Κεφάλαιο 7
Ξένοι και Παρεπίδημοι με Υποδειγματική Διαγωγή
1, 2. Πώς θεωρούνται συχνά οι ξένοι, και γιατί;
ΕΝΑ ΑΤΟΜΟ που ξεχωρίζει σαν πολύ διαφορετικό από τους ανθρώπους της κοινότητας στην οποία κατοικεί, συχνά το βλέπουν με δυσπιστία και καχυποψία. Η διαγωγή του εξετάζεται πιο εξονυχιστικά από εκείνη των ντόπιων ατόμων της περιοχής. Δυστυχώς, μερικά άτομα μπορεί να εκδηλώσουν προκατάληψι εναντίον μιας ολόκληρης φυλής, μιας εθνικότητας ή ενός γένους εξ αιτίας της κακής διαγωγής ενός μόνο ξένου της περιοχής τους. Και κυβερνήσεις ακόμη κάνουν νόμους και κανονισμούς που εφαρμόζονται μόνο σε αλλοδαπούς. Αν η διαγωγή ενός ξένου θεωρηθή ανεπιθύμητη, τότε απελαύνεται.
2 Γιατί όλα αυτά ενδιαφέρουν σοβαρά τον Χριστιανό; Πώς πρέπει να επηρεάζουν τον τρόπο της ζωής του;
3. (α) Γιατί οι αληθινοί Χριστιανοί είναι ‘ξένοι’ σ’ αυτό τον κόσμο; (β) Πώς τους βλέπουν οι άπιστοι, και γιατί;
3 Οι αληθινοί Χριστιανοί είναι ‘ξένοι και παρεπίδημοι’ σ’ αυτό τον κόσμο, διότι αποβλέπουν σ’ ένα μόνιμο τόπο διαμονής σαν μέρος των ‘νέων ουρανών και της νέας γης’ που προέρχονται από τον Θεό. (1 Πέτρου 2:11· 2 Πέτρου 3:13) Επειδή οι γνήσιοι μαθητές του Ιησού Χριστού προσπαθούν να σκέπτωνται και να ενεργούν σε αρμονία με τις Άγιες Γραφές, οι άπιστοι, ή εκείνοι που μόνο προφασίζονται ότι ανήκουν στη Χριστιανοσύνη, μπορεί να τους βλέπουν περιφρονητικά σαν να ήσαν ανεπιθύμητοι ‘ξένοι.’ Αλλά η άποψις του κόσμου για ένα Χριστιανό δεν πρέπει να τον κάνη να αισθάνεται ντροπή. Από τη θεία άποψι, η κατάστασίς του ως ξένου είναι μια αξιοπρεπής κατάστασις. Επομένως, ο Χριστιανός θα πρέπει να κάνη ό,τι μπορεί για να συμπεριφέρεται με τρόπο που δεν θα δίνη σε κανένα βάσιμο λόγο για μομφή.
4, 5. (α) Τον πρώτο αιώνα μ.Χ., γιατί μπορούσε ο απόστολος Πέτρος να πη ότι οι Χριστιανοί είναι παρεπίδημοι διεσπαρμένοι’; (β) Πώς τους έβλεπε ο Ιεχωβά Θεός;
4 Ο απόστολος Πέτρος, γράφοντας στους ομοπίστους του, επέστησε την προσοχή τους στην τιμητική θέσι τους ‘ξένων και παρεπιδήμων.’ Στην αρχή της πρώτης επιστολής του, διαβάζομε τα εξής:
«Πέτρος, απόστολος Ιησού Χριστού, προς τους παρεπίδημους τους διεσπαρμένους εις Πόντον, Γαλατίαν, Καππαδοκίαν, Ασίαν και Βιθυνίαν, εκλεκτούς κατά πρόγνωσιν Θεού Πατρός, διά του αγιασμού του πνεύματος, εις υπακοήν και ραντισμόν του αίματος του Ιησού Χριστού.»—1 Πέτρου 1:1, 2.
5 Τον πρώτο αιώνα μ.Χ., οι πιστοί βρέθηκαν διασκορπισμένοι σε διαφόρους τόπους και ζούσαν ανάμεσα σ’ ένα μεγάλο μη Χριστιανικό πληθυσμό. Συχνά κατεφρονούντο άδικα από τους γείτονές τους. Πρέπει, λοιπόν, να ήταν ενθαρρυντικό γι’ αυτούς το να διαβάζουν ή ν’ ακούουν την εκτίμησι του Ιεχωβά γι’ αυτούς, όπως εκτίθεται στην επιστολή του Πέτρου. Αυτοί ήσαν πραγματικά οι ‘εκλεκτοί’ του Θεού, οι επιλεγμένοι. Ο Ύψιστος τους είχε κάνει κτήμα του, λαό του. Πολύ καιρό προτού έλθη σε ύπαρξι η Χριστιανική εκκλησία που αποτελείτο από Ιουδαίους και μη Ιουδαίους, ο Παντοδύναμος προεγνώριζε ότι θα υπήρχε τελικά μια τέτοια ομάδα υπηρετών του, διασκορπισμένη σε διάφορα μέρη της γης. Μέσω της λειτουργίας του πνεύματος του Θεού επάνω τους, αυτοί αγιάσθηκαν ή ξεχωρίσθηκαν για ιερή χρήσι. Ο σκοπός των ενεργειών του Ιεχωβά σχετικά μ’ αυτούς ήταν για να μπορέσουν αυτοί να γίνουν ευπειθή τέκνα, κάνοντας το θέλημά του. Η γνώσις αυτής της χρήσεώς τους από τον Παγκόσμιο Κυρίαρχο ασφαλώς θα τους είχε διεγείρει βαθιά, υποκινώντας τους να θέλουν να ζήσουν για τον ευγενικό σκοπό για τον οποίο τους προώριζε ο Θεός.
