ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ
(Αμμωνίτες) [Του (Από τον) Αμμών].
Οι απόγονοι του Αμμών (Βεν-αμμί), του γιου που απέκτησε ο Λωτ με τη νεότερη από τις δύο κόρες του. (Γε 19:36-38) Ήταν στενοί συγγενείς των Μωαβιτών, οι οποίοι κατάγονταν από τον άλλον γιο του Λωτ, τον Μωάβ, και συχνά μνημονεύονται παράλληλα με αυτούς στην Αγία Γραφή και στην αρχαία ιστορία. Ήταν επίσης μακρινοί συγγενείς των Ισραηλιτών, και αυτή η αναφερόμενη στη Γραφή συγγένεια υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η αμμωνιτική γλώσσα ήταν διάλεκτος ή παραλλαγή της εβραϊκής. Ωστόσο, με σπάνιες εξαιρέσεις, οι Αμμωνίτες εκδήλωναν βίαιη εχθρότητα προς το έθνος του Ισραήλ.
Η Περιοχή που Κατείχαν. Προφανώς λόγω της εκτίμησής του για τον πιστό προπάτορά τους τον Λωτ, ο Ιεχωβά Θεός έδωσε στους Αμμωνίτες τη δυνατότητα να καταλάβουν την περιοχή την οποία κατείχαν άλλοτε οι Ρεφαΐμ, ένας πανύψηλος λαός που οι Αμμωνίτες ονόμαζαν Ζαμζουμμίμ. (Δευ 2:17-21) Αυτή η γη βρισκόταν Α της νότιας άκρης του Ιορδάνη Ποταμού, και κάποτε η περιοχή των Αμμωνιτών συνόρευε με την περιοχή των Μωαβιτών στο υψίπεδο που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Νεκράς Θαλάσσης. Ωστόσο, κάποια στιγμή πριν από την είσοδο του Ισραήλ στη Χαναάν, οι Αμορραίοι εκδίωξαν τους Αμμωνίτες από ένα τμήμα της γης τους και τους απώθησαν προς τα Β και Α, δημιουργώντας έτσι μια εμβόλιμη περιοχή ανάμεσα σε αυτούς και στους Μωαβίτες (οι οποίοι επίσης έχασαν αρκετό έδαφος). (Αρ 21:26· Ιη 12:2· Κρ 11:13, 22) Έκτοτε η χώρα των γιων του Αμμών άρχιζε περίπου από τα ανάντη της καμπύλης κοιλάδας του χειμάρρου Ιαβόκ και εκτεινόταν ανατολικά, προς την έρημο. (Αρ 21:24· Ιη 12:2) Η πρωτεύουσά τους ήταν η Ραββά (το σημερινό Αμμάν), κοντά στις πηγές του Ιαβόκ. (Δευ 3:11) Οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει αρχαίες αμμωνιτικές τοποθεσίες και συνοριακά φρούρια σε αυτή την περιοχή.
Έχοντας λάβει θεϊκές εντολές, οι Ισραηλίτες φρόντισαν να μην παραβιάσουν την ιδιοκτησία των Αμμωνιτών όταν κατακτούσαν τους γειτονικούς Αμορραίους. (Δευ 2:37· Ιη 13:8-10) Έτσι λοιπόν, ενώ το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 13:25 δηλώνει ότι η φυλή του Γαδ έλαβε ως μέρος της φυλετικής της κληρονομιάς τη «μισή γη των γιων του Αμμών», προφανώς εδώ εννοείται το τμήμα της γης το οποίο είχαν πάρει προηγουμένως από τους Αμμωνίτες οι Αμορραίοι, μια περιοχή που, όπως φαίνεται, βρισκόταν ανάμεσα στον Ιορδάνη Ποταμό και στον άνω Ιαβόκ.
