωβά και να διδάσκουν στους ανθρώπους Γραφικές αλήθειες. Ο Θεός έστειλε αρχικά προφήτας ως εκπροσώπους αναμορφώσεως, όχι ως διδασκάλους. Το καθήκον τους ήταν να επαναφέρουν τους ανθρώπους πίσω στην ορθή λατρεία και να τους προειδοποιήσουν για το τι θα τους έκανε ο Θεός, αν επέμεναν στην πορεία των ανυπακοής. Γι’ αυτό οι προφήται ενεπνέοντο ατομικώς από τον Θεό. Καμμιά προσπάθεια δεν είχε γίνει από αυτούς να συγκεντρώσουν ένα σώμα κηρύκων. Ο σύνδεσμος που ελέγετο «υιοί των προφητών» ήταν ένας σύνδεσμος προφητών, οι οποίοι είχαν ήδη το πνεύμα του Ιεχωβά. Δεν ήσαν το προϊόν του κηρύγματος. Εκείνοι, όμως, που ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό, ήσαν.
3. Πώς ο σκοπός του κηρύγματος του Ιησού ήταν ένα νέο πράγμα για τους Εβραίους;
3 Ανόμοια με τους προφήτας, ο Ιησούς εκήρυττε με τον σκοπό να συνάξη μαζί ένα λαό που θα ήσαν κήρυκες. Αυτό ήταν κάτι αναμφισβήτως νέο. Σκοπός του ήταν όπως αυτοί σχηματίσουν, στον ωρισμένο καιρό, μια οργάνωσι αφωσιωμένων λάτρεων του Ιεχωβά, που θα ‘προσκυνούσαν εν πνεύματι και αληθεία’ και θα εκήρυτταν. (Ιωάν. 4:24) Έτσι, με την έναρξι του κηρύγματος, που έγινε από τον Ιησού στη Γαλιλαία, εγκαθιδρύθη η Χριστιανική διακονία.
4. Πώς ο Ιησούς απεκάλυψε τι είχε υπ’ όψι του για να κάμουν οι ακόλουθοι του, και ποιο ήταν αυτό το έργο;
4 Αμέσως από την αρχή της διακονίας του ο Ιησούς άρχισε να εκλέγη εκείνους που θα εγίνοντο οι απόστολοί του. Ένδεκα από αυτούς ήσαν Γαλιλαίοι, αλλ’ ο δωδέκατος, αυτός, που τελικά απεδείχθη άπιστος, ήταν προφανώς από την Ιουδαία. Εκείνο που είχε γι’ αυτούς υπ’ όψι του απεκαλύφθη, όταν εξέλεξε τους πρώτους δύο, οι οποίοι ήσαν ήδη μεταξύ εκείνων, που είχαν γίνει μαθηταί του. «Περιπατών δε ο Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας, είδε δύο αδελφούς, Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον, και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, ρίπτοντας δίκτυον εις την θάλασσαν διότι ήσαν αλιείς. Και λέγει προς αυτούς, Έλθετε οπίσω μου, και θέλω σας κάμει αλιείς ανθρώπων.» (Ματθ. 4:18, 19) Εσκόπευε να τους εκπαιδεύση ως διακόνους ώστε να μπορέσουν να βρουν ανθρώπους, που αγαπούσαν δικαιοσύνη και να τους οδηγήσουν να συνταυτισθούν μαζί του.
ΔΙΑΚΟΝΟΙ ΑΠΟΣΤΕΛΛΟΜΕΝΟΙ
5. Εξηγήστε γιατί η Χριστιανική διακονία εχρειάζετο πολλούς κήρυκες τον πρώτον αιώνα.
5 Εφόσον ο σκοπός της Χριστιανικής διακονίας ήταν πολύ διάφορος από εκείνον του κηρύγματος, που εγίνετο από τους Εβραίους προφήτας, υπήρχε ανάγκη ενός μεγάλου αριθμού κηρύκων. Έπρεπε να γίνη ένα εκπαιδευτικό έργο που να συγκεντρώση μαζί ενδιαφερόμενα άτομα. Ο Λόγος του Θεού θα τους είλκυε προς το νέο σύστημα πραγμάτων. Μέσω του Ιησού Χριστού, ο Θεός είχε υπ’ όψι του ν’ αντικαταστήση το παλαιό Ιουδαϊκό σύστημα πραγμάτων που είχε αρχίσει με τον Μωυσή με ένα νέο σύστημα πραγμάτων. Αυτό το νέο σύστημα θα ήταν πολύ ανώτερο από το παλαιό, διότι θα έφερνε αιώνια ζωή σ’ εκείνους που θα εισήρχοντο μέσα σ’ αυτό. Παραβάλλοντας τη σύναξι ανθρώπων μέσα στο νέο σύστημα πραγμάτων με τον θερισμό ενός γεωργού, ο Ιησούς είπε: «Ο μεν θερισμός πολύς, οι δε εργάται ολίγοι· παρακαλέσατε λοιπόν τον κύριον του θερισμού, δια να αποστείλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού.» (Ματθ. 9:37, 38) Αυτό το έκαμε με το να δώση ευημερία στη Χριστιανική διακονία στον πρώτον εκείνον αιώνα.
