Η Χριστιανοσύνη—Όπου Συναντώνται τα Αντίθετα
Η αληθινή λατρεία του Θεού είναι και καλά ισορροπημένη και αποκλειστική. Είναι η δική σας λατρεία αυτού του είδους;
ΗΤΑΝ φθινόπωρο του 1961. Η ατμόσφαιρα ευρίσκετο σ’ έντασι σε μια ωρισμένη αποικιακή πόλι της Βρεττανικής Δυτικής Αφρικής. Οι Άγγλοι, αναμένοντας επιδείνωσι της καταστάσεως λόγω της επικείμενης αλλαγής κυβερνήσεως, περιεκύκλωσαν την πόλι με χιλιάδες στρατευμάτων. Όλοι οι Ευρωπαίοι, και ειδικώς τα γυναικόπαιδα, διετάχθησαν να εγκαταλείψουν την πόλι. Εν τούτοις, ένα ανδρόγυνο ιεραποστόλων, προς μεγάλην λύπην των επισήμων, δεν έβλεπαν τον λόγο για να εγκαταλείψουν τη πόλι. Στην πραγματικότητα η θύελλα είχε περάσει, η διαβίβασις είχε συντελεσθή χωρίς να εκδηλωθή βία.
Γιατί αυτό το ανδρόγυνο δεν εθεώρησε την παραμονή του σαν μια παράτολμη πράξι; Διότι, λόγω του ανιδιοτελούς του έργου μεταξύ των Αφρικανών, είχαν πραγματικούς φίλους ανάμεσα τους. Γι’ αυτούς οι Αφρικανοί ήσαν αδελφοί των, και οι Αφρικανοί, τους οποίους διακονούσαν, θεωρούσαν τους ιεραποστόλους σαν αδελφούς των, παρά τη διαφορά στο χρώμα του δέρματος. Περιττόν να πούμε, ότι η παραμονή τους επροκάλεσε πολλά ευνοϊκά σχόλια μεταξύ των Αφρικανών. Αυτό είναι ένα μεμονωμένο, μικρό επεισόδιο, αλλά πολύ χαρακτηριστικό της αληθινής Χριστιανοσύνης, που δεν αναγνωρίζει φυλετικές διακρίσεις και όπου, απ’ αυτή την απόψι, επίσης, μπορεί να λεχθή ότι εκείνοι, που μερικοί τους ονομάζουν αντιθέτους—οι μαύροι και οι λευκοί—συναντώνται.
Πραγματικά, αυτή η συνάντησις των αντιθέτων μέσα στη Χριστιανοσύνη αληθεύει για κάθε σφαίρα των ανθρωπίνων σχέσεων. Παραδείγματος χάριν, μέσα στη Χριστιανοσύνη οι αντίθετοι ως προς τη μόρφωσι συναντώνται ως εξίσου ευπρόσδεκτοι. Έτσι, ο πολύ μορφωμένος Φαρισαίος, ο απόστολος Παύλος, συνειργάζετο με ανθρώπους που ήσαν «αγράμματοι και ιδιώται», όπως ο Πέτρος και Ιωάννης, όπως ακόμη και σήμερα στις συνελεύσεις των αφιερωμένων Χριστιανών, καθηγηταί κολλεγίων υπηρετούν παράπλευρα, ή κάθηνται μαζί με άλλους που για πρώτη φορά άρχισαν να μαθαίνουν ανάγνωσι και γραφή μόλις ήλθαν σ’ επαφή με την κοινωνία του Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά. Οι πολύ μορφωμένοι δεν περιφρονούν αυτούς, που έχουν λίγη σχολική εκπαίδευσι, ούτε οι τελευταίοι καταφρονούν τους προηγουμένους σαν να ήσαν «μικρόνοες».—Πράξ. 4:13· Παροιμ. 14:17· Πράξ. 17:34· 22:3.
