Η «Τράπεζα των Δαιμονίων» εναντίον της «Τραπέζης του Ιεχωβά»
«Δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων.»—1 Κορ. 10:21, ΜΝΚ.
1. Γιατί η «τράπεζα» του Ιεχωβά καλείται με το όνομα αυτό, και ποιο παράπονο είχε ο Θεός εναντίον εκείνων που υπηρετούν σ’ αυτήν;
ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟΝ του Θεού καλείται «τράπεζα», επειδή η θυσία που προσφέρεται επάνω σ’ αυτό παραβάλλεται με τροφή. (Ιεζ. 41:22) Επομένως, οι ιερείς είναι εκείνοι που υπηρετούν στη θυσιαστική αυτή τράπεζα: «Οι δε ιερείς οι Λευίται, οι υιοί Σαδώκ, οι φυλάξαντες την φυλακήν του αγιαστηρίου μου, ότε οι υιοί Ισραήλ απεπλανώντο απ’ εμού, ούτοι θέλουσι με πλησιάζει δια να λειτουργώσιν εις εμέ, και θέλουσιν ίστασθαι ενώπιόν μου δια να προσφέρωσιν εις εμέ το πάχος και το αίμα, λέγει ο Κύριος Ιεχωβά· ούτοι θέλουσιν εισέρχεσθαι εις το αγιαστήριόν μου, και ούτοι θέλουσι πλησιάζει εις την τράπεζάν μου, δια να λειτουργώσιν εις εμέ.» (Ιεζ. 44:15, 16, ΑΣ) Σ’ ένα παράπονο εναντίον των ιερέων που παρέλειψαν το καθήκον των ο Θεός είπε: «Προσεφέρετε άρτον μεμιασμένον επί του θυσιαστηρίου μου· και είπετε, Εις τι σε εμιάναμεν; Εις το ότι λέγετε, Η τράπεζα του Ιεχωβά είναι αξιοκαταφρόνητος. Και αν προσφέρητε ζώον τυφλόν εις θυσίαν, δεν είναι κακόν; και αν προσφέρητε χωλόν ή άρρωστον, δεν είναι κακόν; . . . μέγα θέλει είσθαι το όνομά μου μεταξύ των εθνών, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων. Σεις όμως εβεβηλώσατε αυτό, λέγοντες, Η τράπεζα του Ιεχωβά είναι μεμιασμένη· και τα επιτιθέμενα επ’ αυτήν, το φαγητόν αυτής, αξιοκαταφρόνητον.»—Μαλαχ. 1:7, 8, 11, 12, ΑΣ.
2. Γιατί οι ιερείς πρέπει ν’ αποδεικνύωνται άγιοι, και πώς πρέπει να είναι η θυσιαστική τροφή για να γίνη δεκτή;
2 Οι ιερείς που προσφέρουν την τροφή του Θεού επάνω στο θυσιαστήριό του πρέπει να έχουν καθαρή διαγωγή: «Άγιοι θέλουσιν είσθαι εις τον Θεόν αυτών, και δεν θέλουσι βεβηλώσει το όνομα του Θεού αυτών· διότι τας δια πυρός γινομένας προσφοράς του Ιεχωβά, τον άρτον του Θεού αυτών, προσφέρουσι· δια τούτο θέλουσιν είσθαι άγιοι.» «Και θέλει καύσει αυτά ο ιερεύς επί του θυσιαστηρίου· είναι τροφή της δια πυρός γινομένης θυσίας εις τον Ιεχωβά.» Για να γίνη δεκτή επάνω στην τράπεζα του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά, η θυσιαστική τροφή πρέπει να είναι υγιής, χωρίς ελάττωμα.—Λευιτ. 21:6, 21· 3:11· 22:21, 25, ΜΝΚ.
3. Τι είναι η «τράπεζα των δαιμονίων» και ποιοι ατόπως ωδηγήθησαν να θυσιάσουν σ’ αυτά;
3 Η τράπεζα των δαιμονίων είναι το θυσιαστήριο επάνω στο οποίο προσφέρεται θυσία σ’ αυτά. Τα δαιμόνια είναι αόρατες πονηρές πνευματικές υπάρξεις, οι δε αρχαίοι Ισραηλίτες κατ’ επανάληψιν επειράσθησαν να θυσιάσουν σ’ αυτά: «Εθυσίασαν εις δαιμόνια, ουχί εις τον Θεόν· εις θεούς, τους οποίους δεν εγνώριζον, εις νέους θεούς νεωστί εισαχθέντας.» «Και εθυσίασαν τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών εις τα δαιμόνια· και έχυσαν αίμα αθώον, το αίμα των υιών αυτών και των θυγατέρων αυτών, τους οποίους εθυσίασαν εις τα γλυπτά της Χαναάν· και εμιάνθη η γη εξ αιμάτων.»—Δευτ. 32:17· Ψαλμ. 106:37, 38.
4. Σε ποια δοκιμασία ετέθησαν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος, και τι απόφασι έλαβε το κυβερνών σώμα στο ζήτημα αυτό;
4 Στον πρώτον αιώνα της Χριστιανικής εποχής οι ακόλουθοι του Χριστού στις ειδωλολατρικές χώρες ετέθησαν σε δοκιμασία όσον αφορά τα ζώα που εθυσιάζοντο σε παγανιστικά είδωλα. Ένα μέρος του θύματος προσεφέρετο επάνω στον ειδωλολατρικό βωμό, ένα μέρος προσδιωρίζετο για τους ειδωλολάτρας ιερείς, και το υπόλοιπο της σαρκός κατηναλίσκετο από τους λατρευτάς, σ’ ένα συμπόσιο είτε στο ναό είτε σε ιδιωτική κατοικία. Εν τούτοις, λόγω οικονομικής ανάγκης ή για ιδιοτελές κέρδος, μερικοί έδιναν το κρέας στους κρεοπώλας για να το πωλήσουν στα κρεοπωλεία ή μακελεία. Επειδή αυτό το κρέας είχε προσφερθή στα είδωλα και στα δαιμόνια που αντεπροσωπεύοντο απ’ αυτά, οι αρχαίοι Ισραηλίτες το θεωρούσαν ως κάτι βδελυκτό και θεωρούσαν ότι εμολύνοντο αν έτρωγαν από αυτό το κρέας. Τι θα έκαναν σ’ αυτό το ζήτημα οι Εθνικοί που έγιναν Χριστιανοί; Το κυβερνών σώμα των Χριστιανών του πρώτου αιώνος συνήλθε για να συζητήση αυτό το ζήτημα και κατόπιν απεφάσισε ότι τα «αναγκαία» ήσαν: «Να απέχητε από ειδωλοθύτων, και αίματος, και πνικτού, και πορνείας.»—Πράξ. 15:22-29.
5. Εναντίον της βρώσεως ποιών τροφών νουθετεί ο Παύλος τους Χριστιανούς, και γιατί χάριν του αδελφού των;
5 Στην αρχαία ειδωλολατρική πόλι της Κορίνθου υπήρχε συναγωγή των Ιουδαίων, ως αποτέλεσμα δε του κηρύγματος του Παύλου, μερικοί απ’ αυτούς, περιλαμβανομένου και του αρχισυναγώγου και της οικογενείας του, έγιναν Χριστιανοί. Πολλοί άλλοι Κορίνθιοι επίσης έγιναν Χριστιανοί. Στην Κόρινθο υπήρχε ένα μακελείον ή κρεοπωλείον, όπου επωλείτο το κρέας των ζώων που είχαν πρώτα τελετουργικώς προσφερθή στα είδωλα. Ο απόστολος Παύλος, στην πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους Χριστιανούς, αρχίζοντας από το όγδοο κεφάλαιό της, εξετάζει το ζήτημα της «βρώσεως των ειδωλοθύτων». Συμβουλεύει να μην τρώγουν οι Χριστιανοί ειδωλόθυτα, για να μη θίγωνται από το θέαμα αυτό άλλοι Χριστιανοί που δεν έχουν την κατάλληλη γνώσι και κατανόησι και να μην προσκόπτουν οδηγούμενοι να κάμουν κάτι εναντίον της συνειδήσεώς των. «Διότι αν τις ίδη σε τον έχοντα γνώσιν, ότι κάθησαι εις τράπεζαν εντός ναού ειδώλων, δεν θέλει ενθαρρυνθή η συνείδησις αυτού ασθενούς όντος, εις το να τρώγη τα ειδωλόθυτα; Και δια την γνώσιν σου θέλει απολεσθή ο ασθενής αδελφός, δια τον οποίον ο Χριστός απέθανεν. Αμαρτάνοντες δε ούτως εις τους αδελφούς, και προσβάλλοντες την ασθενή συνείδησιν αυτών, εις τον Χριστόν αμαρτάνετε.»—1 Κορ. 8:1, 4, 10-12.
