“Περιπατείτε ως Τέκνα Φωτός”
«Ήσθε ποτέ σκότος, τώρα όμως φως εν Κυρίω· περιπατείτε ως τέκνα φωτός.»—Εφεσ. 5:8
1. Πώς το Ευαγγέλιο του Ιωάννου συσχετίζει στενά τη ζωή και το φως και κάνει την αντίθεσι προς το σκότος;
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ιωάννης ήταν βέβαια ένας που πίστευε ότι η ζωή και το φως πηγαίνουν μαζί. Προσέξτε πόσο έντονα τονίζεται αυτό στο Ευαγγέλιό του και στην πρώτη του επιστολή. Αυτός αρχίζει την αφήγησι του Ευαγγελίου του συνιστώντας «τον Λόγον» (δηλαδή τον Ιησού, στην προανθρώπινη ύπαρξί του) και ομιλεί για τη στενή σχέσι του Λόγου με τον Θεό. Ο Ιωάννης κατόπιν λέγει ότι «πάντα δι’ αυτού έγειναν, και χωρίς αυτού δεν έγεινεν ουδέ έν, το οποίον έγεινεν. Εν αυτώ [εν τω Λόγω] ήτο ζωή, και η ζωή ήτο το φως των ανθρώπων. Και το φως εν τη σκοτία φέγγει, και η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό.» Ο Ιωάννης λοιπόν δεν έχασε χρόνο για να μας μιλήση για τη διαμάχη μεταξύ του φωτός και του σκότους, τονίζοντας ότι το σκότος δεν μπορούσε να κατανικήση εκείνον ο οποίος ήταν ο Εκπρόσωπος του Θεού για τη μετάδοσι της ζωής και του φωτός στην ανθρωπότητα.—Ιωάν. 1:1-5· Πράξ. 3:15.
2. (α) Για ποιους επρόκειτο να διατεθή το αληθινό φως; (β) Ποιοι δέχθηκαν τον φωστήρα Ιησού και ποιοι όχι;
2 Ο Ιωάννης κατόπιν κάνει μερικές διαφωτιστικές παρατηρήσεις που θα βοηθήσουν εκείνους οι οποίοι ίσως να είναι αβέβαιοι ως προς τα βήματα που πρέπει να κάμουν για να ξεφύγουν από το βασίλειο του σκότους που είναι κάτω από την εξουσία του Σατανά. Τονίζει ότι η δική μας στάσις και ανταπόκρισις είναι ο αποφασιστικός παράγων για να ωφεληθούμε από το φως και όχι το παρελθόν μας ή η πείρα ή η φυσική μας διάθεσις. Πραγματικά, θα μπορούσαμε να έχωμε ένα πολύ ευνοϊκό παρελθόν και ωστόσο να μη δεχθούμε το φως, όπως ετόνισε ο Ιωάννης. Αυτός δείχνοντας πρώτα ότι το φως ήταν διαθέσιμο για όλους χωρίς διάκριση είπε: «Ήτο το φως το αληθινόν, το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.» Αφού λέγει ότι ο κόσμος της ανθρωπότητος πραγματικά δεν τον ‘εγνώρισε’ δηλαδή δεν ανεγνώρισε τον Ιησού για εκείνον που πραγματικά ήταν, ο Ιωάννης συνεχίζει ως εξής: «Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν. Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού.»—Ιωάν. 1:9-13.
3. (α) Ποια ευθύνη εβάρυνε την τότε γενεά των Ιουδαίων; (β) Πώς ήσαν εκείνοι που ευλογήθηκαν και δέχθηκαν τον Ιησού και πάνω σε ποια βάσι;
3 Τι έντεχνη συνόψισις της καταστάσεως! Φυσικά, η γενεά εκείνη των Ιουδαίων είχε την καλύτερη προϊστορία και η πείρα που είχαν στο παρελθόν τούς παρείχε τους καλυτέρους λόγους για να δεχθούν τον Ιησού ως τον από τον ουρανό σταλμένο Μεσσία των. Εκείνον που υπεδείκνυε ο Νόμος. (Ρωμ. 10:4) Με την ανθρώπινη γέννησί του, ο Ιησούς ήταν ένας απ’ αυτούς, γεννημένος στη δική τους χώρα για να το πούμε έτσι, κι εν τούτοις απορρίφθηκε από τους περισσοτέρους απ’ αυτούς. Η κακή στάσις που ετήρησε η πλειονότης έγινε ακόμη πιο φανερή, σε αντίθεσι με την αγαθή στάσι εκείνων που τον δέχθηκαν, επειδή είχαν κατανοήσει ότι αυτός ήταν ‘πλήρης χάριτος και αληθείας.’ Σημειώστε, επίσης, ότι σ’ εκείνους που ανταποκρίθηκαν σ’ αυτόν «έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού.» Δηλαδή, πίστις για εκείνο που εσήμαινε το όνομά του, το όνομα Εκείνου «δια του οποίου έχομεν την απολύτρωσιν [από την καταδίκην] δια του αίματος αυτού,» και «δια της πίστεώς μας εν τω αίματι αυτού.»—Ιωάν. 1:12, 14· Εφεσ. 1:5-7· Ρωμ. 3:25· Πράξ. 4:12.
