«Να Φυλάξης την Εντολήν Αμόλυντον, Άμεμπτον»
ΠΡΙΝ από λίγα χρόνια, ένας πρωταθλητής της πυγμαχίας βαρέων βαρών κατετρόπωσε τον αντίπαλό του, αλλ’ έχασε τον τίτλο του, διότι κατέφερε ένα σφαλερό χτύπημα. Στους τελευταίους Ολυμπιακούς αγώνας, ένας από τους δρομείς σε αγώνα δρόμου απεδοκιμάσθη ως ακατάλληλος, διότι βγήκε έξω από τη γραμμή του δρόμου. Ο απόστολος Παύλος εξωμοίωσε ένα Χριστιανόν προς εκείνον που αγωνίζεται σ’ ένα αθλητικό αγώνισμα, σε μια πάλη ή έναν αγώνα δρόμου, λέγοντας: «Δεν εξεύρετε, ότι οι τρέχοντες εν τω σταδίω, πάντες μεν τρέχουσιν, είς όμως λαμβάνει το βραβείον; ούτω τρέχετε, ώστε να λάβητε αυτό. Πας δε ο αγωνιζόμενος, εις πάντα εγκρατεύεται· εκείνοι μεν, δια να λάβωσι φθαρτόν στέφανον, ημείς δε άφθαρτον. Εγώ λοιπόν ούτω τρέχω, ουχί ως αβεβαίως· ούτω πυγμαχώ, ουχί ως κτυπών τον αέρα· αλλά δαμάζω το σώμά μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κηρύξας, εγώ γείνω αδόκιμος.»—1 Κορ. 9:24-27.
Ένας αθλητής όταν ασκήται απέχει από μερικές τροφές και ενέργειες, και συγχρόνως εξακριβώνει αν υπάρχουν άλλες τροφές στο διαιτολόγιο του και αν εκτελούνται πιστά μερικές ασκήσεις. Εμμένει σε μια αυστηρή εγκράτεια που φθάνει σε καταπίεσι του σώματός του για να μπορή να τρέχη ή ν’ αγωνίζεται με την ανώτατη αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα. Αν χαλαρώση την προσπάθειά του, η αθλητική του επίδοσις θα χωλαίνη, και δεν θ’ αποκτήση την επιδοκιμασία που λαμβάνει ο νικητής. Ομοίως, ένας που διανύει τη Χριστιανική πορεία πρέπει να παραμένη στη στενή και θλιμμένη οδό που οδηγεί στη ζωή. Δεν πρέπει να βγη από τη γραμμή, δεν πρέπει να ταλαντεύεται και ν’ αμφιρρέπη ή να τρέχη αβέβαια, διότι αν απομακρυνθή από την πορεία που χαράσσεται από την Αγία Γραφή, αποδοκιμάζεται, άσχετα προς οιανδήποτε εξαιρετική ταχύτητα που είναι δυνατόν να επιδείξη στην υπηρεσία του αγρού. Ο Χριστιανός που ασχολείται σε θεοσεβή αγώνα δεν απομακρύνεται από τον στόχο ώστε να χτυπά στο κενόν, ούτε γίνεται ένοχος αδέξιων ή σφαλερών πληγμάτων που θα κατέληγαν στο ν’ αποδοκιμασθή και ν’ αποκοπή. Τρέχει κατ’ ευθείαν και αληθινά στη Χριστιανική πορεία, τα δε πλήγματά του πέφτουν καθαρά και σκληρά πάνω στους στόχους που υποδεικνύει η Αγία Γραφή.
ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ
Ο Ιεχωβά Θεός διδάσκει και ασκεί και διαπαιδαγωγεί εκείνους που τρέχουν γι’ αυτόν και αγωνίζονται για την υπόθεσί του. Καθορίζει τους κανόνας στην Αγία Γραφή και τους εφαρμόζει μέσω της οργανώσεώς του. Πρέπει να συμμορφωθούμε μ’ αυτούς για να επιτύχωμε. Μας δίδει εντολή να μελετούμε, ν’ ανακαινίζωμε το νου μας, να αποβάλωμε τα κακά και να γεμίσωμε από τ’ αγαθά, να σκεπτώμεθα πάνω στις διδασκαλίες του μέρα και νύχτα. Το πράττετε; Αυτός μας λέγει να μην εγκαταλείπωμε την επισυναγωγή μας, και ότι αυτός είναι στο μέσον του συναγμένου λαού του. Μέσω της ορατής του οργανώσεως αυτός προμηθεύει εκπαιδευτικές συναθροίσεις, όπως λόγου χάριν μελέτες βιβλίου, μελέτες Σκοπιάς, μαθήματα σχολής διακονίας και συναθροίσεις υπηρεσίας. Μας δίνει εντολή να παρακολουθούμε τις συναθροίσεις και να ασκούμεθα για τη δράσι του κηρύγματος. Το πράττετε σεις; Αν δεν ασκούμεθα σύμφωνα με τους κανόνας του, οι πνευματικοί μας μυώνες θα είναι μαλακοί και χαλαροί, και όταν θα βγούμε έξω στον αγρό του συναγωνισμού των θρησκευτικών ιδεών δεν θα είμεθα κατάλληλα καταρτισμένοι. Μπορεί να ταλαντευθούμε και να είμεθα αβέβαιοι στα λόγια μας. Όταν συναντούμε ψευδείς διδασκαλίες, τα προφορικά μας πλήγματα εναντίον των μπορεί ν’ αστοχήσουν ή να εκφερθούν με τρόπο απρεπή και ανάρμοστο, αντί να βάλλουν με καθαρή και συντριπτική δύναμι στο κεντρικό σημείο. Μπορεί να επιστρέψωμε από την υπηρεσία με τους μη εξησκημένους πνευματικούς μυώνας μας καταβεβλημένους από τον Σατανάν και συντετριμμένους από τους διωγμούς που συναντούμε, ο δε εχθρός μπορεί να μας καταβάλη και ν’ αφαιρέση από μας τις αποτελεσματικές νίκες που αποτελούν μερίδα του καλά ασκημένου θεοκρατικού μάρτυρος του Ιεχωβά.—2 Τιμ. 2:15· Ρωμ. 12:2· Φιλιππησ. 4:8· Ψαλμ. 1:2· Εβρ. 10:25.
Όπως ακριβώς υπάρχουν κανόνες που διατάσσουν μερικά πράγματα, έτσι υπάρχουν διατάξεις που απαγορεύουν άλλα πράγματα. Ο Χριστιανός απαγορεύεται να σπερμολογή, να ανταγωνίζεται, να γογγύζη, να παραπονήται, να επικρίνη πάντοτε τους αδελφούς του ή την εκκλησία του ή τους υπηρέτας της ή την ορατή οργάνωσι και τις πνευματικές προμήθειες που έρχονται μέσω αυτής. Του απαγορεύεται να φοβάται ανθρώπους, διότι αυτό θα τον περιέπλεκε στην παγίδα του φόβου και θα τον εμπόδιζε να τρέξη τον δρόμο του. Δεν πρέπει ο Χριστιανός να φοβάται τους διωγμούς, διότι αυτό θα τον έθετε εκτός μάχης. Το να γίνη κανείς δύστροπος ή αλαζών ή ν’ απομακρυνθή με σκοπό να επιζητήση κοσμικά πλούτη ή φήμη δεν αρμόζει για κείνους που ασκούνται στον Χριστιανικόν αγώνα. Όπως στην περίπτωσι των αθλητών, οι Χριστιανοί πρέπει να προσέχουν τι τρώγουν και πίνουν, και να μη φθάνουν στο σημείο να γίνουν λαίμαργοι ή μέθυσοι. Ολοένα βαθύτερα βυθίζεται ο παλαιός αυτός κόσμος μέσα στο τέλμα της ανηθικότητος, αλλ’ όσοι ασκούνται για ζωή στον δίκαιο νέο κόσμο του Ιεχωβά πρέπει να παρακάμψουν αυτά τα έλη και ποτέ να μην καταβυθισθούν μέσα σ’ αυτά. Τέτοιες ακαθαρσίες θα έκαναν τους Χριστιανούς να γίνουν ακατάλληλοι· μια τέτοια απόκλισις από την αληθινή πορεία και τέτοιες ποταπές και μολυντικές πράξεις θα τους έθεταν έξω από τον Χριστιανικόν αγώνα της πίστεως και των ορθών έργων.—1 Τιμ. 5:13· Ρωμ. 16:17· Ιουδ. 16· Παροιμ. 29:25· 2 Τιμ. 3:12· 1 Τιμ. 6:10· 1 Πέτρ. 4:3, 4.
