Πώς Επηρεάζεσθε Μη Γνωρίζοντας την ‘Ημέρα και την Ώρα’;
1. Πώς συνδέεται η υπερέχουσα ιδιότης του Θεού με το γεγονός ότι δεν έχει αποκαλύψει την ‘ημέρα και την ώρα’ που θ’ αρχίση η ‘μεγάλη θλίψις’;
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΟΣ είχε ένα σκοπό για να μη αποκαλύψη την «ημέρα και την ώρα» που θ’ αρχίση η ‘μεγάλη θλίψις’ το καταστρεπτικό της έργο στο παρόν σύστημα πραγμάτων. Αυτός ο σκοπός συνδέεται στενά με την υπερέχουσα ιδιότητα του Θεού—την αγάπη. (1 Ιωάν. 4:8) Επειδή είναι Θεός αγάπης, θέλει να έχη ως δούλους του μόνον εκείνους που πραγματικά τον αγαπούν βαθειά. (Ψαλμ. 119:97· 1 Ιωάν. 5:3) Δεν επιθυμεί να υποκλίνωνται μπροστά του με τρόμο τα νοήμονα πλάσματά του και να τον υπηρετούν επειδή φοβούνται τις τιμωρίες που θα τους επέβαλλε. Οι σχέσεις του με τους ανθρώπους ήσαν πάντοτε τέτοιες ώστε να ελκύουν την αγάπη τους ενώ, συγχρόνως, τους επιτρέπει να δείχνουν τι υπάρχει πραγματικά μέσα στην καρδιά τους.
2. Πώς ο Ιεχωβά έδειξε την αγάπη του σε ατελείς ανθρώπους;
2 Ο Ιεχωβά, εκδηλώνοντας μεγάλη αγαθότητα, επέτρεψε ακόμη και σε αγνώμονες και αχάριστους ανθρώπους να ωφεληθούν από τους φυσικούς κύκλους που έθεσε σε λειτουργία για να κάμη δυνατή τη ζωή στη γη. (Πράξ. 14:16, 17· 17:24, 25) Επίσης, σε μια περίοδο δεκαέξη αιώνων, ενέπνευσε σαράντα περίπου ανθρώπους να κάμουν μια γραπτή αφήγησι που καθιστά γνωστόν ακριβώς τι είδους Θεός είναι και τι απαιτεί από εκείνους τους οποίους επιδοκιμάζει. (2 Τιμ. 3:16, 17) Αυτή η αφήγησις, που περιέχεται στην Αγία Γραφή, περιέχει ορθές κατευθύνσεις που μας κάνουν να μπορούμε ν’ αποκομίσωμε το καλύτερο από τη ζωή και τώρα ακόμη παρ’ όλα τα προβλήματα και τις δύσκολες συνθήκες. (Ψαλμ. 19:7-11) Μας πληροφορεί, επίσης, για την εξαιρετική αγάπη που έδειξε ο Θεός όταν έδωσε τον μονογενή του Υιό για να καταθέση τη ζωή του για μας. Αυτό άνοιξε στην ανθρωπότητα την ευκαιρία ν’ αποκτήση μια καλή σχέσι με τον μόνο αληθινό Θεό και έκαμε δυνατή την προοπτική μιας ζωής χωρίς ασθένειες, χωρίς την αδυναμία του γήρατος και χωρίς θάνατον.—Ιωάν. 3:16· Τίτον 3:4-7· Αποκάλ. 21:3, 4.
3. Γιατί το να επιφέρη ο Ιεχωβά τη ‘μεγάλη θλίψι’ δεν είναι αντίθετο με το ότι είναι Θεός αγάπης;
3 Αλλά πώς μπορεί να συμβή ώστε ένας τέτοιος Θεός να φέρη επίσης μια θλίψι στην ανθρωπότητα, που θα είναι φοβερή για την καταστρεπτικότητά της; Επειδή ακριβώς είναι Θεός αγάπης, είναι ανάγκη να το κάμη αυτό. Αυτό μπορεί να φαίνεται παράδοξο σε πολλούς ανθρώπους σήμερα. Φάνηκε παράδοξο και σε πολλούς Ισραηλίτες όταν, πριν από είκοσι επτά περίπου αιώνες, ο Εβραίος προφήτης Μιχαίας ανήγγειλε ότι ο Ιεχωβά θα έφερνε συμφορά στο δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ και στο δίφυλο βασίλειο του Ιούδα. Εκείνοι με απιστία ρώτησαν, «Εσμικρύνθη το πνεύμα του Ιεχωβά; Είναι τοιαύτα τα επιτηδεύματα αυτού;» Η απάντησις του Ιεχωβά ήταν, «Οι λόγοι μου δεν κάμνουσι καλόν εις τον ορθώς περιπατούντα;» (Μιχ. 2:7) Για να κάμη καλό σ’ εκείνους που περιπατούν με δικαιοσύνη χρειάζεται να λάβη μέτρα εναντίον όλων εκείνων που επιμόνως αρνούνται να συμμορφωθούν με την οδό της δικαιοσύνης κι’ έτσι συντελούν στις αδικίες, στην καταδυνάστευσι και την ανομία, που κάνουν σήμερα τη ζωή στη γη πιο επικίνδυνη και δυσάρεστη.
