Συγκατοικώντας με Τιμή
«Τι καλόν και τι τερπνόν, να συγκατοικώσιν εν ομονοία αδελφοί!»—Ψαλμ. 133:1
1. Σε ποιον οφείλεται κάθε τιμή, και γιατί;
ΣΤΟΝ Ιεχωβά οφείλεται κάθε τιμή, αίνος και δόξα. Οφείλονται σ’ αυτόν λόγω της παντοδυναμίας του και επειδή σε τέτοια θέσι διατηρεί τελεία ακεραιότητα. Οι αρχές του είναι δίκαιες, όπως είναι οι νόμοι του και οι κρίσεις του, τις φυλάττει δε με ζήλο, ποτέ μην παρεκκλίνοντας ούτε κατά ένα ιώτα από την πιστότητά του σ’ αυτές. Θεωρούνται τόσο πολύτιμες απ’ αυτόν, ώστε όχι μόνο συμμορφώνεται ο ίδιος, αλλ’ απαιτεί συμμόρφωσι προς τις αρχές αυτές από τα αγγελικά του πλήθη και τους πιστούς του δούλους επάνω στη γη.
2. Τι απητείτο από εκείνους που ήσαν στο ουράνιο βασίλειο, και τι συνέβη σ’ εκείνους που εξετράπησαν;
2 Όπως απαιτείται καλή υπόληψις από εκείνους που συγκατοικούν με τιμή στην παρουσία του Ιεχωβά στο ουράνιο βασίλειο, έτσι, επίσης, αυτός θέτει όμοια ευθύνη επάνω στα πλάσματά του στη γη. Υπήρξε εκτροπή από την ακεραιότητα στους ουρανούς, όταν εκείνος που έγινε Σατανάς εστασίασε εναντίον αυτής της έντιμης ατμοσφαίρας, στην οποία κατοικούσε όλο το ουράνιο πλήθος. Το αποτέλεσμα ήταν ότι στον δέοντα καιρό αυτός απεβλήθη. Τώρα φέρει ένα όνομα κακής υπολήψεως.—Αποκάλ. 12:9.
3. (α) Γιατί πρέπει να είναι προσφιλές ένα καλό όνομα; (β) Ποιες είναι οι ιδιότητες του κατόχου ενός καλού ονόματος;
3 Μια καλή υπόληψις πρέπει επίσης να είναι προσφιλής μεταξύ των ανθρώπων και να επιζητήται αφού καθαρίζεται ως απαίτησις στον λόγον του Θεού. Στις Παροιμίες 22:1 αναφέρεται: «Προτιμότερον όνομα καλόν παρά πλούτη μεγάλα.» Βλέπομε από τούτο ότι ο Ιεχωβά έχει μεγάλη εκτίμησι για ένα καλό όνομα. Ένα τέτοιο όνομα αποκτάται με μια υποδειγματική πορεία ενεργείας, επειδή ένα άτομο που είναι ευθύ είναι έντιμο και εμμένει στις δίκαιες αρχές. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι ένα άτομο που κατέχει καλό όνομα είναι αξιόπιστο, νομιμόφρον, πιστό, σταθερό—γεγονός που δείχνει ότι το άτομο αυτό είναι αξιέπαινο ενώπιον του Ιεχωβά.
4. (α) Ποιους κανόνες θα επιδιώκη ένας ευυπόληπτος άνθρωπος; (β) Ποιες είναι οι συνέπειες στον παραβάτη και στο Χριστιανικό σώμα;
4 Έντιμοι κανόνες τηρούνται σε κάθε βήμα της ζωής από τον Χριστιανό διάκονο. Τηρούνται μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, στη σχέσι του γάμου, στην εργασία με τους συνεταίρους μας, με άλλους από την κοινωνία Νέου Κόσμου· ναι, και για την ίδια αιτία, ενώπιον εκείνων που ανήκουν στον κόσμο επίσης. Με άλλα λόγια, ο διάκονος σε όλες τις σχέσεις του είναι ένας άνθρωπος υπολήψεως. Όταν δεν ακολουθούνται οι έντιμες αρχές ή γίνωνται παραβιάσεις τούτων, γρήγορα ανακύπτουν δυσκολίες και εάν αυτό συνεχισθή, φέρνει ολέθρια αποτελέσματα. Όταν γίνωνται παραβάσεις, όπως μοιχεία, διαστροφές, εργασία που γίνεται με δολιότητα, ψεύδη ή ύβρεις, οι συνέπειες είναι καταστρεπτικές. Παραμέλησις του νόμου του Ιεχωβά και διάπραξις φαυλοτήτων αποτελούν παραβίασι των κανόνων του Θεού. Ένας που κάνει τέτοια πράγματα φέρνει ατιμία στον Ιεχωβά Θεό, στη Χριστιανική εκκλησία με την οποία είναι συνταυτισμένος, στους φίλους του και στον εαυτό του, διότι αυτό καταλήγει στην απομάκρυνσί του από την εκκλησία. Συνεπώς, η συγκατοίκησις με αρμονία, με ομόνοια και με τιμή, όχι μόνο απαιτείται, αλλά και είναι προσφιλής σ’ εκείνους που υπηρετούν τον Ιεχωβά με αποκλειστική αφοσίωσι.
5. (α) Ποια σχέσις πρέπει να υπάρχη μεταξύ εκείνων που είναι σε μια εκκλησία; (β) Πώς ο Χριστός Ιησούς διατηρούσε ενότητα με τον Πατέρα του;
5 Εκεί που υπάρχει μια ομάς πιστών Χριστιανών διακόνων συγκεντρωμένων μαζί σε μια εκκλησία, η σχέσις του ενός προς τον άλλον είναι μια αληθινή εικόνα συνεργασίας. Μπορεί να ομοιωθή με το σώμα, που αποτελείται από πολλά μέλη. Όταν τα μέλη λειτουργούν όπως διευθύνονται από την κεφαλή, μπορούν ν’ αναμένονται θαυμαστά επιτεύγματα, επειδή όλοι εργάζονται για τον ίδιο σκοπό. Η προσπάθεια συνεργασίας από μέρους όλων των μελών μπορεί να διατηρηθή με πλήρη και τέλειο σεβασμό της θέσεως του ενός από τον άλλον. Το σπουδαίο πράγμα είναι ν’ ακολουθούμε την καθοδηγία της κεφαλής. Η απόδοσις τιμής στην κεφαλή διευκρινίσθη καλά από τον Χριστό Ιησού όταν, όπως αναγράφεται στο κατά Ιωάννην 5:30, ανέφερε σχετικά με τη θέσι του ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, τον οποίον πάντοτε ανεγνώριζε και ωμολογούσε ως κεφαλή του: «Δεν δύναμαι εγώ να κάμνω απ’ εμαυτόν ουδέν. Καθώς ακούω, κρίνω· και η κρίσις η εμή δικαία είναι· διότι δεν ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός.» Και στο κατά Ιωάννην 8:29: «Εγώ κάμνω πάντοτε τα αρεστά εις αυτόν.» Στην περίπτωσι, λοιπόν, του Χριστού Ιησού δεν υπήρχε καμμιά απολύτως εξαίρεσις στο να είναι σε τελεία ενότητα με τον Πατέρα του και, αληθινά, μπορεί να λεχθή ότι ‘αυτοί συγκατοικούσαν με ενότητα και τιμή’.