4. Πώς μίλησε ο Ιησούς για την προμήθεια που έκαμε ο Θεός για το ανθρώπινο γένος, και με ποιο όρο θα αποκτάτο αυτή;
4 Πώς μας βοηθεί αυτό να κάνωμε τα ορθά βήματα για να φύγωμε από το σκότος και να μπούμε στο φως και στην ελευθερία της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού; Αυτό μπορεί καλύτερα ν’ απαντηθή αν δούμε λίγο παρακάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου. Στα εδάφια Ιωάννης 3:16-21, που παραθέτουν τα λόγια του Ιησού προς τον Νικόδημο, βρίσκομε περισσότερες πληροφορίες. Πρώτα διαβάζομε: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απωλεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» Όχι μόνο φως, αλλά και ‘ζωή αιώνιος’ επρόκειτο να χορηγηθή στο ανθρώπινο γένος, μια μεγάλη θυσία από μέρους του Θεού και του αγαπητού του Υιού. Εν τούτοις, ένας πολύ σπουδαίος όρος έπρεπε να εκπληρωθή, ο όρος της ‘αποδόσεως πίστεως,’ που εκδηλώνει την ορθή στάσι και την ανταπόκρισι. Η παράλειψις ή η άρνησις αποδόσεως πίστεως εσήμαινε ότι ένας άνθρωπος ήρχετο ή παρέμενε κάτω από τη θεία κατάκρισι.—Ιωάν. 3:16, 18, 36.
5. Ποια ουσιώδη αρχή εξέθετε ο Ιησούς και πώς αυτή λειτουργεί;
5 Ο Ιησούς κατόπιν εξέφερε μια σπουδαία αρχή. «Και αυτή είναι η κρίσις, ότι το φως ήλθεν εις τον κόσμον, και οι άνθρωποι ηγάπησαν το σκότος μάλλον παρά το φως· διότι ήσαν πονηρά τα έργα αυτών.» Και αυτή η κρίσις αληθεύει τόσο σήμερα όσο και τότε που ελέχθη για πρώτη φορά και λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Εκείνος ο οποίος εκουσίως «πράττει φαύλα, μισεί το φως και δεν έρχεται εις το φως, δια να μη ελεγχθώσι τα έργα αυτού,» όπως εξήγησε ο Ιησούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον «εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι δεν εδέχθησαν αυτόν.» Αυτοί και ιδιαίτερα οι αρχηγοί των ενεργώντας ως ‘τυφλοί οδηγοί’ δεν ήθελαν να εκτεθούν ή να ενοχληθούν επειδή προτιμούσαν τις παραδόσεις και την υποκρισία. Μια όμοια κατάστασις επικρατεί και σήμερα, ιδιαίτερα στον Χριστιανικό κόσμο.—Ιωάν. 1:11· 3:19-21· Ματθ. 15:7-9· 23:16-26.
6. Παρά την προηγούμενη ζωή σας, ποια βήματα μπορείτε και πρέπει να κάμετε;
6 Μπορεί κι εσείς να μη διακρίνετε καθαρά τον δρόμο σας. Ίσως να λέτε ότι η περασμένη ζωή σας δεν θα τύχη ελέγχου. Μα ποια ήταν η ανταπόκρισίς σας όταν εμάθατε για πρώτη φορά για τη μεγάλη αγάπη που έχει ο Θεός για το ανθρώπινο γένος, ‘την χρηστότητα αυτού και την υπομονήν και την μακροθυμίαν;’ Αντί να εκδηλώνετε μια «αμετανόητον καρδίαν,» ίσως, εσείς, όπως και ο εκ Ταρσού Σαούλ, δείχνετε στην καρδιά σας μια αγαθή στάσι. Αν είναι έτσι, πρέπει ειλικρινά και ταπεινά να ομολογήσετε την ακάθαρτη κατάστασί σας, που είναι ίσως εξαιρετικά ακάθαρτη από μερικές απόψεις. Αυτό θα σας κάνη να αισθάνεσθε ειλικρινή λύπη για τον προηγούμενο τρόπο της ζωής σας. Έτσι, θα μπορέσετε να ενεργήσετε σύμφωνα με το γεγονός ότι «η χρηστότης του Θεού σε φέρει εις μετάνοιαν.» Αυτό είναι το πρώτο βήμα—η μετάνοια. Ο Παύλος εμνημόνευσε τα περαιτέρω βήματα όταν είπε στον Βασιλέα Αγρίππα: «Εκήρυττον. . . . να μετανοώσι και να επιστρέψωσιν εις τον Θεόν, πράττοντες έργα άξια της μετανοίας.» Με άλλα λόγια, η αληθινή μετάνοια πρέπει ν’ ακολουθήται από μεταστροφή, στροφή από την πορεία ενεργείας του ατόμου και ν’ ακολουθήται από το βήμα της αφιερώσεώς του να πράττη το θέλημα του Θεού, στρεφόμενο σ’ αυτόν πλήρως με ολόψυχη αφοσίωσι. Μ’ αυτόν τον τρόπο ασκείτε πίστι και την θέτετε σε ενέργεια.—Ρωμ. 2:4, 5· Πράξ. 26:20.
