Ο Ιεχωβά: Σύζυγος, Πατήρ και Διδάσκαλος
«Πάντες δε οι υιοί σου θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά, και θέλει είσθαι μεγάλη η ειρήνη των υιών σου.»—Ησαΐας 54:13, ΑΣ.
1. Ποιος μπορεί άριστα να δείξη τη σχέσι του Ιεχωβά προς τους δούλους του, και πώς μπορούμε να λάβωμε μεγαλύτερη εκτίμησι της σχέσεως αυτής;
ΚΑΝΕΙΣ δεν εκτιμά τη σχέσι του αληθινού Θεού προς τα πλάσματά του όπως ο Ιεχωβά ο ίδιος. Μπορεί να την περιγράψη άριστα, και την περιγράφει με ποικίλους όρους που μπορούμε να εννοήσωμε. Ανατρέχοντας στον λόγον του Θεού μπορούμε να λάβωμε μεγαλύτερη εκτίμησι της σχέσεως του Ιεχωβά προς εκείνους που τον υπηρετούν.—Ιωάννης 17:15-21.
2. Δείξτε πόσο είναι κατάλληλο να ορίζη ο Ιεχωβά τον εαυτό του ως «σύζυγον» της οργανώσεώς του.
2 Αν ένας άνθρωπος συγκροτούσε μια οργάνωσι, ήταν αφωσιωμένος στους σκοπούς της, επιζητούσε τα συμφέροντά της, ήταν πιστός σ’ αυτήν, εφρόντιζε για την ευημερία όλων των μελών της, της έδιδε τον χρόνον του και την προσοχή του, έχαιρε για την παραγωγικότητά της, και έτσι ήταν στενά ενωμένος μαζί της, δεν μπορεί άρα γε να λεχθή κατάλληλα ότι ένα τέτοιο άτομο είναι «νυμφευμένο» με την οργάνωσι αυτή; Ναι, διότι, εικονικώς, «γάμος» σημαίνει απλώς μια τέτοια στενή ένωσι. Είναι συνεπές και πολύ ευάρεστο για τον Ιεχωβά Θεό να προσδιορίζη τον εαυτό του ως σύζυγον της οργανώσεώς του. Αυτό μπορεί να φαίνεται παράδοξο εκ πρώτης όψεως· αλλά πώς θα μπορούσαμε να περιγράψωμε τη σχέσι αυτή της στενής ενώσεως με καλύτερο τρόπο; Έχομε υπ’ όψιν την καλή συζυγική διάταξι γάμου μεταξύ των λατρευτών του Ιεχωβά, καθώς βλέπομε να αναφέρη ο Θεός τον εαυτό του ως σύζυγον του έθνους του φυσικού Ισραήλ, λόγου χάριν.
3, 4. Στην εξεικονιστική περίπτωσι του έθνους Ισραήλ, πώς ο Ιεχωβά ήταν σύζυγος;
3 Πώς ο Ιεχωβά ήταν σύζυγος του έθνους Ισραήλ; Κατά το ότι προσηρμόζετο προς την εξεικονιστική περίπτωσι του ανθρώπου που ανεφέρθη στην προηγούμενη παράγραφο. Με λίγα λόγια, για τον Ισραήλ δεν ήταν ένας σύζυγος με πολλές επίγειες γυναίκες. Όχι· απεναντίας, εδήλωσε στον Ισραήλ: «Εσάς μόνον εγνώρισα εκ πάντων των γενών της γης.» (Αμώς 3:2) Ο Ιεχωβά ήταν πιστός στον Ισραήλ, αλλά το έθνος αυτό παρέβη τον νόμον του Θεού και εστράφη μακριά απ’ αυτόν, και έτσι διαβάζομε στον Ιερεμία 3:14: «Επιστρέψατε, υιοί αποστάται, λέγει ο Ιεχωβά· διότι εγώ είμαι σύζυγος εις εσάς.» (ΑΣ) Βλέποντας προφητικώς προς τα εμπρός δια μέσου των ετών αφού απέρριψε την άπιστον «σύζυγον», τον Ισραήλ: «Ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει ο Ιεχωβά, και θέλω κάμει προς τον οίκον Ισραήλ, και προς τον οίκον Ιούδα, διαθήκην νέαν· ουχί κατά την διαθήκην, την οποίαν έκαμον προς τους πατέρας αυτών, καθ’ ην ημέραν επίασα αυτούς από της χειρός δια να εξαγάγω αυτούς εκ γης Αιγύπτου· διότι αυτοί παρέβησαν την διαθήκην μου, και εγώ απεστράφην αυτούς, λέγει ο Ιεχωβά.»—Ιερεμίας 31:31, 32, ΑΣ.