6. Ποιες διακονικές οδηγίες έδωσε ο Ιησούς στους αποστόλους του, και σε ποιους έπρεπε να περιορίσουν το κήρυγμα τους τότε;
6 Ύστερ’ από μια εκπαιδευτική περίοδο, ο Ιησούς απέστειλε τους δώδεκα αποστόλους του να κηρύξουν. «Τούτους τους δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς, και παρήγγειλεν εις αυτούς, λέγων, Εις οδόν εθνών μη υπάγητε, και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε· υπάγετε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ. Και υπάγοντες κηρύττετε λέγοντες, Ότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών. Ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε, δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δοτέ.» (Ματθ. 10:5-8) Έπρεπε να περιορίσουν το κήρυγμα τους μεταξύ των φυσικών Ιουδαίων απογόνων του Αβραάμ. Αργότερα θα επεξετείνετο και προς τα έθνη, ή τους μη Ιουδαϊκούς λαούς. Επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν ο υπό διαθήκην λαός του Θεού, έπρεπε σ’ αυτούς πρώτα να δοθή η ευκαιρία ν’ αποτελέσουν τη Χριστιανική εκκλησία, της οποίας τα μέλη θα είχαν τελικά το προνόμιο να είναι ιερείς για τον Θεό και να ‘βασιλεύσουν επί της γης.’—Αποκάλ. 5:10.
7. (α) Γιατί το άγγελμα που είχαν εντολή να κηρύξουν οι απόστολοι ήταν αγαθά νέα; (β) Εξηγήστε γιατί μπορούσαν να πουν ότι η βασιλεία επλησίασε.
7 Το άγγελμα, που είχαν οδηγίες να κηρύξουν οι απόστολοι, ήταν εποικοδομητικό όσον αφορά τη βασιλεία του Ιεχωβά. Επί ένα μακρό χρονικό διάστημα μια βασιλεία προερχομένη από τον Θεό είχε προβλεφθή από τους Ισραηλίτας. Ο προφήτης Δανιήλ είχε μιλήσει γι’ αυτή πεντακόσια χρόνια και πλέον πριν ο Ιησούς αρχίση τη διακονία του. Όταν ο Ιησούς και οι απόστολοί του ανήγγειλαν ότι αυτή επλησίασε, τούτο ήταν μια καλή αγγελία, ευαγγέλιο. Ο Ιησούς ήταν ο Βασιλεύς της. Ένας άγγελος τον είχε προσδιορίσει ως τον βασιλέα προτού ακόμη γεννηθή. Στην Μαρία ο άγγελος είχε ειπεί: «Θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.» (Λουκ. 1:33) Εφόσον αυτός ήταν ο Βασιλεύς της βασιλείας του Θεού, η παρουσία του έφερε τη βασιλεία πλησιέστερα προς την πραγματικότητα από οποτεδήποτε άλλοτε προηγουμένως. Επειδή αντεπροσωπεύετο σ’ αυτόν, την κεφαλή της, οι απόστολοι μπορούσαν να εξαγγείλουν χαρούμενα τα αγαθά νέα ότι η βασιλεία επλησίασε.—Δαν. 2:44.
