Η Άποψις της Βίβλου
Μετάστασις ή Ανάστασις—Ποιο από τα Δύο;
Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ Αμερικανός ποιητής του τελευταίου αιώνος, Χένρυ Γουάντσγουορθ Λόνγκφελλοου, έγραψε: «Δεν υπάρχει θάνατος! Αυτό το φαινόμενο είναι μετάστασις.»
Είναι αυτή η άποψις σωστή; Ή εκείνοι που πεθαίνουν παραμένουν χωρίς συναίσθησι μέχρις ότου ο Θεός τους επαναφέρη σε ζωή στην ανάστασι; Σεις, τι πιστεύετε;
Πολλοί συγχέουν το ζήτημα. Ένα τέτοιο άτομο έγραψε τα εξής στον ευαγγελιστή Μπίλλυ Γκράχαμ: «Μετά τον θάνατο, πρέπει οι άνθρωποι να παραμείνουν στους τάφους τους μέχρι την ανάστασι; Νόμιζα ότι οι ψυχές μας πηγαίνουν στον Θεό όταν πεθαίνωμε.»
Ο Γκράχαμ απήντησε: «Στον θάνατο, η ψυχή και το σώμα χωρίζονται. Το σώμα αποσυντίθεται, ενώ η άπιστη ψυχή κρατείται αιχμάλωτη στον άδη.» Για τους δίκαιους πιστούς, ο Γκράχαμ είπε: «Στην περίπτωσί τους, ο θάνατος του σώματος σημαίνει την άμεση απελευθέρωσι της ψυχής από το σώμα για να είναι μαζί με τον Χριστό.»
Αυτή η θρησκευτική άποψις είναι πολύ συνηθισμένη. Ωστόσο, δημιουργεί το ερώτημα: Αν στον θάνατο το άτομο ενώνεται αμέσως με τον Χριστό στον ουρανό—ή, αν το άτομο είναι πονηρό και πηγαίνη αμέσως στον άδη—ποια ανάγκη υπάρχει για ανάστασι; Αυτή η αντίφασις εδώ και πολύν καιρό έχει γίνει αντικείμενο διαμάχης για τους θεολόγους της εκκλησίας χωρίς να καταλήγουν πουθενά.
Εν τούτοις, όταν γίνουν παραδεκτές οι σαφείς δηλώσεις του Λόγου του Θεού εξαφανίζεται κάθε σύγχυσις. Η Αγία Γραφή εξηγεί ότι στον θάνατο ο άνθρωπος σταματά να σκέπτεται και να υπάρχη. «Μη πεποίθατε επ’ άρχοντας, επί υιόν ανθρώπου,» λέγει η Αγία Γραφή, «αυτός επιστρέφει εις την γην αυτού· εν εκείνη τη ημέρα οι διαλογισμοί αυτού αφανίζονται.» (Ψαλμ. 146:3, 4) Ναι, «οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.» «Εν τω θανάτω δεν υπάρχει ενθύμησις περί σου»—του Παντοδυνάμου Θεού—Εκκλησ. 9:5· Ψαλμ. 6:5· 115:17.
Όταν πέθανε ο Ιησούς Χριστός, δεν μπορούσε πια να θυμάται τον ουράνιο Πατέρα του, να προσεύχεται σ’ Αυτόν. Ο Ιησούς ήταν νεκρός, δεν είχε συναίσθησι, δεν υπήρχε. Ο θάνατος δεν εσήμαινε για τον Ιησού μετάβασι σε μια άλλη ζωή· αντιθέτως, εσήμαινε ανυπαρξία. Αλλά την τρίτη μέρα του θανάτου του ο Θεός τον αποκατέστησε σε ζωή. «Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός,» είπε ο απόστολος Πέτρος.—Πράξ. 2:32.
Ο Ιησούς πέθανε ως άνθρωπος με σάρκα και αίμα, έχοντας φυσικό σώμα σαν το δικό μας. Αλλ’ ο Θεός τον ανέστησε ως πνευματικό πρόσωπο, με σώμα αόρατο στα ανθρώπινα μάτια. Ο απόστολος Πέτρος εξηγεί: «Επειδή και ο Χριστός άπαξ έπαθε δια τας αμαρτίας, . . . θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε δια του πνεύματος.» Η Βίβλος παρατηρεί τα εξής: «Είναι σώμα ζωικόν, και είναι σώμα πνευματικόν.»—1 Πέτρ. 3:18· 1 Κορ. 15:44.
Ο Ιεχωβά Θεός, ο Ιησούς Χριστός και οι άγγελοι όλοι έχουν πνευματικά σώματα κι εκείνοι που πηγαίνουν στον ουρανό λαμβάνουν παρόμοια πνευματικά σώματα. Το πόσο μεγάλα είναι τα σώματα των πνευματικών προσώπων—αν ο Θεός, παραδείγματος χάριν, έχη πολύ μεγαλύτερο σώμα από το σώμα του Χριστού ή των αγγέλων,—ή με τι μοιάζουν τα σώματά τους, δεν γνωρίζομε. Ο απόστολος Ιωάννης δεν ήξερε, όταν είπε: «Έτι, δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή [από τον Θεό], θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.»—1 Ιωάν. 3:2.
Όταν βρισκόταν κοντά στο θάνατο ο απόστολος Παύλος, ήταν πεπεισμένος ότι θα λάμβανε την αμοιβή της αιωνίου ζωής. «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα,» έγραψε. «Του λοιπού μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος, τον οποίον ο Κύριος θέλει μοι αποδώσει εν εκείνη τη ημέρα.»—2 Τιμ. 4:7, 8.
