ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «οχύρωμα» δηλώνει βασικά έναν αδιαπέραστο, απρόσιτο τόπο. (Παράβαλε Ζαχ 11:2, υποσ.) Η οχύρωση μιας κωμόπολης ήταν δαπανηρή και δύσκολη υπόθεση και απαιτούσε επαρκή στρατιωτική δύναμη για την άμυνά της, γι’ αυτό και δεν ήταν όλες οι κωμοπόλεις οχυρωμένες. Οι μεγαλύτερες πόλεις ήταν συνήθως περιτειχισμένες, ενώ οι μικρότερες κωμοπόλεις στα περίχωρα, γνωστές και ως εξαρτώμενες κωμοπόλεις, ήταν ατείχιστες. (Ιη 15:45, 47· 17:11) Οι κάτοικοι αυτών των κωμοπόλεων μπορούσαν να καταφύγουν στην περιτειχισμένη πόλη σε περίπτωση εχθρικής εισβολής. Επομένως, οι οχυρωμένες πόλεις αποτελούσαν καταφύγιο για τους περίοικους. Οι πόλεις οχυρώνονταν επίσης όταν βρίσκονταν σε στρατηγική θέση για να προστατέψουν οδικές αρτηρίες, πηγές νερού, δρόμους που οδηγούσαν σε βάσεις ανεφοδιασμού, καθώς και γραμμές επικοινωνίας.
Τα οχυρωματικά έργα σε πολλές πόλεις της Υποσχεμένης Γης ήταν τόσο ισχυρά και ψηλά ώστε οι άπιστοι κατάσκοποι που στάλθηκαν από τον Μωυσή για να κατασκοπεύσουν τη Χαναάν ανέφεραν ότι «οι οχυρωμένες πόλεις είναι πολύ μεγάλες» και «οχυρωμένες ως τους ουρανούς». Λόγω της απιστίας τους θεωρούσαν αυτές τις πόλεις απόρθητες.—Αρ 13:28· Δευ 1:28.
Οι πόλεις στις Βιβλικές χώρες καταλάμβαναν συνήθως έκταση λίγων μόνο τετραγωνικών χιλιομέτρων. Μερικές, όμως, ήταν αρκετά μεγαλύτερες. Οι πρωτεύουσες της Αιγύπτου, της Ασσυρίας, της Βαβυλωνίας και της Περσίας, όπως επίσης η Ρώμη, ήταν εξαιρετικά μεγάλες. Η Βαβυλώνα ήταν μία από τις καλύτερα οχυρωμένες πόλεις των Βιβλικών χρόνων. Όχι μόνο διέθετε ασυνήθιστα ισχυρά τείχη, αλλά ήταν επίσης χτισμένη στις όχθες ενός ποταμού ο οποίος αποτελούσε θαυμάσια αμυντική τάφρο καθώς και πηγή νερού. Η Βαβυλώνα νόμιζε ότι μπορούσε να κρατήσει τους αιχμαλώτους της για πάντα. (Ησ 14:16, 17) Εντούτοις, η πόλη κατακτήθηκε μέσα σε μία νύχτα χάρη στη στρατηγική του Κύρου του Πέρση, ο οποίος εξέτρεψε το ρου του Ευφράτη έτσι ώστε οι δυνάμεις του μπήκαν στην πόλη από τις πύλες των τειχών που υπήρχαν στις προβλήτες.—Δα 5:30.
Κάθε οχυρωμένη πόλη έπρεπε να διαθέτει τρία βασικά στοιχεία: (1) τείχη που να λειτουργούν ως φραγμός για τον εχθρό, (2) όπλα ώστε να μπορούν οι αμυνόμενοι να αντεπιτίθενται και να απωθούν τους επιτιθέμενους και (3) επαρκές απόθεμα νερού. Τρόφιμα μπορούσαν να αποθηκευτούν σε περιόδους ειρήνης, αλλά για να μπορέσει μια πόλη να αντέξει πολιορκία οποιασδήποτε διάρκειας, έπρεπε να υπάρχει μόνιμη, προσβάσιμη πηγή νερού.
