Τα Θαύματα του Ιησού
ΚΑΤΑ τον Αυγουστίνον, θαύμα είναι ένα γεγονός, το οποίον συμβαίνει κατά ένα τρόπον αντίθετο προς τις «γνωστές» ενέργειες της φύσεως. Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία λέγει ότι θαύμα μπορεί να ορισθή ως «η κυριαρχία των πνευματικών δυνάμεων του κόσμου σ’ ένα εξαιρετικό βαθμό πάνω στην απλή ύλη.» Ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος εξετέλεσε καταπληκτικά θαύματα μεταξύ των ανθρώπων, τα ωνόμασε απλώς «θαύματα» του Θεού.—Ματθ. 11:21.
Ο Ιησούς πραγματικώς έκαμε θαύματα. Μετέβαλε νερό σε κρασί, εθεράπευσε τον γυιό ενός ευγενούς, εθεράπευσε έναν ανάπηρο στη Βηθεσδά, εβάδισε στα ύδατα, έκαμε τα μάτια τυφλών ν’ αναβλέψουν, έκαμε αλάλους να μιλούν και κωφούς ν’ ακούουν. Έθρεψε πλήθη με λίγους άρτους, εξέβαλε δαιμόνια και ήγειρε νεκρούς σε ζωή. Ποτέ, όμως, δεν προσέφυγε σε ψυχονευρώσεις, σε εξορκισμούς ή μυστήρια οποιουδήποτε είδους για να εκτελέση τα ισχυρά του έργα. Ενίοτε χρησιμοποιούσε μια απαλή ευγενική φωνή, άλλοτε εφώναζε με δυνατή φωνή, πράγμα που έκαμε όταν ανέστησε τον Λάζαρον από τους νεκρούς. Υπήρχαν περιπτώσεις, που ήγγιζε τους ασθενείς και προσηύχετο. Συχνά ο Ιησούς ρωτούσε: «Τι θέλεις να σοι κάμω;» Ή, «Πιστεύετε ότι δύναμαι να κάμω τούτο;» Μετά την εκτέλεσι της θεραπείας, έλεγε: «Η πίστης σου σε έσωσεν».—Λουκ. 18:41· Ματθ. 9:28· Λουκ. 8:48.
Στην περίπτωσι ενός κωφαλάλου, ο Ιησούς τον παρέλαβε «κατ’ ιδίαν από του όχλου, έβαλε τους δακτύλους αυτού εις τα ώτα αυτού· και πτύσας, ήγγισε την γλώσσαν αυτού· και αναβλέψας εις τον ουρανόν, εστέναξε, και λέγει προς αυτόν, Εφφαθά, τουτέστιν, Ανοίχθητι. Και ευθύς ηνοίχθησαν τα ώτα αυτού· και ελύθη ο δεσμός της γλώσσης αυτού, και ελάλει ορθώς.»—Μάρκ. 7:33-35.
Σε μια άλλη περίπτωσι ο Ιησούς «έπτυσε χαμαί, και έκαμε πηλόν εκ του πτύσματος, και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού· και είπε προς αυτόν, Ύπαγε, νίφθητι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, (το οποίον ερμηνεύεται Απεσταλμένος). Υπήγε λοιπόν και ενίφθη, και ήλθε βλέπων.»—Ιωάν. 9:6, 7.
Η Γραφή λέγει ότι ο Ιησούς εθεράπευε «πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν εν τω λαώ,» ότι «εξέβαλε τα πνεύματα με λόγον, και πάντας τους κακώς έχοντας εθεράπευσε· δια να πληρωθή το ρηθέν δια Ησαΐου του προφήτου, λέγοντος, “Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε, και τας νόσους εβάστασεν”.»—Ματθ. 9:35· 8:16, 17.