4 Η σχέσις αυτή και η σταθερότης του Ιεχωβά ως συζύγου και η δικαίωσίς του για την απόρριψι του έθνους που έγινε ασεβές και εστράφη εναντίον του, δείχνονται προφητικά από τον Ωσηέ: «Κρίθητε μετά της μητρός σας, κρίθητε· διότι αύτη δεν είναι γυνή μου, και εγώ δεν είμαι ανήρ αυτής· ας αφαιρέση λοιπόν τας πορνείας αυτής απ’ έμπροσθεν αυτής, και τας μοιχείας αυτής εκ μέσου των μαστών αυτής.» (Ωσηέ 2:2) Στο έβδομο εδάφιο η αρχική συζυγική σχέσις δείχνεται σε συνάφεια με την εξής ερημωτική καταγγελία της άπιστης οργανώσεως: «Και θέλει τρέξει κατόπιν των εραστών αυτής, και δεν θέλει φθάσει αυτούς· και θέλει ζητήσει αυτούς, και δεν θέλει ευρεί· τότε θέλει ειπεί, Θέλω υπάγει, και επιστρέψει προς τον πρώτόν μου άνδρα· διότι καλήτερον ήτο τότε εις εμέ, παρά τώρα.»
5. Δώστε Βιβλική απόδειξι ότι ο Ιεχωβά είναι ως σύζυγος της παγκοσμίου οργανώσεώς του.
5 Η σχέσις συζύγου δεν περιορίζεσαι στην οργάνωσι του Ισραήλ. Αυτό το έθνος, που προ πολλού απερρίφθη, εξεικόνιζε προφητικώς μεγαλύτερα, διαμένοντα πράγματα. «Η δε άνω Ιερουσαλήμ είναι ελευθέρα, ήτις είναι μήτηρ πάντων ημών.» (Γαλάτας 4:26· Ρωμαίους 15:4· 1 Κορινθίους 10:11) Ασφαλώς, ο Ιεχωβά διατηρεί την παγκόσμια οργάνωσι των πλασμάτων του ως σύζυγον, με τρυφερή σχέσι, και κατάλληλα ορίζει τον εαυτό του ως άνδρα της. Μήπως προσδιορίζει τον εαυτό του και με κάποια άλλη ιδιότητα εν σχέσει με την οργάνωσί του και τα μέλη της; Μάλιστα.
ΠΑΤΗΡ
6. Ποια είναι μια άλλη ιδιότης με την οποία αποκαλύπτεται ο Ιεχωβά;
6 Λεξικά ανεγνωρισμένης αυθεντίας, επιβεβαιώνουν τη γενική αντίληψι που έχομε για τη σημασία της λέξεως «γονεύς». Όταν η λέξις χρησιμοποιήται ως όνομα, τα λεξικά λέγουν «εκείνος που γεννά ή φέρνει στο είναι απογόνους· ένας πατέρας ή μια μητέρα· μια πηγή· ένας πρωτουργός· επίσης, η αιτία». Όταν δε χρησιμοποιήται ως επίθετο: «κάθε τι που αποτελεί την αρχική πηγή από την οποίαν προβάλλει κάτι ή προέρχεται· κάθε τι που υποστηρίζει, προστατεύει ή ελέγχει οτιδήποτε ως παράρτημά του· όπως π.χ. μια οργάνωσις που θεωρείται “γονεύς” δηλαδή από την οποίαν έχουν προέλθει άλλα τμήματα ή παραρτήματα». Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Θεός, ο οποίος δημιουργεί την οργάνωσι και είναι ο σύζυγός της, είναι επίσης ο πατήρ των ατόμων που παράγονται από την οργάνωσι αυτή και γίνονται μέλη της; Ναι, και ο Ιεχωβά ο ίδιος αποκαλύπτεται ως ο μέγας Πατήρ.
7, 8. Ποιοι περιλαμβάνονται ως τέκνα του Ιεχωβά;
7 Εκείνοι στους οποίους αυτός δίδει ζωή, είναι τέκνα του. Ένα παράδειγμα τούτου είναι ο Λόγος. Ο «Λόγος» φανερώνεται ότι είναι η άμεση δημιουργία του Ιεχωβά και ο ενεργός αντιπρόσωπός του στη δημιουργία άλλων πνευματικών υιών του Θεού καθώς και όλων των άλλων δημιουργημάτων. «Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και θεός ήτο ο Λόγος. Ούτος ήτο εν αρχή παρά τω Θεώ. Πάντα δι’ αυτού έγειναν· και χωρίς αυτού δεν έγεινεν ουδέ έν το οποίον έγεινεν.»—Ιωάννης 1:1-3, ΜΝΚ.
8 Τα πλάσματα εκείνα που παράγονται μέσω της λειτουργίας της οργανώσεώς του και γίνονται μέλη της οργανώσεώς του, είναι ομοίως τέκνα του. Παραδείγματα τούτου είναι οι πνευματικοί υιοί του Θεού. Αυτοί οι άγγελοι, χερουβείμ και σεραφείμ, περιελαμβάνοντο στα δημιουργήματα του Θεού μέσω του Λόγου. Αυτό είναι επίσης αληθινό για τον Αδάμ. Ο Λουκάς το τονίζει αυτό στο κεφάλαιο 3, εδάφιο 38: «. . . του Αδάμ, [υιού] του Θεού.» Ο Λόγος, όχι μόνο ήταν ο μονογενής Υιός, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, αλλά, έχοντας σταλή στη γη ως το ανθρώπινο βρέφος, Ιησούς, δείχνεται ότι είναι το «Σπέρμα» της οργανώσεως του Θεού, η οποία οργάνωσις ήταν φαινομενικώς στείρα από το σπέρμα της επαγγελίας ώσπου ο Ιησούς εγεννήθη ως ανθρώπινο παιδί.—Γαλάτας 3:16.
