Μια Χαμένη Αυτοκρατορία που Ντρόπιασε τους Επικριτές της Αγίας Γραφής
«Στο παρελθόν η ιστορία της ασσυριακής αυτοκρατορίας αποτελούσε ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια στα παγκόσμια χρονικά». «Όσα ήταν γνωστά για την αρχαία Νινευή περιέχονταν στις διασκορπισμένες αναφορές και στις προφητείες που υπάρχουν σχετικά με αυτήν στην Αγία Γραφή, καθώς επίσης στις περιστασιακές και αποσπασματικές αναφορές που έκανε για την ασσυριακή ιστορία ο Διόδωρος ο Σικελιώτης . . . και άλλοι».—Εγκυκλοπαίδεια Βιβλικής Φιλολογίας (Cyclopædia of Biblical Literature), Τόμοι 1 και 3, 1862.
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης έζησε πριν από 2.000 χρόνια. Ισχυριζόταν πως η Νινευή ήταν μια τετράγωνη πόλη· οι τέσσερις πλευρές της είχαν συνολικό μήκος 480 στάδια. Αυτό αντιστοιχεί με περιφέρεια 60 μιλίων, δηλαδή 96 χιλιομέτρων! Η Αγία Γραφή δίνει μια παρόμοια εικόνα, περιγράφοντας τη Νινευή ως μια μεγάλη πόλη «την οποίαν δια να διέλθη τις, εχρειάζετο πορείαν τριών ημερών».—Ιωνάς 3:3, ΛΧ.
Το 19ο αιώνα, οι επικριτές της Αγίας Γραφής αρνιούνταν να πιστέψουν ότι μια άγνωστη πόλη του αρχαίου κόσμου θα μπορούσε να είναι τόσο μεγάλη. Έλεγαν επίσης ότι, αν υπήρξε κάποτε η Νινευή, πρέπει να αποτελούσε μέρος ενός αρχαίου πολιτισμού ο οποίος προηγήθηκε της Βαβυλώνας.
Αυτή η άποψη ερχόταν σε αντίθεση με το 10ο κεφάλαιο της Γένεσης, το οποίο δηλώνει ότι ο δισέγγονος του Νώε, ο Νεβρώδ, ίδρυσε το πρώτο πολιτικό κράτος στην περιοχή της Βαβέλ, ή Βαβυλώνας. «Εκ της γης εκείνης», συνεχίζει η Αγία Γραφή, «εξήλθεν ο Ασσούρ [πήγε στην Ασσυρία, ΜΝΚ], και ωκοδόμησε την Νινευή, και την πόλιν Ρεχωβώθ, και την Χαλάχ, και την Ρεσέν μεταξύ της Νινευή και της Χαλάχ· αύτη είναι η πόλις η μεγάλη». (Γένεσις 10:8-12) Παρατηρήστε ότι τα εδάφια περιγράφουν τις τέσσερις νέες ασσυριακές πόλεις σαν να ήταν μια ‘μεγάλη πόλη’.
Το 1843 ο Γάλλος αρχαιολόγος Πολ-Εμίλ Μποτά ανακάλυψε τα ερείπια ενός παλατιού το οποίο όπως αποδείχτηκε αποτελούσε μέρος μιας ασσυριακής πόλης. Όταν τα νέα για αυτή την ανακάλυψη έφτασαν στο ευρύ κοινό, προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση. «Το ενδιαφέρον του κοινού έγινε ακόμα εντονότερο», εξηγεί ο Άλαν Μίλαρντ στο βιβλίο του Θησαυροί από τους Βιβλικούς Χρόνους (Treasures From Bible Times), «όταν αποδείχτηκε ότι το παλάτι ανήκε στον Σαργών, το βασιλιά της Ασσυρίας που κατονομάζεται στο εδάφιο Ησαΐας 20:1, του οποίου η ύπαρξη αμφισβητούνταν επειδή κατά τα άλλα ήταν άγνωστος».