Ο Ιησούς δεν έκανε θαύματα απλώς για να εντυπωσιάση ανθρώπους με τη μεγάλη του δύναμι. Σαφώς απέρριψε την ιδέα τού να γίνη ένας απλούς θαυματοποιός. Ο Σατανάς ή Διάβολος τον επείραξε για να ελκύση την προσοχή του στον εαυτό του μ’ αυτόν τον τρόπο, αλλ’ ο Ιησούς καθαρά ηρνήθη να το πράξη αυτό. Ο Βασιλεύς Ηρώδης ήλπιζε να παραστή μάρτυς κάποιας επιδείξεως των θαυματουργικών δυνάμεων του Ιησού, αλλά κι ο Ιησούς ηρνήθη να τον ευαρεστήση. Ο Ιησούς δεν εξήρχετο να εντυπωσιάση τους ευπίστους ανθρώπους, που επιζητούσαν μια συγκίνησι. Πραγματικά, υπέδειξε έντονα ότι είναι αξιόμεμπτο να επιζητούν οι άνθρωποι τέτοια σημεία. Είπε: «Γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον ζητεί.»—Ματθ. 12:39· 2:3-7· Λουκ. 23:8.
Τα θαύματα του Ιησού επροκάλεσαν πολλή σκέψι σε όλον τον Ισραήλ. Πολλοί έλεγαν: «Ο Χριστός όταν έλθη, μήπως θέλει κάμει θαύματα πλειότερα τούτων τα οποία αυτός έκαμεν;» «Ποτέ δεν εφάνη τοιούτον εν τω Ισραήλ.» (Ιωάν. 7:31· Ματθ. 9:33) Αλλ’ εκείνοι που είχαν μοχθηρή και προκατειλημμένη καρδιά επηρεάσθησαν κατ’ αντίθετον τρόπον από τα θαύματά του. Μερικοί από τους Φαρισαίους παρεπονούντο: «Ούτος ο άνθρωπος δεν είναι παρά του Θεού, διότι δεν φυλάττει το σάββατον.» «Δια του άρχοντος των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια,» έλεγαν. (Ιωάν. 9:16· Ματθ. 9:34) Αλλά δεν ήσαν όλοι τόσο εύπιστοι. Όταν ο Ιησούς εθεράπευσε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθή τυφλός, ο λαός παρετήρησε: «Πώς δύναται άνθρωπος αμαρτωλός να κάμνη τοιαύτα θαύματα;» Όταν ο τυφλός ηρωτήθη: «Συ τι λέγεις περί αυτού, επειδή ήνοιξε τους οφθαλμούς σου;» Ο άνθρωπος απήντησε: «Προφήτης είναι.» (Ιωάν. 9:16, 17) Στην περιοχή της γενετείρας του Ιησού οι άνθρωποι ρωτούσαν: «Πόθεν εις τούτον ταύτα; και τις η σοφία η δοθείσα εις αυτόν, ώστε και θαύματα τοιαύτα γίνονται δια των χειρών αυτού; δεν είναι ούτος ο τέκτων, ο υιός της Μαρίας, αδελφός δε του Ιακώβου και Ιωσή και Ιούδα και Σίμωνος; και δεν είναι αι αδελφαί αυτού ενταύθα παρ’ ημίν;» «Και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ.» Υπήρχε μέγας διχασμός. Πραγματικά, αφού ο Ιησούς αποκατέστησε το ξερό χέρι ενός ανθρώπου ώστε να γίνη υγιές όπως και το άλλο, «εξελθόντες οι Φαρισαίοι, συνεβουλεύθησαν ευθύς μετά των Ηρωδιανών κατ’ αυτού, δια να απολέσωσιν αυτόν.»—Μάρκ. 6:2, 3· 3:6· Ματθ. 12:13, 14.
