Μετάνοια που Οδηγεί Πίσω στον Θεό
«Η χρηστότης του Θεού σε φέρει [προσπαθεί να σε φέρει, ΜΝΚ] εις μετάνοιαν.»—Ρωμ. 2:4.
1, 2. Τι θα πρέπει να κατανοήσουμε για την αμαρτία και για την άποψη του Θεού;
ΚΑΘΕΝΑΣ μας μπορεί να πάρει θάρρος από τα λόγια του ψαλμωδού Δαβίδ:
«Οικτίρμων και ελεήμων είναι ο Κύριος,
μακρόθυμος και πολυέλεος.
Δεν έκαμεν εις ημάς κατά τας αμαρτίας ημών,
ουδέ ανταπέδωκεν εις ημάς κατά τας ανομίας ημών.
Καθώς σπλαγχνίζεται ο πατήρ τα τέκνα,
ούτως ο Κύριος σπλαγχνίζεται τους φοβουμένους αυτόν.
Διότι αυτός γνωρίζει την πλάσιν ημών,
ενθυμείται ότι είμεθα χώμα.»—Ψαλμ. 103:8, 10, 13, 14.
2 Μολονότι ο Θεός αναγνωρίζει ότι είμαστε όλοι αμαρτωλοί, θέλει να μας βοηθήσει και είναι πρόθυμος να συγχωρήσει. (Ψαλμ. 32:1, 2) Αλλά η αντίληψη μας για τον Θεό δεν θα ήταν ακριβής αν δεν δεχόμαστε την όλη άποψη του για την αμαρτία. Μολονότι ο Ψαλμός 103 μας διαβεβαιώνει ότι ο Ιεχωβά ‘συγχωρεί πάσας τας αμαρτίας μας’, δείχνει επίσης τις υποχρεώσεις μας, λέγοντας: «Το δε έλεος του Κυρίου είναι από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβουμένους αυτόν . . . επί τους . . . ενθυμουμένους τας εντολάς αυτού δια να εκπληρώσιν αυτάς.»—Ψαλμ. 103:3, 17, 18.
3. Γιατί είναι ζωτική η μετάνοια;
3 Αν ένα άτομο διαπράξει βαρύ αμάρτημα, δεν μετανοεί και δεν ζητά το πατρικό έλεος του Θεού, αλλά εξακολουθεί να επιδιώκει την αμαρτία, τι θα πρέπει να γίνει; Το Έξοδος 34:6, 7 μας δίνει μια περιγραφή του Ιεχωβά. Αφού πρώτα τονίζει το έλεος του, τη βραδύτητα του στο να οργίζεται και την προθυμία του να συγχωρεί το σφάλμα, κατόπιν προσθέτει: «Ουδόλως αθωόνων τον ένοχον.» (Παράβαλε με Αριθμούς 25:1-5· Ιεζεκιήλ 33:12, 13.) Επομένως, δεν θα πρέπει να εκμεταλλευόμαστε το έλεος ή να το παίρνουμε σαν δεδομένο. Τι θα πρέπει λοιπόν να γίνει αν ένας αληθινός λάτρης πέσει σε αμαρτία;
ΒΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
4. Πώς μπορούμε να λάβουμε συγχώρηση; (2 Χρον. 7:13, 14)
4 Ένας Χριστιανός που αμάρτησε εναντίον του νόμου του Θεού χρειάζεται συγχώρηση. Ποιος μπορεί να τη χορηγήσει; Στην πραγματικότητα μόνο ο Θεός. Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Εάν ομολογώμεν εις τον Θεόν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος, ώστε να συγχώρηση εις ημάς τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας.»—1 Ιωάν. 1:9· 2:1.
5, 6. Τι συμβουλεύει το εδάφιο Ιακώβου 5:14-16, και γιατί είναι λογικό να ακολουθήσει αυτή τη συμβουλή ένας παραβάτης;
5 Σε περίπτωση βαριάς αμαρτίας, ο Θεός συμβουλεύει σοφά ότι ένας Χριστιανός ‘που ομολογεί τα αμαρτήματα του’ θα πρέπει να κάνει ένα επιπρόσθετο βήμα. Σε μια σχετική περικοπή που προφανώς αναφέρεται σε πνευματική ασθένεια λόγω «αμαρτιών», ο μαθητής Ιάκωβος έγραψε: «Ασθενεί τις μεταξύ σας; ας προσκαλέση τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και ας προσευχηθώσιν επ’ αυτόν, . . . Και η μετά πίστεως ευχή θέλει σώσει τον πάσχοντα, και ο Κύριος θέλει εγείρει αυτόν και αμαρτίας αν έπραξε, θέλουσι συγχωρηθή εις αυτόν.»—Ιακ. 5:14-16.
