Ο Θεός της Αληθείας Μεταχειρίζεται Όρκον
1, 2. (α) Γιατί δεν θα μπορούσε να ψευσθή ο Δοτήρ των Δέκα Εντολών; (β) Με το να κάνουν ποιες προσθήκες απεδείχθησαν οι άνθρωποι ψεύσται, όπως, παραδείγματος χάριν, σχετικά με την χρήσι εικόνων;
Η ΕΝΑΤΗ από τις Δέκα Εντολές, που έδωσε ο Ιεχωβά Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως, λέγει: «Μη ψευδομαρτυρήσης κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.» (Έξοδ. 20:16) Με αυτό το νόμο εναντίον του ψεύδους, ο μέγας Νομοθέτης θέτει τον εαυτό του εναντίον των ψευστών. Επομένως, δεν θα μπορούσε ο ίδιος να ειπή ένα ψεύδος και συγχρόνως να είναι σε αρμονία με τον ίδιο τον νόμο του. (Ρωμ. 1:21-25) Μισεί το να ψεύδεται, και δεν υπήρξε ποτέ ο Πατήρ ενός ψεύδους. Ο λόγος του είναι σαν καθαρός χρυσός, δεδοκιμασμένος και συνεπώς απηλλαγμένος από κάθε σκωρία. Όπως ακριβώς ο σοφώτατος άνθρωπος των αρχαίων χρόνων πριν από την Κοινή μας Χρονολογία είπε: «Πας λόγος Θεού είναι δεδοκιμασμένος· είναι ασπίς εις τους πεποιθότας επ’ αυτόν. Μη προσθέσης εις τους λόγους αυτού· μήποτε σε εξελέγξη, και ευρεθής ψεύστης.»—Παροιμ. 30:5-6.
2 Προσθέτοντας ανθρωποποίητες παραδόσεις και εντολές στον αγνό Λόγο του Θεού, πολλοί θρησκευτικοί ηγέται αντιλέγουν στις διδασκαλίες και εντολές του γραπτού Λόγου του Θεού και αποδεικνύουν ότι είναι ψεύσται. (Ματθ. 15:1-9) Προσθέτοντας στον γραπτό Λόγο του Θεού τη θρησκευτική διδασκαλία ότι ο Θεός μπορεί να λατρεύεται μ’ ένα σχετικό τρόπο μέσω παραστάσεων, οι θρησκευτικοί ηγέται, που έκαμαν συμβιβασμούς, ετοίμασαν το δρόμο για να γίνη το θρησκευτικό τους ποίμνιο λάτρεις ειδώλων. Όλοι, λοιπόν, όσοι χρησιμοποιούν ανθρωποποίητες παραστάσεις ως βοηθήματα για τη λατρεία μπαίνουν στην τάξι που περιγράφεται στο εδάφιο Ρωμαίους 1:25: «Οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εις το ψεύδος, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν την κτίσιν μάλλον παρά τον κτίσαντα, όστις είναι ευλογητός εις τους αιώνας.» Αυτά τα κτίσματα ή ανθρωποποίητες θρησκευτικές παραστάσεις είναι ψεύδη. Μαρτυρούν ψευδώς ως μάρτυρες εναντίον του Θεού του Δημιουργού. Γι’ αυτό δεν θα τις επιδοκίμαζε ποτέ.
3. (α) Πώς ο Λόγος του Θεού είναι αυτός καθ’ εαυτόν αλήθεια και όχι ψεύδος; (β) Παρά ταύτα τι είδε ο Θεός κατά καιρούς καλό να προσθέση στον Λόγο Του;
3 Ο αγνός λόγος του Θεού είναι αλήθεια αυτός καθ’ εαυτόν. Δεν θα μπορούσε να είναι ένα ψεύδος, διότι καθώς το εδάφιο 1 Ιωάν. 2:21 λέγει, «παν ψεύδος εκ της αληθείας δεν είναι.» Ο λόγος του Θεού δεν είναι ένα ψεύδος είτε με αυτά που λέγει είτε λόγω αποτυχίας τού να επαληθεύσουν αυτά. Οι υποσχέσεις και προφητείες του Θεού εκπληρώνονται αφεύκτως. Επομένως, στον λόγο του Θεού, που είναι αυτός καθ’ εαυτόν αξιόπιστος, μπορεί οποιοσδήποτε να επαναπαυθή επειδή είναι η αλήθεια και ποτέ δεν χάνει κάτι από την αξία του ως αλήθεια. Εν τούτοις, κατά καιρούς ο Ιεχωβά Θεός εθεώρησε καλό να προσθέση κάτι σ’ αυτόν τον αποκεκαλυμμένο λόγο της επαγγελίας ή προφητείας του. Δεν είναι μια αντιφατική προσθήκη, αλλά μια ενισχυτική προσθήκη. Ποια είναι αυτή; Είναι ο όρκος του Θεού, η ένορκος δήλωσίς του. Ομνύει στον λόγον του.
4. Στη Γραφή, ποιο είναι το πρώτο πρόσωπο, που αναφέρεται ως ορκιζόμενο, και ποιες ήσαν οι περιστάσεις;
4 Στην Αγία Γραφή το πρώτο πρόσωπο που αναφέρεται ως ορκιζόμενο είναι αυτός ο φίλος του Θεού Αβραάμ. (Ιάκ. 2:23· Ησ. 41:8· 2 Χρον. 20:7) Αυτό συνέβη στον εικοστόν αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Ο πατριάρχης Αβραάμ είχε κατατροπώσει τους τέσσερες άρπαγες βασιλείς και είχε απελευθερώσει τον ανεψιό του Λωτ με την οικογένειά του καθώς επίσης και τα αγαθά που είχαν πάρει από την πόλι Σόδομα, κοντά στην οποία κατοικούσε ο Λωτ. Όταν ο Αβραάμ προσεφέρθη ν’ αποκαταστήση στον βασιλέα όλα τα αγαθά του, ο βασιλεύς των Σοδόμων είπε: «Δος μοι τους ανθρώπους, τα δε υπάρχοντα λάβε εις σεαυτόν.» Αλλά ο Αβραάμ απήντησε: «Εγώ ύψωσα την χείρα μου προς Ιεχωβά, τον Θεόν τον Ύψιστον, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην, ότι δεν θέλω λάβει από πάντων των ιδικών σου από κλωστής έως λωρίου υποδήματος, δια να μη είπης, Εγώ επλούτισα τον Άβραμ.» (Γέν. 14:11-24, ΜΝΚ) Έτσι ο Αβραάμ ωρκίσθη στην υψίστη ζώσα Προσωπικότητα. Δεν υπήρχε κάτι το ανώτερο στο οποίο να ορκισθή.
