Κεφάλαιο 6
Περίοδος Δοκιμασίας (1914-1918)
«Ας θυμόμαστε ότι βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας. . . . Αν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που θα έκανε κάποιον να αποσυρθεί από τον Κύριο και την Αλήθεια Του και να πάψει να θυσιάζεται για την Υπόθεση του Κυρίου, τότε δεν είναι απλώς και μόνο η αγάπη του Θεού στην καρδιά εκείνο που του δημιούργησε ενδιαφέρον για τον Κύριο, αλλά κάτι άλλο· πιθανώς η ελπίδα ότι ο καιρός ήταν σύντομος· η καθιέρωση ήταν μόνο για ορισμένο χρονικό διάστημα. Αν συμβαίνει αυτό, τώρα είναι κατάλληλος καιρός για να αποσυρθεί».
ΤΑ ΛΟΓΙΑ αυτά, που εμφανίστηκαν στη Σκοπιά 1 Νοεμβρίου 1914 (στην αγγλική), δεν θα μπορούσαν να είναι πιο κατάλληλα. Τα έτη, από το 1914 ως το 1918, αποδείχτηκαν πράγματι ‘καιρός δοκιμασίας’ για τους Σπουδαστές της Γραφής. Μερικές από τις δοκιμασίες προήλθαν από εσωτερικούς παράγοντες· άλλες προήλθαν από εξωτερικούς παράγοντες. Όλες τους, όμως, έθεσαν σε δοκιμή τους Σπουδαστές της Γραφής με τρόπους που αποκάλυψαν αν πράγματι είχαν ‘την αγάπη του Θεού στην καρδιά τους’. Θα παρέμεναν προσκολλημένοι ‘στον Κύριο και στην Αλήθεια Του’ ή θα έφευγαν;
Μεγάλες Προσδοκίες
Στις 28 Ιουνίου 1914, ένας δολοφόνος πυροβόλησε και σκότωσε τον αρχιδούκα της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκο Φερδινάνδο. Εκείνη η δολοφονία έγινε αφορμή για το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου, όπως ονομάστηκε αρχικά ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι μάχες άρχισαν τον Αύγουστο του 1914, όταν η Γερμανία εισέβαλε στο Βέλγιο και στη Γαλλία. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους η αιματοχυσία είχε ήδη αρχίσει για τα καλά.
«Οι Καιροί των Εθνών τελείωσαν· ο καιρός των βασιλέων τους πέρασε»! Αυτή την ανακοίνωση έκανε ο αδελφός Ρώσσελ μόλις μπήκε στην τραπεζαρία των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας Σκοπιά στο Μπρούκλιν, το πρωί της Παρασκευής 2 Οκτωβρίου 1914. Η συγκίνηση ήταν πολύ μεγάλη. Οι περισσότεροι από τους παρόντες απέβλεπαν επί χρόνια στο 1914. Αλλά τι θα έφερνε το τέλος των Καιρών των Εθνών;
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μαινόταν, και εκείνον τον καιρό επικρατούσε η άποψη ότι ο πόλεμος αυτός θα οδηγούσε σε μια εποχή παγκόσμιας αναρχίας η οποία θα κατέληγε στο τέλος του υπάρχοντος συστήματος πραγμάτων. Επίσης, υπήρχαν και άλλες προσδοκίες σχετικά με το 1914. Ο Αλεξάντερ Χ. Μακμίλαν, ο οποίος είχε βαφτιστεί το Σεπτέμβριο του 1900, θυμόταν αργότερα: «Μερικοί από εμάς πιστεύαμε σοβαρά ότι θα πηγαίναμε στον ουρανό στη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας εκείνου του Οκτωβρίου».a Μάλιστα, αναπολώντας εκείνο το πρωί που ο Ρώσσελ ανακοίνωσε το τέλος των Καιρών των Εθνών, ο Μακμίλαν παραδέχτηκε: «Ήμασταν τρομερά συγκινημένοι και δεν θα εκπλησσόμουν καθόλου αν εκείνη τη στιγμή αρχίζαμε να πηγαίνουμε στον ουρανό· αν εκείνη η ανακοίνωση ήταν το σήμα για να αρχίσει η ανάληψή μας—αλλά φυσικά δεν έγινε τίποτα τέτοιο».
Οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες ως προς την επάνοδο του Κυρίου Ιησού είχαν κάνει το 19ο αιώνα πολλούς ακολούθους του Γουίλιαμ Μίλερ και διαφόρων Αντβεντιστικών ομάδων να χάσουν την πίστη τους. Αλλά τι θα γινόταν με τους Σπουδαστές της Γραφής που σχετίζονταν με τον Ρώσσελ; Μήπως μερικοί είχαν ελκυστεί περισσότερο από τη σκέψη ότι η δική τους σωτηρία θα ερχόταν πολύ σύντομα παρά από αγάπη για τον Θεό και από ισχυρή επιθυμία να κάνουν το θέλημά του;
‘Αδελφέ Ρώσσελ, Δεν Απογοητευτήκατε;’
Ο αδελφός Ρώσσελ ενθάρρυνε διαρκώς τους Σπουδαστές της Γραφής να είναι σε εγρήγορση και να είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν το έργο του Κυρίου ακόμα και αν τα πράγματα δεν έφταναν σε ένα τέλος τόσο σύντομα όσο ίσως περίμεναν.
Ο Οκτώβριος του 1914 πέρασε, και ο Κ. Τ. Ρώσσελ και οι σύντροφοί του βρίσκονταν ακόμα στη γη. Μετά πέρασε και ο Οκτώβριος του 1915. Μήπως ο Ρώσσελ είχε απογοητευτεί; Ο ίδιος έγραψε στη Σκοπιά 1 Φεβρουαρίου 1916 (στην αγγλική): «‘Αλλά εσείς, αδελφέ Ρώσσελ, τι γνώμη έχετε ως προς τον καιρό της μεταλλαγής μας; Δεν απογοητευτήκατε που δεν ήρθε τότε που πιστεύαμε ότι θα ερχόταν;’ θα ρωτήσετε. Όχι, απαντούμε, δεν απογοητευτήκαμε. . . . Αδελφοί, όσοι από εμάς έχουν τη σωστή στάση σε ό,τι αφορά τον Θεό δεν απογοητευόμαστε με καμιά από τις διευθετήσεις Του. Δεν θέλουμε να γίνει το δικό μας θέλημα· όταν λοιπόν διαπιστώσαμε ότι δεν περιμέναμε τις σωστές εξελίξεις τον Οκτώβριο του 1914, τότε χαρήκαμε που ο Κύριος δεν άλλαξε το Σχέδιό Του έτσι ώστε αυτό να μας ταιριάζει. Δεν θέλαμε να κάνει κάτι τέτοιο. Θέλουμε μόνο να είμαστε σε θέση να κατανοούμε τα σχέδια και τους σκοπούς Του».
Όχι, οι Σπουδαστές της Γραφής δεν ‘πήγαν να κατοικήσουν’ στον ουρανό τον Οκτώβριο του 1914. Ωστόσο, οι Καιροί των Εθνών πράγματι τελείωσαν εκείνο το έτος. Σαφώς, υπήρχαν περισσότερα τα οποία έπρεπε να μάθουν οι Σπουδαστές της Γραφής για τη σημασία του 1914. Στο μεταξύ, τι θα έκαναν; Έργο! Όπως το έθεσε η Σκοπιά της 1ης Σεπτεμβρίου 1916 (στην αγγλική): «Φανταζόμασταν ότι το έργο του Θερισμού που είχε σχέση με τη σύναξη της Εκκλησίας [των χρισμένων] θα ολοκληρωνόταν πριν από το τέλος των Καιρών των Εθνών· αλλά η Αγία Γραφή δεν έλεγε τίποτα τέτοιο. . . . Μήπως λυπόμαστε που συνεχίζεται το έργο του Θερισμού; Και βέβαια όχι . . . Η τωρινή μας στάση, αγαπητοί αδελφοί, πρέπει να είναι στάση μεγάλης ευγνωμοσύνης προς τον Θεό, αυξανόμενης εκτίμησης για την υπέροχη Αλήθεια που, για να τη διακρίνουμε και να ταυτιστούμε μαζί της μας έδωσε το προνόμιο Εκείνος, και αυξανόμενου ζήλου στο να βοηθούμε να γνωρίσουν και άλλοι αυτή την Αλήθεια».