Τάφροι και Προχώματα. Μερικές πόλεις περιβάλλονταν από τάφρους γεμάτες νερό, ιδίως αν ήταν παραποτάμιες ή παραλίμνιες. Αξιοσημείωτο παράδειγμα υπήρξε η Βαβυλώνα, η οποία ήταν χτισμένη στις όχθες του Ευφράτη, όπως και η Νω-άμμων (οι Θήβες), η οποία βρισκόταν δίπλα στα κανάλια του Νείλου. (Να 3:8) Όπου δεν υπήρχαν κοντινοί υδάτινοι όγκοι, κατασκευάζονταν συνήθως ξερές τάφροι. Η Ιερουσαλήμ ανοικοδομήθηκε με τάφρο.—Δα 9:25.
Δίπλα από την τάφρο υψωνόταν «πρόχωμα» κατασκευασμένο από χώμα προερχόμενο από τη διάνοιξη της τάφρου. (2Σα 20:15) Αυτό το πρόχωμα είχε μερικές φορές επιφάνεια καλυμμένη με πέτρες και σχημάτιζε πρανές, οδηγώντας στο τείχος που ήταν χτισμένο στην κορυφή του προχώματος. Η τάφρος που ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι στα δυτικά οχυρώματα της πόλης Ασώρ είχε 80 μ. πλάτος στο χείλος, 40 μ. πλάτος στον πυθμένα και περίπου 15 μ. βάθος. Το πρόχωμα που υψωνόταν πάνω από την τάφρο είχε άλλα 15 μ. ύψος. Αυτό σημαίνει ότι η κορυφή του έφτανε σχεδόν τα 30 μ. ύψος, υπολογίζοντας από τον πυθμένα της τάφρου. Στην κορυφή του προχώματος υπήρχε το τείχος της πόλης.—Παράβαλε Ψλ 122:7.
Φυσικά, ήταν πολύ δύσκολο να ανεβεί κανείς σε αυτό το πρόχωμα, ιδιαίτερα με τους πολιορκητικούς κριούς, γι’ αυτό και οι επιτιθέμενοι κατασκεύαζαν μια ράμπα, ή αλλιώς «πολιορκητικό πρόχωμα», πάνω στην οποία έσπρωχναν τους κριούς. (2Σα 20:15· βλέπε ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΙΚΟΣ ΚΡΙΟΣ.) Η τάφρος ήταν τόσο πλατιά ώστε οι τοξεύσεις του επιτιθέμενου στρατού απέβαιναν σε μεγάλο βαθμό άκαρπες, ενώ οι βολές από τον πυθμένα της τάφρου ήταν ανώφελες. Εξάλλου, αυτοί που έφτιαχναν τις ράμπες για τους πολιορκητικούς τους κριούς βάλλονταν συνεχώς από τα τείχη της πόλης, δεχόμενοι βροχή από βέλη, πέτρες και μερικές φορές αναμμένα δαδιά. Φυσικά, δεν είχαν όλες οι πόλεις τάφρους ή επικλινή προχώματα, ενώ μερικές βάσιζαν την άμυνά τους αποκλειστικά σε κατακόρυφα τείχη.
Τα Τείχη. Μετά την τάφρο και το πρόχωμα, το επόμενο χαρακτηριστικό της άμυνας μιας πόλης ήταν το τείχος. Μερικά τείχη και πύργοι διέθεταν οχυρωμένες θέσεις για στρατιώτες, χώρους αποθήκευσης και σκάλες που οδηγούσαν στην κορυφή. Το τείχος ήταν φτιαγμένο με μεγάλες πέτρες, πλίθους και χώμα. Μερικές πέτρες ήταν τεράστιες. Τα παλιότερα τείχη κατασκευάζονταν ως επί το πλείστον με πέτρες χωρίς κονίαμα. Μεταγενέστερα, έβαζαν συνήθως κονίαμα ανάμεσα στις πέτρες το οποίο έφτιαχναν πατώντας πηλό με τα πόδια και αναμειγνύοντάς τον με νερό, όπως στην πλινθοποιία. Διαφορετικά θα δημιουργούνταν ρωγμές στο κονίαμα, πράγμα που θα αποδυνάμωνε το αμυντικό τείχος.—Παράβαλε Ιεζ 13:9-16· Να 3:14.