6 Το βήμα αυτό είναι λογικό, γιατί ένας Χριστιανός που υπέκυψε σε βαρύ αμάρτημα εκδηλώνει ένα μέτρο πνευματικής αδυναμίας και χρειάζεται βοήθεια. Θα μπορούσε να ωφεληθεί από τις προσευχές πίστεως των «πρεσβυτέρων της εκκλησίας». Αυτοί είναι σε θέση επίσης να του δώσουν Βιβλική συμβουλή και να τον βοηθήσουν ώστε να ξαναποχτήσει την πνευματική του δύναμη. Επί πλέον, μερικές παραβάσεις ισοδυναμούν με αμαρτήματα εναντίον της Χριστιανικής εκκλησίας, γιατί φέρνουν όνειδος και θλίψη πάνω στο λαό του Θεού. Αυτό καθιστά ακόμη πιο κατάλληλο γι’ αυτόν που αμάρτησε να ζητήσει τη βοήθεια των πρεσβυτέρων.—2 Κορ. 2:10.
7. Πώς ενημερώνονται οι πρεσβύτεροι για το αδίκημα ώστε να μπορέσουν να βοηθήσουν; (Παρ. 28:23· 29:24)
7 Είναι εκδήλωση σοφίας και ταπεινοφροσύνης από μέρους του Χριστιανού που είναι ένοχος σοβαρού αμαρτήματος να πλησιάσει τους πρεσβυτέρους με δική του πρωτοβουλία. «Ο κρύπτων τας αμαρτίας αυτού δεν θέλει ευοδωθή· ο δε εξομολογούμενος και παραιτών αυτάς θέλει ελεηθή.» (Παρ. 28:13) Μερικές φορές, λόγω ντροπής, αισθήματος ενοχής ή από έλλειψη εγκάρδιας θλίψεως ένας που αμάρτησε δεν πλησιάζει τους πρεσβυτέρους, όπως συμβουλεύει ο Ιάκωβος. Οποιοσδήποτε Χριστιανός γνωρίζει για το αμάρτημα θα πρέπει να ενθαρρύνει τον παραβάτη να απομακρυνθεί από το σφάλμα του και να ζητήσει την πνευματική βοήθεια που χρειάζεται. Αν ο παραβάτης εξακολουθεί να μην πηγαίνει στους πρεσβυτέρους, ο άλλος Χριστιανός θα πρέπει να τους ενημερώσει για να μπορέσουν να δώσουν την αναγκαία βοήθεια. Όλοι οι Χριστιανοί θα πρέπει να θέλουν να ‘επιστρέψουν τον αμαρτωλό από της πλάνης της οδού αυτού’ και έτσι να ‘σώσουν την ψυχή του από τον θάνατο’.—Ιακ. 5:19, 20.
ΕΛΕΓΧΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
8. Ποια διαδικασία ακολουθούν οι πρεσβύτεροι όταν γίνεται μια συνεδρίαση της επιτροπής;
8 Όταν τα μέλη μιας δικαστικής επιτροπής συνέρχονται για κάποιο αδίκημα, ζητούν με προσευχή την καθοδήγηση του Ιεχωβά. Οι πρεσβύτεροι, με τρόπο που ταιριάζει σε στοργικούς ποιμένες, συζητούν υπομονητικά με το άτομο για να δουν ποιο φαίνεται να είναι το πρόβλημα ή το αδίκημα. (Εφεσ. 5:1, 2· 1 Πέτρ. 5:2, 3) Ακόμη κι εκεί που οι μάρτυρες αποδεικνύουν ότι το αδίκημα διαπράχθηκε, η δικαστική επιτροπή ενθαρρύνει το άτομο να συζητήσει ανοιχτά όχι μόνο το αδίκημα αλλά και τι ήταν εκείνο που οδήγησε σ’ αυτό και πώς αυτός αισθάνεται γι’ αυτό. (Δευτ. 19:15· Ιωάν. 8:17) Γιατί αυτό είναι αναγκαίο;
9, 10. Τι προσπαθούν να κάνουν οι πρεσβύτεροι σε μια επιτροπή που εξετάζει κάποιο αδίκημα; (Ψαλμ. 51:13)
9 Μολονότι οι πρεσβύτεροι που ακούνε την περίπτωση αποδεικνύουν την ενοχή ή πείθουν κάποιον για το αδίκημα, το κύριο ενδιαφέρον τους είναι να βοηθήσουν το Χριστιανό αδελφό τους που παραστράτησε. Θέλουν να τον υποκινήσουν σε μετάνοια «δια να έλθωσι καιροί αναψυχής από της παρουσίας του Κυρίου». (Πράξ. 3:19) Αν το άτομο δεν παραδέχεται το σφάλμα, δεν αναγνωρίζει τη βαριά φύση του σφάλματος ή δεν κατανοεί την ανάγκη για μετάνοια, ίσως θα πρέπει να παρουσιάσουν ‘πειστική απόδειξη για το αμάρτημα του και για τη δικαιοσύνη.’ (Παράβαλε με Ιωάννης 16:8.) Αλλά όταν δίνουν τέτοιο θεοσεβή έλεγχο θα πρέπει να μην είναι εκδικητικοί ή σκληροί. Η Βίβλος προτρέπει: «Έλεγξον, επίπληξον, πρότρεψον, μετά πάσης μακροθυμίας και διδαχής.» (2 Τιμ. 4:1, 2) Με το να ελέγχουν σταθερά, φιλάγαθα και υπομονητικά, ίσως μπορέσουν να φθάσουν στην καρδιά εκείνου που αμάρτησε, βοηθώντας τον να μισήσει το άδικο και να επιστρέψει στον Θεό—Ιερ. 3:12, 13.