5. (α) Με ποια χειρονομία εκδηλώθηκε ο όρκος του Αβραάμ προς τον βασιλέα των Σοδόμων; (β) Ποια δύο είδη όρκου υπήρχαν τότε, όπως αποδεικνύεται από τις δύο διαφορετικές Εβραϊκές λέξεις που εχρησιμοποιούντο;
5 Το ότι ομνύει ο Αβραάμ ή παίρνει όρκο σημειώνεται με τον υψωμό της χειρός του, όταν έκαμε τη δήλωσι ως απάντησι στην προσφορά του βασιλέως των Σοδόμων, υψώνοντας την προς τον «Ιεχωβά, τον Θεόν τον Ύψιστον, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην.» Αυτό εξηγεί τι είναι όρκος. Μια εκτεταμένη Εγκυκλοπαιδεία της Βίβλου λέγει σχετικά με τον όρκον:
(Ιουδαϊκά), μια έκκλησις προς τον Θεό, ή προς αρχές αναγνωριζόμενες από εκείνους που ορκίζονται, ή προς κάθε τι που θεωρείται ιερόν, για την επικύρωσι ενός ισχυρισμού ή για την επιβεβαίωσι μιας υποσχέσεως που εδόθη ή ενός καθήκοντος που ανελήφθη. . . . «Όρκος» είναι η απόδοσις στην Εξουσιοδοτημένη Μετάφρασι των δύο Εβραϊκών λέξεων, αλάχ, και σαμπουάχ, που η καθεμιά τους χρησιμοποιείται με τρείς σημασίες: . . .
1. Ένας όρκος είναι μια έκκλησις προς τον Θεό για την επικύρωσι μιας δηλώσεως ότι είναι αληθινή (Νεεμίας 10:30· Έξοδος 22:10)·
2. Μια ένορκος δήλωσις (Γένεσις 26:28· 2 Σαμουήλ 21:7)·
3. Μια κατάρα ή αρά (Αριθμοί 5:21· Δανιήλ 9:11). . . .
Οι δυο λέξεις αλάχ και σαμπουάχ, όμως, δεν είναι καθόλου συνώνυμοι. Υποδεικνύουν δύο διαφόρους τρόπους όρκου, ή μάλλον δύο τάξεις όρκων. Έτσι αλάχ (από το αλάλ, θρηνώ, κλαίω, εκφράζω θλίψι, . . .) καταλλήλως σημαίνει να επικληθή κανείς θλίψι επάνω στον εαυτό του, και δείχνει ότι ο τρόπος του όρκου τον οποίο περιγράφει συνεδέετο με μια επίκλησι για θεία εκδίκησι επάνω στο άλλο μέρος, αν η διαβεβαίωσις που έγινε δεν ήταν αληθινή· ενώ σαμπουάχ (από το σέμπα, επτά) σημαίνει κατά γράμμα να επταπλασιάζη ένας τον εαυτό του, να παράγη επτά, δηλαδή, να κάνη μια δήλωσι επικυρωμένη από επτά θύματα, ή μπροστά σε επτά μάρτυρας, επειδή . . . επτά ζώα εχρησιμοποιούντο στους αρχαίους χρόνους, όταν εδίνοντο αμοιβαίες υποσχέσεις και όταν επραγματοποιούντο συμμαχίες (Γένεσις 21:28-30) . . . . Η πρωτίστη διάκρισις, επομένως, μεταξύ των δύο όρκων είναι, ότι στην περίπτωσι του πρώτου [αλάχ] μια κατάρα εχρησιμοποιείτο, ενώ στην περίπτωσι του τελευταίου [σαμπουάχ] δεν εχρησιμοποιείτο κατάρα.a
6, 7. (α) Ποιον αναφέρει η Γραφή ως ορκιζόμενο περισσότερο από κάθε άλλον; (β) Γιατί, όταν ορκίζεται, ο Ιεχωβά δεν χρειάζεται να επικαλεσθή κακό επάνω στον εαυτό του;
6 Γνωρίζετε ότι, στην Αγία Γραφή, ο Θεός αναφέρεται ως ορκιζόμενος περισσότερο από κάθε άλλον; Γνωρίζετε ότι στις θεόπνευστες εβραϊκές Γραφές υπάρχουν εβδομήντα και πλέον παραπομπές, όπου ο Ιεχωβά Θεός ορκίζεται; Ποτέ, όμως, δεν χρησιμοποιείται σχετικά με Αυτόν η Εβραϊκή λέξις αλάχ, δηλαδή, η λέξις, η οποία υποδεικνύει ότι ο ορκιζόμενος καταράται τον εαυτό του για να παράσχη βεβαίωσι εναντίον του ψεύδους ή της αποτυχίας του να πραγματοποίηση κάτι. Όταν ο Ιεχωβά Θεός ορκίζεται, δεν παρίσταται ποτέ ανάγκη να επικαλεσθή κακό επάνω στον εαυτό του σε περίπτωσι όπου η δήλωσις που κάνει δεν είναι αληθής ή σε περίπτωσι όπου θ’ αποτύχη να εκτελέση την υπόσχεσί του ή την προφητεία του ή που θ’ αποτύχη να εκπληρώση το καθήκον που αναλαμβάνει.