Το σύστημα των τειχών περιλάμβανε συνήθως ένα ψηλότερο εσωτερικό τείχος και ένα χαμηλότερο εξωτερικό. Μερικές φορές κατασκεύαζαν ανάμεσα σε αυτά τα τείχη μια ξερή τάφρο. Κατά μήκος του εξωτερικού τείχους υπήρχαν στρογγυλά ή τετράγωνα προπύργια. Αυτά διέθεταν επάλξεις ώστε να μπορούν οι τοξότες να βάλλουν από τις πολεμίστρες και συγχρόνως να προστατεύονται κάπως από τα εχθρικά βέλη και τις πέτρες των σφενδονιστών. Τα προπύργια προεξείχαν από το τείχος ώστε να μπορούν οι τοξότες, όχι μόνο να ελέγχουν το πεδίο μπροστά τους, αλλά και να πλευροκοπούν τις εχθρικές δυνάμεις που ίσως προσπαθούσαν να αναρριχηθούν ή να ανοίξουν ρήγμα στο τείχος.
Το εσωτερικό τείχος ήταν ογκωδέστερο και πλατύτερο. Αφότου εφευρέθηκαν οι βαρείς πολιορκητικοί κριοί, ιδιαίτερα του είδους που χρησιμοποιούσαν οι Ασσύριοι, άρχισαν να χτίζονται πολύ ισχυρότερα και πλατύτερα τείχη για να αντέχουν τις μεγάλες φθορές που προξενούσε αυτό το όργανο. Ένα πέτρινο τείχος στο Τελλ εν-Νάσμπε (Μισπά;) διαπιστώθηκε ότι είχε κατά μέσο όρο 4 μ. πλάτος, υπολογίζεται δε ότι ήταν 12 μ. ψηλό. Στην κορυφή του έφερε επάλξεις, όπως όλα σχεδόν τα τείχη των πόλεων.
Πύργοι και Πύλες. Πύργοι χτίζονταν στα εσωτερικά τείχη (εκτός από τα προπύργια ή τους πύργους των εξωτερικών τειχών). Ήταν ψηλότεροι από το τείχος και εξείχαν από αυτό μέχρι και 3 μ. σε ορισμένες περιπτώσεις. Διέθεταν επάλξεις στην κορυφή και μερικές φορές ανοίγματα κάτω από αυτές, για την εξυπηρέτηση των τοξοτών και των πετροβόλων. Το γεγονός ότι οι πύργοι εξείχαν από το τείχος και η απόσταση μεταξύ τους δεν ξεπερνούσε ποτέ τις δύο βολές τόξου, αλλά βρίσκονταν συνήθως πολύ πλησιέστερα, έδινε τη δυνατότητα στους αμυνόμενους να ελέγχουν όλη την περιοχή κατά μήκος του τείχους. Επίσης, στην κορυφή του πύργου υπήρχε ένας εξώστης με ανοίγματα στο πάτωμα ώστε να ρίχνουν κατευθείαν βέλη, πέτρες και αναμμένα δαδιά στους εισβολείς που βρίσκονταν από κάτω. Αυτοί οι πύργοι αναφέρονται πολλές φορές στις Γραφές. (Νε 3:1· Ιερ 31:38· Ζαχ 14:10) Οι πύργοι λειτουργούσαν επίσης ως φυλάκια για τους φρουρούς, οι οποίοι μπορούσαν να διακρίνουν τον εχθρό από απόσταση.—Ησ 21:8, 9.
Συνήθως το φρούριο χτιζόταν στο ψηλότερο σημείο της πόλης. Είχε οχυρωμένο πύργο και δικά του τείχη, λιγότερο ογκώδη από τα τείχη που περιέβαλλαν την πόλη. Το φρούριο ήταν το τελευταίο καταφύγιο και σημείο αντίστασης. Όταν οι στρατιώτες του εχθρού άνοιγαν ρήγμα στα τείχη της πόλης, αναγκάζονταν να διεξάγουν οδομαχίες για να φτάσουν στον πύργο. Τέτοιος ήταν ο πύργος στη Θεβές, στον οποίο επιτέθηκε ο Αβιμέλεχ μετά την κατάκτηση της πόλης και όπου μια γυναίκα τού έσπασε το κρανίο ρίχνοντας στο κεφάλι του την πάνω πέτρα ενός μύλου.—Κρ 9:50-54.
