Κεφάλαιο 7
Η «Νέα Κτίσις» σε Δράσι!
1, 2. (α) Ποια κτίσις, πριν από δύο χιλιάδες σχεδόν χρόνια, ήταν πιο θαυμάσια από την κτίσι του ανδρός και της γυναικός; (β) Σύμφωνα με τα λόγια του Ιησού στο κατά Λουκάν 24:46-48 και στις Πράξεις 1:8 για ποιο σκοπό εχρίσθη η «νέα κτίσις;»
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ του πρώτου ανδρός και της γυναικός πριν από έξη χιλιάδες χρόνια περίπου ήταν θαυμάσια ενέργεια. (Γένεσις 1:26-28) Η γέννησις μιας ‘νέας κτίσεως’ πριν από δύο χιλιάδες χρόνια σχεδόν ήταν ακόμη πιο θαυμάσια, ακόμη πιο μεγάλης σημασίας για όλη την ανθρωπότητα. Αυτή η γέννησις έλαβε χώρα την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ. με τη γέννησι της εκκλησίας των μαθητών του Χριστού, από τους οποίους όλοι εχρίσθησαν με το άγιο πνεύμα του Θεού για την διακήρυξι της Μεσσιανικής βασιλείας του.
2 Δύο εβδομάδες μόνο πριν από την ιστορική εκείνη ημέρα της Πεντηκοστής, ο αναστημένος Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητάς του τα εξής:
«Ούτως είναι γεγραμμένον και ούτως έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα, και να κηρυχθή εν τω ονόματι αυτού μετάνοια και άφεσις αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, γινομένης αρχής από Ιερουσαλήμ. Σεις δε είσθε μάρτυρες τούτων.» (Λουκάς 24:46-48) «Θέλετε λάβει δύναμιν, όταν επέλθη το άγιον πνεύμα εφ’ υμάς, και θέλετε είσθαι εις εμέ μάρτυρες και εν Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης.»—Πράξεις 1:8.
3. Πόσο μεγάλος ήταν ο διωρισμένος τομεύς, και πότε άρχισαν οι μαθηταί να δίνουν εκεί μαρτυρία και από πού;
3 Θα μπορούσε να υπάρξη διωρισμένος τομεύς για μαρτυρία μεγαλύτερος απ’ αυτόν; Περιελάμβανε όλη τη γη. Πώς θα μπορούσε να καλυφθή όλος αυτός ο τομεύς με τη Μεσσιανική μαρτυρία; Αυτό θ’ απαιτούσε οπωσδήποτε χρόνο, επιμονή και θαρραλέα προσπάθεια. Εντούτοις, μόλις επήλθε σ’ αυτούς το υποσχεμένο άγιο πνεύμα την ημέρα της Πεντηκοστής, αυτοί ανέλαβαν πρώτα δράσι ως μάρτυρες στους άλλους στην Ιερουσαλήμ.
4. Πώς άρχισαν να συμβαίνουν τα πράγματα εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής ακριβώς όπως προέλεγαν τα εδάφια Ιωήλ 2:28, 29;
4 Τα πράγματα έγιναν ακριβώς όπως προελέχθησαν από τα εδάφια Ιωήλ 2:28, 29: οι πλήρεις πνεύματος μαθηταί άρχισαν να προφητεύουν, ακόμη και σε ξένες γλώσσες, θαυματουργικά! Χιλιάδες Ιουδαίοι που είχαν έλθει στην Ιερουσαλήμ για να εορτάσουν την εορτή της Πεντηκοστής συγκεντρώθηκαν για να παραστούν μάρτυρες του θεάματος. Άκουσαν τη μικρή εκκλησία των μαθητών του Χριστού να ‘λαλή’ όπως είπαν, «εν ταις γλώσσαις ημών τα μεγαλεία του Θεού.»—Πράξεις 2:11.
5. Πώς χρησιμοποίησε ο Πέτρος το πρώτο από τα δύο «κλειδία της βασιλείας των ουρανών» εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής;
5 Για να εξηγήση αυτό το γεγονός, ο απόστολος Πέτρος χρησιμοποίησε το πρώτο από τα δύο «κλειδία της βασιλείας των ουρανών» αναλαμβάνοντας την ηγεσία και μιλώντας στο περίεργο πλήθος. (Ματθαίος 16:19) Έδωσε μαρτυρία για τον Ιησού ως τον Μεσσία, εκείνον που απορρίφθηκε και θανατώθηκε από τους Ιουδαίους ηγέτας και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα και τώρα είναι ενδοξασμένος στα δεξιά του Θεού. Οι Ιουδαίοι που είχαν τύψεις συνειδήσεως ρώτησαν τότε: «Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί;» Η απάντησις του Πέτρου ήταν αυτή: «Μετανοήσατε, και ας βαπτισθή έκαστος υμών εις το όνομα του Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και θέλετε λάβει την δωρεάν του αγίου πνεύματος. Διότι προς εσάς είναι η επαγγελία [των εδαφίων Ιωήλ 2:28, 29] και προς τα τέκνα σας και προς πάντας τους εις μακράν, όσους αν προσκαλέση Ιεχωβά ο Θεός ημών.»—Πράξεις 2:14-39, ΜΝΚ.
6. Τι συνέβη στους μετανοούντας Ιουδαίους που βαπτίσθηκαν και από τι αυτοί σώθηκαν;
6 Εκείνοι που δέχθηκαν τον Ιησού ως τον Μεσσία ή Χριστό, βαπτίσθηκαν με υπακοή στο ύδωρ. Έτσι, εκείνη την ημέρα προσετέθησαν στον αριθμό των μαθητών περίπου τρεις χιλιάδες ψυχές. Ο ενδοξασμένος Ιησούς Χριστός τους εβάπτισε με άγιο πνεύμα και αυτοί αναγεννήθηκαν ως πνευματικοί υιοί του Θεού. Μεταφέρθηκαν από τη διαθήκη του Μωσαϊκού Νόμου στη νέα διαθήκη που είχε μεσίτη τον Ιησού Χριστό. Μ’ αυτόν τον τρόπο ακολούθησαν την επείγουσα συμβουλή του Πέτρου να ‘σωθούν από της διεστραμμένης ταύτης γενεάς.’ Ενεργώντας έτσι, διέφυγαν το βάπτισμα με πυρ στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. από τα χέρια των Ρωμαίων πολιορκητών υπό τον Στρατηγό Τίτο.—Πράξεις 2:40· Λουκάς 3:16, 17.