4. Ποια είναι η επιθυμία του Ιεχωβά για όλη την ανθρωπότητα;
4 Εν τούτοις, ο Ιεχωβά, προτού έλθη η ‘ημέρα και η ώρα’ του να ενεργήση εναντίον των ασεβών, απευθύνει θερμή έκκλησι σε όλους να εγκαταλείψουν τον κακό δρόμο τους. (Παράβαλε Ησαΐας 55:6, 7· Ιερεμίας 18:7-10.) Είναι σαν ένας στοργικός ανθρώπινος πατέρας που δεν ευχαριστείται να τιμωρή τα απειθή τέκνα, αλλά ευχαριστείται όταν αυτά κάνουν ό,τι είναι ορθό. Η Αγία Γραφή λέγει για το πώς αισθάνθηκε ο Ιεχωβά στην τρομερή καταστροφή που επέτρεψε να συμβή στην Ιερουσαλήμ το έτος 607 π.Χ.: «Δεν θλίβει εκ καρδίας αυτού, ουδέ καταθλίβει τους υιούς των ανθρώπων.» (Θρήνοι 3:33) Επιθυμεί οι άνθρωποι να ακολουθούν μια πορεία ζωής που όχι μόνο καθιστά περιττό να λάβη μέτρα εναντίον τους, αλλά τους φέρνει, επίσης, προσωπική ευτυχία και ικανοποίησι και συμβάλλει στην ασφάλεια και τη χαρά των συνανθρώπων τους. «Μακροθυμεί εις ημάς μη θέλων ν’ απολεσθώσι τινές,» έγραψε ο απόστολος Πέτρος, «αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.»—2 Πέτρ. 3:9.
5. (α) Πώς το γεγονός ότι ο Ιεχωβά δεν εγνωστοποίησε την ‘ημέρα και την ώρα’ χάνει τα άτομα να εκδηλώνονται; (β) Πώς ο τρόπος αυτός βοηθεί τους ειλικρινείς ανθρώπους ν’ αναγνωρίσουν τον λαό του Θεού;
5 Το γεγονός ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν εγνωστοποίησε την ‘ημέρα και την ώρα’ που θα στείλη τον Υιό του να εκτελέση κρίσι εναντίον του ασεβούς συστήματος πραγμάτων σ’ αυτή τη γη έπαιξε ασφαλώς ένα ρόλο στο να δείξη τι υπάρχει στις καρδιές των ανθρώπων. Αν οι άνθρωποι πραγματικά δεν αγαπούν τον Δημιουργό τους και δεν εκτιμούν την αξία μιας καλής σχέσεως μαζί του, θα επιδιώξουν εκείνα στα οποία κλίνουν οι καρδιές τους—αφθονία υλικών αποκτημάτων, φιλία με τον κόσμο και ζωή εγωκεντρική. Μπορεί να τείνουν να σκεφθούν ότι, αφού ο Θεός δεν μας είπε την ‘ημέρα και την ώρα,’ πιθανόν να μην είναι στις ημέρες μας. Ταυτοχρόνως, το ότι ο Θεός δεν έκαμε γνωστή την ημέρα και την ώρα ωφέλησε εκείνους που θέλουν να κάμουν το θέλημά του. Πώς; Με τον τρόπο αυτόν ο Ιεχωβά Θεός αποκλείει μεγάλες επιδείξεις υποκριτικής ευσεβείας λίγο πριν από την ‘ημέρα και την ώρα’ του μεταξύ εκείνων οι οποίοι απλώς διατείνονται ότι είναι δούλοι του. Επομένως οι ειλικρινείς άνθρωποι δεν δυσκολεύονται ν’ αναγνωρίσουν τον λαό του Θεού. Μπορούν καθαρά να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ εκείνων που αγνοούν την ‘ημέρα και την ώρα’ του Θεού για κρίσι και εκείνων που δεν την αγνοούν.
