Άνδρες Ελέους και η Βασιλεία
1. Ποιες ερωτήσεις γίνονται κατάλληλες σήμερα όσον αφορά τη διαθήκη της βασιλείας, και πώς σ’ αυτές περιλαμβάνεται η ζωή μας;
ΠΩΣ μπορούμε σήμερα να είμεθα πιστοί στην αιώνια διαθήκη του Ιεχωβά με τον Δαβίδ για τη βασιλεία; Με ποιον σήμερα συνήψε ο Ιεχωβά μιαν «αιώνιον διαθήκην, τα ελέη του Δαβίδ τα πιστά»; (Ησ. 55:3) Κυττάξτε! η παλαιά πόλις της Ιερουσαλήμ κατέχεται από Μωαμεθανούς Άραβας. Η κορυφή του όρους που άλλοτε κατείχετο από τον ναόν του Ιεχωβά στέφεται τώρα από το τέμενος που είναι γνωστό ως το Δώμα του Βράχου. Η Δημοκρατία του Ισραήλ δεν έχει βασιλέα του βασιλικού οίκου του Δαβίδ στη διαθήκη για τη βασιλεία. Τι συνέβη σ’ αυτή την αιώνια διαθήκη; Το ν’ αποκτήσωμε αιώνια ζωή στον εγγίζοντα νέο κόσμο της δικαιοσύνης εξαρτάται από το να λάβωμε την ορθή απάντησι και να ενεργήσωμε σε πιστή αρμονία μ’ αυτήν.
2. Πώς έπαυσε η ενεργός βασιλεία των διαδόχων του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ, και πώς συνέβη ώστε ο Ζοροβάβελ να μην αναζωογονήση τη βασιλεία;
2 Στο 618 π.Χ. ο βασιλεύς Ιωαχείν, ο δέκατος ένατος άρχων στην άμεση γραμμή από τον Βασιλέα Δαβίδ, έγινε βασιλεύς, αλλά εβασίλευσε μόνο τρεις μήνες και δέκα ημέρες στην Ιερουσαλήμ. Παρεδόθη στον Ναβουχοδονόσορ βασιλέα της Βαβυλώνος και εξωρίσθη στη Βαβυλώνα, όπου ενηλικιώθησαν τα τέκνα του. Ο θείος του Σεδεκίας ετέθη στον θρόνο της Ιερουσαλήμ και εβασίλευσε ένδεκα χρόνια. Στο 607 π.Χ. συνελήφθη και φέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα για να πεθάνη, άτεκνος· η δε Ιερουσαλήμ και ο μεγαλοπρεπής ναός της που είχε οικοδομηθή από τον Σολομώντα κατεστράφη. Μετά εβδομήντα χρόνια ο Ζοροβάβελ, ο εγγονός του Ιωαχείν, ωδήγησε ένα υπόλοιπο πιστών Ιουδαίων πάλι από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήση τον ναόν του Ιεχωβά. Ως υπήκοος της νέας παγκοσμίου δυνάμεως, της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Ζοροβάβελ εχρησίμευσε ως πολιτικός άρχων της γης του Ιούδα, αλλά δεν εκάθησε σε θρόνο στην Ιερουσαλήμ ως βασιλεύς σύμφωνα με τη διαθήκη του Ιεχωβά με τον Δαβίδ για τη βασιλεία. Από την ανατροπή του απίστου Βασιλέως Σεδεκία, κανείς βασιλικός κληρονόμος του οίκου Δαβίδ δεν εκάθησε στον «θρόνον του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ .
3. Τι επέτρεψε έτσι ο Ιεχωβά να υποστή ο οίκος Δαβίδ, και πώς έληξε η βασιλική γραμμή του Δαβίδ πριν από δεκαεννέα αιώνες χωρίς αποτυχία της επαγγελίας της διαθήκης;
3 Μήπως είχε αποτύχει η διαθήκη του Ιεχωβά για τη βασιλεία; Μήπως είχε εγκαταλειφθή; Όχι! Το έλεος του Ιεχωβά, η πιστή του αγάπη, δεν επέτρεψε ένα τέτοιο πράγμα. Είναι αλήθεια ότι αυτός ανέτρεψε τον θρόνο του στην Ιερουσαλήμ και απεμάκρυνε τον τελευταίο επίγειο βασιλέα που τον κατείχε, τον Σεδεκία· αλλά δεν κατήργησε την αιώνια διαθήκη Του για τη βασιλεία. Εκπληρώνοντας τους όρους της διαθήκης επέτρεψε απλώς να λάβη ο οίκος Δαβίδ την τιμωρία του για την κακία των πολλών βασιλέων που είχαν κακώς αντιπροσωπεύσει τον Ιεχωβά επάνω στον «θρόνον του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ. Στη διάρκεια όλου αυτού του καιρού της τιμωρίας, δεν έλειψε άνθρωπος που να ανήκη στη βασιλική γενεαλογική γραμμή του Βασιλέως Δαβίδ. Η βασιλική αυτή γραμμή ετελείωσε πριν από χίλια εννιακόσια χρόνια. Τι; Μήπως η επαγγελία της διαθήκης του Θεού απέτυχε και έλειψε άνθρωπος για να χρησιμεύση ως κληρονόμος της βασιλικής διαθήκης με τον Βασιλέα Δαβίδ; Καθόλου. Γιατί; Διότι η γενεαλογική γραμμή του Δαβίδ ετελείωσε τότε μ’ έναν απόγονο που πέθανε άτεκνος, αλλ’ ο οποίος ζη για πάντα. Ζη σήμερα σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα και δεν έχει ανάγκην διαδόχου στη διαθήκη της βασιλείας. Σύμφωνα μ’ αυτό, τα μόνα διαθέσιμα αρχεία της βασιλικής γραμμής καταγωγής από τον Βασιλέα Δαβίδ τελειώνουν με τον Ιησού Χριστό. Κανείς Ιουδαίος που ζη σήμερα δεν μπορεί να εξακριβώση ότι κατάγεται από τη γενεαλογική γραμμή του Βασιλέως Δαβίδ.