6. Τι περισσότερο υπήρχε από το ζήτημα της συνειδήσεως στη βρώσι των ειδωλοθύτων, και γιατί πρέπει οι αγιασμένοι Χριστιανοί να αποφεύγουν αυτόν τον κίνδυνο;
6 Αλλά υπήρχε κάτι περισσότερο από το ζήτημα της συνειδήσεως. Υπήρχε ο κίνδυνος του να υπόκειται κανείς στη διάπραξι του αμαρτήματος της ειδωλολατρίας με το να τρώγη ειδωλόθυτα. Φέρνοντας βαρυσήμαντο επιχείρημα εναντίον της διαπράξεως ειδωλολατρίας μ’ αυτόν τον τρόπο, ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί το γεγονός ότι οι αγιασμένοι εκείνοι Χριστιανοί προς τους οποίους έγραφε, τελούσαν το «Κυριακόν δείπνον» ή «δείπνον του Κυρίου», όπως ονομάζεται, την ετησία ανάμνησι του θανάτου του Κυρίου Ιησού.—1 Κορ. 11:20.
7. Τι λέγει, λοιπόν, ο απόστολος Παύλος εις 1 Κορινθίους 10:6-22 στο επιχείρημά του που αναφέρεται στο δείπνον του Κυρίου;
7 Η πορεία του επιχειρήματος του Παύλου ρίχνει φως επάνω στη σημασία του δείπνου του Κυρίου, και φθάνομε στην αλήθεια ακολουθώντας το επιχείρημα αυτό. Ο Παύλος λέγει: «Ταύτα δε έγειναν παραδείγματα ημών δια να μη ήμεθα ημείς επιθυμητοί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν. Μηδέ γίνεσθε ειδωλολάτραι, καθώς τινές εξ αυτών· ως είναι γεγραμμένον, “Εκάθισεν ο λαός δια να φάγη και να πίη, και εσηκώθησαν να παίζωσι [ενώπιον του χρυσού μόσχου].” Μηδέ ας πορνεύωμεν, καθώς τινες αυτών επόρνευσαν [μαζί με τη λατρεία του Βέελ-φεγώρ], και έπεσον εν μια ημέρα εικοσιτρείς χιλιάδες. . . . Δια τούτο, αγαπητοί μου, φεύγετε από της ειδωλολατρείας. Λέγω ως προς φρονίμους· κρίνατε σεις τούτο το οποίον λέγω· Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού; Διότι είς άρτος, έν σώμα είμεθα οι πολλοί· επειδή πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν. Βλέπετε τον Ισραήλ κατά σάρκα· οι τρώγοντες τας θυσίας, δεν είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου; Τι λοιπόν λέγω; ότι το είδωλον είναί τι; ή ότι το ειδωλόθυτον είναί τι; ουχί· αλλ’ ότι εκείνα τα οποία θυσιάζουσι τα έθνη, εις τα δαιμόνια θυσιάζουσι, και ουχί εις τον Θεόν· και δεν θέλω σεις να γίνησθε κοινωνοί των δαιμονίων. Δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων· Ή τον Ιεχωβά θέλομεν να διεγείρωμεν εις ζηλοτυπίαν; μήπως είμεθα ισχυρότεροι αυτού;»—1 Κορ. 10:6-22, ΜΝΚ.
8. Γιατί, λοιπόν, θα ήταν καλό ν’ αποφεύγη κανείς να πηγαίνη σ’ ένα ναό ειδώλων για να φάγη ή θα ήταν καλό να μη φάγη αν ένας Χριστιανός αδελφός δείχνη ότι το κρέας προσεφέρθη προηγουμένως στα είδωλα;
8 Θα ήταν λοιπόν φρόνιμο για ένα Χριστιανό να μην πηγαίνη σ’ ένα ναό ειδώλων για να φάγη ένα φαγητό, του οποίου το κρέας έχει προσφερθή στο είδωλον του ναού. Γιατί; Για ν’ αποφύγη να δώση στους ασθενούς διανοίας παρατηρητάς τη σκέψι ότι λατρεύει το είδωλο και για ν’ αποφύγη τον κίνδυνο να υποχωρήση συμβιβαστικά στην ειδωλολατρία. Όσον αφορά το κρέας που πωλείται στο «μακελλίον», ή στο κρεοπωλείον, ο Παύλος προχωρεί και λέγει: «Παν το πωλούμενον εν τω μακελλίω τρώγετε, μηδέν εξετάζοντες δια την συνείδησιν· διότι “του Ιεχωβά είναι η γη, και το πλήρωμα αυτής.” Και εάν τις των απίστων σας προσκαλή [στο σπίτι του ή σ’ ένα συμπόσιο], και θέλητε να υπάγητε, τρώγετε ό,τι βάλλεται έμπροσθέν σας, μηδέν εξετάζοντες δια την συνείδησιν. Εάν δε τις σας είπη [όχι ο άπιστος που σας φιλοξενεί, αλλ’ ένας Χριστιανός αδελφός ασθενούς συνειδήσεως], Τούτο είναι ειδωλόθυτον· μη τρώγετε, δι’ εκείνον τον φανερώσαντα, και δια την συνείδησιν. Συνείδησιν δε λέγω ουχί την ιδικήν σου, αλλά την του άλλου· επειδή δια τι η ελευθερία μου κρίνεται υπό άλλης συνειδήσεως; Και εάν εγώ μετ’ ευχαριστίας [εις τον Θεόν] μετέχω [του κρέατος], δια τι βλασφημούμαι δι’ εκείνο, δια το οποίον εγώ ευχαριστώ; Είτε λοιπόν τρώγετε, είτε πίνετε, είτε πράττετέ τι, πάντα πράττετε εις δόξαν Θεού.»—1 Κορ. 10:25-31, ΜΝΚ.
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΑ ΔΑΙΜΟΝΙΑ
9. Τι κάνει ένας με το να τρώγη κρέας προς τιμήν των δαιμονίων, και ποια διευκρίνισι τούτου αντλεί ο Παύλος από τις θυσίες των Ισραηλιτών;
9 Όταν ένας τρώγη κρέας που προσεφέρθη στα είδωλα και το κάνει αυτό με τη σκέψι να τιμήση το είδωλο τρώγοντας, τι πράττει; Συμμετέχει στην τράπεζα των δαιμονίων· κάνει τον εαυτό του μέτοχον των δαιμονίων· έχει κοινωνία ή συμμετοχή με τα δαιμόνια. Πώς συμβαίνει αυτό; Εξετάστε πάλι τα εδάφια που παρετέθησαν πιο πάνω (1 Κορ. 10:18-21) και θα δήτε ότι ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τον κατά σάρκα Ισραήλ ως παράδειγμα και ερωτά: «Οι τρώγοντες τας θυσίας, δεν είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου;» Εκείνοι που έτρωγαν τις θυσίες δεν ήσαν απλώς οι ιερείς, αλλά και οι Ισραηλίτες που επρομήθευαν τις θυσίες. Όσον αφορά τους ιερείς ο Παύλος ερωτά στο προηγούμενο κεφάλαιο: «Δεν εξεύρετε ότι οι εργαζόμενοι τα ιερά, εκ του ιερού τρώγουσιν; οι ενασχολούμενοι εις το θυσιαστήριον [την τράπεζαν του Ιεχωβά], μετά του θυσιαστηρίου λαμβάνουσι μερίδιον;» (1 Κορ. 9:13) Εν τούτοις, όταν οι Ισραηλίτες προσέφεραν θυσίες ειρηνικής προσφοράς ή θυσίες κοινωνίας, τότε και οι Ισραηλίτες έτρωγαν από τη θυσία. (Λευιτ. 7:11-37) Το αίμα της θυσίας κοινωνίας ερραντίζετο επάνω στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά, και το στέαρ εκαίετο επάνω στο θυσιαστήριο, ως το κατ’ ευθείαν μέρος της θυσίας του Ιεχωβά. Το στέαρ της θυσίας ήταν ο «άρτος» του ή «τροφή». (Λευιτ. 3:11· 7:14, 22-26· 9:18-20· 17:5-7· 21:6· 22:25) Το στήθος και ο δεξιός ώμος της θυσίας κοινωνίας εγίνετο του ιερέως ο οποίος ιερούργησε στη θυσία. (Λευιτ. 7:28-36· 9:21· 10:14, 15) Το υπόλοιπο του κρέατος ετρώγετο από τους Ισραηλίτες οι οποίοι προσέφεραν τη θυσία κοινωνίας.—Λευιτ. 7:15-21· 19:5-8.