Κατόπιν, πάλι, η αληθινή Χριστιανοσύνη ενώνει τις εθνικότητες που είχαν για πολύ καιρό αντιπάθειες η μία προς την άλλη, όπως οι Ιρλανδοί της Ιρλανδίας και οι Ιρλανδοί του Ώλστερ. Για τους Χριστιανούς «δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην· δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος· δεν είναι άρσεν και θήλυ.» Το ίδιο ισχύει και για διαιρετικούς παράγοντες όπως είναι ο πλούτος και ο πολιτισμός, όχι διότι τα δύο αυτά συμβαδίζουν κατ’ ανάγκην. Οι Χριστιανοί προσέχουν τη συμβουλή του μαθητού Ιακώβου: «Ας καυχάται δε ο αδελφός ο ταπεινός εις το ύψος αυτού· ο δε πλούσιος, εις την ταπείνωσιν αυτού», κι έτσι αμφότεροι θα έλθουν στο αυτό επίπεδο.—Γαλ. 3:28· Ιάκ. 1:9, 10.
Στην αληθινή Χριστιανοσύνη δεν γίνεται κανένας διαχωρισμός σύμφωνα με την ηλικία, ούτε υπάρχουν θρησκευτικά νηπιαγωγεία για τα παιδιά ή Κυριακά σχολεία, αλλά όλοι συναθροίζονται μαζί όπως έκαναν οι Ισραηλίτες των αρχαίων χρόνων υπακούοντας στην εντολή: «Σύναξον τον λαόν, τους άνδρας και τας γυναίκας, και τα παιδία . . . δια να ακούσωσι, και δια να μάθωσι.» Οι νέοι σέβονται εκείνο που η ωριμότης και τα χρόνια της πείρας έχουν να προσφέρουν, και οι ηλικιωμένοι εκτιμούν την προθυμία των νέων. Όπως προτιμούν να το διατυπώνουν μερικοί Βραζιλιανοί Μάρτυρες, «Δεν έχομε ηλικιωμένους μεταξύ μας, απλώς μερικοί υπήρξαν νέοι επί μακρότερο χρόνο από άλλους!»—Δευτ. 31:12.
ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΣΥΝΔΥΑΖΟΝΤΑΙ
Στην αληθινή Χριστιανοσύνη όχι μόνο συναντώνται πράγματι άτομα με αντίθετα χαρακτηριστικά, αλλά και ιδιότητες, που γενικώς θεωρούνται ως αντίθετες, συνδυάζονται εντός του αυτού ατόμου που είναι Χριστιανός. Πώς γίνεται αυτό; Με το ότι αυτή παράγει καλά ισορροπημένες προσωπικότητες. Παραδείγματος χάριν, οι άνθρωποι κατά κανόνα δεν συνενώνουν τις ιδιότητες της τρυφερότητος, της ευγενείας, της ταπεινοφροσύνης και της πραότητος σε μια ισχυρή, τολμηρή και άφοβη δυναμική προσωπικότητα. Όμως, στην αληθινή Χριστιανοσύνη αυτές οι αντίθετες ιδιότητες συνυπάρχουν μέσα στο άτομο.
Εκείνος, που έθεσε το παράδειγμα γι’ αυτό, δεν ήταν άλλος παρά ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος. Τολμηρός, άφοβος και δυναμικός, μιλούσε απεριφράστως για να επεξηγήση τα σημεία των ομιλιών του στα συγκεντρωμένα πλήθη η στους εχθρούς του. «Υποκριτά, έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου, και τότε θέλεις ιδεί καθαρώς δια να εκβάλης το ξυλάριον εκ του οφθαλμού του αδελφού σου.» «Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί. . . . Όφεις, γεννήματα εχιδνών, πώς θέλετε φύγει από της καταδίκης της γεέννης;» Σαν άνθρωπος δράσεως, σε δύο περιπτώσεις ‘εξεδίωξε όλους εκ του ιερού χώρου του ναού με τα πρόβατα και τα κτήνη, διασκορπίζοντας τα νομίσματα των αργυραμοιβών και ανατρέποντας τα τραπέζια των’.—Ματθ. 7:5· 23:29-33· 21:12· Ιωάν. 2:15.
Εν τούτοις, είχε μέσα του την ιδιότητα να εκδηλώνη αγαθωσύνη, πραότητα και συμπάθεια: «Ιδών δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη δι’ αυτούς, διότι ήσαν εκλελυμένοι και εσκορπισμένοι ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα.» Σε τέτοιους απηύθυνε την πρόσκλησι: «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει, Άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς, και μάθετε απ’ εμού· διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν.»—Ματθ. 9:36· 11:28-30.