6. (α) Ποια έντιμη αρχή διακρατείται μέσα στη θεοκρατική οργάνωσι; (β) Ποια συμβουλή έδωσε ο Παύλος σ’ εκείνους που ανήκουν στην εκκλησία και στους επισκόπους σχετικά με αυτό;
6 Η ίδια αρχή αναγνωρίζεται στη θεοκρατική οργάνωσι όταν αποδίδεται το σέβας και η τιμή που πρέπει στην εξουσία. Η Χριστιανική εκκλησία δεν είναι με κανένα τρόπο μια δημοκρατική διάταξις, αλλά είναι τελείως θεοκρατική, με τους διακονικούς υπηρέτας διοριζομένους σε θέσεις υπηρεσίας εκεί από το πνεύμα του Ιεχωβά, μέσω της οργανώσεώς του. Ο απόστολος Παύλος έδωσε συμβουλή για το πώς εκείνοι που είναι στην εκκλησία πρέπει να συμφωνούν προς τις θεοσεβείς αρχές της εποπτείας. Τους έγραψε: «Παρακαλούμεν δε, αδελφοί, να γνωρίζητε τους όσοι κοπιάζουσι μεταξύ σας, και είναι πρωεστώτές σας εν Κυρίω, και σας νουθετούσι· και να τιμάτε αυτούς εν αγάπη υπερεκπερισσού δια το έργον αυτών.» Όχι επειδή το άτομο κατέχει τη θέσι, αλλά εξαιτίας της ίδιας της θέσεως. Οι αληθινοί Χριστιανοί διάκονοι κρατούν τη θέσι σε κατάλληλη τιμή και σεβασμό. Ο Παύλος έδωσε περαιτέρω συμβουλή χάριν των επισκόπων όταν εδήλωσε: «Πείθεσθε εις τους πρωεστώτάς σας, και υπακούετε· διότι αυτοί αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών σας, ως μέλλοντες να αποδώσωσι λόγον δια να κάμνωσι τούτο μετά χαράς, και μη στενάζοντες· διότι τούτο δεν σας ωφελεί.» Ο επίσκοπος της εκκλησίας, λαμβάνοντας κατάλληλα φροντίδα της εποπτικής του θέσεως, δεν αποδίδει τη δική του έκφρασι ή οδηγίες, αλλ’ απλώς διαβιβάζει εκείνες που προέρχονται από τον λόγον του Ιεχωβά, τη Γραφή, και επίσης καθώς διευθύνεται μέσω της οργανώσεως του Θεού που τον κυβερνά. Με κάθε σεβασμό, με τιμή, επαγρυπνεί στα άτομα εκφράζοντας έτσι την αγάπη που έχει για τους αδελφούς του. Είναι, επίσης, μια ανιδιοτελής έκφρασις αγάπης το ότι το πράττει αυτό με χαρά, όχι σαν να είναι βάρος σ’ αυτόν.—1 Θεσ. 5:12, 13· Εβρ. 13:17· 1 Πέτρ. 5:2.
ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ
7. Ποιο είναι το κατάλληλο αίσθημα των Χριστιανών διακόνων μεταξύ των στην εκκλησία;
7 Οι Χριστιανοί διάκονοι, όχι μόνο θα λαμβάνουν οδηγίες κατάλληλα από τους επισκόπους, αλλά θα έχουν επίσης αγάπη, σεβασμό και αβροφροσύνη για τους αδελφούς των, με τους οποίους έχουν διαρκή συναναστροφή στην εκκλησία. Με έμφασι ο ψαλμωδός εδήλωσε: «Ιδού, τι καλόν και τι τερπνόν, να συγκατοικώσιν εν ομονοία αδελφοί!» (Ψαλμ. 133:1) Είναι πολύ κατάλληλο να αποδίδεται σεβασμός και αβροφροσύνη από τον ένα στον άλλον. Η δήλωσις «η οικειότης εκτρέφει την περιφρόνησι» δεν έχει θέσι στο οικοδόμημα της οργανώσεως του Ιεχωβά. Πραγματικά η στενή γνωριμία πρέπει να φέρη τους Χριστιανούς πλησιέστερα μεταξύ των και να τους κάμη πιο ανεκτικούς τον ένα προς τον άλλον όσον αφορά το να παραβλέπουν ελλείψεις και να συγχωρούν τις κατώτερες έμφυτες ιδιότητες που κατέχει ο καθένας μέσα στην ατέλειά του.—Κολ. 3:13.
8. (α) Πώς πρέπει να τακτοποιούνται οι διαφορές μεταξύ εκείνων που είναι στην εκκλησία; (β) Ποια εικόνα μας δίνει ένα καλό υπόδειγμα; Εξηγήστε.
8 Αν εγερθούν διαφωνίες μεταξύ αδελφών, αυτές τακτοποιούνται μέσα σε ατμόσφαιρα ανεκτικότητος και περισκέψεως από εκείνους που αφορά η περίπτωσις. Έτσι αποφεύγεται μια πιο σοβαρή κατάστασις. Ως ένα παράδειγμα της κατάλληλης στάσεως σ’ αυτά τα ζητήματα, ας εξετάσωμε την πείρα του Αβραάμ και του Λωτ. Καθώς αυτοί περιώδευαν μαζί στη νέα των εδαφική περιοχή, ηγέρθη φιλονεικία μεταξύ των ποιμένων των κτηνών του Αβραάμ και των ποιμένων των κτηνών του Λωτ. Ήταν ανάγκη να χωρισθούν και ο καθένας να λάβη διαφορετική μερίδα της γης. Σημειώστε τη γενναιόδωρη λύσι που προσέφερε ο Αβραάμ στον Λωτ. Είπε: «Ας μη ήναι, παρακαλώ, έρις μεταξύ εμού και σου, και μεταξύ των ποιμένων μου και των ποιμένων σου· διότι αδελφοί είμεθα ημείς· δεν είναι πάσα η γη έμπροσθέν σου; αποχωρίσθητι λοιπόν απ’ εμού· εάν συ υπάγης εις τα αριστερά, εγώ υπάγω εις τα δεξιά· και εάν συ εις τα δεξιά, εγώ εις τα αριστερά.» «Και υψώσας ο Λωτ τους οφθαλμούς αυτού, είδε πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου, ότι εποτίζετο όλη προ του να καταστρέψη ο Ιεχωβά τα Σόδομα και τα Γόμορρα, ως παράδεισος του Ιεχωβά, ως η γη της Αιγύπτου, έως να υπάγη τις εις Σηγώρ. Και έκλεξεν εις εαυτόν ο Λωτ πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου και μετεσκήνωσεν ο Λωτ προς ανατολάς, και διεχωρίσθησαν ο είς από του άλλου. Ο μεν Άβραμ κατώκησεν εν τη γη Χαναάν· ο δε Λωτ κατώκησε μεταξύ των πόλεων της περιχώρου [του Κατωτέρου Ιορδάνου].» (Γέν. 13:8-12, ΜΝΚ) Τούτο δείχνει ότι ο Αβραάμ δεν απέβλεπε στα ιδιοτελή του συμφέροντα πρώτα, αλλά ήθελε να τακτοποιή τα πράγματα φιλικά. Όταν απαιτήται τακτοποίησις διαφωνιών ή ερίδων μεταξύ αδελφών, θα μπορούσαν κάλλιστα να σκεφθούν αυτή την εικόνα. Η αποφυγή διαφωνιών και κακών αισθημάτων μέσα στην εκκλησία είναι ζωτική για την υγεία και την αύξησι της εκκλησίας.
