Υποτάσσεσθε στην Ηγεσία του Χριστού Σήμερα;
ΤΟΝ πρώτο αιώνα μ.Χ. ο Ιησούς Χριστός έδωσε στον απόστολο Ιωάννη μια θεία αποκάλυψι. Σ’ αυτήν απεκάλυψε την δραστήρια ηγεσία του επάνω στις Χριστιανικές εκκλησίες της εποχής εκείνης. Η αποκάλυψις έδειχνε ότι ο Χριστός επιθεωρούσε προσωπικά τις συνθήκες που υπήρχαν μέσα στις εκκλησίες. Ενδιαφερόταν για την πνευματική τους υγεία, τα Χριστιανικά έργα και τη δραστηριότητά τους. Αλλά δεν επιθεωρούσε μόνον. Ήταν επίσης έτοιμος ν’ αναλάβη κατάλληλη δράσι σύμφωνα μ’ αυτά που απεκάλυπτε η επιθεώρησις σχετικά με την ανταπόκρισι στη συμβουλή του.—Αποκάλυψις κεφάλαια 1 έως 3· βλέπε επίσης Η Σκοπιά 15 Μαρτίου 1972, σελίς 175.
Ο Χριστός Ιησούς συνεχίζει να έχη όλη την ηγεσία στη Χριστιανική εκκλησία παγκοσμίως σήμερα. Και, όπως ακριβώς έκανε τότε, χρησιμοποιεί επίγεια όργανα για να εκφράση αυτή την ηγεσία. Τον πρώτο αιώνα η Χριστιανική εκκλησία είχε ένα κυβερνών σώμα που αποτελείτο από αποστόλους και πρεσβυτέρους στην Ιερουσαλήμ. Ένα όμοιο σώμα κεχρισμένων Χριστιανών λειτουργεί τώρα. Αυτό το κυβερνών σώμα είναι το διοικητικό μέρος της τάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου» ή «οικονόμου» σχετικά με το οποίο ο Ιησούς υπεσχέθη: «Ο κύριός του . . . θέλει καταστήσει αυτόν επί πάντων των υπαρχόντων αυτού.» (Ματθ. 24:45-47· Λουκ. 12:42-44) Έτσι η αναγνώρισις αυτού του κυβερνώντος σώματος και της θέσεώς του στη θεοκρατική διευθέτησι του Θεού είναι αναγκαία για να υπάρξη υποταγή στην ηγεσία του Υιού του Θεού.
ΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΩΝ ΣΕ ΑΡΜΟΝΙΑ
Όπως συνέβαινε εκείνο τον πρώτο αιώνα έτσι κάθε εκκλησία έχει το τοπικό σώμα πρεσβυτέρων της. Γι’ αυτούς τους άνδρες, ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς της εποχής του: «Πείθεσθε εις τους προεστώτας σας και υπακούετε· διότι αυτοί αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών σας ως μέλλοντες να αποδώσωσιν λόγον.» (Εβρ. 13:17) Ή, αν αποδώσωμε τη λέξι που χρησιμοποίησε ο απόστολος περισσότερο κατά γράμμα, ώφειλαν να υπακούουν σ’ εκείνους που τους ‘κυβερνούσαν.’ Μήπως αυτό σημαίνει ότι κάθε τοπικό σώμα πρεσβυτέρων αποτελούσε ένα χωριστό κυβερνών σώμα που λειτουργούσε ανεξάρτητα από το κυβερνών σώμα της τάξεως του ‘πιστού και φρονίμου δούλου’;
Όχι, δεν μπορούσε να συμβαίνη αυτό. Γιατί όχι; Διότι αυτό θα εσήμαινε να είναι αποχωρισμένοι από την ηγεσία του Χριστού Ιησού. Ο σύνδεσμος όλων εκείνων που αποτελούν τη Χριστιανική εκκλησία με την κεφαλή τους, τον Χριστό Ιησού, παρομοιάζεται με τον τρόπο που συνδέονται με την κεφαλή τα διάφορα μέλη του ανθρωπίνου σώματος. Για τον Ιησού, ο απόστολος γράφει: «Εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον διά πάσης συνάφειας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους, κάμνει την αύξησιν του σώματος προς οικοδομήν εαυτού εν αγάπη.» (Εφεσ. 4:16) Έτσι, η Κεφαλή, ο Χριστός Ιησούς, κάνει διάφορες διευθετήσεις για τη ‘σύνδεσι’ των ατομικών μελών της εκκλησίας μ’ αυτόν, και αυτές οι διευθετήσεις δεν μπορούν ν’ αγνοηθούν.