Εκτός από αυτούς τους πύργους των πόλεων, χτίζονταν και άλλοι πύργοι (εβρ., μιγντάλ· πληθυντικός, μιγνταλίμ) σε απομονωμένα μέρη. Λειτουργούσαν ως «αστυνομικά τμήματα» για να προστατεύουν πηγάδια ή άλλες πηγές νερού, οδικές αρτηρίες, σύνορα, γραμμές επικοινωνίας ή γραμμές ανεφοδιασμού. Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα διακρίθηκε για τους πύργους που έχτισε στην Ιερουσαλήμ καθώς και στην έρημο, οι οποίοι προφανώς είχαν σκοπό να προστατεύουν τις δεξαμενές που κατασκεύασε για να ποτίζει τα ζωντανά του. (2Χρ 26:9, 10) Αρκετοί τέτοιοι πύργοι βρέθηκαν στη Νεγκέμπ.
Το πιο ευάλωτο τμήμα μιας πόλης από αμυντική άποψη ήταν οι πύλες της, γι’ αυτό και η άμυνα των τειχών εστιαζόταν περισσότερο στα σημεία αυτά. Κατασκευάζονταν μόνο όσες πύλες ήταν αναγκαίες για τις μετακινήσεις των κατοίκων μέσα και έξω από την πόλη σε καιρό ειρήνης. Οι πύλες φτιάχνονταν από ξύλο ή ξύλο και μέταλλο, ενώ μερικές φορές επικαλύπτονταν από μέταλλο για να είναι πυρίμαχες. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές φέρνουν πολλές φορές στο φως απανθρακωμένες πύλες, πράγμα που δείχνει ότι πυρπολήθηκαν για να καούν και να πέσουν.—Βλέπε ΠΥΛΗ.
Μερικοί από τους βασιλιάδες του Ιούδα που διακρίθηκαν για τα οχυρωματικά τους έργα ήταν ο Σολομών, ο οποίος έχτισε «οχυρωμένες πόλεις με τείχη, πόρτες και αμπάρες», ο Ασά, ο οποίος ανήγειρε πόλεις με «τείχη γύρω τους και πύργους, διπλές πόρτες και αμπάρες», καθώς επίσης ο Οζίας, ο οποίος έχτισε «πύργους στην έρημο» και έφτιαξε «πολεμικές μηχανές» στην Ιερουσαλήμ.—2Χρ 8:3-5· 14:2, 6, 7· 26:9-15.
Οχυρωματικά Έργα του Στρατού των Πολιορκητών. Ενίοτε ο στρατός των πολιορκητών έκανε δικά του οχυρωματικά έργα γύρω από το στρατόπεδό του. Αυτό προστάτευε το στρατόπεδο από τις εξορμήσεις των πολιορκημένων ή από επιθέσεις εξωτερικών συμμάχων της πόλης. Τα οχυρωμένα στρατόπεδα ήταν συνήθως στρογγυλά ή ωοειδή και περιβάλλονταν από τείχος, το οποίο είχε συνήθως επάλξεις και πύργους με επάλξεις. Για να φτιάξουν αυτά τα οχυρωματικά έργα έκοβαν τα δέντρα, μερικές φορές σε ακτίνα χιλιομέτρων γύρω από την πόλη. Ο νόμος του Ιεχωβά απαγόρευε στους Ισραηλίτες να κόβουν καρποφόρα δέντρα γι’ αυτόν το σκοπό.—Δευ 20:19, 20.