9. Στον Ισραήλ, ποιοι ήσαν τέκνα του Θεού;
9 Η δήλωσις του τριακοστού πρώτου κεφαλαίου του Ιερεμία, στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, επιβεβαιώνει το γεγονός ότι τα μέλη ατομικώς, οι Ιουδαίοι ατομικώς στο έθνος Ισραήλ, ήσαν τέκνα (μ’ ένα δευτερεύοντα ή τυπικό τρόπο) του Θεού, επειδή ήσαν τέκνα της οργανώσεως του Ισραήλ. «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Εάν ο ουρανός άνω δύναται να μετρηθή, και τα θεμέλια της γης κάτω να εξιχνιασθώσι, τότε και εγώ θέλω απορρίψει παν το σπέρμα του Ισραήλ δια πάντα όσα έπραξαν, λέγει ο Ιεχωβά.»—Εδάφ. 37, ΑΣ.
10. (α) Πώς τα μέλη του σώματος του Χριστού είναι τέκνα του μεγάλου Πατρός; (β) Τι θα πούμε για άλλους που λατρεύουν τον Ιεχωβά;
10 Τι θα πούμε για τους Χριστιανούς; Αυτοί είναι τέκνα του Θεού μ’ ένα μοναδικό τρόπο αν είναι μέλη του σώματος του Χριστού, της κεχρισμένης Χριστιανικής εκκλησίας: «Εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον· δια να εξαγοράση τους υπό νόμον, δια να λάβωμεν την υιοθεσίαν. Και επειδή είσθε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του Υιού αυτού εις τας καρδίας σας, το οποίον κράζει, Αββά, ο Πατήρ. Όθεν δεν είσαι πλέον δούλος, αλλ’ υιός· εάν δε υιός, και κληρονόμος του Θεού.» (Γαλάτας 4:4-7) Αυτό δεν αναφέρεται στον μύθον της «παγκοσμίου πατρότητος» του Θεού για όλον τον κόσμο του ανθρωπίνου γένους, αλλά μιλεί για άτομα που δεν είναι πια υπό την Ιουδαϊκήν διαθήκην του νόμου η οποία ετερματίσθη με τον θάνατον του Ιησού ως διάταξις διαθήκης του νόμου χρησιμοποιούμενη από τον Θεό, αλλά είναι στη νέα διαθήκη μέσω του Ιησού Χριστού ως μέλη του σώματος του Χριστού. (Εβραίους 8:7-13) Αυτοί παράγονται από τον λόγον του Ιεχωβά, ο οποίος τους οδηγεί να γίνουν δούλοι του Θεού, από το πνεύμα του, το οποίον είναι η δύναμις του Θεού και περιλαμβάνει το άγγελμά του όπως αποκαλύπτεται στον λόγον του, και από την δικαία του οργάνωσι μέσω του Ιησού Χριστού, και είναι τέκνα της. Με όλες τις προσδοκίες ζωής που βασίζονται στις προμήθειες του Θεού, άλλοι Χριστιανοί καλής θελήσεως, ενωμένοι μ’ εκείνους που είναι στη νέα διαθήκη, κατάλληλα τον προσφωνούν ως Πατέρα των, διότι πρόκειται να είναι ο Πάππος των μέσω του Αιωνίου Πατρός, Ιησού Χριστού.—Ιωάννης 10:16· Ησαΐας 9:6, ΑΣ.
11. Τι παρατηρείται εδώ σχετικά με την στειρότητα;
11 Στις ημέρες του έθνους Ισραήλ, υπό τον νόμον που εδόθη μέσω του Μωυσέως, ήταν αιτία θλίψεως για μια γυναίκα το να μην έχη τέκνα. Η στειρότης επέφερε όνειδος και στενοχωρία. Η εικόνα αυτή που περιλαμβάνεται στα γεγονότα τα σχετικά με τις κατά γράμμα συζύγους στον Ισραήλ, εφαρμόζεται επίσης στις συμβολικές «συζύγους», τις οργανώσεις, όταν είναι πραγματικά ή φαινομενικά άκαρπες, άγονες από τέκνα, χωρίς αύξησι, και δεν εκπληρώνουν πραγματικά ή φαινομενικά τον σκοπό τους.
ΤΩΡΑ, Ο ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ!