9. Ποια συμβουλή έδωσε ο Παύλος όταν συνήντησε διαφωνίες στην Κόρινθο; στη Ρώμη;
9 Σε μια περίπτωσι ο απόστολος Παύλος ήλθε στην Κόρινθο και βρήκε μια δυσάρεστη κατάστασι διότι υπήρχε διαίρεσις μεταξύ μερικών στην εκκλησία. Μερικοί έλεγαν ότι ανήκαν στον Παύλο, άλλοι έλεγαν ότι ανήκαν στον Απολλώ, και άλλοι στον Κηφά και μερικοί στον Χριστό. Ο Παύλος είπε: «Εφανερώθη εις εμέ παρά των εκ της οικογενείας της Χλόης περί υμών, αδελφοί μου, ότι είναι έριδες μεταξύ σας.» «Σας παρακαλώ δε, αδελφοί, δια του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να λέγητε πάντες το αυτό, και να μη ήναι σχίσματα μεταξύ σας, αλλά να ήσθε εντελώς ηνωμένοι, έχοντες το αυτό πνεύμα και την αυτήν γνώμην.» (1 Κορ. 1:10, 11 ) Εκεί που παρουσιάζεται διαφορά γνώμης, πρέπει ν’ αναζητηθή η πηγή της δυσκολίας, ώστε να μπορέση να εξαλειφθή· ο δε Παύλος ενουθέτησιε τους Ρωμαίους: «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού· προνοείτε τα καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων. Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών, ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων.» Και ως περαιτέρω προειδοποίησι ο Παύλος είπε: «Να προσέχητε τους ποιούντας τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα εναντίον της διδαχής την οποίαν σεις εμάθετε, και απομακρύνεσθε απ’ αυτών· διότι οι τοιούτοι δεν δουλεύουσι τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, αλλά την εαυτών κοιλίαν· και δια λόγων καλών και κολακευτικών εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων.» Αυτή είναι καλή προφυλακτική συμβουλή. Αγρυπνείτε και εξαλείφετε την ταραχή για να διατηρήσετε την ενότητα της εκκλησίας.—Ρωμ. 12:17, 18· 16:17, 18.
ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΙΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
10. Αν ένας Χριστιανός διάκονος έχη παράπονο με τον αδελφό του, τι πρέπει να κάμη σχετικώς;
10 Αν υπάρχη διαφορά γνώμης μεταξύ αδελφών, ή αν ένας αδίκησε τον άλλον, ή αν ένας αδελφός παρατηρή τον όμοιό του Χριστιανό να αμαρτάνη, ή έχη ένα παράπονο, πρέπει να πάη προσωπικώς σ’ εκείνον, για τον οποίον πρόκειται, και να συζητήση την υπόθεσι μαζί του. Αυτό είναι εντελώς Γραφικό, εφόσον μας δίδεται η νουθεσία: «Εάν δε αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, ύπαγε, και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου· εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου.» Τι συνετός και λογικός τρόπος είναι αυτός για την τακτοποίησι διαφωνιών! Πολύ συχνά όταν υπάρχη ένα παράπονο μεταξύ δύο ατόμων, το ένα περιέρχεται συζητώντας το με πολλούς άλλους. Αυτό δεν είναι εκείνο που πρέπει να πράξη ως Χριστιανός. Ακόμη και αν πηγαίνη σ’ αυτό το άτομο και δεν τον ακούη, πάλι θα ήταν άτοπο να περιέρχεται συζητώντας την υπόθεσι μ’ εκείνους που δεν τους αφορά η περίπτωσις. Η κατάλληλη ενέργεια κάτω από τέτοιες περιστάσεις θα ήταν να ‘παραλάβη μετ’ αυτού έτι ένα ή δύο [ωρίμους αδελφούς], δια να βεβαιωθή πας λόγος επί στόματος δύο μαρτύρων ή τριών. Αν και αυτή η μέθοδος αποτύχη, φέρετε το ζήτημα στην εκκλησία.—Ματθ. 18:15-17.
11. Όταν ζητήται συγχώρησις, πώς πρέπει ο αδικημένος να μεταχειρισθή τον πταίστη, και αν ακόμη υπάρχη επανάληψις αδικήματος;
11 Ένας αληθινός Χριστιανός θα δη το λάθος του και θα ζητήση συγχώρησι από το αδικημένο πρόσωπο. Τι πρέπει να κάμη ένα μέλος της εκκλησίας σε περίπτωσι που αδικείται πάλι από το ίδιο πρόσωπο; Τότε είναι εν τάξει μια επανάληψις της ιδίας πορείας ενεργείας, και πάλι ο πταίστης θα μπορούσε να ζητήση συγχώρησι. Μπορεί μήπως να εξακολουθήση να ζητή συγχώρησι αφού διαπράξη και άλλη αδικία, ίσως ακουσίως; Μπορεί ένας αδελφός να συγχωρηθή ή τύχη συγγνώμης από τον όμοιό του Χριστιανό σε περισσότερες από μια περίπτωσι; Ναι, βεβαιότατα! Αναγνωρίζοντας ότι και σεις επίσης είσθε αμαρτωλός και κάνετε πολλά σφάλματα, ρωτήστε τον εαυτό σας, Θα ήθελα να συγχωρηθώ μόνο μια φορά; Κάτω απ’ αυτό το φως ο αδικημένος θα δεχθή την απολογία του παραβάτου. Πάνω σ’ αυτό ακριβώς το σημείο ο απόστολος Πέτρος ερώτησε: «Κύριε, ποσάκις αν αμαρτήση εις εμέ ο αδελφός μου, θέλω συγχωρήσει αυτόν; έως επτάκις; Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς, Δεν σοι λέγω, έως επτάκις, αλλ’ έως εβδομηκοντάκις επτά.»—Ματθ. 18:21, 22.