8, 9. (α) Ποια απόδειξι έδωσαν ο Ιησούς και οι απόστολοί του για να δείξουν ότι ήσαν αληθινοί αντιπρόσωποι του Ιεχωβά; (β) Πώς έδειξε ο Ιησούς ποιος του είχε δώσει εξουσία για τη διακονία του, και τι αποκαλύπτει αυτό για τους θρησκευτικούς ηγέτας;
8 Ως απόδειξι του ότι το πνεύμα του Θεού ήταν επάνω στους αποστόλους και ότι αληθώς εξήγγειλαν πράγματα που ήθελε ο Θεός να γνωρίσουν οι Ιουδαίοι, τους εδόθη η δύναμις να εκτελούν θαύματα θεραπείας και αναστάσεως νεκρών ανθρώπων. Μολονότι ο κοινός λαός κατά το πλείστον άκουε ευχαρίστως τον Ιησού και τους αποστόλους του, αναγνωρίζοντας τους ως δούλους του Θεού, πολλοί από τους θρησκευτικούς ηγέτας με πείσμα αρνήθηκαν ν’ αναγνωρίσουν την εξουσία τους να κηρύττουν παρά τα θαύματά τους. (Μάρκ. 12:37) Σε μια περίπτωσι οι ηγέται αυτοί είπαν στον Ιησού: «Εν ποία εξουσία πράττεις ταύτα; και τις σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην;» (Ματθ. 21:23) Ο Ιησούς είχε δείξει ποιος του είχε δώσει αυτή την εξουσία, όταν είχε αναγνώσει δημοσία από το βιβλίο του Ησαΐα στη συναγωγή στη Ναζαρέτ. Διαβάζοντας από τον Ησαΐα 61:1, 2 (ΜΝΚ), είπε:
9 «Πνεύμα του Ιεχωβά είναι επ’ εμέ, διότι με έχρισε δια να ευαγγελίζωμαι εις τους πτωχούς, με απέστειλε δια να κηρύξω προς τους αιχμάλωτους ελευθερίαν και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, ν’ αποστείλω τους συντετριμμένους την καρδίαν με απαλλαγήν, να κηρύξω ενιαυτόν ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά.» Όταν ετελείωσε την ανάγνωσι τούτου, είπε στους παρόντας: «Σήμερον επληρώθη η γραφή αυτή εις τα ώτα υμών.» (Λουκ. 4:18-21) Με αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς απεκάλυψε τον Ιεχωβά Θεό ως Εκείνον ο οποίος έδωσε την εξουσία για το κήρυγμά του. Αυτή ήταν μια εξουσία πολύ ανώτερη από κάθε άλλη, η οποία θα μπορούσε να χορηγηθή από ανθρωπίνους θρησκευτικούς ηγέτας. Με μια τέτοια εντολή προερχομένη από τον Θεό, ο Ιησούς δεν εχρειάζετο να είναι απόφοιτος μιας από τις ραββινικές σχολές ανωτέρας μαθήσεως ή να επιτραπή η διακονία του από τον αρχιερέα Καϊάφα ή από ένα άλλο μέλος του Σάνχεδριν. Όπως αυτός μπορούσε να υποδείξη τον Ιεχωβά Θεό ως Εκείνον, ο οποίος του έδωσε εξουσία να κηρύττη, έτσι και οι απόστολοί του.
10. Τι εμφαίνεται από το ότι ο Ιησούς απέστειλε εβδομήντα ακόμη ακολούθους του να κηρύξουν;
10 Όταν οι απόστολοι είχαν αρχίσει να ενασχολούνται στη Χριστιανική διακονία, ο Ιησούς απέστειλε άλλους εβδομήντα ακολούθους ως κήρυκας. Με αυτή την ενέργεια ο Ιησούς είχε σκοπό να δείξη ότι οι εντολές του όπως κηρύττουν έχουν εφαρμογή σε περισσοτέρους από τους δώδεκα απλώς αποστόλους. «Μετά δε ταύτα διώρισεν ο Κύριος και άλλους εβδομήκοντα, και απέστειλεν αυτούς ανά δύο έμπροσθεν αυτού εις πάσαν πόλιν και τόπον, όπου έμελλεν αυτός να υπάγη.» Είπε προς αυτούς: «Λέγετε προς αυτούς, Επλησίασεν εις εσάς η βασιλεία του Θεού.» (Λουκ. 10:1, 9) Όπως οι απόστολοι, έτσι και αυτοί έφερναν το άγγελμά τους στους ανθρώπους, μάλλον παρά να περιμένουν να έλθουν οι άνθρωποι προς αυτούς. Με το να εκπαιδεύση και ν’ αποστείλη αυτά τα ογδόντα δύο άτομα, ο Ιησούς είχε αρχίσει να επεκτείνη τη Χριστιανική διακονία.