10. Τι είχαν οι Ισραηλίτες με το να τρώγουν από τη θυσία κοινωνίας, και έτσι τι μπορούμε να πούμε για το όνομα της θυσίας;
10 Έτσι οι Ισραηλίτες που έτρωγαν από τη θυσία κοινωνίας ήσαν συμμέτοχοι ή κοινωνοί του θυσιαστηρίου επάνω στο οποίο εθυσιάζετο. Το θυσιαστήριο αυτό ανήκε στον Ιεχωβά Θεό· ήταν η τράπεζα του Ιεχωβά επάνω στην οποία η τροφή του προσεφέρετο σ’ αυτόν από τους ιερείς του. Επομένως, με το να τρώγουν από την ίδια θυσία κοινωνίας, της οποίας το στέαρ προσεφέρετο ως τροφή στον Ιεχωβά Θεό, οι Ισραηλίτες είχαν κοινωνία ή συνέτρωγαν μαζί του. Ήσαν ήδη λαός του με το ότι τους εξέλεξε και με το ότι είχε κάμει διαθήκη μαζί τους δια του μεσίτου Μωυσέως. Αλλά τώρα, με το να μετέχουν της θυσίας κοινωνίας μαζί με τον ιερέα του και το θυσιαστήριό του, είχαν ειδική κοινωνία με τον Ιεχωβά Θεό. Ήσαν συμμέτοχοι της τυπικής «τραπέζης του Ιεχωβά». Είναι, λοιπόν, κατάλληλο το όνομα «θυσία κοινωνίας», μολονότι η Ελληνική Μετάφρασις των Εβραϊκών Γραφών από τους Εβδομήκοντα την ονομάζει ειρηνική θυσία και θυσία σωτηρίας.—1 Σαμ. 10:8· 11:15· 13:9· 1 Βασ. 3:15· 8:63, 64· 9:25· Λευιτ. 3:1· 22:21, Ο΄.
11. Για ν’ απολαμβάνουν οι Ισραηλίτες αυτή την κοινωνία με τον Θεό, τι ήσαν υποχρεωμένοι να κάνουν, όπως δείχνει το Λευιτικόν 17:5-7;
11 Για ν’ απολαμβάνουν αυτή την ειδική κοινωνία με τον Θεό στην τράπεζά του, οι Ισραηλίτες απηγορεύετο να θυσιάζουν στους δαίμονας. «Πρέπει να φέρωσι [τα ζώα των] εις τον Ιεχωβά εις την θύραν της σκηνής της συναθροίσεως προς τον ιερέα και πρέπει να θυσιάζωσιν αυτάς ως θυσίας κοινωνίας εις τον Ιεχωβά. Και ο ιερεύς πρέπει να ραντίση το αίμα επί του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά εις την θύραν της σκηνής της συναθροίσεως και πρέπει να καύση το στέαρ εις οσμήν ευωδίας προς τον Ιεχωβά. Και δεν θέλουσι θυσιάσει πλέον τας θυσίας αυτών εις τους τραγομόρφους δαίμονας.»—Λευιτ. 17:5-7, ΜΝΚ.
12. Μήπως επειδή το είδωλο και το ζώο που θυσιάζεται είναι κάτι, ή για ποιον ακριβώς λόγο ο Παύλος, εις 1 Κορινθίους, κεφάλαιον 10, νουθετεί τους Χριστιανούς να μην τρώγουν ειδωλόθυτα;
12 Για όμοια αιτία, υποστηρίζει ο Παύλος, ο λάτρης του ζώντος και αληθινού Θεού, έπρεπε να αποφεύγη τα ειδωλόθυτα. Όχι ότι το είδωλον αυτό καθ’ εαυτό είναι κάτι περισσότερο από χρυσάφι, ασήμι, πέτρα, ξύλο ή άλλο υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένο. Ούτε ότι το πράγμα που θυσιάζεται στο είδωλον αποκτά κάποια νέα ιδιότητα ή αξία που το αλλάσσει από το να είναι ένα δημιούργημα του Ιεχωβά Θεού. Αλλ’ ότι το άψυχο, υλικό είδωλο παριστάνει ένα δαίμονα. «Πάντες οι θεοί των εθνών είναι είδωλα· ο δε Ιεχωβά τους ουρανούς εποίησε.» (Ψαλμ. 96ος 5, ΑΣ) «Πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια [διάβολοι], ο δε Κύριος τους ουρανούς εποίησεν.» (Μετάφρασις των Εβδομήκοντα) Όταν, λοιπόν, ένας λάτρης σ’ ένα θυσιαστικό συμπόσιο έτρωγε μέρος του ζώου που εθυσιάσθη στο είδωλον, ήταν κοινωνός της «τραπέζης των δαιμονίων», επειδή ο βωμός του ειδώλου ανήκε στους δαίμονας. Όταν αυτός έπινε από το ποτήρι του οίνου σε τέτοιο θυσιαστικό συμπόσιο, έπινε από το «ποτήριον των δαιμονίων». Εγίνετο ‘μέτοχος των δαιμονίων’ έχοντας κοινωνία μαζί τους. Γι’ αυτό ακριβώς ο Παύλος είπε στους Χριστιανούς της Κορίνθου: «Εκείνα τα οποία θυσιάζουσι τα έθνη, εις τα δαιμόνια θυσιάζουσι, και ουχί εις τον Θεόν· και δεν θέλω σεις να γίνησθε κοινωνοί των δαιμονίων. Δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων.» Ο Ιεχωβά είναι ζηλότυπος· απαιτεί αποκλειστική αφοσίωσι.
13. Με τι, όπως δείχνει εκεί ο απόστολος Παύλος, συνδέεται το «ποτήριον του Ιεχωβά» και η «τράπεζα του Ιεχωβά»;
13 Αλλά σε τι αναφέρεται εδώ ο Παύλος μ’ αυτό το «ποτήριον του Ιεχωβά» και μ’ αυτήν την «τράπεζαν του Ιεχωβά»; Αυτό συνδέεται με το ποτήριον και τον άρτον που ο Παύλος χρησιμοποιεί στο επιχείρημά του όσον αφορά το γιατί οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποφεύγουν οποιαδήποτε σύγχυσι εν σχέσει με τα «ειδωλόθυτα». Ο Παύλος λέγει: «Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;» (1 Κορ. 10:16) Εδώ ο Παύλος αναφέρεται στο ποτήριον και τον άρτον που ο Κύριος Ιησούς Χριστός εχρησιμοποίησε όταν εγκαθίδρυσε το «Κυριακόν δείπνον» ή «Δείπνον του Κυρίου», που κοινώς ονομάζεται «κοινωνία» σε όλον τον «Χριστιανικόν κόσμον». Επομένως, προτού προωθήσωμε το επιχείρημα του Παύλου στην εφαρμογή του σ’ εμάς σήμερα, ας στραφούμε δεκαεννέα αιώνες πίσω, σε ό,τι ο Ιησούς έκαμε κατά το έτος 33 (μ.Χ.).
«ΤΟ ΔΕΙΠΝΟΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ»
14. Πού εκανόνισε ο Ιησούς να εορτασθή το τελευταίο του πάσχα, και με ποιους, και γιατί μ’ αυτούς;
14 Τέσσερες από τους μαθητάς του Ιησού, ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Παύλος, μας δίνουν λεπτομερείς περιγραφές του τι έλαβε χώραν τότε. Ο Ματθαίος ήταν προσωπικώς εκεί ως ένας από τους δώδεκα αποστόλους. Ο Παύλος έλαβε τις πληροφορίες του για το δείπνον «παρά του Κυρίου» με άμεση αποκάλυψι. (1 Κορ. 11:20, 23) Όλες οι αφηγήσεις διαφέρουν κάπως στην έκφρασι και σε μερικές λεπτομέρειες, αλλά όλες με ενότητα βεβαιώνουν τα κύρια χαρακτηριστικά. Ως πιστός Ιουδαίος κατά σάρκα, ο Ιησούς έδωσε οδηγίες για τον εορτασμό του πάσχα στην Ιερουσαλήμ, την αγία πόλι όπου ο Ιεχωβά είχε θέσει το όνομά του. (Δευτ. 16:1-7) Με ποιους εώρτασε ο Ιησούς αυτό το τελευταίο του πάσχα τη νύχτα εκείνη; Όχι όπως σε προηγούμενα χρόνια με την οικογένειά του, δηλαδή, με τη Μαρία την επίγεια μητέρα του και με τους υιούς της, τους ετεροθαλείς αδελφούς του Ιησού. Βέβαια, αυτή και οι υιοί της ήσαν στην Ιερουσαλήμ για το πάσχα, επειδή το επόμενο απόγευμα η Μαρία ήταν κοντά στο ξύλο του μαρτυρίου στο οποίο κρεμάσθηκε ο Ιησούς και αυτός της μίλησε από το σταυρό. Οι άλλοι της υιοί την είχαν αναμφιβόλως φέρει στην Ιερουσαλήμ για το πάσχα. Εν τούτοις, επειδή οι ομάδες του εορτασμού του πάσχα στην Ιερουσαλήμ ήσαν μικρές, γενικά από δέκα περίπου άτομα, ο Ιησούς εκανόνισε να εορτάση αυτό το τελικό πάσχα με τους δώδεκα αποστόλους του. Στο τραπέζι τους είπε: «Πολύ επεθύμησα να φάγω το πάσχα τούτο με σας προτού να πάθω· διότι σας λέγω, ότι δεν θέλω φάγει πλέον εξ αυτού εωσού εκπληρωθή εν τη βασιλεία του Θεού.» (Λουκ. 22:15, 16) Ο Ιησούς, λοιπόν, είχε κάτι το ιδιαίτερο στο νου γι’ αυτή τη νύχτα του πάσχα. Τι; Την ίδρυσι ενός νέου δείπνου γι’ αυτούς.
15. Ποια είναι η περιγραφή του δείπνου του Κυρίου από τον Ματθαίο;
15 Ιδού πώς ενήργησε και τι είπε ο Ιησούς, σύμφωνα με τον Ματθαίον ο οποίος ήταν εκεί: «Και ενώ έτρωγον, λαβών ο Ιησούς τον άρτον, και ευλογήσας, έκοψε, και έδιδεν εις τους μαθητάς, και είπε, Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμά μου. Και λαβών το ποτήριον, και ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Σας λέγω δε, ότι δεν θέλω πίει εις το εξής εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου, έως της ημέρας εκείνης, όταν πίνω αυτό νέον μεθ’ υμών εν τη βασιλεία του Πατρός μου. Και αφού ύμνησαν, εξήλθον εις το όρος των ελαιών.»—Ματθ. 26:26-30.
16, 17. (α) Τι έκαμε ο Ιησούς με τον άρτον; (β) Γιατί ο Ιησούς δεν μετέτρεψε ή μετουσίωσε τον άρτον σε σάρκα του;
16 Ο όλος άρτος που έλαβε ο Ιησούς ήταν άζυμος. Δεν επετρέπετο από τον νόμο να υπάρχη ζύμη στις Ιουδαϊκές κατοικίες κατά το πάσχα ούτε επί επτά ημέρες κατόπιν. (Έξοδ. 12:8, 15, 17-21· 13:6-10) Ο Ιησούς δεν έκοψε τον άρτον με μαχαίρι. Ο άζυμος άρτος ήταν επίπεδος και εύθραυστος. Τον έθλασε, λοιπόν, όπως ήταν ο συνήθης τρόπος όταν έτρωγαν ψωμί σε όλα τα γεύματα στις ημέρες εκείνες. (Ματθ. 15:36· 14:19· Μάρκ. 8:6, 19· Λουκ. 24:30· Πράξ. 27:35) Πρώτα, εν τούτοις, επρόφερε μια ευλογία· ευλόγησε τον Θεό. Γι’ αυτό ακριβώς ο Λουκάς και ο Παύλος, στις αφηγήσεις των, λέγουν ότι ηυχαρίστησε: «Και λαβών άρτον, ευχαριστήσας έκοψε, και έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Τούτο είναι το σώμά μου, το υπέρ υμών διδόμενον· τούτο κάμνετε εις την ιδικήν μου ανάμνησιν.» (Λουκ. 22:19· 1 Κορ. 11:23, 24) Καμμιά, επομένως, ειδική σημασία δεν χρειάζεται να προσαρτηθή σ’ αυτήν την θλάσιν του άρτου· το έκαμε αυτό για να τους διανείμη τον άρτον, όπως έκαμε και όταν έθρεψε τους πεντακισχιλίους και κατόπιν τους τετρακισχιλίους.
17 Αλλ’ ο Ιησούς απέδωσε ειδική σημασία στον άρτον που έθλασε και τους έδωκε: «Τούτο είναι το σώμά μου, το υπέρ υμών διδόμενον.» Μ’ αυτά τα λόγια δεν έκαμε ένα θαύμα, μεταβάλλοντας ή μετουσιώνοντας τον άρτον, μετατρέποντάς τον από άζυμο ψωμί σε ανθρώπινη σάρκα. Είχε ακόμη όλη του τη σάρκα· έπρεπε να έχη όλη του τη σάρκα, άμωμη, χωρίς να έχη τίποτε αφαιρεθή απ’ αυτήν, για να προσφέρη τον εαυτό του ως τελεία θυσία. Το σώμα του έπρεπε να είναι όμοιο με τον πασχάλιον αμνόν, τον οποίον είχαν μόλις φάγει και ο οποίος αμνός εξεικόνιζε αυτόν, ‘τον αμνόν του Θεού, τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου’. Με ποιον τρόπο; Με τον εξής τρόπο: «Το δε αρνίον σας θέλει είσθαι τέλειον, αρσενικόν ενιαύσιον.» Ναι, «του Χριστού, ως αμνού άμωμου και ασπίλου.» Δεν μετέτρεψε, λοιπόν, τον άρτον, αλλ’ απλώς τον εχρησιμοποίησε για να συμβολίση το σώμα του.—Ιωάν. 1:29 και Έξοδ. 12:5 και 1 Πέτρ. 1:19.
18. Ποιο σώμα εννοούσε ο Ιησούς λέγοντας «το σώμά μου»;
18 Το σώμα του; Ναι· το σώμα του, ολόκληρο το σώμα του, από κεφαλής μέχρι ποδών, που επρόκειτο να δώση γι’ αυτούς. Ο Ιησούς εννοούσε το δικό του σώμα, το σώμα με το οποίο κατόπιν συνδέει το αίμα του όταν μιλή για το ποτήριον. Επί τριάντα τριάμισυ χρόνια το σώμα αυτό κρατούσε το αίμα που επρόκειτο να χυθή στο ξύλο του μαρτυρίου στο Γολγοθά. Η ζωή του σαρκικού αυτού σώματος ήταν το αίμα του. Όταν ήλθε στον Ιωάννη για να βαπτίση το σώμα αυτό, ο Ιησούς ανέφερε τον Ψαλμό 40:6-8 και τον εφήρμοσε στον εαυτό του. «Δια τούτο εξερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, “Θυσίαν και προσφοράν [ζώων] δεν ηθέλησας, αλλ’ ητοίμασας εις εμέ σώμα. Εις ολοκαυτώματα και προσφοράς περί αμαρτίας δεν ευηρεστήθης. Τότε είπον, Ιδού, έρχομαι (εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού,) δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου”.»—Εβρ. 10:5-7.
19. Τι εβάστασε ο Ιησούς σ’ αυτό το σώμα, και μέσω αυτού τι διήνοξε για τους μαθητάς του;
19 Αφού το σώμα αυτό επρόκειτο να δοθή για τους μαθητάς του, δεν το επήρε πάλι κατά την ανάστασί του από τους νεκρούς, αλλ’ ο Παντοδύναμος Θεός, ο ουράνιος Πατήρ του, ετοίμασε ένα άλλο σώμα γι’ αυτόν, όχι στη γη αλλά στον ουρανό, ένα πνευματικό σώμα, «εκ του Θεού οικοδομήν, . . . αιώνιον, εν τοις ουρανοίς.» (2 Κορ. 5:1) Στο φυσικό, επίγειο σώμα ο Ιησούς υπέφερε ονειδισμούς από τα χείλη των εναντιουμένων. ‘Ο Χριστός έπαθε κατά σάρκα’, και παρ’ όλα τα παθήματα εκράτησε την ακεραιότητά του προς τον Θεό ακηλίδωτη. Ο απόστολος Πέτρος επίσης λέγει: «Ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού· όστις “αμαρτίαν δεν έκαμεν,” . . . · όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου.» (1 Πέτρ. 4:1· 2:21, 22, 24) Έδωσε την ανθρώπινη ύπαρξί του, την ύπαρξί του εν σαρκί, υπέρ των μαθητών του. Έτσι διήνοιξε τον δρόμο για να πάνε στον ουρανό, «εις τα άγια δια του αίματος του Ιησού, δια νέας και ζώσης οδού την οποίαν καθιέρωσεν εις ημάς, δια του καταπετάσματος, τουτέστι, της σαρκός αυτού.»—Εβρ. 10:19, 20.