Στο μεταξύ, κάποιος άλλος αρχαιολόγος, ο Όστεν Χένρι Λέγιαρντ, άρχισε να ξεθάβει ερείπια σε μια περιοχή που ονομαζόταν Νιμρούντ, περίπου 42 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Χορσαμπάντ. Αποδείχτηκε ότι τα ερείπια ανήκαν στη Χαλάχ—μια από τις τέσσερις ασσυριακές πόλεις που αναφέρονται στα εδάφια Γένεσις 10:11, 12. Κατόπιν, το 1849, ο Λέγιαρντ ανέσκαψε τα ερείπια ενός τεράστιου παλατιού σε κάποιο μέρος που ονομάζεται Κουγιουντζίκ, ανάμεσα στη Χαλάχ και στη Χορσαμπάντ. Το παλάτι αποδείχτηκε ότι αποτελούσε τμήμα της Νινευή. Ανάμεσα στη Χορσαμπάντ και στη Χαλάχ βρίσκονται τα ερείπια άλλων οικισμών, περιλαμβανομένου και ενός λόφου που ονομάζεται Καραμλές. «Αν θεωρήσουμε ότι οι τέσσερις μεγάλοι λόφοι της Νιμρούντ [Χαλάχ], Κουγιουντζίκ [Νινευή], Χορσαμπάντ και Καραμλές αποτελούν τις γωνίες ενός τετραγώνου», παρατήρησε ο Λέγιαρντ, «θα βρούμε ότι οι τέσσερις πλευρές του αντιστοιχούν σχεδόν ακριβώς με τα 480 στάδια ή 60 μίλια του γεωγράφου, τα οποία αναλογούν στο τριήμερο ταξίδι του προφήτη [Ιωνά]».
Συνεπώς, από ό,τι φαίνεται, ο Ιωνάς συμπεριέλαβε όλους αυτούς τους οικισμούς σε μια ‘μεγάλη πόλη’, ονομάζοντάς τους με το όνομα της πόλης που αναφέρεται πρώτη στο εδάφιο Γένεσις 10:11, δηλαδή Νινευή. Το ίδιο γίνεται και σήμερα. Για παράδειγμα, υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην αρχική πόλη του Λονδίνου και στα προάστιά της, τα οποία αποτελούν αυτό που μερικές φορές αποκαλείται «Ευρύτερο Λονδίνο».
Ένας Αλαζόνας Ασσύριος Βασιλιάς
Το παλάτι της Νινευή είχε 70 και πλέον δωμάτια και σχεδόν τρία χιλιόμετρα τοίχο. Σε αυτούς τους τοίχους υπήρχαν καμένα απομεινάρια από σκαλιστές πλάκες οι οποίες είχαν κατασκευαστεί ως μνημεία στρατιωτικών νικών και άλλων επιτευγμάτων. Τα περισσότερα ήταν πολύ φθαρμένα. Ωστόσο, προς το τέλος της παραμονής του, ο Λέγιαρντ ανακάλυψε ένα δωμάτιο που ήταν πολύ καλά διατηρημένο. Στους τοίχους υπήρχε μια παράσταση η οποία έδειχνε την κατάκτηση κάποιας καλά οχυρωμένης πόλης, της οποίας οι αιχμάλωτοι παρέλαυναν μπροστά από τον εισβολέα βασιλιά, ο οποίος καθόταν σε ένα θρόνο έξω από την πόλη. Πάνω από το βασιλιά υπάρχει μια επιγραφή που οι ειδικοί στην ασσυριακή γραφή τη μεταφράζουν ως εξής: «Ο Σενναχειρείμ, βασιλιάς του κόσμου, βασιλιάς της Ασσυρίας, κάθησε πάνω σε ένα νιμεντού -θρόνο και πέρασε να επιθεωρήσει τα λάφυρα (που πάρθηκαν) από τη Λαχείς (Λα-κι-σού)».
Σήμερα μπορεί κανείς να δει αυτή την παράσταση και την επιγραφή στο Βρετανικό Μουσείο. Αυτή συμφωνεί με το ιστορικό γεγονός που καταγράφεται στην Αγία Γραφή, στα εδάφια 2 Βασιλέων 18:13, 14: «Εν . . . τω δεκάτω τετάρτω έτει του βασιλέως Εζεκίου, ανέβη Σενναχειρείμ ο βασιλεύς της Ασσυρίας επί πάσας τας οχυράς πόλεις του Ιούδα και εκυρίευσεν αυτάς. Και απέστειλεν ο Εζεκίας βασιλεύς του Ιούδα προς τον βασιλέα της Ασσυρίας εις Λαχείς, λέγων, Ημάρτησα· απόστρεψον απ’ εμού· ό,τι επιβάλης επ’ εμέ, θέλω βαστάσει αυτό. Και επέβαλεν ο βασιλεύς της Ασσυρίας επί τον Εζεκίαν τον βασιλέα του Ιούδα, τριακόσια τάλαντα αργυρίου και τριάκοντα τάλαντα χρυσίου».