7. Με ποιον τρόπο οι κεχρισμένοι θα εμιμούντο τον Ιησού Χριστό, και για ποιο πράγμα διήνοιξε την οδό η εκτέλεσις του έργου που αυτός προείπε;
7 Από εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής κι έπειτα, εχρίοντο με άγιο πνεύμα ολοένα περισσότερα άτομα απ’ εκείνους που πίστευσαν στον Ιησού ως τον Μεσσία. Τι έπρεπε να κάνουν τώρα; Ως κεχρισμένοι, ήσαν υποχρεωμένοι να μιμηθούν το παράδειγμα του Ιησού Χριστού. Τι έκαμε αυτός μετά το χρίσμα του στον Ιορδάνη Ποταμό; Διήρχετο όλη τη χώρα και εκήρυττε τη βασιλεία του Θεού. (Ματθαίος 4:12-17) Η διακήρυξις της βασιλείας του Θεού δεν θα έπαυε με τον θάνατό του. Λίγες μέρες πριν από το μαρτύριό του στην Ιερουσαλήμ, προείπε την καταστροφή της πόλεως εκείνης από τους Ρωμαίους, αλλά είπε ότι ακόμη και πριν από την εθνική εκείνη συμφορά, «θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη.» (Ματθαίος 24:14-22) Όταν ήλθε η Πεντηκοστή, μετά το χρίσμα των με άγιο πνεύμα, οι κεχρισμένοι έσπευσαν να επιδοθούν στο έργο! Αυτό το κήρυγμα της βασιλείας διήνοιξε την οδό να γίνουν οι πιστοί συγκληρονόμοι με τον Ιησού Χριστό στην ουράνια βασιλεία του.
8. Πώς το κήρυγμα της Βασιλείας έφθασε στους Σαμαρείτας και ποια ήσαν τα αποτελέσματα;
8 Βίαιος διωγμός ξέσπασε. Οι μαθηταί διασκορπίσθηκαν από την Ιερουσαλήμ. Αλλ’ αυτή η διασπορά της εκκλησίας είχε ως αποτέλεσμα απλώς τη διάδοσι του κηρύγματος της Βασιλείας. Όπως προελέχθη, η μαρτυρία έφθασε μέσα στην επαρχία της Σαμαρείας. Ο μαθητής Φίλιππος, που εδιώχθη από την Ιερουσαλήμ έστρεψε την προσοχή του προς τους Σαμαρείτας. «Ότε όμως επίστευσαν εις τον Φίλιππον ευαγγελιζόμενον τα περί της βασιλείας του Θεού και του ονόματος του Ιησού Χριστού, εβαπτίζοντο άνδρες τε και γυναίκες.» Αργότερα, όταν ο Πέτρος και ο Ιωάννης επισκέφθηκαν τη Σαμάρεια, οι βαπτισμένοι Σαμαρείται έλαβαν το άγιο πνεύμα μέσω αυτών των αποστόλων.—Πράξεις 8:1-17.
9. (α) Ποια απροσδόκητη μεταστροφή έλαβε χώρα τώρα μεταξύ των Ιουδαίων; (β) Πώς χρησιμοποίησε ο Πέτρος το δεύτερο από τα δύο «κλειδία της βασιλείας των ουρανών;»
9 Ξαφνικά τώρα, λαμβάνει χώρα ένα μεγάλο θαύμα! Ο αρχηγός των διωκτών γίνεται Χριστιανός. Ο εκ Ταρσού Σαύλος προσηλυτίζεται στη Χριστιανοσύνη. Έγινε ένας από τους κυριωτέρους κήρυκας της βασιλείας του Θεού στα χέρια του Ιησού, του Μεσσία. (Πράξεις 9:1-30) Το προηγούμενο όνομά του, Σαύλος, καταργήθηκε κι έγινε γνωστός ως Παύλος ο απόστολος. Ύστερα απ’ αυτή την αξιοσημείωτη μεταστροφή, έλαβε χώρα μια εξέχουσα μεταστροφή άλλου είδους. Ήταν η μεταστροφή του πρώτου απεριτμήτου Εθνικού ή μη Ιουδαίου. Αυτό έγινε όταν το άγιο πνεύμα κατηύθυνε τον απόστολο Πέτρο να χρησιμοποιήση το δεύτερο από τα δύο «κλειδία της βασιλείας των ουρανών.» (Ματθαίος 16:19) Ο Πέτρος το έκαμε αυτό κηρύττοντας στο σπίτι του Ιταλού εκατοντάρχου Κορνηλίου στην Καισάρεια. Στις Πράξεις 10:44-48 διαβάζομε τα εξής:
«Ενώ έτι ελάλει ο Πέτρος τους λόγους τούτους, επήλθε το πνεύμα το άγιον επί πάντας τους ακούοντας τον λόγον. Και εξεπλάγησαν οι εκ περιτομής πιστοί, όσοι ήλθον μετά του Πέτρου, ότι η δωρεά του αγίου πνεύματος εξεχύθη και επί τα έθνη· διότι ήκουον αυτούς λαλούντας γλώσσας και μεγαλύνοντας τον Θεό. Τότε απεκρίθη ο Πέτρος· Μήπως δύναταί τις να εμποδίση το ύδωρ, ώστε να μη βαπτισθώσιν ούτοι, οίτινες έλαβον το πνεύμα το άγιον καθώς και ημείς; Και προσέταξεν αυτούς να βαπτισθώσιν εις το όνομα του Κυρίου.»
10, 11. (α) Από τον οίκο του Κορνηλίου, πόσο μακρυά έφθασε το κήρυγμα της Βασιλείας, και προς όφελος τίνων; (β) Μολονότι ο Πέτρος διήνοιξε την οδό για τον κόσμο των Εθνικών, πώς και γιατί ο Παύλος τον υπερέβη;
10 Από τον οίκο του Εθνικού εκατοντάρχου Κορνηλίου το κήρυγμα των αγαθών νέων διαδόθηκε «έως εσχάτου της γης.» Αυτό ήταν προς όφελος των Εθνικών καθώς και των φυσικών Ιουδαίων.