ΤΑΧΕΙΑ ΑΥΞΗΣΙΣ
11. (α) Τι άρχισε να συμβαίνη στη Χριστιανοσύνη την Πεντηκοστή; (β) Γιατί μια Χριστιανική οργάνωσις δεν ήταν δυνατή πριν από την Πεντηκοστή;
11 Με την έκχυσι του αγίου πνεύματος την Πεντηκοστή, πενήντα ημέρες μετά την ανάστασι του Ιησού εκ νεκρών, άρχισε μια εκρηκτική αύξησις της Χριστιανοσύνης. Την ημέρα εκείνη και μόνο 3.000 άτομα έγιναν μαθηταί. Τις ημέρες που ακολούθησαν την Πεντηκοστή ο αριθμός των πιστών ηύξανε καθημερινά. Ανόμοια μ’ εκείνους, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στο κήρυγμα που εγίνετο πριν από τον θάνατο του Ιησού, αυτοί διεμορφώνοντο σε μια οργάνωσι, η οποία ήταν φανερά διαχωρισμένη από το Ιουδαϊκό θρησκευτικό σύστημα πραγμάτων. Αυτό δεν ήταν δυνατόν πριν από τον θάνατο του Ιησού, διότι ίσχυε ακόμη η διαθήκη του νόμου, ο δε Ιησούς δεν μπορούσε κατάλληλα να ιδρύση μια οργάνωσι, η οποία θα συνηγωνίζετο με ότι υπήρχε κάτω από το Νόμο. Όταν ο θάνατός του εξεπλήρωσε τον σκοπό του Νόμου, φέροντας έτσι αυτόν στο τέρμα του, είχε ελθεί ο καιρός για τον σχηματισμό της Χριστιανικής οργανώσεως. Άρχισε με 120 άτομα, όλους Ιουδαίους, την Πεντηκοστή, με τους αποστόλους ως το κυβερνών σώμα.
12. Σε τι ωφείλετο η ταχεία αύξησις της Χριστιανικής οργανώσεως;
12 Η ταχεία ανάπτυξις αυτής της νέας οργανώσεως ωφείλετο στο γεγονός ότι όλοι όσοι είχαν γίνει Χριστιανοί συμμετείχαν στη Χριστιανική διακονία και η ευλογία του Θεού ήταν επάνω στις προσπάθειές των για κήρυγμα. «Ο δε Ιεχωβά προσέθετε καθ’ ημέραν εις την εκκλησίαν τους σωζόμενους.» (Πράξ. 2:47, ΜΝΚ) Όταν οι νέοι αυτοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού επέστρεψαν στον τόπο τους μετά την Πεντηκοστή, δεν παρέμειναν σιωπηλοί σχετικά με αυτά που είχαν μάθει. Όπως τα ογδόντα δύο άτομα που είχε αποστείλει ο Ιησούς να κηρύξουν, και αυτοί, επίσης, ασχολήθηκαν στη Χριστιανική διακονία. Άφηναν το φως της αληθείας να λάμψη όπως ακριβώς είχε διδάξει ο Ιησούς. «Ουδέ ανάπτουσι λύχνον, και θέτουσιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ’ επί τον λυχνοστάτην, και φέγγει εις πάντας τους εν τη οικία. Ούτως ας λάμψη το φως σας έμπροσθεν των ανθρώπων, δια να ίδωσι τα καλά σας έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα σας τον εν τοις ουρανοίς.»—Ματθ. 5:15, 16.
13, 14. (α) Εξηγήστε πώς ο διωγμός εβοήθησε στην εξάπλωσι της Χριστιανοσύνης. (β) Ποιο ρόλο έπαιξε η πόλις Αντιόχεια Συρίας μέσα στα γεγονότα;
13 Ο λιθοβολισμός μέχρι θανάτου του Στεφάνου, του πρώτου Χριστιανού μάρτυρος, άναψε ένα κύμα διωγμού που εστράφη εναντίον της νεογέννητης Χριστιανικής οργανώσεως και έκαμε τα μέλη της να διασκορπισθούν. Αυτό εξυπηρέτησε την εξάπλωσι της Χριστιανικής πίστεως και την αύξησι των μελών των. Όλοι τους εκήρυτταν συνεχώς οπουδήποτε και αν ευρίσκοντο. «Οι μεν λοιπόν διασπαρέντες διήλθον, ευαγγελιζόμενοι τον λόγον.» (Πράξ. 8:4) Μερικοί από αυτούς τους ακολούθους του Χριστού έφθασαν στην Αντιόχεια της Συρίας, όπου εκήρυξαν προς τους Ιουδαίους και ίδρυσαν μια εκκλησία. «Οι μεν λοιπόν διασκορπισθέντες εκ του διωγμού τού γενομένου δια τον Στέφανον επέρασαν έως Φοινίκης και Κύπρου και Αντιοχείας, εις μηδένα κηρύττοντες τον λόγον, ειμή μόνον εις Ιουδαίους.»—Πράξ. 11:19.
