ΑΒΙΟΥ
(Αβιού) [Αυτός Είναι Πατέρας].
Ένας από τους τέσσερις γιους τους οποίους απέκτησε ο Ααρών από τη σύζυγό του την Ελισέβα, αδελφός του Ναδάβ, του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ. (Εξ 6:23· 1Χρ 6:3· 24:1) Ο Αβιού, δεύτερος γιος του Ααρών, γεννημένος στην Αίγυπτο, ήταν ώριμος άντρας τον καιρό της Εξόδου, δεδομένου ότι ο πατέρας του ήταν τότε 83 ετών.—Αρ 33:39.
Ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Ναδάβ και στον Αβιού, τους μεγαλύτερους σε ηλικία γιους, να πλησιάσουν μαζί με τον πατέρα τους και 70 πρεσβυτέρους του Ισραήλ στο Όρος Σινά και εκεί να δουν από απόσταση ένα μεγαλοπρεπές όραμα της δόξας του Θεού. (Εξ 24:1, 9-11) Ο Ιεχωβά τίμησε τους γιους του Ααρών, διορίζοντάς τους να υπηρετούν ως ιερείς μαζί με τον πατέρα τους τον αρχιερέα και ορίζοντας ότι από ανάμεσά τους θα ερχόταν ο τελικός διάδοχος του Ααρών. Αυτοί θα φορούσαν ιερατικούς χιτώνες και καλύμματα για το κεφάλι, «για δόξα και ωραιότητα». Ο Μωυσής επρόκειτο να “τους χρίσει και να γεμίσει το χέρι τους δύναμη και να τους αγιάσει” για την υπηρεσία τους στον Θεό. (Εξ 28:1, 40-43) Η ιεροσύνη θα γινόταν δική τους “ως νομοθέτημα που θα ίσχυε στον αιώνα”.—Εξ 29:8, 9.
Έκτοτε αυτοί περιλαμβάνονταν μόνιμα στις οδηγίες του Θεού σχετικά με το ιερατείο και τις υπηρεσίες του. (Εξ 29:10-46· 30:26-38) Επίσης, ο Θεός εντύπωσε με έμφαση, τόσο στους ίδιους όσο και σε ολόκληρο το έθνος, τη ζωτική σπουδαιότητα του να σέβονται την ιερότητα των πραγμάτων που σχετίζονταν με τη λατρεία του, περιλαμβανομένου του θυσιαστηρίου του θυμιάματος και του συναφούς εξοπλισμού. Η ζωή τους εξαρτόταν από το σεβασμό στις θεϊκές διατάξεις.
Τώρα, έναν χρόνο μετά την Έξοδο, είχε έρθει ο καιρός να στηθεί η σκηνή και να λάβει χώρα η καθιέρωση του ιερατείου (1512 Π.Κ.Χ.). Ολόκληρο το έθνος συνάχθηκε μπροστά στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης για τις τελετές της καθιέρωσης και είδε τον Ααρών καθώς και τον Αβιού και τους αδελφούς του, πλυμένους και με τουρμπάνι στο κεφάλι τους, να λαβαίνουν το χρίσμα ως ιερείς του Θεού για να εκπροσωπούν το έθνος ενώπιόν Του. Στη συνέχεια, οι άρτι καθιερωμένοι ιερείς παρέμειναν στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης εφτά ημέρες προκειμένου να ολοκληρωθεί η καθιέρωσή τους και, όπως είπε ο Μωυσής, «“να γεμίσει το χέρι σας δύναμη”. . . . Και ο Ααρών και οι γιοι του έκαναν όλα τα πράγματα που είχε διατάξει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή».—Λευ 8:1-3, 13-36.
Την όγδοη ημέρα ο Ααρών άρχισε να εκτελεί την υπηρεσία του, με βοηθούς τον Αβιού και τους αδελφούς του. (Λευ 9:1-24) Αυτοί παρέστησαν μάρτυρες της ένδοξης φανέρωσης της παρουσίας του Θεού. Αλλά, σύμφωνα με την αφήγηση, προφανώς προτού τελειώσει η ημέρα, «[ο] Ναδάβ και [ο] Αβιού πήραν ο καθένας το πυροδοχείο του και έβαλαν φωτιά μέσα σε αυτά και έθεσαν πάνω της θυμίαμα και άρχισαν να προσφέρουν ενώπιον του Ιεχωβά ανάρμοστη φωτιά, την οποία δεν τους είχε ορίσει. Βγήκε τότε φωτιά από τον Ιεχωβά και τους κατέφαγε, ώστε πέθαναν ενώπιον του Ιεχωβά». (Λευ 10:1, 2) Κατόπιν εντολής του Μωυσή, οι εξάδελφοι του Ααρών πήραν τα πτώματά τους και τα μετέφεραν έξω από το στρατόπεδο. Ο πατέρας τους και οι εναπομείναντες αδελφοί τους έλαβαν από τον Θεό την εντολή να αποφύγουν κάθε εκδήλωση θλίψης για αυτή την εκκοπή τους από την εκκλησία.—Λευ 10:4-7.
Αμέσως μετά ο Θεός έδωσε στον Ααρών την προειδοποίηση να μην καταναλώνει ούτε ο ίδιος ούτε οι γιοι του μεθυστικό ποτό στο διάστημα της υπηρεσίας τους στη σκηνή “για να μην πεθάνουν”. Σχολιάζοντας το εδάφιο 9, το σύγγραμμα Η Πεντάτευχος και τα Χαφτορά (The Pentateuch and Haftorahs) αναφέρει: «Οι Ραβίνοι συνέδεσαν το περιστατικό που συνέβη στον Ναδάβ και στον Αβιού με αυτή την προσταγή κατά της χρήσης μεθυστικών ποτών πριν από την υπηρεσία στο Αγιαστήριο». (Επιμέλεια Τζ. Χ. Χερτζ, Λονδίνο, 1972, σ. 446) Επομένως, αν και το ζήτημα της μέθης ίσως περιλαμβανόταν στο σοβαρό αμάρτημά τους, ωστόσο η πραγματική αιτία του θανάτου τους ήταν το γεγονός ότι παραβίασαν την απαίτηση του Θεού για αγνή λατρεία, προσφέροντας «ανάρμοστη φωτιά, την οποία δεν τους είχε ορίσει».
Ο Αβιού απόλαυσε για λίγο μεγάλη τιμή από τον Θεό και ιδιαίτερη εξοχότητα ενώπιον όλου του έθνους. Αλλά είτε λόγω φιλοδοξίας είτε λόγω εγωισμού είτε λόγω της επιπόλαιης στάσης του απέναντι στις εντολές του Θεού, τα προνόμιά του υπήρξαν βραχύβια και πέθανε άτεκνος.—Αρ 3:2-4· 26:60, 61· 1Χρ 24:1, 2.