7 Δεν υπάρχει ποτέ οποιαδήποτε πιθανότης για ένα τέτοιο πράγμα. Γι’ αυτό, δεν υπάρχει καμμιά ανάγκη για τον Ιεχωβά Θεό να ζητήση κάτι τρομερό να συμβή σ’ αυτόν, αν ο λόγος του αποδειχθή ότι είναι ψεύδος ή αν δεν μπορέση να εκπληρώση τον λόγο του ή να ζήση σύμφωνα με αυτόν. Ένα τέτοιο πράγμα δεν θα μπορούσε ούτε καν να το φαντασθή για τον εαυτό του. Επομένως, σε κάθε περίπτωσι στο Εβραϊκό κείμενο, όπου ο Θεός αναφέρεται ορκιζόμενος, η Εβραϊκή λέξις σαμπά χρησιμοποιείται στην αυτοπαθή της μορφή, διότι σημαίνει «να επταπλασιάση ένας τον εαυτό του.» Τούτο σημαίνει να φθάση ένας στο σημείον της τελειότητος, διότι στη Γραφή ο αριθμός επτά χρησιμοποιείται ως αντίστοιχο του βαθμού τελειότητος.
8. (α) Πότε, στη Γραφή, ωρκίσθη για πρώτη φορά ο Θεός; (β) Ποια σπουδαιότητα είχε η ένορκος αυτή βεβαίωσις;
8 Σ’ αυτόν τον πρώτο όρκο που αναφέρεται στη Γραφή, ο Αβραάμ, ο φίλος του Θεού, ωρκίσθηκε στο όνομα του Θεού. Αργότερα, στην πρώτη περίπτωσι, όπου ο Ύψιστος Θεός αναφέρεται να ορκίζεται, ορκίζεται σχετικά με τον φίλο του, τον Αβραάμ. Εφόσον ο Ύψιστος Θεός, ο οποίος είναι «ο Θεός της αληθείας», αισθάνθηκε τη ανάγκη να ορκισθή, οι περιστάσεις πρέπει να ήσαν ασυνήθεις, έκτακτες. Και πράγματι ήσαν. Επί πλέον, η δήλωσις προς τον Αβραάμ, στον οποίον ο Θεός ωρκίσθηκε, είχε σπουδαιότητα για όλο το ανθρώπινο γένος από τη θεμελίωσι του κόσμου ως σήμερα, ναι, ως τη γέννησι και του τελευταίου ανθρωπίνου βρέφους. Η δήλωσις του Θεού είχε ιδιαίτερη σπουδαιότητα για 144.000 μέλη της ανθρωπίνης οικογενείας, τα οποία θα άρχιζαν να εμφανίζωνται επάνω στη γη ύστερ’ από δέκα εννέα αιώνες. Ποια, λοιπόν, ήταν η δήλωσις; Πώς αυτή ήλθε σε ύπαρξι;
9. Πότε και πού έγινε η ένορκος δήλωσις, και τι εμποδίσθη να κάμη ο Αβραάμ;
9 Η ένορκος δήλωσις είχε γίνει τον δέκατο ένατο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία στο Όρος Μοριά. Την εποχή εκείνη τα τείχη της πόλεως Σαλήμ (αργότερα Ιερουσαλήμ) δεν περιελάμβαναν την κορυφή του όρους Μοριά. Εκεί υπήρχε ένας βωμός, δεν ήταν, όμως, ο βωμός του ναού του Βασιλέως Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ, διότι ο ναός είχε ανεγερθή επί του Όρους Μοριά για πρώτη φορά τον ενδέκατον αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Ήταν ένας βωμός, που ο Αβραάμ είχε κτίσει με απελέκητες πέτρες για να προσφέρη επάνω του τον γυιό του Ισαάκ ως ανθρωπίνη θυσία στον Ιεχωβά Θεό. Υπακούοντας στην εντολή του Θεού, ο Αβραάμ προέβαινε να θυσιάση τον Ισαάκ, τον μόνο υιόν του από τη σύζυγό του Σάρρα. Ακριβώς, όμως, στο σημείο, που ο Αβραάμ ήταν έτοιμος να θανατώση τον Ισαάκ, ο οποίος έκειτο δεμένος επάνω στα ξύλα στην κορυφή του βωμού, ο άγγελος του Θεού εκάλεσε τον Αβραάμ ονομαστικώς και είπε: «Μη επιβάλης την χείρα σου επί το παιδάριον, και μη πράξης εις αυτό μηδέν· διότι τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν, επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’ εμέ.»
10. Ποια ήταν η δήλωσις, για την οποία ωρκίσθη ο Ιεχωβά;
10 Η προσοχή του Αβραάμ εκλήθη τώρα σ’ ένα κριό, ο οποίος εκρατείτο από τα κέρατα σ’ ένα γειτονικό πυκνόκλαδο φυτό. Ο Αβραάμ εδέχθη αυτό το ζώο ως προμήθεια του Θεού, και το προσέφερε ως θυσία αντί του Ισαάκ. «Και εφώνησε δεύτερον ο άγγελος του Ιεχωβά προς τον Αβραάμ εκ του ουρανού, και είπεν, Ώμοσα εις εμαυτόν [σαμπά] λέγει Ιεχωβά, ότι, επειδή έπραξας το πράγμα τούτο, και δεν ελυπήθης τον υιόν σου, τον μονογενή σου, ότι ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.»—Γέν. 22:1-18, ΜΝΚ.