14 Μεταξύ εκείνων, που είχαν διασκορπισθή μετά τον θάνατο του Στεφάνου, μερικοί εκήρυξαν σε Ελληνοφώνους Ιουδαίους και προσηλύτους. «Ήσαν δε τίνες εξ αυτών, άνδρες Κύπριοι και Κυρηναίοι, οίτινες εισελθόντες εις Αντιόχειαν, ελάλουν προς τους Ελληνιστάς, ευαγγελιζόμενοι τον Κύριον Ιησούν. Και ήτο χειρ Ιεχωβά μετ’ αυτών και πολύ πλήθος πιστεύσαντες επέστρεψαν εις τον Κύριον.» (Πράξ. 11:20, 21, ΜΝΚ) Είναι σημαντικό το ότι, αφού ο Βαρνάβας και ο από την Ταρσό Σαούλ εδίδαξαν εκεί, η Αντιόχεια έγινε το κέντρον, από το οποίον εξηπλώθη η Χριστιανοσύνη μεταξύ των μη Ιουδαϊκών εθνών. Επίσης, σ’ αυτόν τον τόπο πρώτα έλαβαν οι ακόλουθοι του Ιησού το όνομα Χριστιανοί.
15. Πώς ο από την Ταρσό Σαούλ θεωρούσε τη διακονία, όταν έγινε Χριστιανός, και πώς εξεδήλωσε την αφοσίωσί του σ’ αυτή;
15 Η μεταστροφή τού από την Ταρσό Σαούλ υπήρξε ένας σπουδαίος παράγων για την ταχεία εξάπλωσι της Χριστιανοσύνης. Όταν μετεστράφη, διεπίστωσε ότι η Χριστιανική διακονία ήταν μια υποχρέωσις, η οποία συνώδευε την αποδοχή της Χριστιανικής πίστεως, και δεν απέφυγε να ενασχοληθή σ’ αυτή. Δεν υπάρχει καμμιά πληροφορία ότι θεωρούσε τη διακονία ως το αποκλειστικό δικαίωμα μερικών θρησκευτικών ηγετών. Αφού εδαπάνησε λίγο χρόνο με τους μαθητάς στη Δαμασκό, προφανώς για εκπαίδευσι, επεδόθη στη διακονία με υποδειγματικό ζήλο. Το κήρυγμα, που άρχισε εκεί στη Δαμασκό, όταν ακόμη ήταν, καθώς φαίνεται, τριάντα ετών, υπήρξε η αρχή μιας μακράς σταδιοδρομίας γεμάτης ζήλο δράσεως στη Χριστιανική διακονία, μιας σταδιοδρομίας, η οποία συνεχίσθη επί τριάντα περίπου χρόνια. Σ’ όλη αυτή τη διάρκεια άφηνε το φως της αληθείας να λάμπη οπουδήποτε εταξίδευε. Το υπόμνημα της σταδιοδρομίας του δείχνει ότι ήταν ένας πολύ παραγωγικός διάκονος.
16. Εξηγήστε τη μέθοδο που ακολουθούσε ο Παύλος, όταν εκήρυττε σε καινούργιο τομέα και γιατί αυτή ήταν αποτελεσματική.
16 Οποτεδήποτε πήγαινε ο Παύλος σε μια νέα περιοχή, το έκανε σκοπό του να συγκεντρώνη το κήρυγμα του σε πόλεις, οι οποίες ήσαν εμπορικά κέντρα. Η Έφεσος, η Θεσσαλονίκη και η Κόρινθος ήσαν τέτοια μέρη. Ήσαν κέντρα, όπου οι άνθρωποι των γειτονικών τόπων ήρχοντο για εμπορικές εργασίες και μέσω των οποίων περνούσαν εμπορικοί δρόμοι που ωδηγούσαν σε μακρινούς τόπους. Η Έφεσος, παραδείγματος χάριν, ήταν μια αυτοκρατορική λεωφόρος από τη Ρώμη προς την Ανατολή, και η Κόρινθος ευρίσκετο επάνω σ’ ένα Ισθμό, όπου πλοία απεβίβαζαν το φορτίο τους για να μεταφερθή σε άλλα μέρη της Ελλάδος. Αυτός ήταν ένας τρόπος ασφαλέστερος από το να διακινδυνεύσουν ένα ταξίδι γύρω από τα τρικυμιώδη ακρωτήρια στο νότιο άκρο της Πελοποννήσου. Αυτά τα μέρη ήσαν ιδεώδη για να ιδρύση η Χριστιανοσύνη ένα θεμέλιο σε νέο τομέα. Οι Ιουδαίοι και οι μη Ιουδαίοι σ’ αυτά τα μέρη, οι οποίοι έγιναν Χριστιανοί, μετέφεραν την αλήθεια σε γειτονικές πόλεις, στην ενδοχώρα και σε μακρινούς τόπους που ωδηγούσαν οι εμπορικοί δρόμοι.