12, 13. (α) Τι άλλο είναι ο Ιεχωβά για τον λαό του; (β) Ποια είναι τα προσόντα του, και σε ποιον αντανακλώνται;
12 Σ’ αυτό το τεύχος της Σκοπιάς εξετάσαμε την αποκλειστικότητα του Ιεχωβά, ότι αυτός έχει όνομα, ότι υπάρχουν πλάσματα που υποστηρίζουν το όνομά του. Παρατηρήσαμε τον προσδιορισμό του ως μεγάλου Ποιητού, ότι, μεταξύ άλλων πραγμάτων, αυτός δημιουργεί οργανώσεις, και ότι στην οργάνωσί του κατά καιρούς παριστάνει τον εαυτό του ως Σύζυγον και είναι επίσης ένας μεγάλος Πατήρ των τέκνων της δικαίας του οργανώσεως. Τώρα ερχόμεθα σε μια άλλη ιδιότητα με την οποία ο Ιεχωβά δείχνει τη σχέσι του με τον λαό του: είναι ο μέγας Διδάσκαλος.
13 Αποκλειστική εκπαίδευσις ανήκει σ’ αυτόν. Έχει τις ιδιότητες του αρίστου διδασκάλου. Έχει όλη τη γνώσι, γνωρίζει τους σκοπούς του, έχει εγκάρδιο ενδιαφέρον για τα πλάσματά του, έχει τελεία υπομονή και όλη την ικανότητα να διδάσκη, και αντανακλά αυτές τις ιδιότητες μέσω εκείνου τον οποίον διώρισε ως τον μέγαν αντιπρόσωπόν του, του δοξασμένου Ιησού Χριστού.—Εβραίους 1:1-3.
14, 15. Σε ποιους έδωκε ο Ιεχωβά διδασκαλία;
14 Δεν κατεκράτησε την κατάλληλη πληροφορία από τα πλάσματά του σε οποιονδήποτε καιρό. Στον πρώτον άνθρωπο ο Θεός έδωκε τον λόγον του. Ωμίλησε στον Αδάμ. (Γένεσις 1:28, 29· 2:16, 17) «Τον παλαιόν κόσμον δεν εφείσθη, αλλά φέρων κατακλυσμόν επί τον κόσμον των ασεβών, εφύλαξεν όγδοον τον Νώε, κήρυκα της δικαιοσύνης.» (2 Πέτρου 2:5) Μέσω ακριβώς του Νώε επετέλεσε ο Ιεχωβά το κήρυγμα της δικαιοσύνης εκείνο τον καιρό. Ο λόγος του Ιεχωβά και το πνεύμα του και η οργάνωσίς του επάνω στη γη ευρίσκοντο στον Νώε και στην οικογένειά του, και ο Ιεχωβά ήταν ο Διδάσκαλος.—Γένεσις 6:8-9:29.
15 Στο έθνος του Ισραήλ ο Θεός έδωκε τον λόγον του και τον νόμον του, έθεσε το πνεύμα του επάνω τους, τους έδωκε την διδακτική οργάνωσι του ιερατείου και των προφητών για να φροντίζη για την ευημερία της όλης οργανώσεως του έθνους. Ο Ιοθόρ είπε στον Μωυσή: «Άκουσον λοιπόν την φωνήν μου· θέλω σε συμβουλεύσει, και ο Θεός θέλει είσθαι μετά σου· Συ μεν έσο ενώπιον του Θεού υπέρ του λαού, δια να αναφέρης τας υποθέσεις προς τον Θεόν· και δίδασκε αυτούς τα προστάγματα και τους νόμους, και δείκνυε προς αυτούς την οδόν εις την οποίαν πρέπει να περιπατώσι, και τα έργα τα οποία πρέπει να πράττωσι.» (Έξοδος 18:19, 20) Περαιτέρω: «Και ελάλησεν ο Θεός πάντας τους λόγους τούτους, λέγων.»—Έξοδος 20:1.
16. Πώς φανερώνεται αυτό στην περίπτωσι του Ιησού Χριστού;
16 Η διδασκαλία του φανερώνεται ομοίως στην πολιτεία του με τον Χριστόν Ιησούν και μέσω αυτού. Έδωκε στον Χριστόν Ιησούν τον λόγον του. Ο Ιεχωβά έθεσε το πνεύμα του επάνω του, και εις Ιωάννην κεφάλαιον 12 διαβάζομε: «Ο δε Ιησούς έκραξε και είπεν, Ο πιστεύων εις εμέ, δεν πιστεύει εις εμέ, αλλ’ εις τον πέμψαντά με· και ο θεωρών εμέ, θεωρεί τον πέμψαντά με. Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, δια να μη μείνη εν τω σκότει πας ο πιστεύων εις εμέ. Και εάν τις ακούση τους λόγους μου, και δεν πιστεύση, εγώ δεν κρίνω αυτόν· διότι δεν ήλθον δια να κρίνω τον κόσμον, αλλά δια να σώσω τον κόσμον. Ο αθετών εμέ, και μη δεχόμενος τους λόγους μου, έχει τον κρίνοντα αυτόν· ο λόγος τον οποίον ελάλησα, εκείνος θέλει κρίνει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Διότι εγώ απ’ εμαυτού δεν ελάλησα, αλλ’ ο πέμψας με Πατήρ, αυτός μοι έδωκεν εντολήν, τι να είπω, και τι να λαλήσω· και εξεύρω ότι η εντολή αυτού είναι ζωή αιώνιος. Όσα λοιπόν λαλώ εγώ, καθώς μοι είπεν ο Πατήρ, ούτω λαλώ.»—Εδάφ. 44-50.