7. Ποια δημοσία απόδειξις δίδεται για την αφιέρωσι, και πώς ο Ιησούς έδωσε ενθάρρυνσι σ’ εκείνους που γίνονται ακόλουθοί του;
7 Εκάματε εσείς αυτά τα βήματα; Εδώσατε δημοσία απόδειξι της αφιερώσεώς σας στον Θεό υποβαλλόμενοι στο εν ύδατι βάπτισμα όπως γίνεται από τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά; Αν είναι έτσι, τότε μπορεί να λεχθή με βεβαιότητα ότι εσείς είσθε ένας αληθινός μαθητής, ένας ακόλουθος του Ιησού. Σημειώστε τι είπε ο Ιησούς για να ενθαρρυνθήτε: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου· όστις ακολουθεί εμέ δεν θέλει περιπατήσει εις το σκότος, αλλά θέλει έχει το φως της ζωής.»—Ιωάν. 8:12.
8. Πώς οι Γραφές κάνουν διάκρισι μεταξύ εκείνων που έλαβαν μια ουράνια ελπίδα και εκείνων που έχουν επίγεια ελπίδα στη διάρκεια της βασιλείας του Θεού;
8 Από την Πεντηκοστή του έτους 33 μ.Χ. και μετά, είναι αλήθεια ότι οι άμεσοι ακόλουθοι του Ιησού έλαβαν ‘αναγέννησιν εις ελπίδα ζώσαν’ μιας ουράνιας κληρονομίας γινόμενοι μέτοχοι ‘θείας φύσεως,’ της αθανασίας. Αυτοί αποτελούν το ‘μικρόν ποίμνιον’ που μετέχει με τον Χριστό στον ουράνιο θρόνο του. (1 Πέτρ. 1:3, 4· 2 Πέτρ. 1:4· Λουκ. 12:32· 1 Κορ. 15:54· Αποκάλ. 3:21) Εν τούτοις, ο Ιησούς είπε σε μια περίπτωσι: «Και άλλα πρόβατα έχω τα οποία δεν είναι εκ της αυλής ταύτης· και εκείνα πρέπει να συνάξω, και θέλουσιν ακούσει την φωνήν μου, και θέλει γείνει μία ποίμνη, είς ποιμήν.» Αυτά τα «άλλα πρόβατα» λαμβάνουν ελπίδα για αιώνια ζωή σε μια παραδεισιακή γη κάτω από την ουράνια βασιλεία και αποκαλύπτονται ως προβατοειδείς άνθρωποι που κάνουν το καλόν στους πνευματικούς αδελφούς του Χριστού, οι οποίοι μνημονεύονται στην παραβολή τού κατά Ματθαίον 25:31-46, και είναι τώρα εν προόδω εκπληρώσεως. Αυτοί επίσης ταυτίζονται με τον ‘πολύν όχλο’ που αναφέρεται στην Αποκάλυψι 7:9-17, και ακολουθούν μετά την περιγραφή της ουράνιας τάξεως που αριθμεί 144.000.—Ιωάν. 10:16.
9. Πώς οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα ανταποκρίνονται στην περιγραφή του ποιμνίου των προβάτων του Ιησού;
9 Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα, που αριθμούν πάνω από δύο εκατομμύρια, αποτελούν μια ζωντανή μαρτυρία της ειλικρινείας του Λόγου του Θεού. Μεταξύ αυτών είναι μια μειονότης, ένας πυρήν, που έχει την ουράνια ελπίδα. Στενά γύρω απ’ αυτούς είναι συγκεντρωμένος ένας αυξανόμενος αριθμός που αποτελείται από εκείνους των οποίων η ελπίδα για ζωή στη διάρκεια της βασιλείας του Θεού είναι επίγεια, και αυτοί χαίρουν ν’ αποδίδουν κάθε δυνατή υποστήριξι στους ‘αδελφούς’ του Χριστού. (Ματθ. 25:40) Και οι δύο ομάδες αποτελούν ‘μια ποίμνη υπό έναν ποιμένα,’ και ο Ιησούς είπε τα εξής σχετικά με όλα αυτά τα πρόβατά του: «Τα πρόβατα τα εμά ακούουσι την φωνήν μου, και εγώ γνωρίζω αυτά, και με ακολουθούσι. Και εγώ δίδω εις αυτά ζωήν αιώνιον.» Όλοι αυτοί έχουν αποκατασταθή σε μια οικογενειακή σχέσι με τον Θεό, ώστε να λέγωνται τέκνα Θεού, και χαίρουν στο ‘φως της ζωής.’—Ιωάν. 10:3, 27, 28· Ρωμ. 8:19-21.
