«Η Πίστις Χωρίς των Έργων Είναι Νεκρά»
«Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν τις ότι έχει πίστιν, και έργα δεν έχη; μήπως η πίστις δύναται να σώση αυτόν;»—Ιακ. 2:14.
1. Δώστε τον ορισμό της πίστεως, και ποιες είναι μερικές ιδέες που μεταδίδει αυτός ο ορισμός της λέξεως.
ΟΤΑΝ μιλούμε για πίστι εννοούμε την πίστι του ανθρώπου στον Θεό. Ο απόστολος Παύλος περιγράφοντας την πίστι στους εξ Εβραίων Χριστιανούς,είπε: «Είναι δε πίστις ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων.» (Εβρ. 11:1) Μια πεποίθησις ελπιζομένων έχει κάτι που την υποστηρίζει. Μεταδίδει την ιδέα ότι αυτή η ελπίδα είναι εγγυημένη, ότι θα υπάρξη μια μελλοντική απόκτησις. Μερικοί έχουν τη γνώμη ότι η πίστις είναι σαν ένας τίτλος ιδιοκτησίας πραγμάτων που ελπίζη ν’ αποκτήση. Η πίστις μπορεί επίσης να περιλαμβάνη πιστότητα στις υποσχέσεις ενός ατόμου ή αφοσίωσι, στο καθήκον του. Εκείνος που έχει πίστι στον Ιεχωβά Θεό και στον Υιό του, Χριστόν Ιησούν, πρέπει να δείξη πιστότητα, ενεργώντας σε πλήρη αρμονία με τις οδούς του Ιεχωβά και συνιστώντας αυτές στους άλλους.—Ψαλμ. 145:10, 11.
2, 3. (α) Τι αποτελεί την αληθινή Χριστιανική πίστι; (β) Σε τι βαθμό διέδωσαν αυτή την αληθινή πίστι οι μαθηταί του Ιησού; (γ) Τι μέρος είχε ο απόστολος Παύλος στη διάδοσι της αληθινής πίστεως;
2 Ό,τι εδίδαξε ο Ιησούς Χριστός στους μαθητάς του και ό,τι έχει διαβιβασθή σε όλους τους Χριστιανούς διά μέσου των αιώνων και μέσω του Λόγου του Θεού αποτελεί την αληθινή Χριστιανική πίστι. (Εφεσ. 1:15-17· 4:5) Στην πρώτη εποχή της Χριστιανοσύνης, όταν οι μαθηταί του Ιησού μιλούσαν για πράγματα που τους είχε διδάξει ο Ιησούς, πολλοί επίστευσαν στον Χριστό Ιησού και στις διδασκαλίες του. Οι μαθηταί έδωκαν προτεραιότητα σ’ αυτό το έργο της κηρύξεως και της διδασκαλίας. «Και ο λόγος του Θεού ηύξανε, και επληθύνετο ο αριθμός των μαθητών εν Ιερουσαλήμ σφόδρα· και πολύ πλήθος των ιερέων υπήκουον εις την πίστιν.» (Πράξ. 6:7) Αυτά τ’ αγαθά νέα που εκηρύττοντο από τους μαθητάς ασφαλώς διεδίδοντο, και η πίστις των σ’ αυτά τα αγαθά νέα έγινε πολύ γνωστή· γι’ αυτό, όταν ο Παύλος έγραφε στους Ρωμαίους, μπορούσε αληθινά να λέγη: «Πρώτον μεν ευχαριστώ τον Θεόν μου διά Ιησού Χριστού υπέρ πάντων υμών, διότι η πίστις σας κηρύττεται εν όλω τω κόσμω.»—Ρωμ. 1:8.
3 Ο Παύλος ήταν ένας πραγματικός ευαγγελιστής, ένας κήρυξ του ευαγγελίου. Έμαθε για τον Ιησού Χριστό, ο οποίος με τον θάνατό του πάνω στο ξύλο του μαρτυρίου παρέσχε το μέσον για την αφαίρεσι της αμαρτίας του κόσμου, και έμαθε επίσης για την ανάστασι του Ιησού εκ νεκρών. Ο Παύλος εκτιμούσε τόσο βαθιά τη σημασία αυτών των πραγμάτων ώστε αισθανόταν ότι όλοι έπρεπε να τα μάθουν. Γι’ αυτό εταξίδευσε χιλιάδες μίλια και πολλά απ’ αυτά πεζή, κηρύττοντας και διδάσκοντας. Άνοιξε μια νέα περιοχή, όπως θα έκανε ένας ιεραπόστολος, και έφερε σε πολλούς ανθρώπους πολλών εθνών το άγγελμα που θα τους παρείχε μια βάσι για πίστι.
«Ο Λόγος της Πίστεως τον Οποίον Κηρύττομεν»
4. Ποιος ήταν «ο λόγος της πίστεως» που διεκήρυξε ο Παύλος, και πώς μετείχε στη διακήρυξί του;
4 Ο Παύλος έλεγε στους ανθρώπους, όπως έγραψε στους Ρωμαίους: «Πλησίον σου είναι ο Λόγος, εν τω στόματί σου και εν τη καρδία σου· τουτέστιν ο λόγος της πίστεως τον οποίον κηρύττομεν ότι εάν ομολογήσης διά του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή· διότι με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.» (Ρωμ. 10:8-10) Ο Παύλος μιλούσε σε συναγωγές, δίπλα σε όχθες ποταμών, σε σχολεία, στη φυλακή, σε ιδιωτικά σπίτια, σε κάθε είδους ανθρώπους Ιουδαίους και Έλληνας, και σε συγκεντρώσεις ανθρώπων μεγάλες και μικρές. Όταν ο Παύλος μιλούσε, ο «λόγος» εφέρετο κοντά τους, τόσο κοντά ώστε μπορούσαν να τον επαναλαμβάνουν με τα χείλη τους και να τον φυλάγουν στην καρδιά τους. Μερικοί επίστεψαν και κράτησαν αυτή την πίστι μέσα στην καρδία τους.
5. Για να καταλήξη η πίστις σε μια δίκαιη στάσι ενώπιον του Θεού, ποιον πρέπει να περιλαμβάνη αυτή η πίστις;
5 Σχετικά με την ‘πίστι που οδηγεί σε δικαιοσύνη,’ ο Παύλος έγραψε στους Ρωμαίους: «Τι λοιπόν θέλομεν ειπεί; Ότι τα έθνη, τα μη ζητούντα δικαιοσύνην, έφθασαν εις δικαιοσύνην, δικαιοσύνην δε την εκ πίστεως. Ο δε Ισραήλ ζητών νόμον δικαιοσύνης, εις νόμον δικαιοσύνης δεν έφθασε.» (Ρωμ. 9:30, 31) Είναι πολύ φανερό ότι λόγω του ευαγγελισμού του Παύλου πολλοί εθνικοί βοηθήθηκαν να φθάσουν σε δικαιοσύνη. Οι άλλοι μαθηταί, επίσης, με τη διδασκαλία τους σε πολλές πόλεις βοήθησαν χιλιάδες εθνικούς να λάβουν γνώσι του Χριστού Ιησού, και αυτοί απέκτησαν δικαιοσύνη, την δικαιοσύνη που προέρχεται από πίστι στον Υιόν του Θεού. Απ’ ό,τι ετόνισε ο Παύλος για τους Ιουδαίους που έκαναν μεγάλες προσπάθειες να τηρήσουν τον Μωσαϊκό νόμον, λέγει ότι εκείνοι ποτέ δεν μπόρεσαν ν’ αποκτήσουν δικαιοσύνη. «Διά τι; Επειδή [ο Ισραήλ] δεν εζήτει αυτήν εκ πίστεως, αλλ’ ως εκ των έργων του νόμου. Διότι προσέκοψαν εις τον λίθον του προσκόμματος· καθώς είναι γεγραμμένον, ‘Ιδού θέτω εν Σιών λίθον προσκόμματος και πέτραν σκανδάλου, και πας ο πιστεύων επ’ αυτόν δεν θέλει καταισχυνθή.’»—Ρωμ. 9:32, 33.