17. Ποια ερωτήματα τίθενται και ποια είναι η σύνοψις των απαντήσεών των;
17 Τώρα βρισκόμαστε στο 1953, και οι ημέρες του Αδάμ, του Νώε, ο καιρός του έθνους Ισραήλ και της επιγείου διακονίας του Ιησού πριν από πολλούς αιώνες, έχουν όλα περάσει. Τι μπορεί να λεχθή σχετικά με τη διδασκαλία του Ιεχωβά, του μεγάλου Διδασκάλου, σ’ αυτή την ημέρα; Υπάρχει κάτι υπό τις σημερινές περιστάσεις σχετικά με τις οδηγίες του Θεού για μας; Σ’ αυτόν τον σύγχρονο, αλαζονικό, φαύλο πολιτισμό, τι μπορεί να λεχθή σχετικά με τις διδασκαλίες του Ιεχωβά Θεού; Πολλά! Και αυτά συνοψίζονται στο γεγονός ότι ο Ιεχωβά διδάσκει τα τέκνα της οργανώσεώς του.
18. Ποια επιβεβαίωσι δίδει το Ησαΐας 54:13;
18 Ο προφήτης Ησαΐας το εκφράζει αυτό με τον εξής τρόπο: «Πάντες δε οι υιοί σου θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά, και θέλει είσθαι μεγάλη η ειρήνη των υιών σου.» (Ησαΐας 54:13, ΑΣ) Ανάγνωσις των συμφραζομένων του εδαφίου αυτού δείχνει ότι απευθύνεται στη Σιών (Ιερουσαλήμ). Ο Ησαΐας μίλησε και για την ερήμωσι του Ισραήλ και για την αποκατάστασί του. Εν τούτοις, εύκολα αναγνωρίζεται ότι τα λόγια αυτά του κεφαλαίου 54 της προφητείας του Ησαΐα βρίσκουν την εφαρμογή τους και εκπλήρωσι, όχι μόνο στις πράξεις σε μικρή κλίμακα των αρχαίων χρόνων, αλλά περισσότερο στο έργον του Ιεχωβά Θεού σ’ έναν καιρό που πολύ απέχει από την επίδοσι της προφητείας.—Ρωμαίους 15:4· 1 Κορινθίους 10:11.
19. Πότε και πώς ο Ιησούς εφήρμοσε το Ησαΐας 54:13;
19 Ο Ιησούς ο ίδιος έκαμε μια εφαρμογή του Ησαΐας 54:13, και έτσι το παίρνει έξω από μια Ιουδαϊκή εθνικιστική τοποθέτησι όσον αφορά την εκπλήρωσί του. Στο έκτο κεφάλαιο του Ιωάννου η αφήγησις δείχνει τον Ιησούν να προσδιορίζη τον εαυτό του ως την προμήθεια του Θεού για την ευλογία εκείνων που θα ήθελαν να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά, και φανερώνει την ανάγκη όπως όλοι όσοι θα ήθελαν να έχουν αιώνια ζωή, εξασκήσουν πίστι στον Υιό. «Εγόγγυζον λοιπόν οι Ιουδαίοι περί αυτού, ότι είπεν, Εγώ είμαι ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού· και έλεγον, Δεν είναι ούτος Ιησούς ο υιός του Ιωσήφ, του οποίου ημείς γνωρίζομεν τον πατέρα και την μητέρα; πώς λοιπόν λέγει ούτος, ότι εκ του ουρανού κατέβην; Απεκρίθη λοιπόν ο Ιησούς και είπε προς αυτούς, Μη γογγύζετε μεταξύ σας. Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με· και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Είναι γεγραμμένον εν τοις προφήταις, [Ησαΐας 54:13] “Και πάντες θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά.” Πας λοιπόν όστις ακούση παρά του Πατρός και μάθη, έρχεται προς εμέ. Ουχί ότι είδέ τις τον Πατέρα, ειμή εκείνος όστις είναι παρά του Θεού· ούτος είδε τον Πατέρα. Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον.»—Ιωάννης 6:41-47, ΜΝΚ.
20. Εδέχθησαν όλοι τη διδασκαλία του Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού;
20 Αυτό ήταν ένα συνταρακτικό άγγελμα για τους Ιουδαίους εκείνους που είχαν επί πολύν καιρό κάμει την καθ’ ομολογίαν λατρεία των προς τον Ιεχωβά Θεό μια εθνικιστική εκδήλωσι. Μολονότι ήσαν φυσικοί Ιουδαίοι, αν παρεδέχοντο να διδαχθούν από τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, θα παρέμεναν μαθηταί του, ή διδακτοί του, όπως ακριβώς εδήλωσε στους Ιουδαίους που είχαν πιστέψει σ’ αυτόν, καθώς αναφέρεται εις Ιωάννην 8:31, 32: «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου· και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» Εφαρμόζοντας, λοιπόν, το Ησαΐας 54:13, «ταύτα είπεν εν τη συναγωγή διδάσκων εν Καπερναούμ. Έκτοτε πολλοί των μαθητών αυτού εστράφησαν εις τα οπίσω, και δεν περιεπάτουν πλέον μετ’ αυτού.»—Ιωάννης 6:59, 66.