12. (α) Γιατί θα ήταν σφάλμα ένας αδικημένος να εξακολουθήση να δυσφημή έναν αδελφό που απολογήθηκε ή έκαμε κατάλληλη επανόρθωσι; (β) Γιατί είναι ανάγκη να θεωρούμε τερματισμένη μια τέτοια υπόθεσι;
12 Προφανώς, λοιπόν, είναι επιτακτικό για έναν αδικημένο να δεχθή την απολογία του παραβάτου και ν’ αφήση αυτή να θέση τέρμα στο ζήτημα. Αν δεν το κάμη αυτό, τότε δεν θα ζούσε σε ενότητα με τον αδελφό του. Σε περίπτωσι που θα εξακολουθούσε να εκθέτη τον αδελφό του ή δεν θα εδέχετο την απολογία ή μια θεραπευμένη κατάστασι, και θα εξακολουθούσε να λέγη στους άλλους για το πώς αδικήθηκε, τότε θα εγίνετο αυτός ο ίδιος παραβάτης των δικαίων αρχών του Θεού. Μας λέγεται: «Όπου δεν είναι ξύλα, το πυρ σβύνεται· και όπου δεν είναι ψιθυριστής, η έρις ησυχάζει.» (Παροιμ. 26:20) Αυτό σημαίνει ότι, όταν μια υπόθεσις έχη κατάλληλα τακτοποιηθή, τούτο πρέπει να θέση τέρμα στο ζήτημα. Αν η φλόγα της φωτιάς αναρριπίζεται εξακολουθητικά, αυτό θα έχη ως αποτέλεσμα περαιτέρω διαμάχες και αμηχανία, παραβίασι των θείων αρχών της ενότητος και συγκατοικήσεως με τιμή, επειδή «οι άνθρακες [είναι] δια την ανθρακιάν, και τα ξύλα δια το πυρ, και ο φίλερις άνθρωπος δια να εξάπτη έριδας.» (Παροιμ. 26:21) Ένα τέτοιο άτομο, ακόμη και αν αδικήθηκε αρχικά, θα κατετάσσετο μεταξύ των ψιθυριστών ή συκοφαντών· η δε Γραφή δηλώνει καθαρά: «Οι λόγοι του ψιθυριστού καταπίνονται ηδέως, και καταβαίνουσιν εις τα ενδόμυχα της κοιλίας. Τα ένθερμα χείλη μετά πονηράς καρδίας, είναι ως σκωρία αργύρου επικεχρισμένου επί πήλινον αγγείον.» (Παροιμ. 26:22, 23) Αφού η εξωτερική εμφάνισις ενός ανθρώπου μπορεί να μην αποκαλύπτη τι είναι μέσα του, θα μπορούσε να υπάρχη κακή καρδιά κάτω από την εξωτερική αθώας εμφανίσεως επιφάνεια. Είναι κάτι το έντιμο ν’ αφήνωμε τις έριδες να πεθαίνουν, όταν ζητήται η δέουσα συγχώρησις, όταν αποδίδεται δικαιοσύνη στον αδικημένο και όταν επιτρέπεται η υπόθεσις να ηρερήση. Τότε είναι δυνατόν να ζούμε μαζί έντιμα.
ΑΝΑΜΙΞΙΣ ΣΤΑ ΑΛΛΟΤΡΙΑ
13. Γιατί είναι αρετή το να γνοιάζεται κανείς για τις δικές του υποθέσεις;
13 Το να ασχολήται κανείς μόνο με τις δικές του υποθέσεις είναι αρετή μεταξύ των Χριστιανών διακόνων. Δείχνετε σεβασμό και αγάπη ο ένας για τον άλλον και προάγετε ενότητα μέσα στην οργάνωσι. «Τιμή είναι εις τον άνθρωπον να παύη από της έριδος· πας δε άφρων αναμιγνύεται εις τα αλλότρια.» Μετά χίλια περίπου χρόνια αφότου έγινε η δήλωσις αυτή, εδόθη μια όμοια συμβουλή στους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης: «Επειδή ακούομεν τινάς ότι περιπατούσι μεταξύ σας ατάκτως, μη εργαζόμενοι μηδέν, αλλά περιεργαζόμενοι [τα αλλότρια].» Το να περιεργάζεται κανείς τις υποθέσεις των άλλων είναι πολύ ενοχλητικό. Ναι, δεν σταματά συνήθως σ’ αυτό το σημείο· και όταν δεν σταματά, προκαλεί διαμάχη.—Παροιμ. 20:3, ΚΕΜ· 2 Θεσ. 3:11.
14. Τι μπορεί να συμβή αν οι διάκονοι δεν χρησιμοποιούν τον χρόνον των στο να εκτελούν κατάλληλα τα διακονικά των καθήκοντα, και ποια συμβουλή έδωσαν ο Παύλος και ο Πέτρος;
14 Συχνά αυτό συμβαίνει όταν άτομα δεν έχουν αρκετή απασχόλησι ή δεν ασχολούνται στο διακονικό έργο σε τέτοιο βαθμό ώστε ο χρόνος των να χρησιμοποιήται στο πλήρες επωφελώς. Όταν συμβαίνη άτομα να έχουν υπερβολικόν χρόνον στα χέρια των, μπορούν να αναφυούν δυσκολίες. Λόγω αυτού ακριβώς του κινδύνου στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, ο Παύλος έγραψε: «Και εν ταυτώ μανθάνουσι [αι νεώτεραι χήραι] να ήναι αργαί, περιερχόμεναι τας οκίας· και ουχί μόνον αργαί, αλλά και φλύαροι και περίεργοι [περιεργαζόμεναι τα αλλότρια], λαλούσαι τα μη πρέποντα.» Πάλι μπορούμε να δούμε ότι διαχωρισμός μπορεί να εισέλθη στην εκκλησία και διαμάχη μπορεί να εγερθή μεταξύ των μελών της όταν μερικοί μιλούν για ζητήματα που δεν θα έπρεπε να συζητούν, αναμιγνύωνται στις υποθέσεις των άλλων, και σπερμολογούν. Για τούτο, λοιπόν, ας εγκολπωθούμε όλοι την υγιά συμβουλή του Πέτρου. «Μηδείς υμών ας μη πάσχη . . . ως περιεργαζόμενος τα αλλότρια.» Έχομε άφθονες συμβουλές που διευκρινίζουν πόσο συνετό είναι το να είμεθα πολυάσχολοι στο διακονικό μας έργο· αλλιώς, υποκείμεθα στο να εμπλακούμε στα πράγματα ακριβώς εκείνα που είμεθα προειδοποιημένοι ν’ αποφεύγωμε, έτσι δε θα διακινδυνεύαμε την αρμονία και την ενότητα της οργανώσεως του Ιεχωβά.—1 Τιμ. 5:13· 1 Πέτρ. 4:15· 2 Θεσ. 3:11.
ΤΙΜΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΚΥΚΛΟ
15, 16. (α) Ποια θέσι κατέχει ο σύζυγος και πατέρας στον Χριστιανικόν οίκον; (β) Ποια είναι η κατάλληλη θέσις της συζύγου στην οικογενειακή μονάδα;
15 Η πατριαρχική διακυβέρνησις διηυθύνετο από τον Ιεχωβά σε περασμένους καιρούς. Κάτω απ’ αυτή τη διευθέτησι ο σύζυγος (και πατέρας) ήταν υποχρεωμένος να διδάσκη ολόκληρη την οικογένειά του σύμφωνα με τον νόμον του Θεού. Εφ’ όσον όλα τα μέλη της οικογενείας τηρούσαν τις οδηγίες και τις ακολουθούσαν ευπειθώς, θα υπήρχε αρμονική οικογενειακή ενότης. Η οικογένεια μπορεί να ομοιωθή με μια μικρή οργάνωσι από αυτή την άποψι.—Εβρ. 7:4· Πράξ. 7:8· 2:29.
16 Μέσα στην οικογενειακή διάταξι η σύζυγος κατέχει επίσης μια θέσι αξία πολλής εκτιμήσεως. Οι άγιες γυναίκες των αρχαίων χρόνων το διευκρίνισαν αυτό, εφιστάται δε η προσοχή μας σ’ αυτή την πληροφορία στο 1 Πέτρου 3:5, 6: «Διότι ούτω ποτέ και αι άγιαι γυναίκες, αι ελπίζουσαι επί τον Θεόν, εστόλιζον εαυτάς υποτασσόμεναι εις τους άνδρας αυτών. Καθώς η Σάρρα υπήκουσεν εις τον Αβραάμ, καλούσα αυτόν κύριον· της οποίας σεις εγεννήθητε τέκνα, αγαθοποιούσαι.» Η θέσις μιας γυναικός ως συντρόφου είναι έντιμη επίσης, καθώς επιβεβαιώνεται από τον συγγραφέα των Παροιμιών: «Η καρδία του ανδρός αυτής θαρρεί επ’ αυτήν, και δεν θέλει στερείσθαι αφθονίας. Θέλει φέρει εις αυτόν καλόν, και ουχί κακόν, πάσας τας ημέρας της ζωής αυτής. Ανοίγει το στόμα αυτής εν σοφία· και επί της γλώσσης αυτής είναι νόμος ευμενείας. Επαγρυπνεί εις την κυβέρνησιν του οίκου αυτής.»—Παροιμ. 31:11, 12, 26, 27.
17. Ποιες συνθήκες πρέπει να επικρατούν στην οικογενειακή μονάδα;
17 Όταν η εξουσία των γονέων ασκήται κατάλληλα και τα τέκνα ανταποκρίνωνται, αναγνωρίζοντάς την και συμμορφούμενα μ’ αυτήν, βλέπει κανείς έναν οικογενειακόν όμιλο όπως τον προώριζε ο Ιεχωβά. Έντιμη διαγωγή απέναντι εκείνων, που είναι έξω από την οργάνωσι του Ιεχωβά, θα ασκήται, επίσης. Όλοι θα αγρυπνούν προσεκτικά για να μη επιφέρουν όνειδος στους υψηλούς κανόνες και αρχές του λόγου του Ιεχωβά.—Εφεσ. 6:1-3.
18. (α) Πώς παράλειψις πειθαρχικής διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών θα έφερνε σε κίνδυνο την οικογενειακή μονάδα; (β) Σε ποιο βαθμό πρέπει οι γονείς να φρουρούν τις ασχολίες των τέκνων τους;
18 Αν δεν λαμβάνωνται πειθαρχικά μέτρα, όταν η διαγωγή των τέκνων το απαιτή αυτό, οι γονείς θα ήσαν αμελείς στα θεοκρατικά τους καθήκοντα καθώς επίσης θα ήσαν στο έπακρον επιβλαβείς στη Χριστιανική ευημερία του παιδιού. «Η ράβδος και ο έλεγχος δίδουσι σοφίαν· παιδίον δε απολελυμένον καταισχύνει την μητέρα αυτού.» (Παροιμ. 29:15) Παράλειψις πειθαρχικής διαπαιδαγωγήσεως όταν χρειάζεται θα μπορούσε να βλάψη την οικογενειακή ενότητα. Οι γονείς πρέπει να προσέχουν ώστε τα τέκνα να φροντίζουν κατάλληλα για τα διακονικά των καθήκοντα, παρακολουθώντας συναθροίσεις για ν’ αποκτήσουν κατάλληλη εκπαίδευσι, έχοντας μια Γραφική μελέτη στο σπίτι για την πνευματική πρόοδο της οικογενείας, καθώς και να επιβλέπουν την αναψυχή των. Όταν τα παιδιά είναι απασχολημένα, δεν γίνονται πιθανώς πρόξενα ταραχής. Ο καιρός της ψυχαγωγίας απαιτεί εξίσου προσεκτική επίβλεψι από τους γονείς όσο και οι άλλες ασχολίες των. Οι συναναστροφές των παιδιών πρέπει, επίσης, να φρουρούνται. Οποιοσδήποτε, ηλικιωμένος ή νέος, μπορεί να επηρεασθή πολύ από τα άτομα και πράγματα που συναναστρέφεται. Αναφέρεται μια παροιμία μεταξύ των ανθρώπων, ‘Δείξε μου τους φίλους σου και θα σου πω ποιος είσαι.’ Αν τα τέκνα συναναστρέφωνται εκείνους των οποίων τα ήθη δεν συμφωνούν με τους υψηλούς κανόνες της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, γρήγορα θα υιοθετήσουν κακές συνήθειες και ιδέες. Ας προσέξωμε αυτή τη δυνατή συμβουλή: «Μη πλανάσθε· “Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί”.» Αντιστρόφως, μπορούμε να πούμε ότι τα καλά ήθη οδηγούν στη σωτηρία της οικογενείας ενός ατόμου. Αν ένας από την οικογένεια έχη εξασθενίσει από κακές συναναστροφές, πρέπει να αναληφθή άμεση ενέργεια για την ανάκτησι του παραπλανημένου, όπως δείχνουν τα εξής λόγια: «Συνέλθετε εις εαυτούς κατά το δίκαιον, και μη αμαρτάνετε· διότι τινές έχουσιν αγνωσίαν Θεού· προς εντροπήν σας λέγω τούτο.» Αφού είναι αληθινά προφητικό το τι θα συμβή αν γίνωνται ανεκτές κακές συναναστροφές, οι γονείς πρέπει να απομακρύνουν αυτούς τους λίθους προσκόμματος από το μονοπάτι της ζωής των τέκνων των. Αυτή η κατάλληλη πορεία θα αυξήση τις ευλογίες της οικογενείας.—1 Κορ. 15:33, 34.
