-
Επίγειες Ευκαιρίες Διανοίγονται με την ΑνάστασιΗ Σκοπιά—1965 | 1 Ιουλίου
-
-
τον υποκινούσε να διατηρή μια καθαρή συνείδησι ενώπιον Θεού και ανθρώπων, όπως ο ίδιος το εξέφρασε με τα εξής λόγια: «Εις τούτο δε εγώ σπουδάζω, εις το να έχω άπταιστον συνείδησιν προς τον Θεόν και προς τους ανθρώπους δια παντός.» (Πράξ. 24:15, 16) Και εκφράζοντας την έκτασι της εκτιμήσεώς του για την ανάστασι, ιδιαιτέρως την ‘πρώτη ανάστασι’, υπεράνω όλων των άλλων πραγμάτων, ο Παύλος είπε, όταν έγραφε από τη φυλακή:
22 «Μάλιστα δε και νομίζω τα πάντα ότι είναι ζημία δια το έξοχον της γνώσεως του Ιησού Χριστού του Κυρίου μου· δια τον οποίον εζημιώθην τα πάντα, και λογίζομαι ότι είναι σκύβαλα, δια να κερδήσω τον Χριστόν, και να ευρεθώ εν αυτώ, μη έχων ιδικήν μου δικαιοσύνην την εκ του νόμου, αλλά την δια πίστεως του Χριστού, την δικαιοσύνην την εκ Θεού δια της πίστεως· δια να γνωρίσω αυτόν, και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού, και την κοινωνίαν των παθημάτων αυτού, συμμορφούμενος με τον θάνατον αυτού· ίσως καταντήσω εις την [ενωριτέραν, ΜΝΚ· ΜΙΡ] εξανάστασιν των νεκρών.»—Φιλιππησίους 3:8-11.
23. (α) Όσον αφορά την πίστι στην ανάστασι, ποιους θα κάμωμε καλά να μιμηθούμε; (β) Από ποιες απόψεις θέλομε η ελπίς της αναστάσεως να μας βοηθήση, και για ποιο πράγμα προσφέρομε ευχαριστίες στον Θεό;
23 Θα κάμωμε καλά να μιμηθούμε τον απόστολο Παύλο. Αλλά πρωτίστως μιμούμεθα τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος, επίσης, εστήριζε την ελπίδα του στη δύναμι του Παντοδυνάμου Θεού να τον αναστήση από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα και ο οποίος τώρα ο ίδιος περιεβλήθη την εξουσία να εγείρη τους νεκρούς στη διάρκεια της βασιλείας του. Μιμούμενοι τόσο τον Ιησού Χριστό όσο και τον απόστολό του, μπορούμε με την ελπίδα της αναστάσεως να γίνωμε θαρραλέοι σαν αυτούς. Είθε η ελπίς της αναστάσεως να μας παρηγορή για κείνους που κοιμήθηκαν στον θάνατο και για τους οποίους επιφυλάσσεται αφύπνισις. Είθε η ελπίδα της αναστάσεως να μας κεντρίζη για να εξακολουθήσωμε να εκτελούμε το έργο Κυρίου του Θεού, ακόμη και εν όψει θανάτου τώρα πριν από τον Αρμαγεδδώνα, διότι γνωρίζομε ότι, λόγω της αναστάσεως των νεκρών, ο πιστός ‘κόπος μας δεν είναι μάταιος εν Κυρίω.’ Ευχαριστούμε τον Παντοδύναμο Θεό, ο οποίος μας δίδει τη νίκη κατά του θανάτου δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού!—1 Κορ. 15:57, 58.
