Η Δοκιμασμένη Ιδιότης της Πίστεως Απεργάζεται Υπομονή
«Η δοκιμασία της πίστεώς σας εργάζεται υπομονήν.»—Ιακ. 1:3.
1. Τι είναι πίστις όπως ορίζεται στην Αγία Γραφή;
ΤΙ ΕΙΝΑΙ πίστις; Ο πληρέστερος ορισμός ή περιγραφή βρίσκεται στο ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής. Εκεί διαβάζομε: «Είναι δε η πίστις ελπιζομένων πεποίθησις (υπόστασις, Κείμενον) βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων.»—Εβρ. 11:1.
2, 3. (α) Ποια είναι η δύναμις της εκφράσεως «ελπιζομένων πεποίθησις» στον ορισμό της πίστεως; (β) Πώς η πίστις είναι «βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων;»
2 Η φράσις «ελπιζομένων πεποίθησις» μεταφράζεται από την λέξι «υπόστασις.» (Διάστιχος Μετάφρασις της Βασιλείας) Σημαίνει έδαφος, βάσις, υποστήριγμα, θεμέλιο, εμπιστοσύνη, καθώς επίσης και πραγματικότης, ουσία, προκειμένου να γίνη διάκρισις απ’ εκείνο που είναι μη πραγματικό, ή φανταστικό.
3 Ο Ιησούς είπε στη Σαμαρείτιδα: «Ο Θεός είναι πνεύμα, και οι προσκυνούντες αυτόν εν πνεύματι και αληθεία πρέπει να προσκυνώσι,» όχι σύμφωνα με μύθους ή φανταστικές ιδέες. (Ιωάν. 4:24) Εκείνος που έγραψε την επιστολή προς Εβραίους συνεχίζοντας είπε ότι η πίστις είναι «βεβαίωσις πραγμάτων (πραγματικοτήτων, ΜΝΚ) μη βλεπομένων.» Η πίστις, λοιπόν, κάνει ένα άτομο να ενεργή σαν τα αόρατα πράγματα να ήσαν πραγματικά, ακριβώς όπως θα ενεργούσε αν τα έβλεπε. Ο λόγος είναι ότι τα πράγματα είναι θετικώς πραγματικά, και εκείνος που έχει γνήσια πίστι το γνωρίζει αυτό, μολονότι αυτά τα πράγματα είναι αόρατα τώρα. Εκείνο που ίσως ονομάζεται «πίστις» και το οποίο δεν βασίζεται στην πραγματικότητα, δεν είναι πραγματική πίστις, αλλά ευπιστία.—Παράβαλε Εβραίους 11:27.
4. Δώστε ένα παράδειγμα, από την καθημερινή ζωή, για το τι είναι πίστις.
4 Παραδείγματος χάριν, πιστεύετε ότι ωρισμένες πόλεις, όπως είναι η Μόσχα και το Πεκίνο, υπάρχουν, έστω κι αν σεις μπορεί να μη τις έχετε επισκεφθή ποτέ. Ίσως να μην έχετε ιδή ούτε μια φωτογραφία αυτών των πόλεων. Αλλά έχετε ακούσει και διαβάσει ειδήσεις και έχετε ιδεί την τοποθεσία αυτών των πόλεων σε γεωγραφικούς χάρτες. Λόγω της σταθερότητος της πίστεώς σας, που δεν βασίζεται σε υποθέσεις ή φαντασίες, δεν θα διστάζατε να μπήτε σ’ ένα αεροπλάνο και να πάτε σε μια απ’ αυτές τις πόλεις, αν εκρίνατε αναγκαίο να κάμετε αυτό το ταξίδι. Θα ήσαστε βέβαιος ότι η ελπίδα σας να δήτε αυτή την πόλι εκεί, θα επραγματοποιείτο όταν προσγειώνετο το αεροπλάνο. Ή, αν έχετε ένα προσφιλή κι έμπιστο φίλο που ποτέ δεν σας απάτησε, πιστεύετε ό,τι σας λέγει και είναι πιθανόν να φθάσετε ως το σημείο να ενεργήσετε ανάλογα σαν να επρόκειτο για μια πραγματικότητα, εκτός αν αυτά που λέγει αντιφάσκουν αισθητά προς τα γνωστά γεγονότα καθώς και προς ό,τι είναι αυτός προσωπικά, πράγμα που το γνωρίζετε καλά. Έχετε άφθονα προηγούμενα παραδείγματα της ειλικρινείας του και σ’ αυτά βασίζετε την πίστι σας.