6. (α) Πώς οι Χριστιανοί απέκτησαν την καθαρή τους στάσι ενώπιον του Θεού; (β) Τι μπορεί να περιλαμβάνεται στον ‘ραντισμό τους με το αίμα του Ιησού Χριστού’;
6 Φυσικά, δεν οφείλεται στη δική τους αξία το γεγονός ότι οι πιστοί έγιναν ένας εκλεκτός, αγιασμένος λαός. Σαν άτομα, ήσαν αμαρτωλοί και έπρεπε να καθαρισθούν, και γι’ αυτό ο απόστολος Πέτρος τους χαρακτήρισε ‘ραντισθέντας με το αίμα του Ιησού Χριστού.’ Αυτό μας υπενθυμίζει τη διαδικασία καθαρισμού για έναν Ισραηλίτη, ο οποίος γινόταν τελετουργικά ακάθαρτος, μεταξύ άλλων, και από την επαφή μ’ ένα ανθρώπινο πτώμα. Για να γίνη πάλι καθαρό, το άτομο έπρεπε να ραντισθή με το νερό του καθαρισμού. (Αριθμοί 19:1-22) Με όμοιο τρόπο, τα εξιλεωτικά οφέλη της θυσίας του Χριστού εφαρμόσθηκαν στους Χριστιανούς, κάνοντάς τους να μπορούν να έχουν καθαρή συνείδησι ενώπιον του Θεού και ελευθερία λόγου στην προσέλευσί τους σ’ αυτόν με προσευχή. (Εβραίους 9:13, 14· 10:19-22) Επίσης, όταν οι Ισραηλίτες περιλήφθηκαν σε μια διαθήκη σχέσεως με τον Ιεχωβά, ο Μωυσής ράντισε τον λαό με το αίμα των θυμάτων της θυσίας. (Έξοδος 24:3-8) Επομένως, οι λόγοι περί ‘ραντισμού με το αίμα του Ιησού Χριστού’ μπορούν, επίσης, να επιστήσουν την προσοχή μας στο γεγονός ότι αυτοί οι πιστοί περιλήφθηκαν στη νέα διαθήκη της οποίας μεσίτης είναι ο Ιησούς Χριστός και η οποία έγινε έγκυρη με το χυθέν αίμα του και ότι αυτοί τώρα μετέχουν στα οφέλη αυτής της διαθήκης.
7. Τι απαιτεί από μας το ότι είμαστε ‘ξένοι’;
7 Όπως οι πιστοί τον πρώτο αιώνα μ.Χ., έτσι και οι αφοσιωμένοι μαθητές του Ιησού Χριστού σήμερα έχουν μια τιμητική θέσι ενώπιον του Ιεχωβά Θεού. Σ’ αυτόν τον κόσμο, πρέπει να συμπεριφέρωνται σαν υποδειγματικοί ‘ξένοι’ και ‘παρεπίδημοι,’ διαφορετικά θα φέρουν μομφή στον Ιεχωβά Θεό και στην εκκλησία του λαού του. Όλοι, επομένως, πρέπει να βάλουν βαθιά στην καρδιά τους τη νουθεσία του αποστόλου Πέτρου: «Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπίδημους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής.»—1 Πέτρου 2:11.
8. Σε τι δεν πρέπει να επιτρέψωμε στον εαυτό μας να προσκολληθή, και γιατί;
8 Επειδή είμαστε ‘ξένοι και παρεπίδημοι’ σ’ αυτό το πρόσκαιρο σύστημα πραγμάτων, δεν μπορούμε να επιτρέψωμε στον εαυτό μας να προσκολληθή ακατάλληλα σε οτιδήποτε ανήκει στο παρόν ανθρώπινο σχήμα. Οι επίγειοι δεσμοί, οι θλίψεις, οι χαρές και τα αποκτήματα, δεν είναι μόνιμα. Ο χρόνος και τα απρόοπτα περιστατικά είναι για όλους και μπορούν ν’ αλλάξουν ξαφνικά και ριζικά τις περιστάσεις ενός ανθρώπου. (Εκκλησιαστής 9:11) Γι’ αυτό, είναι πραγματικά συνετό να προσέξωμε τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Οι έχοντες γυναίκας να ήναι ως μη έχοντες, και οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, και οι χαίροντες ως μη χαίροντες, και οι αγοράζοντες ως μη έχοντες κατοχήν, και οι μεταχειριζόμενοι τον κόσμον τούτον ως μηδόλως μεταχειριζόμενοι· διότι το σχήμα του κόσμου τούτου παρέρχεται.» (1 Κορινθίους 7:29-31) Το να είμαστε πλήρως απορροφημένοι σε θλίψεις ή χαρές που είναι αποτέλεσμα των διαρκώς μεταβαλλόμενων περιστάσεων και σχέσεων στον κόσμο θα μπορούσε να μας εμποδίση να πλησιάσωμε περισσότερο τον Ύψιστο και τον Υιό του, πράγμα που θα είχε σοβαρή απώλεια για μας.