11 Ενώ ο Πέτρος διήνοιξε την οδό για τον κόσμο των Εθνικών, ο απόστολος Παύλος υπερέβη όλους τους άλλους στην κήρυξι του Λόγου του Θεού προς τους απεριτμήτους Εθνικούς, στην εποχή του. Δεν αισχυνόταν να καλήται «απόστολος των εθνών.» Δεν υποτιμούσε αυτό το γεγονός. Εδόξασε αυτή τη διακονία του και εργάσθηκε σκληρά γι’ αυτήν.—Ρωμαίους 11:13.
12. Σε ποιο μακρυνό μέρος ήθελε ο Παύλος να πάη να κηρύξη, αλλά ως πού έφθασε προς εκείνη την κατεύθυνσι και τι έκαμε εκεί;
12 Ο Παύλος θέλησε να μεταφέρη τα αγαθά νέα ακόμη και στην Ισπανία, αλλά οι τελευταίες πληροφορίες που μαθαίνομε γι’ αυτόν είναι ότι βρίσκεται φυλακισμένος στη Ρώμη της Ιταλίας. Σχετικά με την πρώτη του σύλληψι και φυλάκισι στο ενοικιασμένο απ’ αυτόν σπίτι στη Ρώμη, διαβάζομε τα εξής για τον Παύλο: «Έμεινε δε ο Παύλος δύο ολόκληρα έτη εν ιδιαιτέρα μισθωτή οικία και εδέχετο πάντας τους ερχομένους προς αυτόν, κηρύττων την βασιλείαν του Θεού και διδάσκων μετά πάσης παρρησίας ακωλύτως.»—Πράξεις 28:30, 31· Ρωμαίους 15:24, 28.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ 70 μ.Χ.
13. Επειδή ενεργούσαν σύμφωνα με το χρίσμα των, τι μπόρεσε να γράψη ο Παύλος στους Χριστιανούς των Κολοσσών, ήδη από το έτος 60-61 περίπου μ.Χ.;
13 Πολλοί ήσαν οι Χριστιανοί που μιμήθηκαν τον απόστολο Παύλο και τους άλλους αποστόλους στην κήρυξι των αγαθών νέων της Μεσσιανικής βασιλείας. Η αναγεννημένη από το πνεύμα εκκλησία ως «νέα κτίσις» εχρίσθη για να κάμη αυτό το κήρυγμα. (Ησαΐας 61:1-3· 2 Κορινθίους 1:21, 22) Οι Χριστιανοί ήσαν γεμάτοι ζήλο και διέδιδαν συνεχώς το ευαγγέλιο σε όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα στη γη. Ας μη φαίνεται παράδοξο, λοιπόν, ότι κατά το έτος 60-61 μ.Χ., δηλαδή λίγα χρόνια προτού οι Ρωμαίοι καταστρέψουν την Ιερουσαλήμ και τον μεγαλοπρεπή ναό της στο έτος 70 μ.Χ., ο απόστολος Παύλος μπόρεσε να γράψη από το σπίτι όπου ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη προς τους Χριστιανούς των Κολοσσών της Μικράς Ασίας και να πη, από εκείνη μάλιστα την εποχή, τα εξής: ‘Το ευαγγέλιον, . . . εκηρύχθη εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν, του οποίου εγώ ο Παύλος έγεινα υπηρέτης.’—Κολοσσαείς 1:23.
14. Το επίτευγμα εκείνης της εκκλησίας του πρώτου αιώνος, σε ποιους χρησιμεύει σήμερα ως παράδειγμα και ένεκα ποιας υποχρεώσεως των σημερινών Χριστιανών;
14 Αυτή η παγκόσμιος διακήρυξις της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού από την εκκλησία των κεχρισμένων μαθητών του Χριστού στον πρώτο αιώνα, χρησιμεύει σαν ένα άξιο παράδειγμα για την κεχρισμένη εκκλησία του εικοστού μας αιώνος. Αυτή η αναγεννημένη από το πνεύμα εκκλησία ως «νέα κτίσις» του Θεού, πρέπει να φέρη εις πέρας την παγκόσμιο μαρτυρία της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού πριν από την έλευσι της ‘μεγάλης θλίψεως’ σε όλο τον κόσμο, και προτού ο υποκριτικός Χριστιανικός κόσμος βαπτισθή με πυρ και καταστροφή μαζί με όλο το υπόλοιπο μέρος αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων.—Ματθαίος 24:14-22· Μάρκος 13:10.
ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ
15. Τι έγραψε ο Παύλος στην εκκλησία της Ρώμης για τη μαρτυρία του πνεύματος και ποιο ερώτημα εγείρεται τώρα για κείνους που αναμένουν σήμερα να πάνε στον ουρανό;
15 Στον πρώτο αιώνα μ.Χ., οι Χριστιανοί Βιβλικοί συγγραφείς και οι άλλοι μαθηταί δεν αμφέβαλλαν ως προς τη σχέσι με τον Θεό και την ευθύνη των προς Αυτόν. Αυτοί πραγματικά πίστευαν ότι ήσαν πνευματικοί υιοί του Θεού και ότι είχαν μια ουράνια κληρονομιά ενώπιόν των. Προτού, ο απόστολος Παύλος πάη στη Ρώμη, μπορούσε, χωρίς αμφιβολία, να γράψη στην εκεί εκκλησία και να πη αυτά τα αξιόπιστα λόγια: «Ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας, δια του οποίου κράζομεν Αββά, ο Πατήρ. Αυτό το πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα ημών ότι είμεθα τέκνα Θεού. Εάν δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού, εάν συμπάσχωμεν, δια να γείνωμεν και συμμέτοχοι της δόξης αυτού.» (Ρωμαίους 8:15-17) Ποιος σήμερα, ο οποίος λέγει ότι αναμένει να πάη στον ουρανό, έχει μια τέτοια μαρτυρία του πνεύματος του Θεού με το δικό του πνεύμα;
16. Τι είδους αλληλεξάρτησις υπήρχε μεταξύ του πνεύματος του Θεού και του πνεύματος της Χριστιανικής εκκλησίας του πρώτου αιώνος;
16 Βέβαια, το πνεύμα του Θεού δεν θα συμμαρτυρή σ’ έναν καθ’ ομολογίαν Χριστιανό, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν είναι κληρονόμος του Θεού και συγκληρονόμος του Ιησού Χριστού. Για κάθε δράσι υπάρχει και μια αντίδρασις. Η αντίδρασις μπορεί ν’ ανταποκρίνεται (είναι ευαίσθητη) ή να μη ανταποκρίνεται, ν’ απορρίπτη. Στην επιστολή προς Ρωμαίους 8:15-17, ο απόστολος Παύλος μιλεί για μια αντίδρασι που ανταποκρίνεται. Περιγράφει μια αρμονική αλληλεξάρτησι μεταξύ του πνεύματος του Θεού και του πνεύματος του πραγματικού τέκνου του Θεού. Τώρα, λοιπόν, πώς το πνεύμα του Θεού συμμαρτυρούσε με το πνεύμα των μελών της Χριστιανικής εκκλησίας του πρώτου αιώνος, αυτής της ‘νέας κτίσεως;’
17. (α) Αμφισβήτησε η εκκλησία του πρώτου αιώνος τη μαρτυρία του πνεύματος του Θεού σ’ εκείνους μέσω των θεοπνεύστων δούλων του; (β) Πώς, λοιπόν, εθεώρησε η εκκλησία της Θεσσαλονίκης το άγγελμα που παρουσίασε ο Παύλος;
17 Αν το πνεύμα του Θεού συμμαρτυρή σ’ εμάς σχετικά με τη Χριστιανική μας ταυτότητα και τον δεσμό μας με τον Θεό και με τις προμήθειές του για μας, τότε πρέπει να συμφωνούμε με αυτό το πνεύμα και να μην το αμφισβητούμε. Όταν, λοιπόν, οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος διάβασαν μια επιστολή από ένα θεόπνευστο απόστολο ή μαθητή του Χριστού στην εκκλησία στην οποία ανήκαν ως βαπτισμένα μέλη, δέχθηκαν ό,τι έλεγε αυτή η επιστολή σ’ αυτούς και γι’ αυτούς ως προς τη στάσι των, τις υποχρεώσεις των και τις ελπίδες των για το μέλλον στη διάταξι του Θεού. Ανεγνώριζαν ότι το πνεύμα του Θεού ήταν ενεργό σ’ αυτούς τους αυθεντικούς αποστόλους και μαθητάς και ότι ενεργούσε και έγραφε μέσω αυτών των ανθρωπίνων οργάνων. Η επιστολή του αποστόλου Παύλου στη Χριστιανική εκκλησία της Θεσσαλονίκης, στη Μακεδονία τον πρώτον αιώνα πιστοποιεί αυτό το γεγονός. Τα μέλη αυτής της εκκλησίας εγνώριζαν την αλήθεια αυτού του πράγματος όταν ο Παύλος τους έγραψε: «Παραλαβόντες τον λόγον του Θεού, τον οποίον ηκούσατε παρ’ ημών, εδέχθητε αυτόν ουχί ως λόγον ανθρώπων, αλλά καθώς είναι αληθώς, λόγον Θεού, όστις και ενεργείται μεταξύ ημών των πιστευόντων.»—1 Θεσσαλονικείς 2:13.
18. Για να είναι συνεπείς οι Χριστιανοί της Θεσσαλονίκης, πώς θα εδέχοντο τον γραπτό λόγο του Παύλου και γιατί ο Θεός τους εξέλεξε, σύμφωνα με ό,τι είπε ο Παύλος;
18 Θα ήταν λοιπόν συνεπές γι’ αυτούς τους πιστούς να δεχθούν και τον γραπτό λόγο του Παύλου ως «Λόγον Θεού.» Σ’ αυτή την επιστολή ο Παύλος έγραψε στους Θεσσαλονικείς πιστούς ότι ο Θεός τούς είχε ‘εκλέξει.’ Γιατί είχαν ‘εκλεγή’; «Διότι το ευαγγέλιον ημών δεν έγεινεν εις εσάς εν λόγω μόνον, αλλά και εν δυνάμει και εν πνεύματι αγίω και εν πληροφορία πολλή, καθώς εξεύρετε οποίοι υπήρξαμεν μεταξύ σας δια σας. Και σεις εγείνετε μιμηταί ημών και του Κυρίου, δεχθέντες τον λόγον εν μέσω πολλής θλίψεως μετά χαράς πνεύματος αγίου.»—1 Θεσσαλονικείς 1:4-6.
19. Η απόδοσις χαρισμάτων του πνεύματος μέσω των αποστόλων, ποια σχέσι θα κατεδείκνυε μεταξύ των ατόμων που τα ελάμβαναν και του Θεού;
19 Αυτοί εγνώριζαν ότι, μέσω του αγίου πνεύματος, ο Θεός είχε μιλήσει στον εκλεκτό του λαό των προχριστιανικών χρόνων. Ομοίως, και στον δικό τους πρώτο αιώνα μετά Χριστόν, ο Θεός μπορούσε να ομιλή μέσω της ιδίας ενεργού δυνάμεως δια του στόματος των θεοπνεύστων αποστόλων του Ιησού Χριστού. Επίσης, ο Θεός χρησιμοποιούσε εκείνους ακριβώς τους αποστόλους για να μεταδώση στους βαπτισμένους πιστούς τα διάφορα χαρίσματα του αγίου πνεύματος. Βέβαια, η αποδοχή αυτών των χαρισμάτων θα κατεδείκνυε στους λήπτας ότι έγιναν πνευματικά τέκνα του Θεού.—Πράξεις 8:15-18· 19:2-6.