5. Όταν ο συγγραφεύς της Βίβλου λέγει ότι «η πίστις είναι βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων,» τι δείχνει για την πίστι;
5 Ο απόστολος, διευκρινίζοντας ακόμη πιο καθαρά τι είναι πίστις, χρησιμοποιεί την Ελληνική λέξι που σημαίνει ‘μομφή,’ η ‘επίπληξις’, και αποδίδεται από διαφόρους μεταφραστάς ως ‘φανερή απόδειξις,’ ‘πεποίθησις,’ ‘βεβαίωσις’, και παρόμοιες εκφράσεις. (Εβρ. 11:1· 2 Τιμ. 3:16· Διάστιχος Μετάφρασις της Βασιλείας, Δίγλωττον, Νέα Αγγλική Βίβλος) Όταν επιπλήττωμε κάποιον, εισχωρούμε πλήρως στο ζήτημα εξετάζοντάς το από κάθε πλευρά. Τονίζομε κατάλληλα γεγονότα και ισχυρά επιχειρήματα που αποδεικνύουν το διαφιλονεικούμενο σημείο, έτσι ώστε ο ακροατής πείθεται από την ισχυρή απόδειξι χωρίς ν’ αμφιβάλλη. Η πίστις, λοιπόν, πρέπει να βασίζεται σε αποδείξεις που είναι πειστικές. Το απλό συγκινησιακό αίσθημα δεν είναι πίστις. Η πίστις πρέπει να έχη γεγονότα, προηγούμενη πείρα ή αδιάψευστη μαρτυρία στην οποία να εναποτίθεται εμπιστοσύνη. Τότε τα πιστευόμενα ή τα ελπιζόμενα πράγματα δεν θα φέρουν απογοήτευσι.—Παράβαλε Ρωμαίους 9:33· 10:11.
Η ΠΙΣΤΙΣ ΑΠΑΙΤΕΙ ΠΕΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙ
6, 7. Ποιοι είναι δύο, μάλιστα τρεις, μάρτυρες που θεμελιώνουν την πίστι στην ύπαρξι του Θεού;
6 Για ν’ ασκήσωμε πίστι σε κάτι αόρατο, πρέπει να έχωμε αποδείξεις από αξιόπιστες πηγές. Όσο για την ύπαρξι του Θεού, του Δημιουργού, έχομε την απόδειξι της δημιουργίας—που είναι τόσο θαυμαστή ώστε δεν μπορούν οι απλοί άνθρωποι να την καταλάβουν πλήρως. Βλέπομε τη ζωή επάνω στη γη, με τα πλάσματα που αλληλοεξαρτώνται και έχουν το ένα ανάγκη του άλλου. Έπειτα έχομε την Αγία Γραφή που μας λέγει ότι ο Θεός εδημιούργησε αυτά τα πράγματα και εκθέτει επίσης και τον σκοπό της δημιουργίας των. Έχομε λοιπόν τη μαρτυρία των ιδίων των δημιουργημάτων και του λόγου του Θεού, που εγράφη, όχι από έναν άνθρωπο μόνο, αλλά από πολλούς ανθρώπους ακεραιότητος και πιστότητος.—Ρωμ. 1:19, 20· Πράξ. 4:24.