Συγκρούσεις με τον Ισραήλ. Οι Αμμωνίτες συγκρούστηκαν αρχικά με τον Ισραήλ την εποχή του Βασιλιά Εγλών του Μωάβ όταν, μαζί με τους Αμαληκίτες, συμμάχησαν με τους Μωαβίτες και επιτέθηκαν στον Ισραήλ, κατευθυνόμενοι προς τα Δ και φτάνοντας στην Ιεριχώ, Δ του Ιορδάνη. (Κρ 3:12-14) Αφότου ο Κριτής Αώδ απάλειψε τις επιπτώσεις αυτής της επίθεσης (Κρ 3:26-30), οι Αμμωνίτες δεν αποτέλεσαν ξανά σοβαρή απειλή για τον Ισραήλ μέχρι τις ημέρες του Ιεφθάε. Τότε οι Ισραηλίτες είχαν αρχίσει και πάλι να υπηρετούν τους θεούς των εθνών με αποτέλεσμα να υπάρξει μια 18ετής περίοδος καταδυνάστευσης, κατά την οποία οι Αμμωνίτες πίεζαν τον Ισραήλ από τα Α ενώ οι Φιλισταίοι τον απειλούσαν από τη Δ. Οι αμμωνιτικές δυνάμεις, όχι μόνο τρομοκρατούσαν τους Ισραηλίτες που ζούσαν στη Γαλαάδ, αλλά έκαναν επιδρομές ακόμη και Δ του Ιορδάνη και παρενοχλούσαν τις φυλές του Βενιαμίν, του Ιούδα και του Εφραΐμ. (Κρ 10:6-10) Όταν τελικά οι Ισραηλίτες καθαρίστηκαν από την ψεύτικη λατρεία και συσπειρώθηκαν υπό την ηγεσία του Ιεφθάε, ο οποίος στη συνέχεια κατέρριψε με νομική επιχειρηματολογία τις κατηγορίες των Αμμωνιτών για σφετερισμό εδαφικών δικαιωμάτων από μέρους του Ισραήλ, οι Αμμωνίτες υπέστησαν μεγάλη ήττα.—Κρ 10:16–11:33· βλέπε ΙΕΦΘΑΕ.
Ορισμένοι λόγιοι έχουν θεωρήσει εσφαλμένη την αναφορά του Ιεφθάε στον Χεμώς ως “θεό [του Αμμών]”, ισχυριζόμενοι ότι ο Χεμώς ήταν ο εθνικός θεός του Μωάβ, όχι του Αμμών. (Κρ 11:24· Αρ 21:29) Μολονότι ο θεός των Αμμωνιτών αναφέρεται ποικιλοτρόπως ως Μολόχ, Μελχώμ ή Μαλχάμ (1Βα 11:5, 7· Ιερ 49:1, 3), αυτοί οι όροι (όλοι συγγενικοί με τη ρίζα «βασιλιάς») θεωρούνται από ορισμένους λογίους ως τίτλοι και όχι ως κύρια ονόματα, και θα μπορούσαν να εφαρμόζονται στον θεό Χεμώς. Ούτως ή άλλως, οι Αμμωνίτες ήταν πολυθεϊστές (Κρ 10:6), και η λατρεία του Χεμώς θα μπορούσε να κατέχει ανάμεσά τους σχεδόν τόσο εξέχουσα θέση όσο και ανάμεσα στους συγγενείς τους, τους Μωαβίτες.