21. Πώς δείχνεται η αποκλειστική διδασκαλία από μέρους του Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού και της Χριστιανικής εκκλησίας;
21 Μεταξύ άλλων, αυτό δείχνει την απόρριψι της άπιστης Ιουδαϊκής οργανώσεως, της οποίας ο Ιεχωβά ήταν κάποτε σύζυγος, και την αποκλειστική διδασκαλία από μέρους του Ιεχωβά μέσω της Χριστιανικής εκκλησίας, της οποίας ο Ιησούς Χριστός ήταν η κεφαλή. Έτσι η ίδια η εσωτερική μαρτυρία του κεφαλαίου 54 του Ησαΐα υποστηρίζεται τελειωτικά από την εφαρμογή που έκαμε ο Ιησούς δείχνοντας ότι η προφητεία εκτείνεται πολύ πέρα από τα όρια του φυσικού Ισραήλ μόνου, και ότι ο Ισραήλ ο ίδιος παρίστανε απλώς μέλλοντα πράγματα. Δεν είναι, λοιπόν, παράδοξο ότι η Χριστιανική εκκλησία, ευθύς απ’ αρχής, εδέχθη χωρίς αμφισβήτησι και βασίσθηκε με όλη της την καρδιά στις Εβραϊκές Γραφές, που πολλές προφητείες των είχαν εκπλήρωσι στον Ιησού Χριστό, στη Χριστιανική εκκλησία, και στην πολιτεία του Ιεχωβά Θεού μαζί της.—1 Πέτρου 1:10-12· 2 Πέτρου 1:19-21.
22. Μήπως το πέρασμα του χρόνου εξασθενίζει τον λόγον της προφητείας;
22 Η προφητεία του κεφαλαίου 54 του Ησαΐα εγράφη πολύ προτού ο απόστολος Παύλος απευθυνθή στη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης, αλλά το πέρασμα του καιρού, αντί να εξασθενίση τη δύναμι των προφητειών των αρχαίων χρόνων, επιστοποίησε τη διαφύλαξί τους από τον μεγάλο τους Συγγραφέα. Μιλώντας τετραγωνικά για τον αποκαλυμμένον λόγον του Θεού, αναγνωρίζοντας τον ίδιον τον Ισραήλ ως προφητικόν, ο Παύλος λέγει με ευγνωμοσύνη: «Διότι όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών. Ο δε Θεός της υπομονής και της παρηγορίας είθε να σας δώση να φρονήτε το αυτό εν αλλήλοις κατά Χριστόν Ιησούν· δια να δοξάζητε ομοθυμαδόν εν ενί στόματι τον Θεόν και Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.» (Ρωμαίους 15:4-6) Δεν αφηνόμεθα σε αμφιβολία ως προς τον χρόνον και τρόπον της εφαρμογής και εκπληρώσεως της προφητείας του Ησαΐα, κεφάλαιο 54. Ο διδάσκαλος προμηθεύει για όλες τις ανάγκες· η οργάνωσίς του παράγει στον ωρισμένο του καιρό!
ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ
23. Ποια μεγάλη ανάγκη αναγνωρίζεται στην αρχαία προφητεία και στις Χριστιανικές ελπίδες;
23 Η ιστορία και τα σημερινά γεγονότα καθιστούν προφανές το γεγονός ότι ο αγιασμός του ονόματος του Ιεχωβά, η λειτουργία των νόμων της δικαίας Βασιλείας του, και η εκτέλεσις του τελείου και αγίου θελήματός του, δεν υπήρξαν η γενική ημερησία διάταξις επάνω στη γη και δεν είναι τώρα. Όχι, η λατρεία του Ιεχωβά δεν είναι το προϊόν του παλαιού αυτού συστήματος πραγμάτων, και όμως δεν είναι μικρό ζήτημα ότι αυτός περιφρονήθηκε από τους ανθρώπους γενικά. Τόσο υπέρτατη σε σπουδαιότητα είναι η διεκδίκησις του ονόματος του Ιεχωβά, με επακόλουθο μια δικαία διακυβέρνησι και την ευλογία εκείνων που τον λατρεύουν επάνω στη γη, ώστε κατ’ επανάληψιν και εξακολουθητικά γίνεται το θέμα της Βιβλικής προφητείας. Όχι μόνο η Βιβλική προφητεία φανερώνει τον σκοπόν του Ιεχωβά να εκπληρώση το θέλημά του σ’ αυτά τα ζητήματα, αλλ’ οι Χριστιανοί πάντοτε τα έκαμαν αυτά αντικείμενον της προσευχής των, η δε επιθυμία και ο πόθος των καρδιών των υπήρξε ειλικρινώς η εκπλήρωσις του θελήματος του Ιεχωβά. Τόσο θεμελιώδη είναι αυτά τα ζητήματα στη ζωή και στις ελπίδες ενός Χριστιανού ώστε ο Ιησούς Χριστός τα συνώψισε λέγοντας: «Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σεις, Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.» (Ματθαίος 6:9, 10) Όταν ο Ιησούς έδωσε αυτή τη συμβουλή για την προσευχή, είχαν περάσει πάνω από 630 χρόνια αφότου υπήρχε επάνω στη γη μια μικρογραφική, έστω, ή σε μικρή κλίμακα διακυβέρνησις του Ιεχωβά Θεού μέσω της θεοκρατικής οργανώσεως του Ισραήλ, η οποία ανετράπη στο 607 π.Χ. λόγω απιστίας στον Θεό.