10 Μπορούμε να διδαχθούμε από το παράδειγμα του Έσδρα. Αυτός έδειξε καθαρά στους Ιουδαίους το σφάλμα τους. Αυτό δεν το έκανε κυρίως για να τους ντροπιάσει, αλλά για να τους κάνει να σταματήσουν, να αγγίξει την καρδιά τους, να τους υποκινήσει να μισήσουν το άδικο και να μετανοιώσουν. Είχαν ανάγκη να εξομολογηθούν στον Ιεχωβά και από κει κι έπειτα να ενεργήσουν βάσει αυτής της ομολογίας κάνοντας ό,τι μπορούσαν για να διορθώσουν το σφάλμα τους. (Έσδρας 10:7-14) Παρόμοια και η επιτροπή που χειρίζεται μια περίπτωση βαριάς αμαρτίας θέλει να βοηθήσει τον παραβάτη να διακρίνει τη σοβαρότητα του σφάλματος και να αισθανθεί στην καρδιά του την ανάγκη για μετάνοια.—Ησ. 1:18.
«ΕΛΕΓΧΕ ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΩΝ»
11. Ποιοι χρειάζονται Γραφικό έλεγχο;
11 Σχετικά με τις δικαστικές συναντήσεις με παραβάτες, οι πρεσβύτεροι εφαρμόζουν τα λόγια του αποστόλου Παύλου στον Τιμόθεο: «Τους αμαρτάνοντας έλεγχε ενώπιον πάντων, δια να έχωσι φόβον και οι λοιποί.» (1 Τιμ. 5:20) Αυτοί οι παραβάτες είναι άτομα που ‘αμαρτάνουν’, ήτοι εμμένουν στην αμαρτία τους, εξακολουθούν να αμαρτάνουν ως τον καιρό που τους γίνεται στην πραγματικότητα ο έλεγχος.
12. Πώς εφαρμόζει μια δικαστική επιτροπή τη συμβουλή στο 1 Τιμόθεον 5:20;
12 Τον πρώτο αιώνα, ο Τιμόθεος, σαν εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος του αποστόλου Παύλου, μπορούσε να εφαρμόσει προσωπικά τη Γραφική συμβουλή ‘ενώπιον πάντων’, δηλαδή εκείνων που τους αφορούσε, με τον παραβάτη παρόντα. Σήμερα αυτός ο έλεγχος γίνεται συνήθως από μια διορισμένη επιτροπή πρεσβυτέρων αντί από ένα άτομο. Ίσως να μη χρειαστεί να αναμιχθεί ολόκληρη η εκκλησία. Προς το τέλος της συνεδριάσεως της δικαστικής επιτροπής, αφού εξακριβωθεί η ενοχή, οι πρεσβύτεροι προσφέρουν Γραφικό έλεγχο σχετικά με το αδίκημα. Έχουν παρόντες τους μάρτυρες που κατέθεσαν για το αμάρτημα, και αυτά τα πληροφορημένα άτομα προσκαλούνται ν’ ακούσουν τον Βιβλικό έλεγχο. Έτσι προσφέρεται ο έλεγχος «ενώπιον πάντων» ή μπροστά σ’ όλους αυτούς· Αυτοί, που είναι «οι λοιποί» που αναφέρονται στην 1 Τιμόθεον 5:20, μπορούν έτσι να βοηθηθούν να έχουν ένα υγιή φόβο για την αμαρτία, να δουν την ανάγκη να αποφεύγουν την αμαρτία και τις περιστάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σ’ αυτή.