4. Γιατί ο Ιησούς ονομάζεται Υιός Δαβίδ με μια βασιλική έννοια, και γιατί η επίγεια μητέρα του συνήνεσε να τον γεννήση;
4 Ο Ιησούς εγεννήθη στον τόπο γεννήσεως του Δαβίδ, στη Βηθλεέμ-Ιούδα. Από δύο οικογενειακές γραμμές έλκει την καταγωγή του από τον Δαβίδ, έτσι ώστε ονομάζεται Υιός Δαβίδ με μια βασιλική έννοια. (Ματθ. 1:1 έως 2:11· Λουκ. 3:23-31) Η ανθρώπινη γέννησίς του ήταν θαυματουργική, διότι στην πραγματικότητα ήταν ο Υιός του Θεού που κατήλθε από τον ουρανό. Η δύναμις της ζωής του μετεφέρθη από εκεί στη μήτρα μιας Ιουδαίας παρθένου από τον οίκο Δαβίδ, που ωνομάζετο Μαρία. Ο Ιεχωβά, για να εξασφαλίση τη συναίνεσί της να γίνη η μητέρα του Υιού του Θεού, έστειλε τον άγγελό του Γαβριήλ για να της πη ότι είχε εκλεγή να γίνη η ανθρώπινη μητέρα του υποσχεμένου σπέρματος του πατριάρχου Αβραάμ και του υποσχεμένου κληρονόμου της αιωνίας διαθήκης της βασιλείας. Αφού την εχαιρέτησε, ο άγγελος Γαβριήλ είπε: «Μη φοβού, Μαριάμ· διότι εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν· και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν. Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Ιεχωβά ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ [Ισραήλ] εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.» (Λουκ. 1:26-33, ΜΝΚ) Πιστή στη διαθήκη του Ιεχωβά για τη βασιλεία, η Μαρία στοργικά συνήνεσε σ’ αυτή τη θαυματουργική πράξι.
5. Εις εκπλήρωσιν ποιας προφητείας έγινε αυτή η παρθενική γέννησις, και πώς ανηγγέλθη η γέννησις;
5 Εις εκπλήρωσιν της προφητείας του Ησαΐα 7:14, η γέννησις του Ιησού από αυτή τη νεαρή γυναίκα έλαβε χώραν ως ένα μεγάλο σημείο, η σπουδαιότης του οποίου ποτέ δεν εμειώθη ως την ημέρα αυτή. Ο άγγελος του Ιεχωβά από τον ουρανό είπε στους ποιμένας της Βηθλεέμ ότι αυτός ο θαυματουργικός Υιός του Δαβίδ επρόκειτο να είναι ο Κεχρισμένος του Ιεχωβά, ο Χριστός: «Ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν· διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος.»—Λουκ. 2:1-12· Ματθ. 1:18-25.
6. Τι πρέπει να λεχθή για το αν συνέδεσε τον Ιησούν μ’ αυτή τη γη το γεγονός ότι έγινε μόνιμος Κληρονόμος της διαθήκης της βασιλείας, και συνεπώς από ποιον εχρίσθη ο Ιησούς;
6 Καίτοι ο Ιησούς εγεννήθη ως άνθρωπος για να είναι πραγματικά το Σπέρμα του Αβραάμ για την ευλογία όλων των εθνών και για να είναι πραγματικά ο αιώνιος Κληρονόμος του Δαβίδ στη βασιλεία, εν τούτοις δεν επρόκειτο να συνδεθή μ’ αυτή τη γη με το να χρειασθή να καθήση επάνω σ’ έναν υλικό θρόνο στο Όρος Σιών στην Ιερουσαλήμ. Όταν ο Ιεχωβά Θεός έκαμε τη διαθήκη της βασιλείας με τον Δαβίδ πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια, είχε υπ’ όψι τελικά μια αιώνια ουράνια βασιλεία για τον μόνιμον Κληρονόμον του Δαβίδ. Κανείς Λευίτης αρχιερεύς δεν θα μπορούσε να χρίση τον Ιησούν για μια τέτοια ουράνια κυβέρνησι. Ο Ιεχωβά τον έχρισε μετά το βάπτισμά του στο νερό, εκχέοντας άγιο πνεύμα επάνω στον Ιησούν και αγιάζοντάς τον ως τον Χριστόν.
7. Πολύ κατάλληλα, επομένως, τι εκήρυττε ο Ιησούς, και με πιστότητα στη διαθήκη της βασιλείας, σε ποιους μετέδιδε μια πρόσκλησι;
7 Ο Ιησούς ήταν εκεί αποκυημένος από το πνεύμα του Θεού για να γίνη πνευματικός Υιός του Θεού, αρμόδιος για μια μέλλουσα ζωή στον ουρανό. Πολύ κατάλληλα, ο Ιησούς εκήρυττε τη βασιλεία του Θεού, τη «βασιλεία των ουρανών». Εκάλεσε μαθητάς να τον ακολουθήσουν και να ζητούν πρώτα τη βασιλεία. Όταν τους καλούσε, πραγματικά μετέδιδε σ’ αυτούς την πρόσκλησι του Θεού μέσω του προφήτου Ησαΐα: «Κλίνατε το ωτίον σας, και έλθετε προς εμέ· ακούσατε, και η ψυχή σας θέλει ζήσει· και θέλω κάμει προς εσάς αιώνιον διαθήκην, τα ελέη του Δαβίδ τα πιστά.» (Ησ. 55:3) Αυτό εσήμαινε ότι ο Ιεχωβά Θεός είχε ως σκοπό να δώση στον Ιησού Χριστό μερικούς συγκληρονόμους στην ουράνια βασιλεία. Με πιστότητα στη διαθήκη της βασιλείας, ο Ιησούς υπεδέχετο αυτούς τους συγκληρονόμους της βασιλείας του Θεού. Μετά το τελευταίο του πάσχα με τους πιστούς αποστόλους του, είπε σ’ αυτούς: «Σεις δε είσθε οι διαμείναντες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου· όθεν εγώ ετοιμάζω [διατίθεμαι, Κείμενον] εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν [διέθετο, Κείμενον] εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου· και να καθίσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.» (Λουκ. 22:28-30) Τι έλεος ήταν αυτό από τον Ιεχωβά Θεό!
