Γεννημένοι να Πιστεύωμε στον Θεό
Γιατί μερικοί άνθρωποι πιστεύουν και άλλοι όχι; Πιστεύουν οι επιστήμονες ότι υπάρχει Θεός; Γιατί πιστεύετε στον Θεό;
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ γεννήθηκαν να σκέπτονται για τον Θεό. Δημιουργήθηκαν να λατρεύουν και υπηρετούν τον Δημιουργό τους αποκλειστικά. Το γεγονός αυτό το διευκρινίζει η Γραφή. (Έξοδ. 20:2-5) Για τούτο, άσχετα με το πόσο σκληρά μερικοί άνθρωποι προσπαθούν ν’ αποβάλουν τον Θεό από τη διάνοιά τους, ο Θεός έχει έναν τρόπο να προβάλλη τον εαυτό του στις σκέψεις των.
Παραδείγματος χάριν, αποσκληρυμμένοι υλισταί, όπως ο Νικήτα Κρούστσεφ της Ρωσίας και άλλοι, πολύ τακτικά αναφέρουν το θέμα του Θεού έστω και αν λέγουν ότι δεν πιστεύουν. Όταν οι Σοβιετικοί πύραυλοι και οι δορυφόροι της γης εισέδυσαν στο διάστημα, ο Υ. Τ. Φαντέγιεβ, διευθυντής του Ρωσικού επιστημονικού-αθεϊστικού τμήματος της εφημερίδος Επιστήμη και Ζωή, σε μια ομιλία είπε: «Το γεγονός ότι οι δορυφόροι και οι πύραυλοι δεν ανεκάλυψαν τον Ύψιστον, τους αγγέλους και ούτω καθεξής, μαρτυρεί εναντίον των θρησκευτικών πεποιθήσεων και ενισχύει τη δυσπιστία στον Θεό.»
Είναι σχεδόν αναγκασμένος κανείς να γελάση για την παιδαριωδία τέτοιων επιχειρημάτων, επειδή ποιος ώριμος άνθρωπος θα περίμενε οι πύραυλοι ή οι δορυφόροι να εξερευνήσουν υπερφυσικά αγγελικά πλάσματα ή να ανακαλύψουν αποδείξεις του Παντοδυνάμου Πνεύματος; Καθώς είπε ο Ιησούς Χριστός: «Ο Θεός είναι πνεύμα· και οι προσκυνούντες αυτόν, εν πνεύματι και αληθεία πρέπει να προσκυνώσι.» Αλλά από όσα εξετέθησαν, είναι προφανές ότι οι υλισταί αυτοί σκέπτονται για τον Θεό, είτε πιστεύουν σ’ αυτόν είτε όχι.—Ιωάν. 4:24.
Σύμφωνα με μια καταμέτρησι του Τζωρτζ Γκάλλοπ «όχι ολιγώτεροι από 96 τοις εκατό από τους πολίτας των Ηνωμένων Πολιτειών εδήλωσαν ότι πιστεύουν τον Θεό.» Στη Μεγάλη Βρεττανία το ποσοστό εμφανίζεται σημαντικά μικρότερο. Από έναν αριθμό Βρεττανών, που εθεωρούντο ως εξέχοντες Χριστιανοί, 78 τοις εκατό είπαν ότι επίστευαν στον Θεό μολονότι δεν ήσαν ενεργητικοί στη θρησκεία με κάποιον ευδιάκριτο τρόπο. Ο αθεϊσμός, εν τούτοις, δεν αυξάνει στην Αγγλία· μόνο 6 τοις εκατό από τον πληθυσμό προσδιώρισαν έτσι την ταυτότητά τους.
Πίστις στον Θεό, καθώς χρησιμοποιείται γενικά η έκφρασις στον κόσμο, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ικανότητα να εξηγήση κανείς την ύπαρξί του ή τον σκοπό του. Αντιπροσωπεύει απλώς μια πεποίθησι ότι υπάρχει Δημιουργός. Πάρα πολύ συχνά, ειδικά στον «Χριστιανικό κόσμο», επικρατεί μια αντίληψις περί Θεού δημιουργημένου κατ’ εικόνα του ανθρώπου μάλλον παρά, όπως το καθορίζει η Βίβλος, περί ‘ανθρώπου δημιουργημένου κατ’ εικόνα Θεού’. Ίσως εξίσου στενόχωρο είναι ότι οι «πιστοί» στον Θεό συχνά δεν έχουν καμμιά απολύτως ιδέα του ποιος είναι αυτός. Ο Πρεσβυτεριανός λειτουργός Φρανκ Λόουσον εδήλωσε: Ο πάππος επίστευε ανεπιφύλακτα. «Ο γυιός του πιστεύει επίσης, αλλά δεν είναι ακριβώς βέβαιος τι πιστεύει ή γιατί. Όταν ερωτηθή αν πιστεύη στον Θεό, θ’ απαντήση, ‘Ναι’· όταν ερωτηθή γιατί, δεν θα γνωρίζη.»
Γιατί, έπειτα από 2.000 περίπου χρόνια Χριστιανοσύνης και 1.500 σχεδόν χρόνια Ιουδαϊσμού, ο Θεός δεν είναι πραγματικός στους Αμερικανούς και στους Βρεττανούς, που είναι μεταξύ των πιο εκκλησιαζομένων ανθρώπων στον κόσμο; Ο Λόουσον έτεινε τον δάκτυλο της μομφής κατ’ ευθείαν στις εκκλησίες. Είπε ότι οι εκκλησίες έχουν σμικρύνει τον Θεό και έχουν κρύψει τις Βιβλικές αλήθειες από τους ανθρώπους. Το περιοδικό Λάιφ της 30ης Μαρτίου 1959 λέγει ότι αυτή η κατάστασις της απιστίας υπάρχει «εν μέρει λόγω της επιδημίας της κοσμικότητος στις εκκλησίες, οι οποίες έγιναν απλώς ένας άλλος πολύτιμος κλάδος της Αμερικανικής δημοκρατικής μορφώσεως αντί να είναι το κέντρον της. Εκείνο που εσυνηθίζετο να είναι η μελέτη του διακόνου είναι τώρα το αξίωμά του, και ως ένας πολυάσχολος πράκτωρ του κοινωνικού του ευαγγελίου είναι ολιγώτερο ένας εκπρόσωπος του Θεού παρά ένας χρήσιμος πολίτης, κάνοντας την περιοχή των Ανατολικών Πολιτειών ‘καλύτερον τόπο για να ζη κανείς’.»
Ο φυσιολόγος και βιοχημικός Ουώλτερ Όσκαρ Λάντμπεργκ, μας δίδει μια άλλη αιτία, για την οποία υπάρχει τόσο πολύς σκεπτικισμός σήμερα για την ύπαρξι του Θεού. Λέγει: «Η άρνησις της υπάρξεως του Θεού είναι ενίοτε μια αυθαίρετα καθιδρυμένη πολιτική ισχυρών κοινωνικών ομάδων ή οργανώσεων, ή του κράτους. Φόβος κοινωνικών συνεπειών, ή ακόμη φυσικών συνεπειών εκεί όπου η αθεΐα αποτελεί ‘πιστεύω’ του κράτους, αποθαρρύνει κάθε ενεργό υιοθέτησι από το άτομο της αποκαλύψεως του Θεού που βρίσκεται στη Φύσι.» Άλλοι παπαγαλίζουν την προπαγανδιστική γραμμή ότι οποιοιδήποτε προσκολλώνται στη Βιβλική αφήγησι της δημιουργίας είναι του παλαιού συρμού και είναι αντεπιστημονικοί, ότι εκείνοι που πιστεύουν στον Θεό είναι μεταξύ των απαιδεύτων, απληροφορήτων, απλών ανθρώπων της γης, που δεν γνωρίζουν κάτι καλύτερο.
Για να απομακρύνωμε για πάντα κάθε τέτοια ιδέα και να οικοδομήσωμε πίστι στον Παντοδύναμο και να παράσχωμε λόγους για την ύπαρξί του, υποβάλλονται εδώ οι δηλώσεις και τα επιχειρήματα ανθρώπων παγκοσμίου φήμης που λέγουν γιατί πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός.
ΓΙΑΤΙ ΜΕΡΙΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
Ο Επιστήμων-εφευρέτης Θωμάς Έδισον, όταν τον ερώτησαν για την αποψί του περί του αν υπάρχη Θεός, απήντησε: «Έπειτα από χρόνια παρατηρήσεως της πορείας της φύσεως, δεν μπορώ ν’ αμφιβάλλω για την ύπαρξι μιας Υπερτάτης Νοημοσύνης. Η ύπαρξις ενός τέτοιου Θεού μπορεί, στη διάνοιά μου, σχεδόν ν’ αποδειχθή από τη χημεία.»
Ο θεολόγος Θωμάς Ακουίνος αιτιολόγησε την πίστι στην ύπαρξι του Θεού με μια πρόφασι συλλογισμού κοινή και στους θεϊστάς και στους αθεϊστάς, το γεγονός ότι «μερικά πράγματα βρίσκονται σε κίνησι.» Η κίνησις προϋποθέτει έναν ακίνητον Κινητήν· ομοίως, πρέπει να υπάρχη μια αναίτιος Πρώτη Αιτία που κατέχει στον εαυτό της τον λόγο της υπάρξεώς της· η ύπαρξις πλασμάτων, των οποίων η μη ύπαρξις είναι δυνατή προϋποθέτει την ύπαρξι ενός αναγκαίου Δημιουργού· η κλίμαξ των τελειοτήτων που είναι φανερές στο σύμπαν προϋποθέτει την ύπαρξι ενός απολύτου κανόνος, ενός τελείου Όντος’.
Ο επιστήμων Σερ Ισαάκ Νεύτων είχε να πη τα εξής για τη φύσι και τον Θεό: «Από πού προέρχεται το ότι η φύσις δεν κάνει τίποτε εις μάτην; και από πού πηγάζει όλη αυτή η τάξις και η ομορφιά που βλέπομε στον κόσμο; . . . Πώς συμβαίνει τα σώματα των ζώων να έχουν επινοηθή με τόση τέχνη και για ποιους σκοπούς έγιναν τα διάφορα μέρη των; Επενοήθη το μάτι χωρίς εμπειρία στα οπτικά, ή το αυτί χωρίς γνώσι των ήχων; . . . Και αφού αυτά ορθώς παρέρχονται, δεν προκύπτει από τα φαινόμενα ότι υπάρχει ένα ον ασώματο, ζωντανό, νοήμον;»
Ο μαθηματικός και χημικός Ιωάννης Κλήβελαντ Κόθραν λέγει: «Ο λόρδος Κέλβιν, ένας από τους μεγαλυτέρους φυσικούς του κόσμου, έκαμε την ακόλουθη σημαντική δήλωσι: ‘Αν σκεφθήτε αρκετά δυνατά, θα αναγκασθήτε από την επιστήμη να πιστέψετε στον Θεό.’ Πρέπει να διακηρύξω ότι βρίσκομαι σε πλήρη συμφωνία με αυτή τη δήλωσι.» Ο Κόθραν περαιτέρω λέγει: «Επειδή το υλικό βασίλειο δεν μπορούσε να δημιουργήση τον εαυτό του και τους νόμους που το κυβερνούν, η ύπαρξις της δημιουργίας πρέπει να επετελέσθη από κάποιο μη υλικό αίτιον. . . . Επομένως το λογικό και αναπόφευκτο συμπέρασμά μας είναι, όχι μόνο ότι η δημιουργία έλαβε χώραν, αλλά και ότι συνετελέσθη σύμφωνα με το σχέδιο και θέλημα ενός Προσώπου προικισμένου με υπερτάτη νοημοσύνη και γνώσι (πανσοφία), και με τη δύναμι να της δώση υπόστασι και να την κρατή σε λειτουργία σύμφωνα με το σχέδιο (παντοδυναμία). Δηλαδή, δεχόμεθα αδίστακτα το γεγονός της υπάρξεως του ‘υπερτάτου πνευματικού Όντος, του Θεού, του Δημιουργού και Διευθυντού του σύμπαντος,’ που εμνημονεύθη στην αρχή. . . . Οι πρόοδοι που έγιναν στην επιστήμη από την εποχή του Λόρδου Κέλβιν θα τον καθιστούσαν ικανόν να δηλώση πιο εμφατικά παρά ποτέ: ‘Αν σκεφθήτε αρκετά δυνατά, θ’ αναγκασθήτε από την επιστήμη να πιστέψετε στον Θεό’.»
Η ύπαρξις ραδιενεργών στοιχείων βεβαιώνει μια αρχή στη δημιουργία της γης. Το γεγονός ότι τα ραδιενεργά αυτά στοιχεία, που ήσαν αποσυντεθειμένα επί μια χρονική περίοδο, υπάρχουν ακόμη, είναι αναμφισβήτητη απόδειξις ότι η γη δεν υπήρχε πάντοτε, ότι είχε μια αρχή. Και αφού κανένα υλικό πράγμα δεν μπορεί να δημιουργήση τον εαυτό του, και αφού ούτε ο σοφώτερος ακόμη επιστήμων δεν θα υποστηρίξη ότι το σύμπαν εδημιούργησε τον εαυτό του εκ του μηδενός, όλα αυτά τονίζουν ένα και μόνο πράγμα—τον Θεό.
Ο ζωολόγος Εδουάρδος Λούθερ Κέσσελ αποκαλύπτει μερικά ενδιαφέροντα γεγονότα για ένα νόμο της θερμοδυναμικής, τον νόμο της «εντροπίας» όπως συχνά αποκαλείται. Ο Κέσελ λέγει: «Ο νόμος της εντροπίας αναφέρει ότι υπάρχει μια συνεχής ροή θερμότητος από θερμότερα προς ψυχρότερα σώματα, και ότι η ροή αυτή δεν μπορεί να αντιστραφή ώστε να περάση αυτόματα στην αντίθετη διεύθυνσι. Η εντροπία είναι η αναλογία ανωφελούς και επωφελούς ενεργείας, έτσι ώστε μπορεί να λεχθή ότι η εντροπία του σύμπαντος αυξάνει πάντοτε. Συνεπώς το σύμπαν τείνει προς έναν καιρό που η θερμοκρασία θα είναι παγκοσμίως ομοιόμορφη και δεν θα υπάρχη πια χρήσιμη ενέργεια. Επομένως, δεν θα υπάρχουν πια χημικές και φυσικές λειτουργίες, και η ζωή η ίδια θα παύση να υπάρχη. Αλλά επειδή η ζωή προχωρεί ακόμη, και οι χημικές και φυσικές λειτουργίες είναι ακόμη εν προόδω, είναι προφανές ότι το σύμπαν μας δεν θα μπορούσε να υπάρχη από την αιωνιότητα, αλλιώς θα είχε προ πολλού εξέλθει από χρήσιμη ενέργεια και έδαφος σ’ ένα σταμάτημα. Για τούτο, εντελώς ακούσια, η επιστήμη αποδεικνύει ότι το σύμπαν είχε αρχή. Και κάνοντας τούτο αποδεικνύει την πραγματικότητα του Θεού, διότι οτιδήποτε είχε αρχή δεν άρχισε μόνο του, αλλ’ απαιτεί έναν Αρχικόν Κινητήν, ένα Δημιουργό, ένα Θεό.»
Η συζήτησις για τη ζωή επάνω στη γη και την ηλικία του ανθρώπου δον ετελείωσε. Ο Τζιμ Μπίσοπ του Ήβνινγκ Σταρ της Ουάσιγκτον ανέφερε τα εξής ενδιαφέροντα: «Πριν από λίγον καιρό, ο Δρ Τζων Ρόσχολτ του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι, συνεργαζόμενος με τον Δρα Σέζαρε Εμιλιάνι, επεξειργάσθη ένα σχέδιο ηλικίας βασισμένο σε μικρές ποσότητες ουρανίου που είχαν κατακαθίσει στον βυθό των θαλασσών ως προακτίνιον 231 και θόριον 230. Το ουράνιον απαιτεί για να φθαρή χιλιάδες χρόνια, και, με τη δοκιμή των ποσοτήτων που βρέθηκαν κατακαθισμένες στον βυθό του ωκεανού, μπορεί να καθορισθή η λεγομένη θερμή περίοδος της γης. Οι δοκιμές των δείχνουν ότι, αν ο άνθρωπος προήλθε από τη θάλασσα ως ένα ψάρι με δύο σκέλη, ή ως ένας πίθηκος, αυτό έλαβε χώραν πριν από 95.000 χρόνια. Ο χρόνος είναι πολύ σύντομος για να έχη εξελιχθή ένα ψάρι (ή πίθηκος) σ’ έναν δίποδα άνθρωπον με—το πιο σπουδαίο—θέλησι δική του και την ικανότητα να μεταδίδη γνώσι στο τέκνο του. Στο σύμπαν, 95.000 χρόνια δεν είναι τίποτε.» Η δημιουργία είναι η μόνη λογική εξήγησις της παρουσίας του ανθρώπου, η οποία πάλι αποδεικνύει την ύπαρξι του Θεού.
Παρατηρήστε το μεγαλοπρεπές σύμπαν στο οποίο ζούμε. Παρατηρήστε τη γη μας και τη μεγάλη ποικιλία και το περίπλοκον των ζώντων οργανισμών επάνω σ’ αυτήν. Θα μπορούσε μήπως η τύχη ή κάποιοι γνωστοί φυσικοί νόμοι να τους έχουν οικοδομήσει από ανόργανη ύλη; Σύμφωνα με τον Μπράιαντ, ο Λεκόντ ντυ Νουί, ο πρώτος επιστήμων που εφήρμοσε μαθηματικούς τύπους επιτυχώς στην έκθεσι των βιολογικών νόμων, δείχνει ότι «οι νόμοι της ανοργάνου εξελίξεως αντιλέγουν σ’ εκείνους της εξελίξεως της ζωής. Δίνει μαθηματικούς τύπους για να δείξη ότι η ανόργανος ύλη ενεργώντας σύμφωνα με τους νόμους της δεν θα μπορούσε να έχη δημιουργήσει ούτε ένα μόνο μόριο πρωτεΐνης—πολύ μάλλον ένα ζώντα οργανισμό με δυνάμεις αναπαραγωγής. Διακρατεί ότι μόνο με την επέμβασι του Θεού θα μπορούσε να γεφυρωθή το χάσμα μεταξύ του ανοργάνου και του οργανικού.»
Η ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ
Η επιστήμη, όχι μόνο παρέχει μια αιτία για πίστι στον Θεό, αλλά και μας κάνει να δούμε την ανάγκη μιας αποκαλύψεως από τον Θεό για τον εαυτό του. Η Γραφή πληροί αυτή την ανάγκη. Ο χημικός Ρότζερ Ζ. Βόσκουιλ λέγει: «Ως επιστήμων, είναι πιο λογικό για μένα να πιστέψω σ’ ένα Δημιουργό παρά σ’ έναν αιωνίως υπάρχοντα κόσμο. . . . Δεν μπορεί κανείς να γνωρίση ορθά τον Θεό από τον φυσικό κόσμο μόνο. Ο επιστήμων μπορεί να εργάζεται για μια αιωνιότητα, αλλά ποτέ δεν θα φθάση να γνωρίση τον Θεό και όλες τις ιδιότητές Του. . . . Ο άνθρωπος είναι μόνο δημιούργημα ενός Δημιουργού· για τούτο, ο άνθρωπος δεν μπορεί να μάθη για τον Θεό με έρευνα της δημιουργίας Του μόνο, αλλά έχει ανάγκη ειδικής αποκαλύψεως. Η ειδική αυτή αποκάλυψις είναι ο λόγος του Θεού, που έχει δοθή στις Γραφές.»
Ο διακεκριμένος επιστήμων Ουώρρεν Ουέβερ είπε: «Πιστεύω ότι η Γραφή είναι η πιο καθαρή αποκάλυψις που έχομε της φύσεως και αγαθότητος του Θεού.» Ο φυσικός και χημικός Όσκαρ Λέο Μπράουερ γράφει: «Υπάρχει Ειδική Θεία Αποκάλυψις. Ένα άλλο όνομα γι’ αυτήν είναι η Γραφή. Η επιστήμη μπορεί να βεβαιώση ότι μια δημιουργική ενέργεια πρέπει να έλαβε χώραν σε κάποιον καιρό, η οποία συνεπάγεται την ύπαρξι μιας Θείας Νοημοσύνης και μιας Θείας Δυνάμεως. Η επιστήμη μπορεί επίσης να βεβαιώση ότι μια Θεία Νοημοσύνη και μόνο θα μπορούσε να είναι ο Πρωτουργός του καταπληκτικού, περιπλόκου και πολυπλόκου συστήματος νόμων του σύμπαντος. Αλλά μόνο η Γραφή μπορεί να προσδιορίση αυτή τη Θεία Νοημοσύνη και Δύναμι ως τον Θεό που πλείστοι από μας έμαθαν να γνωρίζουν από τα πρώτα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας—τον Θεό ο οποίος απεκαλύφθη με μοναδικό και υπέρτατο τρόπο στο πρόσωπο του Υιού Του Ιησού Χριστού.»
Η Γραφή κάνει εκείνο που η φύσις δεν μπορεί να κάμη. Η φύσις υποβάλλει μόνο περιστατικές αποδείξεις ότι ο Θεός υπάρχει, αλλά η Γραφή καλεί τον Δημιουργό με το όνομά του. «Ούτω λέγει ο Θεός ο Ιεχωβά, ο ποιήσας τους ουρανούς, και εκτείνας αυτούς· ο στερεώσας την γην, και τα γεννώμενα εξ αυτής· ο διδούς πνοήν εις τον λαόν τον επ’ αυτής, και πνεύμα εις τους περιπατούντας επ’ αυτής· Εγώ είμαι ο Ιεχωβά τούτο είναι το όνομά μου· και δεν θέλω δώσει την δόξαν μου εις άλλον, ουδέ την αίνεσίν μου εις τα γλυπτά.» (Ησ. 42:5, 8, ΜΝΚ) Ο ψαλμωδός έγραψε: «Ας γνωρίσωσιν ότι συ, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά, είσαι ο μόνος Ύψιστος επί πάσαν την γην.»—Ψαλμ. 83:18, ΜΝΚ.
Ο θεόπνευστος απόστολος Παύλος μάς λέγει ότι «τα αόρατα αυτού [του Ιεχωβά] βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και η θειότης.» Ο ψαλμωδός αναφωνεί: «Οι ουρανοί διηγούνται την δόξαν του Θεού, και το στερέωμα αναγγέλλει το έργον των χειρών αυτού. Η ημέρα προς την ημέραν λαλεί λόγον, και η νυξ προς την νύκτα αναγγέλλει γνώσιν.»—Ρωμ. 1:20· Ψαλμ. 19:1, 2.
Οι κλίμακες της τελειότητος που είναι φανερές στη δημιουργία του σύμπαντος προϋποθέτουν την ύπαρξι ενός απολύτου κανόνος και ενός τελείου Όντος. Όσον αφορά τον Ιεχωβά η Γραφή λέγει: «Τα έργα αυτού είναι τέλεια.» «Ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ’ ειρήνης.» Τάξις και σχέδιο στο σύμπαν αποτελούν απόδειξι του γεγονότος αυτού. Η παρουσία της ζωής μαρτυρεί ένα ζωοδότην. Ο Ιεχωβά είναι «η πηγή της ζωής».—Δευτ. 32:3, 4· 1 Κορ. 14:33· Ψαλμ. 37:9.
Ένα άλλο γεγονός που προεξέχει στη φύσι είναι ότι ο Θεός μας είναι ένας Αριστοτέχνης Δημιουργός που αγαπά την ομορφιά. Η μεγαλοπρέπεια της ανατολής και της δύσεως του ηλίου, η σελήνη και τα άστρα, τα άνθη και τα δένδρα, τα λαμπρά χρώματα επάνω στα λέπια ενός ψαριού και τα φτερά ενός παγωνιού μάς λέγουν ότι ο Ιεχωβά αγαπά την ομορφιά. (Ψαλμ. 104:24) Γνωρίζομε, επίσης, ότι ο Ιεχωβά είναι ένας στοργικός Θεός, διότι μεταξύ των ανθρώπων βρίσκομε τη στοργή μιας μητέρας για το τέκνο της, την αγάπη ανδρών και γυναικών του ενός για τον άλλον. Βλέπομε, επίσης, ότι το ψεύδος προδίδεται και η αδικία δρέπει μια βλοσυρή ανταπόδοσι. Μπορούμε μήπως να φαντασθούμε ότι οι ιδιότητες αυτές πηγάζουν από έναν Πρωτουργό που δεν γνωρίζει τίποτε για αγάπη, δικαιοσύνη και κρίσι; Όχι, δεν μπορούμε. Η Γραφή μάς λέγει ότι «ο Θεός είναι αγάπη», ότι «δικαιοσύνη και κρίσις [είναι] η βάσις του θρόνου αυτού.»—1 Ιωάν. 4:8· Ψαλμ. 97:2.
Τίποτε δεν μπορεί να είναι πιο αληθινό από το ότι ο Θεός υπάρχει, καθώς μαρτυρούν τόσο εύγλωττα και η Βίβλος και η φύσις. Για τούτο, στον λόγον του Θεού οι άπιστοι κατάλληλα αποκαλούνται άφρονες και κρίνονται δικαίως «αναπολόγητοι».—Ψαλμ. 14:1· Ρωμ. 1:20.