ΣΗΜΕΙΟΝ ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ;
Τα θαύματα του Ιησού Χριστού αποτελούσαν απόδειξιν του γεγονότος ότι ο Μεσσίας ήταν ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο ίδιος ο Ιησούς τα θεωρούσε ως εκπληρώσεις των προφητειών των Εβραϊκών Γραφών περί του Μεσσίου, αλλά, προσέξτε, αυτά ήσαν αποδείξεις μόνο σ’ εκείνους που είχαν πίστι να διακρίνουν ότι η βασιλεία του Θεού αληθινά επλησίασε εν τω προσώπω του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς παρώτρυνε τα πλήθη ν’ ασκούν πίστι σ’ αυτόν ως τον Μόνον, που απέστειλε ο Ιεχωβά, αλλά πολλοί από τον λαό ηρνούντο να πιστέψουν. Παρά τα θαύματα που εξετέλεσε, εξακολούθησαν να τον ερωτούν: «Τι σημείον λοιπόν κάμνεις συ, δια να ίδωμεν και πιστεύσωμεν εις σε; τι εργάζεσαι;» Ζητούσαν κάποια πρόσθετη υπερφυσική πράξι από μέρους του, όπως ήταν το πήδημα από το πτερύγιον του ναού, κάποια ενέργεια που θα ανάγκαζε τις άπιστες, σκληρυμένες καρδιές των να πιστέψουν. Ο Ιησούς, εν τούτοις, ηρνείτο να τους διευκολύνη. Τα θαύματα, λοιπόν, κατέστησαν σημεία μόνο σ’ εκείνους που είχαν τη διόρασι της πίστεως, σ’ αυτούς δε αποτελούσαν μόνο πρόσθετη απόδειξι εκείνου το οποίον ήδη εγνώριζαν εκ πίστεως, δηλαδή, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός.—Ιωάν. 6:30· Ματθ. 12:38.
Ο απόστολος Ιωάννης λέγει: «Αλλ’ ενώ έκαμε [ο Ιησούς] τόσα θαύματα έμπροσθεν αυτών, δεν επίστευον εις αυτόν δια να πληρωθή ο λόγος του προφήτου Ησαΐου, τον οποίον είπε, “Ιεχωβά, τις επίστευσεν εις το κήρυγμα ημών; και ο βραχίων του Ιεχωβά εις τίνα απεκαλύφθη;” Δια τούτο δεν ηδύναντο να πιστεύωσι, διότι πάλιν είπεν ο Ησαΐας, “Ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτών, και εσκλήρυνε την καρδίαν αυτών δια να μη ίδωσι με τους οφθαλμούς, και νοήσωσι με την καρδίαν, και επιστρέψωσι, και ιατρεύσω αυτούς”.»—Ιωάν. 12:37-40, ΜΝΚ.
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ
Τα θαύματα κατάλληλα θεωρούμενα, υποβοηθούσαν την πίστι· αποτελούσαν πρόσθετη απόδειξι ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός, διότι ο Θεός εκτελούσε δυνατά έργα μέσω αυτού. Αλλά τα θαύματα είναι και έργα του θείου ελέους και ευσπλαγχνίας, η δε πλήρης ελέους και ευσπλαγχνίας ιδιότης των αποτελεί ένα σπουδαίον παράγοντα. Δεν προωρίζοντο να επιβάλουν πίστι στον Ιησούν ως τον Μεσσίαν, αλλά στο να επιταχύνουν την κατανόησι αυτού ως του Χριστού. Τα θαύματά του ήσαν μέσα επιδείξεως αγαθωσύνης, αστείρευτες πηγές χαράς που ήσαν από πολλού κλεισμένες. Έδωσαν έμφασι στη διδασκαλία του Ιησού.
Στην Κανά της Γαλιλαίας ο Ιησούς εξετέλεσε το πρώτο του θαύμα. Μετέτρεψε σε άριστο κρασί το νερό, με το οποίο ήσαν γεμάτες ‘έξη υδρίες λίθινες’. Εκεί ο Ιησούς εδίδαξε στους ανθρώπους ένα μάθημα φιλοξενίας κι επέδειξε τη γενναιοφροσύνη του Θεού. Το καλό «κρασί βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου. Αν, λοιπόν, η ποσότης ήταν πολύ μεγαλύτερη από την ανάγκη, δεν θα εσπαταλάτο. Αυτό το θαύμα μας λέγει, επίσης, ότι ο Ιησούς επεδοκίμαζε τα ποτά που είχαν υποστή ζύμωσι, ειδ’ άλλως δεν θα έκανε τον οίνον.—Ιωάν. 2:1-11.