11. Γιατί η ένορκος αυτή δήλωσις ήταν παγκοσμίου σπουδαιότητος, αλλά ποια αντίρρησι είναι πιθανόν να προβάλουν μερικοί όσον αφορά την εκπλήρωσί της;
11 Τι σκέπτεσθε; Ήσαν αυτά, τα οποία «λέγει Ιεχωβά» στην περίπτωσι εκείνη, παγκοσμίου σπουδαιότητος; Ναι, διότι περιλαμβάνουν «πάντα τα έθνη της γης» μαζί με αυτά που υπάρχουν σήμερα. Η εκπλήρωσίς των σημαίνει για μας ευλογίες άσχετα με το τίνος έθνους αποτελούμε μέρος. Δίχως εξαίρεσι θα έπρεπε όλοι να ενδιαφερώμεθα σ’ αυτά τα λόγια ως το σημείο να κάνωμε ό,τι μπορούμε για να ευλογηθούμε μέσω του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ. Ναι, αλλά κάποιος μπορεί να πη ότι εκείνη η δήλωσις του Ιεχωβά είχε γίνει πριν από τριάντα εννέα σχεδόν αιώνες, και όλες οι φυλές της γης δεν έχουν ακόμη ευλογηθή μέσω του σπέρματος του Αβραάμ δια του Ισαάκ, διότι, ιδέτε, παρακαλούμε, τις τρομερές διεθνείς συνθήκες σήμερα. Παρατηρήστε, επίσης, την κατάστασι των φυσικώς περιτετμημένων Ιουδαίων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι σπέρμα του Αβραάμ λόγω γεννήσεως.
12. Τι παραβλέπει εκείνος που προβάλλει την αντίρρησι όσον αφορά την ευλογία των εθνών;
12 Εν τούτοις, αυτός, που προβάλλει την αντίρρρησι, παραβλέπει κάτι· δεν νομίζετε; Παραβλέπει το γεγονός ότι όλα τα έθνη της γης άρχισαν να ευλογούνται με το υποσχεμένο σπέρμα του Αβραάμ πριν από δέκα εννέα αιώνες, και τούτο παρά το γεγονός ότι το έθνος των φυσικώς περιτετμημένων Ισραηλιτών είχε απορριφθή από τον Ιεχωβά Θεό. Και σήμερα ένα εκατομμύριο και πλέον άτομα από διακόσια περίπου γνωστά έθνη ευλογούνται μέσω του αληθινού σπέρματος του Αβραάμ. Πώς μπορούσε να συμβή αυτό; Είναι δυνατόν σύμφωνα με την εξήγησι ενός από τους θεοπνεύστους συγγραφείς της Βίβλου, του αποστόλου Παύλου. Έγραψε στο μέσον περίπου του πρώτου αιώνος της Κοινής μας Χρονολογίας.
13. (α) Ποιο υπενθύμισε ο απόστολος Παύλος στους Γαλάτας ότι ήταν κυρίως το σπέρμα του Αβραάμ; (β) Αλλά πόσο πολυάριθμο επρόκειτο να είναι το σπέρμα του Αβραάμ;
13 Την εποχή εκείνη ο απόστολος Παύλος έγραφε σε εκκλησίες συγ-Χριστιανών στη Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας, στη Μικρά Ασία. Μερικοί από εκείνους τους πιστούς, οι οποίοι δεν ήσαν Ισραηλίται, είχαν εσφαλμένως πεισθή να νομίζουν ότι έπρεπε να γίνουν Ιουδαίοι και να περιτμηθούν και να υποβληθούν στον αρχαίο νόμο που έδωσε ο Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως. Ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του για να τους ενισχύση. Τους υπενθύμισε ότι, εν πρώτοις, ο Ιησούς Χριστός ήταν το υποσχεμένο Σπέρμα του Αβραάμ. Αυτός ο Ιησούς ήταν πραγματικά ο μονογενής Υιός του Θεού και, όπως ο πατριάρχης Αβραάμ, ο Ιεχωβά Θεός προσέφερε τον μονογενή του Υιό ως μια ανθρωπίνη θυσία έξω από το βόρειο τείχος της Ιερουσαλήμ, ή κοντά στο Όρος Μοριά, όπου ο Αβραάμ είχε παρουσιάσει τον Ισαάκ για θυσία. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά Θεός είχε ειπεί ότι το αληθινό σπέρμα του Αβραάμ δεν θα ήταν ένα πρόσωπο, αλλά πολλά, ο αριθμός των οποίων ήταν τότε άγνωστος, ακριβώς όπως ο αριθμός των αστέρων ή των κόκκων άμμου παρά το χείλος της θαλάσσης.
14. (α) Ήταν μήπως ανάγκη να εκπληρωθή η υπόσχεσις κατά γράμμα από φυσικούς απογόνους του Αβραάμ; (β) Για να είναι πραγματικοί υιοί του Αβραάμ, τι πρέπει να είναι εκείνοι που συμμετέχουν στο σπέρμα της επαγγελίας και από ποια στάδια πρέπει να περάσουν;
14 Πραγματικά, ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, εγεννήθη και περιετμήθη ως ένας Ιουδαίος κι έτσι ήταν ένας φυσικός απόγονος του πατριάρχου Αβραάμ. Έτσι, μέσω αυτού θα ήταν δυνατόν να εκπληρωθούν κατά γράμμα οι ευλογίες προς όλα τα έθνη της γης, ακριβώς όπως επρόκειτο να γίνη αυτό. Το υπόλοιπον του σπέρματος του Αβραάμ δεν ήταν ανάγκη να αποτελήται από φυσικούς Ιουδαίους κατά σάρκα. Γιατί όχι; Διότι το υπόλοιπον του σπέρματος του Αβραάμ είχαν ανάγκη, όλοι τους, να γίνουν υιοί του Αβραάμ, μέσω πίστεως. Ο Αβραάμ ήταν ένας άνθρωπος πίστεως στον Ιεχωβά Θεό. Λόγω της πίστεώς του είχε δικαιωθή ή ανακηρυχθή δίκαιος στα όμματα του Θεού, προτού ακόμη ο Αβραάμ περιτμηθή στο ενενηκοστό ένατο έτος της ηλικίας του. (Ρωμ. 4:9-22) Οι αληθινοί υιοί του Αβραάμ, οι οποίοι υπολογίζονται ως μέρος του υποσχεμένου σπέρματος, πρέπει να έχουν πίστι στον Ιεχωβά, ώστε να είναι δυνατόν να δικαιωθούν δια πίστεως όπως εδικαιώθη ο Αβραάμ. Κατόπιν, μετά τη δικαίωσί τους ή την ανακήρυξί τους ως δικαίων, ο Θεός τούς αποκυεί δια του αγίου του πνεύματος και γίνονται υιοί του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος προεσκιάσθη από τον φίλο του Αβραάμ.