Οχυρώματα με Αιχμηρούς Πασσάλους. Όταν ο Ιησούς Χριστός προείπε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, έδειξε ότι οι εχθροί της επρόκειτο να οικοδομήσουν γύρω της «οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους», ή αλλιώς φράχτη από πασσάλους. (Λου 19:43) Ο ιστορικός Ιώσηπος επιβεβαιώνει την ακριβή εκπλήρωση αυτής της προφητείας. Ο Τίτος υποστήριζε ότι έπρεπε να οικοδομηθεί ένα οχύρωμα που θα εμπόδιζε τους Ιουδαίους να εγκαταλείψουν την πόλη, ώστε να αναγκαστούν να παραδοθούν ή έστω, αν αυτό δεν πραγματοποιούνταν, θα διευκόλυνε την κατάληψη της πόλης λόγω της επακόλουθης πείνας. Τα επιχειρήματά του επικράτησαν, και ο στρατός οργανώθηκε για να εκτελέσει το σχέδιο. Οι λεγεώνες και οι μικρότερες μονάδες του στρατού συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την αποπεράτωση του έργου. Καθένας από τους άντρες υποκινούνταν από την επιθυμία να ευχαριστήσει τους ανωτέρους του. Προκειμένου να εξασφαλιστούν υλικά για την κατασκευή αυτού του οχυρώματος, η ύπαιθρος γύρω από την Ιερουσαλήμ αποψιλώθηκε σε ακτίνα περίπου 16 χλμ. Είναι καταπληκτικό το ότι αυτό το οχύρωμα μήκους 7 και πλέον χλμ. ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, μέσα σε τρεις μόνο ημέρες, ενώ για ένα τέτοιο εγχείρημα θα χρειάζονταν κανονικά αρκετοί μήνες. Έξω από το τείχος του οχυρώματος οικοδομήθηκαν 13 φυλάκια, με συνολική περίμετρο περίπου 2 χλμ.—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 491-511, 523 (xii, 1, 2, 4).
Αρχαιολογικές Ανακαλύψεις. Συνεχίζοντας τις οικοδομικές δραστηριότητες του πατέρα του, του Δαβίδ, ο Βασιλιάς Σολομών διακρίθηκε για τα οικοδομικά του έργα. Εκτός του ότι έχτισε το μεγαλοπρεπή ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, ενίσχυσε επίσης τα τείχη της Ιερουσαλήμ και έκανε εκτεταμένα οχυρωματικά έργα στην Ασώρ, στη Μεγιδδώ και στη Γεζέρ. Για τις ανασκαφές αυτών των οχυρωματικών έργων, οι αρχαιολόγοι καθοδηγήθηκαν από τη δήλωση της Αγίας Γραφής στο εδάφιο 1 Βασιλέων 9:15: «Και αυτός είναι ο απολογισμός των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία, τους οποίους στρατολόγησε ο Βασιλιάς Σολομών για να χτίσει τον οίκο του Ιεχωβά και τη δική του κατοικία και το Ύψωμα και το τείχος της Ιερουσαλήμ και την Ασώρ και τη Μεγιδδώ και τη Γεζέρ». Διαπίστωσαν ότι οι πύλες αυτών των τριών τελευταίων πόλεων χτίστηκαν όλες με βάση ένα και μοναδικό σχέδιο, έτσι ώστε η καθεμιά είχε 17 μ. πλάτος, ενώ η είσοδος περιβαλλόταν εκατέρωθεν από τετράγωνους πύργους και οδηγούσε σε προθάλαμο μήκους 20 μ., με τρία δωμάτια σε κάθε πλευρά. Οι πύλες αυτές έμοιαζαν κάπως με τις πύλες του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ.—Ιεζ 40:5-16.
Ακριβώς πάνω από τα τείχη που έχτισε ο Σολομών στη Μεγιδδώ και στην Ασώρ οικοδομήθηκαν άλλα τείχη, πιθανόν από τον Αχαάβ. Αυτά ήταν πιο συμπαγή και πιο ενισχυμένα, αναμφίβολα επειδή εκείνη τη μεταγενέστερη περίοδο οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν βαρείς πολιορκητικούς κριούς.