20. Τι μέρος επρόκειτο να επιτελέση το αίμα του Ιησού, και πώς ο Ιησούς το ετόνισε αυτό στο δείπνον;
20 Ο Ιησούς δεν ήταν απλώς σαρξ, κάποια δίχως αίμα ενσάρκωσις ή υλοποίησις. Ήλθε για να απολυτρώση ανθρώπινα τέκνα από σάρκα και αίμα, και συνεπώς είναι γραμμένο: «Επειδή λοιπόν τα παιδία εμέθεξαν από σαρκός και αίματος, και αυτός παρομοίως μετέλαβεν από των αυτών, δια να καταργήση δια του θανάτου τον έχοντα το κράτος του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον.» (Εβρ. 2:14) Ιδρύοντας, επομένως, αυτό το δείπνον που οι μαθηταί του επρόκειτο να εορτάζουν εις ανάμνησίν του, ο Ιησούς επέστησε την προσοχή στο μέρος που επρόκειτο να επιτελέση το αίμα του. Επήρε το ποτήριον, γεμάτο από ό,τι είπε πώς ήταν το «γέννημα της αμπέλου». Κατόπιν, «ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.» (Ματθ. 26:27, 28· Μάρκ. 14:23, 24) «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.» (Λουκ. 22:20) Έτσι ο Ιησούς ετόνισε τον ειδικό σκοπό που επρόκειτο να εξυπηρετήση το αίμα του, δηλαδή, το να θέση σε ισχύν μια νέα διαθήκη με τη συγχώρησι των αμαρτιών πολλών μαθητών. Έδωσε, λοιπόν, αίμα και σάρκα γι’ αυτούς.
21. Γιατί ο Ιησούς εδώ δεν παρωμοίαζε το αίμα του με το αίμα του πασχαλίου αμνού, τίνος δε λόγια ανέφερε εδώ ο Ιησούς;
21 Σημειώστε, παρακαλούμε, ότι με τα λόγια του ο Ιησούς δεν παρωμοίαζε το αίμα του με το αίμα του πασχαλίου αμνού. Είναι αλήθεια ότι ο πασχάλιος αμνός υποτυπούσε τον Ιησούν, τον «Αμνόν του Θεού». Είναι επίσης αληθές ότι το αίμα του πασχαλίου αμνού στην αρχαία Αίγυπτο ερραντίζετο στο κατώφλι και στους παραστάτας των οικιών των Ισραηλιτών για να ιδή ο ολοθρευτής άγγελος του Ιεχωβά και έτσι να παρέλθη τα σπίτια των χωρίς να θανατώση τα πρωτότοκα τέκνα των και ζώα που ήσαν μέσα. Έτσι ακριβώς, οι μαθηταί του Αμνού του Θεού πρέπει να είναι «ερραντισμένοι τας καρδίας από συνειδήσεως πονηράς» και να ομολογούν φανερά το αίμα του. (Έξοδ. 12:7, 21-23· Εβρ. 10:19,20, 22· 9:14, Κείμενον) Έτσι, επίσης, λυτρώνονται «δια του τιμίου αίματος του Χριστού, ως αμνού άμωμου και ασπίλου.» (1 Πέτρ. 1:19) Εν τούτοις, δεν ήταν το αίμα του πασχαλίου αμνού εκείνο που έθεσε σε ισχύν τη διαθήκη του νόμου, της οποίας μεσίτης ήταν ο προφήτης Μωυσής. Δεν ήταν το αίμα του πασχαλίου αμνού εκείνο που ερραντίσθη επάνω στο βιβλίο της διαθήκης του νόμου και επάνω στον λαό, οπότε ο Μωυσής είπε: «Ιδού το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους.» (Έξοδ. 24:7, 8, ΜΝΚ) Όχι, ήταν το αίμα διαφόρων ζώων· και επειδή ο Ιησούς υπεδείκνυε τη σύναψι μιας νέας διαθήκης μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και των μαθητών του, ανέφερε τα λόγια του Μωυσέως «αίμα της διαθήκης», και εφήρμοσε αυτά τα λόγια στο δικό του αίμα.
22. Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, τι ζώα εσφάγησαν κατά την εγκαινίασι της «πρώτης διαθήκης» στο Όρος Σινά:
22 Τι ζώα εσφάγησαν κατά την εγκαινίασι της «πρώτης διαθήκης» στο Όρος Σινά; Εν σχέσει με αυτά ο απόστολος Παύλος γράφει: «Διότι η διαθήκη επί τεθνεώτων είναι βεβαία· επειδή ποτέ δεν ισχύει ενόσω ζη ο διαθέτης. Όθεν ουδέ η πρώτη δεν ήτο εγκαινιασμένη χωρίς αίματος· διότι, αφού πάσα εντολή του νόμου ελαλήθη υπό του Μωυσέως προς πάντα τον λαόν, λαβών το αίμα των μόσχων και των τράγων, με ύδωρ και μαλλίον κόκκινον και ύσσωπον, ερράντισε και αυτό το βιβλίον και πάντα τον λαόν, λέγων, “Τούτο είναι το αίμα της διαθήκης, την οποίαν διέταξεν εις εσάς ο Θεός”.» (Εβρ. 9:17-20) Τράγοι καθώς και μόσχοι εσφάζοντο για την προμήθεια αίματος.
23, 24. (α) Σύμφωνα με τον Μωυσή, τι είδους θυσίες προσεφέρθησαν για την εγκαινίασι της παλαιάς διαθήκης του νόμου; (β) Τι έγινε με τη σάρκα και τι με το αίμα, και τίνος το αίμα εξεικονίζετο μ’ αυτό;
23 Τώρα σημειώστε το είδος των θυσιών που προσέφεραν για την εγκαινίασι της παλαιάς διαθήκης του νόμου στον τρίτον μήνα μετά το πάσχα: «Και απέστειλε [ο Μωυσής] τους νεανίσκους των υιών Ισραήλ, και προσέφεραν ολοκαυτώματα, και εθυσίασαν θυσίας κοινωνίας εις τον Ιεχωβά, μοσχάρια. Λαβών δε ο Μωυσής το ήμισυ του αίματος, έβαλεν εις λεκάνας· και το ήμισυ του αίματος ερράντισεν επί το θυσιαστήριον [την τράπεζαν του Ιεχωβά]. Έπειτα λαβών το βιβλίον της διαθήκης, ανέγνωσεν εις τα ώτα του λαού· οι δε είπον, Πάντα, όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει. Και λαβών ο Μωυσής το αίμα, ερράντισεν επί τον λαόν, και είπεν, Ιδού το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Ιεχωβά έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους.»—Έξοδ. 24:5-8, ΜΝΚ.
24 Σημειώστε ότι δεν υπήρχαν μόνον ολοκαυτώματα, αλλά και θυσίες κοινωνίας. Οι τελευταίες αυτές ήσαν συνήθως θυσίες μικρών κτηνών, όπως προβάτων ή τράγων, ο δε Παύλος δείχνει ότι αυτές οι θυσίες κοινωνίας περιελάμβαναν και τράγους. Αυτό σημαίνει ότι όχι μόνον ο Ιεχωβά έλαβε το στέαρ αυτών των θυσιών κοινωνίας, αλλά και οι ιερείς έλαβαν το δεξιό πόδι και τον ώμον, και, αν οι ιερείς δεν έλαβαν όλο το υπόλοιπο αυτών των θυσιών κοινωνίας στην περίπτωσι αυτή, οι αντιπροσωπεύοντες τον Ισραήλ «εβδομήκοντα πρεσβύτεροι του Ισραήλ» έφαγαν τότε το υπόλοιπο των θυσιών κοινωνίας. Έτσι όλος ο Ισραήλ μέσω των ιερέων του και των αντιπροσώπων του είχε κοινωνία με τον Ιεχωβά Θεό στο θυσιαστήριό του όταν εγκαινιάσθη η παλαιά διαθήκη. Το αίμα όλων εκείνων των μόσχων και τράγων που εσφάγησαν εκεί στο Όρος Σινά, εξεικόνιζε το αίμα του Ιησού Χριστού, του μεσίτου της νέας διαθήκης του Ιεχωβά, επειδή το αίμα εκείνων των ζώων ανεμίχθη μαζί σε λεκάνες και ερραντίσθη κατόπιν επάνω στο βιβλίο του νόμου και στον λαόν. Είναι γραμμένο για τον Ιησούν: «Ουδέ δι’ αίματος τράγων και μόσχων, αλλά δια του ιδίου αυτού αίματος εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν.» (Εβρ. 9:12) Ο Ιησούς απέθανε θυσιαστικώς για να προμηθεύση το αίμα του.