15. Μολονότι ο Ιησούς ήταν ένας φυσικός απόγονος του Αβραάμ, τι έπρεπε να γίνη σε αρμονία με όλο το υπόλοιπο του σπέρματος;
15 Έτσι γίνονται πνευματικοί υιοί του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού, και υπολογίζονται ως μέρος του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ. Και αυτός ακόμη ο Ιησούς Χριστός, μολονότι ένας φυσικός υιός του επιγείου προπάτορός του Αβραάμ, είχε αποκυηθή από το πνεύμα του Θεού και μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε ένας πνευματικός υιός του Μεγαλυτέρου Αβραάμ. Η αποκύησίς του έλαβε χώραν, όταν ανέβηκε από τα ύδατα του βαπτίσματος και κατέβη επάνω του το πνεύμα του Θεού και ο Θεός ανήγγειλε ότι ήταν ένας πνευματικός του Υιός λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» (Ματθ. 3:13-17) Τελικά, το σπέρμα του Αβραάμ για την ευλογία όλων των εθνών της γης θα είναι όλοι μια πνευματική τάξις.
16. Ήταν μια ευλογία για οποιονδήποτε να γίνη μέρος του σπέρματος του Αβραάμ; Και μέσω τίνος ήλθε αυτή η ιδιότης του μέλους, και σε ποιους πρώτα;
16 Αποτελεί μια ανέκφραστη ευλογία για οποιονδήποτε το ν’ αποκυηθή από το πνεύμα του Θεού και να γίνη μέρος του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ μαζί με τον Ιησού Χριστό. Αυτή η ευλογία προέρχεται από τον Μεγαλύτερο Αβραάμ, Ιεχωβά Θεό τον Πατέρα, και μέσω του μονογενούς του Υιού Ιησού, του Μεγαλυτέρου Ισαάκ. Οι πρώτοι, που έλαβαν αυτή την ευλογία τού να γίνουν μέλη του σπέρματος του Αβραάμ για την ευλογία και άλλων ακόμη, ήσαν φυσικοί Ιουδαίοι, εκατόν είκοσι από αυτούς, ως έναρξις, κατά την ημέραν της εορτής της Πεντηκοστής του έτους 33 της Κοινής μας Χρονολογίας. Αργότερα προσετέθησαν σ’ αυτούς Ιουδαίοι προσήλυτοι και Σαμαρείται. Η ευλογία, όμως, του Αβραάμ εξηγγέλθη ότι δεν θα ήταν μόνο για Ιουδαίους, αλλά για όλα τα έθνη, και αν ακόμη δεν ήσαν περιτετμημένα.
17. Σε ποιους επεξετάθη αυτή η ειδική ευλογία στον ωρισμένο καιρό του Θεού, και τι έγιναν εκείνοι που έτσι ευλογήθηκαν;
17 Σε αρμονία με αυτό, τριάμισυ χρόνια μετά την Πεντηκοστή εκείνη του 33 μ.Χ., η ευλογία επεξετάθη σε απεριτμήτους Εθνικούς, Ιταλοί δε στη Καισάρεια της Ιουδαίας ήσαν οι πρώτοι που έλαβαν την ευλογία του Αβραάμ. Αυτό άνοιξε το δρόμο για να χορηγηθή η ευλογία σε λαούς όλων των εθνών, χωρίς διάκρισι, σε όλους εκείνους, οι οποίοι έτσι ευλογούνται μέσω του Σπέρματος του Αβραάμ και αποκυούνται υπό του αγίου πνεύματος του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού, για να γίνουν μέρος του Σπέρματος του Αβραάμ, ακόμη και ως τώρα. Έτσι ο Θεός δεν παρέλειψε να εκπληρώση την ένορκο υπόσχεσί του προς τον Αβραάμ.
18, 19. (α) Έρχεται μήπως η ευλογία του Αβραάμ επάνω σ’ εκείνους που εξαρτώνται από τα έργα του Νόμου; (β) Με το να μιμηθούν τον Αβραάμ, από ποια άποψι άτομα γίνονται μέλη του σπέρματος;
18 Σημειώστε, τώρα, πώς ο Παύλος εξηγεί το ζήτημα, όταν γράφη σε όμοια με αυτόν μέλη του Σπέρματος αυτού στη Γαλατία. Αναφέρεται στον εαυτό του με τα λόγια «Εκείνος λοιπόν όστις χορηγεί εις εσάς το πνεύμα, και ενεργεί θαύματα μεταξύ σας», και κατόπιν ερωτά:
19 «Εξ έργων νόμου κάμνει ταύτα, ή εξ ακοής πίστεως; καθώς ο Αβραάμ επίστευσεν εις τον Ιεχωβά, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην. Εξεύρετε λοιπόν ότι οι όντες εκ πίστεως, ούτοι είναι υιοί του Αβραάμ. Προϊδούσα δε η Γραφή ότι εκ πίστεως δικαιόνει τα έθνη ο Θεός, προήγγειλεν εις τον Αβραάμ, “Ότι θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάντα τα έθνη.” Ώστε οι όντες εκ πίστεως, ευλογούνται μετά του πιστού Αβραάμ, Διότι όσοι είναι εξ έργων νόμου, υπό κατάραν είναι· επειδή είναι γεγραμμένον, “Έπικατάρατος πας όστις δεν εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμενοις εν τω βιβλίω του νόμου, ώστε να πράξη αυτά.” Δια να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ δια Ιησού Χριστού, ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του πνεύματος δια της πίστεως.