ΠΕΡΙΠΑΤΕΙΤΕ ΣΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΕΥΓΕΤΕ ΠΡΟΣΚΟΜΜΑΤΑ
10. Τι συμβουλή δίνει ο Ιωάννης σε κείνους που επιθυμούν να μετάσχουν με τον Θεό και τον Χριστό;
10 Εξετάζοντας τώρα την πρώτη επιστολή του Ιωάννου, βρίσκομε μερικές καλές και άμεσες συμβουλές για κείνους που εστράφησαν προς τον Θεόν με αφιέρωσι και άρχισαν ν’ ακολουθούν τα ίχνη του Ιησού. Ο Ιωάννης, όπως κάνει και στο Ευαγγέλιό του, αρχίζει να γράφη για τον Ιησού, αυτή τη φορά ως τον ‘λόγον της ζωής,’ και μνημονεύει μια ‘κοινωνία’ όχι μόνο με τον εαυτό του, αλλά και «μετά του Πατρός και μετά του Υιού αυτού Ιησού Χριστού.» Ο Ιωάννης κατόπιν λέγει με τον συνήθη εμφατικό του τρόπο: «Ο Θεός είναι φως και σκοτία εν αυτώ δεν υπάρχει ουδεμία. Εάν είπωμεν ότι κοινωνίαν έχομεν μετ’ αυτού και περιπατώμεν εν τω σκότει, ψευδόμεθα και δεν πράττομεν την αλήθειαν.»—1 Ιωάν. 1:1-7.
11. (α) Η γνώσις της αληθείας τι βαθμό ευθύνης συνεπάγεται; (β) Πώς τα εδάφια Παροιμίαι 4:23-27 μας βοηθούν ν’ ανταποκριθούμε στην ευθύνη μας;
11 Όπως δείχνουν αυτά τα λόγια, η γνώσις της αληθείας εν σχέσει με τον Ιεχωβά και τον σκοπό του, εκτός του ότι μεταδίδει μια πλούσια ευλογία και διαφώτισι, φέρει επίσης και μια ευθύνη που δεν μπορεί να τεθή στο περιθώριο. Το ζήτημα δεν είναι αν έχωμε απλώς μια σαφή γνώσι της αληθείας. Αντιθέτως, το πιο διερευνητικό ερώτημα είναι το πώς εμείς ανταποκρινόμεθα στην αλήθεια με την καρδιά μας, πράγμα που αποδεικνύεται με την όλη πορεία της ενεργείας μας, τόσο δημοσίως όσο και ιδιωτικώς. Είναι η στάσις της καρδίας, η πραγματική εσωτερική προσωπικότης μας εκείνη που καθορίζει πώς εμείς θεωρούμε την κάθε κατάστασι και πιθανότητα και την πορεία που αποφασίζομε να λάβωμε. Όπως λέγει ο Λόγος του Θεού: «Μετά πάσης φυλάξεως φύλαττε την καρδίαν σου· διότι εκ ταύτης προέρχονται αι εκβάσεις της ζωής. . . . Οι οφθαλμοί σου ας βλέπωσιν ορθά, . . . στάθμιζε το βάδισμα των ποδών σου, και πάσαι αι οδοί σου θέλουσιν κατευθυνθή. . . . Απόστρεψον τον πόδα σου από κακού.»—Παροιμ. 4:23-27.
12. (α) Πώς και γιατί είναι δυνατόν το ‘φως’ ενός ατόμου να γίνη ‘σκότος’; (β) Ποιο παράδειγμα σχετικά μ’ αυτό παρετηρήθη στις ημέρες του Ιησού;
12 Αν όμως εμείς επιζητούμε να χρησιμοποιήσωμε τη γνώσι της αληθείας ή την υπόστασί μας μεταξύ του λαού του Ιεχωβά για ιδιοτελείς σκοπούς, μ’ ένα κακό ή ακάθαρτο κίνητρο, τότε θα βλέπομε τα πράγματα με ακάθαρτο τρόπο, και η ‘όρασίς’ μας θα είναι διεστραμμένη. Μολονότι, μπορεί να μη το κατανοούμε, δεν θα μπορούμε να βλέπωμε καθαρά μ’ ένα πνευματικό τρόπο. Όπως είπε ο Ιησούς: «Ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός· εάν λοιπόν ο οφθαλμός σου ήναι καθαρός, όλον το σώμα σου θέλει είσθαι φωτεινόν εάν όμως ο οφθαλμός σου ήναι πονηρός, όλον το σώμα σου θέλει είσθαι σκοτεινόν. Εάν λοιπόν το φως το εν σοι ήναι σκότος, το σκότος πόσον;» (Ματθ. 6:22, 23) Θα μπορούσαμε να προσκόψωμε σ’ εκείνο ακριβώς το πράγμα που αν το βλέπαμε ορθά, θα απέβαινε προς όφελός μας, αλλά τώρα επειδή δεν το βλέπομε ορθά, εκείνο που συλλαμβάνουν οι οφθαλμοί της ‘καρδίας’ μας αποδεικνύεται σκότος και όχι φως. Αυτό έγινε ιδιαίτερα φανερό στους θρησκευτικούς ηγέτας των ημερών του Ιησού. Αν αυτοί τον εδέχοντο ως τον ‘ακρογωνιαίον λίθον’ της διευθετήσεως του Θεού, πόσο πλούσια θα ευλογούντο! Αντιθέτως, αυτοί τον απέρριψαν. Προσέκοψαν και έπεσαν επάνω σ’ αυτόν. Πραγματικά η απόρριψις του Ιησού απ’ αυτούς ήταν τόσο έντονη, ως το σημείο που καλλιέργησαν θανάσιμο μίσος γι’ αυτόν, πράγμα που επέφερε σ’ αυτούς την κατάκρισι του Θεού. Όπως είπε ο Ιησούς: «Όστις πέση επί τον λίθον τούτον θέλει συντριφθή· εις όντινα δε επιπέση, θέλει κατασυντρίψει αυτόν.»—Ματθ. 21:42-44· βλέπε επίσης Ρωμ. 9:32, 33.