7 Έχομε επίσης την ικανότητα της λογικής, που μας λέγει ότι ο Δημιουργός πρέπει προφανώς να είναι πέραν από τη δυνατότητα πλήρους κατανοήσεως από μέρους εκείνων που αυτός δημιουργεί. Όταν παρατηρούμε την τεράστια έκτασι του φυσικού σύμπαντος μέσα στο οποίο ζούμε, μπορούμε να καταλάβωμε μόνο ένα απειροελάχιστο μέρος του. Δεν πρέπει λοιπόν ο Δημιουργός αυτού του σύμπαντος να είναι πολύ υπεράνω αυτού, αφού μάλιστα είναι αόρατος σε μας; Αυτό το γεγονός ο Θεός το επιβεβαιώνει μέσω του προφήτου του Ησαΐα: «Τις εμέτρησε τα ύδατα εν τω κοιλώματι της χειρός αυτού και εστάθμισε τους ουρανούς με την σπιθαμήν και συμπεριέλαβεν εν μέτρω το χώμα της γης και εζύγισε τα όρη δια στατήρος και τους λόφους δια πλάστιγγος;» «Με τίνα λοιπόν θέλετε εξομοιώσει τον Θεόν; ή τι ομοίωμα θέλετε προσαρμόσει εις αυτόν;»—Ησ. 40:12, 18.
8. Πώς ο Θεός στοργικά έδωσε στον Αβραάμ δύο ισχυρούς λόγους ή αποδείξεις για να πιστεύη στην ανάστασι;
8 Όταν δοκιμάσθηκε η πίστις του Αβραάμ εν σχέσει με την προσφορά του υιού του Ισαάκ ως θυσία, για δύο τουλάχιστον λόγους ο Αβραάμ είχε πίστι ότι ο Θεός θ’ ανέσταινε τον Ισαάκ. Είχε τον λόγο του Θεού ότι μέσω του Ισαάκ θα προήρχετο ένα μεγάλο έθνος, πράγμα που φυσικά ήταν αρκετό. Αλλά εγνώριζε επίσης ότι ο Ισαάκ του είχε δοθή θαυματουργικά και οι αναπαραγωγικές δυνάμεις του Αβραάμ και της Σάρρας είχαν ανανεωθή γι’ αυτόν τον σκοπό. Αυτό το έργο του Θεού ήταν ένα τόσο μεγάλο θαύμα όσο και μια ανάστασις. Γι’ αυτούς τους λόγους και λόγω της πιστότητος και της αγάπης του Θεού προς αυτόν, ο Αβραάμ ήταν βέβαιος ότι ο Θεός θ’ ανέσταινε τον αγαπητό του Ισαάκ.—Ρωμ. 4:17-21· Εβρ. 11:17-19.
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΓΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΙΣΤΙ
9, 10. (α) Μολονότι υπάρχει απόδειξις για πίστι, πώς φαίνεται αυτή η απόδειξις σ’ έναν που δεν έχει πίστι; (β) Τι είδους πίστι θέλει ο Θεός να έχη ο λαός του; (γ) Πώς ο Ψαλμός 27:1-3 εξηγεί αυτό το είδος πίστεως; (β) Πώς τα λόγια του Ιησού στο κατά Ματθαίον 13:11-15 δείχνουν γιατί η «πίστις δεν υπάρχει εις πάντας» όπως αναγράφεται στην επιστολή 2 Θεσσαλονικείς 3:2;
9 Ένα χαρακτηριστικό της πίστεως σε πράγματα που ανάγονται στον Θεό σε ό,τι αυτός υπόσχεται, σε γεγονότα για την εκπλήρωσι των προφητειών του, κ.λ.π. είναι ότι σ’ εκείνον που δεν έχει γνώσι Θεού, τα γεγονότα, στην επιφάνεια, μπορεί να φαίνωνται αντίθετα ή αντιφατικά προς την αληθινή Χριστιανική πίστι. Αυτό οφείλεται στο ότι ο Θεός θέλει ο λαός του να έχη πίστι σ’ αυτόν, ακριβώς όπως ένας γυιος έχει πίστι σ’ έναν καλό πατέρα και ζητεί από τον λαό του ν’ αποδείξη την πίστι του, έστω κι αν τα πράγματα που υποσχέθηκε ο Θεός φαίνωνται απομακρυσμένα, ή και αδύνατα από μια αυστηρά ανθρώπινη άποψι. Ο Θεός δεν θέλει ως λάτρεις του εκείνους που θέλουν να βλέπουν τα πάντα κατά γράμμα για να πιστέψουν. Σημειώστε ότι ο Ιησούς συχνά έδινε παραβολές τις οποίες εξηγούσε αργότερα σε κείνους που είχαν αρκετό ενδιαφέρον—αρκετή πίστι σ’ αυτόν—για να ερευνήσουν. Αλλ’ εκείνοι που δεν είχαν ειλικρινείς, ερευνητικές καρδιές—που δεν επίστευαν βαθειά—ακολουθούσαν τον δρόμο τους χωρίς κατανόησι και χωρίς πίστι. Ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του:
10 «Εις εσάς εδόθη να γνωρίσητε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, εις εκείνους όμως δεν εδόθη. Διότι όστις έχει, έτι θέλει δοθή εις αυτόν και θέλει περισσευθή· όστις όμως δεν έχει, και ό,τι έχει θέλει αφαιρεθή απ’ αυτού. Δια τούτο λαλώ προς αυτούς δια παραβολών, διότι βλέποντες δεν βλέπουσι και ακούοντες δεν ακούουσιν ουδέ νοούσι. Και εκπληρούται επ’ αυτών η προφητεία του Ησαΐου η λέγουσα· με την ακοήν θέλετε ακούσει και δεν θέλετε εννοήσει, και βλέποντες θέλετε ιδεί και δεν θέλετε καταλάβει· διότι επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και με τα ώτα βαρέως ήκουσαν.» (Ματθαίος 13:11-15) Εν τούτοις, γύρω από τους Ιουδαίους υπήρχε αφθονία αποδείξεων ότι ο Μεσσίας είχε έλθει πραγματικά.
11, 12. Δώστε ένα παράδειγμα της ‘βεβαιώσεως πραγματικοτήτων’ που είναι κρυμμένες από τον κόσμο γενικά.
11 Σήμερα, ο αναγνώστης της Αγίας Γραφής περιστοιχίζεται από γεγονότα που δείχνουν ότι η Μεσσιανική βασιλεία πλησιάζει. Αλλά σ’ εκείνους που εναποθέτουν την ελπίδα τους σ’ αυτόν τον κόσμο φαίνεται ότι τα πράγματα θα συνεχίζωνται επ’ άπειρον όπως τώρα. Η σημερινή κατάστασις ομοιάζει με την κατάστασι που υπήρχε όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, μολονότι το τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων απείχε χρονικώς μόνο λίγα χρόνια. Ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους:
12 «Όταν ίδητε την νεφέλην ανυψουμένην από δυσμών, ευθύς λέγετε, Βροχή έρχεται, και γίνεται ούτω· και όταν νότον πνέοντα, λέγετε ότι καύσων θέλει είσθαι, και γίνεται. Υποκριταί, το πρόσωπον της γης και του ουρανού εξεύρετε να διακρίνητε, τον δε καιρόν τούτον πώς δεν διακρίνετε;»—Λουκάς 12:54-56.
13. Πώς τα εδάφια 1 Κορινθίους 2:12-14 αποκαλύπτουν ότι ο φυσικός άνθρωπος δεν μπορεί να διακρίνη πράγματα που φαίνονται καθαρά στον Χριστιανό;
13 Κάποιος μπορεί να πη, Πώς συμβαίνει, λοιπόν, αν η πίστις βασίζεται σε τέτοιες ισχυρές αποδείξεις, να μη βλέπουν οι άλλοι τα πράγματα όπως τα βλέπει ο Χριστιανός; Ο απόστολος το εξηγεί αυτό: «Αλλ’ ημείς δεν ελάβομεν το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα το εκ του Θεού, δια να γνωρίσωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς. . . . Ο φυσικός όμως άνθρωπος δεν δέχεται τα του πνεύματος του Θεού· διότι είναι μωρία εις αυτόν, και δεν δύναται να γνωρίση αυτά, διότι πνευματικώς ανακρίνονται.»—1 Κορ. 2:12-14.
14. Δώστε ένα παράδειγμα για να δείξετε τους λόγους για τους οποίους όσοι δεν έχουν πίστι παρερμηνεύουν τα πράγματα.