Υπήρχαν, όμως, πολλά ακόμα πράγματα που έπρεπε να γίνουν στο έργο του θερισμού; Από ό,τι φαίνεται, έτσι πίστευε ο αδελφός Ρώσσελ. Αυτό το δείχνει μια συζήτηση που είχε με τον αδελφό Μακμίλαν το φθινόπωρο του 1916. Ο Ρώσσελ φώναξε τον Μακμίλαν στο γραφείο του στο Μπέθελ του Μπρούκλιν και του είπε: «Το έργο αυξάνεται ραγδαία και θα εξακολουθήσει να αυξάνεται, επειδή πρέπει να γίνει ένα παγκόσμιο έργο για να κηρυχτεί το “ευαγγέλιο της βασιλείας”. Επί τρεισήμισι ώρες ο Ρώσσελ εξηγούσε σε γενικές γραμμές στον Μακμίλαν το μεγάλο έργο που ο ίδιος είχε κατανοήσει από την Αγία Γραφή ότι βρισκόταν ακόμα μπροστά τους.
Οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν ξεπεράσει μια δύσκολη δοκιμασία. Αλλά με τη βοήθεια της Σκοπιάς, είχαν λάβει τη δύναμη να θριαμβεύσουν έναντι της απογοήτευσης. Ο καιρός της δοκιμασίας, όμως, δεν είχε τελειώσει· κάθε άλλο μάλιστα.
«Τι θα Γίνει Τώρα;»
Στις 16 Οκτωβρίου 1916, ο αδελφός Ρώσσελ και ο γραμματέας του Μέντα Στέρτζον ξεκίνησαν για μια προκαθορισμένη περιοδεία διαλέξεων σε μέρη των δυτικών και νοτιοδυτικών Ηνωμένων Πολιτειών. Όμως, ο Ρώσσελ ήταν πολύ άρρωστος εκείνον τον καιρό. Η περιοδεία τούς οδήγησε πρώτα στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, μέσω του Καναδά. Κατόπιν, αφού σταμάτησαν στο Ιλινόις, στο Κάνσας και στο Τέξας, οι δυο άντρες έφτασαν στην Καλιφόρνια, όπου ο Ρώσσελ έκανε την τελευταία του ομιλία την Κυριακή 29 Οκτωβρίου, στο Λος Άντζελες. Ύστερα από δυο μέρες, νωρίς το απόγευμα της Τρίτης 31 Οκτωβρίου, ο 64χρονος Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ πέθανε ενώ βρισκόταν σε ένα τρένο στην Πάμπα του Τέξας. Η αναγγελία του θανάτου του εμφανίστηκε στη Σκοπιά της 15ης Νοεμβρίου 1916 (στην αγγλική).