Η Μεγιδδώ προμηθευόταν νερό από ένα πηγάδι που υπήρχε μέσα σε μια φυσική σπηλιά, στους δυτικούς πρόποδες του υψώματος πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη. Για να έρχεται το νερό μέσα στην πόλη, έσκαψαν ένα κάθετο φρεάτιο βάθους 30 μ., εκ των οποίων τα 22 μ. ανοίχτηκαν μέσα σε συμπαγή βράχο. Έτσι έφτασαν στο επίπεδο του πηγαδιού. Από αυτό το επίπεδο άνοιξαν οριζόντια σήραγγα μήκους 67 μ. με ελαφριά κλίση μέχρι το πηγάδι. Η ελαφριά κατωφέρεια από το πηγάδι προς τον πυθμένα του φρεατίου επέτρεπε στο νερό να ρέει μέσα στην πόλη χάρη στη βαρύτητα. Το πηγάδι ήταν εξωτερικά σφραγισμένο με χοντρό τοίχο.
Ακόμη μεγαλύτερη μηχανική επιδεξιότητα απαιτήθηκε όταν ο Εζεκίας ανέκοψε την πορεία του νερού που έρρεε από τη Γιών και έσκαψε αγωγό περίπου 533 μ. για να φέρει το νερό μέσα στην Ιερουσαλήμ, καθιστώντας την πόλη ικανή να αντέξει σε μακρόχρονη πολιορκία.—2Χρ 32:30.
Συνήθως μέσα στην πόλη κατασκευάζονταν στέρνες—δημόσιες και ιδιωτικές—για να τροφοδοτούν την πόλη με νερό σε καιρούς πολιορκίας. Στο μνημείο (τώρα βρίσκεται στο Λούβρο) που ανήγειρε στη Διβών του Μωάβ ο Μησά, ο βασιλιάς του Μωάβ, βρίσκουμε την επιγραφή: «Εγώ επίσης έχτισα τις πύλες της και έχτισα τους πύργους της και έχτισα την κατοικία του βασιλιά, και κατασκεύασα και τις δύο δεξαμενές της μέσα στην πόλη. Και δεν υπήρχε στέρνα μέσα στην πόλη, ούτε καν στην ακρόπολη, γι’ αυτό είπα σε όλο το λαό: “Ας φτιάξει ο καθένας σας μια στέρνα για τον εαυτό του στο σπίτι του”».
Συμβολικές Χρήσεις. Εφόσον οι πύργοι στην έρημο ήταν τα ασφαλέστερα καταφύγια σε ακτίνα χιλιομέτρων, αντιλαμβανόμαστε πόσο εύστοχη είναι η δήλωση του εδαφίου Παροιμίες 18:10: «Το όνομα του Ιεχωβά είναι ισχυρός πύργος. Μέσα σε αυτόν σπεύδει ο δίκαιος και λαβαίνει προστασία». Σημαντικές είναι και οι εκφράσεις στον 48ο Ψαλμό: «Στα πυργόσπιτα της [Σιών] ο Θεός έχει γίνει γνωστός ως ασφαλές ύψωμα. Βαδίστε γύρω από τη Σιών και περιδιαβείτε την· μετρήστε τους πύργους της. Προσηλώστε την καρδιά σας στο πρόχωμά της. Περιεργαστείτε τα πυργόσπιτά της, ώστε να τα διηγείστε αυτά στη μελλοντική γενιά». (Παράβαλε Εβρ 12:22.) Τα λόγια αυτά είχαν ιδιαίτερη σημασία για τους Ιουδαίους που, σηκώνοντας τα μάτια τους, ατένιζαν το σπουδαίο οχυρό της Ιερουσαλήμ, η οποία βρισκόταν σε μεγαλύτερο υψόμετρο από σχεδόν κάθε άλλη σημαντική πρωτεύουσα στην ανθρώπινη ιστορία, με τα ισχυρά αμυντικά της τείχη. Μέσω του προφήτη Ζαχαρία, ο Ιεχωβά αποκαλεί τον εαυτό του «τείχος φωτιάς ολόγυρα» από την Ιερουσαλήμ. Αυτό δίνει στο λαό του την ενθαρρυντική διαβεβαίωση ότι, ενώ τα πέτρινα τείχη μπορούν να κατεδαφιστούν, ο ίδιος ο Ιεχωβά είναι ο πραγματικός υπερασπιστής των υπηρετών του.—Ψλ 48:3, 11-13· Ζαχ 2:4, 5.