Ένα Βλέμμα στους Αρχαίους Σαμαρείτες
Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ διδάσκαλος που πέρασε ποτέ απ’ αυτή τη γη, ο Ιησούς Χριστός, είπε κάποτε μια συγκινητική παραβολή για να δείξη ότι πρέπει να είμεθα στοργικοί προς τον πλησίον μας. Μίλησε για έναν καλό και σπλαχνικό άνθρωπο, ο οποίος ήταν πρόθυμος να διαθέση τον εαυτό του χάριν ενός άλλου που του ήταν εντελώς άγνωστος. Ένας ιερεύς καθώς κι ένας Λευίτης, αγνόησαν τη θλιβερή κατάστασι αυτού του αγνώστου που είχε κακοποιηθή από ληστάς και είχε εγκαταλειφθή σχεδόν πεθαμένος στο δρόμο που ωδηγούσε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ. Αλλ’ ο σπλαχνικός άνδρας συμπαρεστάθηκε στις άμεσες ανάγκες αυτού του ανθρώπου και πλήρωσε χρήματα που αντιστοιχούσαν με δύο ημερομίσθιά του για να τον περιποιηθούν. Είχε την καλωσύνη να πληρώση ακόμη και όσα επιπρόσθετα έξοδα θα γίνονταν. (Λουκάς 10:30-35) Αυτός ο σπλαχνικός άνθρωπος της παραβολής του Ιησού ήταν Σαμαρείτης. Τι εσήμαινε αυτό; Ποιοι ήσαν οι Σαμαρείτες;
Άλλες δηλώσεις που είχε κάμει ο Ιησούς Χριστός για τους Σαμαρείτες δείχνουν ότι αυτοί είχαν μια εν μέρει ξένη, όχι Ιουδαϊκή κληρονομιά. Τους είχε ειδικώς αποκλείσει όταν παρήγγειλε στους αποστόλους του να συγκεντρώσουν τις προσπάθειές των προς «τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» (Ματθ. 10:5, 6) Σε κάποια άλλη ευκαιρία εχαρακτήρισε έναν Σαμαρείτη ως «αλλογενή,» δηλαδή από άλλη φυλή.—Λουκάς 17:16-18.
Αλλά πώς συνέβη ώστε ένας λαός που δεν ήταν από τον ‘οίκο Ισραήλ’, να κατοική σ’ ένα μεγάλο τμήμα της Ισραηλινής περιοχής; Αυτό συνέβη μετά την κατάληψι του δεκαφύλου βασιλείου του Ισραήλ από τους Ασσυρίους τον όγδοο αιώνα π.Χ. Οι Ασσύριοι εξώρισαν πολλούς Ισραηλίτες, και αργότερα τους αντικατέστησαν με ξένους.—2 Βασ. 17:22-24· Έσδρας 4:1, 2.
Αυτοί οι ξένοι με τον καιρό άρχισαν να δανείζωνται ωρισμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ισραηλιτών. Πώς συνέβη αυτό; Επειδή οι Ασσύριοι κατακτηταί είχαν ερημώσει ένα μεγάλο τμήμα του Ισραηλινού τομέως, τα λιοντάρια αυξήθηκαν στη χώρα και άρχισαν να βρυχώνται κοντά στις πόλεις και στα χωριά. (Συγκρίνατε με την Έξοδο 23:29.) Γι’ αυτόν το λόγο προφανώς πολλοί ξένοι έγιναν λεία των λιονταριών. Οι νέοι άποικοι σκέφθηκαν ότι αυτό συνέβαινε επειδή δεν ελάτρευαν τον Θεό εκείνης της χώρας, κι’ ενημέρωσαν σχετικά μ’ αυτό τον βασιλέα της Ασσυρίας. Ως απάντησι, ο Ασσύριος μονάρχης τους έστειλε από την εξορία έναν Ισραηλίτη ιερέα που ελάτρευε τους μόσχους. Αυτός ο ιερεύς εδίδαξε τους αποίκους για τον Ιεχωβά, αλλά τους εδίδαξε με τον ίδιο τρόπο που είχε διδάξει ο πρώτος βασιλεύς του δεκαφύλου βασιλείου που είχε ανατραπή, ο Ιεροβοάμ, ο οποίος είχε εισαγάγει τη λατρεία των μόσχων. Έτσι, μολονότι έμαθαν μερικά πράγματα για τον Ιεχωβά, εν τούτοις, αυτοί οι ξένοι εξακολούθησαν να λατρεύουν τους ψευδείς θεούς.—2 Βασ. 17:24-31.
Τελικά οι πεποιθήσεις αυτών των ξένων φαίνεται ότι είχαν τροποποιηθή. Χωρίς αμφιβολία, οι μικτοί γάμοι συνετέλεσαν σ’ αυτό, επειδή ένας Ισραηλιτικός πληθυσμός (αν και κατά πολύ μειωμένος) παρέμενε ακόμη στην περιοχή που είχε κατακτηθή από τους Ασσυρίους. (2 Χρον. 34:6-9) Έτσι, από φυλετική άποψι, οι Σαμαρείτες φαίνονταν σαν να ήσαν απόγονοι των Ισραηλιτών που είχαν εναπολειφθή και των ξένων που είχαν έλθει στη χώρα. Φαίνεται ότι, στους αιώνες που ακολούθησαν, οι Σαμαρείτες δεν είχαν καμμιά σχέσι με τη λατρεία του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ κι’ έτσι συνέχισαν να διαφέρουν θρησκευτικώς από τους Ιουδαίους.