20. Πώς, με τις επιστολές των Χριστιανών Βιβλικών συγγραφέων, το άγιο πνεύμα έφερε μαρτυρία στην εκκλησία του πρώτου αιώνος ότι η σχέσις της με τον Θεό ήταν ιδιαιτέρου είδους;
20 Μήπως εκείνοι οι απόστολοι και οι άλλοι Χριστιανοί Βιβλικοί συγγραφείς έθεταν ενώπιον των βαπτισμένων πιστών μια επίγεια ελπίδα, την ελπίδα να γίνουν τέκνα του Αιωνίου Πατρός, του Ιησού Χριστού και να ζουν σε μια παραδεισιακή γη για πάντα; Όχι! Έθεταν ενώπιον εκείνων στους οποίους εκήρυτταν και έγραφαν την ελπίδα εκείνων που αναγεννήθηκαν ως τέκνα του Θεού, ως υιοί του Ιεχωβά. (Ησαΐας 9:6, 7) Τα θεόπνευστα, Χριστιανικά συγγράμματα διαβεβαίωναν τους μαθητάς εκείνων των ημερών ότι η κλήσις τους ήταν για μια βασιλεία ουράνια και ότι η ελπίδα των ήταν να γίνουν συγκληρονόμοι με τον Ιησού Χριστό στον ουρανό. (Κολοσσαείς 1:13· 1 Κορινθίους 1:26-31· 2 Πέτρου 1:10,11) Μόνο ένα πράγμα ετέθη ενώπιόν των· δεν αφέθησαν σε καμμιά αβεβαιότητα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, το άγιο πνεύμα έφερε μαρτυρία σ’ αυτούς τους μαθητάς του πρώτου αιώνος ότι ήσαν τέκνα Θεού, κληρονόμοι του Θεού. Αυτό εσήμαινε ότι, ταυτόχρονα, ήσαν συγκληρονόμοι με τον ενδοξασμένο Ιησού Χριστό.
21. Πώς το πνεύμα των Χριστιανών του πρώτου αιώνος ανταπεκρίνετο στη μαρτυρία του αγίου πνεύματος και ποια ήσαν τα αποτελέσματα σ’ αυτούς;
21 Η εσωτερική των παρόρμησις, το πνεύμα των, ανταπεκρίνετο αρμονικά σ’ αυτή τη μαρτυρία του αγίου πνεύματος του Θεού. Το πνεύμα του ουρανίου Πατρός τούς ενεθάρρυνε και τους ενίσχυε ως πνευματικά του τέκνα και κληρονόμους του. Αυτός ενεφύτευσε σ’ αυτούς, όχι μια έννοια υιοθεσίας στον επίγειο πατέρα των, αλλά μια έννοια υιοθεσίας στον ουράνιο Πατέρα των μιας πνευματικής υιοθεσίας.
22. (α) Κάτω από ποια διαθήκη και σε ποια κατάστασι οι εκχριστιανισμένοι Ιουδαίοι αισθάνοντο ότι δεν ήσαν πλέον; (β) Το πνεύμα των Χριστιανών, ανταποκρινόμενο στο πνεύμα του Θεού, πώς τους υπεκίνησε να δείξουν ότι ήσαν πνευματικοί υιοί του Θεού;
22 Οι εκχριστιανισμένοι Ιουδαίοι ή Ισραηλίται δεν αισθάνοντο πλέον ότι ήσαν δούλοι κάτω από την παλαιά διαθήκη του Μωσαϊκού Νόμου και ότι έπρεπε ν’ αναμένουν ακόμα τον Μεσσία. Αισθάνοντο, εγνώριζαν ότι ήσαν πνευματικοί υιοί του Θεού τον οποίον ελάτρευαν σύμφωνα με τη νέα διαθήκη. Το δικό τους πνεύμα, η ωθούσα δύναμις που προήρχετο από την καρδιά τους, τους υποκινούσε ν’ ανταποκριθούν στις ενέργειες του πνεύματος του Θεού. Αυθόρμητα, ως υιοί, έκραζαν στον Θεό «Αββά, ο Πατήρ!» Οι εντολές του Πατρός των για τους πνευματικούς του υιούς εφηρμόζοντο σ’ αυτούς. Ανέλαβαν στοργικά το έργο που ανέθεσε ο Πατήρ στους υιούς του. Δέχθηκαν τις ουράνιες υποσχέσεις του Θεού στους πνευματικούς του υιούς και αγωνίζοντο ν’ αποδειχθούν άξιοι της εκπληρώσεώς των στη δική τους περίπτωσι. Διατηρούσαν την ουράνια ελπίδα που έθεσε ο Θεός ενώπιον των υιών του και προσπαθούσαν να ζουν σύμφωνα μ’ αυτή την ελπίδα. Πρόθυμα υπέστησαν κακομεταχείρισι στα χέρια αυτού του κόσμου.
23. Για ποια ελπίδα ήσαν πρόθυμοι να υποστούν παθήματα με τον Χριστόν και να πεθάνουν με την ομοιότητα του θανάτου του;
23 Αυτοί εγνώριζαν ότι επρόκειτο να γίνουν οι δοξασμένοι υιοί του Θεού μαζί με τον Ιησού Χριστό, «εάν συμπάσχωμεν.» (Ρωμαίους 8:17) Ήσαν λοιπόν πρόθυμοι να υποστούν παθήματα για να ζουν σε αρμονία με την ουράνια ελπίδα των. Δέχθηκαν το γεγονός ότι έπρεπε να πεθάνουν κατά την ομοιότητα του θανάτου του Υιού του Θεού, του Ιησού Χριστού, για να συμμετάσχουν και στην ομοιότητα της αναστάσεώς του.—Ρωμαίους 6:5-8.