6. (α) Γιατί οι Ιουδαίοι ως έθνος απέρριψαν τον Ιησούν ως τον Μεσσίαν, και γι’ αυτό σε ποιους κηρύχθηκε το άγγελμα ότι ο Ιησούς είναι Κύριος; (β) Σε τι εβασίζετο ο ‘λόγος της πίστεως’ για τον οποίον μίλησε ο Παύλος;
6 Ο νόμος που είχε δοθή στους Ιουδαίους επρόκειτο να είναι παιδαγωγός που θα τους ωδηγούσε στον Χριστό. Επρόκειτο να τους φέρη στον Μεσσία και να τους βοηθήση να τον αναγνωρίσουν και να τον δεχθούν ως διδάσκαλό τους και Κύριον όταν θα ήρχετο. (Γαλ. 3:24) Εν τούτοις, πολλοί απ’ αυτούς, στερούμενοι πίστεως, προσέκοψαν σ’ αυτόν ακριβώς στον οποίον ο δίκαιος νόμος του Θεού τους ωδηγούσε, δηλαδή, στον Υιόν του Θεού. Τώρα λοιπόν, ο «λόγος» ή το άγγελμα ότι ο ‘Ιησούς είναι Κύριος’ διεκηρύττετο όχι μόνον στους Ιουδαίους, αλλά και στους εθνικούς, σε όλα τα έθνη. Αυτός ο «λόγος» του Θεού ετέθη αμέσως στη διάθεσι των ανθρώπων παντού. Η επιστολή του Παύλου προς Ρωμαίους έλεγε ότι «πλησίον σου είναι ο λόγος, εν τω στόματί σου και εν τη καρδία σου.» Αλλά το άτομο τι θα κάμη γι’ αυτό; Αν ο «λόγος» πραγματικά εισχωρήση μέσα στην καρδιά του, θα πιστεύση. Θα έχη πίστι στον Ιησού Χριστό ως Κύριον και ως εκείνον μέσω του οποίου ο Θεός θα πραγματοποιήση όλες τις μεγαλειώδεις επαγγελίες Του. (2 Κορ. 1:20) Για να έχη μια τέτοια πίστι πρέπει να έχη γνώσι—πρώτ’ απ’ όλα, γνώσι του Θεού και γνώσι του τι Αυτός είπε και έκαμε, διότι η πρόνοια για σωτηρία μέσω του Χριστού προέρχεται από τον Θεό. Ο Θεός ανέστησε τον Ιησου εκ νεκρών. Σ’ αυτό προσπαθεί ο Παύλος να πείση τους ανθρώπους, ιδιαίτερα τους Ρωμαίους της εποχής του. Μερικές φορές ήταν ανάγκη στην εποχή του Παύλου να εντυπώση και σ’ εκείνους ακόμη που ισχυρίζοντο ότι ήσαν αφιερωμένοι στον Θεό τη σημασία αυτών των θεμελιωδών αληθειών. Ο Παύλος διεκήρυττε τον ‘λόγον της πίστεως.’ Σε τι εβασίζετο αυτός ‘ο λόγος της πίστεως’; Υπήρχαν δύο πολύ σαφή πράγματα που είχε υπ’ όψιν ο Παύλος, που πρέπει κι εμείς να τα έχωμε υπ’ όψιν, μολονότι έχουν περάσει 1.900 χρόνια από τότε. Για να είναι κανείς Χριστιανός πρέπει ν’ ακούη τον ‘λόγον της πίστεως’ και να είναι πεπεισμένος (1) ότι ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, είναι Κύριος, ότι με τον θυσιαστικό του θάνατο εξηγόρασε το ανθρώπινο γένος και γι’ αυτό πρέπει ν’ αναγνωρίζεται από τους Χριστιανούς ως κύριός των· επίσης, (2) ότι ο Ιεχωβά Θεός ανέστησεν τον Ιησούν εκ νεκρών. Φυσικά, θα θέλατε να έχετε κάποια απόδειξι αυτών των δύο πραγμάτων αφού αυτά είναι ουσιώδη για ν’ αποκτήση κανείς σωτηρία, δηλαδή ν’ αποκτήση αιώνια ζωή.—2 Κορ. 5:14, 15.
7. Τι ανεγνώρισαν στο πρόσωπο του Ιησού οι μαθηταί του λόγω της ισχυρής των πίστεως, αλλά πώς αντέδρασαν οι Φαρισαίοι;
7 Οι μαθηταί που εβάδισαν με τον Χριστόν Ιησούν πριν από δεκαεννέα αιώνες είχαν μια θαυμαστή ευκαιρία ν’ αποκτήσουν ισχυρή πίστι διότι πραγματικά εβάδισαν με τον Υιόν του Θεού. Τον άκουσαν να ομιλή ενόσω ήταν εδώ στη γη ως ανθρώπινο πλάσμα καθώς και μετά την ανάστασί του. Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους ακολούθους του: «Σεις τίνα με λέγετε ότι είμαι;» εκείνοι μπορούσαν ν’ απαντήσουν με πεποίθησι ότι ήταν ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού. (Ματθ. 16:15, 16) Αλλά σ’ αυτό το ζήτημα οι άπιστοι Φαρισαίοι βρέθηκαν σε μια θέσι που δεν μπορούσαν πια ν’ απαντήσουν στον Ιησού. Στο ευαγγέλιο του Ματθαίου 22:41-46 αναφέρεται: «Και ενώ ήσαν συνηγμένοι οι Φαρισαίοι, ηρώτησεν αυτούς ο Ιησούς, λέγων, Τι σας φαίνεται περί του Χριστού; τίνος υιός είναι; Λέγουσι προς αυτόν, Του Δαβίδ. Λέγει προς αυτούς, Πώς λοιπόν ο Δαβίδ διά πνεύματος ονομάζει αυτόν Κύριον, λέγων, ‘Είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου’; Εάν λοιπόν ο Δαβίδ ονομάζη αυτόν Κύριον, πώς είναι υιός αυτού; Και ουδείς ηδύνατο ν’ αποκριθή προς αυτόν.»
8, 9. (α) Τι πρέπει να ομολογούν οι Χριστιανοί για τον Ιησούν για να δείξουν την πίστι των, και πώς πρέπει ν’ αποδεικνύουν ότι πραγματικά το πιστεύουν αυτό; (β) Ποιο άλλο βήμα χρειάζεται κατόπιν για να δείξη κανείς την πίστι του;
8 Ο Πέτρος, όμως, την ημέρα της Πεντηκοστής διεσαφήνισε ποιος ήταν αυτός ο ‘Κύριος’ και ότι ήταν στα δεξιά του Θεού. Είπε: «Βεβαίως λοιπόν ας εξεύρη πας ο οίκος του Ισραήλ, ότι ο Θεός Κύριον και Χριστόν έκαμεν αυτόν τούτον τον Ιησούν, τον οποίον σεις εσταυρώσατε.» (Πράξ. 2:36) Όπως ακριβώς έκαναν οι απόστολοι και οι πρώτοι Χριστιανοί, έτσι και έως σήμερα οι Χριστιανοί κάνουν ομολογία με το στόμα των ότι ο Ιησούς είναι Κύριος. Αν όμως είναι αληθινοί Χριστιανοί, αυτό σημαίνει περισσότερο από μια προφορική έκφρασι. Αυτοί αποδεικνύουν την υποταγή των στον Χριστόν ως Κύριον κάνοντας το θέλημα του Πατρός και του Ιησού, όπως ο Ιησούς εδίδαξε τους μαθητάς του να κάνουν. (Ματθ. 7:21· Ιωάν. 15:8) Οι Χριστιανοί πρέπει να πιστεύουν και κάτι άλλο, δηλαδή ότι ο Θεός ανέστησεν τον Ιησούν εκ νεκρών. Ο Πέτρος το επεβεβαίωσε αυτό την ημέρα της Πεντηκοστής. Είπε: «Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες.» (Πράξ. 2:32) Πιστεύετε σεις αυτά τα δύο θεμελιώδη γεγονότα που εκτίθενται από τον Παύλο και από τον Πέτρο, ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι «τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός» εκ νεκρών; Αν το πιστεύετε, υπάρχει κάτι που πρέπει να κάμετε γι’ αυτό, δηλαδή, να κάμετε προφορική ομολογία της πίστεώς σας. Εκείνοι που κάνουν μια τέτοια εγκάρδια ομολογία πρέπει να βαπτισθούν. Ο απόστολος Πέτρος προέτρεψε εκείνους που τον άκουσαν να ομιλή την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. να το κάμουν αυτό. «Και με άλλους πολλούς λόγους διεμαρτύρετο και προέτρεπε, λέγων, Σώθητε από της διεστραμμένης ταύτης γενεάς. Εκείνοι λοιπόν μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν και προσετέθησαν εν εκείνη τη ημέρα έως τρεις χιλιάδες ψυχαί.»—Πράξ. 2:40, 41.