ΗΘΙΚΗ
19. (α) Πώς μπορεί να ρυπανθή το αγνό υπόμνημα ενός Χριστιανού; (β) Ποιες απαιτήσεις εφαρμόζονται σ’ ένα άγαμο άτομο άσχετα με την ποσότητα του χρόνου που δαπανά στη διακονία;
19 Ένας Χριστιανός μπορεί ν’ ακολουθή μια καθαρή και έντιμη πορεία επί πάρα πολλά χρόνια, έχοντας ζήσει εντελώς σύμφωνα με τις άγιες και υψηλές αρχές του Ιεχωβά. Κατόπιν, με μια πράξι ανηθικότητος, μπορεί να καταθρυμματίση το λαμπρό του υπόμνημα και να διακινδυνεύση τη θέσι του στην κοινωνία του Νέου Κόσμου και ακόμη την ίδια του τη ζωή. Ας μην απατηθούμε ώστε να λάβωμε αυτή την πολύ άφρονα πορεία. Μια πράξεις πορνείας ή μοιχείας παραβιάζει την ακεραιότητα ενός Χριστιανού και τις ευχές της αφιερώσεώς του στον Θεό του. Ας ζούμε αγνή ζωή, άμεμπτη, απηλλαγμένοι από τις περιπλοκές της αυτοευχαριστήσεως και της χαλαρής διαβιώσεως που τόσο ελεύθερα εξασκείται σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα. Από αυτή την άποψι, η αγαμία εξαίρεται στη Βίβλο και θεωρείται η καλύτερη πορεία, επειδή ένα άτομο που ζη σε αγαμία είναι απερίσπαστο στην υπηρεσία του προς τον Ιεχωβά. Τούτο, όμως, δεν εγγυάται ότι δεν θα λάβη μια πορεία που οδηγεί στην ανηθικότητα. Χρειάζεται να προσέχη ακριβώς πώς βαδίζει ώστε να μην εμπλακή σε χαλαρή διαγωγή. «Αλλ’ εάν δεν εγκρατεύωνται [τα άγαμα άτομα], ας νυμφευθώσι· διότι καλήτερον είναι να νυμφευθώσι παρά να εξάπτωνται.» Άλλως τε, δεν μπορεί ο καθένας να έχη το χάρισμα της αγαμίας στη ζωή του. Είναι αλήθεια ότι το άγαμο άτομο μπορεί να είναι ικανό ν’ αφιερώνη περισσότερον από τον καιρό του και την ενέργειά του στη διακονία, αλλ’ άσχετα με το πόσον από τον χρόνον του μπορεί να προσφέρη, αυτό δεν έχει αξία αν δεν μπορή να απέχη από την ανήθικη πορεία. Η πορνεία για ένα άγαμο άτομο δεν μπορεί να εγκριθή άσχετα με τη θέσι του ή την ποσότητα του χρόνου που αφιερώνει στη διακονία, όπως σαφώς φανερώνει ο λόγος του Θεού: «Δια τας πορνείας όμως ας έχη έκαστος την εαυτού γυναίκα, και εκάστη ας έχη τον εαυτής άνδρα.»—1 Κορ. 7:2, 9.
20. Ποιος είναι ο κανών στον οποίον πρέπει ν’ ανταποκριθούν οι νυμφευμένοι;
20 Το συμβόλαιο του γάμου μεταξύ ανδρός και γυναικός έχει θεσπισθή από τον Ιεχωβά. Αυτός ώρισε τον κανόνα ότι το συμβόλαιο του γάμου δεν πρέπει να μολυνθή. Επιβεβαιωτικό τούτου είναι ό,τι αναφέρεται στην προς Εβραίους επιστολή 13:4: «Τίμιος έστω ο γάμος εις πάντας, και η κοίτη αμίαντος· τους δε πόρνους και μοιχούς θέλει κρίνει ο Θεός.»—1 Θεσ. 4:3· 1 Κορ. 6:15-18.
21. Τι αποτελεί αρμοδιότητα για γάμο μεταξύ αφιερωμένων Χριστιανών;
21 Η συγκατοίκησις με τιμή περιλαμβάνει, επίσης, όρους, τους οποίους ο Ιεχωβά έχει θέσει όσον αφορά την αρμοδιότητα για γάμο του αφιερωμένου Χριστιανού. Όπως ακριβώς νουθετούμεθα έντονα να χωρισθούμε από τον κόσμο, το ίδιο αληθεύει και για τη σχέσι του γάμου, κατά το ότι πρέπει να νυμφευώμεθα «μόνον εν Κυρίω». Τούτο συνιστά μια απαίτησι για έναν Χριστιανό μάρτυρα που θέλει να νυμφευθή. Αν ένας άνδρας πρόκειται να νυμφευθή μια γυναίκα, αυτή πρέπει να έχη τα προσόντα ως αφιερωμένη σύζυγος. Μια αφιερωμένη γυναίκα πρέπει να βεβαιωθή ότι ο σύντροφος που σκοπεύει ν’ αποκτήση είναι αρμόδιος σύμφωνα με τον ίδιο κανόνα. Τούτο δείχνει κατάλληλο σεβασμό για τον Ιεχωβά, ο οποίος είναι ο πρωτουργός του γάμου. Για να είναι ένας γάμος τελείως έντιμος, πρέπει και οι δύο μέτοχοι να είναι αφιερωμένοι. Αυτό δεν τελειώνει εκεί, εν τούτοις, εφόσον η καλή διαγωγή στον συνεταιρισμό του γάμου πρέπει να συνεχισθή, ώστε να φέρη τιμή στον πρωτουργό του, τον Ιεχωβά.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
22, 23. Ποια πρέπει να είναι η στάσις του υπαλλήλου απέναντι του εργοδότου; η στάσις του εργοδότου απέναντι του υπαλλήλου;
22 Μια άλλη περίστασις που η διαγωγή πρέπει να είναι έντιμη, είναι μεταξύ εργοδότου και υπαλλήλου, ιδιαίτερα δε μεταξύ εκείνων που είναι αφιερωμένοι δούλοι του Ιεχωβά. Η σχέσις αυτή πρέπει να είναι ευθεία και η διαγωγή του καθενός να αρμόζη σε πιστούς Χριστιανούς. Αξιοπιστία στις σχέσεις εργασίας είναι αρετή. Εν τούτοις, η σχέσις αυτή μπορεί να υποβιβασθή, και συχνά υποβιβάζεται, όταν ένας επωφελήται του άλλου, επειδή απλώς και οι δύο είναι συνδεδεμένοι στην πίστι. Κατά καιρούς ένας Χριστιανός θα πη, ‘Εργάζομαι για έναν από τους μάρτυρας του Ιεχωβά και μπορώ, επομένως, να πάρω τα πράγματα στα ελαφρά. Δεν είναι καθόλου ανάγκη να εργάζωμαι σκληρά, και όποτε θελήσω, μπορώ να φύγω.’ Πρέπει αυτή να είναι η κατάλληλη σκέψις από μέρους ενός υπαλλήλου; Ασφαλώς όχι, επειδή ένας εργοδότης έχει δικαίωμα σε μια πλήρη και καλή εργασία μιας ημέρας, πολύ δε περισσότερο αν ο υπάλληλος βρίσκεται σε σχέσι διαθήκης με τον Ιεχωβά. Πράγματι, ο αφιερωμένος υπάλληλος που εργάζεται για ένα τέτοιο άτομο πρέπει να φροντίζη να δίδη στον Χριστιανό αδελφό του την πλήρη εργασία της ημέρας, για την οποία πληρώνεται.