Άλλες επιγραφές που βρέθηκαν στα ερείπια της Νινευή δίνουν επιπρόσθετες λεπτομέρειες για την εισβολή του Σενναχειρείμ στον Ιούδα και για το φόρο υποτέλειας που κατέβαλε ο Εζεκίας. «Το ποσό του θησαυρού που δόθηκε από τον Εζεκία σε χρυσό, τριάντα τάλαντα, αποτελεί πιθανόν μια από τις πιο αξιοσημείωτες συμπτώσεις καταγραμμένης ιστορικής μαρτυρίας, καθώς συμφωνεί σε δυο εντελώς ξεχωριστές αφηγήσεις», έγραψε ο Λέγιαρντ. Ο Σερ Χένρι Ρόλινσον, ο οποίος συνέβαλε στην αποκρυπτογράφηση της ασσυριακής γραφής, ανακοίνωσε ότι αυτές οι επιγραφές «καθόρισαν πέρα από κάθε αμφισβήτηση την ιστορική ταυτότητα του [Σενναχειρείμ]». Επιπλέον, ο Λέγιαρντ ρωτάει στο βιβλίο του Νινευή και Βαβυλώνα (Nineveh and Babylon): «Ποιος θα πίστευε ότι ήταν πιθανό ή δυνατόν, προτού γίνουν αυτές οι ανακαλύψεις, να βρεθεί κάτω από τους σωρούς του χώματος και των σκουπιδιών, που χαρακτήριζαν την περιοχή της Νινευή, η ιστορία των πολέμων μεταξύ του Εζεκία και του Σενναχειρείμ, γραμμένη από τον ίδιο τον Σενναχειρείμ, τότε ακριβώς που έλαβαν χώρα οι πόλεμοι επιβεβαιώνοντας ακόμα και στις παραμικρές λεπτομέρειες τη Βιβλική αφήγηση;»
Φυσικά, μερικές λεπτομέρειες της αφήγησης του Σενναχειρείμ δεν συμφωνούν με την Αγία Γραφή. Για παράδειγμα, ο αρχαιολόγος Άλαν Μίλαρντ σημειώνει: «Το πιο αξιοσημείωτο γεγονός εμφανίζεται στο τέλος [της αφήγησης του Σενναχειρείμ]. Ο Εζεκίας έστειλε τον αγγελιοφόρο του, και όλο το φόρο υποτέλειας, στον Σενναχειρείμ ‘αργότερα, στη Νινευή’. Ο ασσυριακός στρατός δεν τα μετέφερε θριαμβευτικά στην πατρίδα του με το συνηθισμένο τρόπο». Η Αγία Γραφή δηλώνει ότι ο φόρος υποτέλειας πληρώθηκε προτού ο βασιλιάς της Ασσυρίας επιστρέψει στη Νινευή. (2 Βασιλέων 18:15-17) Γιατί υπάρχει αυτή η διαφορά; Επίσης, γιατί δεν μπορούσε να καυχηθεί ο Σενναχειρείμ ότι κατέλαβε την ιουδαϊκή πρωτεύουσα, την Ιερουσαλήμ, όπως καυχήθηκε για την κατάκτηση από μέρους του τού ιουδαϊκού οχυρού της Λαχείς; Τρεις Βιβλικοί συγγραφείς δίνουν την απάντηση. Ένας από αυτούς, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας, έγραψε: ‘Εξήλθεν ο άγγελος του Ιεχωβά και επάταξεν εν τω στρατοπέδω των Ασσυρίων εκατόν ογδοήκοντα πέντε χιλιάδας· και ότε εξηγέρθησαν το πρωί, ιδού, ήσαν πάντες σώματα νεκρά. Και εσηκώθη και έφυγε και επέστρεψε Σενναχειρείμ ο βασιλεύς της Ασσυρίας και κατώκησεν εν Νινευή’.—Ησαΐας 37:36, 37· 2 Βασιλέων 19:35· 2 Χρονικών 32:21.