Στην Κανά, επίσης, ήταν που κάποιος ακόλουθος του βασιλέως παρεκάλεσε τον Ιησούν να θεραπεύση τον γυιό του «διότι έμελλε να αποθάνη» στην Καπερναούμ. Ο Ιησούς όχι μόνο απέδωσε το παιδί στον γονέα του, αλλά κι απέστειλε έναν πιο εξαίρετο πατέρα στο παιδί. Αντί να πάη στην Καπερναούμ με τον άνθρωπον αυτόν, ο Ιησούς του είπε: «Ύπαγε, ο υιός σου ζη, Και επίστευσεν ο άνθρωπος εις τον λόγον τον οποίον είπε προς αυτόν ο Ιησούς, και ανεχώρει.» Ο πατέρας έμαθε αργότερα ότι ο γυιός του έγινε καλά τη στιγμή που ο Ιησούς εξέφρασε τα λόγια του, μολονότι ο Ιησούς απείχε περίπου είκοσι πέντε μίλια από την Καπερναούμ. Έτσι ο Ιησούς κατέδειξε ότι η δύναμις του Θεού να θεραπεύη δι’ αυτού δεν δεσμεύεται από την απόστασι. Ως αποτέλεσμα τούτου «επίστευσεν αυτός και όλη η οικία αυτού.»—Ιωάν. 4:46-53.
Στην Ιερουσαλήμ, σε μια λίμνη που ελέγετο Βηθεσδά, ο Ιησούς εθεράπευσε έναν άνθρωπο, που ήταν ασθενής επί τριάντα οκτώ χρόνια. Οι Ιουδαίοι παρεπονέθησαν ότι ο Ιησούς το έκαμε αυτό το Σάββατο. Ο Ιησούς απήντησε στα παράπονά των υπαινισσόμενος την αδιάκοπη δράσι του Θεού όλες τις μέρες εξίσου. «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι,» είπε. (Ιωάν. 5:17) Γιατί δεν έπρεπε να γίνεται ένα καλόν το σάββατο; Μήπως ο ήλιος παύει να λάμπη; Μήπως σταματούν τα ποτάμια; Μήπως το χορτάρι παύει να μεγαλώνη; Μήπως δεν ωριμάζουν οι καρποί και δεν κελαϊδούν τα πουλιά; Δεν έχει ενασχόλησι ο Θεός; Σε όλο το βασίλειο του Θεού το σάββατο είναι μια μέρα ενεργού ελέους. Γιατί, λοιπόν, ο Κύριος του σαββάτου δεν θα έκανε έργα ελέους το σάββατο;
Ο Ιησούς διατάσσει τα ψάρια της θαλάσσης κι έρχονται. Περιπατεί πάνω στα ύδατα και καταπαύει σφοδρές θύελλες. Αποδεικνύει ότι έχει εξουσία, ότι ‘εξουσιάζει επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού, και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.’ Αυτός είναι αληθινά ο Υιός του ανθρώπου.—Γέν. 1:28· Λουκ. 5:4-7· Μάρκ. 6:48· Ματθ. 8:23-27· 28:18· 8:20.
Τα θαύματα του Ιησού αποτελούν φωτεινές εκδηλώσεις τρυφερής συμπαθείας στα ανθρώπινα παθήματα, αστραπές φωτός αγάπης και συμπαθείας. Αποτελούν μέρος της διδασκαλίας του, αποδείξεις των ευλογιών που θα επέλθουν στον νέο κόσμο, στον οποίον δεν θα υπάρχη πια λύπη ή θάνατος. Είναι τα μέσα για να εντυπωθή σε ανθρώπους η αλήθεια ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός.—Αποκάλ. 21:4.
Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Έχοντες λοιπόν αρχιερέα μέγαν, όστις διήλθε τους ουρανούς, Ιησούν τον Υιόν του Θεού, ας κρατώμεν την ομολογίαν. Διότι δεν έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον να συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών, αλλά πειρασθέντα κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών, χωρίς αμαρτίας. Ας πλησιάζωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, δια να λάβωμεν έλεος, και να εύρωμεν χάριν προς βοήθειαν εν καιρώ χρείας.»—Εβρ. 4:14-16.