Τι συνέπειες είχε στην οικογένεια Μπέθελ η γνωστοποίηση του θανάτου του αδελφού Ρώσσελ; Ο Α. Χ. Μακμίλαν, ο οποίος υπηρετούσε ως βοηθός του Ρώσσελ στο γραφείο όταν ο Ρώσσελ έλειπε, έφερε αργότερα στη μνήμη του εκείνο το πρωί που διάβασε το τηλεγράφημα στην οικογένεια Μπέθελ: «Ένας στεναγμός λύπης ακούστηκε από όλους σε εκείνη την τραπεζαρία. Μερικοί έκλαιγαν δυνατά. Κανένας δεν έφαγε εκείνο το πρωί. Όλοι ήταν πολύ αναστατωμένοι. Μόλις τελείωσε το γεύμα σχημάτισαν μικρές ομάδες για να συζητήσουν και ψιθύριζαν: ‘Τι θα γίνει τώρα;’ Ελάχιστη εργασία έγινε εκείνη τη μέρα. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Ήταν τόσο αναπάντεχο, και όμως ο Ρώσσελ είχε προσπαθήσει να μας προετοιμάσει για αυτό. Τι θα κάναμε τώρα; Το αρχικό σοκ που μας προκάλεσε ο χαμός του Κ. Τ. Ρώσσελ ήταν το χειρότερο. Εκείνες τις πρώτες λίγες μέρες το μέλλον μας ήταν αβέβαιο. Στη διάρκεια της ζωής του ο Ρώσσελ ήταν ‘η Εταιρία’. Το έργο περιστρεφόταν γύρω από τη δυναμική αποφασιστικότητά του να δει να εκτελείται το θέλημα του Θεού».
Αφού έγινε η τελετή της κηδείας στο Δε Τεμπλ της Νέας Υόρκης και στο Κάρνεγκι Χολ του Πίτσμπουργκ, η ταφή του αδελφού Ρώσσελ έγινε, όπως ήταν η θέλησή του, στο Αλεγκένι, στην έκταση που ανήκε στην οικογένεια Μπέθελ. Μια σύντομη βιογραφία του Ρώσσελ μαζί με τη διαθήκη του δημοσιεύτηκε στη Σκοπιά 1 Δεκεμβρίου 1916 (στην αγγλική), καθώς και σε μεταγενέστερες εκδόσεις του πρώτου τόμου της σειράς Γραφικαί Μελέται.
Τι θα γινόταν τώρα; Οι Σπουδαστές της Γραφής δυσκολεύονταν να φανταστούν κάποιον άλλον στη θέση του αδελφού Ρώσσελ. Άραγε η κατανόηση που είχαν σχετικά με τις Γραφές θα εξακολουθούσε να είναι προοδευτική ή θα σταματούσε εκεί που βρισκόταν; Μήπως θα κατέληγαν να γίνουν μια ομάδα προσκολλημένη σε εκείνον; Ο ίδιος ο Ρώσσελ είχε ξεκαθαρίσει ότι ανέμενε να συνεχιστεί το έργο. Έτσι μετά το θάνατό του, ανέκυψαν σύντομα μερικά προφανή ερωτήματα: Ποιος θα επιβλέπει το περιεχόμενο της Σκοπιάς και των άλλων εντύπων; Ποιος έπρεπε να διαδεχτεί τον Ρώσσελ ως πρόεδρος;
Αλλαγή των Υπευθύνων
Στη διαθήκη του ο αδελφός Ρώσσελ όρισε μια διευθέτηση για το σχηματισμό μιας πενταμελούς Εκδοτικής Επιτροπής, η οποία θα καθόριζε το περιεχόμενο της Σκοπιάς.b Επιπρόσθετα, το διοικητικό συμβούλιο της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά έκανε διευθετήσεις για το σχηματισμό μιας τριμελούς Εκτελεστικής Επιτροπής—Α. Ι. Ρίτσι, Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ και Ι. Φ. Ρόδερφορντ—η οποία θα είχε τη γενική επίβλεψη όλου του έργου της Εταιρίας και θα ήταν υποκείμενη στον έλεγχο του διοικητικού συμβουλίου.c Όμως, ποιος θα ήταν ο καινούριος πρόεδρος; Η απόφαση εκείνη έπρεπε να παρθεί στην επόμενη ετήσια συνάθροιση της Εταιρίας, ύστερα από δυο μήνες περίπου, στις 6 Ιανουαρίου 1917.