9 Σκεφθήτε το εξής: περίπου τρεις χιλιάδες από εκείνους στους οποίους είχε μιλήσει ο Πέτρος βαπτίσθηκαν! Αυτοί προσετέθησαν στην εκκλησία και εξακολούθησαν να είναι προσηλωμένοι στη διδασκαλία των αποστόλων και μετείχαν προσωπικά στο κήρυγμα του ευαγγελίου στους άλλους.—Ματθ. 28:19, 20· Πράξ. 8:1, 4.
10. (α) Πώς ο απόστολος Παύλος προσπαθούσε να υποκινήση την εκκλησία της Ρώμης σε μεγαλύτερη δράσι; (β) Τι λοιπόν έπρεπε να κάμουν εκείνοι για ν’ αποδείξουν την πίστι των, και τι παράδειγμα έδωσαν για τους σημερινούς Χριστιανούς;
10 Πολλά χρόνια αργότερα, περίπου το 56 μ.Χ., ο απόστολος Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης. Η εκκλησία εκείνη μπορεί να είχε ιδρυθή από μερικούς Ιουδαίους η προσηλύτους από τη Ρώμη που είχαν επισκεφθή την Ιερουσαλήμ την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ. Αυτοί μπορεί να υπήρξαν μάρτυρες της θαυματουργικής εκχύσεως του αγίου πνεύματος τότε. (Πράξ. 2:1-5, 10) Είχαν περάσει είκοσι τρία χρόνια. Εν τω μεταξύ ο Παύλος έγινε απόστολος των εθνών και επειδή ενδιαφερόταν για την εκκλησία της Ρώμης, προσπαθούσε να τους υποκινήση σε μεγαλύτερη δράσι για να κηρυχθή αυτό το ευαγγέλιον της βασιλείας ευρύτερα ακόμη απ’ όσο είχε κηρυχθή έως τότε. Εκείνα στα οποία αυτοί ωμολόγησαν πίστι πριν από το βάπτισμα έπρεπε, επίσης, να κηρυχθούν δημοσία μετά το βάπτισμα για να πιστέψουν και άλλοι. Ο Παύλος έγραψε: «Εάν ομολογήσης διά του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή.» (Ρωμ. 10:9) Αν το πίστευαν πραγματικά αυτό, θα ήσαν ζηλωταί στη διακήρυξί του στους άλλους. Έπρεπε ν’ αποδείξουν την πίστι των με αυτά, που θα έλεγαν, με το να εκφράζουν την πίστι των στους άλλους ανθρώπους ότι ο Ιησούς αληθινά είναι Κύριος. Έπρεπε ν’ αποδείξουν με τα έργα των ότι επίστευαν ότι ο Ιησούς είχε εξυψωθή σε μια θέσι δεύτερη μόνο μετά τον Θεό και ότι έπρεπε «πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος εις δόξαν του Πατρός.» (Φιλιππ. 2:9-11) Κι’ εμείς επίσης πρέπει ν’ αποδεικνύωμε ότι έχομε τέτοια πίστι. Φυσικά, για να το πιστεύη αυτό κάθε Χριστιανός, πρέπει επίσης να πιστεύη ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών, και ότι ο Ιεχωβά που είναι στον ουρανό ανέστησε τον Υιόν του. Ο Παύλος τονίζει στην επιστολή του ότι ήταν πεπεισμένος γι’ αυτό, και προσπαθούσε να πείση όλους τους αναγνώστας της επιστολής του ότι πρέπει να διαδώσουν την πληροφορία ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι ο Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών. Με αυτόν τον τρόπο το άτομο θ’ αποκτήση σωτηρία. Φυσικά, εκείνος που σώζεται είναι νικητής. Υπερνικά τον κόσμο. Θ’ αποκτήση ζωή αιώνια.
11, 12. Πώς το εδάφιο Ρωμαίους 10:10 δείχνει ότι η αληθινή πίστις πρέπει να είναι βαθειά;
11 Ο Παύλος τονίζει την ανάγκη πίστεως, όχι μόνο σ’ αυτά τα δύο πράγματα, ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι αναστήθηκε, αλλά φυσικά, και σε όλα όσα εδίδαξε ο Ιησούς. Αυτή η πίστις πρέπει να είναι βαθιά ριζωμένη, όχι επιφανειακή, όχι κάτι που είναι μόνο στην επιφάνεια· διότι με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.»—Ρωμ. 10:10.
12 Σε όλο τον κόσμο σήμερα οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά κάνουν αυτή την ομολογία. Άνθρωποι όλων των εθνών από εκατοντάδες γλώσσες μαθαίνουν την αλήθεια του Λόγου του Θεού. Οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδεικνύουν ότι έχουν πίστι από τα έργα που κάνουν.
Τι Ωφελούν τα Λόγια Χωρίς Έργα;
13. Ποια πορεία πίστεως ακολούθησε τελικά ο Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, μολονότι στην αρχή δεν ήταν μαθητής του Ιησού;
13 Ο μαθητής Ιάκωβος, ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ήταν ασφαλώς κατατοπισμένος για τη δράσι του αδελφού του, αλλά δεν υπάρχει ένδειξις ότι αυτός ήταν ένας μαθητής που ακολούθησε τον Ιησού στη διάρκεια της επιγείου διακονίας του. Ο Ιάκωβος μπορεί να ήταν μεταξύ εκείνων των συγγενών του που είπαν για τον Ιησούν: «Είναι έξω εαυτού.» (Μάρκ. 3:21) Εν τούτοις, πολύ πιθανώς αυτός ο Ιάκωβος ήταν εκείνος που είδε τον Ιησού μετά την ανάστασί του. Ο Παύλος προφανώς τον είχε υπ’ όψιν όταν έγραψε στους Κορινθίους: «Μετά ταύτα εφάνη εις πεντακοσίους και επέκεινα αδελφούς διά μιας . . . έπειτα εφάνη εις τον Ιάκωβον, έπειτα εις πάντας τους αποστόλους.» (1 Κορ. 15:6, 7) Είναι πιθανόν, λοιπόν, ότι αυτός ο Ιάκωβος, μετά τον θάνατο του Ιησού και πριν από την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. είχε έλθει για προσευχή μαζί με την μητέρα του και τους αποστόλους και άλλους στο υπερώον της Ιερουσαλήμ. (Πράξ. 1:13, 14) Είχε πιστεύσει ότι ο Ιησούς είναι Κύριος, και εγνώριζε επίσης ότι ο Ιησούς είχε αναστηθή. Ο Ιάκωβος αργότερα έγινε ένας εξέχων ακόλουθος του Χριστού Ιησού και στα μετέπειτα χρόνια ήταν ένας από εκείνους που πήραν την απόφασι για ζητήματα σχετικά με όλες τις εκκλησίες όταν το πρεσβυτέριο συνήλθε στην Ιερουσαλήμ.—Πράξ. 15:6, 13.
14. (α) Πώς ο Ιάκωβος έδειξε την αμοιβαία σχέσι της πίστεως με τα καλά έργα; (β) Ποια λόγια του Ιησού έχομε για ν’ αποδείξωμε τη βάσι στην οποία αυτός τώρα χωρίζει τους ανθρώπους, είτε για ζωή είτε για θάνατο;
14 Ο Ιάκωβος έγραψε μερικά πολύ δυνατά πράγματα στους Χριστιανούς αδελφούς του, και ασχολήθηκε μ’ αυτό το ζήτημα της πίστεως. Το έκρινε με τον ίδιο τρόπο που το είχε κρίνει και ο Παύλος. Ο Ιάκωβος το εξέφρασε ως εξής: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν λέγη τις ότι έχει πίστιν, και έργα δεν έχει;» (Ιακ. 2:14) Ένα άτομο δεν έχει λόγο να κομπάζη για την πίστι του, αν δεν έχη έργα να την υποστηρίζη. Στην πραγματικότητα ο ισχυρισμός του ότι έχει πίστι είναι ψεύτικος. Ο Ιάκωβος, για να επεξηγήση το σπουδαίο αυτό ζήτημα των καταλλήλων έργων, θέτει ένα ερώτημα στην εκκλησία: «Εάν δε αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και στερώνται της καθημερινής τροφής, και είπη τις εξ υμών προς αυτούς, Υπάγετε εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, και δεν δώσετε εις αυτούς τα αναγκαία του σώματος, τι το όφελος;» (Ιακ. 2:15,16) Τα έργα χρειάζονται για να δείξουν ότι η επιθυμία που εκφράζεται με λόγια είναι γνησία. Ενθυμούμεθα ότι ο Ιησούς είπε: «Όταν δε έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, τότε θέλει καθίσει επί του θρόνου της δόξης αυτού. . . . και θέλει χωρίσει αυτούς [τους ανθρώπους] απ’ αλλήλων, καθώς ο ποιμήν χωρίζει τα πρόβατα από των εριφίων· και θέλει στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ αριστερών. Τότε ο βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού, Έλθετε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν . . . ξένος ήμην, και με εφιλοξενήσατε· γυμνός, και με ενεδύσατε. . . . Καθ’ όσον εκάματε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε.»—Ματθ. 25:31-40.
