Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Είναι ορθό να εγκαταλείψη μια έγγαμη γυναίκα τον σύζυγό της αν δεν περνούν καλά μαζί; Γιατί η σύζυγος του πρώτου προέδρου της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, Κ.Τ. Ρώσσελ, τον εγκατέλειψε;—Η.Π.Α.
Η Γραφή δεν ενθαρρύνει τα διαζύγια ή τον χωρισμό απλώς γιατί ένας σύζυγος και η σύζυγός του δεν περνούν καλά μαζί. Κάτω από θεία έμπνευσι ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Εις δε τους νενυμφευμένους παραγγέλλω, ουχί εγώ αλλά ο Κύριος, να μη χωρισθή η γυνή από του ανδρός αυτής· αλλ’ εάν και χωρισθή, ας μείνη άγαμος ή ας συνδιαλλαγή με τον άνδρα· και ο ανήρ να μη αφήνη την εαυτού γυναίκα.»—1 Κορ. 7:10, 11.
Ώστε αντί να καταφεύγη σε χωρισμό όταν ανακύπτουν δυσκολίες στο γάμο, μια Χριστιανή γυναίκα πρέπει να κάνη κάθε τι που μπορεί για να συντελέση σε μια καλύτερη και πιο στοργική σχέσι με τον σύζυγό της. Εκτιμώντας το ότι ο γάμος είναι μια διευθέτησις του Θεού και ένα δώρο στο ανθρώπινο γένος, οφείλει να ενεργή έτσι ώστε ο γάμος να φέρνη αίνο και τιμή στον Δοτήρα, τον Ιεχωβά Θεό. Πρέπει να είναι προσεκτική και να μη δίνη ποτέ στο σύζυγό της αιτία που να επιθυμή να φύγη, διότι ο άπιστος πρέπει να μπορή να βλέπη ότι η αληθινή Χριστιανοσύνη μπορεί να κάμη τη γαμήλιο σύντροφό του πιο στοργική, πιο αγαπητή, πιο διακριτική και με κατανόησι σύζυγο. Αυτό θα βρίσκεται σε αρμονία με τη συμβουλή που δίνει ο απόστολος Πέτρος: «Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τινες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου διά της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας.»—1 Πέτρ. 3:1, 2.
Μερικές φορές, όμως, παρά την καλή διαγωγή της Χριστιανής συζύγου του, ένας άπιστος επιμένει να την εγκαταλείψη. Σ’ αυτή την περίπτωσι, η πιστή σύζυγος πρέπει ν’ αγωνισθή να εμποδίση τον σύζυγό της να φύγη; Ή ένας Χριστιανός σύζυγος πρέπει να εμποδίση την άπιστη σύζυγο να τον εγκαταλείψη; Όχι. Η Γραφή μάς λέγει: «Εάν δε ο άπιστος χωρίζηται, ας χωρισθή. Ο αδελφός ή η αδελφή δεν είναι δεδουλωμένοι εις τα τοιαύτα. Ο Θεός όμως προσεκάλεσεν ημάς εις ειρήνην.»—1 Κορ. 7:15.
Μερικές φορές μπορεί να συμβή ώστε μια σύζυγος η οποία ομολογεί ότι είναι Χριστιανή να εγκαταλείψη τον πιστό σύζυγό της. Ο σύζυγος μπορεί να λυπηθή πολύ γι’ αυτόν τον χωρισμό και μπορεί αυτός να ελπίζη σε μια συμφιλίωσι. Αλλά τι θα λεχθή αν η απομάκρυνσις της συζύγου οφείλεται στο ζήτημα της ηγεσίας του συζύγου ή σε διαφωνία επάνω σε μια άλλη Γραφική αρχή;
Σ’ αυτή την περίπτωσι ο Χριστιανός σύζυγος αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να κάμη συμβιβασμούς της θέσεώς του ως κεφαλής της οικογενείας ή να κάμη οποιαδήποτε παραχώρησι η οποία θα ήταν αντίθετη με τις Γραφές για να επιτύχη συμφιλίωσι. Ο Χριστιανός σύζυγος βρίσκεται κάτω από θεία εντολή ν’ αντανακλά τη δόξα του Θεού. Το να εγκαταλείψη τη θέσι του ως κεφαλής θα εσήμαινε να καταισχύνη την κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας, τον Ιησού Χριστό, και αυτό θα ατίμαζε τον Ιεχωβά Θεό.—Παράβαλε 1 Κορινθίους 11:3-7.