24. Πώς περιλαμβάνεται διακυβέρνησις στη λατρεία του Ιεχωβά;
24 Πάντοτε στην πολιτεία του Ιεχωβά με τους ανθρώπους φανερώνεται το γεγονός ότι η λατρεία του και η διακυβέρνησίς του είναι αχώριστες. Αυτό σημαίνει ότι εκείνοι που λατρεύουν τον Θεόν είναι υπήκοοι του· ως Θεός των αυτός είναι ο Κυβερνήτης των. Ο Ιησούς το ανεγνώριζε αυτό, και ο Ιησούς το εκήρυττε, κάνοντας τούτο με βάσι τους προφήτας. Οι προσωπικοί σύντροφοι του Ιησού, πιστεύοντας ό,τι παρατηρούσαν στον νόμον και στους προφήτας σχετικά με την αποκατάστασι της διακυβερνήσεως της Βασιλείας επάνω στη γη, απέβλεπαν στην εκδήλωσι, με κάποιον τρόπο, βασιλικής εξουσίας από αυτόν. «Και ενώ αυτοί ήκουον ταύτα, προσθέσας είπε παραβολήν, διότι ήτο πλησίον της Ιερουσαλήμ, και αυτοί ενόμιζον ότι η βασιλεία του Θεού έμελλεν ευθύς να φανή. Είπε λοιπόν, Άνθρωπός τις ευγενής υπήγεν εις χώραν μακράν, δια να λάβη εις εαυτόν βασιλείαν, και να υποστρέψη.»—Λουκάς 19:11, 12.
25. Ποια πεποίθησι και ποιο διερώτημα εξεδήλωσαν οι πρώτοι Χριστιανοί, και πώς δείχνεται αυτό;
25 Μετά τη σταύρωσί του και την έγερσί του από τους νεκρούς, ο Ιησούς είχε για λίγον καιρό επικοινωνία με τους ακολούθους του: «Εις τους οποίους και εφανέρωσεν εαυτόν ζώντα μετά το πάθος αυτού δια πολλών τεκμηρίων, εμφανιζόμενος εις αυτούς τεσσαράκοντα ημέρας, και λέγων τα περί της βασιλείας του Θεού.» (Πράξεις 1:3) Δεν υπήρχε αμφισβήτησις για το αν τελικά θα εγκαθιδρύετο η λατρεία του Ιεχωβά σε όλη τη γη και αχώριστα με αυτήν η διακυβέρνησίς του μέσω της οργανώσεως της Βασιλείας του, αλλά το ερώτημα ήταν, Πότε; «Εκείνοι λοιπόν συνελθόντες ηρώτων αυτόν, λέγοντες, Κύριε, τάχα εν τω καιρώ τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν εις τον Ισραήλ; Είπε δε προς αυτούς, Δεν ανήκει εις εσάς να γνωρίζητε τους χρόνους ή τους καιρούς, τους οποίους ο Πατήρ έθεσεν εν τη ιδία αυτού εξουσία.» (Πράξεις 1:6, 7) Ότι οι σύντροφοι και ακόλουθοί του θα ελάμβαναν σαφέστερη κατανόησι των σκοπών του Θεού από αυτή την άποψι, βεβαιώνεται από τα λόγια του: «Αλλά θέλετε λάβει δύναμιν, όταν επέλθη το Άγιον Πνεύμα εφ’ υμάς· και θέλετε είσθαι εις εμέ μάρτυρες και εν Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία, και έως εσχάτου της γης.» (Πράξεις 1:8) Κατόπιν ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, και αφέθηκε στην πρώτη εκκλησία η υπόσχεσις της μελλοντικής του ελεύσεως.—Πράξεις 1:11.