24. (α) Το πνεύμα τους ενώθηκε με το πνεύμα του Θεού σε μια ενιαία μαρτυρία για ποιο γεγονός; (β) Οι προσευχές και η ζωή τους, με ποια ελπίδα ενηρμονίζοντο και ποιο θα ήταν το τελικό αποτέλεσμα γι’ αυτούς;
24 Μ’ αυτό τον τρόπο, το πνεύμα εκείνων των πνευματικών υιών του Θεού τον πρώτον αιώνα ενώθηκε με το άγιο πνεύμα του Θεού σ’ αυτή την ενιαία μαρτυρία ότι ήσαν τέκνα Θεού, μέσω μιας δεύτερης γεννήσεως και με μια κληρονομιά που εφυλάσσετο γι’ αυτούς στον ουρανό. Επομένως, το πνεύμα των ενεργούσε σαν μια ωθούσα δύναμις στη ζωή τους, ώστε ν’ απευθύνουν τις προσευχές των προς τον ουράνιο Πατέρα των σε τέλεια αρμονία με τη μαρτυρία που έφερε σ’ αυτούς το πνεύμα του Θεού και όχι αντίθετα μ’ αυτήν. Ανέφεραν τα Γραφικά εδάφια που ανεφέροντο στην ουράνια κληρονομία των στις προσευχές των στον Θεό. Αυτές οι προσευχές έκαναν πιο ζωηρή την ελπίδα των να εισέλθουν στην ουράνια κληρονομιά. Ζούσαν, λοιπόν, εσκέπτοντο, μιλούσαν και ενεργούσαν σύμφωνα με τις προσευχές των και την ελπίδα των. Οι προσευχές των τους ενίσχυαν να εγκαρτερούν στις δοκιμασίες και στους διωγμούς για ν’ αποκτήσουν μια επιδοκιμασμένη στάσι προς τον Θεό και εγνώριζαν ότι αυτή η επιδοκιμασμένη στάσις των ενώπιον Αυτού, εποικοδομεί μια ελπίδα από την οποία ποτέ δεν θ’ απογοητευθούν. Εγνώριζαν ότι, για να πραγματοποιήσουν την ουράνια ελπίδα των, έπρεπε ν’ αποδειχθούν πιστοί «μέχρι θανάτου.»—Ρωμαίους 5:3-5· Αποκάλυψις 2:10.
25. Γιατί τα προλεχθέντα πρέπει να χρησιμεύσουν ως οδηγός σ’ ένα αφιερωμένο, βαπτισμένο Χριστιανό για να καθορίση τη σχέσι του με τον Θεόν, ιδιαίτερα από την άνοιξι του 1935 μ.Χ.;
25 Όλα τα ανωτέρω πρέπει να χρησιμεύσουν ως οδηγός σήμερα για τους αφιερωμένους, βαπτισμένους Χριστιανούς, ώστε να προσδιορίσουν αν το πνεύμα του Θεού συμμαρτυρή με το δικό τους πνεύμα ότι αυτοί είναι πνευματικά τέκνα Του και κληρονόμοι του, καθώς και συγκληρονόμοι του Ιησού Χριστού στην ουράνια βασιλεία του. Αυτό πρέπει να γίνεται, ιδιαίτερα από την άνοιξι του έτους 1935 μ.Χ. Γιατί από τότε; Διότι τότε έγινε σαφές ότι ο ‘πολύς όχλος,’ που περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψις 7:9-17, αποτελεί μια επίγεια τάξι που δεν έχει ‘αναγεννηθή.’ Αντιθέτως, ετέθη ενώπιον αυτών η προοπτική της επιβιώσεως από τη ‘μεγάλη θλίψι’ του κόσμου που επίκειται και ότι θα εξέλθουν απ’ αυτή και θα εισέλθουν στη δίκαιη νέα τάξι του Θεού για ν’ απολαύσουν εκεί έναν επίγειο παράδεισο, κάτω από την ουράνια βασιλεία του Ιησού Χριστού και των 144.000 συγκληρονόμων του. (Λουκάς 23:43) Υπακούοντας στη Βασιλεία και αποδεικνύοντας την αφοσίωσί των στην παγκόσμια κυριαρχία του Ιεχωβά Θεού κάτω από την τελική δοκιμασία, ποτέ δεν θα εξαλειφθούν από την επιφάνεια της γης. Ανήκουν στα «άλλα πρόβατα» για τα οποία ο Καλός Ποιμήν Ιησούς Χριστός μίλησε στο κατά Ιωάννην 10:16.
ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΩΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ
26. Σύμφωνα με τα εδάφια Ρωμαίους 8:23-27, ποια άλλη λειτουργία εκτελεί το άγιο πνεύμα υπέρ των «αγίων»;
26 Αυτή η αγία ενεργός δύναμις εκτός του ότι συμμαρτυρεί στα πνευματικά τέκνα του Θεού, εκτελεί και μια άλλη λειτουργία. Ο απόστολος Παύλος εφιστά την προσοχή μας σ’ αυτή τη λειτουργία, στην επιστολή που απευθύνει στην εκκλησία της Ρώμης η οποία, όπως λέγει ο Παύλος, αποτελείτο από Χριστιανούς «προσκεκλημένους αγίους,» που ήσαν επίσης, «κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.» (Ρωμαίους 1:7· 8:16, 17) Ο Παύλος γράφει:
«Ουχί μόνον αυτή, αλλά και αυτοί οίτινες έχομεν την απαρχήν του πνεύματος, και ημείς αυτοί στενάζομεν εν εαυτοίς περιμένοντες την υιοθεσίαν, την απολύτρωσιν του σώματος ημών. Διότι με την ελπίδα εσώθημεν· ελπίς δε ήτις βλέπεται δεν είναι ελπίς· διότι εκείνο, το οποίον βλέπει τις, δια τι και ελπίζει; Εάν δε ελπίζωμεν εκείνο, το οποίον δεν βλέπομεν, δια της υπομονής περιμένομεν αυτό.
«Ωσαύτως δε και το πνεύμα συμβοηθεί εις τας ασθενείας ημών επειδή το τι να προσευχηθώμεν ως πρέπει δεν εξεύρομεν, αλλ’ αυτό το πνεύμα ικετεύει υπέρ ημών δια στεναγμών αλαλήτων· ο δε ερευνών τας καρδίας εξεύρει τι είναι το φρόνημα του πνεύματος, ότι κατά Θεόν ικετεύει υπέρ των αγίων.»—Ρωμαίους 8:23-27.
27. Κάτω από ποιες περιστάσεις χρειάζονται οι Χριστιανοί το άγιο πνεύμα ως παράκλητο;
27 Εν σχέσει μ’ αυτό, πολύ κατάλληλα είναι τα λόγια των Παροιμιών 13:12: «Ελπίς αναβαλλόμενη ατονίζει την καρδίαν.» Μέσα σ’ αυτή τη στενάζουσα ανθρώπινη κτίσι, οι Χριστιανοί που είναι πνευματικά τέκνα του Θεού ελπίζουν στην απολύτρωσί τους απ’ αυτό το ατελές ανθρώπινο σώμα και στην είσοδό τους στην ουράνια κληρονομιά. Κατά καιρούς αποτελεί πρόβλημα γι’ αυτούς να εκδηλωθούν σαφώς στον Θεό με προσευχή, μη γνωρίζοντας ακριβώς τι να προσευχηθούν κάτω από δύσκολες περιστάσεις. Εδώ ακριβώς χρειάζονται ένα μεσολαβητή δηλαδή, το άγιο πνεύμα του Θεού, ως ένα παράκλητο.