9, 10. (α) Τι είναι εκείνο που ευθύνεται για τον τρόπο με τον οποίον οι κοσμικοί βλέπουν τα υλικά αποκτήματα; (β) Γιατί εμείς πρέπει να βλέπωμε τα υλικά αποκτήματα με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι οι άπιστοι;
9 Η κατάστασις της πλειονότητας του ανθρωπίνου γένους δείχνει καθαρά γιατί πρέπει να προσπαθούμε ‘να μη μεταχειριζώμεθα μηδόλως αυτόν τον κόσμο.’ Οι άνθρωποι γενικά ή δεν γνωρίζουν την υπόσχεσι του Θεού για ‘νέους ουρανούς και νέα γη,’ ή δεν έχουν πραγματική πίστι σε μια τέτοια επικείμενη δίκαιη νέα τάξι. Δεν έχουν, λοιπόν, τίποτα παρά μόνο την παρούσα ζωή, στην οποία συγκεντρώνουν την προσοχή τους. Δεν έχουν βάσιμη ελπίδα σχετικά με το μέλλον. Γι’ αυτό και είναι τόσο πολύ απορροφημένοι από τις σκέψεις για τις καθημερινές τους ανάγκες και φροντίζουν ν’ αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα από τον κόσμο. (Ματθαίος 6:31, 32) Τα μάτια τους φωτίζονται με την προσδοκία ότι θ’ αποκτήσουν ωραία ρούχα, λαμπερά κοσμήματα, ακριβά στολίδια, ωραία έπιπλα ή πολυτελείς κατοικίες. Μπορεί να ελπίζουν και να επιζητούν να εντυπωσιάσουν τους άλλους με υλικά αποκτήματα.—1 Ιωάννου 2:15-17.
10 Ο Χριστιανός, αντίθετα, αναγνωρίζει ότι μπροστά του βρίσκεται ένα αιώνιο μέλλον. Θα ήταν ασύνετο γι’ αυτόν ν’ απορροφηθή από τις υποθέσεις της ζωής τόσο ώστε να μην έχη σχεδόν καθόλου χρόνο για τον Δημιουργό, από τον οποίο εξαρτάται το μέλλον του. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι αληθινοί δούλοι του Θεού δεν μπορούν κατάλληλα ν’ απολαμβάνουν πολλά από τα καλά πράγματα που μπορούν ν’ αγορασθούν με το χρήμα. Αλλά ακόμη και οι αβλαβείς απολαύσεις και τα ωφέλιμα υλικά αποκτήματα ποτέ δεν πρέπει ν’ αποτελέσουν το επίκεντρο της ζωής μας, αν εμείς πραγματικά βλέπωμε τους εαυτούς μας σαν ‘παρεπίδημους’ στο παρόν σύστημα. Ενώ δεν είμαστε σπάταλοι ή απερίσκεπτοι με τα αποκτήματά μας, ορθώς τα θεωρούμε όπως και οι αξιόπιστοι άνθρωποι οι οποίοι απλώς νοικιάζουν ένα επιπλωμένο διαμέρισμα, εργαλεία, εφόδια ή άλλα είδη τα οποία χρειάζονται. Αυτοί οι άνθρωποι φροντίζουν γι’ αυτά τα πράγματα καλά, αλλά ποτέ δεν προσηλώνονται απόλυτα σ’ αυτά σαν να ήσαν μόνιμα αποκτήματα τους. Η ζωή μας πρέπει να δείχνη ότι αναγνωρίζομε ότι τίποτε σ’ αυτό το παρόν σύστημα δεν δίνει καμμιά εγγύησι μονιμότητας, αλλά ότι είμαστε ‘ξένοι’ και ‘παρεπίδημοι’ που κινούνται προς την υποσχεμένη νέα τάξι που έχει ετοιμάσει ο Θεός.
‘ΑΠΕΧΕΤΕ ΑΠΟ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ ΤΗΣ ΣΑΡΚΟΣ’
11. Τι θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν οι ‘επιθυμίες της σαρκός’ από τις οποίες πρέπει ν’ απέχωμε;
11 Εν τούτοις, για να κάνωμε επιτυχημένο τον τρόπο ζωής μας σαν Χριστιανοί, απαιτούνται πολύ περισσότερα από μας και όχι απλώς η κατανόησις ότι, ως προς τη σημερινή μας ζωή σ’ αυτόν τον κόσμο, οι περιστάσεις μας υπόκεινται σε απρόβλεπτες αλλαγές. Είναι, επίσης, ανάγκη να προσέξωμε σοβαρά την προτροπή της Αγίας Γραφής ν’ ‘απέχωμε από επιθυμίες της σαρκός.’ Πρόκειται για τα κακά πάθη ή τους πόθους που είναι μέσα στα μέλη του ατόμου. Η επιστολή του αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτας αποκαλύπτει τα αμαρτήματα στα οποία υποκινούν αυτά τα κακά πάθη. Ο απόστολος, αφού τονίζει ότι εκείνος που οδηγείται από το πνεύμα του Θεού δεν εκτελεί «την επιθυμίαν της σαρκός,» απαριθμεί τα έργα της σαρκός—«πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία, φαρμακεία, [άσκησις πνευματισμού, ΜΝΚ] έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, και τα όμοια τούτων.»—Γαλάτας 5:16, 19-21.