ΜΕΤΑΝΟΕΙ;
13. Ποιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι πρεσβύτεροι όταν ασχολούνται με κάποιο σοβαρό αμάρτημα;
13 Μια απ’ τις μεγαλύτερες δυσκολίες για τους πρεσβυτέρους που χειρίζονται περιπτώσεις αδικοπραγίας είναι να καθορίσουν αν ο αμαρτωλός δείχνει αληθινή μετάνοια. Δεν πρέπει να κρίνουν απλώς από επιφανειακές εντυπώσεις. Γι’ αυτό, επειδή δεν έχουν την ικανότητα να διαβάζουν τις καρδιές, χρειάζεται να ασκήσουν μεγάλη διάκριση, ισορροπία και σοφία για να υπολογίσουν το αδίκημα, τη σχέση που αυτό έχει με το νόμο του Θεού και τι λέει και τι κάνει αυτός που αμάρτησε.
14, 15. Γιατί θα πρέπει οι πρεσβύτεροι να είναι προσεκτικοί όταν αποφασίζουν αν κάποιος έχει μετανοιώσει;
14 Οι πρεσβύτεροι δεν θα πρέπει να είναι βιαστικοί να συμπεράνουν ότι υπάρχει πραγματικά μετάνοια. Γιατί; Επειδή, εάν κρίνουν εσφαλμένα ότι ένας που αμάρτησε μετάνοιωσε, αυτό μπορεί να έχει βλαβερή επίδραση σ’ ολόκληρο το ποίμνιο. Γι’ αυτό σημειώστε παρακαλούμε ένα αντίθετο Βιβλικό παράδειγμα που αφορούσε κάποιον παραβάτη στην εκκλησία της Κορίνθου. Αφού εκβλήθηκε ένα διάστημα από την εκκλησία, επανεντάχθηκε επειδή μετάνοιωσε ειλικρινά. Πώς θα φέρονταν οι αδελφοί του σ’ αυτόν; Οι Κορίνθιοι, εμπιστευόμενοι στην κρίση ότι αυτός είχε μετανοιώσει, ενθαρρύνθηκαν φιλάγαθα να ‘τον συγχωρήσουν και να τον παρηγορήσουν’, ‘βεβαιώνοντας την αγάπη τους γι’ αυτόν’. (2 Κορ. 2:6-8) Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα όταν μια επιτροπή συμπεράνει ότι ένας παραβάτης μετανοιώνει. Αλλά αν είχαν κρίνει λανθασμένα την υπόθεση και ξανάφερναν μέσα στην εκκλησία έναν παραβάτη που δεν είχε μετανοιώσει ειλικρινά, τότε θα έβαζαν σε κίνδυνο την ηθική και πνευματική αγνότητα όλου του ποιμνίου.—1 Κορ. 5:6.
15 Τι θα αναζητεί να βρει η επιτροπή για να καθορίσει αν ο παραβάτης έχει μετανοιώσει ειλικρινά; Ένα άτομο που μετανοιώνει δεν προσπαθεί να μικροποιήσει ή να δικαιολογήσει την κακή του πορεία. Αναγνωρίζει στο νου του το άδικο που έκανε και αισθάνεται στην καρδιά του βαθιά θλίψη γιατί αμάρτησε εναντίον του Θεού. (Ιερ. 3:25· Πράξ. 3:19) Έτσι οι πρεσβύτεροι που χειρίζονται μια περίπτωση θα πρέπει να είναι βέβαιοι ότι υπάρχει μια τέτοια θλίψη ή λύπη.
16, 17. (α) Ποια είναι η διαφορά μεταξύ της «λύπης του κόσμου» και της ‘θεοσεβούς λύπης’; (Εβρ. 12:16, 17) (β) Πώς θα πρέπει να επιδράσουν τα δάκρυα ή οι εκδηλώσεις συναισθηματισμού στην κρίση των πρεσβυτέρων;
16 Ίσως οι πρεσβύτεροι να χρειαστεί να ξεχωρίσουν ανάμεσα στην «λύπη του κόσμου» και στην «κατά Θεόν λύπη [που] γεννά μετάνοιαν προς σωτηρίαν.» (2 Κορ. 7:10) Ένα άτομο ένοχο για κάποιο αδίκημα μπορεί να αισθάνεται λύπη λόγω προσωπικής αποτυχίας, ντροπή γιατί θα εκτεθεί ή μπορεί να αισθάνεται θλίψη για το ενδεχόμενο να αντιμετωπίσει πειθαρχική διαπαιδαγώγηση. Αλλά αυτή η «λύπη του κόσμου» δεν σημαίνει ότι λυπάται επειδή αμάρτησε εναντίον του Θεού ή επειδή έφερε όνειδος πάνω στον Θεό και στο λαό του, πράγματα που θα ήταν ενδείξεις ‘θεοσεβούς λύπης’. Μολονότι ο Ησαύ έκλαψε με δάκρυα για την απώλεια των πρωτοτοκίων, ο Ιεχωβά γνώριζε ότι ο Ησαύ δεν είχε μετανοιώσει ειλικρινά στην καρδιά του. Έτσι, αν ένα άτομο ένοχο βαριάς αμαρτίας αρχίσει να κλαίει, οι πρεσβύτεροι θα πρέπει να προσπαθήσουν να διακρίνουν αν αυτό γίνεται από ‘θεοσεβή λύπη’. Ίσως να γίνεται. Στις μέρες του Έσδρα ο λαός «έκλαιε κλαυθμόν μέγαν» όταν άκουσε τη θερμή προσευχή του για τα αμαρτήματα τους, και ο Πέτρος έκλαψε πικρά γιατί είχε αρνηθεί τον Ιησού.—Γέν. 25:29-34· 27:34· Έσδρας 10:1· Λουκ. 22:59-62.