Στην αρχή, η Εκτελεστική Επιτροπή έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να σταθεροποιήσει την κατάσταση, ενθαρρύνοντας τους Σπουδαστές της Γραφής να παραμένουν δραστήριοι και να μη χάνουν το θάρρος τους. Η Σκοπιά εξακολούθησε να εκδίδεται, περιέχοντας άρθρα που είχε γράψει ο Ρώσσελ πριν από το θάνατό του. Αλλά, καθώς πλησίαζε η ετήσια συνάθροιση, η ένταση άρχισε να κορυφώνεται. Μάλιστα μερικοί έφτασαν στο σημείο να διεξάγουν μικρούς προεκλογικούς αγώνες προκειμένου να εκλεγεί πρόεδρος κάποιος της αρεσκείας τους. Άλλους, λόγω του βαθύ σεβασμού τους για τον αδελφό Ρώσσελ, φαινόταν να τους ενδιαφέρει περισσότερο η προσπάθεια να μιμηθούν τις ιδιότητές του και να καλλιεργήσουν ένα είδος θρησκείας βασισμένης στο πρόσωπό του. Ωστόσο, τους περισσότερους Σπουδαστές της Γραφής τούς ενδιέφερε κυρίως να συνεχίσουν το έργο στο οποίο ο Ρώσσελ είχε δώσει όλο του το είναι.
Καθώς πλησίαζε ο καιρός για τις εκλογές, παρέμενε το ερώτημα: Ποιος θα διαδεχτεί τον Ρώσσελ ως πρόεδρος; Η Σκοπιά 15 Ιανουαρίου 1917 (στην αγγλική) ανέφερε το αποτέλεσμα της ετήσιας συνάθροισης, εξηγώντας: «Ο αδελφός Πίρσον, με πολύ κατάλληλα σχόλια και εκφράσεις εκτίμησης και αγάπης για τον αδελφό Ρώσσελ, δήλωσε ότι είχε λάβει εξουσιοδότηση από αδελφούς σε όλη τη χώρα προκειμένου να ρίξει την ψήφο τους υπέρ του αδελφού Ι. Φ. Ρόδερφορντ ως Προέδρου, και δήλωσε επίσης ότι και ο ίδιος ήταν πλήρως σύμφωνος με αυτό». Αφού ο Ρόδερφορντ προτάθηκε ως υποψήφιος και αφού η υποψηφιότητά του εγκρίθηκε, δεν προτάθηκαν άλλοι υποψήφιοι, και έτσι «ο Γραμματέας έριξε τα ψηφοδέλτια σύμφωνα με τις οδηγίες και ο αδελφός Ρόδερφορντ ανακηρύχτηκε Πρόεδρος ομόφωνα εκλεγμένος από τη Συνέλευση».
Πώς έγινε δεκτός ο καινούριος πρόεδρος όταν βγήκε η οριστική απόφαση των εκλογών; Η Σκοπιά που αναφέρθηκε παραπάνω δήλωσε: «Οι απανταχού αδελφοί προσεύχονταν θερμά για την καθοδηγία και την κατεύθυνση του Κυρίου στο θέμα των εκλογών· και όταν αυτές τελείωσαν, όλοι ήταν ικανοποιημένοι και ευτυχείς, πιστεύοντας ότι ο Κύριος είχε κατευθύνει τις σκέψεις τους και εισακούσει τις προσευχές τους. Πλήρης αρμονία κυριαρχούσε ανάμεσα σε όλους τους παρόντες».
Ωστόσο, εκείνη η «πλήρης αρμονία» δεν κράτησε πάρα πολύ. Πολλοί αποδέχτηκαν εγκάρδια τον καινούριο πρόεδρο, όχι όμως όλοι.