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΟΧΙ ΠΕΡΙΩΡΙΣΜΕΝΗ
17. Ποια απόδειξι βρίσκομε στον πρώτο αιώνα για το ότι η διευθέτησις του Ιησού για να κάνη όλους τους πιστούς να γίνουν κήρυκες ήταν σοφή;
17 Η ταχεία εξάπλωσις της Χριστιανοσύνης έδειξε τη σοφία της διευθετήσεως του Ιησού για να κάμη όλους τους πιστούς να κηρύττουν. Μέσα σ’ ένα σύντομο χρονικό διάστημα Χριστιανοί μπορούσαν να βρεθούν σ’ όλη την απέραντη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο Χριστιανός συγγραφεύς Τερτυλλιανός το απεκάλυψε αυτό, όταν παρουσίαζε τα επιχειρήματα του στους ειδωλολάτρας της εποχής του. Έγραψε: «Οι άνδρες διακηρύττουν μεγαλοφώνως ότι το κράτος έχει πολιορκηθή από μας· στην εξοχή, στα χωριά, στα νησιά, Χριστιανοί· άνδρες και γυναίκες, κάθε ηλικίας, καταστάσεως, ναι! και κοινωνικής τάξεως επανελάμβαναν το όνομά του. . . . Δεν είμεθα παρά χθεσινοί, και γεμίσαμε ό,τι έχετε—πόλεις, νησιά, φρούρια, κωμοπόλεις, χρηματιστήρια.» Το ότι όλοι τους συμμετείχαν στη διακονία αποδεικνύεται από τα συγγράμματα του ειδωλολάτρου συγγραφέως Κέλσου. Εχλεύαζε τη Χριστιανοσύνη, διότι, κατά τον ιστορικό Αύγουστο Νέανδρο, «εργάται, υποδηματοποιοί, γεωργοί, οι πιο απληροφόρητοι και φαιδροί άνθρωποι, μπορούσαν να είναι ζηλωταί κήρυκες του Ευαγγελίου.»
18, 19. (α) Πώς οι πρώτοι Χριστιανοί εξέλαβαν αυτά που είπε ο Ιησούς σχετικά με το να βρίσκωνται σ’ ενότητα μ’ αυτόν, και τι εκείνος εννοούσε μ’ αυτή την έκφρασι; (β) Ποια άλλη εντολή έδωσε ο Ιησούς σχετικά με τη διακονία, και για ποιους ισχύει;
18 Όλοι όσοι εξήσκησαν πίστι εδέχθησαν με σοβαρότητα αυτό που είπε ο Ιησούς σχετικά με το να ομολογούν ενότητα μ’ αυτόν. «Σας λέγω δε, Πας όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, και ο Υιός του ανθρώπου θέλει ομολογήσει αυτόν έμπροσθεν των αγγέλων του Θεού.» (Λουκ. 12:8) Για να είναι σ’ ενότητα μ’ αυτόν ένα άτομο ώφειλε να πιστέψη τις αλήθειες που εδίδαξε ο Ιησούς και ώφειλε ν’ ακολουθήση το παράδειγμά του κηρύττοντας αυτές τις αλήθειες σε άλλους. Το άτομο, που ήταν απρόθυμο να δείξη με τη δράσι του στη διακονία ότι ήταν σε ενότητα με τον Χριστό σε δοξασίες και σκοπούς, έδειχνε έλλειψι αγάπης γι’ αυτόν. Γιατί ο Ιησούς θα ωμολογούσε το άτομο εκείνο ενώπιον του Θεού και των αγγέλων ως ένα μέλος του σώματός του, της εκκλησίας του;
19 Μετά την ανάστασι του Ιησού και πριν από την ανάληψί του, έδωσε μια εντολή στους ένδεκα πιστούς αποστόλους του, η οποία δεν περιωρίζετο σ’ αυτούς μόνο. Ισχύει για όλους τους Χριστιανούς. Είπε: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθ. 28:19, 20) Αυτό το έκαναν οι απόστολοι και όλοι εκείνοι οι οποίοι έγιναν οπαδοί του Ιησού, όταν ζούσαν οι απόστολοι. Έχαιραν σε κάθε ευκαιρία, που είχαν να κάμουν μαθητάς, τους οποίους θα μπορούσαν να εκπαιδεύσουν να διδάξουν άλλους.
20. Εξηγήστε πώς το κήρυγμα έγινε ένα σπάνιο πράγμα μεταξύ των κατ’ όνομα Χριστιανών.