17 Αυτά τα Γραφικά παραδείγματα τονίζουν γιατί οι πρεσβύτεροι δεν πρέπει να κρίνουν απλώς από εκδήλωση συναισθημάτων. Τα άτομα διαφέρουν στη συναισθηματική τους διάπλαση και τον έλεγχο. Έτσι είτε υπάρχουν δάκρυα είτε όχι, το σπουδαίο πράγμα είναι να αγγιχτεί η καρδιά του παραβάτη, να έχει ένα πνεύμα αγωνίας ή αίσθημα βαθιάς λύπης γιατί αμάρτησε εναντίον του Ιεχωβά και έβλαψε τη σχέση του με τον Θεό. (Ψαλμ. 51:1-4) Συνεπώς, οι πρεσβύτεροι πιθανόν να ερευνήσουν αν ο παραβάτης ομολόγησε με προσευχή στον Ιεχωβά, ζητώντας τη συγχώρηση του Θεού όπως έκανε ο Δαβίδ.—Ψαλμ. 32:3-5· 41:4· Ιερ. 31:19.
18. Πώς εισέρχεται στην εικόνα η ομολογία;
18 Αν ο παραβάτης ομολόγησε πρόθυμα στους «πρεσβυτέρους της εκκλησίας», αυτό μπορεί να είναι μια βοηθητική ένδειξη για την κατάσταση της καρδιάς του. (Ιακ. 5:14, 16) Τι θα γίνει, όμως, αν αυτός δεν ομολόγησε θεληματικά και το ζήτημα χρειάστηκε να βεβαιωθεί με το να έρθει αντιμέτωπος με τις αποδείξεις ή τις καταθέσεις των μαρτύρων; Ακόμη και τότε (εκεί στη συνάντηση) μπορεί να φτάσουν στην καρδιά του, και ν’ αναγνωρίσει το αμάρτημα του. (Σημειώστε το παράδειγμα της μετανοίας του Δαβίδ για το αμάρτημα του με τη Βηθσαβεέ, στο 2 Σαμουήλ 12:1-13.) Αλλά, ειδικά θα πρέπει να προσέξει η επιτροπή μήπως χρειάσθηκε να γίνει εκτενής έλεγχος στον παραβάτη πριν αρχίσει να εκδηλώνει κάποια μετάνοια. Τότε θα έπρεπε να έχουν πεισθεί για την αλλαγή της καταστάσεως της καρδιάς του παραβάτη και ότι έχει ζήλο να διορθώσει το σφάλμα και ότι είναι απόλυτα αποφασισμένος να το αποφύγει στο μέλλον.—2 Κορ. 7:10, 11· Αποκ. 3:19.
19. Πώς θα πρέπει να αισθάνεται για την εκκλησία ένας παραβάτης που μετάνοιωσε;
19 Ένας παραβάτης θα πρέπει να αισθάνεται θλίψη για τη δυσφήμιση που έφερε πάνω στην εκκλησία του Θεού. Όταν ο Δαβίδ αμάρτησε με το να κάνει απογραφή και αντιλήφθηκε τι είχε κάνει, αναγνώρισε την ασύνετη πράξη του. Τότε, όταν είδε τα δραστικά αποτελέσματα πάνω σ’ ολόκληρο το έθνος, υποκινήθηκε να πει: «Ιδού, εγώ ήμαρτον, και εγώ ηνόμησα· ταύτα δε τα πρόβατα, τι έπραξαν;» (2 Σαμ. 24:10, 17) Δείχνει λοιπόν ο παραβάτης γνήσια τύψη για το όνειδος, τα προβλήματα και τη θλίψη που ίσως να έφερε πάνω στην εκκλησία;
«ΕΡΓΑ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ»
20-22. (α) Ποια «έργα», ή «καρπούς», θα εξετάσουν οι πρεσβύτεροι; (β) Δώστε παράδειγμα πώς θα μπορούσε ένας παραβάτης που μετάνοιωσε να παράγει τέτοιους «καρπούς».