‘Εκείνη η ημέρα’—η ημέρα που ο Παύλος θα λάμβανε την αμοιβή της ουράνιας ζωής—ήταν μια μέρα μακρυά στο μέλλον· δεν ήταν η μέρα του θανάτου του Παύλου. Ο θάνατος δεν ήταν για τον Παύλο μετάβασις σε ζωή με τον Χριστό στον ουρανό. Όχι, ο θάνατος σήμαινε γι’ αυτόν την κατάστασι στην οποία δεν υπάρχει συναίσθησις, την ανυπαρξία. Και ο Παύλος εξήγησε τι θα συνέβαινε σ’ αυτόν και στους πιστούς σαν κι αυτόν Χριστιανούς στο μέλλον: «Αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον.»—1 Θεσσ. 4:16.
Ωστόσο, μπορεί κάποιος να ρωτήση: ‘Δεν δείχνει η Αγία Γραφή ότι στο θάνατο γίνεται μια στιγμιαία αλλαγή—«εν ριπή οφθαλμού»; Και δεν δείχνει αυτό ότι στον θάνατο γίνεται μετάστασις αμέσως σε άλλη ζωή;
Ας εξετάσωμε το ζήτημα. Ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Κορινθίους: «Ιδού, μυστήριον λέγω προς εσάς· πάντες μεν δεν θέλομεν κοιμηθή, πάντες όμως θέλομεν μεταμορφωθή, εν μια στιγμή, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι· διότι θέλει σαλπίσει, και οι νεκροί θέλουσιν αναστηθή.»—1 Κορ. 15:51, 52.
Παρατηρήστε ότι αυτή η γρήγορη αλλαγή σε πνευματική ζωή, για την οποία μιλάει εδώ ο Παύλος, συμβαίνει, «εν τη εσχάτη σάλπιγγι.» Στην επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς που αναφέραμε προηγουμένως, το σάλπισμα της ‘σάλπιγγας του Θεού’ φαίνεται να λαμβάνη χώρα όταν ο Κύριος ‘κατέρχεται,’ δηλαδή, όταν στρέφη την προσοχή του στη γη για ν’ αναστήση τους αγαπημένους ακολούθους του. Εκείνο τον καιρό, «οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον.»—1 Θεσσ. 4:16.
Αλλά τι θα λεχθή για τους κεχρισμένους Χριστιανούς οι οποίοι ζουν ακόμη στη γη όταν η «σάλπιγγα του Θεού» σαλπίζη και ο Χριστός ‘κατέρχεται’ για ν’ αναστήση εκείνους οι οποίοι πέθαναν «εν Χριστώ»; «Έπειτα,» εξηγεί ο Παύλος, «ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών [τους Χριστιανούς που πέθαναν πριν από την επάνοδο του Χριστού] εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα, και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.»—1 Θεσσ. 4:17.
Επομένως, αυτοί οι Χριστιανοί που ανασταίνονται «εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι,» είναι εκείνοι που πεθαίνουν μετά την ‘κάθοδο’ του Χριστού. Εκείνο τον καιρό—αφού ο Χριστός αναστήση ‘τους αποθανόντες εν Χριστώ’—δεν υπάρχει ανάγκη για τους Χριστιανούς που προορίζονται για τον ουρανό και που πεθαίνουν μετά την κάθοδο του, να κοιμηθούν στον θάνατο. Έτσι στο θάνατό τους αυτοί μεταλλάσσονται αμέσως, «εν ριπή οφθαλμού,» για να ενωθούν μ’ εκείνους οι οποίοι έχουν ήδη αναστηθή στον ουρανό. Πεθαίνουν ως άνθρωποι, αλλ’ ανασταίνονται με πνευματικό σώμα.
Πρέπει να σημειωθή, όμως, ότι δεν θα ενωθούν με τον Χριστό όλοι οι Χριστιανοί σε ουράνια δόξα. Μόνο ένας περιωρισμένος αριθμός. Η Αγία Γραφή εξηγεί ότι εκείνοι που πηγαίνουν στον ουρανό για να είναι με τον Χριστό θα έχουν «μέρος εις την πρώτην ανάστασιν,» και «θέλουσι βασιλεύσει μετ’ αυτού.» Η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι μόνο 144.000 είναι αυτοί που ανασταίνονται σε ουράνια ζωή για να ‘βασιλεύσουν επί της γης.’ (Αποκάλ. 20:6· 5:10· 14:1-3) Τι, λοιπόν, μπορεί να λεχθή για το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος που τελικά αποκτά την εύνοια του Θεού;
Αυτοί, στον κατάλληλο καιρό, θ’ απολαύσουν αιώνια ζωή στη γη, όπως ακριβώς είχε σκοπό ο Θεός για το ανθρώπινο γένος όταν έθεσε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι σε μια παραδεισιακή επίγεια κατοικία. Θα είναι οι επίγειοι υπήκοοι της βασιλείας του Θεού. Η Αγία Γραφή υπόσχεται: «Οι δίκαιοι θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα.» Πόσο θαυμάσια θα είναι όταν πραγματοποιηθούν τελικά όλοι οι θαυμαστοί σκοποί του Θεού!—Ψαλμ. 37:29· Αποκάλ. 21:3, 4.