Τι θα γίνη αν κάποιος «φυσιωθή» λόγω σαρκικής και όχι πνευματικής διανοητικής καταστάσεως και επιθυμεί ν’ αγνοή αυτές τις προμήθειες; Αυτός ταιριάζει με την περιγραφή που δίνει ο απόστολος για κάποιον ο οποίος ‘δεν κρατεί την Κεφαλήν, τον Χριστόν, εκ του οποίου όλον το σώμα διά των αρμών και συνδέσμων διατηρούμενον και συνδεόμενον αυξάνει κατά την αύξησιν του Θεού.’ (Κολ. 2:18, 19) Ώστε, για τον καθένα από μας είτε είμεθα Χριστιανοί πρεσβύτεροι είτε όχι, για να είμεθα ενωμένοι με τον Χριστό Ιησού ως Κεφαλή μας απαιτείται να είμεθα σε αρμονία με την εκκλησία του ως σύνολο. Αυτό απαιτεί τη συνεργασία μας με όλα τα μέρη της, μέσω των «αρμών και συνδέσμων» οι οποίοι συνδέουν και δένουν την εκκλησία σ’ ένα ενωμένο σύνολο, και αποτελούν το μέσον και τις διευθετήσεις για την προμήθεια πνευματικής τροφής και επικοινωνίας και συντονισμού. Αυτό είναι εκείνο που φέρνει την πνευματική «αύξησιν του σώματος προς οικοδομήν εαυτού εν αγάπη.» Ναι, η αγάπη παράγει, ταπεινοφροσύνη και πνεύμα ενότητος, όχι ανεξαρτησία ή μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας. Σεις αναγνωρίζετε τον Χριστό Ιησού ως την Κεφαλή σας με το να είσθε έτσι αρμονικά συνδεδεμένος και να συνεργάζεσθε με αγάπη;
ΑΦΗΝΕΤΕ ΝΑ ΥΠΕΡΕΧΗ Η ΓΡΑΦΗ, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Το κάθε σώμα των πρεσβυτέρων δείχνει ότι ‘κρατούν την Κεφαλήν τον Χριστόν’ με βαθύ σεβασμό στον Λόγο του Θεού, που εδίδαξε ο Ιησούς, με το να τον αφήνουν να ελέγχη και να κατευθύνη τις σκέψεις τους. Όταν ενεργούν έτσι δεν παροδηγούνται από ό,τι μπορεί να φαίνεται επιφανειακά ως «πρακτικό» ή από μεθόδους οι οποίες φαίνονται να αποδίδουν καλύτερα στον κόσμο όπως είναι τώρα ωργανωμένος. Επί πλέον, ζητούν το πνεύμα του Θεού και την καθοδήγησί του για την εφαρμογή των Γραφικών αρχών. Πρέπει να είναι σε αρμονία μ’ αυτό το πνεύμα, παράγοντας τους καρπούς του, αντί να το ‘λυπούν’ με ισχυρογνωμοσύνη.—Εφεσ. 4:30.
Και μ’ ένα άλλο ακόμη τρόπο πρέπει να εκδηλώνουν την προσκόλλησί τους στον Χριστό ως Κεφαλή. Οφείλουν να μιμούνται το παράδειγμά του, αντανακλώντας την προσωπικότητά του και τους τρόπους του. Το παράδειγμα των αποστόλων του Χριστού τούς βοηθεί να βλέπουν πώς να το κάμουν αυτό. (Παράβαλε Φιλιππησίους 4:9.) Μ’ αυτό τον τρόπο μπορούν να επιτυγχάνουν τη μεγαλύτερη δυνατή αρμονία μαζί με τους συμπρεσβυτέρους των καθώς και με όλους τους αδελφούς και τις αδελφές των.
Εκεί όπου οι πρεσβύτεροι αποβλέπουν μ’ αυτόν τον τρόπο στον Χριστό Ιησού ως Κεφαλή μπορούν να εμπιστεύωνται στην κατεύθυνσί του. Η ειλικρινής αφοσίωσις και η υποταγή τους δείχνει ότι αυτοί οι πρεσβύτεροι πραγματικά ‘κάμπτουν γόνυ’ στο εξυψωμένο «όνομα» που έχει δώσει ο Ιεχωβά Θεός στον Υιό του. Μολονότι συνέρχονται δύο ή τρεις απ’ αυτούς εν ονόματι του Ιησού, μπορούν να βασίζονται στην υπόσχεσί του: «Εκεί είμαι εγώ εν τω μέσω αυτών.» (Φιλιππ. 2:9-11· Ματθ. 18:20) Έτσι συνηγμένοι θα αισθάνωνται την ηγεσία του στις συζητήσεις και στις σκέψεις των.