20 Ο απόστολος Παύλος προέτρεψε άτομα να «μετανοώσιν και να επιστρέφωσιν εις τον Θεόν, πράττοντες έργα άξια της μετανοίας». (Πράξ. 26:20) Όταν οι Ιουδαίοι στις μέρες του Νεεμία μετάνοιωσαν γιατί είχαν νυμφευτεί ξένες γυναίκες, έκαναν συγκεκριμένες πράξεις που αντανακλούσαν τη μετάνοια τους. (Νεεμ. 9:1, 2· παράβαλε με Ιωνάς 3:5-10.) Συνεπώς, όταν οι πρεσβύτεροι ασχολούνται με μια περίπτωση βαριάς αμαρτίας, θα πρέπει να ενδιαφέρονται αν ο παραβάτης ‘παρήγαγε καρπούς που ταιριάζουν στη μετάνοια’.—Ματθ. 3:8.
21 Αν αμάρτησε ενάντια σ’ ένα άτομο, ομολόγησε το αμάρτημα του σ’ εκείνο το άτομο και ζήτησε συγχώρηση; Επί παραδείγματι, σε περίπτωση μοιχείας, έκανε ομολογία στον αθώο γαμήλιο σύντροφο του και ζήτησε συγχώρηση; Ή αν ο παραβάτης είναι ένοχος απάτης, έκανε κάποια βήματα για να αποκαταστήσει τη ζημιά; Σε μερικές περιπτώσεις ίσως να μην μπορεί να διορθώσει όλη τη βλάβη που προξένησε, αλλά παρέχει αποδείξεις ότι θα κάνει λογικά βήματα για να επανορθώσει τη ζημιά; (Λουκ. 19:8) Το σημείο είναι, ως ποιο βαθμό έχει κάνει ο ένοχος ‘καρπούς που ταιριάζουν στη μετάνοια’;
22 Ίσως το αμάρτημα να προήλθε επειδή αγνόησε εσκεμμένα Γραφική συμβουλή. Επί παραδείγματι, ίσως να είχε συμμετάσχει τακτικά σε ψυχαγωγία με κοσμικούς συναδέλφους, και αυτή η βλαβερή συναναστροφή τον οδήγησε σε ανηθικότητα. Έτσι, έχει σταματήσει αυτή τη συναναστροφή το άτομο που έσφαλε; (Παρ. 13:20· 1 Πέτρ. 4:3, 4) Επίσης έχει καταβάλει προσπάθεια να συναθροίζεται τακτικά με το λαό του Θεού, και έχει εκδηλώσει μια εγκάρδια επιθυμία να αινεί τον Ιεχωβά σαν ένας αγνός λάτρης; Κανένας απ’ αυτούς τους ‘καρπούς’ μόνος του δεν είναι το μοναδικό κριτήριο για να καθορίσουμε ότι ο αμαρτωλός μετάνοιωσε. Οι πρεσβύτεροι ενδιαφέρονται να έχει το άτομο αυτό ωφέλιμη συντροφιά, να παρακολουθεί συναθροίσεις και νάναι ζηλωτής στην υπηρεσία αγρού, γιατί δέχονται την άποψη του Θεού ότι θα πρέπει να υπάρχουν «έργα άξια της μετανοίας».
23. Τι θα πρέπει να εξετάσει η επιτροπή σε περίπτωση επανειλημμένης αμαρτίας;
23 Η δικαστική επιτροπή θα πρέπει να ενδιαφέρεται βαθιά να τηρεί την εκκλησία καθαρή και θα πρέπει να καταβάλλει ιδιαίτερη φροντίδα αν ο παραβάτης διέπραττε κρυφά βαρύ αμάρτημα για ένα μακρό χρονικό διάστημα. Το ίδιο θα ίσχυε αν η επιτροπή ασχολείτο με κάποιο άτομο που συστηματικά αμάρτανε και κατόπιν φαινομενικά μετάνοιωσε. Ίσως για αρκετές φορές να διέπραξε αδικήματα αλλά επειδή αργότερα έδειχνε μετανοιωμένος του γινόταν έλεγχος κάθε φορά και τον άφηναν να παραμένει στην εκκλησία. Τώρα αμάρτησε και πάλι. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι πρεσβύτεροι, έχοντας κατά νου το καλό ολόκληρου του ποιμνίου, θα πρέπει να εξετάσουν αν η ζωή του παρέχει αληθινή απόδειξη ότι παράγει «καρπούς άξιους της μετανοίας». Μήπως δεν έχει δείξει με τον τρόπο της ζωής του πως είναι πολύ αμφισβητήσιμο ότι ανήκει στην εκκλησία του Θεού;—Ψαλμ. 119:104· Ρωμ. 12:9.
24. Τι καθορίζει εάν θα χρειασθούν επιπρόσθετες συναντήσεις με ένα παραβάτη; (Ωσηέ 5:4· Ματθ. 21:30)
24 Μερικές φορές ένας που αμάρτησε είναι σκληρός και φιλόνικος χωρίς να εκδηλώνει αληθινή μετάνοια παρά τις ειλικρινείς και υπομονητικές προσπάθειες των πρεσβυτέρων. (Εκκλ. 8:11) Αυτοί δεν είναι υποχρεωμένοι να συναντώνται επανειλημμένα μ’ ένα τέτοιο παραβάτη σαν να τον παρακαλούν ή να προσπαθούν να τον ικετεύουν να μετανοιώσει. Αλλά σε μερικές περιπτώσεις ίσως να νομίζουν ότι χρειάζεται να συναντηθούν και πάλι μ’ αυτόν που αμάρτησε, αν οι αποδείξεις για τα αισθήματα του, τα κίνητρα του και τη μετάνοια του δεν είναι τόσο σαφή. Αφού θα είχε το χρόνο να προσευχηθεί και να συλλογισθεί την προηγούμενη Γραφική συζήτηση, ίσως το ζήτημα της μετάνοιας του να γίνει σαφέστερο.
25. Γιατί οι πρεσβύτεροι έχουν βαριά ευθύνη σχετικά με την παράβαση;
25 Η ευθύνη των πρεσβυτέρων για τον καθορισμό της αληθινής μετάνοιας είναι πολύ βαριά. Θα πρέπει να δείχνουν έλεος και να βοηθούν εκείνους που σφάλλουν και οι οποίοι μετανοιώνουν ειλικρινά. Εν τούτοις θα πρέπει επίσης να προσέχουν να μη δείχνουν αδικαιολόγητη συμπάθεια που θα μπορούσε να οδηγήσει στο να παραμένει επικίνδυνη «ζύμη» μέσα στην εκκλησία.—Γαλ. 5:9.
ΒΟΗΘΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
26. Πώς θα μπορούσε να γίνει ο χειρισμός μερικών περιπτώσεων εάν γνώριζαν για το αμάρτημα μόνο λίγοι;
26 Σε μερικές περιπτώσεις πιθανόν το σοβαρό αμάρτημα να μην έγινε κοινώς γνωστό, και ίσως να μη γίνει και στο μέλλον. Ίσως μόνο λίγα άτομα όπως η άμεση οικογένεια ή λίγοι μάρτυρες να γνωρίζουν για το αμάρτημα. (Αυτοί, μολονότι είναι οι «ενώπιον πάντων» [παρατηρηταί, ΜΝΚ] θα πρέπει να κατανοήσουν ότι θα εσήμαινε έλλειψη αγάπης να φλυαρούν γι’ αυτό.) Επομένως, εφόσον η δικαστική επιτροπή είναι βέβαιη ότι ο παραβάτης μετάνοιωσε, δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει το ζήτημα ευρύτερα γνωστό, γιατί οι «ενώπιον πάντων» [παρατηρηταί, ΜΝΚ] άκουσαν όλοι τον Γραφικό έλεγχο γι’ αυτό το ζήτημα, και ο παραβάτης μετάνοιωσε.
27, 28. Πότε θα ήταν κατάλληλο να πληροφορηθεί η εκκλησία ότι κάποιος ελέγχθηκε;
27 Σ’ άλλες περιπτώσεις το αμάρτημα μπορεί να είναι γνωστό σε πολλούς στην εκκλησία ή ακόμη και στην κοινότητα. Ή το αμάρτημα μπορεί να είναι τέτοιο που αναμφιβόλως θα γίνει γενικά γνωστό αργότερα. Αυτές οι περιπτώσεις θα πρέπει να τύχουν διαφορετικού χειρισμού. Ολόκληρη η εκκλησία θα πρέπει να καθησυχάσει γνωρίζοντας ότι το ζήτημα έχει τύχει κατάλληλου χειρισμού. Επίσης, μπορούν να ωφεληθούν από τη Γραφική συμβουλή που θα τους βοηθήσει να έχουν ένα υγιή φόβο για την αμαρτία.
28 Ίσως πάλι να υπάρχουν περιπτώσεις που οι πρεσβύτεροι νομίζουν ότι θα πρέπει να ληφθεί κάποιο μέτρο προφυλάξεως. Επί παραδείγματι, μολονότι ο παραβάτης είναι τώρα γνήσια μετανοιωμένος, εν τούτοις, στο παρελθόν έδειξε κάποιες αδυναμίες για την αποφασιστικότητα του ν’ αποφεύγει την οδό που οδηγεί στην αμαρτία. Έτσι, από βαθύ ενδιαφέρον για να μη κινδυνέψει η εκκλησία από κάποιον που είναι ανάμεσα τους και ίσως η παρουσία του στο μέλλον θα έχει φθοροποιά επίδραση, μπορεί η επιτροπή των πρεσβυτέρων να αποφασίσει να δοθεί μια πληροφοριακή Γραφική ομιλία.