Σύμφωνα με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, περίπου έναν μήνα αφότου ο Σαούλ ορίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, ο Βασιλιάς Νάας του Αμμών πολιόρκησε την πόλη Ιαβείς στη Γαλαάδ και απαίτησε την παράδοσή της, με το σκληρό όρο ότι, για να έχουν οι άντρες της ειρήνη, θα έπρεπε να αφήσει ο καθένας τους να του βγάλουν το δεξί μάτι. (Βλέπε ΝΑΑΣ Αρ. 1.) Μόλις έμαθε τα νέα για την πολιορκία, ο Σαούλ απέδειξε την αξία του ως βασιλιάς, παρατάσσοντας τις ισραηλιτικές δυνάμεις και κατατροπώνοντας τους Αμμωνίτες. (1Σα 11:1-4, 11-15) Μια μεταγενέστερη δήλωση του Σαμουήλ αποκαλύπτει ότι αυτό που έκανε τελικά τους Ισραηλίτες να ζητήσουν βασιλιά ήταν η αυξανόμενη απειλή των Αμμωνιτών υπό τον Νάας.—1Σα 12:12.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Δαβίδ. Οι Αμμωνίτες ηττήθηκαν επίσης από τον Δαβίδ, ο οποίος πήρε από αυτούς λάφυρα ή φόρο υποτελείας. (1Χρ 18:11) Η σχετική αφήγηση στα εδάφια 2 Σαμουήλ 8:11, 12 αποτελεί μέρος μιας περίληψης των κατακτήσεων του Δαβίδ, και αυτή η περίληψη μπορεί να μην ακολουθεί κατ’ ανάγκην απόλυτη χρονολογική σειρά όσον αφορά τις προηγούμενες και τις επόμενες αφηγήσεις. Παραδείγματος χάρη, τα εδάφια 2 Σαμουήλ 10:1, 2 υποδηλώνουν ότι ο Αμμών και ο Ισραήλ είχαν σχετική ειρήνη στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Δαβίδ μέχρι την εποχή του θανάτου του Βασιλιά Νάας. Εντούτοις, ο Ανούν, ο γιος και διάδοχος του Νάας, εξόργισε πολύ τον Δαβίδ ταπεινώνοντας τους αγγελιοφόρους που του έστειλε εκείνος ως παρηγορητές. Συνειδητοποιώντας τη σοβαρότητα της προσβολής τους, οι Αμμωνίτες στρατολόγησαν Σύριους μισθοφόρους και ετοιμάστηκαν για πόλεμο με τον Ισραήλ, αλλά ο Ισραηλίτης στρατηγός Ιωάβ και ο αδελφός του ο Αβισαί εφάρμοσαν καλύτερη στρατηγική και τους νίκησαν.—2Σα 10:1-14· 1Χρ 19:6-15.
Την επόμενη άνοιξη οι δυνάμεις του Δαβίδ πολιόρκησαν τη Ραββά, την πρωτεύουσα του Αμμών. Σε μια απελπισμένη έξοδο που επιχείρησαν οι πολιορκημένοι Αμμωνίτες, πέθανε ο Ουρίας ο Χετταίος. (2Σα 11:1, 17, 24, 26, 27· βλέπε ΡΑΒΒΑ Αρ. 1.) Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η διάρκεια της πολιορκίας. Το υπόμνημα σχετικά με τη γέννηση του παιδιού που απέκτησε ως καρπό μοιχείας η Βηθ-σαβεέ και σχετικά με τη μεταγενέστερη γέννηση του Σολομώντα μπορεί να εντάσσεται χρονολογικά στην περίοδο της πολιορκίας ή μπορεί απλώς να παρουσιάζεται ολόκληρο ώστε να τελειώσει η αφήγηση για τη Βηθ-σαβεέ, έστω και αν η μία ή και οι δύο γεννήσεις έλαβαν χώρα μετά την πολιορκία. Μολονότι η αφήγηση των εδαφίων 1 Χρονικών 20:1, 2 δεν φαίνεται να υπονοεί μια παρατεταμένη περίοδο, δεν θα ήταν παράξενο αν η πολιορκία είχε συνεχιστεί και στο επόμενο έτος. Η πλήρης κατάληψη της πρωτεύουσας των Αμμωνιτών πραγματοποιήθηκε τελικά από τον Δαβίδ.—2Σα 12:26-29.
«Το στέμμα του Μαλχάμ», για το οποίο γίνεται λόγος στα πλαίσια της κατάληψης της Ραββά, ήταν προφανώς ένα στέμμα τοποθετημένο στο κεφάλι του ειδωλολατρικού θεού των Αμμωνιτών, ο οποίος αλλού ονομάζεται Μολόχ ή Μελχώμ. Αν και η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση αποδίδει σε αυτή την περίπτωση την εβραϊκή λέξη Μαλκάμ ως «βασιλιά τους» (βλέπε επίσης ΒΑΜ), δεν φαίνεται λογικό να εννοείται ένας ανθρώπινος βασιλιάς, εφόσον το στέμμα ζύγιζε «ένα τάλαντο χρυσού» (περ. 34 κιλά). Φαίνεται επίσης πιθανό να τοποθετήθηκε το στέμμα στο κεφάλι του Δαβίδ μόνο στιγμιαία, ίσως ως σημείο της νίκης επί αυτού του ψεύτικου θεού.—2Σα 12:30.