Οι κανόνες ασκήσεως απαγορεύουν τα έργα της σαρκός, αλλά δεν υπάρχει νόμος που να περικόπτη την καρποφορία του πνεύματος: «Φανερά δε είναι τα έργα της σαρκός· τα οποία είναι μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία, φαρμακεία, έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, και τα όμοια τούτων· περί των οποίων σας προλέγω, καθώς και προείπον, ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει. Ο δε καρπός του πνεύματος, είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια· κατά των τοιούτων δεν υπάρχει νόμος. Όσοι δε είναι του Χριστού, εσταύρωοαν την σάρκα ομού με τα πάθη και τας επιθυμίας.» (Γαλ. 5:19-24) Δεν μπορούμε να κάνωμε παραχωρήσεις στην ξεπεσμένη σάρκα· αν το κάμωμε αυτό, η σαρξ θα μας καταρρίψη και θα λογισθούμε έξω από την κοινωνία του Νέου Κόσμου. Αν αρχίσωμε να περιθάλπωμε τις ιδιοτροπίες της σαρκός, τότε καταβαλλόμεθα, διότι η σαρξ έχει μια επικίνδυνη όρεξι που είναι ακόρεστη. Έχει μια κληρονομική διάθεσι προς την αμαρτία και μας εμβάλλει σε αμαρτωλές συνήθειες αν την αφήσωμε. Όσο περισσότερο υποχωρούμε σ’ αυτήν, τόσο μεγαλύτερον έλεγχο θα ασκή επάνω μας, ώσπου να θέση έξω από τη ζωή μας την καρποφορία του πνεύματος. Για να προστατευθούμε λοιπόν πρέπει να καθηλώσωμε τα πάθη της. Δεν πρέπει να διακόψωμε την άσκησί μας.
ΑΜΕΜΠΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Ο απόστολος Παύλος είπε: «Σε παραγγέλλω . . . να φυλάξης την εντολήν αμόλυντον, άμεμπτον.» (1 Τιμ. 6:13, 14) Αυτή η εντολή, που έπρεπε να τηρήται αμόλυντη, περιελάμβανε την όλη Χριστιανική πορεία, όπως δείχνουν τα συμφραζόμενα. Δεν διέτασσε απλώς ένα έργον δημοσίου κηρύγματος. Περιελάμβανε ευσεβή αφοσίωσι, πίστι, αγάπη, υπομονή, πραότητα, αποφυγή του πλουτισμού και επιδίωξι δικαιοσύνης. Δεν πρόκειται απλώς για τον τρόπο με τον οποίο κηρύττομε για λίγες ή πολλές ώρες τον μήνα, αλλ’ ο τρόπος με τον οποίο ζούμε όλο τον καιρό μας. Ένας μπορεί να διαθέτη πολλές ώρες σε κήρυγμα στην υπηρεσία του αγρού, να επανεπισκέπτεται ενδιαφερομένους, να διεξάγη Γραφικές μελέτες κατ’ οίκους, να φέρνη προβατοειδή άτομα στις συναθροίσεις και να τα εκπαιδεύη ακόμη ώστε να γίνουν διάκονοι παίρνοντας τα μαζί του στην υπηρεσία του αγρού· κι ωστόσο να υστερήση. Θυμηθήτε τα λόγια του Παύλου που παρετέθησαν πιο πάνω: «Δαμάζω το σώμά μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κήρυξας, εγώ γείνω αδόκιμος.» Αν δεν κατέβαλλε τις σωματικές, σαρκικές, αδυναμίες του, όλη η δυνατή δράσις του στο έργο του κηρύγματος δεν θα παρημπόδιζε την αποδοκιμασία του. Δεν πρόκειται απλώς περί τηρήσεως της εντολής, αλλά τηρήσεως αυτής ‘με τρόπον άσπιλον και άμεμπτον’.
Όπως λέγει η Γραφή στο 2 Τιμόθεον 2:5: «Εάν δε και αγωνίζηταί τις, δεν στεφανούται, εάν νομίμως δεν αγωνισθή.» Όλοι λοιπόν οι κανόνες, είτε πρόκειται περί κανόνων εκπαιδεύσεως είτε περί κανόνων κηρύγματος είτε περί κανόνων της καθημερινής ζωής, πρέπει να τηρούνται όσο το δυνατόν καλύτερα, αν πρόκειται να αποκτήσουμε ζωή στον νέο κόσμο. Εκεί όπου υστερούμε, και μάλιστα κατόπιν ειλικρινών και εντόνων προσπαθειών από μέρους μας, μπορούμε να ζητήσωμε και να λάβωμε έλεος και συγχώρησι από τον Ιεχωβά. Δείχνομε έτσι ότι είμεθα πρόθυμοι να υπακούσωμε, θέλομε να υπακούσωμε και προσπαθούμε να συμμορφωθούμε ευπειθώς προς τους θεοκρατικούς κανόνας. Όταν αστοχούμε λόγω κληρονομημένων αδυναμιών, ο Ιεχωβά δεν είναι σκληρός και ελλιπής κατανοήσεως και ελέους. Αλλ’ αυτός θέλει τώρα να ιδή μια καλή και ειλικρινή προσπάθεια, για να καταδειχθή ότι εμείς θα καταβάλωμε κάθε προσπάθεια στον νέο κόσμο. Αν αρνούμεθα να προσπαθήσωμε τώρα, δεν θα μεταβληθούμε θαυματουργικά στον Αρμαγεδδώνα. Τώρα είναι ο καιρός της δοκιμασίας μας, για να φανή ποια θα είναι η πορεία της διαγωγής μας στον νέο κόσμο. Αν έχωμε τώρα μια αχαλίνωτη τάσι να σπερμολογούμε, ή να φιλονεικούμε, ή να παραπονούμεθα, ή να είμεθα πείσμονες ή αλαζόνες ή ιδιοτελείς, ή ν’ αφήνωμε τις επιθυμίες της σαρκός να μας κυριεύουν—αν ενδίδωμε τώρα σε τέτοια αμαρτήματα, είναι πιθανόν ν’ αποκλίνομε προς αυτά τότε, στον νέο κόσμο. Αλλ’ αν τα καταπολεμούμε τώρα, θ’ κερδίσωμε πλήρη νίκη εναντίον των στον νέο κόσμο. Πρέπει, λοιπόν, να προσπαθούμε να ζήσωμε τώρα όπως ελπίζομε να ζήσωμε τότε, τηρώντας όλους τους θείους κανόνας.