8. Πώς φάνηκε η κατάστασις όταν ο Ιησούς έκειτο νεκρός στον Σιεόλ, και τι χρειάσθηκε τώρα να κάμη ο Ιεχωβά σύμφωνα με την επαγγελία του;
8 Ω τόσο πολλά εξηρτώντο από αυτόν τον μόνον Κληρονόμον της βασιλείας, τον Ιησού Χριστό! Όταν πέθανε και ετάφη, εφάνη ωσάν στο τέλος να επρόκειτο ν’ αποτύχη να καθήση άνθρωπος από τον «οίκον του Δαβίδ» επάνω στον θρόνο του, ο οποίος ήταν ο «θρόνος του Ιεχωβά». Η προφητεία του αγγέλου προς τον Δανιήλ πριν από πολύν καιρό έλεγε ότι ο «άρχων της διαθήκης» θα συνετρίβετο από ‘εξουθενημένον τινά’, τον Αυτοκράτορα Τιβέριον Καίσαρα της Ρώμης. (Δαν. 11:21, 22) Ο Ιησούς έκειτο συντετριμμένος στον θάνατο, στον Σιεόλ ή Άδη, που είναι ο κοινός τάφος του αμαρτωλού ανθρωπίνου γένους. Φαινομενικά ήταν κάτι αδύνατον τώρα να αναζωογονηθή η διαθήκη της βασιλείας με τον Δαβίδ. Αλλά εκείνο που ήταν πραγματικά αδύνατον ήταν το ν’ αφήση ο Παντοδύναμος Θεός τη διαθήκη του ν’ αποτύχη. Το έλεός του, η πιστή του αγάπη, που ήταν υποσχεμένη στη διαθήκη και που δικαίως ωφείλετο σ’ αυτόν τον πιστό Υιό του Θεού, τον Ιησού Χριστό, δεν μπορούσε ποτέ ν’ αφήση τη διαθήκη ν’ αποτύχη. Ο Ιεχωβά Θεός χρειάσθηκε να τον βγάλη από τον Σιεόλ ή Αδη, τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Στον Ψαλμό 16:10 ο Ιεχωβά είχε υποσχεθή από πριν ότι θα εκτελούσε αυτή τη θαυματουργική πράξι. Ενέπνευσε τον Δαβίδ να πη: «Δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω άδη, ουδέ θέλεις αφήσει τον άνδρα του ελέους σου να ίδη διαφθοράν.» (ΜΝΚ) Η προφητεία αυτή εβεβαίωνε την ανάστασι του Ιησού, του Μεγαλυτέρου Δαβίδ, από τον τάφο.
9. Τίνος έκφρασις ήταν η ανάστασις του Ιησού από τον Ιεχωβά, και πώς ο Παύλος κατέστησε σαφές το γεγονός αυτό για μας;
9 Η ανάστασις του Ιησού από τον Ιεχωβά ήταν μια έκφρασις θείου ελέους για υποστήριξι της διαθήκης της βασιλείας με τον Δαβίδ. Ο απόστολος Παύλος μάς το καθιστά αυτό σαφές, λέγοντας: «Ότι δεν ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, μη μέλλοντα πλέον να υποστρέψη εις την διαφθοράν, λέγει ούτως, “Ότι θέλω σας δώσει τα ελέη του Δαβίδ τα πιστά.” Δια τούτο και εν άλλω Ψαλμώ λέγει, “Δεν θέλεις αφήσει τον όσιόν σου να ίδη διαφθοράν.” Διότι ο μεν Δαβίδ αφού υπηρέτησε την βουλήν του Θεού εν τη γενεά αυτού, εκοιμήθη, και προσετέθη εις τους πατέρας αυτού, και είδε διαφθοράν. Εκείνος όμως τον οποίον ο Θεός ανέστησε, δεν είδε διαφθοράν.»—Πράξ. 13:34-37.
ΑΛΛΟΙ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
10. Ποιος, επομένως, ήταν ο «ανήρ ελέους» του Ιεχωβά, και ανασταίνοντάς τον στον ουρανό για ποιο πράγμα άνοιξε το δρόμο;
10 Ο Ιησούς Χριστός είναι ο «ανήρ ελέους» ή ανήρ πιστής αγάπης του Ιεχωβά, τον οποίον Αυτός δεν άφησε στον Σιεόλ. Εγείροντάς τον από τον θάνατο σε ζωή αθάνατη στον ουρανό, ο Ιεχωβά άνοιξε το δρόμο για την επέκτασι του αξιοπίστου ελέους της διαθήκης του με τον Δαβίδ και σε άλλους «άνδρας ελέους» ή πιστούς άνδρας, τους πιστούς αποστόλους και όλους τους άλλους αφιερωμένους Χριστιανούς, τους οποίους ο Θεός αποκυεί και καθιστά συγκληρονόμους του Υιού του Ιησού Χριστού στην ουράνια βασιλεία.
11. Στον Ψαλμό 145 τι έψαλε ο Δαβίδ για τους άνδρας ελέους του Ιεχωβά;
11 Μ’ ένα προφητικό τρόπο ο Δαβίδ έψαλε: «Πάντα τα ποιήματά σου, ω Ιεχωβά, θέλουσι σε αινεί· και οι άνδρες ελέους σου θέλουσι σε ευλογεί. Την δόξαν της βασιλείας σου θέλουσι κηρύττει, και θέλουσι διηγείσθαι το μεγαλείον σου· δια να γνωστοποιήσωσιν εις τους υιούς των ανθρώπων τα μεγαλεία αυτού, και την δόξαν της μεγαλοπρεπείας της βασιλείας αυτού. Η βασιλεία σου βασιλεία πάντων των αιώνων, και η δεσποτεία σου εν πάση γενεά και γενεά.»—Ψαλμ. 145:10-13, ΜΝΚ.