Λόγω κάποιων αποδόσεων του εδαφίου 2 Σαμουήλ 12:31 (KJ, AS, Dy, ΒΑΜ), πολλοί έχουν την εντύπωση ότι ο Δαβίδ υπέβαλε τους ηττημένους Αμμωνίτες σε σκληρά βασανιστήρια, πριονίζοντάς τους, θανατώνοντάς τους με τσεκούρια και καίγοντάς τους. Μεταγενέστερες μεταφράσεις (RS, AT, JB, ΜΝΚ, ΜΠΚ), όμως, δίνουν προφανώς το σωστό νόημα, δείχνοντας ότι οι Αμμωνίτες υποβλήθηκαν σε καταναγκαστικά έργα, στα οποία έπρεπε να δουλεύουν με πριόνια και τσεκούρια και να φτιάχνουν πλίθους. Αυτό υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «καμίνι πλίνθων» σε ορισμένες μεταφράσεις είναι τώρα γνωστό ότι δεν εννοεί κάτι τέτοιο, αλλά αναφέρεται σε ένα ξύλινο καλούπι στο οποίο ο πηλός έπαιρνε το σχήμα του πλίθου.
Η παρουσία του Σελέκ του Αμμωνίτη μεταξύ των κραταιών αντρών του Δαβίδ αποδεικνύει ότι δεν ήταν όλοι οι Αμμωνίτες άσπονδοι εχθροί του Ισραήλ. (2Σα 23:37) Ο Βασιλιάς Σολομών είχε και Αμμωνίτισσες μεταξύ των αλλοεθνών συζύγων του, περιλαμβανομένης και της μητέρας του Ροβοάμ. (1Βα 11:1· 14:31) Αυτό, όμως, συντέλεσε στο να αποστατήσει ο Σολομών και να στήσει «υψηλούς τόπους» για τη λατρεία του Μελχώμ και άλλων θεών—τόπους τους οποίους κατέστρεψε τελικά ο πιστός Βασιλιάς Ιωσίας.—1Βα 11:5· 2Βα 23:13.
Στα χρόνια του διαιρεμένου βασιλείου. Οι Αμμωνίτες επανέκτησαν την ανεξαρτησία τους από τους Δαβιδικούς βασιλιάδες, και στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ (936–περ. 911 Π.Κ.Χ.) συντάχθηκαν με τους Μωαβίτες και τους κατοίκους της ορεινής περιοχής του Σηείρ για να πολεμήσουν από κοινού εναντίον του Ιούδα, αλλά η συμμαχία τους υπέστη συντριπτική ήττα. (2Χρ 20:1-4, 10-26) Οι επιγραφές του Ασσύριου Βασιλιά Σαλμανασάρ Γ΄, ο οποίος βασίλεψε την εποχή του Βασιλιά Ιηού (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.) του Ισραήλ, υποστηρίζουν ότι οι δυνάμεις του «Μπασά, γιου του Ρουχουμπί, από τον Αμμών» ήταν μέρος ενός συνασπισμού βασιλιάδων που πολέμησε εναντίον της Ασσυρίας στη μάχη της Καρκάρ. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 279) Ένας από τους συνωμότες που σκότωσαν τον Βασιλιά Ιωάς του Ιούδα (περ. 859 Π.Κ.Χ.) ήταν ο Ζαβάδ, γιος της Αμμωνίτισσας Σιμεάθ. (2Χρ 24:22, 26) Η ισχυρή κυβέρνηση του Οζία (829-778 Π.Κ.Χ.) κατέστησε για άλλη μια φορά τους Αμμωνίτες υποτελείς του Ιούδα (2Χρ 26:8), και ο Ιωθάμ, ο γιος του Οζία, επέβαλε εκ νέου αυτή την επικυριαρχία στον Αμμών, παίρνοντας από αυτούς 100 τάλαντα ασήμι ($660.600) και από 10.000 κορ (2.200 kl) σιτάρι και κριθάρι αντίστοιχα. (2Χρ 27:5) Το ότι οι Αμμωνίτες είχαν τη δυνατότητα να πληρώνουν αυτό το μεγάλο ποσό επί τρία συνεχόμενα χρόνια μπορεί να οφείλεται στην πλεονεκτική τους θέση—από την περιοχή τους περνούσε μια από τις κύριες εμπορικές οδούς που οδηγούσαν από την Αραβία στη Δαμασκό—και στη σχετική ευφορία της περιοχής γύρω από την Κοιλάδα του Ιαβόκ, όπου το σιτάρι και το κριθάρι εξακολουθούν να αποτελούν κύρια προϊόντα.