13. Σχετικά με την επίδρασί μας στους άλλους, τι είναι ουσιώδες να έχωμε υπ’ όψιν;
13 Ουσιώδες επίσης είναι να εξετάσωμε πώς μπορούμε, να επηρεάσωμε τους άλλους. Όπως έγραψε ο Παύλος στους Κορινθίους: «Πάντα είναι εις την εξουσίαν μου, αλλά πάντα δεν οικοδομούσι. Μηδείς ας ζητή το εαυτού συμφέρον, αλλ’ έκαστος τα του άλλου.» Κατόπιν εξήγησε ότι ιδιαίτερα εκεί όπου υπάρχει ζήτημα συνειδήσεως, ‘ουχί της ιδικής σας, αλλά της του άλλου,’ πρέπει να προσέχωμε να μη γινώμεθα πρόσκομμα. Συνεβούλευσε επίσης τους Ρωμαίους: «Τούτο κρίνατε μάλλον, το να μη βάλλητε πρόσκομμα εις τον αδελφόν ή σκάνδαλον.» Αν με τη διαγωγή σας, «ο αδελφός σου λυπήται δια φαγητόν, δεν περιπατείς πλέον κατά αγάπην.»—1 Κορ. 10:23-33· Ρωμ. 14:13-15.
14. (α) Ποιες δύο εκφράσεις του Ιησού τονίζουν τη σπουδαιότητα και τον κίνδυνο για πρόσκομμα; (β) Πώς εξεφράσθη ο Ιωάννης γι’ αυτό το θέμα;
14 Ο Ιησούς, επίσης, μίλησε πολύ έντονα γι’ αυτό το θέμα. Ετόνισε ότι αν υπάρχη κάτι στους εαυτούς μας που μας κάνει να προσκόψωμε, θα πρέπει να φροντίσωμε ν’ απαλλαγούμε απ’ αυτό. Όσο για τους άλλους μαθητάς, είπε: «Όστις όμως σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ, συμφέρει εις αυτόν να κρεμασθή μύλου πέτρα επί τον τράχηλον αυτού και να καταποντισθή εις το πέλαγος της θαλάσσης. Και πάλι είπε: «Δεν είναι θέλημα έμπροσθεν του Πατρός σας του εν ουρανοίς ν’ απολεσθή είς των μικρών τούτων.» (Ματθ. 18:6-10, 14) Αν οι ‘οφθαλμοί της καρδίας’ σας είναι πραγματικά φωτεινοί ώστε να διακρίνετε πόσο πολύτιμος είναι ο καθένας «των μικρών τούτων» στα όμματα του Ιεχωβά, θα εκτιμήσετε τον έντονο τρόπο με τον οποίον εκφράσθηκε ο Ιωάννης όταν είπε: «Όστις αγαπά τον αδελφόν αυτού εν τω φωτί μένει, και σκάνδαλον εν αυτώ δεν είναι· όστις όμως μισεί τον αδελφόν αυτού εν τω σκότει είναι και εν τω σκότει περιπατεί και δεν εξεύρει πού υπάγει, διότι το σκότος ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού.» Η αμέριστη αγάπη και η οσιότης του Ιωάννου ήσαν εκείνα που τον έκαμαν να τα γράψη αυτά. Αυτές είναι καλές ιδιότητες της καρδιάς που διέπουν τη στάσι μας και την πορεία της ενεργείας μας, και αποτελούν μέρος του νέου ανθρώπου, του ‘κτισθέντος κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.’—1 Ιωάν. 2:10, 11· Εφεσ. 1:18· 4:24.