12, 13. (α) Πώς οι επιθυμίες της σαρκός «στρατεύονται κατά της ψυχής»; (β) Τι πρέπει να κάνωμε για να διατηρήσωμε μια καθαρή στάσι ενώπιον του Θεού;
12 Σαν αποτέλεσμα της κληρονομημένης αμαρτίας, υφιστάμεθα έντονες πιέσεις να υποκύψωμε σε ‘έργα της σαρκός,’ να εκτελέσωμε «την επιθυμίαν της σαρκός.» Οι βλαβερές επιθυμίες είναι σαν ένας στρατός που εισβάλλει και επιζητεί να κυριαρχήση σ’ όλη την ψυχή, σ’ ολόκληρο το άτομο, κάνοντας το να ενδώση σε αμαρτωλά πάθη. Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος γνώριζε πολύ καλά τον αγώνα που μπορεί να προκύψη έτσι μέσα στο άτομο. Σχετικά με τη δική του περίπτωσι, γράφει: «Εξεύρω ότι δεν κατοικεί εν εμοί, τουτέστιν εν τη σαρκί μου, αγαθόν επειδή το θέλειν πάρεστιν εις εμέ, το πράττειν όμως το καλόν δεν ευρίσκω· διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον θέλω· αλλά το κακόν, το οποίον δεν θέλω τούτο πράττω.» (Ρωμαίους 7:18, 19) Αυτή η πάλη κατέστησε αναγκαίο για τον Παύλο να ‘δαμάζη το σώμα του και να δουλαγωγή, μήπως εις άλλους κηρύξας εκείνος γείνη αδόκιμος.’—1 Κορινθίους 9:27.
13 Με όμοιο τρόπο, η επιθυμία μας να διατηρήσωμε μια καθαρή στάσι ενώπιον του Θεού και να λάβωμε την ευλογία του θα μας υποκινήση να καταβάλωμε προσπάθεια να συγκρατήσωμε κάθε κακή επιθυμία. Γιατί να κάνωμε ένα σκληρό αγώνα ακόμη πιο σκληρό με την ανάμιξί μας σε διασκεδάσεις, σε αναγνωστική ύλη, σε συναναστροφές και περιστάσεις που πρόκειται να διεγείρουν και ν’ αναπτύξουν την πίεσι των αμαρτωλών μας τάσεων; Και το πιο σπουδαίο, είναι ότι έχομε ανάγκη να κάνωμε θετικές ενέργειες για να προστατευθούμε. Καλό είναι να θυμώμαστε ότι δεν μπορούμε να πετύχωμε με τη δική μας δύναμι, αλλά χρειαζόμαστε ενθάρρυνσι από τους αφοσιωμένους αδελφούς μας και βοήθεια από το πνεύμα του Θεού. Ο απόστολος Παύλος παρεκίνησε τον Τιμόθεο να ζητά «την δικαιοσύνην, την πίστιν, την αγάπην, την ειρήνην μετά των επικαλουμένων τον Κύριον εκ καθαράς καρδίας.» (2 Τιμόθεον 2:22) Αν το κάνωμε αυτό, τότε, με τη βοήθεια του αγίου πνεύματος, θα κατορθώσωμε να εμποδίζωμε τις κακές επιθυμίες να μας κατακτούν. Έτσι, η αντίστασίς μας σε σαρκικές επιθυμίες με τη διατήρησι της διάνοιάς μας προσηλωμένης σε ό,τι είναι αληθινό, δίκαιο, σεμνό, καθαρό, προσφιλές, εύφημο, θα μας εμποδίση να επισύρωμε την αποδοκιμασία του Θεού. (Φιλιππησίους 4:8, 9) Αφού επιζητούμε να βοηθήσωμε άλλους να επιτύχουν, δεν πρέπει εμείς οι ίδιοι να αποτύχωμε.
Η ΚΑΛΗ ΔΙΑΓΩΓΗ ΒΟΗΘΕΙ ΑΛΛΟΥΣ ΝΑ ΔΕΧΘΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
14. Πώς μπορεί να ωφεληθούν κι’ άλλοι βλέποντας εμάς να ‘απέχωμε από τις επιθυμίες της σαρκός’;
14 Η ‘αποχή μας από σαρκικές επιθυμίες’ συνοδεύεται από άλλη μια ακόμη επιθυμητή ωφέλεια. Ο απόστολος Πέτρος έγραψε: «Να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως.»—1 Πέτρου 2:12.
15. Με ποιον τρόπο οι Χριστιανοί γίνονταν αντικείμενο κακοπαραστάσεως τον πρώτο αιώνα μ.Χ.;
15 Τον πρώτο αιώνα, οι Χριστιανοί πολύ συχνά γίνονταν αντικείμενο κακοπαραστάσεως, και τους χαρακτήριζαν ως ‘κακοποιούς.’ Συνήθως τέτοιες κατηγορίες ήσαν όπως οι επόμενες: «Ούτοι οι άνθρωποι εκταράττουσι την πόλιν ημών, . . . και διδάσκουσιν έθιμα, τα οποία δεν είναι εις ημάς συγκεχωρημένον να παραδεχώμεθα μηδέ να πράττωμεν, Ρωμαίοι όντες.» (Πράξεις 16:20, 21) Αυτοί οι άνθρωποι αναστάτωσαν την οικουμένην.’ «Πράττουσιν εναντίον των προσταγμάτων του Καίσαρος, λέγοντες ότι είναι βασιλεύς άλλος, ο Ιησούς.» (Πράξεις 17:6, 7) Ο απόστολος Παύλος κατηγορήθηκε ότι ήταν ‘φθοροποιός και διήγειρε στάσιν μεταξύ όλων των κατά την οικουμένην Ιουδαίων.’ (Πράξεις 24:5) Σημαίνοντες άνδρες μεταξύ των Ιουδαίων της Ρώμης είπαν στον Παύλο: «Περί της αιρέσεως ταύτης είναι γνωστόν εις ημάς ότι πανταχού αντιλέγεται.»—Πράξεις 28:22.