25. Στην προφητεία του Ιερεμία 31:31-34, τι υπεσχέθη να προμηθεύση ο Ιεχωβά, και γιατί εχρειάζετο αίμα ως βάσις τούτου;
25 Ο Ιεχωβά υπεσχέθη να τερματίση την παλαιά διαθήκη του νόμου και να προμηθεύση μια νέα διαθήκη μέσω ενός προφήτου μεγαλυτέρου από τον Μωυσή. Αυτό το εδήλωσε στην προφητεία του Ιερεμία 31:31-34. Όσον αφορά το μέρος του στη νέα διαθήκη ο Ιεχωβά είπε: «Θέλω συγχωρήσει την ανομίαν αυτών, και την αμαρτίαν αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.» Τώρα, για να συγχωρηθή η ανομία και να αρθή νομίμως η αμαρτία εχρειάζετο κάτι ως βάσις γι’ αυτή τη νέα διαθήκη. Τι; Χυμένο αίμα. Το Εβραίους 9:22, που ακολουθεί την αφήγησι της εγκαινιάσεως της πρώτης διαθήκης, λέγει: «Και σχεδόν με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις.»
26. Τι, λοιπόν, είπε ορθώς ο Ιησούς στο δείπνον του Κυρίου, και ποιοί τότε έπιαν κατάλληλα από το ποτήριον;
26 Ήταν, λοιπόν, ανάγκη να χυθή το αίμα του Ιησού ως τελείας ανθρωπίνης θυσίας για να μας ελευθερώση από την καταδίκη των αμαρτιών και της παραβάσεως, από την οποία καταδίκη δεν μπορούσαμε να ελευθερωθούμε με τις θυσίες ζώων που ετελούντο υπό την προηγούμενη διαθήκη του νόμου. (Εβρ. 9:15) Αφού η νέα διαθήκη υπέσχετο τη συγχώρησι των αμαρτιών από τον Θεό, και αφού ο οίνος στο ποτήριον εξεικόνιζε το καθαρό, τέλειο αίμα της ζωής του Ιησού, που ήταν αναγκαίο γι’ αυτή τη νέα διαθήκη, ο Ιησούς ορθώς είπε: «Τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.» (Ματθ. 26:27, 28) Οι Χριστιανοί εκείνοι που λαμβάνονται στη νέα διαθήκη και που γίνονται έτσι πνευματικοί Ισραηλίτες, είναι κατάλληλα οι Χριστιανοί που έχουν δικαίωμα να πιούν από το ποτήριον του δείπνου του Κυρίου.
ΠΟΣΙΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ ΤΟΥ
27. Πίνοντας από αυτό το ποτήριον σε ποια διαθήκη εξεικονίζουν ότι βρίσκονται και ότι επηρεάζονται με ποιον τρόπο:
27 Πίνοντας το ποτήριον οι Χριστιανοί πνευματικοί Ισραηλίτες εξεικονίζουν το ότι βρίσκονται στη νέα διαθήκη και λαμβάνουν το όφελός της, την από τον Θεό συγχώρησι των αμαρτιών μέσω του αίματος του Ιησού. Πίνοντας αυτό το ποτήριον εξεικονίζουν ότι πίνουν το αίμα του. Πίνοντας αυτό το ποτήριον εξεικονίζουν ότι ευεργετούνται, όχι ότι καταδικάζονται. Πίνοντας το αίμα του Ιησού με τον εικονικό αυτόν τρόπο, πίνουν, όχι καταδίκη για τον εαυτό τους, αλλά, αντιθέτως, οφέλη ζωής, επειδή υπάρχει ζωή σ’ αυτό το αίμα. Πίνοντας εικονικώς το αίμα του μέσω πίστεως δεν καταδικάζονται σε θάνατο, όπως και όταν τρώγουν το σώμα του, τη σάρκα του, εικονικώς μέσω πίστεως, δεν μπορούν να καταδικασθούν για τη βρώσι απαγορευμένης τροφής προς θάνατόν των. Αντιθέτως, λαμβάνουν το όφελος αιωνίου ζωής.
28. Πώς ο Ιησούς παρουσίασε το ζήτημα από αυτή την άποψι, στο κατά Ιωάννην, κεφάλαιο 6;
28 Ο Ιησούς παρουσίασε το ζήτημα από αυτή την άποψι όταν είπε τα ακόλουθα στους Ιουδαίους, πολλοί από τους οποίους εθίγησαν: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον. Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής. Οι πατέρες σας έφαγον το μάννα εν τη ερήμω και απέθανον. Ούτος είναι ο άρτος ο καταβαίνων εκ του ουρανού, δια να φάγη τις εξ αυτού και να μη αποθάνη. Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, θέλει ζήσει εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου. . . . Εάν δεν φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου, και πίητε το αίμα αυτού, δεν έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Όστις τρώγει την σάρκα μου, και πίνει το αίμά μου, έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Διότι η σαρξ μου αληθώς είναι τροφή, και το αίμά μου αληθώς είναι πόσις [όχι θανατηφόρος, όχι παράνομος πόσις]. Όστις τρώγει την σάρκα μου, και πίνει το αίμά μου, εν εμοί μένει, και εγώ εν αυτώ. Καθώς με απέστειλεν ο ζων Πατήρ, και εγώ ζω δια τον Πατέρα, ούτω και όστις με τρώγει, θέλει ζήσει και εκείνος δι’ εμέ. Ούτος είναι ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού· ουχί καθώς οι πατέρες σας έφαγον το μάννα, και απέθανον· όστις τρώγει τούτον τον άρτον, θέλει ζήσει εις τον αιώνα.» Ο Σίμων Πέτρος είπε ότι αυτά ήσαν ‘λόγοι ζωής αιωνίου’.—Ιωάν. 6:47-58, 68.
29. Ποια δύο ουσιώδη πράγματα έδωσε ο Ιησούς για τη ζωή των ακολούθων του, και για ν’ αντιστοιχή με τη σημασία του ποτηρίου, τι πρέπει να σημαίνη ο άρτος;
29 Ο Ιησούς έδωκε σάρκα καθώς και αίμα υπέρ της ζωής των ακολούθων του. Εσυμβόλισε και τα δύο αυτά ουσιώδη πράγματα για την απόκτησι αιωνίου ζωής, με τον άρτον και το ποτήριον του οίνου, κατά το δείπνον που αυτός ίδρυσε. Εδήλωσε ότι το ποτήριον του οίνου παρίστανε το κατά γράμμα αίμα που απητείτο για να τεθή σε ισχύν η νέα διαθήκη. Μ’ ένα παράλληλο τρόπο, ο άρτος τον οποίον έθλασε και διένειμε, πρέπει εξ ίσου να έχη μια κατά γράμμα ανθρώπινη αξία· πρέπει να σημαίνη το από σάρκα σώμα του το οποίον αυτός δίδει υπέρ της ζωής εκείνων που αποκτούν τον νέο κόσμο.
30. Τι σημαίνει η πόσις του αίματός του, αλλά τι έκαμαν εκείνοι οι Ιουδαίοι που εθίγησαν με τη σκέψι μιας τέτοιας ενεργείας;
30 Η πόσις του αίματός του δεν σημαίνει ανάληψιν της ευθύνης για τον θάνατό του, αλλά σημαίνει ευγνώμονα αποδοχήν του δια πίστεως και απορρόφησιν των ωφελημάτων του αίματος της ζωής του που εξεχύθη σε θυσία. Εκείνοι που απαιτούσαν τον σταυρικό θάνατο του Ιησού ήσαν εκείνοι που εθίγησαν με τη σκέψι της πόσεως του αίματός του και που ηρνήθησαν να το πιούν δια πίστεως. Οι άνθρωποι ακριβώς εκείνοι ανέλαβαν την ευθύνη για τον θάνατό του αφού ο κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος είπε: «Αθώος είμαι από του αίματος του δικαίου τούτου.» Εκείνοι είπαν: «Το αίμα αυτού ας ήναι εφ’ ημάς, και επί τα τέκνα ημών.» (Ματθ. 27:24, 25) Αργότερα, το Ανώτατο Ιουδαϊκό Δικαστήριο αντέτεινε ως εξής στους αποστόλους: «Θέλετε να φέρητε εφ’ ημάς το αίμα του ανθρώπου τούτου [του Ιησού]», και όμως αρνήθηκαν να πιούν το αίμα του Ιησού εικονικώς και έτσι να δείξουν ότι ήσαν αθώοι.—Πράξ. 5:27, 28.
