ΦΥΛΑΞΗ
Φροντίδα, προστασία, επίβλεψη κάποιου πράγματος.
Ο Γραφικός νόμος που εξηγεί με τον πλέον κατανοητό τρόπο τις ευθύνες ενός ατόμου που αναλάμβανε τέτοια ευθύνη περιγράφεται στα εδάφια Έξοδος 22:10-13 και σχετίζεται με την ανάθεση ζώων στη φροντίδα άλλου ατόμου. Αυτός ο νόμος, ο οποίος βασίζεται αναμφίβολα σε προγενέστερο πατριαρχικό νόμο (Γε 31:39), αναφέρει: «Σε περίπτωση που κάποιος δώσει στο συνάνθρωπό του . . . οποιοδήποτε κατοικίδιο ζώο να το φυλάξει, και αυτό ψοφήσει ή τραυματιστεί σοβαρά ή το πάρει κάποιος ενόσω δεν βλέπει κανείς, . . . ο άλλος δεν θα δώσει αποζημίωση. Αλλά αν του τα κλέψουν, θα δώσει αποζημίωση στον ιδιοκτήτη τους. Αν κατασπαραχτεί από θηρίο, θα το φέρει ως απόδειξη. Για κάτι που κατασπαράχτηκε από θηρίο δεν θα δώσει αποζημίωση».—Παράβαλε Γε 30:31.
Όταν κάποιος βοσκός συμφωνούσε να φυλάξει ένα κοπάδι προβάτων ή βοοειδών, στην ουσία αποδεχόταν τη νομική ευθύνη την οποία συνεπαγόταν η φύλαξη αυτών των ζώων. Εγγυόταν στον ιδιοκτήτη ότι θα έδινε τροφή στα ζώα και θα τα προστάτευε από κλοπή, ειδάλλως θα έπρεπε να καταβάλει αποζημίωση. Ωστόσο, η ευθύνη του δεν ήταν απόλυτη, διότι ο παραπάνω νόμος απάλλασσε το φύλακα από ενοχή σε περίπτωση που συνέβαινε κάτι πέραν του λογικού ανθρώπινου ελέγχου, όπως μια επίθεση από θηρία. Προκειμένου, όμως, να απαλλαχτεί από την ευθύνη της φύλαξης, ήταν υποχρεωμένος να παρουσιάσει αποδείξεις στον ιδιοκτήτη, όπως για παράδειγμα το κατασπαραγμένο κουφάρι του ζώου. Αφού ο ιδιοκτήτης θα εξέταζε αυτές τις αποδείξεις, υποχρεούνταν να αθωώσει το φύλακα.
Η ίδια αρχή εφαρμοζόταν γενικά σε κάθε περιουσιακό στοιχείο που είχε ανατεθεί για φύλαξη, ακόμη και στις οικογενειακές σχέσεις. Για παράδειγμα, ο μεγαλύτερος αδελφός θεωρούνταν ο νόμιμος κηδεμόνας των νεότερων αδελφών του. Συνεπώς, μπορούμε να κατανοήσουμε την ανησυχία που είχε ο Ρουβήν, ως ο μεγαλύτερος γιος, για τη ζωή του Ιωσήφ, όπως καταγράφεται στα εδάφια Γένεση 37:18-30, όταν οι άλλοι αδελφοί σκέφτηκαν να τον σκοτώσουν. «Είπε . . . : “Ας μη χτυπήσουμε θανάσιμα την ψυχή του”. . . . “Μη χύσετε αίμα. . . . μην απλώσετε χέρι πάνω του”. Σκοπός του ήταν να τον ελευθερώσει από το χέρι τους για να τον επιστρέψει στον πατέρα του». Όταν μάλιστα ο Ρουβήν διαπίστωσε ότι ο Ιωσήφ έλειπε, η ανησυχία του έγινε τόσο έντονη ώστε «έσκισε τα ενδύματά του» και αναφώνησε: «Πάει το παιδί! Και εγώ—πού να πάω εγώ;» Γνώριζε ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί υπόλογος για την απώλεια του Ιωσήφ. Για να αποφύγουν την ευθύνη, τα αδέλφια κατασκεύασαν με πανουργία ένα στοιχείο που υποδείκνυε ότι ο Ιωσήφ είχε σκοτωθεί από θηρίο. Αυτό το έκαναν διαποτίζοντας το ριγωτό ένδυμα του Ιωσήφ με αίμα τράγου. Έπειτα παρέδωσαν το στοιχείο αυτό στον Ιακώβ, τον πατέρα και πατριαρχικό κριτή τους, ο οποίος απάλλαξε τον Ρουβήν από κάθε ευθύνη επειδή συμπέρανε, βάσει του διαποτισμένου με αίμα ενδύματος του Ιωσήφ που είχαν παρουσιάσει οι αδελφοί του ως στοιχείο, ότι ο Ιωσήφ είχε σκοτωθεί.—Γε 37:31-33.