16. (α) Ποια είναι η καλύτερη απολογία των Χριστιανών εναντίον αυτής της κακοπαραστάσεως; (β) Πώς αυτό μπορεί να βοηθήση τους εναντιουμένους;
16 Η καλύτερη απολογία εναντίον αυτής της κακοπαραστάσεως είναι η καλή διαγωγή. Όταν οι Χριστιανοί αποδεικνύωνται νομοταγείς, πληρώνουν με συνέπεια τους φόρους τους, εκδηλώνουν προθυμία να κάνουν κάθε ‘καλόν έργον,’ και στις προσωπικές τους εργασίες είναι επιμελείς εργάτες, στις συναλλαγές τους έντιμοι, και δείχνουν πραγματικό ενδιαφέρον για την ευημερία των συνανθρώπων τους—οι εναντίον τους κατηγορίες αποδεικνύονται ψευδείς. (Τίτον 2:2-3:2) Ακόμη και άτομα που επαναλαμβάνουν συκοφαντικές πληροφορίες για τους Χριστιανούς θα μπορούσαν έτσι να βοηθηθούν να διακρίνουν το εσφαλμένο της πορείας τους και να υποκινηθούν να υιοθετήσουν την αληθινή λατρεία. Και τότε, στον καιρό της επισκέψεως του Θεού για κρίσι, αυτοί οι άλλοτε συκοφάντες των Χριστιανών μπορεί να συγκαταριθμηθούν μεταξύ εκείνων που δοξάζουν ή αινούν τον Ύψιστο.
17. Έχοντας υπ’ όψιν το υγιές αποτέλεσμα της καλής διαγωγής στους παρατηρητές, τι πρέπει να προσέξωμε σοβαρά;
17 Το γεγονός ότι ο ορθός τρόπος ζωής ενός Χριστιανού μπορεί ν’ αποτελέση μια τεράστια δύναμι προς το καλό πρέπει να μας κάνη να σκεφθούμε σοβαρά τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στους άλλους και τον βαθμό στον οποίο δείχνομε ενδιαφέρον για τους γείτονές μας. Ασφαλώς δεν πρέπει να κλείνωμε τα μάτια μας στις ανάγκες των γειτόνων μας. Φυσικά, το ότι είμαστε καλοί, υποχρεωτικοί και ευγενικοί γείτονες δεν είναι απλώς θέμα ‘καλής τακτικής.’ Είναι η βάσις του να είμαστε Χριστιανοί. Ο Ιησούς Χριστός, στην επί του Όρους Ομιλία του, έδωσε την εξής νουθεσία: «Πάντα όσα αν θέλητε να κάμνωσιν εις εσάς οι άνθρωποι, ούτω και σεις κάμνετε εις αυτούς.» (Ματθαίος 7:12) Οι Γραφές μάς παροτρύνουν: «Ενόσω έχομεν καιρόν, ας εργαζώμεθα το καλόν προς πάντας, μάλιστα δε προς τους οικείους της πίστεως.» (Γαλάτας 6:10) «Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων.» (Ρωμαίους 12:18) «Ζητείτε πάντοτε το αγαθόν και εις αλλήλους και εις πάντας.»—1 Θεσσαλονικείς 5:15.