Το να εργάζωνται μαζί ως ένα σώμα, απαιτεί ταπεινοφροσύνη και βαθύ ενδιαφέρον για την προώθησι των συμφερόντων του Κυρίου. Ούτε ένας πρεσβύτερος, λοιπόν, δεν θα νομίζη ότι ο δικός του τρόπος, ή δική του άποψις ή προτίμησις πρέπει να υπερισχύση και ότι ‘διαφορετικά τίποτε δεν θα γίνη ούτε θα επιτύχη.’ Πιθανόν να έχη μεγάλη ‘προτεραιότητα’ από άλλους σε χρόνια ως Χριστιανός ή μπορεί να έχη περισσότερη πείρα στο έργο ποιμάνσεως από άλλους. Αυτό είναι υπέρ αυτού. Και αυτό πρέπει να προσθέση βαρύτητα στον λόγο του στην κρίσι των συμπρεσβυτέρων του. Αλλά μ’ αυτό δεν γίνεται αλάθητος. Η δική του γνώσις, η κρίσις και η πείρα ποτέ δεν μπορούν να είναι σαν της Κεφαλής, του Χριστού Ιησού, ούτε να υπερβούν τη σοφία που βρίσκεται στο Λόγο του Θεού. Η υποταγή του στην Κεφαλή θα φαίνεται στην προθυμία του να εργάζεται μαζί με άλλους πρεσβυτέρους ως ένα σώμα και ν’ αναγνωρίζη ότι η Κεφαλή της εκκλησίας μπορεί να τους χρησιμοποιή και εκείνους όπως και αυτόν.—1 Κορ. 3:5-9, 21-23· παράβαλε Ρωμαίους 12:3-8.
Η ταπεινοφροσύνη καθώς και το να τρέφη κανείς για τους άλλους κατάλληλη εκτίμησι, αποδίδοντας στον καθένα το μέτρον της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας που αξίζει—αυτές οι ιδιότητες οδηγούν σε καρποφόρες και παραγωγικές συζητήσεις μέσα στο σώμα των πρεσβυτέρων. Η «άνωθεν σοφία» είναι ειρηνική, επιεικής και λογική και δεν αφήνει χώρο για κενές λογομαχίες ή καυχησιολογίες για τα επιτεύγματα και τις ικανότητες κάποιου, πράγματα τα οποία δείχνουν έλλειψι πνεύματος του Θεού και σαρκική άποψι.—Ιακ. 3:13-18· 1 Κορ. 3:3.
Όταν μία συζήτησις μεταξύ πρεσβυτέρων φαίνεται να σκοντάφτη ή νομίζη κανείς ότι υπάρχει τάσις να ξεφύγη η πορεία της από την αληθινή σοφία, τότε τι μπορεί να γίνη; Μπορεί πάντοτε να κάνη μια σιωπηρή προσευχή ώστε το πνεύμα του Θεού μέσω του Υιού του να εκδηλωθή και να υπερισχύση. Κατόπιν η προσωπική του συμμετοχή στη συζήτησι πρέπει ν’ αντανακλά την εμπιστοσύνη του στην ηγεσία του Χριστού. Έλλειψις πίστεως σ’ αυτή την ηγεσία θα μπορούσε να υπονοηθή αν αυτός νομίζη ότι πρέπει να ‘επιβάλη’ ένα ζήτημα ή με οποιονδήποτε τρόπο να προσπαθήση να πείση άλλους να δεχθούν την άποψί του. Ακολουθεί με σοφία τη γεμάτη από πνεύμα συμβουλή του αποστόλου: «Προλαμβάνοντες να τιμάτε αλλήλους.»—Ρωμ. 12:10.
ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟΝ «ΝΟΜΟΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ»
Οι Χριστιανοί ενθαρρύνονται να ‘πείθωνται εις τους προεστώτας των’ που βρίσκονται ανάμεσά τους ή τους κυβερνούν. (Εβρ. 13:17) Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι το σώμα των πρεσβυτέρων θα θεσπίσουν δικούς των νόμους και θα διατυπώνουν κανόνας σύμφωνα με τις δικές των προσωπικές απόψεις και κατόπιν θ’ απαιτούν από την τοπική εκκλησία να συμμορφώνεται μ’ αυτούς. Αντιθέτως, αυτοί οι πρεσβύτεροι λαμβάνουν την ηγεσία με το να θέτουν παράδειγμα πιστής προσκολλήσεως σ’ αυτό που ο απόστολος ονομάζει «τον νόμον του Χριστού,» τον «νόμον της πίστεως,» που βρίσκεται στον Λόγο του Θεού. Σ’ αυτόν τον νόμο ενθαρρύνουν τους αδελφούς των να υπακούουν. (Γαλ. 6:2· Ρωμ. 3:27) Παίρνουν επίσης καθοδήγησι στην εφαρμογή αυτού του νόμου της πίστεως μέσω του κυβερνώντος σώματος και των οργάνων που χρησιμοποιεί.
Οι πρεσβύτεροι, παραδείγματος χάριν, πρέπει να δείχνουν καλή κρίσι όταν καλούν μέλη της εκκλησίας να έχουν μέρος στην παρουσίασι από το βήμα πληροφορίας στις Χριστιανικές συναθροίσεις και αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνη φροντίδα για την αμφίεσι του ατόμου ώστε αυτή να μη έχη δυσμενή επίδρασι στην εκκλησία γενικά. Αλλά φυσικά δεν θα καταβάλλουν προσπάθειες να ελέγχουν το τι φορούν τα μέλη της εκκλησίας στα σπίτια τους ή στην καθημερινή τους δράσι, εκτός, φυσικά, αν ο τρόπος της αμφιέσεώς των είναι τόσο εκστρεμιστικός ώστε να προκαλή δημοσία μομφή στην κοινότητα.
Θ’ αντιληφθούν ότι σε ζητήματα όπου η προσωπική συνείδησις υπαγορεύει τι κάνει ένα άτομο θ’ ακολουθήσουν σοφά το παράδειγμα του Ιησού, όπως έκαμε και ο απόστολος Παύλος. Όταν ο Παύλος είπε, «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς και εγώ του Χριστού,» συζητούσε ακριβώς ζητήματα συνειδήσεως. Σε μερικές περιπτώσεις ο Παύλος εγνώριζε ότι άλλοι είχαν εσφαλμένη άποψι λόγω ασθενούς συνειδήσεως, αλλά δεν προσπαθούσε να επιβάλη τη δική του συνείδησι σ’ αυτούς και συμβούλευε τους άλλους να μη το κάνουν ούτε αυτοί, λέγοντας ότι έπρεπε μάλλον ‘να βαστάζουν τα ασθενήματα των αδυνάτων.’—1 Κορ. 10:25-33· 11:1· Ρωμ. 14:1-23· 15:1.
Όλοι μας είναι ανάγκη να βεβαιωθούμε όχι μόνον ότι η στάσις μας είναι ορθή σ’ ένα ζήτημα, αλλά επίσης ότι ενεργούμε με ορθό τρόπο, ακολουθώντας το παράδειγμα του Χριστού Ιησού. Το πνεύμα με το οποίο ενεργούμε μεταξύ μας κάνει πολλά για να επιτύχη τη στοργική αρμονία η οποία φέρνει πνευματική ανάπτυξι και αύξησι.
Ο Χριστός Ιησούς οδηγεί τώρα όλους τους μαθητάς του παγκοσμίως σ’ ένα μεγάλο έργο κηρύγματος της Βασιλείας και μαθητεύσεως. Όχι μόνον ανθρώπινες ζωές διακυβεύονται αλλά επίσης και η τιμή του ονόματος του Θεού και του Υιού του. Τώρα είναι ο κατ’ εξοχήν καιρός για μας να ‘φρονούμε το αυτό, έχοντες την αυτήν αγάπη, όντες ομόψυχοι και ομόφρονες’ μη πράττοντες μηδέν εξ αντιζηλίας ή κενοδοξίας, αλλ’ εν ταπεινοφροσύνη.’ Ας δείχνωμε λοιπόν ότι έχομε ‘το αυτό φρόνημα το οποίο ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού’ και ότι πραγματικά υποτασσόμεθα στην ηγεσία του σήμερα.—Φιλιππ. 2:1-8.