20. Αθετείται μια κεκυρωμένη διαθήκη, και στην προκειμένη περίπτωσι για πόσα σπέρματα είχε γίνει η υπόσχεσις στον Αβραάμ;
20 »Αδελφοί, κατά άνθρωπον ομιλώ· όμως και ανθρώπου διαθήκην κεκυρωμένην ουδείς αθετεί, ή προσθέτει εις αυτήν. Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, “Και προς το σπέρμα σου”, όστις είναι ο Χριστός.
21. Πώς μπορεί να είναι μόνο ένα σπέρμα μολονότι υπάρχουν πολλά μέλη;
21 »Διότι πάντες είσθε υιοί Θεού δια της πίστεως της εν Χριστώ Ιησού. Επειδή όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε. Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην· δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος· δεν είναι άρσεν και θήλυ· διότι πάντες σεις είσθε είς εν Χριστώ Ιησού. Εάν δε ήσθε του Χριστού, άρα είσθε σπέρμα του Αβραάμ, και κατά την επαγγελίαν κληρονόμοι.
22. Πώς οι αδελφοί του αποστόλου Παύλου είναι «τέκνα» όπως ήταν ο Ισαάκ;
22 »Ημείς δε, αδελφοί, καθώς ο Ισαάκ, επαγγελίας τέκνα είμεθα.»—Γαλ. 3:5-10, 14-16, 26-29· 4:28.
23, 24. (α) Μέχρι σήμερα πόσοι από το σπέρμα του Αβραάμ πρέπει να υπάρχουν; (β) Πώς γνωρίζομε τον ανώτατο αριθμό του σπέρματος, και γιατί πρέπει όλοι να είναι πιστοί μέχρι θανάτου;
23 Μέχρι σήμερα, σ’ αυτό το έτος 1966, πόσοι από αυτό το σπέρμα του Αβραάμ πρέπει να υπάρχουν, δηλαδή, αν υπολογίσωμε από τον πρώτο αιώνα και εντεύθεν; Η Γραφική απάντησις είναι, Όχι περισσότεροι από 144.000 από αυτούς τους πνευματικούς υιούς του Αβραάμ. Αυτός ο ωρισμένος αριθμός δίδεται στο τελευταίο ακριβώς βιβλίο της Αγίας Γραφής. Ο αριθμός αυτός, 144.000, δεν συγκρίνεται με κανένα τρόπο με τον αριθμό των αστέρων, που η επιστήμη μπόρεσε να μετρήση ως τώρα. Αλλά ο πραγματικός αριθμός παρέμενε άγνωστος στους Χριστιανούς επί σαράντα και πλέον χρόνια, αφότου ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τη Χριστιανική εκκλησία στη Γαλατία, ακριβώς όπως ήταν άγνωστος ο αριθμός των αστέρων που είδε ο Αβραάμ με τα φυσικά του μάτια.
24 Έπειτα κατά το έτος 96 περίπου της Κοινής μας Χρονολογίας, σε δύο από τις οράσεις, που κατέγραψε ο απόστολος Ιωάννης στο Βιβλίο της Αποκαλύψεως, απεκαλύφθη ο ακριβής αριθμός εκείνων που αποτελούν το πνευματικό σπέρμα του Αβραάμ, οι οποίοι ενώνονται με το Πρωταρχικό Σπέρμα, δηλαδή, ο τελείως ισορροπημένος αριθμός των 144.000. (Αποκάλ. 7:1-8· 14:1-3) Αυτοί οι αποκυημένοι από το πνεύμα 144.000 ακόλουθοι του Πρωταρχικού Σπέρματος Ιησού Χριστού πρέπει όλοι να θυσιασθούν μαζί του επάνω στη γη. Αποδεικνυόμενοι πιστοί μέχρι του θανάτου της σαρκός των, θα γίνουν συγκληρονόμοι με αυτόν στην ουράνια βασιλεία δια της αναστάσεως εκ νεκρών.—1 Κορ. 15:29-57· 2 Κορ. 5:1-9.
25. Τι έδειξαν οι 11.500 με το να λάβουν μέρος στον άρτο και τον οίνο στο Αναμνηστικό δείπνον του Κυρίου το 1965, και ποια επίδρασι επρόκειτο να έχη σ’ αυτούς ο όρκος του Θεού προς τον Αβραάμ;
25 Έτσι, κατά τον εορτασμόν του δείπνου του Κυρίου στις 14 Νισάν του περασμένου έτους 1965 ήσαν περίπου 11.500 εκείνοι που έλαβαν μέρος στα εμβλήματα του άρτου και του οίνου για να δηλώσουν ότι ήσαν μέλη του πνευματικού σπέρματος του Αβραάμ, κληρονόμοι της ουρανίας κληρονομίας με το Πρωταρχικό Σπέρμα τον Ιησού Χριστόν. (Λουκ. 22:14-30· 1 Κορ. 11:20-32) Σ’ αυτό το μικροσκοπικό υπόλοιπο των 144.000 η ένορκος δήλωσις, την οποία ο Ιεχωβά Θεός προσέθεσε στην υπόσχεσί του προς τον Αβραάμ στο Όρος Μοριά, επρόκειτο να φέρη ειδική παρηγορία και ενθάρρυνσι για να παραμείνουν πιστοί. Γιατί;
Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΟΥ ΔΗΛΩΣΕΩΣ
26. Ποιος είναι ο σκοπός μιας ενόρκου δηλώσεως, όπως αναφέρεται εις Εβραίους 6:16;
26 Αλλά, ποιος είναι ο σκοπός μιας ενόρκου δηλώσεως; Μια θεόπνευστη εξήγησις αυτού μας δίδεται στο εδάφιο Εβραίους 6:16, με τα εξής λόγια: «Οι μεν άνθρωποι ομνύουσιν εις τον μεγαλύτερον, και ο όρκος είναι εις αυτούς τέλος πάσης αντιλογίας προς βεβαίωσιν.»