18, 19. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Πέτρου 3:8, τι πρέπει ν’ αληθεύη για τις στάσεις μας και τις ενέργειές μας σαν Χριστιανοί;
18 Εξ άλλου είναι φανερό, ότι το να είναι κανείς Χριστιανός περιλαμβάνει περισσότερα από την εκτέλεσι των ζωτικών απαιτήσεων, όπως είναι η παρακολούθησις συναθροίσεων με ομοπίστους και η μετάδοσις των Βιβλικών αληθειών στους άλλους. (Ματθαίος 28:19, 20· Εβραίους 10:24, 25) Είμαστε, επίσης, κάτω απ’ την εντολή να μιμούμεθα τον Υιό του Θεού στη στάσι μας και στις ενέργειές μας, σε ό,τι είμαστε σαν άτομα. Ο απόστολος Πέτρος έγραψε: «Τελευταίον δε, γίνεσθε πάντες ομόφρονες, συμπαθείς, φιλάδελφοι, εύσπλαγχνοι, φιλόφρονες [ταπεινόφρονες, ΜΝΚ].» (1 Πέτρου 3:8) Για να είμαστε «ομόφρονες» πρέπει να είμαστε «εντελώς ηνωμένοι έχοντες το αυτό πνεύμα και την αυτήν γνώμην.» (1 Κορινθίους 1:10) Η σκέψις μας πρέπει ιδιαίτερα να εναρμονίζεται μ’ εκείνη του Ιησού Χριστού ο οποίος έδειξε την αγάπη του καταθέτοντας τη ζωή του για μας. (Ιωάννης 13:34, 35· 15:12, 13) Ενώ οι αληθινοί μαθητές του Ιησού Χριστού είναι «ομόφρονες,» όπως φαίνεται από την αγάπη και την ενότητά τους σ’ όλο τον κόσμο, τα ερωτήματα στα οποία εμείς ατομικά πρέπει ν’ απαντήσωμε είναι αυτά: ‘Συμβάλλω εγώ γνήσια σ’ αυτό το πνεύμα της ενότητας και της στοργής; Πώς, και σε τι βαθμό;’
19 Αν αγαπούμε αληθινά τους πνευματικούς αδελφούς μας, θα είμαστε καλοί και συγχωρητικοί. Αφού συζητηθή ένα πρόβλημα και συμφωνηθή μια λύσις, δεν θα εξακολουθήσουμε να φιλοξενούμε μέσα μας μνησικακία και ν’ αποφεύγωμε εσκεμμένα ωρισμένα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας που μπορεί να συνετέλεσαν στη δημιουργία αυτής της δυσχέρειας. Σύμφωνα με τη συμβουλή του Πέτρου, είναι ανάγκη να φυλαγώμαστε από το να πέσωμε θύμα της πορώσεως, της σκληρότητας και της υπερηφάνειας που είναι κοινές στον κόσμο. Οι άλλοι πρέπει να μπορούν να διακρίνουν ότι είμαστε «συμπαθείς,» δηλαδή εκδηλώνομε συμπάθεια σ’ εκείνους που υποφέρουν, ότι έχομε θερμή αγάπη ή στοργή για τους πνευματικούς αδελφούς μας, ότι είμαστε «εύσπλαγχνοι,» δηλαδή πρόθυμοι να δείξωμε έλεος, και ότι δεν έχομε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, αλλά είμαστε ‘ταπεινόφρονες,’ πρόθυμοι να υπηρετήσωμε τους άλλους.—Παράβαλε με Ματθαίο 18:21-35· 1 Θεσσαλονικείς 2:7-12· 5:14.
20. Τι απαιτεί από μας η συμμόρφωσίς μας με τη συμβουλή που αναγράφεται στο εδάφιο 1 Πέτρου 3:9;
20 Επίσης, δεν πρέπει να περιορίζωμε την εκδήλωσι συμπάθειας, συμπόνιας και καλωσύνης μόνο στους ομοπίστους μας. (Λουκάς 6:27-36) Ο απόστολος Πέτρος στη συνέχεια προέτρεψε τους Χριστιανούς να ‘μην αποδίδουν κακόν αντί κακού ή λοιδορίαν αντί λοιδορίας αλλά το εναντίον, ευλογίες.’ (1 Πέτρου 3:9) Αυτό δεν σημαίνει ότι θα επαινούμε πρόσωπα που μας βλάπτουν ή μας λοιδορούν ή θα τους κατακλύζωμε με στοργή. Αλλά θα κάνωμε το καλύτερο δυνατό, και θα έχωμε μεγάλη ειρήνη διανοίας και ευτυχία αν εξακολουθήσωμε να είμαστε στοργικοί και διακριτικοί στις σχέσεις μας μ’ αυτούς, ελπίζοντας ότι και αυτοί θα μπορούσαν ν’ αλλάξουν τον τρόπο τους και να λάβουν τις θείες ευλογίες.
ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΤΑΠΟΔΙΔΩΜΕ
21. Πώς το παράδειγμα του Ιεχωβά μάς βοηθεί να μην ανταποδίδωμε;
21 Το γεγονός ότι ο Ιεχωβά Θεός σπλαγχνικά συγχωρεί τα αμαρτήματά μας με βάσι τη θυσία του Ιησού πρέπει να μας υποκινή να συμπεριφερόμαστε ακόμη και στους εχθρούς μας μ’ ένα φιλάγαθο, σπλαγχνικό τρόπο. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Εάν όμως δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας.» (Ματθαίος 6:15) Επομένως, το να κληρονομήσουμε μόνιμες ευλογίες από τον Θεό εξαρτάται από την προθυμία μας να ευλογούμε τους άλλους. Ο Ιεχωβά Θεός επιτρέπει σ’ εμάς να δοκιμάζωμε αφιλάγαθη μεταχείρισι. Μεταξύ των αιτιών γι’ αυτό είναι το να μπορούμε να έχωμε την ευκαιρία να δείξωμε ότι είμαστε συγχωρητικοί και σπλαγχνικοί προς τους συνανθρώπους μας. Ο απόστολος Πέτρος εξέφρασε αυτή τη σκέψι και είπε συνεχίζοντας τα εξής: «Εις τούτο προσεκλήθητε [να ευλογήτε εκείνους που ζητούν να σας βλάψουν], διά να κληρονομήσητε ευλογίαν.» (1 Πέτρου 3:9) Αυτό δεν σημαίνει ότι ο ουράνιος Πατέρας μας θέλει να μας βλάπτουν οι άλλοι. Απλώς δεν παρεμβαίνει για να εμποδίση το να υποβληθούμε σε προβλήματα από αμαρτωλούς ανθρώπους, ενόσω ζούμε σ’ ένα αμαρτωλό κόσμο. Και αυτό μας δίνει την ευκαιρία να δείξωμε αν πραγματικά θέλωμε να είμαστε όπως αυτός—φιλάγαθοι, ελεήμονες και συγχωρητικοί.