ΤΟ Ν’ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΜΕ ΓΙΑ ‘ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΕΚΕΙΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΩΡΑ’ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ
6. Τι στάσι δείχνουν σήμερα πολλοί άνθρωποι, όπως αναφέρεται στα εδάφιο 2 Πέτρου 3:3-7;
6 Πολλοί άνθρωποι, όταν εφιστάται η προσοχή τους στη Γραφική απόδειξι για την εγγύτητα της ‘μεγάλης θλίψεως,’ την υποτιμούν και την περιγελούν. Οι ενέργειές των ταιριάζουν με την περιγραφή της Αγίας Γραφής: «Θέλουσιν ελθεί εν ταις εσχάταις ημέραις εμπαίκται, περιπατούντες κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας και λέγοντες· Πού είναι η υπόσχεσις της παρουσίας αυτού; διότι αφ’ ης ημέρας οι πατέρες εκοιμήθησαν, τα πάντα διαμένουσιν ούτως απ’ αρχής της κτίσεως.» Οι περασμένες εκτελέσεις θείας κρίσεως, όπως ο κατακλυσμός των ημερών του Νώε, δεν σημαίνουν τίποτε γι’ αυτούς. Αυτοί απλώς δεν θέλουν να πιστέψουν ότι ο Θεός πρόκειται να καταστρέψη τους ασεβείς, όπως έκαμε και στο παρελθόν. Δεν θέλουν ν’ αλλάξουν την πορεία της ζωής των, αλλά θέλουν να εξακολουθήσουν να ενδίδουν στις ιδιοτελείς επιθυμίες των. (2 Πέτρ. 3:3-7) Αν εμμείνουν σ’ αυτή τη στάσι και τους καταλάβη η ‘ημέρα και η ώρα’ του Θεού, με κανένα τρόπο δεν θα διαφύγουν τη συμφορά.
7. Πώς η αδιαφορία για τη βεβαιότητα της ερχομένης «ημέρας και ώρας» για εκτέλεσι κρίσεως μπορεί να επηρεάση και άτομα που συνδέονται με τη Χριστιανική εκκλησία;
7 Η αδιαφορία για την ερχομένη «ημέρα και ώρα» του Ιεχωβά για εκτέλεσι κρίσεως μπορεί να επηρεάση ακόμη και άτομα που συνδέονται με την αληθινή Χριστιανική εκκλησία σήμερα. Ένα άτομο μπορεί να γνωρίζη τι λέγει η Γραφή για τη ‘μεγάλη θλίψι.’ Μπορεί να έχη ακούσει από χρόνια γι’ αυτήν, ίσως ακόμη και από αφιερωμένους Χριστιανούς γονείς. Αλλ’ επειδή δεν βλέπει να γίνεται τίποτε το πραγματικά δραματικό, μπορεί ν’ αρχίση μέσα στη διάνοιά του να θέτη στο μακρυνό μέλλον την έλευσι της «ημέρας και της ώρας» του Θεού. Μπορεί ν’ απολαμβάνη την ωφέλιμη συναναστροφή των μελών της εκκλησίας, αλλά δεν μετέχει προσωπικά μαζί τους με όλη την καρδιά του στην εκτέλεσι του έργου του κηρύγματος και της μαθητεύσεως που παρήγγειλε ο Χριστός στους ακολούθους του να κάμουν. Ο κόσμος και αυτά που προσφέρει σε φαινομενικά υλικά πλεονεκτήματα μπορεί να τον ελκύουν ολοένα περισσότερο. Μπορεί σε λίγο να βρεθή να επιδιώκη υλιστικά συμφέροντα ή να σταματήση να καταβάλλη περισσότερες προσπάθειες για να εγκαταλείψη τους τρόπους και τις συνήθειες που τον εμπόδιζαν να έχη μια καλή σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό. Μπορεί ακόμη και να σκεφθή ότι ‘όταν αυτά τα πράγματα θ’ αρχίσουν πραγματικά να συμβαίνουν,’ θα κάμη αλλαγές στη ζωή του. Όσο για τώρα, δεν είναι έτοιμος. Ένα τέτοιο άτομο δεν εκτιμά την ορθότητα των θείων απαιτήσεων και διατρέχει σοβαρό κίνδυνο.