-
-
Προέλευσις των Ιεροτελεστιών και Εθιμοτυπιών του «Χριστιανικού Κόσμου»Η Σκοπιά—1965 | 1 Ιουλίου
-
-
Προέλευσις των Ιεροτελεστιών και Εθιμοτυπιών του «Χριστιανικού Κόσμου»
✔ Στην Εκκλησιαστική Ιστορία του ο Τζων Λώρενς φον Μοσχάιμ ομιλεί για τον συμβιβασμό που έκαμε ο «Χριστιανικός κόσμος» από την αρχή του στην εποχή του Κωνσταντίνου για να κάμουν περισσοτέρους ειδωλολάτρας να δεχθούν τη Χριστιανοσύνη: «Μολονότι η στοργική φροντίδα των αυτοκρατόρων απέβλεπε στην προώθησι της Χριστιανικής θρησκείας, η αδιάκριτη θρησκοληψία των επισκόπων επεσκότισε την πραγματική της φύσι και εμείωσε τις ενέργειές της, με τον πολλαπλασιασμό των ιεροτελεστιών και εθιμοτυπιών. Είναι καλώς γνωστή η παρατήρησις του Αυγουστίνου, Ότι ο ζυγός που είχε τεθή επάνω στους Ιουδαίους ήταν πιο υποφερτός από εκείνον που ετέθη επάνω σε πολλούς Χριστιανούς της εποχής του. Διότι οι Χριστιανοί επίσκοποι εισήγαγαν, με ελαφρές μόνον τροποποιήσεις, μέσα στη Χριστιανική λατρεία, εκείνες τις ιεροτελεστίες και εκείνους τους θεσμούς, με τους οποίους προηγουμένως οι Έλληνες, Ρωμαίοι και άλλα έθνη εξεδήλωναν την ευλάβεια και τον σεβασμό προς τις φανταστικές των θεότητες. Ενόμιζαν ότι οι άνθρωποι ευκολώτερα θα ενεκολπούντο τη Χριστιανοσύνη, αν έβλεπαν ότι οι ιεροτελεστίες, που μετεβιβάσθησαν σ’ αυτούς από τους πατέρες των εξακολουθούσαν να παραμένουν αναλλοίωτες μεταξύ των Χριστιανών, και διέκριναν ότι ο Χριστός και οι μάρτυρες ελατρεύοντο κατά τον ίδιο τρόπο, όπως προηγουμένως οι θεοί των.
»Υπήρχε, φυσικά, μικρή διαφορά, την εποχή εκείνη, μεταξύ της δημοσίας λατρείας των Χριστιανών και εκείνης των Ελλήνων και Ρωμαίων. Και στους δύο, επίσης, υπήρχαν λαμπρές στολές, μίτρες, τιάρες, λαμπάδες, ποιμαντορικές ράβδοι, τελετές, εξαγνισμοί, εικόνες, χρυσά και αργυρά σκεύη, και αναρίθμητα άλλα πράγματα. Μόλις ο Κωνσταντίνος απεκήρυξε τη θρησκεία των προγόνων του, μεγαλοπρεπείς ναοί ανηγέρθησαν πανταχού, που ήσαν στολισμένοι με ζωγραφιές και εικόνες και οι οποίοι τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική τους εμφάνισι ήσαν πολύ όμοιοι με τα ιερά και τους ναούς των θεών. Αυτοί οι ναοί . . . αφιερώνοντο με μεγάλη τελετή, και με ιεροτελεστίες δανεισμένες σε μεγάλο βαθμό από τον αρχαίο λειτουργικό κώδικα των Ρωμαίων.»—Σελ. 276, 277, Βιβλίον Β΄, Μέρος Κεφαλαίου Δ΄.
Οι πρώτοι Χριστιανοί, αντί να δανεισθούν από τους ειδωλολάτρας, ακολουθούσαν τη θεία εντολή: «“Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αποχωρίσθητε”, λέγει Ιεχωβά, “και μη εγγίσητε ακάθαρτον”.» Έτσι έδωσαν το παράδειγμα για τους αληθινούς Χριστιανούς σήμερα.—2 Κορ. 6:17, ΜΝΚ.
-