20 Λίγο μετά τον θάνατο των αποστόλων κι εκείνων, οι οποίοι ήσαν σε στενή επαφή μαζί τους, οι κατ’ όνομα Χριστιανοί της εποχής εκείνης άρχισαν να γίνωνται αποστάται. Εκκλησιαστικοί βαθμοί καθιερώθηκαν, και το κήρυγμα έπαυσε ν’ αποτελή τη δράσι όλων εκείνων, οι οποίοι ομολογούσαν τη Χριστιανική πίστι· είχε γίνει αποκλειστικό προνόμιο μιας τάξεως κληρικών. Σημειώστε τι λέγει σχετικά μ’ αυτό η Εγκυκλοπαιδεία της Γραφής υπό Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ: «Όταν οι τελετουργικές εθιμοτυπίες έφθασαν να επισκιάζουν όχι μόνο τον τρόπο εφαρμογής, αλλά και αυτή την ιδέα του ευαγγελισμού, δεν είναι εκπληκτικό το ότι και το κήρυγμα έγινε μια τελετουργία, και τελικά μια σπάνια και όχι συχνή τελετουργία. Όχι μόνο λαϊκοί, αλλά και αυτοί οι πρεσβύτεροι της Εκκλησίας ακόμη απεκλείοντο από το να κηρύξουν, εκτός κατόπιν ειδικής αδείας των επισκόπων· ενώ πολλοί από τους επισκόπους, οι οποίοι διεκδικούσαν για τον εαυτό τους το αποκλειστικό δικαίωμα του κηρύγματος, είτε λόγω αμαθείας είτε λόγω νωθρότητος ουσιαστικώς εγκατέλειψαν τη συνήθεια.» Η συνήθεια της εποχής μας να κάνη το κήρυγμα μία τάξις κληρικών και ο κοινός λαός να παραμένη σιωπηλός προέρχεται από αυτούς τους αποστάτας μάλλον παρά από τον Ιησού Χριστό.—Πράξ. 20:29, 30.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΗΜΕΡΑ
21, 22. Γιατί εξακολουθεί να υπάρχη ανάγκη όπως οι Χριστιανοί ενασχοληθούν στη διακονία;
21 Μολονότι απέχομε από την εποχή του Ιησού 1900 χρόνια και πλέον, η Γραφική εντολή προς τους Χριστιανούς να κηρύττουν δεν έχει μεταβληθή. Παραμένει πάντοτε δεσμευτική. Το να είναι ένας Χριστιανός εξακολουθεί να σημαίνη ν’ αφήνη το φως της Γραφικής αληθείας να λάμπη προς όφελος των άλλων. Η ανάγκη Χριστιανικής διακονίας είναι εξίσου μεγάλη σήμερα όσο ήταν τον πρώτο αιώνα παρά το γεγονός ότι 30 περίπου τοις εκατό του πληθυσμού της γης ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί. Οι αντιχριστιανικές ενέργειες του μεγαλυτέρου αριθμού αυτών των καθ’ ομολογίαν οπαδών του Χριστού αποκαλύπτουν ότι η αληθινή Χριστιανοσύνη δεν έχει εγγίσει τις καρδιές των. Όπως και στον αρχαίο Ισραήλ, ο Θεός μπορεί να τους πη: «Ο λαός ούτος με πλησιάζει δια του στόματος αυτού, και με τιμά δια των χειλέων αυτού, αλλ’ η καρδία αυτού απέχει μακράν απ’ εμού.»—Ησ. 29:13.
22 Οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί του «Χριστιανικού κόσμου» έχουν ανάγκη να διδαχθούν τις βασικές αλήθειες των Γραφών. Χρειάζονται να τους λεχθούν τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού· έχουν ανάγκη να δημιουργηθή μέσα τους μια ελπίδα για παγκόσμιο ειρήνη και δίκαιη διακυβέρνησι μέσω της βασιλείας του Θεού. Είναι σαν τους ακάρπους Ισραηλίτας, οι οποίοι υπέφεραν από πνευματική πείνα. Μολονότι ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί, εν τούτοις έχουν ανάγκη να τους επισκεφθούν αληθινοί Χριστιανοί με θρεπτικές πνευματικές αλήθειες. Υπάρχουν σήμερα τέτοιοι Χριστιανοί, οι οποίοι κάνουν ακριβώς αυτό.—Αμώς 8:11.