12. Πόσοι από τους πνευματικούς αυτούς άνδρας απομένουν σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους, και γιατί δεν απερρίφθησαν για ελλείψεις στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου;
12 Σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους του κόσμου απομένει απλώς ένα υπόλοιπο επάνω στη γη από αυτούς τους πνευματικούς «άνδρας ελέους» ή άνδρας πιστής αγάπης, δηλαδή, άνδρας που είναι ευσεβείς και συνεπείς στην εκτέλεσι των υποχρεώσεών των προς τον Ιεχωβά Θεό. Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου αυτοί υστέρησαν όσον αφορά τις ευθύνες των απέναντι του Θεού. Γι’ αυτό ωργίσθη μαζί τους. Μέσα στο θυμό του τους άφησε να πάνε σε αιχμαλωσία όμοια με των Ιουδαίων στη Βαβυλώνα. (Ησ. 12:1, 2· 54:7-10) Γιατί ο Ιεχωβά δεν απέρριψε αυτό το υπόλοιπο στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου εξ αιτίας των ελλείψεων που εξεδήλωσαν κάτω από τις δοκιμασίες και τους διωγμούς που συνώδευαν τον πόλεμο; Λόγω της πιστότητός του στη διαθήκη του.
13, 14. (α) Με τη διαθήκη του τι είχε υποχρεώσει τον εαυτό του ο Ιεχωβά να εκδηλώση στην τάξι του υπολοίπου; (β) Τι χρειάσθηκε, λοιπόν, να υποστή το υπόλοιπο στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, και με ποια χρηματική δαπάνη διετηρήθησαν οι ψυχές των ζωντανές ως την ημέρα αυτή;
13 Μέσω του Ιησού Χριστού είχε λάβει τα μέλη αυτού του υπολοίπου στη διαθήκη της βασιλείας. Συνεπώς, υπεχρέωσε τον εαυτό του να εκδηλώση τα ελέη του Δαβίδ που ήσαν υποσχεμένα στη διαθήκη. Όταν έκανε τη διαθήκη με τον Δαβίδ, ο Ιεχωβά είπε: «Εάν πράξη [ο διάδοχος στη βασιλεία] ανομίαν, θέλω σωφρονίσει αυτόν εν ράβδω ανδρών, και δια μαστιγώσεων υιών ανθρώπων· το έλεός μου [η πιστή μου αγάπη] όμως δεν θέλει αφαιρεθή απ’ αυτού, ως αφήρεσα αυτό από του Σαούλ, τον οποίον εξέβαλον απ’ έμπροσθέν σου [Δαβίδ]· και θέλει στερεωθή ο οίκος σου [οι συγκληρονόμοι σου στη βασιλεία] και η βασιλεία σου έμπροσθέν σου έως αιώνος· ο θρόνος σου θέλει είσθαι εστερεωμένος εις τον αιώνα.»—2 Σαμ. 7:14-16.
14 Έτσι το υπόλοιπο των «ανδρών ελέους» χρειάσθηκε να λάβη την τιμωρία του από τα χέρια των εθνών κατά τον πόλεμο. Αυτό ήταν ένας σωφρονισμός με ράβδο ανδρών και με μαστιγώσεις υιών ανθρώπων. Έτσι ακριβώς και ο βασιλικός οίκος του Δαβίδ πριν από πολύν καιρό χρειάσθηκε να λάβη την τιμωρία του από το 607 π.Χ., οπότε κατεστράφη η Ιερουσαλήμ, ως το 29 μ. Χ., οπότε ο υποσχεμένος Μεσσίας ο Άρχων, ο μόνιμος Κληρονόμος του Βασιλέως Δαβίδ, ενεφανίσθη. Στο 1919 ο Ιεχωβά απηλευθέρωσε το υπόλοιπο που στην καρδιά του ήθελε να είναι πιστό σ’ αυτόν. Έπειτα τους έθεσε στο έργον ως μάρτυράς του σε έκτασι που δεν ήταν γνωστή ποτέ προηγουμένως. Με τα λόγια των Θρήνων 3:22, 23 μπορούσαν να πουν: «Έλεος του Ιεχωβά είναι, ότι δεν συνετελέσθημεν, επειδή δεν εξέλιπον οι οικτιρμοί αυτού. Ανανεώνονται εν ταις πρωίαις· μεγάλη είναι η πιστότης σου.» Όλη αυτή η απελευθέρωσις και η αποκατάστασις εδόθη σ’ αυτούς «άνευ αργυρίου και άνευ τιμής», και έτσι η ψυχή των διετηρήθη ζωντανή ως την ημέρα αυτή.—Ησ. 55:1-3.