15, 16. (α) Ποια εξήγησις δίδεται στη λέξι «γυμνός» που αναφέρεται στο Ματθαίο 25:36; (β) Πώς μπορεί κανείς να κάμη καλά έργα στους ‘αδελφούς’ του Ιησού και όχι να τους πη απλώς, «Πήγαινε στο καλό»;
15 Τα άτομα κατ’ ανάγκην δεν θα είναι κατά γράμμα γυμνά για να έχουν ανάγκη βοηθείας. Η υποσημείωσις της Μεταφράσεως Νέου Κόσμου για το εδάφιον Ματθαίος 25:36 λέγει: «Δηλαδή, ‘όχι αρκετά ντυμένος’· στην κοινή γλώσσα η αρχική λέξις γι’ αυτή την έκφρασι εσήμαινε ‘ελαφρά ντυμένος, με τα εσώρουχα μόνον,’ επομένως ανεπαρκώς ντυμένος, όχι κατ’ ανάγκην ολόγυμνος.» Είτε ολόγυμνο είναι το άτομο είτε απλώς ελαφρά ντυμένο, εκείνος που βλέπει την κατάστασι του ξένου δεν πρέπει απλώς να πη. «Υπάγετε εν ειρήνη θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε.» Φυσικά, δεν μπορούμε να προσφέρωμε τέτοια βοήθεια στον Ιησού προσωπικά, αλλά μπορούμε αυτά να το κάμωμε στους αδελφούς του, στους κεχρισμένους με το πνεύμα Χριστιανούς που ζουν εδώ στη γη. Προσφέρετε σεις τέτοια βοήθεια σ’ αυτούς, κάνοντας το επειδή βλέπετε την ανάγκη των και επειδή γνωρίζετε ότι ανήκουν στον Χριστό;—Ματθ. 10:41, 42
16 Ο Ιάκωβος τονίζει ότι τα λόγια που δεν υποστηρίζονται με έργα δεν έχουν αξία. Το να πήτε απλώς τη λέξι «Θερμαίνεσθε,» δεν θα ωφελήση τον Χριστιανό αδελφό ή αδελφή σας. Μια άλλη μετάφρασις διατυπώνει ως εξής τα λόγια του Ιακώβου: «Υποθέστε ότι ένας αδελφός ή μια αδελφή είναι ρακένδυτοι και χωρίς αρκετή τροφή για την ημέρα, και ένας από σας λέγει, ‘Πήγαινε στο καλό, ζεστάσου και φάγε καλά, αλλά τίποτε δεν κάνει για να ικανοποιήση τις υλικές του ανάγκες, τι ωφελεί αυτό;» (ΝΕ) Αν θέλη κανείς να βλέπη τα άτομα να μη κρυώνουν, τότε θα χρειασθή ο Χριστιανός κάτι να κάμη, δηλαδή να φροντίση να τους δώση κάτι ώστε τα άτομα αυτά να θερμανθούν, και όχι απλώς να τους πη «Πήγαινε στο καλό,» και να μην κάμη τίποτε για να τους προμηθεύση ό,τι χρειάζονται. Ομοίως, η πίστις πρέπει να συνοδεύεται από έργα. Η πίστις πρέπει να υποστηρίζεται με δράσι.
Είναι η Πίστις σας Νεκρή ή Ζωντανή;
17. Ποιο είναι το σημείο που εξετάζεται στο εδάφιο Ιακώβου 2:18;
17 Ο Ιάκωβος προχωρεί και λέγει: «Ούτω και η πίστις, εάν δεν έχη έργα, νεκρά είναι καθ’ εαυτήν.» (Ιακ. 2:17) Αυτό είναι αλήθεια. Ο Ιάκωβος τώρα εισάγει ένα φανταστικό πρόσωπο και λέγει: «Αλλά θέλει τις ειπεί, Συ έχεις πίστιν, και εγώ έχω έργα· δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου, και εγώ θέλω σοι δείξει εκ των έργων μου την πίστιν μου.» (Ιακ. 2:18) Το σημείο που εξετάζεται δεν είναι αν τα έργα που είναι σε αρμονία με τον Μωσαϊκό νόμο οδηγούν σε σωτηρία ή η πίστις στον Ιησού Χριστό. Μάλλον, η πίστις που είναι πραγματική και ζώσα αντιπαραβάλλεται με μια νεκρή ή άψυχη πίστι. Μια άλλη μετάφρασις το διατυπώνει αυτό ως εξής: «Αλλά κάποιος μπορεί ν’ αντείπη: ‘Ιδού ένας που ισχυρίζεται ότι έχει πίστι και ένας άλλος που τονίζει τα έργα του.’ Στον οποίον απαντώ: ‘Απόδειξέ μου ότι αυτή η πίστις για την οποία ομιλείς είναι πραγματική χωρίς να συνοδεύεται από έργα, και εγώ με τα έργα μου θα σου αποδείξω την πίστι μου.’—ΝΕ.
18, 19. (α) Τι απόδειξι έχομε ότι πολλοί που λέγουν ότι πιστεύουν στον Θεό και στον Χριστό δεν έχουν πραγματική πίστι; (β) Τι είπε ο Ιάκωβος σ’ εκείνους που ομολογούσαν ότι πίστευαν στον Θεό αλλά δεν είχαν ενεργό πίστι;
18 Εγείρεται λοιπόν κατ’ ανάγκην το εξής ερώτημα στη διάνοια ενός ατόμου: Μπορεί ένας Χριστιανός ν’ αποδείξη την πίστι του χωρίς να έχη διόλου έργα; Ή πρέπει ένας Χριστιανός ν’ αποδείξη την πίστι του δείχνοντας στους άλλους με την καρδιά του, τη διάνοιά του, την ψυχή του και τη δύναμί του ότι η πίστις του είναι ζωντανή πίστις παραγωγική πίστις, και όχι νεκρά; Ο Ιάκωβος τονίζει ότι τα έργα ή η δράσις αποτελούν απόδειξι της πίστεώς του. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στον κόσμο σήμερα που λέγουν ότι πιστεύουν στον Θεό, αλλ’ όταν τους ρωτήσετε, ‘Ποιος είναι ο Θεός; Τι έκαμε; Τι κάνει τώρα;’ εκεί παύει η συνομιλία. Δεν έχουν πραγματική πίστι στον Θεό, διότι δεν τον γνωρίζουν. Δεν έχουν ‘ελπιζομένων πεποίθησι.’ Δεν έχουν ‘βεβαίωσι πραγμάτων μη βλεπομένων.’ (Εβρ. 11:1) Άλλοι λέγουν, Εγώ πιστεύω στον Ιησού Χριστό, αλλ’ όταν τους ρωτήσετε, ‘Τι κάνει τώρα ο Ιησούς Χριστός;’ στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζουν. Λέγουν ότι πέθανε. Δεν πιστεύουν ότι αυτός είναι ο αναστημένος Κύριος, που ζη στους ουρανούς, που του έχει δοθή μεγάλη εξουσία και βασιλεύει και σε λίγο θα θέση τέρμα στο πονηρό σύστημα πραγμάτων, και προετοιμάζει την πλήρη πραγματοποίησι της προσευχής που διδάχθηκαν οι Χριστιανοί να λέγουν, «Ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.» (Ματθ. 6:10) Αυτά τα άτομα τα χάνουν όταν πρόκειται να σας πουν σε τι συνίσταται η πίστις των. Δεν μπορούν να την υποστηρίξουν με αποδείξεις από την Αγία Γραφή. Δεν έχουν ελπίδα. Πραγματικά, αυτοί δεν πιστεύουν ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και ότι ο Ιεχωβά Θεός τον ανέστησε και ότι αυτός έγινε βασιλεύς της βασιλείας του Θεού και ετέθη στον ουράνιο θρόνο για την ευλογία όλου του ανθρωπίνου γένους. Σεις πιστεύετε;
19 Προφανώς ο Ιάκωβος στη συζήτησί του με ανθρώπους που ωμολογούσαν ότι είναι από την εκκλησία του Θεού στον πρώτο αιώνα διαπίστωσε ότι μερικοί δεν είχαν πίστι ζωντανή, ενεργητική, πίστι που θα υποκινούσε ένα άτομο να δείξη γνήσια αγάπη στους Χριστιανούς αδελφούς του και να μετέχη στην προαγωγή και άλλων μαθητών του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό ο Ιάκωβος είπε: «Συ πιστεύεις ότι ο Θεός είναι εις· καλώς ποιείς· και τα δαιμόνια πιστεύουσι, και φρίττουσι.» (Ιακ. 2:19) Γιατί το είπε αυτό ο Ιάκωβος;
20, 21. Πώς ξέρομε ότι τα δαιμόνια πιστεύουν στον Θεό, και τι συνέβη σ’ αυτά τον καιρό του κατακλυσμού και γιατί;
20 Τονίζει ότι οι δαίμονες πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός. Πραγματικά, το ξέρουν αυτό πολύ καλά, διότι «ότε ήρχισαν οι άνθρωποι να πληθύνωνται επί του προσώπου της γης, και θυγατέρες εγεννήθησαν εις αυτούς, ιδόντες οι υιοί του αληθινού Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας εκ πασών όσας έκλεξαν.» (Γέν. 6:1, 2, ΜΝΚ) Αυτοί οι υιοί του αληθινού Θεού ήσαν πνευματικά όντα αλλά υλοποιήθηκαν. Αυτοί «οι υιοί του Θεού εισήλθον εις τας θυγατέρας των ανθρώπων, και αύται ετεκνοποίησαν εις αυτούς· εκείνοι ήσαν οι δυνατοί, οι έκπαλαι άνδρες ονομαστοί.» Οι ‘πεπτωκότες’ αυτοί άγγελοι, λόγω της εξαχρειώσεώς των, έφεραν μεγάλη καταστροφή στη γη, και οι μιξογενείς των απόγονοι, «οι δυνατοί,» ασφαλώς συνετέλεσαν πολύ στο να ‘γεμίση η γη με βία’ εκείνη την εποχή. Γι’ αυτόν το λόγο ο Θεός είπε ότι θα κατέστρεφε το ανθρώπινο γένος μ’ ένα κατακλυσμό διαφυλάττοντας μόνον τον Νώε, τη σύζυγό του και τους τρεις γυιους και τις συζύγους των.—Γέν. 6:4-7, 11-13.