15. Ποια προειδοποίησι και έκκλησι έκαμε ο Παύλος για το πώς πρέπει να περιπατούμε;
15 Επίσης παρατηρήστε τη ζωηρή έκκλησι του Παύλου: «Να μη περιπατήτε πλέον καθώς και τα λοιπά έθνη περιπατούσιν . . . εσκοτισμένοι την διάνοιαν, απηλλοτριωμένοι όντες από της ζωής του Θεού δια την άγνοιαν την ούσαν εν αυτοίς, δια την πώρωσιν της καρδίας αυτών.» Παρακάτω, συνηγορεί υπέρ της θετικής πλευράς λέγοντας: «Γίνεσθε λοιπόν μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά, και περιπατείτε εν αγάπη, . . . περιπατείτε ως τέκνα φωτός· διότι ο καρπός του πνεύματος είναι εν πάση αγαθωσύνη, και δικαιοσύνη και αληθεία.» Τι ωραία και ελκυστική καρποφορία! Ο Παύλος τερματίζει ως εξής: «Προσέχετε λοιπόν πώς να περιπατήτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί.»—Εφεσ. 4:17, 18· 5:1, 2, 8-15.
ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΙΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
16. (α) Το να αφήνωμε το φως μας να λάμπη, περιλαμβάνει μόνο το ζήτημα της διαγωγής μας; (β) Όταν ο Ιησούς αντιμετώπισε τον Πιλάτο, ποιο σπουδαίο ζήτημα συζήτησε μαζί του;
16 Τα Γραφικά εδάφια που εξετάσαμε έως εδώ επραγματεύοντο κυρίως την προσωπική μας διαγωγή ως τέκνα φωτός, καθώς και την ευθύνη μας απέναντι των άλλων. Υπάρχει, εν τούτοις, άλλη μια άποψις που είναι εμφανής στον Λόγο του Θεού. Ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου,» και ο Παύλος είπε ότι ο Χριστός Ιησούς έμελλε «να κηρύξη φως.» (Ιωάν. 8:12· Πράξ. 26:23) Πώς εκπληρώθηκαν αυτά τα Γραφικά εδάφια; Μήπως απλώς με την καλή ζωή που διήγε ο Ιησούς και την υποδειγματική διαγωγή του; Αυτό συμβαίνει ως τον βαθμό που πολλοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί αφήνουν το φως τους να λάμπη. Αλλά μήπως αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίον ο Ιησούς τελικά συνελήφθη και εφέρθη ενώπιον του Πιλάτου, δηλαδή λόγω των καλών και αγαθών έργων του; Όχι, φυσικά. Το επίμαχο ζήτημα ήταν εκείνο της διακυβερνήσεως και της βασιλικής εξουσίας, που περιεστρέφετο γύρω από τον Ιησού σαν το κεντρικό σημείο, όπως αποδεικνύεται από την ερώτησι του Πιλάτου: «Συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων»; Απαντώντας ο Ιησούς αμέσως ανεγνώρισε ότι είχε μια βασιλεία και επομένως ήταν βασιλεύς, αλλά ο Πιλάτος δεν είχε λόγο ν’ ανησυχή. Όπως είπε ο Ιησούς: «Η βασιλεία η εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου· . . . η βασιλεία η εμή δεν είναι εντεύθεν.»—Ιωάν. 18:33-36.
17. (α) Ποιο ήταν το κύριο θέμα όλων εκείνων που εδίδαξε και εκήρυξε ο Ιησούς; (β) Με ποιο τρόπο έκαμε ο Ιησούς αυτό το φως να λάμπη ως το τέλος; (γ) Ποια Γραφικά εδάφια καθωδήγησαν και ενεθάρρυναν τον Ιησού προς αυτό;
17 Εκείνη η βασιλεία υπήρξε πράγματι το θέμα και η βάσις, η κεντρική αλήθεια, όλου του κηρύγματος και της διδασκαλίας του Ιησού. Ο Ματθαίος λέγει ότι μετά τη σύλληψι του Ιωάννου του Βαπτιστού: «Ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη και να λέγη: Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Ενδιαφέρει να σημειωθή ότι ο Ματθαίος τονίζει ότι σ’ εκείνο τον ωρισμένο καιρό και τόπο εκπληρώθηκε η προφητεία: «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και εις τους καθημένους εν τόπω και σκιά θανάτου, φως ανέτειλεν εις αυτούς.» (Ματθ. 4:12-17· Ησ. 9:1, 2) Ο Ιησούς βαθειά κατανόησε την ευθύνη του να δώση μαρτυρία για τη σπουδαιότατη εκείνη αλήθεια, όπως είπε στον Πιλάτο: «Εγώ δια τούτο εγεννήθην και δια τούτο ήλθον εις τον κόσμον, δια να μαρτυρήσω εις την αλήθειαν.» (Ιωάν. 18:37) Ο Ιησούς είχε πλήρως απορροφήσει τον Λόγον του Πατρός του, και είχε κατανοήσει ότι ο σκοπός του Ιεχωβά περιεστρέφετο γύρω από τη βασιλεία της οποίας αυτός ήταν ο υποσχεμένος βασιλεύς. Ως ο μονογενής Υιός του Θεού εγνώριζε ότι αυτές οι προφητείες, όπως είναι των Ψαλμών 2:4-8 και του Ησαΐα 9:6, 7, που έλεγαν για έναν ‘υιόν,’ ανεφέροντο σ’ αυτόν και θα εξεπληρώνοντο σ’ αυτόν. Εγνώριζε επίσης ότι αυτός ήταν εκείνος που ανεφέρετο στις προφητείες του Ησαΐα, και τον οποίο ο Ιεχωβά απεκάλεσε ως ‘δούλον του’ λέγοντας ότι θα τον δώση ως ‘φως των εθνών . . . δια ν’ ανοίξη τους οφθαλμούς των τυφλών, να εκβάλη τους δεσμίους εκ των δεσμών και τους καθημένους εν σκότει εκ του οίκου της φυλακής.’ Και πάλιν «θέλω προσέτι σε δώσει φως εις τα έθνη, δια να ήσαι η σωτηρία μου έως εσχάτου της γης.» (Ησ. 42:1, 6, 7· 49:6) Πραγματικά, ο Ιησούς εγνώριζε ότι μερικά απ’ αυτά τα Γραφικά εδάφια είχαν ήδη παρατεθή ως αναφερόμενα σ’ αυτόν, όπως όταν ο άγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε τη σύλληψί του στη μητέρα του Μαρία και από τον Συμεών όταν οι γονείς του Ιησού τον έφεραν στον ναό ως βρέφος.—Λουκ. 1:31-33· 2:25-32.