Οι Σαμαρείτες έκτισαν ακόμη και δικό τους ναό στο Όρος Γαριζίν για ν’ ανταγωνισθούν τον ναό της Ιερουσαλήμ. Μολονότι αυτός ο ναός δεν υπήρχε στον καιρό της διακονίας του Ιησού, οι Σαμαρείτες συνέχιζαν τη λατρεία των στο Όρος Γαριζίν. (Ιωάν. 4:20-23) Εδέχοντο μόνον τα πέντε βιβλία του Μωυσέως, την Πεντάτευχο, κι απέρριπταν τις υπόλοιπες Εβραϊκές Γραφές, με μια πιθανή εξαίρεσι το βιβλίο του Ιησού του Ναυή. Γι’ αυτό δεν είχαν πλήρη κατανόησι του Ιεχωβά Θεού και του σκοπού του. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Ιησούς Χριστός είπε σε μια Σαμαρείτιδα: «Σεις προσκυνείτε εκείνο το οποίον δεν εξεύρετε.» (Ιωάν. 4:22) Εν τούτοις, επειδή εδέχοντο την Πεντάτευχο ως βάσι της πίστεως των, οι Σαμαρείτες έκαναν περιτομή και ανέμεναν την έλευσι του Μεσσία, του μεγαλυτέρου από τον Μωυσή προφήτου.—Δευτ. 18:18, 19· Ιωάν. 4:25.
Οι φυλετικές και οι θρησκευτικές διαφορές που υπήρχαν μεταξύ των Ιουδαίων και των Σαμαρειτών είχαν δώσει λαβή για πολλές προκαταλήψεις. Οι Ιουδαίοι γενικά περιφρονούσαν τους Σαμαρείτες και δεν ήθελαν να έχουν μαζί τους καμμιά σχέσι. (Ιωάν. 4:9) Ο όρος «Σαμαρείτης» εχρησιμοποιείτο μάλιστα ως μια υβριστική έκφρασις. Ένα παράδειγμα αυτού είναι όταν μερικοί άπιστοι Ιουδαίοι είπαν στον Ιησού: «Δεν λέγομεν ημείς καλώς ότι Σαμαρείτης είσαι συ και δαιμόνιον έχεις;»—Ιωάν. 8:48.
Εν τούτοις, ο Ιησούς Χριστός δεν είχε υιοθετήσει μια προκατειλημμένη άποψι απέναντι των Σαμαρειτών. Από τους δέκα λεπρούς που εθεράπευσε κάποτε από την αηδή τους λέπρα, ήταν κι’ ένας Σαμαρείτης. Αυτός ο Σαμαρείτης ήταν ο μόνος που επέστρεψε στον Ιησού, για να τον ευχαριστήση και να δοξάση τον Θεό με δυνατή φωνή. (Λουκάς 17:16-19) Μια άλλη φορά, στην πηγή του Ιακώβ, ο Ιησούς μίλησε εκτενώς σε μια Σαμαρείτιδα και κατόπιν παρέμεινε δύο μέρες στην πόλι Σιχάρ των Σαμαρειτών για να κηρύξη την αλήθεια του Θεού. Ως αποτέλεσμα, πολλοί επίστευσαν. (Ιωάν. 4:5-42) Επί πλέον, η παραβολή του Ιησού για τον καλό Σαμαρείτη, απέδειξε ότι δεν ήταν ορθό να υπάρχη μια στάσις αντιπάθειας έναντι των Σαμαρειτών.—Λουκάς 10:30-37.
Χωρίς αμφιβολία, επειδή οι Σαμαρείτες εσχετίζοντο πολύ με τους Ιουδαίους από φυλετική και θρησκευτική άποψι, τους εδόθη η ευκαιρία να γίνουν μαθηταί του Ιησού Χριστού πριν από τους απεριτμήτους Εθνικούς. Πολλοί Σαμαρείτες επίστευσαν και, ως ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, απελάμβαναν ίση μεταχείρισι με τους Ιουδαίους πιστούς. (Πράξ. 8:1-17, 25· 9:31) Μετά απ’ αυτό ο Πέτρος εκήρυξε για πρώτη φορά το ευαγγέλιο στον Εθνικό Κορνήλιο και στην οικογένεια του.—Πράξεις 10:25-48.
Η αληθινή Χριστιανοσύνη έφερε πράγματι ενότητα σε ανθρώπους που είχαν διαιρέσεις και διχόνοιες από χρόνια. Συνέβη όπως ακριβώς είχε πή ο απόστολος Πέτρος στον Κορνήλιο και την οικογένεια του: «Επ’ αληθείας γνωρίζω ότι δεν είναι προσωπολήπτης ο Θεός, αλλ’ εν παντί έθνει, όστις φοβείται αυτόν και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν.» (Πράξ. 10:34, 35) Γι’ αυτό, στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, Ιουδαίοι, Σαμαρείτες και Εθνικοί, αφού είχαν απορρίψει τις ψευδείς ιδέες και τις αβάσιμες προκαταλήψεις, απελάμβαναν την επικοινωνία ως αδελφοί και αδελφές. Οι φραγμοί που υπήρχαν από αιώνες είχαν ξερριζωθή από ανάμεσά τους.
Και στην εποχή μας, επίσης, η αληθινή λατρεία ενώνει ανθρώπους όλων των φυλών και των εθνικοτήτων. Αποδείξεις γι’ αυτό μπορούν να βρεθούν ανάμεσα στους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά.