Οι Χριστιανοί—Όχι Ακόλουθοι Ανθρώπων
ΘΑ ΕΛΕΓΑΤΕ ότι ο Άβελ έπρεπε να είχε απομακρυνθή από τον Θεό, επειδή απεμακρύνθησαν οι γονείς του, Αδάμ και Εύα; Μήπως έσφαλαν οι ένδεκα απόστολοι που εξακολουθούσαν να πιστεύουν στον Χριστό μετά την προδοσία του από τον Ιούδα; Φρονείτε ότι έπρεπε ο καθένας να εγκαταλείψη τη Χριστιανοσύνη, επειδή κάποιο άτομο που την επαγγέλλεται σήμερα αποδεικνύεται άπιστο σ’ αυτήν αύριο; Μπορεί να εκπλαγήτε αν μάθετε ότι μερικοί άνθρωποι σκέπτονται μ’ αυτόν τον τρόπο όσον αφορά τη δική τους ομολογία πίστεως.
Λόγου χάριν, ένας πρώην Διαμαρτυρόμενος εξήγησε προσφάτως σ’ έναν μάρτυρα του Ιεχωβά πώς αυτός κι η οικογένειά του συνέβη να γίνουν Καθολικοί. Επί ένα χρονικό διάστημα ανήκαν σ’ ένα θεμελιωτιστικό δόγμα που εδιάβαζαν τη Γραφή. Κατόπιν απεκαλύφθη ότι ο ποιμένας τους εγύριζε με γυναίκες. Το σκάνδαλο αυτό έκαμε μερικούς από το εκκλησίασμα να εγκαταλείψουν την εκκλησία των.
Η αγανάκτησις αυτού του ανθρώπου βρήκε ένα παράλληλο στη θλίψι μιας νοικοκυράς, η οποία εξήγησε γιατί αυτή κι ο σύζυγός της εγκατέλειψαν την εκκλησία των. Υπήρξαν ευχαριστημένοι εκκλησιαζόμενοι ώσπου ωρισμένα μέλη της εκκλησίας ενεπλάκησαν σε οξείς διαπληκτισμούς μεταξύ των. Ο μη Χριστιανικός αυτός διαπληκτισμός έκαμε τη γυναίκα και τον σύζυγό της να εγκαταλείψουν την πίστι των.
Κι αν δεχθούμε ότι η καθεμιά απ’ αυτές τις οικογένειες είχε επαρκείς λόγους να είναι θλιμμένη από την κακή διαγωγή των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών, εγείρεται το ερώτημα: Ακολουθούσαν αυτοί τον Χριστόν ή ανθρώπους; Εγκατέλειψαν την πίστη των, επειδή η ίδια η οργάνωσις απλώς συνεκάλυπτε το κακόν κι έτσι συνεταυτίσθη με αυτό, δείχνοντας ότι δεν ενδιεφέρετο ν’ ακολουθήση τον Χριστό, ή μήπως προσέκοψαν απλώς σε παραπτώματα ανθρώπων, τους οποίους εθαύμαζαν;
Αυτή η τάσις ν’ ακολουθούνται άνθρωποι, ακόμη κι όταν ισχυρίζεται ένας ότι λατρεύει τον Θεό, μπορεί μεν να είναι νοητή, αλλ’ όχι και δικαιολογημένη. Ατελή πλάσματα προσελκύονται σε άτομα, τα οποία φαίνεται ότι κατά ειδικόν τρόπον είναι προικισμένα με ικανότητα, γνώσι, πείρα, περιωπή, πλούτον ή κάποιο άλλο χάρισμα, όπως λόγου χάριν μια ευάρεστη προσωπικότητα ή φωνή. Ο κίνδυνος λατρείας ηρώων ή πλασμάτων που προκύπτει, υπήρξε από πολύν καιρό μια απειλή στους αληθινούς λάτρεις. Το άτομο, που μας έδωσε επίγνωσι του σκοπού του Θεού δια Χριστού, θα κατέχη μια μεγάλη θέσι στην καρδιά μας. Μπορεί να τείνωμε ν’ αποβλέπωμε σ’ αυτόν περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε, λησμονώντας ότι ο Χριστιανός βαδίζει δια πίστεως, όχι δια όψεως. (2 Κορ. 5:7) Ομοίως, ένας νεοκατήχητος ή ένας ανώριμος Χριστιανός έχει μια μεγάλη βιασύνη να κάνη τους παλαιοτέρους Χριστιανούς να λαμβάνουν σοβαρές αποφάσεις γι’ αυτόν, ενώ ο Θεός τον τηρεί υπεύθυνο να λαμβάνη ο ίδιος αποφάσεις με βάσι τις Χριστιανικές κατευθυντήριες αρχές. (Γαλ. 6:5) Αν ένα άλλο άτομο μπορή να υποκινηθή στο να φέρη ευθύνη για μια απόφασι, ο ανώριμος μπορεί να φρονή ότι έχει κάποιον που να συμμερισθή τη μομφή, αν η απόφασις δεν αποφέρη τα ποθούμενα αποτελέσματα. Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους, για τους οποίους οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί μπορεί ν’ αφεθούν ν’ ακολουθήσουν ανθρώπους. Αλλ’ είναι αυτό φρόνιμο;
ΚΙΝΔΥΝΟΙ
Η πιθανότης υποκύψεως σε λατρεία πλασμάτων δεν είναι ο μόνος κίνδυνος που υπάρχει στο να ακολουθούνται άνθρωποι. Το ν’ ακολουθούμε ανθρώπους, περιλαμβανομένων κι εκείνων μέσω των οποίων επιστεύσαμε, μπορεί να οδηγήση σε ζηλοτυπία και διενέξεις μέσα σε μια Χριστιανική εκκλησία, όπως προειδοποίησε ο Παύλος: «Και εγώ, αδελφοί, δεν ηδυνήθην να λαλήσω προς εσάς, ως προς πνευματικούς, αλλ’ ως προς σαρκικούς, ως προς νήπια εν Χριστώ. Γάλα σας επότισα, και ουχί στερεάν τροφήν· διότι δεν ηδύνασθε έτι να δεχθήτε αυτήν· αλλ’ ουδέ τώρα δύνασθε έτι· επειδή έτι σαρκικοί είσθε· διότι ενώ είναι μεταξύ σας φθόνος και έρις και διχόνοιαι, δεν είσθε σαρκικοί, και περιπατείτε κατά άνθρωπον; Διότι όταν λέγη τις, Εγώ μεν είμαι του Παύλου· άλλος δε, Εγώ του Απολλώ· δεν είσθε σαρκικοί; Τις λοιπόν είναι ο Παύλος, και τις ο Απολλώς, παρά υπηρέται δια των οποίων επιστεύσατε, και όπως ο Κύριος έδωκεν εις έκαστον;» (1 Κορ. 3:1-5) Ο Κύριος είναι εκείνος που κάνει διευθετήσεις για την κήρυξι των αγαθών νέων κι επιτρέπει σ’ έναν να έλθη σ’ επίγνωσι της Βιβλικής αληθείας. Οι Χριστιανοί ακολουθούν τον Θεό και τον Χριστό, όχι ανθρώπους—ούτε ακόμη κι εκείνον που χρησιμοποιεί ο Θεός για να τους πη για τη Βασιλεία.
Όταν ένας ακολουθή επιμελώς τα ίχνη του Χριστού, δεν υπάρχει φόβος να δυσαρεστήση τον Ιεχωβά Θεό, αφού ο Ιησούς υπήρξε πιστός μέχρι θανάτου. Εν τούτοις, ο Ιησούς προειδοποίησε ότι οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί δεν θ’ ακολουθούσαν όλοι την πορεία του: «Αδύνατον είναι να μη έλθωσι τα σκάνδαλα· πλην ουαί εις εκείνον, δια του οποίου έρχονται.» (Λουκ 17:1) Ο Παύλος προείπε ότι κάποιοι θα ηγείροντο μέσα στις εκκλησίες και θα έσυραν μαθητάς πίσω τους με το να λαλούν διεστραμμένα. (Πράξ. 20:29, 30) Ομοίως ο Πέτρος εδήλωσε: «Υπήρξαν όμως και ψευδοπροφήται μεταξύ του λαού, καθώς και μεταξύ σας θέλουσιν είσθαι ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες θέλουσι παρεισάξει αιρέσεις απωλείας, αρνούμενοι και τον αγοράσαντα αυτούς Δεσπότην, επισύροντες εις εαυτούς ταχείαν απώλειαν. Και πολλοί θέλουσιν εξακολουθήσει εις τας απωλείας αυτών, δια τους οποίους η οδός της αληθείας θέλει βλασφημηθή.» (2 Πέτρ. 2:1, 2) Ο Ιησούς κι οι μαθηταί του ανεγνώρισαν ότι η απιστία και η κακή διαγωγή ολίγων γίνονται αιτία ώστε μερικοί να προσκόψουν, επιφέρουν δε μομφή στην εκκλησία του Θεού.
Στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία εκείνοι που εξέπεσαν περιελάμβαναν τον Υμέναιο, τον Αλέξανδρο, τον Φύγελλο, τον Ερμογένη, τον Δημά και τον Διοτρεφή. (1 Τιμ. 1:20· 2 Τιμ. 1:15· 4:10· 3 Ιωάν. 9) Στην προς Φιλιππησίους επιστολή του ο Παύλος ανεφέρθη σε άτομα του είδους αυτού, όταν έγραψε: «Διότι περιπατούσι πολλοί, τους οποίους σας έλεγον πολλάκις, τώρα δε και κλαίων λέγω, ότι είναι οι εχθροί του σταυρού του Χριστού· των οποίων το τέλος είναι απώλεια, των οποίων ο Θεός είναι η κοιλία, και η δόξα αυτών είναι εν τη αισχύνη αυτών, οίτινες φρονούσι τα επίγεια.» (Φιλιππησ. 3:18, 19) Αν ένας ακολουθή άνθρωπο, αντί του Χριστού, κι ο άνθρωπος αυτός έχη τον νου του σε σαρκικά πράγματα που οδηγούν σε απώλεια, τέτοιο θα είναι και το τέλος εκείνου που τον ακολουθεί. Τα σαρκικά αυτά πράγματα περιλαμβάνουν ανηθικότητα, φιλαργυρία, ψευδή επίδειξι γνώσεων, υπερηφάνεια και αγάπη του κόσμου.—2 Πέτρ. 2:14· Ιούδας 4, 12· 1 Τιμ. 6:10, 20, 21· 3:6· 1 Ιωάν. 2:15.
ΑΠΟΚΟΠΗ
Όταν ο Σατανάς, ο Αδάμ και η Εύα απεμακρύνθησαν από τον Ιεχωβά Θεό, δεν ήσαν πια ευπρόσδεκτοι ως μέρος της Θείας οικογενείας. Στην εκκλησία του Ισραήλ και μεταξύ των πρώτων Χριστιανών η κακή διαγωγή έπρεπε να τιμωρήται. Οι παραβάται, που δεν παρείχαν αποδείξεις ειλικρινούς μετανοίας, απεκόπτοντο από την εκκλησία. Όταν διεπράχθη μια ιδιαίτερα βαριά περίπτωσις πορνείας από ένα μέλος της εκκλησίας της Κορίνθου, ο Παύλος τούς ωδήγησε να ‘παραδώσουν τον τοιούτον εις τον Σατανάν προς όλεθρον της σαρκός, δια να σωθή το πνεύμα αυτού εν τη ημέρα του Κυρίου’. (1 Κορ. 5:5) Η αποκοπή αυτή θα διεφύλαττε τη θέσι της εκκλησίας της Κορίνθου έναντι του Θεού, και θα μπορούσε, όπως κι έγινε πραγματικά, να επαναφέρη εκείνον που διέπραξε την αδικία σε συναίσθησι.
Στην ίδια εκκλησία ο απόστολος έδωσε και περαιτέρω οδηγίες: «Να μη συναναστρέφησθε, εάν τις, αδελφός ονομαζόμενος, ήναι πόρνος, ή πλεονέκτης, ή ειδωλολάτρης, ή λοίδορος, ή μέθυσος, ή άρπαξ· με τον τοιούτον μηδέ να συντρώγητε· . . . Εκβάλετε τον κακόν εκ μέσου υμών.» (1 Κορ. 5:11, 13) Ο Παύλος αυτό ακριβώς έπραξε, όταν απέκοψε τον Υμέναιο και τον Αλέξανδρο, ως ανατρέποντας την πίστι μερικών με ψευδείς διδασκαλίες.—1 Τιμ. 1:20· 2 Τιμ. 2:17, 18.
Άνδρες και γυναίκες, που έρχονται σ’ επίγνωσι του Θείου λόγου με οικιακές Γραφικές μελέτες, πρέπει να διδαχθούν αυτά τα πράγματα πριν από την αφιέρωσι και το βάπτισμά των. Υπάρχουν δύο σοβαροί λόγοι γι’ αυτό. Πρώτον, διότι τότε θα γνωρίσουν τι αναμένεται απ’ αυτούς ως προς τις υψηλές ηθικές αρχές, αν πρόκειται να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά ευπρόσδεκτα. Δεύτερον, διότι η γνώσις τού ποια προειδοποίησι δίνουν οι Γραφές γι’ αναποφεύκτους λίθους προσκόμματος και για αποκοπή εκείνων που αποδεικνύονται τοιούτοι, θα καταστήση προσεκτικούς τους νεοκατηχήτους ν’ ακολουθήσουν τον Χριστό, όχι ανθρώπους. Η πλήρης κατατόπισις των σπουδαστών της Βίβλου σε όλες αυτές τις αναγκαίες δογματικές διδασκαλίες τούς βοηθεί στον δρόμο της ζωής, όπως κι ο Πέτρος έγραψε: «Σεις, λοιπόν, αγαπητοί, προγνωρίζοντες ταύτα, φυλάττεσθε, δια να μη παρασυρθήτε με την πλάνην των ανόμων, και εκπέσητε από τον στηριγμόν σας. Αυξάνεσθε δε εις την χάριν και εις την γνώσιν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού.»—2 Πέτρ. 3:17, 18.
ΜΙΜΗΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ;
Αλλ’ ίσως διερωτηθήτε, ένεκα τούτου, γιατί ο Παύλος είπε στους Χριστιανούς των Φιλίππων: «Αδελφοί, συμμιμηταί μου γίνεσθε.» (Φιλιππησ. 3:17) Μήπως ο απόστολος καλούσε τους Χριστιανούς να είναι ακόλουθοί του; Όχι, δεν το έκανε αυτό. Σε όλες του τις δεκατέσσερες επιστολές τίποτα δεν αναγινώσκετε περί «μαθητών» του Παύλου. Αντιθέτως, σε μια επιστολή προς Κορινθίους ο Παύλος ερώτησε: «Διεμερίσθη ο Χριστός; Μήπως ο Παύλος εσταυρώθη δια σας; ή εις το όνομα του Παύλου εβαπτίσθητε;» (1 Κορ. 1:13) Η απάντησις και στα τρία ερωτήματα ήταν αρνητική. Τότε, γιατί είπε ο Παύλος, «συμμιμηταί μου γίνεσθε»;
Διότι ο Θεός θέλει από κάθε Χριστιανό ‘να μη μιμήται το κακόν, αλλά το αγαθόν’. (3 Ιωάν. 11) Στους Εφεσίους ο Παύλος έγραψε: «Γίνεσθε λοιπόν μιμηταί του Θεού, ως τέκνα αγαπητά.» (Εφεσ. 5:1) Στους Ιουδαίους, που είχαν μεταστραφή στην εν Χριστώ πίστι, είπε: «Ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως.» (Εβρ. 12:1, 2) Στους ίδιους αυτούς Εβραίους έγραψε: «Να . . . γείνητε . . . μιμηταί των δια πίστεως και μακροθυμίας κληρονομούντων τας επαγγελίας.» «Ενθυμείσθε τους προεστώτάς σας, οίτινες ελάλησαν προς εσάς τον λόγον του Θεού· των οποίων μιμείσθε την πίστιν.» (Εβρ. 6:12· 13:7) Να μιμήσθε τι; Την πίστι των, την υπομονή των, τη διαγωγή των, εφόσον ακριβώς συμφωνούν με τις αρχές του Θείου λόγου και με το τέλειο παράδειγμα που έδωσε ο Ιησούς. (Ψαλμ. 119:105) Σ’ αυτό μας καλεί ο Παύλος. Αλλ’ αν ένας Χριστιανός χάση την πίστι του, δεν υπομένη και συμπεριφέρεται κακώς, τι του μένει να μιμηθή; Τίποτα. Εμείς βέβαια δεν πρόκειται να μιμηθούμε εκείνους που στρέφονται προς την καταστροφή.
ΠΟΙΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΕ;
Αν είχατε γίνει μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας στον καιρό του Υμεναίου και του Αλεξάνδρου, μήπως θα είχατε αποχωρισθή λόγω των αμαρτιών των; Θα εστρέφεσθε εναντίον του Ιησού λόγω του τρομερού εγκλήματος του Ιούδα του Ισκαριώτου; Θα εγκατελείπετε την πίστι σας, επειδή ένας οποιοσδήποτε, είτε εσκεμμένα, είτε λόγω ατελείας, διέπραττε ένα βαρύ παράπτωμα; Με άλλα λόγια, ακολουθείτε τον Χριστόν ή ανθρώπους;
Διαφέρει η περίπτωσις, όταν μια οργάνωσις, που ομολογεί ότι είναι Χριστιανική, αγνοή τις Γραφικές εντολές ν’ αποκόπτη τους αμετανοήτους κακοποιούς, όπως συχνά γίνεται στις εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου. Μια τέτοια οργάνωσις δείχνει με την αδιαφορία της ότι δεν έχει την εύνοια του Θεού και δεν την επιζητεί. Θα έπρεπε ένας να εγκαταλείψη εκείνη την εκκλησία και να εκζητήση την αληθινή Χριστιανική εκκλησία που παύει να συναναστρέφεται κακοποιούς, όσο εξέχοντες κι αν είναι αυτοί. Τι θέσι λαμβάνει η δική σας εκκλησία σ’ αυτό το ζήτημα;
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά υπακούουν στη Γραφική εντολή να εκβάλλουν από την εκκλησία τούς αμετανόητους κακοποιούς. Όπως ακριβώς ο Παύλος εμνημόνευσε τα ονόματα μερικών που απεκόπησαν απ’ αυτόν, έτσι και οι μάρτυρες του Ιεχωβά αναγγέλλουν τα ονόματα εκείνων, που δεν είναι πια δεκτοί μεταξύ των, λόγω μη Χριστιανικής διαγωγής. Η σταθερή αυτή διαπαιδαγώγησις των ανόμων τηρεί την οργάνωσι καθαρή, αφήνοντας το πνεύμα του Θεού να λειτουργή ελεύθερα σε κάθε εκκλησία. Σε μια τέτοια καθαρή οργάνωσι ευχαρίστως προσέρχονται άνδρες και γυναίκες αναζητώντας τη γνώσι του Θεού και του Χριστού, που οδηγεί σε αιώνια ζωή. (Ιωάν. 17:3) Όταν αυτοί παρατηρούν ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ενεργούν γοργά εναντίον εκείνων που είναι άξιοι πειθαρχικών μέτρων, αυτό το γεγονός πρέπει να ενισχύη την εμπιστοσύνη των στην οργάνωσι και ν’ αυξάνη τη δική των απόφασι να υπηρετήσουν πιστά τον Ιεχωβά Θεό, βαδίζοντας στα ίχνη του Χριστού.
Ως αληθινοί Χριστιανοί, ας εξακολουθήσωμε να γινώμεθα καλά παραδείγματα στους πιστούς «εις λόγον, εις συναναστροφήν, εις αγάπην, εις πνεύμα, εις πίστιν, εις καθαρότητα.» (1 Τιμ. 4:12) «Παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι από του Ιεχωβά θέλετε λάβει την ανταπόδοσιν της κληρονομίας· διότι εις τον Κύριον Χριστόν δουλεύετε.»—Κολ. 3:23, 24, ΜΝΚ.
Ναι, να είσθε ένας αληθινός Χριστιανός—όχι ακόλουθος ανθρώπων.