21 Τι συνέβη σ’ εκείνους τους υλοποιημένους αγγέλους όταν έπεσαν τα νερά του κατακλυσμού; Αναγκάσθηκαν να γυρίσουν στο πνευματικό βασίλειο, αλλ’ όχι στις διωρισμένες θέσεις των που είχαν εγκαταλείψει. Ο Ιούδας μάς λέγει: «Και αγγέλους οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, αλλά κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον, εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά υποκάτω του σκότους, διά την κρίσιν της μεγάλης ημέρας.» (Ιούδ. 6) Ο Ιάκωβος χαρακτηρίζει αυτούς τους αγγέλους ως δαίμονας. Αυτοί οι δαίμονες ή δαιμόνια επίστευαν ότι είναι ένας Θεός, επίστευαν ότι υπάρχει, αλλά δεν έκαναν τα έργα του Θεού.
22, 23. Τι απόδειξις υπάρχει ότι και οι δαίμονες εγνώριζαν τον Χριστόν Ιησούν και ανεγνώριζαν τη δύναμί του;
22 Εγνώριζαν επίσης και τον Υιόν του Θεού, τον Χριστόν Ιησούν, αλλά δεν έκαναν τα έργα του. Όταν ο Ιησούς ήταν στη χώρα των Γαδαρηνών [ή Γεργεσηνών] τον συνήντησαν δύο δαιμονιζόμενοι που εξήρχοντο από τα μνημεία. Αυτοί ήσαν υπερβολικά άγριοι και κανένας δεν είχε το θάρρος να περάση από εκείνον τον δρόμο. Αυτοί οι δαίμονες εγνώριζαν ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός. «Έκραξαν λέγοντες, Τι είναι μεταξύ ημών και σου, Ιησού, Υιέ του Θεού; ήλθες εδώ προ καιρού να μας βασανίσης;» Η αφήγησις μάς λέγει ότι ο Ιησούς έβγαλε τους δαίμονας από τους ανθρώπους και οι δαίμονες πήγαν σε μια αγέλη χοίρων.—Ματθ. 8:28-32.
23 Δεν υπήρχε καμμιά αμφισβήτησις για το ότι αυτοί οι δαίμονες επίστευαν ότι υπάρχει Θεός και ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού. Και έφριξαν με τη σκέψι του τι αυτό εσήμαινε γι’ αυτούς. Ο Πέτρος μάς λέγει: «Ο Θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, αλλά ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδεμένους με αλύσεις σκότους, παρέδωκε διά να φυλάττωνται εις κρίσιν.»—2 Πέτρ. 2:4.
24. Γιατί λοιπόν η πίστις στον Θεό δεν είναι αρκετή;
24 Είναι πολύ φανερό ότι αυτοί οι υιοί του Θεού έγιναν δαίμονες επειδή δεν έκαναν το θέλημα του Θεού. Ήσαν στασιασταί. Ήξεραν βέβαια ότι υπάρχει Θεός· και τώρα ο Ιάκωβος, μιλώντας σ’ εκείνους της Χριστιανικής εκκλησίας, λέγει: «Συ πιστεύεις ότι ο Θεός είναι εις· καλώς ποιείς.» Αλλ’ εάν έως εκεί μόνον έφθανε η πίστις των, τότε δεν ήσαν σε καλύτερη θέσι από τη θέσι των δαιμόνων. Οι δαίμονες είναι εναντίον του Θεού, και όμως πιστεύουν. Έχουν γνώσι. Γνωρίζουν τη θέσι που κατέχει ο Ιεχωβά στο σύμπαν, αλλά δεν συμμορφώνονται με το θέλημά του. Ομοίως, εκατομμύρια εκατομμυρίων άνθρωποι ακριβώς εδώ στη γη πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός, και λέγουν ότι πιστεύουν, αλλά πού είναι τα έργα των; Η πίστις των είναι νεκρή.
Απόδειξις της Ζωντανής Πίστεως
25. (α) Τι ερωτήματα αντιμετωπίζει τώρα ο καθένας μας; (β) Τι μας λέγει ο Ιάκωβος για την πίστι του Αβραάμ;
25 Ο Ιάκωβος λοιπόν θέτει το ζήτημα τετραγωνικά ενώπιον των ακροατών του: «Θέλεις όμως να γνωρίσης, ω άνθρωπε μάταιε, ότι η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά;» (Ιακ. 2:20) (στείρα, μετάφρασις ΝΕ) Μια στείρα γυναίκα δεν γεννά· δεν παράγει. Τι κάνει η πίστις σας για σας; Έχει έργα; Παράγει τίποτε; Ζήτε σε αρμονία με ότι ομολογείτε ότι πιστεύετε; Σας βοηθεί η πίστις σας να κάμετε μαθητάς του Χριστού Ιησού; Αυξάνετε τα συμφέροντα της βασιλείας; Ο Ιάκωβος, για να τονίση αυτό το σημείο, μας δίνει ένα παράδειγμα και μιλεί για τον Αβραάμ: «Αβραάμ ο πατήρ ημών δεν εδικαιώθη εξ έργων, ότε προσέφερεν Ισαάκ τον υιόν αυτού επί το θυσιαστήριον; Βλέπεις ότι η πίστις συνήργει εις τα έργα αυτού, και εκ των έργων η πίστις ετελειώθη; Και επληρώθη η γραφή η λέγουσα, ‘Επίστευσε δε Αβραάμ εις τον Θεόν, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην’ και ‘φίλος Θεού’ ωνομάσθη, Βλέπετε λοιπόν ότι εξ έργων δικαιούται ο άνθρωπος και ουχί εκ πίστεως μόνον;» (Ιακ. 2:21-24) Έχετε σεις πίστι σαν την πίστι του Αβραάμ, πίστι που υποκινεί έναν άνθρωπο να θέτη την εκτέλεσι του θείου θελήματος πριν από τη ζωή του ακόμη;
26. (α) Όπως λέγει ο Παύλος, πώς ο Αβραάμ και η Σάρρα έδειξαν πίστι στις επαγγελίες του Θεού; (β) Ποιο ερώτημα τίθεται τώρα για τον καθένα μας;
26 Ο Παύλος, στην επιστολή του εν σχέσει με την πίστι, είπε: «Είναι δε πίστις ελπιζομένων πεποίθησις.» Έγραψε επίσης και για τον Αβραάμ και χρησιμοποιεί τον Αβραάμ σαν ένα ζωντανό παράδειγμα πίστεως. Λέγει: «Διά πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβη εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων που υπάγει. Διά πίστεως παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της αυτής επαγγελίας· διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Διά πίστεως και αυτή η Σάρρα έλαβε δύναμιν εις το να συλλάβη σπέρμα και παρά καιρόν ηλικίας εγέννησεν, επειδή εστοχάσθη πιστόν τον υποσχεθέντα. Διά τούτο και εξ ενός μάλιστα νενεκρωμένου. εγεννήθησαν, καθώς τα άστρα του ουρανού κατά το πλήθος, και ως η άμμος η παρά το χείλος της θαλάσσης, ήτις δεν δύναται ν’ αριθμηθή.» (Εβρ. 11:8-12) Γνωρίζομε ότι ο Αβραάμ πέθανε χωρίς να λάβη την εκπλήρωσι της επαγγελίας που του έγινε, αλλά βέβαια είχε πίστι και πεποίθησι στα πράγματα που ήλπιζε, και σε όλη τη ζωή του είχε την απόδειξι της θείας ευλογίας επάνω του. Η πίστις του Αβραάμ στην «πόλιν . . . της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός» τον υπεκίνησε να εγκαταλείψη υλικά μέσα διαβιώσεως για να κάμη το θέλημα του Θεού. Τα δικά σας έργα πιστοποιούν ομοίως ότι η βασιλεία του Θεού σάς είναι πιο σπουδαία από τα υλικά αποκτήματα;—Λουκ. 12:29-31.