18. (α) Ποιες ζωτικές αλήθειες εξαίρει η πρότυπος προσευχή του Ιησού; (β) Πώς εξελίχθησαν τα πράγματα όταν ο Ιησούς ως φωστήρ φάνηκε ότι εξέλιπε τελείως;
18 Ο Ιησούς πιστά αντανακλούσε όλα όσα είχε απορροφήσει από τον Πατέρα του. Αυτό παρατηρείται στο πρώτο μέρος της Προτύπου Προσευχής του, που το συνδέει με την βασιλεία και τον αγιασμό του ονόματος του Θεού: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης.» (Ματθ. 6:9, 10) Μολονότι εκείνο το άγγελμα της βασιλείας έλαμψε ως ακτίς φωτός σε όλη τη διάρκεια της διακονίας του Ιησού, τα θυελλώδη σύννεφα της θρησκευτικής εναντιώσεως εμφανίσθηκαν για να το εξαλείψουν πλήρως όταν ο Ιησούς δημοσία εκρέματο νεκρός στο τρομερό ξύλο του μαρτυρίου. Τότε τι συνέβη; Την πεντηκοστή πρώτη μέρα από τότε, ή την Πεντηκοστή, ο Πέτρος δημοσία μίλησε σ’ ένα μεγάλο πλήθος στην Ιερουσαλήμ, εξηγώντας ότι η έκχυσις του αγίου πνεύματος αποτελούσε απόδειξι ότι ο Θεός όντως ανέστησε τον υιόν του από τους νεκρούς και τον εξύψωσε στα δεξιά του, σε εκπλήρωσι των Γραφών.—Πράξ. 2:22-36.
19. Τι υπόμνημα έχει η πρώτη Χριστιανική εκκλησία ως προς την αντανάκλασι του πραγματικού φωτός;
19 Από τότε, η ακτίς του φωτός έλαμπε με μεγαλύτερη έντασι και ευρύτερη ακτινοβολία ιδιαίτερα όταν το άγγελμα της βασιλείας δόθηκε στα έθνη, αρχής γενομένης από τον Κορνήλιο. (Πράξεις, κεφάλαιο 10) Όλοι όσοι δέχθηκαν και απερρόφησαν εκείνο το άγγελμα στις διάνοιες και στις καρδιές τους ανταποκρίθηκαν αντανακλώντας εκείνο το φως, ενθυμούμενοι την εντολή του Ιησού: «Σεις είσθε το φως του κόσμου. . . . Ούτως ας λάμψη το φως σας έμπροσθεν των ανθρώπων.» (Ματθ. 5:14-16) Η όλη αφήγησις του βιβλίου των Πράξεων το επιβεβαιώνει αυτό, τελειώνοντας με το γεγονός ότι ο Παύλος «εξέθεσε δια μαρτυριών την βασιλείαν του Θεού,» και ετόνισε μια περαιτέρω εκπλήρωσι των προφητειών του Ησαΐα. (Πράξ. 28:23-28) Ο Πέτρος επίσης ετόνισε την πρώτιστη υποχρέωσι που βαρύνει τους ώμους της Χριστιανικής εκκλησίας όταν έγραψε: «Σεις όμως είσθε . . . λαός τον οποίον απέκτησεν ο Θεός, δια να εξαγγείλητε τας αρετάς εκείνου, όστις σας εκάλεσε εκ του σκότους εις το θαυμαστόν αυτού φως.»—1 Πέτρ. 2:9.