23. Ποιοι σήμερα αναγνωρίζουν ποια είναι η ευθύνη ενός Χριστιανού, και πώς ομοιάζουν με τους πρώτους Χριστιανούς;
23 Σαφής αντίληψις της ευθύνης η οποία βαρύνει κάθε Χριστιανό να ενασχοληθή στη Χριστιανική διακονία υποκινεί τους μάρτυρας του Ιεχωβά να διδάσκουν τις αλήθειες της Χριστιανοσύνης «δημοσία, και κατ’ οίκους» όπως έκαναν και οι απόστολοι. (Πράξ. 20:20) Σε 194 χώρες ακολουθούν το παράδειγμα του Ιησού με το να πηγαίνουν ανάμεσα στους ανθρώπους και να τους κηρύττουν οπουδήποτε μπορούν να τους βρουν. Όπως οι πρώτοι Χριστιανοί, εκπαιδεύουν εκείνους, οι οποίοι ανταποκρίνονται στ’ αγαθά νέα της Βασιλείας για να διδάξουν και αυτοί άλλους. Έτσι όλοι όσοι εισέρχονται στην κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά ενθαρρύνονται να συμμετάσχουν στη Χριστιανική διακονία. Δεν έχει σημασία αν ένα άτομο μπορή να δαπανήση μόνο μερικές ώρες τον μήνα στη διακονία. Μπορεί, εν τούτοις, να υπακούση στην εντολή του Ιησού να κηρύξη. Αυτοί οι σύγχρονοι Χριστιανοί παίρνουν ένθερμα αυτό που είπε ο απόστολος Παύλος: «Διότι με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.»—Ρωμ. 10:10· 2 Τιμ. 2:2.
24. Πώς το κήρυγμα του Ιησού και των αποστόλων του παραβάλλεται μ’ εκείνο του κλήρου σήμερα;
24 Πολλοί καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί αντιδρούν δυσμενώς στον ισχυρισμό των μαρτύρων του Ιεχωβά ότι η Χριστιανική διακονία είναι για όλους τους Χριστιανούς. Είναι ευχαριστημένοι με μια διευθέτησι, που μοιάζει με λέσχη και όπου ένας κληρικός τούς κηρύττει, και αυτοί παραμένουν πνευματικώς αδρανείς. Αυτό δεν είναι εκείνο που είχε υπ’ όψι του ο Χριστός για τους ακολούθους του. Αυτή δεν είναι η Χριστιανική διακονία. Εκείνος δεν περιώρισε το κήρυγμά του μόνο στους αποστόλους του, με το να μη κάνουν εκείνοι τίποτε αλλά ν’ ακούουν. Ανόμοια με τους ειδωλολάτρας διδασκάλους της Αιγύπτου και Ελλάδος, οι οποίοι είχαν τα άλση και τις στοές των, όπου ωμιλούσαν σε ακροατάς που τους συμπαθούσαν, ο Ιησούς μιλούσε σε δημοσίους τόπους σε ανθρώπους που δεν ήσαν όλοι οπαδοί του. Μερικοί ήσαν εχθρικοί. Αργότερα, όταν σχηματίσθηκαν εκκλησίες, οι απόστολοι δεν είχαν προσκολληθή σε διάφορες εκκλησίες και δεν περιόρισαν τη διακονία τους σ’ εκείνες τις συγκεντρώσεις των πιστών. Συνέχισαν να κηρύττουν στα πλήθη έξω από τη Χριστιανική οργάνωσι, δίνοντας ένα παράδειγμα σε όλους εκείνους, οι οποίοι εγίνοντο αφιερωμένοι Χριστιανοί. Επρομήθευσαν καλή ηγεσία, η οποία εβοήθησε στη διατήρησι της πνευματικής ζωτικότητας και υγείας των διαφόρων εκκλησιών. Αυτό το υπόδειγμα της εποικοδομητικής Χριστιανικής δραστηριότητος είναι εξίσου αναγκαίο σήμερα όπως ήταν και τον πρώτον αιώνα.
25. (α) Γιατί μπορεί να λεχθή ότι η Χριστιανική διακονία με τη μορφή που την εγκαινίασε ο Ιησούς δεν παρήλθε; (β) Ποια είναι η καρποφορία της διακονίας σήμερα;
25 Η Χριστιανική διακονία που εγκαινίασε ο Ιησούς έχει αναζωογονηθή από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Σε ανθρώπους από όλες τις φυλές και εθνικότητες δίδεται η ευκαιρία να μάθουν τα θαυμάσια πράγματα που έχει υπ’ όψι του ο Ιεχωβά για το ανθρώπινο γένος. Επειδή όλοι μέσα στην κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά ενθαρρύνονται να συμμετάσχουν στη διακονία και επειδή αυτή η διευθέτησις έχει την ευλογία του Θεού, ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων έρχονται στην οργάνωσι του Ιεχωβά. Αυτοί οι καλής καρδιάς άνθρωποι αναγνωρίζουν τη Χριστιανική διακονία ως ευθύνη των και ως ένα θείας προμηθείας μέσον για να παραμένουν πνευματικώς ζώντες. Γνωρίζουν ότι αυτή είναι ζωτική για τη σωτηρία τη δική τους καθώς και για κείνους στους οποίους κηρύττουν. Μέσω αυτής αινούν τον Θεό δια του Χριστού. «Δι’ αυτού λοιπόν ας αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού.»—Εβρ. 13:15· Ματθ. 24:14.