Στο βιβλίο του Θησαυροί από τους Βιβλικούς Χρόνους, ο Μίλαρντ συμπεραίνει: «Δεν υπάρχει βάσιμος λόγος να αμφισβητήσουμε αυτή την αναφορά . . . Είναι ευνόητο ότι ο Σενναχειρείμ δεν θα κατέγραφε μια τέτοια καταστροφή για να τη διαβάζουν οι διάδοχοί του, επειδή αυτό θα τον δυσφήμιζε». Απεναντίας, ο Σενναχειρείμ προσπάθησε να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η εισβολή του στον Ιούδα είχε στεφτεί με επιτυχία και ότι ο Εζεκίας συνέχισε να είναι σε υποταγή, στέλνοντας το φόρο υποτέλειας στη Νινευή.
Η Προέλευση της Ασσυρίας Επιβεβαιώνεται
Στη Νινευή ανακαλύφτηκαν, επίσης, βιβλιοθήκες που περιείχαν δεκάδες χιλιάδες πήλινες πινακίδες. Αυτά τα τεκμήρια αποδεικνύουν ότι η Ασσυριακή Αυτοκρατορία είχε τις ρίζες της στα νότια της Βαβυλώνας, όπως ακριβώς υποδηλώνει το εδάφιο Γένεσις 10:11. Χρησιμοποιώντας αυτή την πληροφορία, οι αρχαιολόγοι άρχισαν να συγκεντρώνουν τις προσπάθειές τους ακόμη νοτιότερα. Η Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (Encyclopædia Biblica) εξηγεί: «Οι Ασσύριοι μαρτυρούν με όλα όσα έχουν αφήσει πίσω τους τη Βαβυλωνιακή προέλευσή τους. Είχαν πάρει τη γλώσσα τους και τον τρόπο γραφής τους, τη λογοτεχνία τους, τη θρησκεία τους και την επιστήμη τους από τους γείτονές τους, που κατοικούσαν στα νότια, κάνοντας μικρές μόνο τροποποιήσεις».
Ανακαλύψεις όπως η παραπάνω έχουν αναγκάσει τους επικριτές της Αγίας Γραφής να μην έχουν τόσο απόλυτες απόψεις. Πράγματι, μια ειλικρινής έρευνα της Αγίας Γραφής αποκαλύπτει ότι γράφτηκε από προσεκτικούς, έντιμους συγγραφείς. Ένας πρώην πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Σάλμον Π. Τσέιζ, είπε αφού ερεύνησε την Αγία Γραφή: «Ήταν μια μακρά, σοβαρή και βαθιά μελέτη: και χρησιμοποιώντας την ίδια διαδικασία για τις αποδείξεις πάνω σε αυτό το θρησκευτικό ζήτημα, όπως κάνω πάντα για τις κοσμικές υποθέσεις, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η Αγία Γραφή είναι ένα υπερφυσικό βιβλίο, ότι έχει προέλθει από τον Θεό».—Το Βιβλίο των Βιβλίων: Μια Εισαγωγή (The Book of Books: An Introduction).
Στην πραγματικότητα, η Αγία Γραφή δεν είναι απλώς ακριβής ιστορικά. Είναι ο εμπνευσμένος Λόγος του Θεού, ένα δώρο προς όφελος της ανθρωπότητας. (2 Τιμόθεον 3:16) Αυτό το γεγονός μπορεί να αποδειχτεί αν εξετάσει κανείς τη γεωγραφία της Αγίας Γραφής. Αυτό θα αναλυθεί στο επόμενο τεύχος.
[Εικόνες στις σελίδες 6, 7]
Πάνω: Τρεις λεπτομερείς απεικονίσεις από ανάγλυφο σε τοίχο
Κάτω: Αναπαράσταση ασσυριακού ανάγλυφου σε τοίχο, το οποίο απεικονίζει την πολιορκία της Λαχείς
[Ευχαριστίες]
(Courtesy of The British Museum)
(From The Bible in the British Museum, published by British Museum Press)
[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 4]
Courtesy of the Trustees of The British Museum