27. Πώς έδειξε ο Νώε ότι ήταν άνθρωπος με ενεργό πίστι;
27 Υπήρχε και άλλος ένας άνθρωπος ένας άνθρωπος που είδε τι είχαν κάμει οι υιοί του Θεού στη συναναστροφή τους με τις θυγατέρες των ανθρώπων πριν από τον παγκόσμιο κατακλυσμό, και ο Παύλος τον χρησιμοποιεί επίσης ως παράδειγμα ανθρώπου που έδειξε πραγματική πίστι. Διαβάζομε: «Διά πίστεως ο Νώε, ειδοποιηθείς θεόθεν περί των μη βλεπομένων έτι, εφοβήθη, και κατεσκεύασε κιβωτόν προς σωτηρίαν του οίκου αυτού· δι’ ης κατέκρινε τον κόσμον, και έγεινε κληρονόμος της διά πίστεως δικαιοσύνης.» (Εβρ. 11:7) Η κατασκευή της κιβωτού δεν έγινε θαυματουργικά. Ο Νώε έπρεπε να κόψη δένδρα, να τα διαμορφώση, και να κάμη διάφορα διαμερίσματα στο έργο που κατασκεύαζε. Έπρεπε να αλείψη με πίσσα το εξωτερικό και το εσωτερικό. (Γεν. 6:14) Αυτή η κιβωτός δεν ήταν μικρή· οι διαστάσεις της ήσαν 437 πόδια και έξη ίντσες μάκρος (133.35 μέτρα) μάκρος 72 πόδια και ένδεκα ίντσες (22,25 μέτρα) φάρδος, 43 πόδια και εννέα ίντσες (13,35 μέτρα) ύψος. Αυτή η κολοσσιαία κιβωτοειδής κατασκευή έγινε στην ξηρά. Η Βίβλος παραθέτει επίσης και τον πολύ ενδιαφέροντα κατάλογο των επιβατών της. Εκτός από τον Νώε, τη σύζυγό του, τους τρεις γυιους του και τις συζύγους των, ο Νώε έλαβε οδηγίες να εισαγάγη και άλλα πλάσματα μέσα στην κιβωτό μαζί του: «Και από παντός ζώου εκ πάσης σαρκός, ανά δύο εκ πάντων θέλεις εισάξει εις την κιβωτόν, διά να φυλάξης την ζωήν αυτών μετά σεαυτού· άρσεν και θήλυ θέλουσιν είσθαι. Από των πτηνών κατά το είδος αυτών, και από των κτηνών κατά το είδος αυτών, από πάντων των ερπετών της γης κατά το είδος αυτών, ανά δύο εκ πάντων θέλουσιν εισέλθει προς σε, διά να φυλάξης την ζωήν αυτών. Και συ λάβε εις σεαυτόν από παντός φαγητού το οποίον τρώγεται, και θέλεις συνάξει αυτό πλησίον σου· και θέλει είσθαι εις σε, και εις αυτά, προς τροφήν. Και έκαμεν ο Νώε κατά πάντα όσα προσέταξεν εις αυτόν ο Θεός· ούτως έκαμε.» (Γέν. 6:19-22) Δεν θα λέγατε ότι ο Νώε εργάσθηκε για ν’ αποδείξη την πίστι του;
28. Τι απέρριψε ο Μωυσής λόγω της ενεργού πίστεώς του;
28 Υπάρχει και άλλος ένας για τον οποίον οι αναγνώσται της Βίβλου έχουν μάθει από τις Γραφές. Ο Παύλος, για να δείξη ότι αυτός είχε πεποίθησι σε πράγματα που ήλπιζε λέγει τα εξής γι’ αυτόν: «Διά πίστεως ο Μωυσής, αφού εμεγάλωσεν, ηρνήθη να λέγηται υιός της θυγατρός του Φαραώ, προκρίνας μάλλον να κακουχήται με τον λαόν του Θεού, παρά να έχη πρόσκαιρον απόλαυσιν αμαρτίας· κρίνας τον υπέρ του Χριστού ονειδισμόν μεγαλήτερον πλούτον παρά τους εν Αιγύπτω θησαυρούς· διότι απέβλεπεν εις την μισθαποδοσίαν. . . . Διά πίστεως έκαμε το πάσχα και την πρόσχυσιν του αίματος, διά να μην εγγίση αυτούς ο εξολοθρεύων τα πρωτότοκα. Διά πίστεως διέβησαν την Ερυθράν θάλασσας ως διά ξηράς την οποίαν δοκιμάσαντες οι Αιγύπτιοι κατεποντίσθησαν.»—Εβρ. 11:24-29.
29. Ποια ενέργεια της Ραάβ προς τους δύο κατασκόπους δείχνει ότι είχε πίστι στον Ιεχωβά;
29 Ο Ιάκωβος δεν διέθεσε χρόνο για να εξετάση την πίστι των άλλων ανδρών, όπως έκαμε ο Παύλος. Απευθυνόμενος στους αδελφούς και στις αδελφές του, αναφέρθηκε μόνον στον Αβραάμ και στη Ραάβ και είπε: «Ομοίως δε και Ραάβ η πόρνη δεν εδικαιώθη εξ έργων, ότε υπεδέχθη τους απεσταλμένους, και εξέβαλεν αυτούς δι’ άλλης οδού;» (Ιακ. 2:25) Η Ραάβ μεγάλωσε σε μια χώρα όπου λατρεύονταν άλλοι θεοί, όχι ο Θεός του Ισραήλ. Αλλά είχε ακούσει για τον Θεό του Ισραήλ και είχε πίστι στον Θεόν των λόγω του τι αυτός είχε κάμει για τους Ισραηλίτας. Ο Παύλος αναφέρθηκε και σ’ αυτήν, επίσης, όπως και ο Ιάκωβος, χρησιμοποιώντας την ως ένα παράδειγμα πίστεως. Ο Παύλος είπε: «Διά πίστεως η πόρνη Ραάβ δεν συναπωλέσθη με τους απειθήσαντας, δεχθείσα τους κατασκόπους με ειρήνην.» (Εβρ. 11:30, 31) Όχι μόνον επίστευσε η Ραάβ σε ό,τι της είπαν οι αγγελιαφόροι όταν ήλθαν στο σπίτι της, αλλά και εργάσθηκε υπέρ αυτών. Έκρυψε τους αγγελιαφόρους και τους εβοήθησε να διαφύγουν. Επίσης συγκέντρωσε την οικογένειά της σ’ ένα τόπο ασφαλείας. Επίστευσε ότι αυτά που της είπαν οι Ισραηλίται ήσαν αληθινά.