Προφανώς, η όλο και μεγαλύτερη επέμβαση της ασσυριακής δύναμης στις υποθέσεις της Παλαιστίνης κατά τη βασιλεία του Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.), διαδόχου του Ιωθάμ, επέτρεψε στους Αμμωνίτες να απελευθερωθούν από την επικυριαρχία του Ιούδα, μόνο και μόνο για να υποδουλωθούν κατόπιν από τους Ασσυρίους, δεδομένου ότι τα αρχεία του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ αναφέρουν πως ο «Σανιπού του Μπιτ-Αμμών [του οίκου του Αμμών]» πλήρωνε φόρο υποτελείας στην Ασσυρία, μαζί με τον Άχαζ του Ιούδα και τον Σαλαμανού του Μωάβ. Το Πρίσμα του Σενναχειρείμ, το οποίο εξιστορεί την εισβολή του Σενναχειρείμ στον Ιούδα την εποχή του Εζεκία, παρουσιάζει παρόμοια τον Αμμών να φέρνει δώρα στον Ασσύριο εισβολέα, ενώ ο Εσάρ-αδδών, γιος του Σενναχειρείμ και σύγχρονος του Μανασσή, περιλαμβάνει τον «Πουντουίλ, βασιλιά του Μπεθ-Αμμών», μεταξύ εκείνων που πρόσφεραν υλικά για να χτιστεί η πόλη της Νινευή.
Φαίνεται πιθανό ότι, μετά τον εκτοπισμό του λαού του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και από έναν διάδοχό του (2Βα 15:29· 17:6), οι Αμμωνίτες κατέλαβαν την περιοχή της φυλής του Γαδ, για την οποία είχαν πολεμήσει ανεπιτυχώς εναντίον του Ιεφθάε. (Παράβαλε Ψλ 83:4-8.) Ως εκ τούτου, στο προφητικό άγγελμα που έδωσε ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία, οι Αμμωνίτες επιπλήττονται για τη διαρπαγή της κληρονομιάς των Γαδιτών και προειδοποιούνται για μια επερχόμενη ερήμωση του Αμμών και του θεού του, του Μαλχάμ (Μελχώμ). (Ιερ 49:1-5) Οι Αμμωνίτες προχώρησαν ακόμη περισσότερο στέλνοντας ληστρικές ομάδες που παρενοχλούσαν τον Ιούδα όταν κυβερνούσε ο Βασιλιάς Ιωακείμ, στα τελευταία χρόνια του βασιλείου του Ιούδα.—2Βα 24:2, 3.
Η Εισβολή των Βαβυλωνίων. Όταν οι Βαβυλώνιοι ανέτρεψαν τον Ιούδα (607 Π.Κ.Χ.), μερικοί Ιουδαίοι κατέφυγαν στον Αμμών, στον Μωάβ και στον Εδώμ, αλλά επέστρεψαν όταν άκουσαν ότι ο Γεδαλίας είχε διοριστεί υπεύθυνος της χώρας. (Ιερ 40:11, 12) Ωστόσο, ο Βασιλιάς Βααλείς του Αμμών συνωμότησε με τον Ισμαήλ, έναν από τους αρχηγούς του Ιουδαϊκού στρατεύματος, ο οποίος δολοφόνησε τον Γεδαλία (2Βα 25:23· Ιερ 40:14· 41:1-3) και στη συνέχεια κατέφυγε στον Αμμών.—Ιερ 41:10-15.