14 Λόγου χάριν, αποτελεί κοινή θρησκευτική πεποίθησι να λέγουν, όταν πεθαίνη κάποιος, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για βρέφος, ‘ο Θεός το πήρε.’ Ακούμε συχνά το παράπονο, ‘Γιατί ο Θεός να πάρη το μωρό μου (ή, τον σύζυγο μου);’ Επιφανειακώς μπορεί να φαίνεται ότι, αφού ο Θεός είναι παντοδύναμος, οτιδήποτε συμβαίνει, γίνεται με τη δική του κατεύθυνσι. Εν τούτοις, αυτοί οι άνθρωποι δεν διακρίνουν ότι δεν ήταν ο Θεός, αλλά ο Αδάμ, εκείνος που επέφερε τον θάνατο στην οικογένειά του όταν εσκεμμένα εστασίασε κατά του Θεού και έχασε το δικαίωμα της ζωής για τους απογόνους του. (Ρωμ. 5:12) Αποτυγχάνουν να διακρίνουν ότι ο Σατανάς ή Διάβολος αμφισβήτησε τότε την κυριαρχία του Θεού λέγοντας ότι κανείς δεν θα μπορούσε να κρατήση ακεραιότητα απέναντι του Θεού κάτω από δοκιμασία. (Ιώβ 2:4, 5) Δεν καταλαβαίνουν ότι ο Θεός επέτρεψε την ανομία και τη θλίψι για ένα περιωρισμένο διάστημα χρόνου εξ αιτίας αυτού του ζητήματος. Δεν γνωρίζουν ότι οι νεκροί αναπαύονται στον τάφο, αναμένοντας την ανάστασι μέσω του Ιησού Χριστού—τη σπλαγχνική προμήθεια του Θεού. (Ιωάν. 11:11-14, 24) Αλλά, πρωτίστως, δεν ξέρουν την προσωπικότητα του Θεού, ότι αυτός ποτέ δεν θα ενεργούσε τόσο σκληρά και ιδιοτελώς ώστε να ‘πάρη’ κάποιον που είναι χρήσιμος στη σύζυγο ή στους γονείς.—Έξοδ. 34:6, 7.
ΓΙΑΤΙ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΙΣΧΥΡΗ ΚΑΡΤΕΡΙΚΗ ΠΙΣΤΙΣ
15. Πώς η απώλεια ή η αδυναμία της πίστεως είναι η «ευκόλως εμπεριπλέκουσα ημάς αμαρτία;»
15 Επειδή η ακεραιότης ενός Χριστιανού και η πορεία της ενεργείας του βασίζονται στην πίστι και οποιαδήποτε παρέκκλισις από την ορθή πορεία δείχνει κάποια αδυναμία της πίστεως, ο απόστολος συνεχίζει την εξέτασι της πίστεως, παραθέτοντας παραδείγματα και κατόπιν λέγει: «Λοιπόν και ημείς, περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα.» (Εβρ. 12:1) Επομένως, η ιδιότης της πίστεως, του Χριστιανού πρέπει να είναι υψηλής ποιότητος.
16, 17. Δώστε δύο παραδείγματα που δείχνουν γιατί απαιτείται πίστις και ακεραιότης μεγάλου βαθμού απ’ εκείνους που ελπίζουν να ζήσουν στη ‘νέα γη.’
16 Γιατί είναι ζωτικό να είναι τόσο υψηλής ποιότητος η πίστις του Χριστιανού, ώστε ν’ αντέχη σε οποιαδήποτε επίθεσι από οποιαδήποτε πλευρά; Παραδείγματος χάριν, πάρτε την περίπτωσι του ‘πολλού όχλου’ που θα επιζήση από τη ‘μεγάλη θλίψι’ η οποία θα καταστρέψη το παρόν παγκόσμιο σύστημα πραγμάτων. (Αποκάλ. 7:9-14) Ο ‘πολύς όχλος,’ με την είσοδο του σε μια καθαρισμένη γη, θ’ αποτελέση το «θεμέλιο» της κοινωνίας μιας ‘νέας γης.’ Εφόσον αυτοί θ’ αποτελούν το θεμέλιο, πρέπει να είναι ισχυροί. Πρέπει να εκπροσωπούν τον Παγκόσμιο Κυρίαρχο Ιεχωβά χωρίς ν’ αμφιταλαντεύωνται. Αυτοί θα ζουν στη διάρκεια της εκπληρώσεως των εδαφίων Αποκάλυψις 20:11-15, κι έτσι θα είναι υπεύθυνοι να διδάξουν σ’ εκείνους που θ’ αναστηθούν την ορθή οδό, την κατανόησι για τον Ιεχωβά και τον Υιό του Ιησού Χριστό. Μεταξύ αυτών που θ’ αναστηθούν, και θα έχουν κάθε είδους παρελθόν, θα περιλαμβάνωνται ασφαλώς και μερικοί που θα εναντιωθούν στην αλήθεια, και η πίστις του ‘πολλού όχλου’ πρέπει να είναι στερεά θεμελιωμένη. Δεν θα επηρεάζεται η πιστή τους πορεία από πιέσεις ή προσωπικά αισθήματα.
17 Κατόπιν, στο τέλος της χιλιετούς βασιλείας του Χριστού, η τελική δοκιμασία που θα προέλθη από την αποδέσμευσι του Σατανά θα δοκιμάση την πίστι όλων επάνω στη γη. Αυτή η δοκιμασία θα είναι δοκιμασία της πίστεως και της ακεραιότητος του καθενός ατομικά απέναντι του Θεού, ακόμη και της παραμικρής σκέψεως για απιστία. Αυτό θα είναι αναγκαίο επειδή εκείνοι που θα περάσουν τη δοκιμασία θα λάβουν αιώνια ζωή. Λόγω της αδιάρρηκτης πίστεως που θα επιδείξουν, ο Ιεχωβά και ολόκληρο το σύμπαν θα γνωρίσουν ότι αυτοί ποτέ δεν θα εξασθενήσουν ούτε θ’ απομακρυνθούν από την αλήθεια.—1 Κορ. 15:24-28.
18. Πώς ο Πέτρος και ο Ιάκωβος τονίζουν ότι δεν πρέπει να εκπλήσσεται ο Χριστιανός αν δοκιμάζεται η πίστις του με διαφόρους τρόπους, ακόμη και σοβαρά;
18 Εφόσον η πίστις μας θα πρέπει να υπομείνη κάθε επίθεσι, δεν πρέπει να εκπλαγούμε για οτιδήποτε μπορεί να συμβή ως δοκιμασία—ακόμη και για πράγματα αντίθετα με ό,τι θ’ αναμέναμε ποτέ να συμβούν. Ο απόστολος Πέτρος ειδοποιεί τους Χριστιανούς γι’ αυτό λέγοντας: «Αγαπητοί, μη παραξενεύεσθε δια τον βασανισμόν, τον γινόμενον εις εσάς προς δοκιμασίαν, ως εάν συνέβαινεν εις εσάς παράδοξόν τι.» (1 Πέτρ. 4:12) Ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ο Ιάκωβος, συμφωνεί λέγοντας τα εξής λόγια: «Πάσαν χαράν νομίσατε, αδελφοί μου, όταν περιπέσητε εις διαφόρους πειρασμούς· γνωρίζοντες ότι η δοκιμασία της πίστεώς σας εργάζεται υπομονήν.»—Ιακ. 1:2, 3.
19. Πώς μπορεί ένας Χριστιανός να δοκιμάση τη δική του πίστι;
19 Η πίστις λοιπόν μπορεί να ποικίλλη σε ποιότητα. Ο καθένας μας μπορεί να εξετάση τη δική του πίστι. Ο απόστολος Παύλος συμβουλεύει τα εξής: «Εαυτούς εξετάζετε αν ήσθε εν τη πίστει, εαυτούς δοκιμάζετε.» (2 Κορ. 13:5) Ο Χριστιανός μπορεί να σκέπτεται τις δοκιμασίες και τα προβλήματα που αντιμετώπισε και το πώς τ’ αντιμετώπισε. Μπορεί να εξετάση πώς αντιμετωπίζει τα παρόντα προβλήματα και τις ευθύνες του. Κάνει προόδους στην παραγωγή των καρπών του πνεύματος; Κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήση τους άλλους; Ό,τι κάνει στους αδελφούς του, είναι πάντοτε για το καλό τους; Κάνει δημοσία διακήρυξι της πίστεώς του;
Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΑΜΕΙΒΕΙ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΜΕ ΕΠΙΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
20. Τι επιτυγχάνει για τον Χριστιανό η επιτυχής αντιμετώπισις των δοκιμασιών;
20 Ο Ιάκωβος λέγει ότι αυτή η δοκιμασμένη, αποδεδειγμένη ιδιότης της πίστεώς σας εργάζεται υπομονή. Ο απόστολος Πέτρος ομιλεί για τις δοκιμασίες που υφίστανται οι Χριστιανοί και εξηγεί την αιτία: «Ίνα η δοκιμή της πίστεώς σας, πολύ τιμιωτέρα ούσα παρά το χρυσίον το φθειρόμενον δια πυρός δε δοκιμαζόμενον, ευρεθή εις έπαινον και τιμήν και δόξαν όταν φανερωθή ο Ιησούς Χριστός.» (1 Πέτρ. 1:7) Όσο περισσότερες δοκιμασίες της πίστεώς μας, περνούμε επιτυχώς, τόσο πιο ισχυροί γινόμεθα—μπορούμε να υπομένωμε. Λαμβάνομε επίσης την επιδοκιμασία του Ιεχωβά και κάνομε ευτυχή και αυτόν και τον Υιό του, διότι στεκόμεθα ως μάρτυρες του Ιεχωβά στο επίμαχο ζήτημα της ακεραιότητος.—Ρωμ. 5:3, 4.
21. Τι αξία έχει μια καρτερική πίστις;
21 Πραγματικά, το να έχωμε ισχυρή, καρτερική πίστι είναι καλύτερο από το να είμεθα μεγάλοι κατακτηταί, διότι ο απόστολος Ιωάννης λέγει : «Αύτη είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών.» (1 Ιωάν. 5:4) Αυτό είναι ένα ζήτημα ακεραιότητος, όχι δυνάμεως. Το να υπομένωμε με πίστι σημαίνει ν’ ακολουθούμε το πρότυπο εκείνου που είχε τη μεγαλύτερη πίστι και είναι ο νικητής του κόσμου, δηλαδή του Ιησού Χριστού.—Ιωάν. 16:33.
22. Πώς το εδάφιο 1 Πέτρου 1:7 δείχνει την αντοχή της δοκιμαζομένης πίστεως και την αντοχή του κατόχου της;
22 Οποιοδήποτε υλικό πράγμα, ακόμη και ο χρυσός, μπορεί να χαθή λόγω φθοράς ή διαλύσεως μέσω ωρισμένων χημικών στοιχείων. Αλλά η πίστις όταν δοκιμασθή και διαπιστωθή ότι είναι στερεή, γνήσιας ποιότητος, είναι ‘άφθαρτη.’ Δεν μπορεί να καταστραφή, διότι είναι θεμελιωμένη στον αιώνιο Θεό, τον Παντοδύναμο. Ο απόστολος λέγει ότι είναι αδύνατον να ευαρεστήσωμε τον Θεόν χωρίς πίστι. (Εβρ. 11:6) Ένας που δεν έχει πίστι δεν μπορεί να πιστεύση στην αλήθεια, παραβλέπει τη μεγαλύτερη αλήθεια του σύμπαντος, τη δικαιωματική κυριαρχία του Ιεχωβά Θεού. Δεν μπορεί να ευαρεστήση τον Θεό, διότι αυτά που κάνει δεν εναρμονίζονται με ολόκληρο το σύμπαν. Ο άνδρας ή η γυναίκα που έχουν δοκιμασμένη πίστι θα παραμείνουν για πάντα, διότι ο Θεός, που ζη σ’ όλη την αιωνιότητα, αγαπά και προστατεύει τη ζωή τέτοιων ατόμων.—Ψαλμ. 145:18-20· Αποκάλ. 7:15-17.
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Ο Ιεχωβά δεν θεώρησε την πίστι του Αβραάμ ως κάτι δεδομένο, αλλά την έθεσε υπό δοκιμασίαν με το να του πη να προσφέρη τον υιό του Ισαάκ ως θυσία