28, 29. (α) Στην περίπτωσι των συγγραφέων των Εβραϊκών Γραφών, γιατί ήταν σαν να μιλούσε και έγραφε το άγιο πνεύμα; (β) Πώς εκείνοι οι Εβραίοι Βιβλικοί συγγραφείς παραβάλλονται με τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας ως προς τα συναισθήματα και τις αδυναμίες;
28 Ο απόστολος Παύλος λέγει ότι «και αυτοί,» δηλαδή, ο Παύλος και οι Χριστιανοί αδελφοί του που αναγεννήθηκαν από το πνεύμα του Θεού, «έχομεν την απαρχήν του πνεύματος.» (Ρωμαίους 8:23) Ο Παύλος εδώ εννοεί ότι τα άτομα αυτά είχαν την αόρατη, αγία, ενεργό δύναμι του Θεού. Αυτή η ενεργός δύναμις ενέπνευσε ανθρώπους να πουν και να γράψουν αυτά που είπαν. Ήταν σαν να μιλούσε και έγραφε το ίδιο το πνεύμα. Σε αρμονία μ’ αυτό το γεγονός, διαβάζομε: «Ουδεμία προφητεία της γραφής γίνεται εξ ιδίας του προφητεύοντος διασαφήσεως· διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του πνεύματος του αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού.» (2 Πέτρου 1:20, 21) Οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές που παρέθεσε ο Παύλος για να υποστηρίξη τη Χριστιανοσύνη, είχαν γραφή από απλά ανθρώπινα πλάσματα. Αυτά τα άτομα είχαν τα ίδια συναισθήματα και τις ίδιες φυσικές αδυναμίες που έχουν και τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας. Πρέπει λοιπόν να αισθανώμεθα όμοιοι μ’ αυτούς απ’ αυτές τις απόψεις.
29 «Και ημείς είμεθα άνθρωποι ομοιοπαθείς με σας.» Αυτό είπε ο απόστολος Παύλος και ο ιεραποστολικός του σύντροφος Βαρνάβας στους ειδωλολάτρας Εθνικούς οι οποίοι τους εξέλαβαν ως υπερανθρώπους, ως θεούς που εμφανίσθηκαν με σάρκα στους ανθρώπους.—Πράξεις 14:15.
30. (α) Τα Βιβλικά συγγράμματα είναι πράγματι εκφράσεις ποιας δυνάμεως και επομένως για ποια πράγματα είναι ωφέλιμα; (β) Ποιους τομείς εκάλυπταν οι καταστάσεις και οι συνθήκες των Βιβλικών προσώπων που εχρειάζοντο κάτι περισσότερο από ανθρώπινη βοήθεια;
30 Τα θεόπνευστα Βιβλικά συγγράμματα ήσαν στην πραγματικότητα εκφράσεις του αγίου πνεύματος του Θεού. Γι’ αυτό τον λόγο, τα θεόπνευστα αυτά συγγράμματα, δηλαδή η Αγία Γραφή, «είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης, δια να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν.» (2 Τιμόθεον 3:16, 17) Σ’ αυτά τα ‘ωφέλιμα’ συγγράμματα περιελήφθησαν και προσευχές προς τον Θεό, όχι μόνο από Βιβλικούς συγγραφείς, αλλά και από άλλα πρόσωπα που ήσαν αφιερωμένα στον Ιεχωβά Θεό. Αυτές οι προσευχές προς τον Θεό έγιναν κάτω από όλα τα είδη των περιστάσεων. Αυτά τα άτομα, που είχαν τις ίδιες ανθρώπινες αδυναμίες μ’ εμάς, αισθάνθηκαν τις πιέσεις των ειδικών περιστάσεων και τις απειλητικές συνθήκες που υπήρχαν. Οι καταστάσεις, στις οποίες ευρίσκοντο σε ανάγκη, ήσαν αρκετά ποικίλες ώστε ν’ αντιστοιχούν με τις καταστάσεις τις οποίες ακόμη και οι σημερινοί γνήσιοι Χριστιανοί μπορεί ν’ αντιμετωπίζουν κατά καιρούς. Πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες χρειάζεται κάτι περισσότερο από ανθρώπινη βοήθεια. Πώς λοιπόν να προσευχηθούμε;
31, 32. (α) Επομένως, μέχρι ποίου βαθμού δεν γνωρίζουν οι Χριστιανοί πώς να προσεύχωνται; (β) Πώς λοιπόν το πνεύμα που ενέπνευσε τους Βιβλικούς συγγραφείς ικετεύει υπέρ των Χριστιανών και πώς ο Θεός κατανοεί και απαντά;
31 Στην απελπισία και στην αμηχανία μας «ημείς αυτοί στενάζομεν εν εαυτοίς.» (Ρωμαίους 8:23) Δεν γνωρίζομε ακριβώς πώς πρέπει να παρακαλέσωμε ή να εκλιπαρήσωμε τον Θεό με κατάλληλα διατυπωμένες φράσεις, ούτε τι λόγια πρέπει να πούμε προς τον ουράνιο Βοηθό μας. Εν τούτοις, ο Θεός κατανοεί την κατάστασί μας και αντιλαμβάνεται ακριβώς τι θα θέλαμε ειλικρινά να έχωμε.