30, 31. Ποια συσχέτισις γίνεται από τον Ιάκωβο μεταξύ του σώματος και της πνοής και της πίστεως και των έργων, και ποιος είναι ο σκοπός των λόγων του Ιακώβου;
30 Ο Ιάκωβος τελειώνει την εξέτασί του για το ζήτημα της πίστεως λέγοντας: «Διότι καθώς το σώμα χωρίς πνεύματος είναι νεκρόν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά.» (Ιακ. 2:26) Στους περασμένους καιρούς, αν ένας ήθελε να βεβαιωθή ότι δεν έμεινε αναπνοή σ’ ένα σώμα, έπαιρνε ένα γυαλί ή καθρέφτη και το κρατούσε κοντά στο στόμα και στη μύτη του ατόμου. Αν υπήρχε πνοή σ’ εκείνο το σώμα, μπορούσε να το διακρίνη στο γυαλί. Αν δεν υπήρχε σημείον ζωής, έλεγε ότι το άτομο ήταν νεκρό. Γι’ αυτό ο Ιάκωβος χρησιμοποιεί το παράδειγμα του σώματος. Όπως είναι το σώμα όταν δεν υπάρχη πνοή σ’ αυτό, έτσι είναι ένας άνθρωπος που ομολογεί πίστι αλλά δεν έχει έργα. Όταν η πίστις είναι χωρισμένη από τα έργα και δεν υπάρχει έργο που να υποστηρίζη αυτή την πίστι, τότε η πίστις του ατόμου είναι σαν ένα νεκρό πτώμα.
31 Ένα πράγμα που πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν είναι ότι ο Ιάκωβος απευθύνεται σε Χριστιανούς, σε άτομα που είναι αφιερωμένα στον Ιεχωβά Θεό και βαπτισμένα και που ισχυρίζονται πλήρως ότι είναι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά. Προσπαθεί να διεγείρη τον καθένα απ’ αυτούς σε δράσι. Αν έχουν πίστι να το αποδείξουν. Μη λησμονείτε πώς άρχισε την εξέτασι του ζητήματος της πίστεως: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, αν λέγη τις ότι έχει πίστιν, και έργα δεν έχη;»—Ιακ. 2:14.
32, 33. Για ποιο λόγο οι μάρτυρες του Ιεχωβά πρέπει σήμερα να έχουν ισχυρή πίστι, και αποδεικνύουν ότι έχουν τέτοια πίστι;
32 Η πίστις μας σήμερα πρέπει να είναι ισχυρή, διότι έχομε ολόκληρη τη Βίβλο. Έχομε τις Εβραϊκές και τις Ελληνικές Γραφές. Βλέπομε τι έκαμαν οι άνθρωποι που είχαν πίστι προτού ο Χριστός Ιησούς, ο Υιός του Θεού, εμφανισθή στην επίγεια σκηνή. Βλέπομε επίσης την πίστι των πρώτων Χριστιανών και το τι αυτοί έκαμαν. Ανεγνώρισαν τον Ιησού Χριστό ως τον Υιόν του Θεού. Παρετήρησαν την πορεία της ζωής του και την αποφασιστικότητά του να κηρύττη το ευαγγέλιον της βασιλείας και κατόπιν τον μιμήθηκαν θέτοντας την πίστι των σ’ αυτή τη βασιλεία και κηρύττοντας το ευαγγέλιο. Τώρα ο Ιησούς είχε αναστηθή. Σχετικά με αυτόν, του οποίου το παράδειγμα ζητούν να μιμηθούν οι αληθινοί Χριστιανοί, το εδάφιον Εβραίους 1:3 λέγει: «Όστις, ων απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού, και βαστάζων τα πάντα με τον λόγον της δυνάμεως αυτού, αφού δι’ εαυτού έκαμε καθαρισμόν των αμαρτιών ημών, εκάθισεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς.»
33 Έτσι και σήμερα βρίσκομε εκατοντάδες χιλιάδων Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά με ισχυρή πίστι. Το στόμα των ομολογεί ότι ο Ιησούς είναι Κύριος, προς δόξαν του Θεού, και στις καρδιές των είναι η πίστις ότι ο Θεός ανέστησε τον Χριστόν Ιησούν εκ νεκρών. Έχοντας αυτή την πίστι και διακηρύττοντάς την δημοσία, λέγοντας στους ανθρώπους όλων των εθνών και των γλωσσών γι’ αυτό, έχουν μια βέβαιη ελπίδα σωτηρίας για αιώνια ζωή.
34. Αν έχομε πίστι στον Ιεχωβά, πώς θα φερθούμε αν αντιμετωπίσωμε την κατάστασι που περιγράφεται στον Αββακούμ 3:17, 18;
34 Υπέρμετρη πίεσι μπορούν να υποστούν από το πονηρό σύστημα πραγμάτων στη διάρκεια των τελευταίων ωρών του· μπορεί να υποστούν οικονομικές δυσχέρειες· κατά καιρούς η ίδια η επιβίωσίς των μπορεί να φανή ότι είναι αμφίβολη. Αλλά παρ’ όλα αυτά, με πίστι στον Ιεχωβά θα έχουν λόγο για να χαίρουν, όπως ενεπνεύσθη να γράψη ο προφήτης Αββακούμ: «Αν και η συκή δεν θέλη βλαστήσει, μηδέ θέλει είσθαι καρπός εν ταις αμπέλοις· . . . εγώ όμως θέλω ευφραίνεσθε εις τον Ιεχωβά, θέλω χαίρει εις τον Θεόν της σωτηρίας μου.»—Αββακ. 3:17, 18. (ΜΝΚ).
35. Ποια ενέργεια, ιδιαίτερα σ’ αυτούς τους καιρούς, θ’ αποδείξη ότι έχομε ζωντανή πίστι;
35 Σήμερα είμεθα πολύ κοντά σ’ αυτόν τον κρίσιμο καιρό. Ζούμε στις έσχατες ημέρες αυτού του συστήματος πραγμάτων, και βλέπομε την εκπλήρωσι της προφητείας, ιδιαίτερα εκείνην που εκτίθεται στο εικοστό τέταρτο κεφάλαιο του Ματθαίου, που περιγράφει ακριβώς εκείνα που θα συνέβαιναν προτού φθάση στο τέλος του αυτό το σύστημα πραγμάτων. Ο Ιησούς είπε, όπως αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 24:14: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει έλθει το τέλος.» Οι μάρτυρες του Ιεχωβά το πιστεύουν αυτό. Έχουν πίστι στη βασιλεία του Θεού και γι’ αυτό διεκήρυξαν αυτά τα αγαθά νέα σε όλα τον κόσμο. Θα είναι ενδιαφέρον για τον καθένα να ιδή τι ακριβώς έκαμαν οι μάρτυρες του Ιεχωβά στη διάρκεια του περασμένου υπηρεσιακού έτους.
Παγκόσμια Έκθεσις
36, 37. (α) Πώς ο πίναξ υπηρεσίας που είναι σ’ αυτό το περιοδικό δείχνει την πίστι των μαρτύρων του Ιεχωβά; (β) Σε τι βαθμό προσετέθησαν νέοι μαθηταί πέρυσι;
36 Αν συμβουλευθήτε τον πίνακα στις σελίδες 219-222 θα μπορέσετε να διακρίνετε τι έχουν κάμει οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά κηρύττοντας τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού στη διάρκεια του υπηρεσιακού έτους 1973 σε 208 διάφορες χώρες, περιοχές και νήσους της θαλάσσης. Όλη αυτή η περιοχή είναι στη φροντίδα των τμημάτων της Εταιρίας Σκοπιά που είναι εγκατεστημένα σε 95 διάφορες χώρες.
37 Όπως γνωρίζουν οι Χριστιανοί, ο Ιησούς παρήγγειλε στους μαθητάς του, «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζαντες αυτούς,» (Ματθ. 28:19) Αυτό έγινε με εξαίρετη επιτυχία στη διάρκεια του περασμένου υπηρεσιακού έτους. 193.990 άτομα έγιναν μαθηταί και αφιέρωσαν τη ζωή τους να κάνουν το θέλημα του Θεού και εσυμβόλισαν αυτό με τα εν ύδατι βάπτισμα. Τώρα αυτοί ταυτίσθηκαν με τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά και αποδεικνύουν την πίστι των με τα έργα των.