8. Τι επίδρασι μπορεί να έχη η πολυφαγία και η πολυποσία στη στάσι ενός ατόμου για τη ‘μεγάλη θλίψι’;
8 Πολλοί επιτρέπουν στις υπερβολές να εξασθενίσουν τις αισθήσεις των ως προς τη βεβαιότητα της ελεύσεως της ‘μεγάλης θλίψεως.’ Ο Ιησούς Χριστός επέστησε την προσοχή των μαθητών του σ’ αυτόν τον κίνδυνο λέγοντας: «Προσέχετε δε εις εαυτούς μήποτε βαρυνθώσιν αι καρδίαι σας από κραιπάλης και μέθης και μεριμνών βιωτικών, και επέλθη αιφνίδιος εφ’ υμάς η ημέρα εκείνη· διότι ως παγίς θέλει επέλθει.» (Λουκάς 21:34, 35) Προφανώς, η πολυφαγία και η πολυποσία εξασθενίζουν τις αισθήσεις και ‘βαρύνουν’ την καρδιά με αισθήματα ενοχής. Ταυτόχρονα αυτές οι υπερβολές εκτοπίζουν τα καλά ελατήρια.—Παροιμ. 20:1· παράβαλε με Ησαΐας 28:7.
9. Πώς μπορεί να γίνη επικίνδυνο το υπερβολικό ενδιαφέρον για τα προς το ζην;
9 Ομοίως, το υπερβολικό ενδιαφέρον για τα προς το ζην μπορεί να καταβαρύνη την καρδιά. Αν ένα άτομο αφήση τον εαυτό του να παραβλέψη την παρηγορητική διαβεβαίωσι ότι ο Ιεχωβά Θεός θα φροντίση για τον λαό του, η καρδιά αυτού του ατόμου σε λίγο θα το υποκινήση να κάμη ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίση οικονομικώς το μέλλον του. (Εβρ. 13:5, 6) Με τον καιρό η επιδίωξις των πνευματικών συμφερόντων θα παραμερισθή, αφήνοντας το άτομο πνευματικώς χρεωκοπημένο και σε μια αποδοκιμασμένη κατάστασι ενώπιον του Ιεχωβά Θεού.—1 Τιμ. 6:9, 10.
ΖΩΗ ΣΕ ΑΡΜΟΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙ
10. Πώς πρέπει να προσπαθούμε να ζούμε κάθε μέρα και γιατί;
10 Είναι πολύ καλύτερο να ζη κανείς κάθε μέρα αναγνωρίζοντας ότι είναι βεβαία η έλευσις του καιρού του Ιεχωβά να εκτελέση κρίσι. Αυτό όχι μόνον θα εμποδίση έναν άνθρωπο από το να παγιδευθή σε μια κατάστασι θείας αποδοκιμασίας όταν έλθη η ‘ημέρα και ώρα’ του Θεού, αλλά θα κάμη, επίσης, τη ζωή του πιο απολαυστική και τώρα ακόμη. (1 Τιμ. 4:8) Αυτό συμβαίνει επειδή οι εντολές του Θεού βασίζονται στην αγάπη και χρησιμεύουν για να προάγουν το καλό. (Ρωμ. 13:8-10) Η υπακοή σ’ αυτές τις εντολές εμποδίζει ένα άτομο ν’ ακολουθή μια πορεία που είναι διανοητικώς, σωματικώς ή συναισθηματικώς επιβλαβής.—Παροιμ. 4:1-15· Εκκλησ. 11:9, 10.
11. Τι ήταν εκείνο που έκαμε άνδρες και γυναίκες στο παρελθόν να κάνουν σε όλη τη ζωή τους το θέλημα του Θεού, μολονότι ήξεραν ότι το τέλος του πονηρού συστήματος δεν θα ήρχετο στην εποχή τους;
11 Πολύ πριν από τον εικοστό αιώνα υπήρχαν άνθρωποι που ζούσαν μ’ έναν τρόπο που έδειχνε πίστι στον σκοπό του Θεού να θέση τέρμα σε κάθε ανομία και να χειρισθή τα πράγματα της γης με δικαιοσύνη. Εγνώριζαν ότι αυτό δεν θα συνέβαινε στη διάρκεια της ζωής των. Εν τούτοις, η ελπίδα να μετάσχουν σε ό,τι είχε υπ’ όψιν ο Θεός γι’ αυτούς όταν θ’ αναστηθούν ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πέρασαν όλη τη ζωή τους κάνοντας το θέλημά του.—Παράβαλε Εβραίους 11:35-40.
12. Πώς ο Αβραάμ και η Σάρρα έδειξαν την πίστι τους στην εκπλήρωσι της θείας επαγγελίας;
12 Σκεφθήτε το παράδειγμα του Αβραάμ και της Σάρρας. Αυτοί κατοικούσαν στην προοδευτική πόλι της Ουρ. Εν τούτοις, ο Αβραάμ, όταν τον εκάλεσε ο Θεός, εγκατέλειψε πρόθυμα τη γενέτειρα πόλι του για να πάη σε μια χώρα για την οποία δεν ήξερε τίποτα. (Γεν. 12:1-4) Η σύζυγός του Σάρρα συνεργάσθηκε πλήρως μαζί του σ’ αυτό. Όταν τελικά βρέθηκαν στη χώρα στην οποίαν ο Θεός τούς κατηύθυνε, ο Αβραάμ και η Σάρρα δεν έμειναν σε κάποια πόλι και δεν εγκαταστάθηκαν σε μια άνετη κατοικία. Αυτοί και οι πιστοί των απόγονοι εξακολούθησαν να κατοικούν σε σκηνές. Αφού στην πραγματικότητα τίποτα δεν τους εμπόδιζε να επιστρέψουν σε μια πιο άνετη ζωή στην Ουρ, γιατί δεν το έκαμαν αυτό; Η Βίβλος απαντά: «Μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μακρόθεν ιδόντες αυτάς και πεισθέντες και εγκολπωθέντες και ομολογήσαντες ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης. Διότι οι λέγοντες τοιαύτα δεικνύουσιν ότι ζητούσι πατρίδα. Και εάν μεν ενεθυμούντο εκείνην, εξ ης εξήλθον, ήθελον ευρεί καιρόν να επιστρέψωσι. Τώρα όμως επιθυμούσι καλυτέραν, τουτέστι επουράνιον.»—Εβρ. 11:13-16.
13, 14. Τι αποδεικνύει ότι ο Αβραάμ και η Σάρρα έκαμαν μια συνετή εκλογή με το να μη αφήσουν ένα άσκοπο ενδιαφέρον για υλικά πράγματα να καθορίση την πορεία της ζωής των;
13 Αντιλαμβάνεσθε ότι ο Αβραάμ και η Σάρρα έκαμαν μια συνετή εκλογή; Η ζωή τους πράγματι κατέληξε σε ικανοποίησι. (Γέν. 25:8) Ο Αβραάμ και η Σάρρα έλαβαν πλούσιες αμοιβές για τον τρόπο με τον οποίον ενήργησαν. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις προσπάθειες του Αβραάμ για τη συντήρησι του οίκου του και ποτέ δεν του έλειψε τίποτα, αλλά πάντοτε είχε άφθονα αγαθά. (Γέν. 13:2· 14:14) Ο Αβραάμ απήλαυσε μια πολύ στενή σχέσι με τον Θεό, κι έλαβε μάλιστα το προνόμιο να μιλήση με αγγέλους και να τους φιλοξενήση. (Γέν. 18:1-19:1) Αποκαταστάθηκαν θαυματουργικά οι αναπαραγωγικές δυνάμεις και αυτού και της συζύγου του και μπόρεσε να γίνη πατέρας του Ισαάκ από την αγαπητή του σύζυγο Σάρρα. Μέσω της γενεαλογικής του γραμμής γεννήθηκε ο Υιός του Θεού ως άνθρωπος. (Γέν. 17:17· Εβρ. 11:11, 12· Λουκ. 3:23-34) Ο Ψαλμός 105:14, 15 λέγει τα εξής σχετικά με την προστασία και φροντίδα του Θεού για τον Αβραάμ και τους πιστούς απογόνους του: «Δεν αφήκεν άνθρωπον να αδικήση αυτούς· μάλιστα υπέρ αυτών ήλεγξε βασιλείς, λέγων, Μη εγγίσητε τους κεχρισμένους μου και μη κακοποιήσητε τους προφήτας μου.»—Γέν. 12:17· 20:3, 7.
14 Αν ο Αβραάμ δεν ανταπεκρίνετο στη θεία πρόσκλησι να φύγη από την Ουρ, θα έχανε μεγαλειώδεις ευκαιρίες. Δεν θα διέφερε από κανένα άλλον ευκατάστατο κάτοικο της αρχαίας Ουρ, της οποίας το όνομα έχει λησμονηθή από πολύν καιρό. Αλλ’ επειδή ανταποκρίθηκε, ο Ιεχωβά εξεπλήρωσε την υπόσχεσί του να μεγαλύνη το όνομα του Αβραάμ. (Γέν. 12:1, 2) Λίγα ονόματα των αρχαίων χρόνων εμεγαλύνθησαν τόσο πολύ όσο του Αβραάμ, ιδιαίτερα ως παραδείγματα εξαιρετικής πίστεως. Γι’ αυτό ο Αβραάμ έγινε γνωστός ως ‘φίλος του Ιεχωβά.’ (Ησ. 41:8) Στον ωρισμένο καιρό του Θεού ο Αβραάμ θα αναστηθή, με την προοπτική της αιωνίου ζωής ενώπιόν του. Η επιστολή προς Εβραίους 11:16 λέγει τα εξής σχετικά με τον Αβραάμ και τους αφωσιωμένους απογόνους του: «Ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς να λέγηται Θεός αυτών διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν [την Μεσσιανικήν βασιλείαν.]»
15. Περίμεναν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος να έλθη η θεία δίκαιη νέα τάξις στην εποχή τους;
15 Το καλό πνεύμα που έδειξε ο Αβραάμ και η Σάρρα ήταν φανερό και μεταξύ των αληθινών ακολούθων του Ιησού Χριστού τον πρώτον αιώνα μ.Χ. Κι αυτοί επίσης ήξεραν ότι η δίκαιη νέα τάξις με νέους ουρανούς και νέα γη δεν θα ήρχετο στη διάρκεια της ζωής των. Ο απόστολος Παύλος γράφοντας κάτω από θεία έμπνευσι, ετόνισε στους ομοπίστους του ότι δεν θα ήρχετο η «ημέρα του Ιεχωβά» αν δεν ρίζωνε πρώτα καλά η αποστασία από την αληθινή πίστι.—2 Θεσσ. 2:1-8, ΜΝΚ· 2 Πέτρ. 3:13.
16. Τι στάσι για τα υλικά υπάρχοντα είχαν εκείνοι οι πρώτοι Χριστιανοί και πώς αυτή απεδείχθη ωφέλιμη;
16 Έζησαν επομένως, οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος μ’ έναν τρόπο που έδειχνε αδιαφορία για την ερχόμενη ‘ημέρα και ώρα του Ιεχωβά’; Όχι. Διότι εκείνοι που εκτιμούσαν τη σχέσι τους με τον Θεό ως μαθηταί του Ιησού Χριστού δεν είχαν τέτοιο πνεύμα. Πρόθυμα εγκατέλειψαν τα υλικά τους υπάρχοντα για να μπορέσουν και άλλοι να μετάσχουν στις πνευματικές τους χαρές. (Λουκ. 14:33· Φιλιππ. 3:7-9) Μετά την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ., λόγου χάριν, πολλοί πιστοί επώλησαν τα υπάρχοντά τους και διέθεσαν τα ποσά για να χρησιμοποιηθούν για τη βοήθεια εκείνων που είχαν ανάγκην αυτών για να μείνουν στην Ιερουσαλήμ και να ωφεληθούν περισσότερο από τη διδασκαλία των αποστόλων.—Πράξ. 2:41-47· 4:34, 35.
17. Γιατί οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος θεωρούσαν επείγον το κήρυγμα του ευαγγελίου;
17 Οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού πήραν στα σοβαρά την αποστολή τους να μαθητεύσουν. (Ματθ. 28:19, 20) Σε διάστημα λιγώτερο από τριάντα χρόνια κατώρθωσαν να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε πολύ απομακρυσμένους τόπους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και πιο πέρα μάλιστα. (Κολ. 1:23) Ανεγνώριζαν ότι ήταν επείγον να ενεργήσουν έτσι. Εγνώριζαν ότι οι άνθρωποι μπορεί να πέθαιναν πριν ακόμη μάθουν για την προοπτική ν’ αποκτήσουν αιώνια ζωή ως άρχοντες μαζί με τον Ιησού Χριστό. Εργάσθηκαν ανιδιοτελώς για να έχουν όσον το δυνατόν περισσότεροι την ευκαιρία να συμμερισθούν την ένδοξη αυτή προσδοκία. Επίσης, το τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων επρόκειτο να έλθη μέσα σ’ εκείνη τη γενεά. Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, οπουδήποτε κατοικούσαν, είχαν ανάγκη να μάθουν για τη σχετική προφητεία του Ιησού Χριστού, για να μπορέσουν να ενεργήσουν σύμφωνα με αυτήν και να διαφύγουν τη συμφορά.
18. Πώς οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, σήμερα, ως σώμα, αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα της εφαρμογής της Γραφικής συμβουλής στη ζωή τους και του κηρύγματος του ‘ευαγγελίου’ στους άλλους;
18 Οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, ως σώμα, αγωνίζονται σήμερα να κάμουν το ίδιο. Είναι βέβαιοι ότι η προσοχή στη συμβουλή του Λόγου του Θεού είναι ο καλύτερος τρόπος για να ζουν. Κάνει ικανό τον άνθρωπο ν’ απολαύση τη ζωή ακόμη και τώρα και παρέχει βάσιμη ελπίδα για το μέλλον. (1 Τιμ. 6:17-19) Αναγνωρίζουν επίσης τη σπουδαιότητα ν’ αφυπνίσουν τους ανθρώπους παντού ότι είναι ανάγκη να συνάψουν μια καλή σχέσι με τον Δημιουργό πριν εκσπάση η ‘μεγάλη θλίψις.’ (Παράβαλε Ιεζ. 33:2-9· 1 Κορινθίους 9:16.) Γι’ αυτό είναι πρόθυμοι να καταβάλλουν εντατικές προσπάθειες να βοηθήσουν τους συνανθρώπους των ν’ αποκτήσουν ακριβή γνώσι του θελήματος του Θεού.
19, 20. (α) Τι ήσαν πρόθυμοι να κάμουν πολλοί Μάρτυρες για να βοηθήσουν τους άλλους ν’ αποκτήσουν ακριβή γνώσι του σκοπού του Θεού; (β) Υπάρχει κανένας λόγος να λυπούνται που δεν επεδίωξαν άλλα συμφέροντα;
19 Πολλοί εγκατέλειψαν λαμπρή σταδιοδρομία, παραιτήθηκαν από επικερδείς επιχειρήσεις, επώλησαν υλικά υπάρχοντα που σκέφθηκαν ότι ήσαν άχρηστα ή διερρύθμισαν με άλλους τρόπους τις συνθήκες των για να βοηθήσουν τους συνανθρώπους των να μάθουν για τον Ιεχωβά και τον θαυμαστό του σκοπό για την ανθρωπότητα. Για τον ίδιο λόγο, πολλοί πήγαν να εγκατασταθούν σε άλλα μέρη της χώρας των ή και σε άλλες χώρες. Άλλοι, επίσης, προτίμησαν τον άγαμο βίο ή, ως έγγαμοι, απεφάσισαν να στερηθούν τη χαρά ν’ αποκτήσουν τέκνα για να μπορέσουν να υπηρετήσουν, πράγμα που αλλιώς θα ήταν δύσκολο να γίνη.
20 Μερικοί απ’ αυτούς τους άνδρες και τις γυναίκες γέρασαν κι έγιναν ανάπηροι. Μήπως απογοητεύθηκαν που δεν απελευθερώθηκαν ακόμη από το παρόν ασεβές σύστημα; Μήπως λυπούνται επειδή δεν επεδίωξαν ωρισμένα συμφέροντα που δεν θα ήσαν στην ουσία επιβλαβή; Μήπως νομίζουν ότι οι θυσίες που έκαμαν ήσαν άχρηστες; Εκείνοι που έλαβαν την απόφασί τους από βαθειά αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό και από μια ζωηρή επιθυμία να βοηθήσουν τους άλλους δεν λυπούνται. Δεν φθονούν τους άλλους με το να σκέπτωνται ότι θα περνούσαν καλύτερα αν ζούσαν διαφορετικά τη ζωή τους. Ούτε περιφρονούν εκείνους που προτίμησαν να εγκατασταθούν σε μια ωρισμένη περιοχή και ν’ αναθρέψουν εκεί τα τέκνα των σύμφωνα με τις Γραφικές αρχές. Έχουν την ικανοποίησι ότι έκαμαν εκείνο που ήξεραν ότι ήταν ορθό στην περίπτωσί τους και χαίρουν που διετήρησαν μια στενή σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό.
ΕΚΤΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
21. Πώς πρέπει να αισθανώμεθα αν η ‘μεγάλη θλίψις’ δεν επρόκειτο να έλθη τόσο γρήγορα όσο εμείς προσωπικά την περιμένομε;
21 Είναι πολύ φυσικό να ζητούμε όσο τα δυνατόν ταχύτερη απαλλαγή από τα ογκούμενα προβλήματα του κόσμου, από την καθημερινή βιοπάλη, καθώς και από τις ασθένειες, τα γεράματα και τον θάνατο. Αλλά τι θα γίνετε αν αυτή η απαλλαγή δεν πρόκειται να έλθη τόσο γρήγορα όσο εσείς προσωπικά την περιμένετε; Πώς θα μπορούσε αυτό να επηρεάση την καρδιά σας; Μήπως θα είχατε τη διάθεσι να λησμονήσετε τη σπουδαιότητα μιας καλής σχέσεως με τον Ιεχωβά Θεό και να ιδήτε τι απολαύσεις θα μπορούσατε ακόμη να βρήτε στον κόσμο; Αν αληθινά αγαπάτε τον Ιεχωβά, η υπηρεσία σας στον Θεό δεν περιορίζεται από καμμιά χρονολογία. Γνωρίζετε ότι εκείνο που κατέχουν οι αληθινοί Χριστιανοί αξίζει περισσότερα από κάθε τι που μπορεί να προσφέρη αυτός ο κόσμος. Έχετε πεποίθησι ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν θα παραλείψη να εκπληρώση όλα όσα υποσχέθηκε στους δούλους του, όπως λέγει η θεόπνευστη επιστολή προς Εβραίους: «Δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε να λησμονήση το έργον σας και τον κόπον της αγάπης, την οποίαν εδείξατε εις το όνομα αυτού.»—Εβρ. 6:10.
22. Αν αληθινά συμμεριζώμεθα την άποψι του Θεού για την ανθρωπότητα, πώς θα βλέπωμε την υπόλοιπη χρονική περίοδο πριν από τη μεγάλη θλίψι;
22 Ποτέ δεν πρέπει να συμπεράνωμε ότι αυτό που λέγεται εδώ σημαίνει ότι η ‘μεγάλη θλίψις’ απέχει πολύ και ν’ αφήσωμε τον εαυτό μας να παρασυρθή σε σκέψεις σαν αυτές του κόσμου που είναι αποξενωμένος από τον Θεό. Ενόσω οι άνθρωποι ανταποκρίνονται ακόμη στη θερμή έκκληση του Θεού, αυτό πρέπει να μας ενθαρρύνη. Είναι σε αρμονία με την επιθυμία του Ιεχωβά να μη καταστραφή κανένας, αλλά να έλθουν όλοι σε μετάνοια. (2 Πέτρ. 3:9) Το να συμμεριζώμεθα την άποψι του Θεού προς την ανθρωπότητα θα μας κάμη να χαίρωμε που είναι ακόμη ανοιχτή η οδός για να λάβουν και άλλοι τη στάσι τους με το μέρος του Ιεχωβά, με την προοπτική της αιωνίου ζωής. Αν εξακολουθήσουμε να βλέπωμε μια ολοφάνερη εκπλήρωσι του σκοπού του Ιεχωβά που είναι να λάβουν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι μια επιδοκιμασμένη στάσι ενώπιόν του, αυτό θα πρέπει βέβαια να ενισχύση την πεποίθησί μας ότι θα έλθη η ‘ημέρα και η ώρα’ για την εκτέλεσι της κρίσεώς του, διότι και αυτό επίσης αποτελεί μέρος του αναλλοίωτου σκοπού του.
23. (α) Τι μας βεβαιώνει απόλυτα ότι ο σκοπός του Θεού να εξαλείψη το παρόν πονηρό σύστημα και να εισαγάγη τη νέα του τάξι θα εκπληρωθή και ότι αυτό θα γίνη στον ωρισμένο καιρό του Θεού; (β) Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, τι πρέπει εμείς ατομικά ν’ αποφασίσωμε να κάμωμε;
23 Η καλή φήμη του Ιεχωβά και η αλήθειά του μάς παρέχει την ακλόνητη διαβεβαίωσι ότι η υπόσχεσίς του να τερματίση την αδικία, την καταδυνάστευσι και τους πόνους, προχωρεί ζωηρά στην εκπλήρωσί της. (Ψαλμ. 117:2) Από ανθρώπινη άποψι, μπορεί να φαίνεται σε μερικούς ότι εβράδυνε. Εν τούτοις, είναι ακριβώς όπως είχε αποκαλυφθή στον Εβραίο προφήτη Αββακούμ: «Η όρασις μένει έτι εις ωρισμένον καιρόν, αλλ’ εις το τέλος θέλει λαλήσει και δεν θέλει ψευσθή· αν και αργοπορή, πρόσμεινον αυτήν· διότι βεβαίως θέλει ελθεί, δεν θέλει βραδύνει.» (Αββακ. 2:3) Αφού είναι έτσι, προσπαθείτε σεις από τώρα να διατηρήσετε μια επιδοκιμασμένη σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό; Είσθε αποφασισμένοι να συνεχίσετε να τον υπηρετήτε άσχετα με το τι μπορεί να επιφυλάσση το μέλλον; Αν υποκινήσθε ορθά από αγάπη για τον Θεό και τους συνανθρώπους σας, αυτό θα κάμετε πράγματι. Μπορείτε με εμπιστοσύνη ν’ αναμένετε την αμοιβή που θ’ απονείμη ο Θεός σ’ εσάς και σε όλους τους άλλους ανθρώπους που τον αγαπούν με όλη τους την καρδιά.