Παρότι ο Αμμών χάρηκε με την πτώση της Ιερουσαλήμ, η ημέρα του Ιεχωβά για τακτοποίηση λογαριασμών με τους περιτμημένους Αμμωνίτες ήρθε τελικά πάνω τους εξαιτίας των απερίτμητων καρδιών τους. (Ιερ 9:25, 26) Σε εκπλήρωση των προφητειών που είχαν εξαγγείλει ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ και ο Αμώς, οι Αμμωνίτες άρχισαν να πίνουν το ποτήρι της οργής του Ιεχωβά με το να υφίστανται σπαθί, πείνα, επιδημία και την ερήμωση της γης τους.—Ιερ 25:17, 21· 27:1-8· Ιεζ 25:1-10· Αμ 1:13-15.
Το γεγονός ότι ο Αμμών δεν υποτάχθηκε με τη θέλησή του στο βαβυλωνιακό ζυγό διαφαίνεται από την περιγραφή του Ιεζεκιήλ στην οποία ο βασιλιάς της Βαβυλώνας (ο Ναβουχοδονόσορ) παρουσιάζεται να στέκεται στο σταυροδρόμι και να ασκεί μαντεία για να αποφασίσει αν θα πάει εναντίον της Ραββά του Αμμών ή εναντίον του Ιούδα. (Ιεζ 21:19-23, 28-32) Μολονότι υπερίσχυσε η επιλογή να επιτεθεί πρώτα στην Ιερουσαλήμ, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι, το πέμπτο έτος μετά την ερήμωση της Ιερουσαλήμ, ο Ναβουχοδονόσορ επέστρεψε και πολέμησε εναντίον της Κοίλης Συρίας, του Αμμών και του Μωάβ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 181 [ix, 7]) Όπως είχε προειπωθεί, ο Αμμών θα γινόταν “τόπος για να αναπαύεται το ποίμνιο” και η Ραββά “βοσκότοπος για καμήλες”. (Ιεζ 25:5) Οι κάτοικοι της Ανατολής επρόκειτο να έρθουν με τις καμήλες τους για να πάρουν τη γη ως απόκτημά τους και να κατασκηνώνουν σε αυτήν.—Ιεζ 25:4.
Ο Κύρος, ο κατακτητής της Βαβυλώνας, ενδέχεται να επέτρεψε σε Αμμωνίτες εξορίστους, όπως και σε εξορίστους άλλων εθνών, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, σε εκπλήρωση του εδαφίου Ιερεμίας 49:6.
Επιγαμία με τους Ισραηλίτες. Μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από την εξορία (537 Π.Κ.Χ.), ένας Αμμωνίτης ονόματι Τωβίας πρωτοστάτησε στις προσπάθειες για παρεμπόδιση της ανοικοδόμησης των τειχών της Ιερουσαλήμ. (Νε 4:3, 7, 8) Ωστόσο, αργότερα είχε το θράσος να χρησιμοποιεί μια τραπεζαρία μέσα στον περίβολο του ναού, ώσπου ο Νεεμίας αγανακτισμένος πέταξε τα έπιπλά του έξω. (Νε 13:4-8· βλέπε ΤΩΒΙΑΣ Αρ. 2.) Επίσης, πολλοί από τους επαναπατρισμένους Ιουδαίους εξορίστους είχαν πάρει Αμμωνίτισσες και άλλες αλλοεθνείς γυναίκες ως συζύγους και επιπλήχθηκαν αυστηρά για αυτό, κάτι που οδήγησε στη γενική αποπομπή αυτών των γυναικών.—Εσδ 9:1, 2· 10:10-19, 44· Νε 13:23-27.