27. Ώστε ο όρκος του Ιεχωβά που έγινε προς τον Αβραάμ θα έπρεπε να θέση τέρμα σε ποια αντιλογία;
27 Έτσι, όταν ο Ιεχωβά Θεός ωρκίσθη, λέγοντας: «Ώμοσα εις εαυτόν, λέγει Ιεχωβά,» παρέσχε μια ειδική νομική εγγύησι εκ μέρους του Υπερτάτου Κριτού του σύμπαντος. Αυτό θα έπρεπε να θέση τέρμα σε κάθε αντιλογία εκ μέρους όλου του ανθρωπίνου γένους, περιλαμβανομένων και ημών σήμερα, όσον αφορά το αν μια ευλογία πρόκειται να έλθη σε όλα τα έθνη της γης, όχι μόνο στους φυσικούς απογόνους του Αβραάμ, αλλά, επίσης, σε όλες τις άλλες φυλές της γης.—Γέν. 12:1-3· 22:16-18, ΜΝΚ.
28. Ποιο γεγονός σχετικά με τον όρκο του Θεού θα έπρεπε να μας δώση πρόσθετη βεβαίωσι;
28 Γιατί οποιοσδήποτε από μας θα προέβαλλε αμφισβήτησι σ’ αυτό σήμερα; Γιατί οποιοσδήποτε από μας θα διατηρούσε κάποια αμφιβολία σχετικά με αυτό σήμερα; Μάλλον, ας αντλήσωμε πρόσθετη βεβαίωσι από τον εκούσιο όρκο του Θεού σήμερα. Δεν ήταν υποχρεωμένος να ορκισθή για το ότι είναι αληθινή η υπόσχεσίς του προς τον Αβραάμ σχετικά με το σπέρμα της ευλογίας. Ο Αβραάμ δεν είχε δικαίωμα να ζητήση, όπως ο Θεός βεβαιώση ενόρκως την υπόσχεσί του. Από εαυτού του ο Θεός προτίμησε να ορκισθή στον εαυτό του, και είχε ένα στοργικό λόγο για να το κάμη αυτό. Ο Παύλος το εξηγεί ως εξής:
29. Ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού με το να παρέμβη με όρκο, όταν έδινε την υπόσχεσί του στον Αβραάμ, κι επομένως, αντί να είμεθα νωθροί, τι πρέπει να είμεθα;
29 «Να μη γείνητε νωθροί, αλλά μιμηταί των δια πίστεως και μακροθυμίας κληρονομούντων τας επαγγελίας. Διότι ο Θεός δίδων επαγγελίαν εις τον Αβραάμ, επειδή δεν είχε να ομόση εις ουδένα μεγαλήτερον, ώμοσεν εις εαυτόν, λέγων, “Βεβαίως ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω σε πληθύνει.” Και ούτω προσμείνας με υπομονήν, απήλαυσε την επαγγελίαν. Διότι οι μεν άνθρωποι ομνύουσιν εις τον μεγαλήτερον, και ο όρκος είναι εις αυτούς τέλος πάσης αντιλογίας προς βεβαίωσιν. Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον· ώστε δια δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εις τα οποία είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός, να έχωμε ισχυράν παρηγορίαν οι καταφυγόντες εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα· την οποίαν έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν, και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος [στα Άγια των Αγίων]· όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.»—Εβρ. 6:12-20.
30. Γιατί πρέπει η ελπίς του υπολοίπου να παραμείνη σταθερή και βεβαία, και για ποιο σκοπό;
30 Ως ένα αποτέλεσμα, το υπόλοιπον από τα 144.000 μικρότερα μέλη του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ, που ευρίσκεται ακόμη επάνω στη γη, έλαβε μεγάλη ενθάρρυνσι από την ένορκο δήλωσι του Υψίστου Θεού, ο οποίος ποτέ δεν γίνεται επίορκος ούτε απαρνείται τον εαυτό του, διότι είναι «ο Θεός της αληθείας». Η ελπίς του υπολοίπου, η οποία έχει την άγκυρά της στα Άγια των Αγίων ή το ουράνιο αγιαστήριο του Ιεχωβά Θεού, πρέπει να παραμείνη πάντοτε σταθερή και βεβαία, ώστε αυτοί να συνεχίσουν ν’ ασκούν υπομονή και εγκαρτέρησι ακριβώς όπως ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ έπραξαν στην εποχή τους.
31. Ποιοι άλλοι σήμερα δικαιούνται ν’ αντλήσουν ισχυρή ενθάρρυνσι από τον όρκο του Θεού για την υπόσχεσί του, και σύμφωνα με ποιο δράμα που εδόθη στον Ιωάννη ;
31 Εντούτοις, το υπόλοιπο των 144.000, που βρίσκεται ακόμη εν σαρκί, δεν είναι σήμερα οι μόνοι που δικαιούνται ν’ αντλήσουν ισχυρή ενθάρρυνσι από τον όρκο, ο οποίος δεσμεύει την υπόσχεσι του Θεού. Σήμερα ένας όχλος πολύς άλλων πιστών ανθρώπων στον Θεό και τον Ιησού Χριστό, το Αρνίον του, δικαιούνται να αντλήσουν ενθάρρυνσι, επίσης. Γιατί αυτό; Διότι, αφού δίδει, για πρώτη φορά στην Βιβλική ιστορία, τον ακριβή αριθμό των μελών του πνευματικού σπέρματος του Αβραάμ, το έβδομο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως συνεχίζει και λέγει: «Μετά ταύτα είδον, και ιδού όχλος πολύς, τον οποίον ουδείς ηδύνατο να αριθμήση, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, οίτινες ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου, ενδεδυμένοι στολάς λευκάς, έχοντες φοίνικας εν ταις χερσίν αυτών και κράζοντες μετά φωνής μεγάλης, έλεγον. Η σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθήμενου επί του θρόνου, και του Αρνίου.» (Αποκάλ. 7:9-10) Α, ναι η δεσμευμένη με όρκον υπόσχεσις του Θεού προς τον Αβραάμ επρόκειτο να εκπληρωθή σε περισσοτέρους παρά απλώς σ’ εκείνους, που θα εγίνοντο πνευματικοί υιοί του Αβραάμ, τους 144.000 σε αριθμό. Επρόκειτο, επίσης, να εκπληρωθή στα επίγεια έθνη και τις φυλές έξω από το υποσχεμένο σπέρμα, που αποτελείται από τον Ιησού Χριστό και τους 144.000 συγκληρονόμους του. Αυτό περιλαμβάνει τους νεκρούς ανθρώπους καθώς επίσης κι εκείνους που ζουν τώρα.