Ο Καινούριος Πρόεδρος Προχωρεί Σταθερά
Ο αδελφός Ρόδερφορντ δεν είχε την τάση να αλλάξει την κατεύθυνση της οργάνωσης αλλά επιθυμούσε να κινηθεί στις ίδιες γραμμές που είχε θέσει ο Ρώσσελ, δηλαδή να προχωρήσει σταθερά. Οι περιοδεύοντες εκπρόσωποι της Εταιρίας (γνωστοί ως πίλγκριμ) αυξήθηκαν από 69 σε 93. Έγινε πιο εντατική η διανομή των δωρεάν φυλλαδίων της Εταιρίας, τα οποία μοιράζονταν μερικές Κυριακές μπροστά στους ναούς και τακτικά στη διακονία από σπίτι σε σπίτι.
Τώρα επιταχύνθηκε το «ποιμαντικό έργο», που είχε αρχίσει πριν από το θάνατο του Ρώσσελ. Αυτό το έργο αποσκοπούσε στην καλλιέργεια του ενδιαφέροντος και ήταν παρόμοιο με το έργο επανεπισκέψεων που κάνουν σήμερα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Προκειμένου να αναζωογονηθεί περισσότερο το έργο κηρύγματος, ο καινούριος πρόεδρος της Εταιρίας επέκτεινε το έργο των βιβλιοπωλών διακόνων. Αυτοί οι βιβλιοπώλες (πρόδρομοι των σημερινών σκαπανέων) αυξήθηκαν από 372 σε 461.
«Το έτος 1917 ξεκίνησε με αρκετά αποθαρρυντικές προοπτικές», δήλωνε η Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου 1917 (στην αγγλική). Ναι, μετά το θάνατο του Κ. Τ. Ρώσσελ, υπήρξαν κάποιες ανησυχίες, κάποιες αμφιβολίες και κάποιοι φόβοι. Εντούτοις, η έκθεση στο τέλος του έτους ήταν ενθαρρυντική· η δραστηριότητα στον αγρό είχε αυξηθεί. Σαφώς, το έργο προχωρούσε σταθερά. Είχαν περάσει, άραγε, οι Σπουδαστές της Γραφής με επιτυχία και αυτή τη δοκιμασία—το θάνατο του Κ. Τ. Ρώσσελ;
Απόπειρες για Ανάληψη του Ελέγχου
Δεν υποστήριξαν όλοι τον καινούριο πρόεδρο. Ο Κ. Τ. Ρώσσελ και ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ ήταν πολύ διαφορετικοί άνθρωποι. Είχαν διαφορετική προσωπικότητα και προέρχονταν από διαφορετικό περιβάλλον. Ορισμένοι δεν μπορούσαν να αποδεχτούν αυτές τις διαφορές. Κατά τη γνώμη τους, κανένας δεν μπορούσε να ‘αντικαταστήσει επάξια τον αδελφό Ρώσσελ’.
Στην πραγματικότητα ορισμένοι, ιδιαίτερα στα κεντρικά γραφεία, ήταν εχθρικοί προς τον αδελφό Ρόδερφορντ. Το γεγονός ότι το έργο προχωρούσε σταθερά και ότι εκείνος έκανε κάθε προσπάθεια για να ακολουθεί τις διευθετήσεις που είχαν τεθεί από τον Ρώσσελ δεν φαινόταν να τους εντυπωσιάζει. Σύντομα άρχισε να εντείνεται η εναντίωση. Τέσσερα μέλη από το διοικητικό συμβούλιο της Εταιρίας έφτασαν μάλιστα στο σημείο να πασχίζουν να αποσπάσουν το διοικητικό έλεγχο από τα χέρια του Ρόδερφορντ. Η κατάσταση αυτή έφτασε σε κρίσιμο σημείο το καλοκαίρι του 1917, όταν κυκλοφόρησε ο έβδομος τόμος της σειράς Γραφικαί Μελέται, ο οποίος είχε τον τίτλο Το Τετελεσμένον Μυστήριον.