Μετά την εκδίωξη του Τωβία από την περιοχή του ναού, διαβάστηκε και εφαρμόστηκε ο θεϊκός νόμος των εδαφίων Δευτερονόμιο 23:3-6 ο οποίος απαγόρευε την είσοδο Αμμωνιτών και Μωαβιτών στην εκκλησία του Ισραήλ. (Νε 13:1-3) Αυτός ο περιορισμός, που είχε επιβληθεί περίπου 1.000 χρόνια νωρίτερα επειδή οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες είχαν αρνηθεί να συνδράμουν τους Ισραηλίτες όταν εκείνοι πλησίαζαν στην Υποσχεμένη Γη, θεωρείται γενικά ότι σημαίνει πως αυτοί δεν μπορούσαν να ενταχθούν πλήρως στο έθνος του Ισραήλ ως νόμιμα μέλη, απολαμβάνοντας κατά συνέπεια όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια αυτών των μελών. Δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι μεμονωμένοι Αμμωνίτες και Μωαβίτες δεν μπορούσαν να συναναστρέφονται με τους Ισραηλίτες ή να κατοικούν ανάμεσά τους, ωφελούμενοι ως εκ τούτου από τις θεϊκές ευλογίες του λαού του Θεού, και αυτό καταδεικνύεται από το ότι ο Σελέκ, ο οποίος αναφέρθηκε παραπάνω, ήταν ένας από τους επίλεκτους πολεμιστές του Δαβίδ, καθώς και από το υπόμνημα σχετικά με τη Ρουθ τη Μωαβίτισσα.—Ρθ 1:4, 16-18.
Όσον αφορά αυτή την τελευταία περίπτωση, ο γάμος της Ρουθ με τον Βοόζ δείχνει ότι οι Ιουδαίοι μπορούσαν να παντρευτούν γυναίκες από αυτά τα έθνη αν εκείνες μεταστρέφονταν στη λατρεία του αληθινού Θεού. Επειδή οι όροι «Αμμωνίτης» και «Μωαβίτης» στο εβραϊκό κείμενο των εδαφίων Δευτερονόμιο 23:3-6 είναι στο αρσενικό γένος, το Ιουδαϊκό Μισνά (Γεβαμότ 8:3) προβάλλει το επιχείρημα ότι μόνο οι άντρες από αυτά τα έθνη αποκλείονταν από τον Ισραήλ. Εντούτοις, η επίμονη απαίτηση του Έσδρα να εξαποστείλουν οι Ιουδαίοι τις αλλοεθνείς συζύγους τους και η προαναφερόμενη παρόμοια στάση του Νεεμία υποδεικνύουν ότι το αν θα γίνονταν δεκτές στον Ισραήλ κάποιες Αμμωνίτισσες και Μωαβίτισσες εξαρτόταν από το αν οι ίδιες θα ασπάζονταν την αληθινή λατρεία.
Μολονότι διάφορα ιστορικά στοιχεία, όπως το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (5:6), δείχνουν ότι ο Αμμών εξακολουθούσε να αποτελεί ξεχωριστή οντότητα μέχρι και το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ., φαίνεται ότι τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. η περιοχή είχε περιέλθει στην επικράτεια του βασιλείου των Ναβαταίων, ενώ τον τρίτο αιώνα Κ.Χ. οι Αμμωνίτες εξαφανίζονται πλέον ως λαός από την ιστορία, προφανώς καθώς αφομοιώνονται από τις αραβικές φυλές. Σε εκπλήρωση της προφητείας του Σοφονία, οι γιοι του Αμμών είχαν γίνει «όπως τα Γόμορρα, . . . ερημότοπος».—Σοφ 2:8-10.
Δεδομένου ότι οι Αμμωνίτες εξαφανίστηκαν στις αρχές της Κοινής Χρονολογίας, η μνεία που κάνει ο Δανιήλ για τον Αμμών στην προφητεία του σχετικά με «τον καιρό του τέλους» πρέπει να έχει μεταφορική σημασία. Προφανώς αναφέρεται σε ορισμένα έθνη ή οργανώσεις που «ο βασιλιάς του βορρά» δεν κατορθώνει να θέσει υπό τον έλεγχό του.—Δα 11:40, 41.