Το ίδιο μπορεί να λεχθή για τον απόστολο Παύλο, τον ικανόν αυτόν μιμητήν του Ιησού Χριστού. Τόσο στο βιβλίο των Πράξεων όσο και στις επιστολές του διαβάζομε για την άφοβη σταθερότητά του· έλαβε τολμηρά τη στάσι του υπέρ της αληθείας και την εξέφραζε, αδιάφορο ποιον αυτή επηρέαζε, είτε ήταν αυτός ένας συναπόστολος ή άλλοι συγ-Χριστιανοί, είτε εχθρικοί όχλοι ή κυβερνήται και βασιλείς, και όλους αυτούς τους περιελάμβανε στο αυτό επίπεδο, καθώς απαιτούσε η περίπτωσις.—Πράξ. 13:9-11· 4:19· 15:39· 17:23-32· 21:30-40· 24:10· 25:8-11· Γαλ. 2:11-14.
Συγχρόνως ο Παύλος μπορούσε να γράψη για τον εαυτό του: «Αλλ’ εστάθημεν γλυκείς εν τω μέσω υμών καθώς η τροφός περιθάλπει τα εαυτής τέκνα· ούτως έχοντες ένθερμον αγάπην προς εσάς, ευχαριστούμεθα να μεταδώσωμεν ουχί μόνον το ευαγγέλιον του Θεού, αλλά και τας ψυχάς ημών, επειδή εστάθητε αγαπητοί εις ημάς.» «Ως πατήρ τα εαυτού τέκνα, σας προετρέπομεν και παρηγορούμεν και διεμαρτυρόμεθα.» Ναι, μέσα στον απόστολο Παύλο ως επίσης και στον Ιησού Χριστό, οι αντίθετες ιδιότητες του σκληραγωγημένου στρατιώτου και του στοργικού ποιμένος συνεδυάζοντο· τολμηρή αφοβία, δίκαιη αγανάκτησις και τρυφερότης, πραότης και αγαθωσύνη.—1 Θεσ. 2:7, 8, 11.
Εφόσον έχει έτσι το πράγμα, θα έπρεπε να περιμέναμε ότι θα εδίδετο στους Χριστιανούς η συμβουλή να καλλιεργούν αυτές τις αντίθετες ιδιότητες μέσα των, και συνεπώς ευρίσκομε τούτο: «Αγρυπνείτε, στέκεσθε εν τη πίστει· ανδρίζεσθε, ενδυναμούσθε.» «Ενδυναμούσθε εν Κυρίω, και εν τω κράτει της ισχύος αυτού.» «Κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού.»—1 Κορ. 16:13· Εφεσ. 6:10· 2 Τιμ. 2:3.
Εκ παραλλήλου διαβάζομε, επίσης: «Γίνεσθε δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαγχνοι, συγχωρούντες αλλήλους, καθώς ο Θεός συνεχώρησεν εσάς δια του Χριστού.» «Εάν λοιπόν υπάρχη τις παρηγορία εν Χριστώ, ή τις παραμυθία αγάπης, ή τις κοινωνία πνεύματος, ή σπλάγχνα τινά και οικτιρμοί, κάμετε πλήρη την χαράν μου, να φρονήτε το αυτό, έχοντες την αυτήν αγάπην, όντες ομόψυχοι και ομόφρονες.»—Εφεσ. 4:32· Φιλιππησ. 2:1, 2.
ΑΓΓΕΛΜΑ ΓΙΑ ΑΝΤΙΘΕΤΟΥΣ
Το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού, που διακηρύσσει η Χριστιανοσύνη, μπορεί, επίσης, να λεχθή ότι είναι μια περίπτωσις όπου τα αντίθετα συναντώνται. Έτσι η προφητική εντολή, από την οποία παρέθεσε ο Ιησούς, όταν επέστρεψε στην πόλι της κατοικίας του, τη Ναζαρέτ, περιελάμβανε μια διπλή—με αντίθεσι—αποστολή: «Ο Ιεχωβά με έχρισε δια να ευαγγελίζωμαι εις τους πτωχούς· με απέστειλε δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω ελευθερίαν εις τους αιχμαλώτους, και άνοιξιν δεσμωτηρίου εις τους δεσμίους· δια να κηρύξω ενιαυτόν ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά, και ημέραν εκδικήσεως του Θεού ημών· δια να παρηγορήσω πάντας τους πενθούντας.» Όπως ο Ιησούς έκανε και τα δύο όταν ήταν στη γη, έτσι και οι ακόλουθοί του που είναι σήμερα επάνω στη γη κάνουν το ίδιο—κηρύττουν την καλή αγγελία ενός παγγηίνου Παραδείσου και προειδοποιούν για τον Αρμαγεδδώνα, τον πόλεμον της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοκράτορος.—Ησ. 61:1, 2, ΜΝΚ· Αποκάλ. 16:14, 16· 21:4.