29, 30. (α) Πώς θα πληροφορήσουν οι πρεσβύτεροι την εκκλησία; (β) Ποιο θα μπορούσε να είναι το όφελος μ’ ένα τέτοιο χειρισμό μερικών περιπτώσεων;
29 Σ’ οποιαδήποτε απ’ αυτές τις καταστάσεις, οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας μπορούν να διευθετήσουν να χειρισθούν το ζήτημα στην εβδομαδιαία συνάθροιση υπηρεσίας, όχι σε άλλες συναθροίσεις. Στη συνάθροιση υπηρεσίας θα μπορούσε να ανακοινωθεί ότι στον πρώην παραβάτη έγινε έλεγχος από μια δικαστική επιτροπή και ότι έδειξε μετάνοια. Επίσης, μπορεί η δικαστική επιτροπή να νομίζει ότι είναι αναγκαίο να επιβληθούν ορισμένοι περιορισμοί. Αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν το να μη συμμετέχει ο παραβάτης σε μέρη των συναθροίσεων, να μην εκπροσωπεί την εκκλησία σε προσευχή ή, ίσως, και να μη διαβάζει εδάφια και να μη δίνει σχόλια στις συναθροίσεις. Αν η επιτροπή επιβάλει μερικούς περιορισμούς, θα πρέπει να ειδοποιήσει τους πρεσβυτέρους κατά πόσο νομίζουν ότι αυτό θα πρέπει να ανακοινωθεί στην εκκλησία. Αυτοί οι περιορισμοί μπορούν βαθμιαία να αφαιρεθούν στο μέλλον.
30 Το ίδιο βράδυ, αλλά λίγο αργότερα στο πρόγραμμα της συναθροίσεως υπηρεσίας, θα μπορούσε ν’ ανατεθεί σ’ ένα πρεσβύτερο να δώσει μια αυστηρή Γραφική ομιλία. Δεν θα πρέπει να αναφέρει ονομαστικά τον παραβάτη ούτε να αποκαλύψει οποιαδήποτε συγκεκριμένη λεπτομέρεια της εμπιστευτικής πληροφορίας που ήρθε σε φως κατά τη συνεδρίαση της δικαστικής επιτροπής. Αλλά θα μπορούσε να εξετάσει τι λέει ο Λόγος του Θεού γι’ αυτό το είδος του σφάλματος ή της αμαρτίας που αφορά την ειδική αυτή περίπτωση, τον κίνδυνο και πώς να τον αποφεύγουν. Όλη η εκκλησία μπορεί να ωφεληθεί από τέτοια Γραφική νουθεσία.—2 Τιμ. 4:1, 2.
31. Πώς θα πρέπει να αισθανόμαστε για την άποψη του Θεού για τη μετάνοια;
31 Όλοι μας θα πρέπει να εκτιμούμε βαθιά την προθυμία του Ιεχωβά να δεχθεί τη γνήσια μετάνοια. Ασφαλώς δεν θα πρέπει ‘να δεχθούμε την χάριν του Θεού ματαίως’. (2 Κορ. 6:1) Αν κάποιος το κάνει αυτό, υποκύπτοντας στην αμαρτία χωρίς να μετανοιώνει, ο Θεός κατευθύνει την εκκλησία να λάβει ισχυρότερα μέτρα. Μ’ αυτά θα ασχοληθούμε στο επόμενο τεύχος μας.
[Πλαίσιο στη σελίδα 27]
ΤΙ ΜΑΘΑΤΕ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ;
Αν διαπράξουμε ένα σοβαρό αμάρτημα, πρέπει να το ομολογήσουμε στον Θεό κι επίσης θα πρέπει να εφαρμόσουμε τη συμβουλή του Λόγου του να ζητήσουμε τη βοήθεια των «πρεσβυτέρων».
Σε μια συνεδρίαση δικαστικής επιτροπής, οι πρεσβύτεροι αναζητούν να εξακριβώσουν την ενοχή και αγωνίζονται να βοηθήσουν τον παραβάτη να μετανοιώσει.
Σ’ αυτή τη συνεδρίαση, ‘έλεγχος ενώπιον πάντων’ σημαίνει εκείνους που είναι παρόντες σαν μάρτυρες ή που γνωρίζουν για το αμάρτημα.
Ένα άτομο που μετανοιώνει ειλικρινά θλίβεται στην καρδιά του γιατί αμάρτησε εναντίον του Θεού και ονείδισε τον Θεό και το λαό του.
Οι πρεσβύτεροι θα αναζητούν να διακρίνουν αποδείξεις για «έργα άξια της μετανοίας».
Μολονότι τα μέλη της επιτροπής ενδιαφέρονται να βοηθήσουν τον παραβάτη, ενδιαφέρονται επίσης βαθιά να προστατεύσουν την εκκλησία από τη διαφθορά.