22. Τι ενθάρρυνσι δίνουν τα εδάφια Ψαλμός 34:12-16 για την αποφυγή ενός πνεύματος αντεκδικήσεως;
22 Ο Πέτρος, συνεχίζοντας την ενθάρρυνσί του να μη αντεκδικούμεθα με λόγια ή με έργα, παραθέτει περικοπή από τον Ψαλμό 34:12-16 και γράφει:
«Διότι όστις θέλει να αγαπά την ζωήν και ίδη ημέρας αγαθάς ας παύση την γλώσσαν αυτού από κακού και τα χείλη αυτού από του να λαλώσι δόλον, ας εκκλίνη από κακού και ας πράξη αγαθόν, ας ζητήση ειρήνην και ας ακολουθήση αυτήν διότι οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι επί τους δικαίους και τα ώτα αυτού εις την δέησιν αυτών, το δε πρόσωπον του Κυρίου είναι κατά των πραττόντων κακά.»—1 Πέτρου 3:10-12.
23, 24. (α) Τι σημαίνει να ‘αγαπούμε την ζωήν’ και να θέλωμε να ιδούμε ημέρας αγαθάς’; (β) Πώς ωφελούμεθα δείχνοντας αγάπη για τη ζωή;
23 Αυτά τα λόγια του Πέτρου τονίζουν ότι η μεταχείρισις όλων των ανθρώπων μ’ ένα φιλάγαθο τρόπο αποτελεί πραγματικά τη μόνη κατάλληλη οδό ζωής, τον καλύτερο τρόπο διαβιώσεως. Εκείνος που «αγαπά την ζωήν,» εκτιμώντας την σαν δώρο από τον Θεό, και ο οποίος θέλει να ιδή «ημέρας αγαθάς»—ημέρες που θα του δώσουν το αίσθημα ότι υπάρχει σκοπός και νόημα στη ζωή—το δείχνει αυτό με την προαγωγή της ευτυχίας των συνανθρώπων του. Χαλιναγωγεί τη γλώσσα του, και δεν τη χρησιμοποιεί για να υποτιμήση, να ονειδίση, να απατήση ή να αδικήση τους άλλους. Η επιθυμία του είναι ν’ αποφεύγη κάθε κακό και να κάνη ό,τι είναι καλό από την άποψι του Θεού. Σαν άτομο που ζητεί και επιδιώκει την ειρήνη, δεν θα είναι επιθετικός ή φιλόνικος, αλλά θα προσπαθή να προάγη καλές σχέσεις με τους άλλους και μεταξύ των άλλων.—Ρωμαίους 14:19.
24 Εκείνος που εκδηλώνει την αγάπη του για τη ζωή με το να βοηθή άλλους ν’ απολαμβάνουν ευτυχία και ειρήνη, κάνει τον εαυτό του ένα επιθυμητό σύντροφο. Οι άλλοι δείχνουν με τα λόγια και τις πράξεις τους ότι τον θεωρούν χρήσιμο, επιθυμητό και τον εκτιμούν. Σαν αποτέλεσμα τούτου, η ζωή του ποτέ δεν θα είναι άδεια ή χωρίς νόημα.—Παροιμίαι 11:17, 25.
25. Γιατί μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τη στοργική φροντίδα και τη βοήθεια του Θεού;
25 Μολονότι η αγαθωσύνη του μπορεί να μη γίνεται πάντα δεκτή με ευγνωμοσύνη, ένα τέτοιο άτομο έχει τη διαβεβαίωσι της στοργικής φροντίδας του Ιεχωβά Θεού. Εφόσον οι οφθαλμοί του Υψίστου επαγρυπνούν στους δικαίους και τα ώτα του είναι πάντοτε έτοιμα να τους ακούσουν, αυτός γνωρίζει ακριβώς ποιες είναι οι ανάγκες τους και μπορεί γρήγορα ν’ αποκριθή καλύπτοντάς τις. Αυτός πραγματικά θα τους κάνη να δουν «ημέρας αγαθάς,» διότι η ευσέβεια που δείχνουν ‘έχει επαγγελίαν της παρούσης ζωής και της μελλούσης.’ (1 Τιμόθεον 4:8) Εξ άλλου, εκείνοι που πράττουν το κακό—που δεν εργάζονται για την ειρήνη και την ευτυχία των άλλων—δεν μπορούν ν’ αναμένουν εκδήλωσι της θείας επιδοκιμασίας. Το «πρόσωπον» του Θεού είναι εναντίον τους με κατάκρισι, διότι τίποτα δεν ξεφεύγει από την προσοχή του.
ΜΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΩΦΕΛΕΙΑΣ
26. Σύμφωνα με τα λόγια του Πέτρου, ποιος επιθυμεί ίσως να μας δη να επιστρέφωμε στις διεφθαρμένες συνήθειες του κόσμου;
26 Αν τηρούμε πάντοτε ενώπιόν μας τα οφέλη που προκύπτουν από την καλή διαγωγή, αυτό θα μας βοηθήση ν’ ανθέξωμε στις πιέσεις να εμπλακούμε στις ευτελείς πράξεις του κόσμου. Ο απόστολος Πέτρος μάς δίνει μια ισχυρή ενθάρρυνσι προς τούτο, λέγοντας:
«Αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις· και δια τούτο παραξενεύονται ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν οίτινες θέλουσιν αποδώσει λόγον εις εκείνον, όστις είναι έτοιμος να κρίνη ζώντας και νεκρούς. Επειδή διά τούτο εκηρύχθη το ευαγγέλιον και προς τους νεκρούς, δια να κριθώσι μεν κατά ανθρώπους εν σαρκί, να ζώσι δε κατά Θεόν εν πνεύματι.»—1 Πέτρου 4:3-6.