23 Το αντίστροφο τούτου είναι επίσης αληθές, ότι, δηλαδή ο εργοδότης δεν πρέπει να επωφελήται του υπαλλήλου, επειδή απλώς ο υπάλληλος είναι δούλος του Ιεχωβά και όμοιός του μάρτυς του Ιεχωβά. Ο Παύλος μίλησε για την κατάλληλη σχέσι. «Οι κύριοι, αποδίδετε εις τους δούλους σας το δίκαιον και το ίσον, . . . και σεις έχετε Κύριον.» Αυτό επίσης τονίζεται στον νόμον του Μωυσέως, όπου αναφέρεται: «Δεν θέλεις αδικήσει μισθωτόν, . . . εκ των αδελφών σου, ή εκ των ξένων σου . . . Αυθημερόν θέλεις δώσει τον μισθόν αυτού.» Συνεπώς οι αληθινοί Χριστιανοί ακολουθούν την τακτική της τιμιότητος, η οποία πρέπει να ασκήται στη σχέσι μεταξύ εργοδότου και υπαλλήλου.—Κολ. 4:1· Δευτ. 24:14, 15.
24, 25. (α) Ποιες αρχές πρέπει να οδηγούν έναν Χριστιανό στις δοσοληψίες της εργασίας; (β) Τι πρέπει ν’ αποφεύγεται, και γιατί;
24 Σε άλλες σχέσεις εργασίας, όπου δεν περιλαμβάνεται κατ’ ανάγκην ένας εργοδότης ή υπάλληλος, υπάρχουν ωρισμένες δίκαιες αρχές που οι Χριστιανοί ακολουθούν πάντοτε για ν’ αποφύγουν τη διακύβευσι μιας έντιμης στάσεως ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Αυτό αληθεύει στο εμπόριο, στην πώλησι διαφόρων εμπορευμάτων, ή σε άλλες δοσοληψίες. Όταν γίνεται πώλησις, απαιτείται πλήρες μέτρον και πρέπει να παρέχεται, όπως ακριβώς κατηύθυνε ο νόμος τους Ισραηλίτας να πράττουν: «Δεν θέλεις έχει εν τω σακκίω σου διάφορα ζύγια, μεγάλον και μικρόν. Δεν θέλεις έχει εν τη οικία σου διάφορα μέτρα, μεγάλον και μικρόν. Αληθινόν και δίκαιον ζύγιον θέλεις έχει· αληθινόν και δίκαιον μέτρον θέλεις έχει· δια να πληθύνωνται αι ημέραι σου, επί της γης την οποίαν Ιεχωβά ο Θεός σου δίδει εις σε· διότι πάντες οι πράττοντες ταύτα, πάντες οι πράττοντες αδικίαν, είναι βδέλυγμα εις Ιεχωβά τον Θεόν σου.» (Δευτ. 25:13-16, ΜΝΚ) Συνεπώς, οι πράξεις ενός Χριστιανού προς μια εμπορική κατεύθυνσι πρέπει να είναι τίμιες, όχι μόνο μεταξύ εκείνων που είναι ομοίας πολυτίμου πίστεως, αλλά σε κάθε συνεταιρισμό. Το σημείο αυτό διευκρινίζεται στον Μιχαία 6:11, 13, 16 (ΜΜ): «Να δικαιώσω αυτούς με τας ασεβείς πλάστιγγας, και με το σακκίον των δολίων ζυγίων; Και εγώ λοιπών πατάξας θέλω σε αδυνατίσει, θέλω σε ερημώσει εξ αιτίας των αμαρτιών σου.» «Σε καθιστώ φρίκην, και τον λαόν σου εμπαιγμόν, δια να βαστάσης την χλεύην των ειδωλολατρών.»
25 Οι ανήθικες πράξεις είναι απεχθείς στον Ιεχωβά· και αν κανείς μέσα στο οικοδόμημα της θεοκρατικής οργανώσεως εγίνετο ένοχος τέτοιων πράξεων, θ’ απητείτο η λήψις πειθαρχικών μέτρων, με την ελπίδα ότι η τιμωρία θα επέσυρε την προσοχή του κακοποιού στην πείσμονα πορεία του και ότι η «παιδεία» αυτή θα έσωζε εκείνον του ασκεί απάτην. Εξ άλλου, αν δεν εξεδηλώνετο μετάνοια και η αδικοπραγία ήταν προσφιλής, ο ένοχος θ’ απεμακρύνετο από την κοινωνία του Νέου Κόσμου. Επομένως η υπόληψις των Χριστιανών στις σχέσεις εργασίας πρέπει να συνδέεται με πλήρη αξιοπιστία, ώστε να μην υπάρχη ποτέ αιτία αμφισβητήσεως της ακεραιότητος των πιστών οπαδών του λόγου του Θεού.
26. Πώς η κοινωνία Νέου Κόσμου σέβεται τις αρχές του Ιεχωβά στις συναλλαγές της, και για ποια αιτία;
26 Η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλες τις εμπορικές της σχέσεις ζη σύμφωνα με τους κανόνες του Ιεχωβά και τους τηρεί με ζήλο, ώστε τίποτε να μην μπορή ν’ αντανακλά επάνω της που να φέρνη ατιμία. Παραδειγματική διαγωγή προς όλους καταδεικνύεται συνεχώς από τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά, η οποία έχει ως αποτέλεσμα μια πολύ καλή υπόληψι σε εμπορικές συναλλαγές σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο ίδιος υψηλός κανών πρέπει ν’ ακολουθήται από μέρους των ατόμων που αποτελούν την κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά, ώστε να μην προσάπτεται κανένα όνειδος στην καθαρή οργάνωσι του Ιεχωβά και στους ιδίους ατομικώς. Οι παραβάσεις θα έφερναν ατιμία επάνω στον Χριστιανό ατομικώς και επάνω στην κοινωνία Νέον Κόσμου ως σύνολον.