15. Πώς μπορούμε ν’ αποδείξωμε την πιστότητά μας στη διαθήκη της βασιλείας σήμερα, και πώς έδειξε ο Ιεχωβά ότι δεν είχε λησμονήσει τη διαθήκη αυτή, αλλά ησθάνετο ακόμη τον εαυτό του δεσμευμένον απ’ αυτήν;
15 Η κατάλληλη ερώτησις τώρα είναι: Πώς μπορούμε εμείς οι μάρτυρες του Ιεχωβά, σαν τους Ισραηλίτας των αρχαίων χρόνων και σαν τον Ιησούν και τους αποστόλους, ν’ αποδείξωμε την πιστότητά μας στη διαθήκη της βασιλείας σήμερα; Μπορούμε να το κάμωμε αυτό με το να είμεθα πιστοί στην ανάσσουσα βασιλεία του αιωνίου Κληρονόμου της διαθήκης για τη βασιλεία. Ο Ιεχωβά Θεός ουδέποτε ελησμόνησε τη διαθήκη του αφότου ο τελευταίος βασιλεύς του οίκου Δαβίδ εκάθησε στον θρόνο της Ιερουσαλήμ. Είναι αλήθεια ότι η ενεργός βασιλεία του Δαβίδ δεν λειτουργούσε επί έξη εκατονταετηρίδες. Αλλά η θαυματουργική έλευσις του Ιησού Χριστού του «άρχοντος της διαθήκης» επέδειξε την πιστότητα του Ιεχωβά στη διαθήκη, για την οποία είχε ορκισθή. Ο Ιεχωβά ουδέποτε επιορκεί. Όταν ένας ορκίζεται και κατόπιν δεν εκτελεί εκείνο για το οποίο ωρκίσθηκε, αυτό σημαίνει όχι μόνο ότι επιορκεί, αλλά και ότι φέρνει κατάρα επάνω του. Ο Ιεχωβά είναι για πάντα ο Ευλογητός. Όταν ορκίζεται στο όνομά του ή στον εαυτό του, δεν ορκίζεται ποτέ για ένα ψέμα· αλλ’ ο ιεροπρεπής όρκος του προσθέτει ακόμη περισσότερη βεβαιότητα όσον αφορά την επιτέλεσι του πράγματος, για το οποίον ωρκίσθη. Έτσι η έλευσις τότε του Ιησού του Μεσσία και η ανάστασίς του εκ νεκρών απέδειξε ότι η με όρκο διαθήκη του Ιεχωβά δεν είχε περιπέσει σε αχρηστία. Ήταν ακόμη δεσμευτική για τον Ιεχωβά Θεό έστω και αν η βασιλεία δεν λειτουργούσε στην Ιερουσαλήμ επί 635 έτη, δηλαδή, από το 607 π.Χ. έως το 29 μ.Χ.
16. (α) Γιατί η μακρά αναμονή του Ιησού και η μη χρήσις από μέρους του της εξουσίας της Βασιλείας δεν επέφερε νόμιμο θάνατο στη διαθήκη της βασιλείας; (β) Γιατί τούτο δεν περιλαμβάνει τον «Χριστιανικό κόσμο», και, παρά τούτο, πώς ο Ιεχωβά απεδείχθη πιστός στη διαθήκη;
16 Αλλά πώς όλα αυτά σχετίζονται με την εποχή μας; Η βασιλεία του μονίμου Κληρονόμου της βασιλικής διαθήκης δεν ετέθη σε λειτουργία όταν ο αναστημένος Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό το έτος 33. Από την άνοιξι του έτους εκείνου ως το φθινόπωρο του 1914, δηλαδή, επί 1881 χρόνια, εκάθητο στα δεξιά του Θεού, μη βασιλεύοντας, αλλά περιμένοντας να έλθη ο καιρός του Θεού για να κάμη τους εχθρούς της βασιλείας υποπόδιον του Ιησού του Κληρονόμου της βασιλείας. Μήπως η μακρά αυτή περίοδος αναμονής επέφερε νόμιμο θάνατο στη διαθήκη; Όχι· δεν επέβαλε στον Ιησούν στον ουρανό αποστέρησι του δικαιώματός του στην εξουσία της Βασιλείας λόγω αχρησίας. Όχι· διότι στη διάρκεια όλων αυτών των αιώνων υπομονητικής αναμονής, η διαθήκη της βασιλείας ήταν ενεργός. Πώς; Κατά το ότι ο Ιεχωβά εξέλεγε 144. 000 συγκληρονόμους, τους Χριστιανούς εκείνους που ανταποκρίνονται στην πρόσκλησί του και με τους οποίους συνάπτει την «αιώνιον διαθήκην, τα ελέη του Δαβίδ τα πιστά.» Αυτό δεν περιλαμβάνει τον «Χριστιανικό κόσμο». Ο «Χριστιανικός κόσμος» με τα εκατομμύρια του πληθυσμού του, υπήρξε άπιστος στη διαθήκη πάντοτε από τον τέταρτον αιώνα. Δεν ανέμεινε να ιδρυθή η βασιλεία του Κληρονόμου του Ιεχωβά στον ωρισμένο Του καιρό. Κατεφρόνησε τη διαθήκη. Πώς; Με το να φέρη σε ενότητα την εκκλησία του με το πολιτικό κράτος ή τα βασίλεια του κόσμου τούτου υπό τον Σατανά ή τον Διάβολο. Αλλά και ο Ιεχωβά, εξ άλλου, απεδείχθη πιστός στην ένορκη διαθήκη του εξακολουθώντας να λαμβάνη από αυτόν τον κόσμο, από όλα τα έθνη, αληθινούς Χριστιανούς και να τους φέρνη στη διαθήκη.
17. Προτού τελειώση τη χρησιμοποίησι του υπολοίπου, τι έκαμε ο Ιεχωβά όσον αφορά τη Βασιλεία, προς εκπλήρωσιν του Ησαΐας 16:5;
17 Ακόμη και προτού τελειώση ο Ιεχωβά το έργο του με το υπόλοιπο των 144.000 συγκληρονόμων ή περατώση τη χρησιμοποίησί των ως μαρτύρων του επάνω στη γη, ίδρυσε τη Βασιλεία, για την οποία πιστοί άνδρες και γυναίκες έχουν διψήσει και πεινάσει. Προς υποστήριξιν της αιωνίας διαθήκης του με τον Δαβίδ, είχε υποσχεθή: «Και μετά ελέους θέλει συσταθή ο θρόνος, και επ’ αυτόν θέλει καθίσει εν αληθεία, εν τη σκηνή του Δαβίδ, ο κρίνων, και εκζητών κρίσιν, και σπεύδων δικαιοσύνην.» (Ησ. 16:5) Στο βαρυσήμαντο έτος 1914 ήλθε ο καιρός για να εγκαταστήση ο Ιεχωβά τον Κληρονόμον της Βασιλείας στον θρόνο ως ανάσσοντα βασιλέα, «εν τη σκηνή του Δαβίδ», ως Υιόν του Δαβίδ και όμως ως ουράνιον Κύριον του Δαβίδ.—Ψαλμ. 110:1, 2· Ματθ. 22:41-45.
18. (α) Σαν ποια ουράνια σώματα επρόκειτο να διαμένη ο μόνιμος Κληρονόμος της διαθήκης της βασιλείας; (β) Ποιο είναι, επομένως το σαφές καθήκον του υπολοίπου, και από τι μετέχουν για ανταμοιβή της πιστότητός των;
18 Έπαυσε ποτέ να ανατέλλη ο ήλιος και να εισάγη την ημέρα; Ή έπαυσε ποτέ η σελήνη να λάμπη τη νύχτα; Ούτε μια φορά ως την ημέρα αυτή. Ακριβώς έτσι και ο Ιεχωβά, ο οποίος φυλάττει διαθήκη και έλεος, δεν ελησμόνησε ούτε παρημέλησε αυτή την πολύ σπουδαία διαθήκη για τη Βασιλεία, η οποία θα δώση υπεράσπισι σ’ αυτόν ως τον δικαιωματικόν Κυρίαρχον του σύμπαντος. Ώμοσε στην αγιότητά του, και δεν ήταν ψεύδος όταν είπε στον Βασιλέα Δαβίδ ότι ο βασιλικός του οίκος θα διέμενε και ότι ο θρόνος του θα ήταν αιώνιος. Ο Ιησούς Χριστός, ο μόνιμος Κληρονόμος της διαθήκης του ελέους προς τον Δαβίδ, διαμένει, όπως ακριβώς ο ήλιος και η σελήνη, σήμερα δε ο Ιησούς Χριστός βασιλεύει από τον ουράνιον «θρόνον του Ιεχωβά». (Ψαλμ. 89:28-37) Συνεπώς, το καθήκον μας είναι σαφές, Οι «άνδρες ελέους» του Ιεχωβά οφείλουν στον Θεό να είναι πιστοί στον ενθρονισμένο ανάσσοντα Βασιλέα του, τον Υιόν και Κύριον του Δαβίδ. Ως ανταμοιβή για την πιστή τους αγάπη τρώγουν το γάλα και το πάχος της πνευματικής τραπέζης του Θεού, και πίνουν τον οίνον της χαράς της διακονίας της Βασιλείας ως πρέσβεις της Βασιλείας.
ΠΙΣΤΟΙ ΕΠΙΓΕΙΟΙ ΥΠΗΚΟΟΙ
19. Ποιοι εκτός από τους φυσικούς Ισραηλίτας ήσαν πιστοί στον Δαβίδ, και ποιοι ακόμη και από τον οίνον του Βασιλέως Σαούλ;
19 Στην εποχή εκείνη του Βασιλέως Δαβίδ, ακόμη και ξένοι πάροικοι στον Ισραήλ ήσαν πιστοί σ’ αυτόν επειδή ήταν ο κεχρισμένος άρχων του Ιεχωβά, εκείνος με τον οποίον είχε γίνει η διαθήκη για μια αιώνια δυναστεία κι έναν στερεά εγκαταστημένον θρόνον. Μεταξύ αυτών των πιστών ήσαν οι Γετθαίοι (άνδρες της Γαθ από τη Φιλιστία) και οι Φελεθαίοι και οι Χερεθαίοι. (2 Σαμ. 15:18-22) Ακόμη και ο Ιωνάθαν, ο γυιός του απερριμμένου βασιλέως Σαούλ, εξεδήλωσε αδιάρρηκτο έλεος στον Δαβίδ επειδή ήταν ο εκλεκτός του Ιεχωβά. Ναι, οι ίδιοι οι αδελφοί του Βασιλέως Σαούλ, τα μέλη της φυλής του, της φυλής Βενιαμίν, έθεσαν την εκλογή του Ιεχωβά πιο πάνω από προσωπικότητες και ετάχθησαν με τον εκλεκτόν κεχρισμένον Του, τον Δαβίδ.—1 Σαμ. 18:1-4· 20:8, 14, 15· 1 Χρον. 12:1, 2, 19, 29.
20, 21. (α) Ποιους βρίσκομε σήμερα να είναι μιμηταί των αρχαίων εκείνων υποστηρικτών και συνηγόρων του Δαβίδ; (β) Πώς δίνουν πρακτική έκφρασι της πιστής των αγάπης, και πώς τώρα γίνονται κοινωνοί του υπολοίπου;
20 Σήμερα βρίσκομε πιστούς μιμητάς των αρχαίων εκείνων υποστηρικτών και συνηγόρων του Δαβίδ, του κεχρισμένου του Ιεχωβά. Ένα μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών, που ήλθαν σε γνώσι της διαθήκης της βασιλείας του Ιεχωβά με τον Ιησού Χριστό και τους συγκληρονόμους του, δίνουν τώρα πιστά την υποστήριξί των στον μόνιμον Κληρονόμον της αιωνίας διαθήκης. Τι και αν προέρχωνται από τόσο πολλά και ποικίλα έθνη, φυλές, λαούς και γλώσσες; Αυτό δεν τους επηρεάζει ώστε να μη δώσουν την υποταγή των στην κυβέρνησι του Θεού στους ουρανούς. Απευθύνονται σ’ Αυτόν επάνω στο θρόνο του και στον όμοιον με Αρνίον Υιό του Ιησού Χριστό και τους χαιρετίζουν. Με μεγάλη φωνή κράζουν ενωμένοι σε δημοσία ομολογία: «Η σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθημένου επί του θρόνου, και του Αρνίου.» Ημέρα και νύχτα αποδίδουν ιερή υπηρεσία στον Ιεχωβά, και αφήνουν τον όμοιον με Αρνίον Υιό του να τους οδηγή ως ο Ποιμήν-Βασιλεύς των.—Αποκάλ. 7:9-17.
21 Για να δώσουν μια πρακτική έκφρασι της πιστής αυτής αγάπης στον Ποιμένα-Βασιλέα των, παραμένουν πιστοί στο υπόλοιπο των συγκληρονόμων της Βασιλείας του, των αδελφών του, εκείνων των «ανδρών ελέους», τους οποίους ο Θεός έλαβε στη διαθήκη της Βασιλείας και τους οποίους συνήθροισε ως επιδοκιμασμένους στον εαυτό του. (Ψαλμ. 50:5, ΜΝΚ) Αυτή είναι η αιτία για την οποίαν ο Ποιμήν-Βασιλεύς επιδοκιμάζει εκείνα τα «άλλα πρόβατα» και τα συνάγει στα δεξιά του και λέγει: «Έλθετε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου· . . . Αληθώς σας λέγω, καθ’ όσον εκάμετε [όλο αυτό το καλό] εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε.» (Ματθ. 25:31-40) Τούτο εξηγεί γιατί αυτά τα «άλλα πρόβατα» τώρα συμμετέχουν επίσης στον γλυκύτατον «οίνον και γάλα» που σήμερα υπερχειλίζουν από το υπόλοιπο των βασιλικών αδελφών του Χριστού, «άνευ αργυρίου και άνευ τιμής».
Η ΔΟΚΙΜΗ ΠΡΟΧΩΡΕΙ!
22. Λόγω της εκπληρώσεως ποιας προφητείας του Δανιήλ όσον αφορά τη διαθήκη, προχωρεί τώρα η δοκιμή της πιστής αγάπης;
22 Η δοκιμή της πιστής αγάπης για τη διαθήκη της Βασιλείας και για τον ανάσσοντα Κληρονόμον της διαθήκης αυτής τώρα προχωρεί! Η δικτατορική εξουσία που αποβλέπει τώρα στην παγκόσμια κυριαρχία, εναντιώνεται όχι απλώς στον δημοκρατικό «Χριστιανικό κόσμο», αλλά πρωτίστως στον Κληρονόμον της Βασιλείας που ανέλαβε εξουσία στο 1914. Η προφητεία του αγγέλου του Ιεχωβά το καθιστά αυτό σαφές λέγοντας γι’ αυτή τη φιλόδοξη δικτατορική εξουσία: «Και θέλει επιστρέψει, και θυμωθή, και ενεργήσει εναντίον της διαθήκης της αγίας· και θέλει επιστρέψει, και συνεννοηθή μετά των εγκαταλιπόντων την διαθήκην την αγίαν. Και τους παραβαίνοντας την διαθήκην θέλει αποπλανήσει εν κολακείαις· ο λαός όμως, όστις γνωρίζει τον Θεόν αυτού, θέλει παραμείνει σταθερός.»—Δαν. 11:30, 32, ΑΣΜ.
23. Ποιοι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί παρέβησαν τη διαθήκη, και πώς το Ωσηέ 4:1 είναι τώρα αληθινό γι’ αυτούς;
23 Μεγάλα τμήματα του «Χριστιανικού κόσμου» έχουν καταληφθή από την ασεβή δικτατορική δύναμι, και ο κλήρος του «Χριστιανικού κόσμου» ήλθε σε ενεργό συνεννόησι με τη δικτατορική εξουσία. Υπεχώρησε στις κολακείες της και επροτίμησε να υπηρετή ανθρώπους μάλλον παρά τον Θεό. Ακόμη και ο κλήρος στο λεγόμενο «ελεύθερο» τμήμα του «Χριστιανικού κόσμου» έχει παραβή τη διαθήκη ή ενεργήσει ασεβώς εναντίον της. Έχει αποδειχθή άπιστος στον «Χριστόν Βασιλέα», τον οποίον ισχυρίζεται ότι ακολουθεί και για τον οποίον τηρεί εορτές κάθε έτος. Δεν ακολούθησε την πιστή πορεία των «άλλων προβάτων» του Βασιλέως, αλλά κατεδίωξε τους αδελφούς του, το υπόλοιπο των «ανδρών ελέους» του Ιεχωβά. Κατ’ ουσίαν λέγει: «Δεν έχομεν βασιλέα ειμή Καίσαρα.» (Ιωάν. 19:15). Είναι τώρα εξίσου αληθινό για τον «Χριστιανικό κόσμο», όσο ήταν αληθινό και για τον αρχαίον Ισραήλ στις ημέρες του προφήτου Ωσηέ: «Ο Γιαχβέ έχει κρίσιν μετά των κατοίκων της γης, επειδή δεν υπάρχει αλήθεια, ουδέ έλεος, ουδέ γνώσις Θεού επί της γης.» (Ωσηέ 4:1, ΜΙΡ) Όμως σήμερα ο Ιεχωβά έχει πρόβατα που αποδεικνύονται πιστά σ’ αυτόν.
24. Πώς διαφέρομε από τον «Χριστιανικό κόσμο», και γιατί πρέπει να είναι για πάντα η υψίστη υποταγή μας στην κυβέρνησι του Πρωτοτόκου του Ιεχωβά;
24 Δεν αποτελούμε μέρος του «Χριστιανικού κόσμου» που βρίσκεται σε άγνοια. Γνωρίζομε τον Θεό μας. Δείχνομε την πιστότητά μας στη διαθήκη του με τον Μεγαλύτερό του Δαβίδ κηρύττοντας τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού που ιδρύθη στο 1914. Παντού κηρύττομε, στην Ασία, στην Αφρική, στην Αυστραλία, στην Ευρώπη, στη Βόρειο και Νότιο Αμερική και σε αναρίθμητες νήσους της θαλάσσης, για μαρτυρία υπό τον ουράνιον Αρχηγό μας, τον οποίον ο Ιεχωβά έδωκε ως το κατ’ εξοχήν «μαρτύριον εις τους λαούς». (Ησ. 55:3, 4) Μέσω αυτού ο Ιεχωβά ώρισε ότι πρέπει να κηρυχθή ως το τέλος αυτού του κόσμου τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας, για την οποίαν έγινε διαθήκη πριν από πολύν καιρό. Πώς, λοιπόν, ως το τέλος αυτού του κόσμου θα μπορούσε ποτέ ο Θεός να λησμονήση τη διαθήκη για την αιώνια βασιλεία του; Χωρίς καμμιά εξαίρεσι, η βασιλεία αυτή δεσπόζει όλων των πολιτικών κυβερνήσεων του κόσμου τούτου. Ο Ιεχωβά λέγει για τον Βασιλέα του: «Εγώ βεβαίως θέλω κάμει αυτόν πρωτότοκόν μου, ύψιστον επί τους βασιλείς της γης.» (Ψαλμ. 89:27) Σ’ αυτή τη θεοκρατική κυβέρνησι του Πρωτοτόκου του Ιεχωβά ας είναι για πάντα η υψίστη, πληρέστατη, αιώνια υποταγή, αφοσίωσις και πιστότης μας!
25 Άσχετα με το πώς οι εχθρικές δυνάμεις μπορεί να πολεμούν εναντίον της, ποια πράγματα παραμένουν αληθινά για τη βασιλεία του Θεού μέσω του Κληρονόμου της, και γιατί;
25 Άσχετα με το πώς μπορεί να πολεμούν εναντίον της οι δυνάμεις του κομμουνισμού και του «Χριστιανικού» και «ειδωλολατρικού» κόσμου· άσχετα με το πόσο φανατικά μπορεί να προσπαθούν να εμμείνουν στις εθνικές κυριαρχίες των και στις επίγειες επικράτειές των, η βασιλεία του Θεού δια του Κληρονόμου της διαθήκης της είναι η αμετακίνητη πραγματικότης της σήμερον. Είναι το μόνο βέβαιο πράγμα του αιωνίου μέλλοντος. Εις απάντησιν στην υποδειγματική προσευχή του Ιησού (Ματθ. 6:9, 10), η βασιλεία του ουρανίου Πατρός θα έλθη στο πεδίον της μάχης του Αρμαγεδδώνος και θα τακτοποιήση το φλέγον κυβερνητικό επίμαχο ζήτημα, όλες δε οι πολιτικές εξουσίες του παλαιού τούτου κόσμου πρέπει να κατέλθουν στη Γέεννα.
26. Γιατί δεν θα εγκαταλείψωμε τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού σαν κάτι πεπαλαιωμένο τώρα, και έως πότε θ’ αυξάνη το κήρυγμά μας για τη βασιλεία;
26 Τα αγαθά νέα που κηρύττομε για τη βασιλεία του Θεού προξενούν αίσθησι πράγματι. Αλλά δεν είναι υπερβολικά. Δεν αποτελούν αστεϊσμό. Επί σαράντα χρόνια τώρα τα έχομε κηρύξει, αλλά δεν είναι ειδήσεις που παλαιώνονται και που χάνουν την ελκυστικότητά τους και την ωραία τους γεύσι και που χρειάζεται να εγκαταλειφθούν. Είναι πάντοτε νέες, πάντοτε νωπές, γίνονται πάντοτε πιο μεγαλειώδεις. Ο Θεός δεν τις εγκατέλειψε. Δεν θα τις εγκαταλείψωμε κι εμείς. Το από τον Θεό διατεταγμένο κήρυγμά μας για τη Βασιλεία πρέπει να προχωρήση. Θ’ αυξάνη ώσπου να τελειώσουν οι εθνικές βασιλείες και κυριαρχίες, και η χιλιετής βασιλεία του Ιησού Χριστού να κερδίση την ένδοξη ειρήνη που ακολουθεί τον Αρμαγεδδώνα, οπότε όλες οι δαιμονόπνευστες ανθρώπινες προπαγάνδες θα έχουν κατασιωπηθή και ο πόλεμος προπαγάνδας μεταξύ του κομμουνισμού και των αντιπάλων του και εναντίον της βασιλείας του Θεού θα έχη εκπνεύσει.
27. Ποιες ιδιότητες πρέπει να εξασκούμε σ’ εκείνους που ευνοούν τη διαθήκη και τη Βασιλεία, και τι, εξ άλλου, θα εξασκήση ο Ιεχωβά σ’ εμάς;
27 Είθε, λοιπόν, να είμεθα πάντοτε αληθινοί και πιστοί στη διαθήκη της Βασιλείας που έγινε με τον Μεγαλύτερον Δαβίδ του Ιεχωβά. Είθε να δείχνωμε έλεος και αλήθειαν σε όλους τους ανθρώπους που εκτιμούν αυτή τη διαθήκη και που υποστηρίζουν τη Βασιλεία την υποσχεμένη απ’ αυτήν. Οι Παροιμίες 3:3, 4 λέγουν: «Έλεος και αλήθεια ας μη σε εγκαταλείπωσι· δέσον αυτάς περί τον τράχηλόν σου· εγχάραξον αυτάς επί την πλάκα της καρδίας σου· ούτω θέλεις ευρεί χάριν και εύνοιαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων.» Αν το πράττωμε αυτό, θα βρούμε τον Ιεχωβά Θεό τον ίδιο να εξασκή τις ίδιες πολύτιμες ιδιότητες σ’ εμάς μέσω του Βασιλέως του Ιησού Χριστού, και οι ψυχές μας θα μένουν ζωντανές για πάντα. «Πάσαι αι οδοί του Ιεχωβά είναι έλεος και αλήθεια εις τους φυλάττοντας την διαθήκην αυτού και τα μαρτύρια αυτού.»—Ψαλμ. 25:10, ΜΝΚ.