38. (α) Τι δείχνει τον βαθμό της προσπαθείας των μαρτύρων του Ιεχωβά στην κήρυξι των αγαθών νέων το περασμένο έτος; (β) Πόσα περίπου άτομα είχαν πραγματικά Γραφικές μελέτες;
38 Κατά μέσον όρον, υπήρχαν 1.656. 673 κήρυκες των αγαθών νέων στην υπηρεσία του αγρού κάθε μήνα, αλλά ένα ανώτατο όριο 1.758.429 ευαγγελιζομένων που εκήρυτταν τ’ αγαθά νέα επετεύχθη στη διάρκεια του έτους. Αυτά τα άτομα έκαμαν ένα τεράστιο έργον, που μπορεί ίσως καλύτερα να εκτιμηθή αν κατανοήσωμε πόσες ώρες εδαπάνησαν στο έργον από σπίτι σε σπίτι, σε επανεπισκέψεις, σε διεξαγωγή Γραφικών μελετών και σε ομιλίες καθ’ όλους τους καταλλήλους καιρούς και σε κάθε είδους ευκαιρίες, για την ελπίδα που έχουν στη Βασιλεία. Αυτοί οι άνθρωποι που αφιερώθηκαν να κηρύττουν τα αγαθά νέα διέθεσαν 300.468.676 ώρες στη διακονία του αγρού. Σκεφθήτε τι μεγάλη ποσότης χρόνου είναι αυτή! Δεν πρόκειται απλώς για χρόνο που δαπανήθηκε στην ανάγνωσι της Βίβλου από τους ιδίους, αλλά για χρόνο, που χρησιμοποιήθηκε πραγματικά στο να πηγαίνουν και να ομιλούν στους άλλους ανθρώπους για το τι έχει να πη ο Λόγος του Θεού. Επίσης, έκαμαν 131.657.832 επανεπισκέψεις σε άτομα που έδειξαν ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή, και διεξήγαγαν Γραφικές μελέτες επί ένα εξάμηνο ή και περισσότερο με 1.209.544 διάφορες οικογένειες κάθε εβδομάδα. Έχει γίνει μια τέτοια Γραφική μελέτη στο δικό σας σπίτι; Στο τέλος ενός εξαμήνου, αν οι άνθρωποι πραγματικά ενδιαφέρωνται για τη βασιλεία του Θεού, έρχονται συνήθως στην Αίθουσα Βασιλείας. Έτσι θα μπορούσαμε να υπολογίσωμε ότι περίπου 2.400.000 διάφορα άτομα σ’ όλον το κόσμον είχαν πραγματικά Γραφικές μελέτες που διεξήχθησαν στα σπίτια των στη διάρκεια του έτους και, φυσικά, αυτοί έπρεπε να λάβουν απόφασι αν επρόκειτο να γίνουν μαθηταί του Ιησού Χριστού και να δείξουν την πίστι των στη βασιλεία του Θεού με τα έργα των. Όπως παρατηρήσατε, 193.990 άτομα έγιναν μαθηταί, αφιερώνοντας τη ζωή τους στον Θεό, και τώρα είναι συνταυτισμένα με τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά στη διακήρυξι των αγαθών νέων.
39, 40. Όπως εμφαίνεται από τη στατιστική, τι χρήσι εντύπων έκαμαν οι μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλον τον κόσμο το περασμένο έτος;
39 Οι μάρτυρες του Ιεχωβά χρησιμοποιούν όχι μόνον την Αγία Γραφή στις μελέτες των με τους ανθρώπους, αλλά χρησιμοποιούν και βοηθήματα μελέτης της Αγίας Γραφής. Έχουν διαθέσει πολλά απ’ αυτά τα βοηθήματα στη διάρκεια του έτους. Στην πραγματικότητα διετέθησαν 21.761.877 Γραφές και βοηθητικά βιβλία μελέτης με το έργο διακηρύξεως των αγαθών νέων απ’ αυτούς, καθώς και 9.965.259 βιβλιάρια.
40 Όλοι εσείς έχετε γνωρίσει τα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! και γνωρίζετε επίσης ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά χρησιμοποιούσαν αυτά τα περιοδικά σε τακτικές επισκέψεις στα σπίτια των ανθρώπων. Στη διάρκεια του περασμένου έτους διέθεσαν, 235.468.467 αντίτυπα αυτών των περιοδικών σε πολλές γλώσσες. Η Σκοπιά τυπώνεται σε 75 διάφορες γλώσσες και το Ξύπνα! σε 31 γλώσσες. Ελήφθησαν επίσης και πολλές ετήσιες συνδρομές. Τα στοιχεία δείχνουν ότι 1.894.447 συνδρομές εστάλησαν στην Εταιρία στη διάρκεια του έτους. Για να εφοδιασθούν όλοι αυτοί οι συνδρομηταί και οι άλλοι αναγνώσται με αυτά τα περιοδικά, τα τυπογραφεία που χρησιμοποιεί η Εταιρία Σκοπιά εξετύπωσαν συνολικά 198.177.981 αντίτυπα της Σκοπιάς και 202.520.820 περιοδικά Ξύπνα! τους τελευταίους δώδεκα μήνες. Πρόκειται για μια αύξησι κατά 15.500.000 περιοδικά από εκείνα του περασμένου έτος. Οι άνθρωποι λοιπόν ενδιαφέρονται για τη μελέτη της Γραφής και για το άγγελμα που προσπαθούν να τους φέρουν οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά.
41. Τι δείχνει η παρουσία πολλών στον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου;
41 Εκτός από εκείνους που είναι δραστήριοι Μάρτυρες, πολλά άλλα άτομα ενδιαφέρονται πάρα πολύ για ό,τι κάνουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά και παρακολουθούν τις συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά. Υπάρχουν 31.850 εκκλησίες σε όλον τον κόσμο. Στον εορτασμό της Αναμνήσεως το βράδυ της 17ης Απριλίου 1973 ήσαν παρόντα 3.994.924 άτομα στις Αίθουσες Βασιλείας των μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλον τον κόσμο, και 10.523 άτομα έλαβαν από τα εμβλήματα, τον άρτον και τον οίνον, δείχνοντας έτσι ότι ομολογούν ότι είναι κεχρισμένοι με το πνεύμα του Θεού και ελπίζουν να ενωθούν με τον Χριστό Ιησού στην ουράνια δόξα. Οι άλλοι αποβλέπουν να ζήσουν σε μια παραδεισιακή γη κάτω από τη θεία διακυβέρνησι της ουράνιας βασιλείας του Ιεχωβά.
42. Πώς πήγε στη διακονία του ο λαός του Ιεχωβά πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα το περασμένο έτος;
42 Κατά καιρούς οι άνθρωποι ζητούν να μάθουν αν οι μάρτυρες του Ιεχωβά συνεχίζουν το έργο των και πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Ναι, τα στοιχεία μάς δείχνουν ότι υπάρχουν 150.448 Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά που κηρύττουν τα αγαθά νέα με σοβαρές δυσκολίες σε χώρες σαν αυτές. Πραγματικά, αυτοί είχαν μια αύξησι από 5,5 τοις εκατό στη διάρκεια των τελευταίων δώδεκα μηνών, και βαπτίσθηκαν 11.334 άτομα σ’ αυτές τις χώρες. Αυτές οι βαπτίσεις έγιναν ιδιωτικώς, φυσικά, διότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά τελούν υπό απαγόρευσιν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα και σε άλλες χώρες. Αλλ’ αυτό δεν εμποδίζει τους μάρτυρας του Ιεχωβά να προσπαθούν να κάνουν μαθητάς απ’ αυτά τα άτομα, επίσης και να τα βαπτίζουν στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος. Όλοι αυτοί που γίνονται μαθηταί πιστεύουν ότι «η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά.» Με χαρά, λοιπόν, σε 208 χώρες του κόσμου και έως τα πέρατα της γης, οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά εργάσθηκαν σκληρά και είχαν ένα πολύ ευχάριστο έτος κηρύττοντας τα αγαθά νέα της βασιλείας του Ιεχωβά.
43. Τι πρέπει να κάμη τώρα εκείνος που επιθυμεί να έχη αληθινά ενεργό πίστι;
43 Τι θα κάμετε σεις; Έχετε μια τέτοια πίστι, μια ζωντανή πίστι στον Θεό που να σας υποκινή να μιλάτε στους άλλους για τους στοργικούς του σκοπούς; Αν αυτή είναι η επιθυμία σας, τώρα είναι ο καιρός να επιδοθήτε στη μελέτη του Λόγου του Θεού, να συναναστρέφεσθε τακτικά με εκείνους των οποίων τα έργα παρέχουν απόδειξι ότι η πίστις των είναι ζωντανή, και να προσεύχεσθε με ζήλο στον Ιεχωβά να ευλογήση τις προσπάθειές σας να φέρετε τη ζωή σας σε αρμονία με το θέλημά του.—1 Ιωάν. 5:14· Λουκ. 13:23, 24.
[Πίνακας στη σελίδα 219-222]
ΕΚΘΕΣΙΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΣΤΟ 1973
(Βλέπε τόμο)
[Εικόνα στη σελίδα 215]
Είναι η πίστις σας ζώσα;
Σας υποκινεί να κηρύξετε στους άλλους;
[Εικόνα στη σελίδα 216]
Η Ραάβ βοήθησε τους δύο Ισραηλίτας κατασκόπους να κατεβούν μ’ ένα κόκκινο σχοινί από το παράθυρο του σπιτιού της, που βρισκόταν στο τείχος της Ιεριχώ