27. Πώς εχαρακτηρίζετο ο Ανανίας στη Δαμασκό, και γιατί το παράδειγμά του ήταν πολύ αξιέπαινο;
27 Μερικά πολύ λαμπρά παραδείγματα Χριστιανών που είχαν ως άτομα έξοχη υπόληψι βρίσκονται στη Γραφή και παρουσιάζονται έτσι ώστε να μπορούμε να τα λάβωμε υπό σημείωσιν. Μας λέγεται για τον πιστόν Χριστιανό Ανανία, ότι ήταν «άνθρωπος ευσεβής κατά τον νόμον, μαρτυρούμενος υπό πάντων των εκεί κατοικούντων Ιουδαίων». Το παράδειγμά του είναι πολύ περισσότερο αξιέπαινο αν παρατηρήσωμε ότι αυτός ήταν Χριστιανός και εχαρακτηρίζετο έτσι από τους Ιουδαίους.—Πράξ. 22:12.
28. Τι είδους υπόληψι είχε ο Κορνήλιος, όχι μόνο στην Καισάρεια, αλλά και σ’ όλο το έθνος;
28 Ο Κορνήλιος, όταν ζητούσε την αλήθεια του λόγου του Θεού, ήταν επίσης ένας άνθρωπος που εξετιμάτο πολύ στην κοινότητα όπου ζούσε. «Κορνήλιος ο εκατόνταρχος, ανήρ δίκαιος και φοβούμενος τον Θεόν, και μαρτυρούμενος υπό όλου του έθνους των Ιουδαίων.» Φαίνεται, ασφαλώς, ότι η υπόληψίς του ήταν υπεράνω κάθε μομφής, αφού αυτός, μολονότι Ρωμαίος στρατιώτης, εχαρακτηρίζετο με τόσο επαινετικά λόγια από τους ίδιους τους Ιουδαίους.—Πράξ. 10:22.
29. Πώς γνωρίζομε ότι ο Δανιήλ ήταν ένας έντιμος άνθρωπος;
29 Η διαγωγή του προφήτου Δανιήλ ήταν ένα ηθικό παράδειγμα. Γι’ αυτόν οι άνθρωποι έλεγαν ότι ήταν αδύνατον να εύρουν κάποια αιτία στον Δανιήλ που ν’ απαιτή την επιβολή ενός δικαίου νόμου ώστε να φυλακισθή. «Δεν θέλομεν ευρεί πρόφασιν κατά του Δανιήλ τούτου, εκτός εάν εύρωμεν τι εναντίον αυτού εκ του νόμου του Θεού αυτού.» Για να τον ‘συλλάβουν’ αυτοί οι πονηροί άνθρωποι, ήταν ανάγκη να μηχανευθούν αδικίαν δια νόμου και να κάμουν τον Βασιλέα Δαρείον να υπογράψη ένα γραπτό ψήφισμα, σύμφωνα με το οποίο το να προσφέρη ο Δανιήλ προσευχή και ικεσία στον Ιεχωβά θ’ αποτελούσε παραβίασι του νόμου των Μήδων και Περσών.—Δαν. 6:5-9.
30. Σύμφωνα με τον Πέτρο, πώς πρέπει να διάγη ένας Χριστιανός μεταξύ εκείνων που ανήκουν στον κόσμο, και γιατί απαγορεύεται η παρεκτροπή;
30 Ομοίως, οι Χριστιανοί θα διατηρήσουν ένα έντιμο υπόμνημα, ακόμη και μεταξύ των εθνών, σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορούν να χαρακτηρισθούν δυσμενώς από αυτή την άποψι. «Να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα, ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως.» Αν καλούμεθα να πάθωμε υπέρ δικαιοσύνης και καλών έργων, θα το βαστάσωμε αυτό και δεν θα συμβιβασθούμε για να κερδίσωμε τις επευφημίες των ανθρώπων. Μια τέτοια διαγωγή θα ήταν επαίσχυντη και θα επέφερε τη δυσμένεια του Ιεχωβά και την ανευλάβεια των ανθρώπων που θα έβλεπαν μια τέτοια πορεία ενεργείας.—1 Πέτρ. 2:12.
ΖΩΝΤΑΣ ΤΙΜΙΑ ΖΩΗ
31. Αφού οι μάρτυρες του Ιεχωβά βρίσκονται κάτω από τέτοια λεπτομερή εξέτασι, ποια φροντίδα πρέπει να καταβάλλουν σχετικά με τη διαγωγή των;
31 Ασφαλώς είναι μια έντιμη πορεία το να διατηρή ένα άτομο καλή φήμη μέσα στην εκκλησία του Θεού. Εν τούτοις, κάτι περισσότερο απ’ αυτό είναι επιθυμητό, επειδή ένας Χριστιανός πρέπει να έχη επίσης καλή φήμη από τους έξω. Αυτό καταδεικνύεται σπα λόγια του Παύλου προς τον Τιμόθεο, στην 1 Τιμόθεον 3:7, όπου αναφέρεται ότι ο επίσκοπος πρέπει, επίσης, να έχη ευνοϊκή μαρτυρία από τους έξω, για να μην πέση σε ονειδισμό και παγίδα του Διαβόλου. Μια καλή πορεία θα ήταν, βέβαια, φανερή στους έξω που διαρκώς εξετάζουν λεπτομερώς τη διαγωγή των μαρτύρων του Ιεχωβά. Αυτοί θα έβλεπαν ότι είναι άνδρες και γυναίκες ακεραιότητος και γνήσια ζουν σύμφωνα με τις αρχές της θεοσεβείας. Ο Παύλος πρόθυμα ανεγνώρισε αυτή τη σπουδαία ιδιότητα, όπως δείχνουν τα λόγια του προς τους Εβραίους: «Προσεύχεσθε περί ημών· διότι είμεθα πεπεισμένοι, ότι έχομεν καλήν συνείδησιν, θέλοντες να πολιτευώμεθα κατά πάντα καλώς.»—Εβρ. 13:18.
32. Ποια δυνατή συμβουλή έδωσε ο Παύλος όσον αφορά τη διαγωγή των Χριστιανών;
32 Δεν θα ήταν, λοιπόν, συνετό για όλους μας το ν’ αποδείξωμε ότι έχομε εντυπώσει βαθιά μέσα στην καρδιά μας και στη διάνοιά μας τα λόγια του Παύλου που αναγράφονται στην προς Φιλιππησίους επιστολή 4:8, 9; «Το λοιπόν, αδελφοί, όσα είναι αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα καθαρά, όσο προσφιλή, όσα εύφημα, αν υπάρχη τις αρετή, και εάν τις έπαινος, ταύτα συλλογίζεσθε. Εκείνα τα οποία και εμάθετε, και παρελάβετε, και ηκούσατε, και είδετε εν εμοί, ταύτα πράττετε και ο Θεός της ειρήνης θέλει είσθαι μεθ’ υμών.» Κάθε, λοιπόν, μέλος της κοινωνίας του Νέου Κόσμου ας ενεργή έτσι, και μ’ αυτό τον τρόπο όλοι ας συγκατοικούν με τιμή.