32 Αν εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να διατυπώσωμε προσευχές, οι προσευχές έχουν ήδη διαμορφωθή για μας. Πού όμως βρίσκονται; Στις προφητικές Άγιες Γραφές που είναι εμπνευσμένες από το άγιο πνεύμα του Θεού. Ο Θεός είναι πλήρως ενήμερος των προσευχών που αναγράφονται στον Λόγο του. Γνωρίζει τη «σημασία» των. Γνωρίζει εκείνες που είναι κατάλληλες για μας που θέλομε να προσευχηθούμε σωστά. Ο Θεός λοιπόν λαμβάνει υπ’ όψιν αυτές τις κατάλληλα γραμμένες προσευχές να εγίνοντο από τους ιδίους τους στενάζοντας Χριστιανούς. Αυτές οι προσευχές δεν εξεφράσθησαν από τους ίδιους τους Χριστιανούς που είναι σε ανάγκη, αλλ’ ο Θεός εισακούει σαν να τον εκλιπαρούσε το άγιο πνεύμα, σύμφωνα με τις θεόπνευστες προσευχές της Αγίας Γραφής. Πιθανώς αυτός απαντά μ’ ένα τρόπο όμοιο μ’ εκείνον με τον οποίο απαντούσε στις γραμμένες προσευχές της παλαιάς εποχής, των Βιβλικών χρόνων.
33. Πώς λοιπόν το πνεύμα συμβοηθεί στις αδυναμίες μας και με ποια επιτυχία;
33 Εφόσον το άγιον πνεύμα ενέπνευσε την καταγραφή των αρχικών προσευχών με τις οποίες διάφορα άτομα ικέτευαν τον Θεό, μπορεί να λεχθή ότι το πνεύμα ικετεύει τον Θεόν «υπέρ των αγίων.» Μ’ αυτόν τον τρόπο «το πνεύμα συμβοηθεί εις τας ασθενείας ημών.» (Ρωμαίους 8:26, 27) Ο Θεός δεν παραλείπει ν’ απαντήση σ’ αυτές τις επικλήσεις που γίνονται από το άγιο πνεύμα του που ενεργεί ως μεσολαβητής.
34. Τι διαπιστώνομε σ’ αυτά που εκφράζουν οι προσευχές που είναι καταγεγραμμένες στη Βίβλο και γιατί οι ‘αλάλητοι στεναγμοί’ μας δεν είναι μάταιοι;
34 Δεν είναι παράδοξο λοιπόν το ότι, αν οι Χριστιανοί εξετάσουν τις θεόπνευστες προσευχές που είναι καταγεγραμμένες στους Ψαλμούς και σε άλλα μέρη της Αγίας Γραφής, θα βρουν προσευχές που εκφράζουν αυτά ακριβώς που αυτοί οι ίδιοι αισθάνονται, προσευχές που λέγουν ακριβώς ό,τι ήθελαν αυτοί οι ίδιοι να ζητήσουν από τον Θεό είτε για τους εαυτούς των ατομικά, είτε για τη Χριστιανική εκκλησία σαν σύνολο. Υποκινούνται από τα βάθη της καρδιάς των να βρουν τέτοιες προσευχές οι οποίες ενεπνεύσθηκαν από το άγιο πνεύμα για να πουν πράγματα με τόσο ακριβή καταλληλότητα. Οι αλάλητοι στεναγμοί των δεν ήσαν μάταιοι, δεν παρανοήθηκαν, ούτε τέθηκαν κατά μέρος. Έτσι, εγνώρισαν από τις θεόπνευστες Γραφές τις σαφείς λέξεις με τις οποίες το «πνεύμα» ικέτευσε γι’ αυτούς ενώπιον του Θεού. Αυτοί οι ίδιοι ενισχύονται με την πεποίθησι που εξέφρασε ο απόστολος Παύλος καθώς είπε εν συνεχεία τα εξής: «Εξεύρομεν δε ότι πάντα συνεργούσι προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν.»—Ρωμαίους 8:28.
35, 36. (α) Ποια δύναμις ενεργεί με ισχυρό τρόπο καθώς ο Θεός κάνει τα πάντα να συνεργάζωνται για τους αγαπώντας αυτόν; (β) Ποια απελευθέρωσις πλησιάζει για τη ‘νέα κτίσι’ και τι δείχνει αυτό για τη στενάζουσα ανθρωπότητα;
35 Το άγιο πνεύμα του Θεού ενεργεί ισχυρά σε συνεργασία με όλα τα έργα του Θεού, για το αιώνιο καλό εκείνων που αγαπούν τον Θεό. Τι μεγαλειώδης προμήθεια είναι αυτή η αγία ενεργός δύναμις από τον Θεό! Το πνεύμα του Θεού, που εκδηλώνεται τόσο ισχυρά μέσω της θεοπνεύστου Αγίας Γραφής, είναι απείρως πιο αποτελεσματικό από κάθε ειδωλολατρικό κύλινδρο προσευχών και από κάθε προσευχητάριο που έχει συνταχθή από κληρικούς του Χριστιανικού κόσμου, με ειδικά διατυπωμένες προσευχές, για να διαβάζεται σε ωρισμένες περιστάσεις ή από ωρισμένες προσωπικότητες.
36 Η παλαιά ανθρώπινη κτίσις της ανθρωπότητος δεν έχει αυτό το πνεύμα, και σ’ αυτόν τον εικοστό αιώνα στενάζει όσο ποτέ άλλοτε, ζητώντας με κάποιο τρόπο να ελευθερωθή από τη δουλεία της φθοράς κάτω από το παλαιό σύστημα πραγμάτων. Αλλά πριν από δεκαεννέα αιώνες η «νέα κτίσις» του Θεού ζωοποιήθηκε και ανέλαβε δράσι. Αυτό το έκαμε κάτω από την ενεργοποιό δύναμι του αγίου πνεύματος του Θεού, που άρχισε να εκχύνεται στην εορτάσιμη μέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ. Μάταιες ήσαν οι προσπάθειες της πλειονότητος της παλαιάς ανθρώπινης κτίσεως να καταστρέψη τη θεία ‘νέα κτίσι’ που είχε αναγεννηθή από το πνεύμα της Χριστιανικής εκκλησίας. Σήμερα αυτή η «νέα κτίσις» πλησιάζει τον καιρό της απελευθερώσεώς της από το επίγειο σώμα της φθοράς που έχει. Η εγγύτης της ενδόξου απελευθερώσεώς της εξαίρει ένα μεγάλο αγαθό για όλη την ανθρωπότητα. Δείχνει ότι πλησιάζει επίσης η απελευθέρωσις όλης της στεναζούσης ανθρωπότητος, ότι πλησιάζει τώρα μια δίκαιη νέα τάξις που υποστηρίζεται από το άγιο πνεύμα του Θεού.