27. Γιατί δεν πρέπει ποτέ να θελήσωμε να επιστρέψωμε στη διαφθορά του κόσμου;
27 Ο καιρός που μπορεί να έχη δαπανήσει ένας Χριστιανός για να ικανοποιήση τα αμαρτωλά του πάθη και τις επιθυμίες του, ενόσω αγνοούσε το θέλημα και το σκοπό του Θεού, ασφαλώς πρέπει να του ήταν αρκετός για να μη θελήση ποτέ να επανέλθη σε μια ζωή που χαρακτηρίζεται από υπερβολές και έλλειψι ηθικού περιορισμού. Ποτέ δεν πρέπει να λησμονούμε πόσο άδεια και χωρίς νόημα είναι μια ζωή αυτοϊκανοποιήσεως, καθώς και την ντροπή που τη συνοδεύει. (Ρωμαίους 6:21) Η χυδαία, άσεμνη διασκέδασις, οι λάγνοι χοροί και η άγρια διεγερτική μουσική, που έχουν γίνει τόσο δημοφιλή στον κόσμο, πρέπει να μας απωθούν και όχι να μας ελκύουν. Μολονότι μπορεί να μην είναι εύκολο ν’ ακούμε υβριστικά λόγια από τους άλλοτε συντρόφους μας επειδή αποφεύγομε αυτά τα πράγματα, ασφαλώς δεν έχομε τίποτε να κερδίσωμε συντροφεύοντάς τους στα οργιώδη ‘πάρτυ’ τους και στον αχαλίνωτο τρόπο ζωής τους. Αλλά έχομε να χάσωμε πολλά με το να υιοθετήσωμε την κοσμικότητα. Όλοι όσοι πράττουν το κακό, πρέπει ν’ αποδώσουν λόγο για τις πράξεις τους ενώπιον του Ιησού Χριστού, εκείνου τον οποίον ο Ιεχωβά Θεός, διώρισε να κρίνη ζώντες και νεκρούς. (2 Τιμόθεον 4:1) Επειδή αυτή η κρίσις είναι βεβαία, το «ευαγγέλιον» κηρύχθηκε και στους «νεκρούς,» δηλαδή στους πνευματικά νεκρούς που είχαν ανάγκη μετανοίας, ώστε να μεταστραφούν και να έλθουν στη ζωή από τη θεία άποψι με την εφαρμογή των εξιλεωτικών ωφελημάτων της θυσίας του Χριστού σ’ αυτούς.
28. (α) Γιατί θα μπορούσε να κριθούν οι Χριστιανοί «κατά ανθρώπους εν σαρκί»; (β) Γιατί δεν πρέπει να μας ενοχλή μια τέτοια κρίσις;
28 Εκείνοι που μετανοούν είναι πράγματι πολύτιμοι ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, και αυτός θέλει ν’ απολαμβάνουν αιώνια ευτυχισμένη ζωή. Οι άνθρωποι αυτού του κόσμου, όμως, δεν αναγνωρίζουν την καλή υπόστασι που έχουν οι αληθινοί Χριστιανοί ενώπιον του Δημιουργού. Αυτοί οι κοσμικοί βλέπουν τους μαθητές του Χριστού όπως και τους άλλους ανθρώπους και τους κρίνουν «εν σαρκί,» από την εξωτερική εμφάνισι. Εν τούτοις, το γεγονός ότι η κρίσις τους για μας είναι δυσμενής δεν πρέπει να μας ανησυχή. Εκείνο που υπολογίζεται πραγματικά είναι αν ο Ιεχωβά Θεός μας θεωρή ότι ζούμε «εν πνεύματι,» δηλαδή μια πνευματική ζωή. Αυτό θα συμβαίνη αν η ζωή μας εξακολουθή να είναι σε αρμονία με τις εντολές του Υψίστου.
29. Τι σοβαρούς λόγους έχομε να διατηρούμε καλή διαγωγή;
29 Έχομε πραγματικά σοβαρό λόγο να διατηρούμε καλή διαγωγή σαν ‘ξένοι και παρεπίδημοι’ μέσα σ’ αυτό το παρόν σύστημα. Ο Ύψιστος το προστάζει αυτό. Το παράδειγμα της αγαθής, σπλαγχνικής πολιτείας του μ’ εμάς απαιτεί να είμαστε διακριτικοί, ελεήμονες και συγχωρητικοί στις σχέσεις μας με τους άλλους. Η αξιέπαινη διαγωγή μας αντανακλά ευμενώς στον Θεό μας και μπορεί να βοηθήση άλλους να γίνουν δούλοι του. Μόνο με τη διατήρησι καλής διαγωγής θα εξακολουθήσουμε ν’ απολαμβάνωμε την ευλογία του Ιεχωβά και τελικά θα λάβωμε αιώνια ζωή σ’ ένα μόνιμο τόπο κατοικίας. Κανένας άλλος τρόπος ζωής δεν είναι τόσο ωφέλιμος τώρα και δεν επιφυλάσσει μια τόσο μεγάλη υπόσχεσι για το μέλλον.