Ο Κ.Τ. Ρώσσελ εκτιμούσε τη Γραφική σχέσι του ως συζύγου, και είναι καταφανές από τον τρόπο που χειρίσθηκε τα ζητήματα σχετικά με τη σύζυγο του. Σε μια επιστολή προς ένα προσωπικό φίλο στην Αγγλία, με ημερομηνία 27 Δεκεμβρίου 1899, εξήγησε γιατί η σύζυγός του τον είχε εγκαταλείψει και εξέφραζε επίσης τα αισθήματά του σχετικά μ’ αυτό, λέγοντας:
«Η αγαπητή μας Αδελφή Ρώσσελ προσεβλήθη από την ίδια ασθένεια η οποία έπληξε άλλους—συγκεκριμένα εκείνους οι οποίοι αναφέρονται στο φυλλάδιο, ‘Μια Συνωμοσία Αποκαλύπτεται’. Η δυσκολία τους ήταν η ίδια όπως του μεγάλου Εχθρού στην αρχή—υπερηφάνεια και επιθυμία διαστροφής των πραγμάτων για την ικανοποίησι αυτής της φιλοδοξίας.
»Είναι είκοσι και πλέον χρόνια αφότου έχομε νυμφευθή, και τα δεκατρία απ’ αυτά τα χρόνια η Αδελφή Ρώσσελ ήταν όλο εκείνο που θα μπορούσε να ζητήση κανείς από μια στοργική, ευγενή, πραγματική βοηθητική σύντροφο, και στον καιρό της συνωμοσίας διατηρούσε ακόμη αυτή τη στάσι μέχρι του να κάμη οικειοθελώς ένα ταξίδι σε διάφορες πολιτείες στα ίχνη του Σ.Δ. Ρότζερς, για να επανορθώνη τις δυσφημιστικές του δηλώσεις. Αλλά το υπερήφανο πνεύμα που είχε ήδη αρχίσει να ενεργή αναζωπυρώθηκε και έγινε φλόγα με την πολύ θερμή υποδοχή που είχε γίνει στην αγαπητή μας αδελφή στην ανωτέρω ευκαιρία. Φαίνεται να είχε λησμονήσει ότι δεν την υποδέχονταν μ’ αυτόν τον τρόπο απλώς για τον εαυτό της, αλλ’ επίσης ως εκπρόσωπο του έργου του Κυρίου και ως την εκπρόσωπο του συζύγου της.
»Επέστρεψε απ’ εκείνο το ταξίδι πολύ επηρμένη, και γι’ αυτό πολύ διαφορετική απ’ ό,τι ήταν προηγουμένως—ιδιαιτέρως τα δέκα πρώτα χρόνια της εγγάμου ζωής μας. Αυτό το πνεύμα φαινόταν να γίνεται ισχυρότερο αντί να λιγοστεύη, ωσότου πριν από τέσσερα περίπου χρόνια, άρχισε να αγωνίζεται για την ικανοποίησι της φιλοδοξίας της. Θα θυμάσαι ότι είναι περίπου τέσσερα χρόνια αφότου κατά παράκλησί της το όνομά της ανεφέρετο ως συνεργάτου εκδότου, και από τότε χρησιμοποιείτο σ’ όλα τα άρθρα που εκείνη είχε γράψει για τη ΣΚΟΠΙΑ. Το επόμενο βήμα ήταν να ζητήση περισσότερο χώρο, και ελευθερία για να γράφη ό,τι της άρεσε και χωρίς καμμιά διόρθωσι ή κριτική. Αυτό κράτησε λίγον καιρό, ωσότου της είπα, ευγενικά αλλά καθαρά ότι δεν νόμιζα ότι είναι θέλημα του Κυρίου να την ενθαρρύνω να έχη οποιοδήποτε μέρος στο έργο εφόσον εξεδήλωνε ένα τόσο υπερήφανο πνεύμα. Από εκείνη την ημέρα δεν δημοσιεύθηκε τίποτε δικό της πια.
»Το επόμενο βήμα της ήταν να προσπαθήση να με αναγκάση να της παραχωρήσω περισσότερο χώρο, κλπ, ή εκείνο που η ίδια ωνόμαζε τις κατάλληλες ελευθερίες της για να χρησιμοποιή τα ταλέντα της. Γι’ αυτό το σκοπό προσεκάλεσε δυο αδελφούς να έρθουν να με συναντήσουν κατά τον τρόπο που υποδεικνύεται στο εδάφιο Ματθ. 18:15. Ήταν πολύ απογοητευμένη από τ’ αποτελέσματα, διότι οι αδελφοί είπαν καθαρά ότι, σύμφωνα με την κατανόησι που είχαν, το ζήτημα που είχε εγείρει ήταν τελείως μακρυά από τη δική τους δικαιοδοσία, ή οποιουδήποτε άλλου· διότι ως τότε, όπως η κρίσις της μπορούσε να τους κατευθύνη να εννοήσουν, ο Κύριος δεν είχε σφάλλει με το να θέση τα ζητήματα στα χέρια του αδελφού Ρώσσελ, και αν εκείνος οποιοδήποτε καιρό το θεωρούσε κατάλληλο να επιφέρη κάποια αλλαγή στις διευθετήσεις ήταν απολύτως ικανός να το κάνη, και ότι μπόρεσαν μόνο να την συμβουλεύσουν αντίθετα προς τις δικές της επιθυμίες, με μεγάλη λύπη τους και απογοήτευσι για την εξύψωσί της.