32. Τι είναι καταφανές από το γεγονός ότι ο ‘πολύς όχλος’ φαίνεται τώρα ότι αποδίδει τη σωτηρία του στον Θεό και στο Αρνίον;
32 Αυτός ο «όχλος πολύς» των πιστών από όλα τα έθνη, τις φυλές, τους λαούς και τις γλώσσες έχουν ήδη αρχίσει να εισέρχονται στην ευλογία μέσω του σπέρματος του Αβραάμ. Γνωρίζουν ότι ήδη, προτού το υπόλοιπο μεταφερθή στην ουράνια βασιλεία, απολαμβάνουν πολύτιμες ευλογίες μέσω του υποσχεμένου σπέρματος του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού. Συνεπώς, αυτός ο «πολύς όχλος», που συγκεντρώνεται χωρίς διάκρισι χρώματος, έθνους, φυλής, γλώσσης, αποδίδουν τη σωτηρία των στον Ιεχωβά Θεό επάνω στον ουράνιο θρόνο του και στο Αρνίον του τον Ιησού Χριστό, το Πρωταρχικό Σπέρμα του Αβραάμ.
33. Γιατί και αυτός ο ‘πολύς όχλος’, επίσης, έχει ανάγκη ενθαρρύνσεως, κι επομένως και αυτοί, επίσης, τι πρέπει να έχουν υπ’ όψιν;
33 Η καταστροφή της Βαβυλώνος της Μεγάλης, και ο ‘πόλεμος της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος’ και το δέσιμο και η φυλάκισις του Σατανά ή Διαβόλου και των δαιμόνων του δεν έχουν ακόμη λάβει χώραν για να εξαλειφθούν όλοι οι εχθροί και διώκται, ορατοί και αόρατοι. Επομένως, αυτός ο «πολύς όχλος» με ελπίδες για έναν επίγειο Παράδεισο κάτω από τη Βασιλεία του Θεού έχει ανάγκη από ενθάρρυνσι για ν’ αποφύγη τη νωθρότητα και να παραμείνη πιστός και να εγκαρτερήση, ακριβώς όπως συμβαίνει και με το πνευματικό υπόλοιπο. Γι’ αυτό το λόγο ο «πολύς όχλος» χρειάζεται να έχη υπ’ όψιν το ότι ο Θεός ωρκίσθη στον εαυτό του για να επιβεβαιώση την απαραβίαστη υπόσχεσί του για αιώνια ευλογία των.
34. (α) Με ποια δύο πράγματα έγινε η πρόθεσις του Θεού αμετάβλητη; (β) Ως τι είδους Θεός έχει διεκδικήσει ήδη τον εαυτό του ο Ιεχωβά, και, μαζί με τον Παύλο, ποια δηλούμε ότι είναι η θέσις μας απέναντι στον Θεό;
34 Ο λόγος του Θεού είναι αμετάβλητος. Ο όρκος του Θεού είναι αμετάβλητος. Εφόσον τα δύο αυτά πράγματα, ο λόγος Του και ο όρκος Του, εδόθησαν σχετικά με την πρόθεσί του που ευηρεστήθη να μας αποκαλύψη, αυτό καθιστά την πρόθεσί του, επίσης, αμετάβλητη. Και τώρα ακόμη με όσα ο Ύψιστος Θεός Ιεχωβά έχει ήδη κάμει σχετικά με την αποκαλυμμένη πρόθεσί του παραμένει διεκδικημένος, δικαιωμένος, ενώπιον όλου του ουρανού και της γης. Ας αρνούνται οι διάβολοι, ας αρνούνται όλοι οι άνθρωποι, που βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των διαβόλων, και ας μη το πιστέψουν, ωστόσο ο Ιεχωβά ο Ύψιστος Θεός αποκαλύπτεται και αποδεικνύεται ως «Θεός αληθείας». Τι μας ενδιαφέρει αν η συντριπτική πλειονότης αυτού του κόσμου αποτελήται από απίστους. Εμείς πιστεύομε και δεχόμεθα τον λόγο του Θεού για την αληθινότητά του. Σεβόμεθα, επίσης, την αδιάρρηκτη δεσμευτική δύναμι του όρκου του Θεού, τον οποίον έκαμε στον μέγιστο και ύψιστο από κάθε ύπαρξι. Επομένως, δηλούμε κατηγορηματικά ότι η στάσις μας είναι ομοία με εκείνη, που έλαβε ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, όταν έγραψε: «Έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης.»—Ρωμ. 3:4.
[Υποσημειώσεις]
a Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, έκδοσις 1891, Τόμος 7, σελίς 256, κάτω από την επικεφαλίδα «Όρκος.»
[Εικόνα στη σελίδα 177]
Ο Θεός κάνει ένα όρκο στον Αβραάμ