31. Τι λέγει ο Παύλος όσον αφορά τους Ιουδαίους εκείνους ιερείς που αρνήθηκαν να πιούν, και επομένως, ποιος έχει το δικαίωμα να πιή το αίμα του Ιησού εμβληματικά κατά το δείπνον του Κυρίου;
31 Επειδή έτσι με απιστία αρνήθηκαν να πιούν το αίμα του, οι Ιουδαίοι εκείνοι δεν φέρθηκαν στη νέα διαθήκη και δεν έπιαν την μόνη ζωοπάροχη ‘αληθινή πόσι’ προς σωτηρίαν. Πολλοί ήσαν ιερείς. Συνεπώς, ο απόστολος λέγει όσον αφορά τους ιερείς εκείνους που αρνήθηκαν τη θυσία του Ιησού και που εξακολούθησαν να υπηρετούν στο υλικό θυσιαστήριο του ναού του Ηρώδου στην Ιερουσαλήμ: «Έχομεν θυσιαστήριον, εξ ου δεν έχουσιν εξουσίαν να φάγωσιν οι λατρεύοντες εις την σκηνήν. Διότι των ζώων [της ημέρας του εξιλασμού], των οποίων το αίμα εισφέρεται εις τα άγια δια του [Ιουδαίου] αρχιερέως περί αμαρτίας, τούτων τα σώματα κατακαίονται έξω του στρατοπέδου [του Ισραήλ]. Όθεν και ο Ιησούς, δια να αγιάση τον λαόν δια του ιδίου αυτού αίματος, έξω της πύλης [της Ιερουσαλήμ] έπαθεν. Ας εξερχώμεθα λοιπόν προς αυτόν έξω του στρατοπέδου, τον ονειδισμόν αυτού φέροντες.» (Εβρ. 13:10-13) Εκείνοι που εξέρχονται προς αυτόν έξω από το παλαιό αυτό σύστημα πραγμάτων, πίνουν το αίμα του εικονικώς δια πίστεως. Έχουν το δικαίωμα να το πιούν εμβληματικά από το ποτήριον κατά το «δείπνον του Κυρίου». Ο καθένας απ’ αυτούς εκτιμά «το αίμα της διαθήκης με το οποίον ηγιάσθη». (Εβρ. 10:29) Τρώγουν αξίως από τον εμβληματικόν άρτον επειδή μπορούν να πουν: «Με το οποίον θέλημα [του Θεού] είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης.»—Εβρ. 10:10.
ΚΟΙΝΩΝΟΙ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΜΑΛΛΟΝ ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
32, 33. (α) Τρώγοντας από τη θυσία κοινωνίας, με ποιον είχαν κοινωνία οι Ισραηλίτες, και γιατί; (β) Πώς οι λάτρεις ειδώλων ήσαν κοινωνοί των δαιμονίων και έπιναν το ποτήριόν των;
32 Εναρμονίζονται άρα γε όσα λέγονται στις παραπάνω παραγράφους με τα λόγια του αποστόλου Παύλου εις 1 Κορινθίους 10:16-21; Πρέπει να εναρμονίζωνται· και συμβαίνει αυτό; Εκεί ο Παύλος ομιλεί για θυσίες, εκείνες που προσεφέροντο στα δαιμόνια και εκείνες που προσεφέροντο στον Ιεχωβά Θεό. Οι θυσίες αυτές ήσαν του τύπου των θυσιών κοινωνίας, και τα θυσιαστήρια επάνω στα οποία προσεφέροντο παρωμοιάζοντο με ‘τράπεζες’, επειδή προσεφέρετο επάνω σ’ αυτά θυσιαστική τροφή. Το θυσιαστήριο επάνω στο οποίο προσεφέροντο θυσίες στον Ιεχωβά Θεό, Αυτός ο ίδιος το ωνόμασε «τράπεζαν του Ιεχωβά». (Μαλαχ. 1:7, 12, ΑΣ) Όταν προσεφέρετο μια θυσία κοινωνίας στον Ιεχωβά, διετάσσετο επίσης να την συνοδεύη μια προσφορά οίνου δια σπονδήν, που εχύνετο επάνω στο θυσιαστήριο. (Αριθμ. 15:8-16· Έξοδ. 29:40· 30:9) Όταν οι λάτρεις έτρωγαν τη μερίδα που τους παρεχωρείτο από τη θυσία κοινωνίας, ‘ήσαν μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά’ και ‘μετείχον μετά ευχαριστίας’. Τρώγοντας τις θυσίες, των οποίων το στέαρ είχε καή επάνω στο θυσιαστήριο, ενώ το αίμα ερραντίζετο επάνω σ’ αυτό, ήσαν «κοινωνοί του θυσιαστηρίου». Το θυσιαστήριο αυτό ανήκε στον Ιεχωβά Θεό· ήταν η τράπεζά του επάνω στην οποία προσεφέρετο η τροφή του. Με το να είναι, λοιπόν, μέτοχοι μιας θυσίας με τον Ιεχωβά, ήσαν στην πραγματικότητα μέτοχοι του Ιεχωβά· είχαν κοινωνία μαζί του, απολαμβάνοντας τροφή μαζί.
33 Ομοίως, όταν οι λάτρεις ειδώλων εθυσίαζαν στους δαίμονας και έτρωγαν τη μερίδα των από τη θυσία, ‘ήσαν μέτοχοι . . . της τραπέζης των δαιμονίων’. Ήσαν έτσι «κοινωνοί των δαιμονίων»· είχαν κοινωνία, συντροφιά, σύνδεσμο με τους δαίμονας, απολαμβάνοντας τροφή μαζί τους. Όταν έπιναν από ένα ποτήρι κρασί στο συμπόσιο προς τιμήν των δαιμονίων, ‘έπιναν . . . το ποτήριον των δαιμονίων.’ Αυτό δείχνει τι συμβαίνει όταν ένας μετέχη του δείπνου του Κυρίου.
34. Με τη σύγκρισι αυτή, πώς πρέπει να θεωρηθή το δείπνον τον Κυρίου, και τι, επομένως, πρέπει να διακριθούν ότι σημαίνουν ο άρτος και το ποτήριον του οίνου;
34 Κάνοντας την παραπάνω σύγκρισι, ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι το δείπνον του Κυρίου πρέπει να θεωρηθή ως φαγητό θυσίας. Τι πρέπει, λοιπόν, να θεωρήσωμε ότι σημαίνει ο «άρτος τον οποίον κόπτομεν» και το «ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν»; Ο άζυμος άρτος πρέπει να διακριθή ως το «σώμα του Χριστού», το οποίον αυτός έδωκε στον Θεό για τη ζωή του κόσμου, η αναμάρτητη σαρξ του, η οποία είναι «αληθής βρώσις». Το ποτήριον του οίνου για το οποίον ο Ιησούς προσέφερε ευχαριστίες πρέπει να διακριθή ως το «αίμα του Χριστού», με το οποίον αυτός κατέστησε έγκυρη τη νέα διαθήκη, και το οποίον είναι «αληθής πόσις». Την τελεία αυτή θυσία του Χριστού την βλέπομε εδώ ως όμοια με τη θυσία κοινωνίας κατά την εγκαινίασι της διαθήκης, της οποίας θυσίας το στέαρ εκάη εις οσμήν ευωδίας στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά, και της οποίας το αίμα διηρέθη, για να ραντισθή το μισό επάνω στο θυσιαστήριο του Θεού, το δε άλλο μισό να ραντισθή πρώτα επάνω στο βιβλίο του νόμου του Θεού και έπειτα επάνω στον λαό που ελήφθη στη διαθήκη. Την μεγάλη όμοια με θυσιαστήριο διάταξι επάνω στην οποία προσφέρεται η θυσία του Χριστού, ο απόστολος Παύλος την ονομάζει «τράπεζαν του Ιεχωβά», της «τραπέζης» δε αυτής μετέχουν οι Χριστιανοί υπό την νέα διαθήκη. Το ποτήριον του αίματος του Χριστού, το οποίον ραντίζεται επάνω στη μεγάλη διάταξι θυσιαστηρίου του Ιεχωβά και επάνω στο συμβολικό βιβλίο της νέας του διαθήκης, είναι το «ποτήριον του Ιεχωβά» και συμβολίζεται από το ποτήριον του οίνου του δείπνου του Κυρίου.