»Το επόμενο βήμα που έκαμε η Αδελφή Ρώσσελ μαζί με τις (κατά σάρκα) αδελφές της ήταν να διοργανώση μια σταυροφορία γυναικών εναντίον μου στην εκκλησία του Αλλεγκένυ. Το αποτέλεσμα ήταν ένας σημαντικός υποδαυλισμός δυσφημίσεως και κακοπαραστάσεως, διότι φυσικά δεν εξυπηρετούσε τους σκοπούς των να πουν την καθαρή χωρίς περιστροφές αλήθεια, ότι η Αδελφή Ρώσσελ ήταν υπερήφανη, κλπ. Μπορεί ν’ αντιληφθής αμέσως την θέσι μου· ως άνδρας ήμουν σε μειονεκτική θέσι, και οι συκοφαντίες προχώρησαν χωρίς εγώ να μπορώ να κάνω τίποτε για ν’ αντιδράσω σ’ αυτές, και όπως γνωρίζεις καλά η επιθυμία μου ήταν να μη πω τίποτε εναντίον του συντρόφου της εκλογής μου, την οποία αγάπησα πολύ, και την οποία εξακολουθώ ν’ αγαπώ.
»Με συντομία λοιπόν, αυτή η γυναικεία συνωμοσία έφθασε σ’ ένα κορύφωμα, και το αποτέλεσμα ήταν ένα μικρό κοσκίνισμα, που η πλειονότης, με την πρόνοια του Κυρίου, ελευθερώθηκε από την παγίδα, και μόνο έξη ή οκτώ περίπου από τον όμιλό μας των διακοσίων, τραυματίσθηκαν απ’ αυτή. Το επόμενο βήμα της Αδελφής Ρώσσελ ήταν να κάμη πιο ζωηρές τις δυσφημίσεις οι οποίες είχαν αρχίσει με το να με εγκαταλείψη, ελπίζοντας ότι εγώ θα την ακολουθούσα και θα έκανα οποιεσδήποτε παραχωρήσεις για να επιστρέψη. Αλλά σ’ αυτό έσφαλε, και όταν θέλησε να επιστρέψη αρνήθηκα απολύτως, εκτός αν έδινε την υπόσχεσί της ότι θα έκανε μια λογική αναγνώρισι της εσφαλμένης πορείας που είχε ακολουθήσει ένα χρόνο και θα έδινε κάποια βεβαίωσι ότι ήταν φίλος και όχι εχθρός. Θεωρούσα ότι με είχε απελευθερώσει ο Κύριος, και ότι το να βρεθώ πάλι κάτω από την δύναμί της θα ήταν σφάλμα εκ μέρους μου. Αυτό συνέβη πριν από δυο χρόνια. Ζη στην πόλι με τη μητέρα της και τις αδελφές της, και διεξάγει κάποια μικρή θρησκευτική συνάθροισι που την παρακολουθεί η ομάς των φίλων της. Την βλέπω συχνά, της φέρομαι ευγενικά, και εύχομαι πάντα για την παρούσα και την αιώνια ευτυχία της.»
Συνοψίζοντας τα ζητήματα σχετικά με τη σύζυγο του, ο Κ. Τ. Ρώσσελ έγραψε: «Η Αδελφή Ρώσσελ προσεβλήθη από το πνεύμα της υπερηφανείας, όπως είχε συμβή με άλλους, και με την πρόνοια του Κυρίου φάνηκε εύλογο τρία χρόνια τώρα να μη παρουσιάζεται πια ταυτισμένη με τις εκδόσεις [της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά], ως τον καιρό που θα μπορούσε να δείξη μια ολοκληρωτική αλλαγή καρδιάς επάνω σ’ αυτό το ζήτημα.»
Είναι έκδηλο ότι ο Κ. Τ. Ρώσσελ ενήργησε ορθά κάνοντας ό,τι μπορούσε για να είναι ευγενικός και διακριτικός με τη σύζυγό του. Αλλά από Γραφική άποψι δεν μπορούσε να εγκαταλείψη τη θέσι του ως κεφαλής για να επιτύχη μια συμφιλίωσι.