Υπάρχει καιρός για κάθε σκοπό υπό τον ήλιον, και τώρα είναι καιρός για καθαρή λατρεία. Τώρα είναι καιρός να πολεμήσομε υπέρ του Ιεχωβά και της οργανώσεώς του και των αδελφών μας, καταπνίγοντας τις προσωπικές επιθυμίες και τα πάθη της σαρκός. Δώστε τα πάντα τώρα στον Ιεχωβά, και θα μας δώση αυτός τα πάντα τότε, στον νέο του κόσμο. Να το λέμε αυτό είναι εύκολο, να το ζούμε είναι δύσκολο. Τις καλύτερες ομιλίες τις βλέπομε, δεν τις ακούομε· τις ζούμε, δεν τις λέμε. Αν δεν διαθέτωμε χρόνον να τα εφαρμόζωμε αυτά, δεν πρέπει να σπαταλούμε χρόνον να τα κηρύττωμε. Οι καλύτερες προσευχές δεν λέγονται συνήθως πάνω στα γόνατά μας, αλλά στη διαγωγή τη καθημερινής μας ζωής. Αν δεν παρέχωμε έδαφος για την εκπλήρωσί των στη ζωή μας, δεν πρέπει να δαπανούμε χρόνον να τις λέμε πάνω στα γόνατά μας. Δεν πρέπει να προσευχώμεθα κατά ένα τρόπον και να ενεργούμε κατ’ άλλον. Δεν πρέπει να προσευχώμεθα για ενότητα, και κατότιν να σπερμολογούμε· ή για ειρήνη, και ύστερα να ερίζωμε· ή για πνευματική τροφή, και ύστερα κατ’ ιδίαν να κάνωμε θεωρίες· ή για οργανωτική ευημερία και αύξησι, και ύστερα να μην κηρύττωμε· ή για καθαρισμό της οργανώσεως, και ύστερα να ρέπωμε στην ανηθικότητα. Εκείνο για το οποίο προσευχόμεθα, πρέπει να το εννοούμε, και να είμεθα πρόθυμοι να δαμάζωμε το σώμα μας για να συμμορφωθεί με τις προσευχές μας.
Γι’ αυτό, ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως. Οι Χριστιανοί διδάσκονται: «Εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού.» Πρέπει να εμμένωμε στους κανόνας καθώς αγωνιζόμεθα για την πίστι. Οι δρομείς δεν πρέπει να αναχαιτίζουν τον δρόμο τους στρέφοντας πίσω· ούτε πρέπει οι Χριστιανοί να βλέπουν πίσω αντί εμπρός. Ο Παύλος είπε: «Τα μεν οπίσω λησμονών, εις δε τα έμπροσθεν επεκτεινόμενος, τρέχω προς τον σκοπόν δια το βραβείον της άνω κλήσεως.» Καθώς τρέχομε, δεν πρέπει να βλέπωμε πίσω στον παλαιό κόσμο, ή να ταλαντευώμεθα και κυμαινώμεθα αβέβαια έξω από τον δρόμο μας. Καθώς αγωνιζόμεθα, δεν πρέπει να μολυνώμεθα με ρυπαρή διαγωγή, αλλά να κτυπούμε καθαρά και σκληρά. Για να το κάμωμε αυτό πρέπει να μελετούμε και να συνερχώμεθα και να συνεργαζώμεθα, να τηρούμε μαζί ακηλίδωτα την εντολή, και τότε με τη χάρι του Ιεχωβά θα κερδίσωμε όλοι μαζί. Είθε αυτός να μας βοηθήση γι’ αυτή τη νίκη.—Εβρ. 12:1, 2· 1 Πέτρ. 2:21· Φιλιππησ. 3:13, 14· Λουκ. 9:62· 17:32.