20. (α) Υπάρχει καμμιά δυνατότης για τον Σατανά ή τους δούλους του να κάμουν το φως του Ιεχωβά να σβύση; (β) Τι αποκαλύπτει, η σύγχρονη ιστορία του λαού του Ιεχωβά όπως εκείνος προείπε μέσω τον Ησαΐα;
20 Μετά από αιώνες που ελέγοντο Σκοτεινοί Αιώνες, ποια είναι η σημερινή κατάστασις; Ας πούμε ότι οι διάκονοι του Σατανά, επέτυχαν πολύ να συσκοτίσουν το φως, ‘μεταβαλλόμενοι εις διακόνους δικαιοσύνης,’ αλλά αυτό δεν απετέλεσε πρόβλημα για τον Ιεχωβά. Αυτός είναι πάντοτε Κύριος της καταστάσεως. Πραγματικά, γι’ αυτόν «το σκότος είναι ως το φως.» (2 Κορ. 11:14, 15· Ψαλμ. 139:11, 12) Η νύχτα μπορεί να φαίνεται ατελείωτη σε μας, αλλά τίποτε δεν μπορεί να καθυστερήση την αυγή. Ο ανατέλλων ήλιος πρώτα φθάνει στους υψηλότερους λόφους και τα όρη και σε οποιαδήποτε πόλι ή ναό που είναι κτισμένος επάνω σ’ αυτά. Αυτό ακριβώς και συνέβη. Η αποκατάστασις των θεμελιωδών αληθειών και οι σχετικές ενέργειες από τη δεκαετία του 1870 και εμπρός απετέλεσαν το φως της αυγής. Κατόπιν, ύστερα από μια σύντομη, θυελλώδη περίοδο δοκιμασίας από το έτος 1914 έως το 1918, το ηλιακό φως της επιδοκιμασίας του Θεού που αποκατέστησε την εύνοια στους πιστούς του εξεπέμφθη στο έτος 1919. Από τότε η οδός των αληθινά ήταν ως το φως «το φέγγον επί μάλλον.» (Παροιμ. 4:18) Αυτοί λαμβάνουν πείρα των όσων προείπε ο Ιεχωβά όταν απευθύνθηκε στην Σιών στην οργάνωσί του, λέγοντας: «Σηκώθητι, φωτίζου· διότι το φως σου ήλθε, και η δόξα του Ιεχωβά ανέτειλεν επί σε. Διότι ιδού, σκότος θέλει σκεπάσει την γην και ζόφος τα έθνη· επί σε όμως θέλει ανατείλει ο Ιεχωβά και η δόξα αυτού θέλει φανερωθή επί σε. Και τα έθνη θέλουσιν ελθεί εις το φως σου και οι βασιλείς εις την λάμψιν της ανατολής σου.»—Ησ. 59:20· 60:1-3· 62:1-3· βλέπε επίσης Ησ. 2:2, 3.
21. Ποιοι αποτελούν τον ‘δούλο’ του Ιεχωβά σήμερα και πώς αυτοί αντανακλούν την δόξα του;
21 ‘Ο δούλος’ του Ιεχωβά εμπερικλείει τώρα εκείνους που υπηρετούν τον Χριστό Ιησού ως την κεφαλήν των, και αποτελούν ένα συλλογικό σώμα «μαρτύρων,» τον πνευματικόν Ισραήλ. Σ’ αυτούς ο Ιεχωβά λέγει: «Σεις είσθε μάρτυρές μου . . . ο δούλος μου, τον οποίον εξέλεξα, δια να μάθητε και να πιστεύσητε εις εμέ.» (Ησ. 43:10-12) Αυτοί, μαζί με τους πολλούς προβατοειδείς συντρόφους των μετέχουν στην παγκόσμιο διακήρυξι της βασιλείας. Με ευγνωμοσύνη απορροφούν το ολοένα αυξανόμενο φως της κατανοήσεως που λάμπει από τις σελίδες του Λόγου του Θεού. Έτσι, όπως ο Μωυσής, οι πνευματικοί Ισραηλίτες αντικατοπτρίζουν τη δόξα του Ιεχωβά. Το πράττουν αυτό με την προσωπική τους διαγωγή, και με την διακήρυξι του ‘ευαγγελίου της βασιλείας . . . εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη.’—2 Κορ. 3:4-6, 16-18· Ματθ. 24:14.
22. Ποια είναι η προσευχή των αφιερωμένων δούλων του Ιεχωβά και «ως αυτοί ζουν σύμφωνα με την προσευχήν των;
22 Το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ και οι σύντροφοί των ευχαρίστως προβαίνουν στο θεόδοτο έργο της κηρύξεως της βασιλείας και της μαθητεύσεως. Παράλληλα προς τ’ ανωτέρω, η προσευχή τους στον Ιεχωβά, στην οποίαν προσκαλούν τους άλλους να μετέχουν ενεργώς, εκφράζεται ωραία στον Ψαλμό 43:3, 4: «Εξαπόστειλον το φως σου και την αλήθειάν σου· αυτά ας με οδηγώσιν· ας με φέρωσιν εις το όρος της αγιότητός σου και εις τα σκηνώματά σου. Τότε θέλω εισέλθει εις το θυσιαστήριον του Θεού, εις τον Θεόν, την ευφροσύνην της αγαλλιάσεώς μου· και θέλω σε δοξολογεί εν κιθάρα, ω Θεέ, ο Θεός μου.»