26. Πώς το κήρυγμα και τα σημεία συνήργησαν στο να λάβη απάντησι το ερώτημα σχετικά με το πότε θ’ αποκαθίσαντο πλήρως η λατρεία και η διακυβέρνησις του Ιεχωβά;
26 Μετά την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό, η δύναμις του πνεύματος του Θεού ήλθε επάνω στα μέλη της πρώτης εκκλησίας, και ανεγνώρισαν τη Χριστιανική οργάνωσι που αποτελούσαν, ως το όργανον που χρησιμοποιούσε ο Ιεχωβά. Η αναγνώρισις αυτή ήταν βεβαία μέσω του κηρύγματος των αληθειών της Βασιλείας από μέρους των και μέσω των σημείων που εκτελούσαν με τη δύναμι του Θεού. Το τρίτο κεφάλαιο των Πράξεων παρέχει την αφήγησι του πώς ένας χωλός επαίτης εζήτησε από τον Πέτρο και τον Ιωάννη να του δώσουν υλική βοήθεια, και πώς ο Πέτρος απήντησε: «Αργύριον και χρυσίον εγώ δεν έχω· αλλ’ ό,τι έχω, τούτο σοι δίδω. Εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σηκώθητι και περιπάτει.» (Πράξεις 3:6) Ο χωλός εθεραπεύθη με τη δύναμι του Θεού, προς έκπληξιν και θαυμασμόν των ανθρώπων που έλαβαν γνώσιν της θαυματουργικής ιάσεως. Κατόπιν ο Πέτρος έδωσε μια ισχυρή μαρτυρία σχετικά με τον Ιησού Χριστό ως το μέσον χορηγήσεως ζωής από τον Θεό, και σχετικά με την εκπλήρωσι των προφητειών σ’ αυτόν, και είπε περαιτέρω στους ανθρώπους εκείνους: «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, δια να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας, δια να έλθωσι καιροί αναψυχής από προσώπου του Ιεχωβά, και αποστείλη τον προκεκηρυγμένον εις εσάς Ιησούν Χριστόν· τον οποίον πρέπει να δεχθή ο ουρανός μέχρι των καιρών της αποκαταστάσεως πάντων όσα ελάλησεν ο Θεός απ’ αιώνος δια στόματος πάντων των αγίων αυτού προφητών. Διότι ο Μωυσής είπε προς τους πατέρας, “Ότι Ιεχωβά ο Θεός σας θέλει αναστήσει εις εσάς προφήτην εκ των αδελφών σας, ως εμέ· αυτού θέλετε ακούει κατά πάντα όσα αν λαλήση προς εσάς· και πάσα ψυχή, ήτις δεν ακούση του προφήτου εκείνου, θέλει εξολοθρευθή εκ του λαού.” Και πάντες δε οι προφήται από Σαμουήλ και των καθεξής, όσοι ελάλησαν, προανήγγειλαν και τας ημέρας ταύτας. Σεις είσθε υιοί των προφητών, και της διαθήκης την οποίαν έκαμεν ο Θεός προς τους πατέρας ημών, λέγων προς τον Αβραάμ, “Και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάσαι αι φυλαί της γης.” Προς εσάς πρώτον ο Θεός, αναστήσας τον Υιόν αυτού Ιησούν, απέστειλεν αυτόν δια να σας ευλογή, όταν επιστρέφητε έκαστος από των πονηριών υμών.» (Πράξεις 3:19-26, ΜΝΚ) Σαν σπέρμα του όφεως ή τέκνα του Διαβόλου που ήσαν, και, όπως είναι η συνήθειά τους πάντοτε, οι ψευδείς θρησκευτικοί ιερείς «ηγανάκτησαν» για τις διδασκαλίες του Πέτρου και του Ιωάννου και προέβησαν στη σύλληψί των.—Πράξεις 4:1-3.
27. Πώς ο χρόνος είναι ένας σπουδαίος παράγων σχετικά με την καρποφορία της «γυναικός» του Ιεχωβά;
27 Αυτή η ισχυρή παράκλησις για μετάνοια που έγινε από τον Πέτρο, δείχνει τον Ιησού Χριστό ως τον προσδιωρισμένον από τον Ιεχωβά, δείχνει ότι ο ουρανός έπρεπε να τον δεχθή έως έναν ωρισμένο καιρό από τότε, τον καιρό της αποκαταστάσεως, και ότι για τα πράγματα αυτά ο Θεός μίλησε με το στόμα των προφητών του, όλων των προφητών, πράγματι, περιλαμβανομένου και του Ησαΐα. Ο Ιησούς, επειδή ήταν ουράνιος βασιλεύς, δεν θα εγκαθίδρυε, βέβαια, και δεν εγκαθίδρυσε μια γήινη βασιλεία. Ο χρόνος είναι ένας σπουδαίος παράγων, και αυτό είναι αληθινό σχετικά με την εκπλήρωσι του πεντηκοστού τετάρτου κεφαλαίου του Ησαΐα. Ο καιρός της διακυβερνήσεως του Ιεχωβά είναι ο καιρός για την καρποφορία της οργανώσεώς του και τη διδασκαλία των τέκνων της Σιών αλλά πότε, πώς, από ποιον; Εξετάστε τα προηγούμενα, και τα δύο άρθρα, ως βάσιν για περαιτέρω παρακολούθησι του θέματος αυτού στο επόμενο τεύχος μας.