35. Μετέχοντας οι Χριστιανοί του άρτου και του ποτηρίου, ποιων μεγαλυτέρων πραγμάτων εξεικονίζουν τους εαυτούς των ότι μετέχουν, και με ποιους επάνω στη γη έχουν ορατή κοινωνία;
35 Οι Χριστιανοί υπό την νέα διαθήκη, οι οποίοι πίνουν από το ποτήριον του οίνου και τρώγουν από τον άζυμον άρτον, δείχνουν με την ενέργεια αυτή ότι μετέχουν της ανθρωπίνης θυσίας του Χριστού, τόσον του αίματός της, όσο και της σαρκός της. Εξεικονίζουν έτσι πώς ‘πίνουν το ποτήριον του Ιεχωβά’ και ‘είναι μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά’, επειδή είναι «κοινωνοί του θυσιαστηρίου». Εξεικονίζουν πώς είναι μέτοχοι του ευεργετήματος της συγχωρήσεως των αμαρτιών και της σωτηρίας μέσω της θυσίας σαρκός και αίματος του Χριστού. Το μεγάλο, λοιπόν, ερώτημα τώρα είναι, Με ποιούς μετέχουν ή έχουν κοινωνία, συντροφιά, σύνδεσμο, όταν το πράττουν αυτό δια πίστεως κάθε μέρα και συμβολικώς κάθε έτος στο δείπνον του Κυρίου; «Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;» Ναι, αλλά κοινωνία αυτών των πραγμάτων με ποιούς; Φυσικά, είναι κοινωνία με όλη την «εκκλησίαν του Θεού», με όλους τους «ηγιασμένους εν Χριστώ Ιησού, τους προσκεκλημένους αγίους». (1 Κορ. 1:2) Δηλαδή, με όλους τους πνευματικούς Ισραηλίτες που είναι στη νέα διαθήκη.
36. Αλλά με ποιον πρωτίστως κοινωνούν, και ποιων πραγμάτων; Και πώς αυτό είναι επίσης αληθινό για τη θεία διαφώτισι;
36 Αλλ’ αυτό είν’ όλο; Έως εδώ φθάνει το επιχείρημα του αποστόλου; Όχι! Διότι κοινωνούμε επίσης με τον Ιεχωβά Θεό, και πρωτίστως μ’ αυτόν. Όπως το να μετέχωμε λατρευτικά των θυσιών που προσφέρονται στα είδωλα σημαίνει ότι ‘γινόμεθα κοινωνοί των δαιμονίων’, έτσι και το να μετέχωμε της μιας μεγάλης θυσίας προς τον Ιεχωβά, της θυσίας του Χριστού «άπαξ γενομένης», σημαίνει ότι γινόμεθα μέτοχοι του Ιεχωβά, ότι έχομε κοινωνία μ’ αυτόν. Δεχόμεθα ως θυσία για μας τη θυσία του Χριστού που προσεφέρθη στον Ιεχωβά. Βέβαια, ο Ιεχωβά δεν μετέχει του κατά γράμμα αζύμου άρτου και του κατά γράμμα ποτηρίου του οίνου στο δείπνον του Κυρίου, αλλά μετέχει της πραγματικής σαρκός και του αίματος, των οποίων ο άρτος και ο οίνος είναι απλά εμβλήματα. Με το να μετέχωμε μαζί αυτής της μιας και μόνης ευπροσδέκτου θυσίας στον Θεό, της οποίας τα οφέλη αυτός καθιστά προσιτά σ’ εμάς, κι εμείς και Αυτός είμεθα μέτοχοι μιας νέας διαθήκης. Ναι, και έχομε κοινωνία μαζί, συντροφιά, συνεταιρισμό μαζί του, όπως ακριβώς και στο ζήτημα της θείας διαφωτίσεως. Σχετικά με τούτο είναι γραμμένο: «Εκείνο το οποίον είδομεν και ηκούσαμεν, απαγγέλλομεν προς εσάς, δια να έχητε και σεις κοινωνίαν μεθ’ ημών· και η κοινωνία δε ημών είναι μετά του Πατρός και μετά του Υιού αυτού Ιησού Χριστού. Εάν είπωμεν ότι κοινωνίαν έχομεν μετ’ αυτού, και περιπατώμεν εν τω σκότει, ψευδόμεθα και δεν πράττομεν την αλήθειαν. Εάν όμως περιπατώμεν εν τω φωτί καθώς αυτός είναι εν τω φωτί, έχομεν κοινωνίαν μετ’ αλλήλων, και το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας.»—1 Ιωάν. 1:3, 6, 7.
37. Υπέρ τίνος, λοιπόν, πρέπει να είναι εντελώς εκείνοι που τρώγουν το δείπνον του Κυρίου, και γιατί;
37 Η εκλογή, λοιπόν, είναι μεταξύ Ιεχωβά Θεού και δαιμονίων. Δεν μπορεί να είναι ευπρόσδεκτη μια πορεία συμβιβασμού, το να είμεθα χλιαροί, το να χωλαίνωμεν μεταξύ δύο διαφορετικών φρονημάτων σαν επάνω σε δεκανίκια. Πρέπει να υπάρχη πλήρης, αδιαίρετη λατρεία ή του ενός αληθινού Θεού Ιεχωβά ή των ψευδών δαιμονικών θεών. Αν οι Χριστιανοί εκείνοι που βρίσκονται στη νέα διαθήκη συνέρχωνται για να ‘φάγουν το δείπνον του Κυρίου’ και το κάνουν αυτό εις ανάμνησίν του, κατόπιν δε μετέχουν των εμβλημάτων, του άρτου και του ποτηρίου του οίνου, τότε διακηρύττουν ότι μετέχουν της «τραπέζης του Ιεχωβά» και ότι είναι «κοινωνοί του θυσιαστηρίου» του Ιεχωβά. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να είναι εντελώς υπέρ αυτού. Δεν μπορούν να διαιρέσουν τη λατρεία και υπηρεσία των. Δεν μπορούν επίσης να μετέχουν των θυσιών που προσφέρουν τα έθνη του κόσμου τούτου (περιλαμβανομένου και του «Χριστιανικού κόσμου») στα πολλά είδωλα διαφόρων ειδών στη σύγχρονη αυτή εποχή.
38. Πώς θα μπορούσαν εκείνοι που μετέχουν στα εμβλήματα του δείπνου του Κυρίου να πράττουν ψεύδος, και σε τι αυτό θα διήγειρε τον Ιεχωβά, και με ποιές συνέπειες;
38 Ταυτόχρονα, σεις οι εορτασταί του δείπνου του Κυρίου, «δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων.» Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος λέγει: «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους· διότι τίνα . . . κοινωνίαν [έχει] το φως προς το σκότος; . . . Τίνα δε συμβίβασιν ο ναός του Θεού με τα είδωλα; διότι σεις είσθε ναός Θεού ζώντος.» (2 Κορ. 6:14-16) Επιχειρώντας να διαιρέσετε την αγάπη σας, την αφοσίωσί σας, τη λατρεία σας και την υπηρεσία σας μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και των δαιμονίων, πράττετε ψεύδος αν κατόπιν παρευρίσκεσθε στο δείπνον του Κυρίου και μετέχετε των εμβλημάτων. Με τούτο ισχυρίζεσθε ότι έχετε μετοχή με τον Θεό του φωτός ή ότι κοινωνείτε μαζί του, αλλά πραγματικά δεν το πράττετε καθόλου αυτό. Εμπαίζετε τον εαυτό σας. Ενεργείτε υποκριτικά. ‘Περιπατείτε εις το σκότος . . . ψεύδεσθε και δεν πράττετε την αλήθειαν.’ ‘Διεγείρετε τον Ιεχωβά εις ζηλοτυπίαν’, επειδή ‘αυτός είναι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν’. Δεν θα δεχθή μια διηρημένη αγάπη. (Έξοδ. 34:14, ΜΝΚ) Το να Τον διεγείρωμε έτσι οδηγεί σε σοβαρές συνέπειες. Γιατί; Επειδή, όπως ερωτά ο Παύλος, «μήπως είμεθα ισχυρότεροι αυτού;» (1 Κορ. 10:22) Όχι, δεν είμεθα. Δεν έχομε, λοιπόν, μέτρον δυνάμεως ικανό ν’ αντισταθή και να υπερνικήση την καταστροφή που αυτός θα επιφέρη σ’ εμάς επειδή τον διεγείρομε σε ζηλοτυπία.—Ψαλμ. 78:58-64.