Σημειώστε πόσο εμφατικά διευκρινίζεται αυτό το σημείο στην προφητεία του Μιχαία 5:7, 8, που βρίσκει την εκπλήρωσί της στις ημέρες μας: «Το υπόλοιπον του Ιακώβ θέλει είσθαι εν μέσω λαών πολλών ως δρόσος από του Ιεχωβά, ως ρανίδες επί χόρτον, όστις δεν προσμένει παρά ανθρώπου, ουδέ ελπίζει επί υιούς ανθρώπων. Και το υπόλοιπον του Ιακώβ θέλει είσθαι μεταξύ εθνών, εν μέσω λαών πολλών, ως λέων μεταξύ κτηνών του δρυμού, ως σκύμνος μεταξύ ποιμνίων προβάτων, όστις διαβαίνων καταπατεί, και διασπαράττει, και δεν υπάρχει ο ελευθερών.»
Ασφαλώς, δύσκολα θα μπορούσαμε να φαντασθούμε μια πιο δυνατή αντίθεσι ή σειρά αντιθέσεων. Ποια υδατόπτωσις είναι πιο απαλή, και μήπως υπάρχουν τέτοιες που να είναι περισσότερο αναψυκτικές από την δρόσο και τις άφθονες βροχές που συντηρούν τόσο πολύ τη ζωή, και μάλιστα στη γη της Παλαιστίνης, όπου εγράφησαν αυτά τα λόγια; Και τι είναι πιο καταστρεπτικό από ένα νεαρό λέοντα εν μέσω ποίμνης προβάτων που είναι ανυπεράσπιστα; Οι αληθινοί Χριστιανοί εκπληρώνουν και τις δύο αποστολές. Για τα άτομα της καλής προς τον Θεό θελήσεως έχουν ένα αναψυκτικό άγγελμα, που διατηρεί τη ζωή. Αλλά για τους εχθρούς της αληθείας, το άγγελμα που φέρουν οι αληθινοί Χριστιανοί είναι τόσο ερημωτικό όσο ένας νεαρός λέων, λόγω του ότι ανατρέπουν τελείως τις ψευδείς διδασκαλίες, τις οποίες καταξεσχίζουν χρησιμοποιώντας μια άλλη μορφή ομιλίας, με την «μάχαιραν του πνεύματος», τον λόγο του Θεού.—Εφεσ. 6:17.
Πώς συμβαίνει ώστε αυτά τα αντίθετα να συναντώνται μέσα στη Χριστιανοσύνη; Διότι είναι η θρησκεία του μόνου αληθινού Θεού, Ιεχωβά, που είναι απροσωπόληπτος και του οποίου οι ιδιότητες είναι τελείως ισορροπημένες. Ένεκα της δυνάμεώς του και της δικαιοσύνης του, αυτός είναι «πυρ καταναλίσκον» για τους πονηρούς, αλλά σ’ εκείνους που αγαπούν τη δικαιοσύνη δείχνει την άλλη όψι: «Έλεος του Ιεχωβά είναι, ότι δεν συνετελέσθημεν, επειδή δεν εξέλιπον οι οικτιρμοί αυτού. Ανανεόνονται εν ταις πρωίαις.»—Εβρ. 12:29· Θρήνοι 3:22, 23, ΜΝΚ.
Αληθινά, η Χριστιανοσύνη αυτοσυνιστάται σε όλους εκείνους που αγαπούν την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Με το να έχη την ‘άνωθεν σοφίαν’, «πρώτον μεν είναι καθαρά, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, πλήρης ελέους και καλών καρπών, αμερόληπτος και ανυπόκριτος.»—Ιάκ. 3:17.