Ο αδελφός Ρώσσελ δεν είχε καταφέρει να εκδώσει αυτόν τον τόμο ενόσω ζούσε, μολονότι το ήλπιζε. Μετά το θάνατό του, η Εκτελεστική Επιτροπή της Εταιρίας διευθέτησε ώστε δυο συνεργάτες, ο Κλέιτον Τζ. Γούντγουορθ και ο Τζορτζ Χ. Φίσερ, να ετοιμάσουν αυτό το βιβλίο, το οποίο αποτελούσε σχολιολόγιο των βιβλίων Αποκάλυψη, Άσμα Ασμάτων και Ιεζεκιήλ. Εν μέρει, αυτό βασιζόταν σε πράγματα που είχε γράψει ο Ρώσσελ για αυτά τα βιβλία της Αγίας Γραφής, και προστέθηκαν και άλλα σχόλια και εξηγήσεις. Η έγκριση για την έκδοση του ολοκληρωμένου χειρογράφου δόθηκε από υπευθύνους της Εταιρίας, και έτσι αυτό παρουσιάστηκε στην οικογένεια Μπέθελ στην τραπεζαρία την Τρίτη 17 Ιουλίου 1917. Στην ίδια εκείνη περίπτωση, έγινε μια συγκλονιστική ανακοίνωση—τα τέσσερα εναντιούμενα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είχαν απαλλαχτεί από τα καθήκοντά τους και ο αδελφός Ρόδερφορντ είχε διορίσει στη θέση τους τέσσερις άλλους. Ποια ήταν η αντίδραση;
Ήταν σαν να είχε εκραγεί βόμβα! Τα τέσσερα εκτοπισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση και προκάλεσαν μια πεντάωρη λογομαχία ενώπιον της οικογένειας Μπέθελ σχετικά με τη διαχείριση των υποθέσεων της Εταιρίας. Αρκετοί από την οικογένεια Μπέθελ συμφωνούσαν με τους εναντιουμένους. Η εναντίωση συνεχίστηκε μερικές εβδομάδες, και οι ταραχοποιοί απειλούσαν να «συντρίψουν την υπάρχουσα τυραννία», όπως έλεγαν. Αλλά ο αδελφός Ρόδερφορντ είχε έγκυρη βάση για την ενέργεια στην οποία είχε προβεί. Ποια ήταν αυτή;
Αποδείχτηκε ότι, παρ’ όλο που τα τέσσερα εναντιούμενα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είχαν διοριστεί από τον αδελφό Ρώσσελ, οι διορισμοί εκείνοι δεν είχαν ποτέ επικυρωθεί μέσω ψηφοφορίας από την ολομέλεια του σωματείου στην ετήσια συνάθροιση της Εταιρίας. Συνεπώς, τα τέσσερα αυτά άτομα δεν αποτελούσαν νόμιμα μέλη του διοικητικού συμβουλίου! Ο Ρόδερφορντ το γνώριζε αυτό, αλλά δεν το είχε αναφέρει από την αρχή. Γιατί; Δεν ήθελε να δώσει την εντύπωση ότι ήταν αντίθετος με τις επιθυμίες του αδελφού Ρώσσελ. Όμως, όταν έγινε φανερό ότι εκείνοι δεν θα σταματούσαν την εναντίωσή τους, ο Ρόδερφορντ ενήργησε μέσα στα πλαίσια της εξουσίας και της ευθύνης που είχε ως πρόεδρος και τους αντικατέστησε με τέσσερις άλλους των οποίων οι διορισμοί θα επικυρώνονταν στην επόμενη ετήσια συνάθροιση, η οποία επρόκειτο να διεξαχτεί τον Ιανουάριο του 1918.
Στις 8 Αυγούστου, τα δυσαρεστημένα πρώην μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οι υποστηρικτές τους έφυγαν από την οικογένεια Μπέθελ· τους είχε ζητηθεί να φύγουν εξαιτίας της αναστάτωσης που είχαν προκαλέσει. Σύντομα αυτοί άρχισαν να επεκτείνουν την εναντίωσή τους μέσω μιας εκτεταμένης εκστρατείας που περιελάμβανε εκφώνηση ομιλιών και γράψιμο επιστολών σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά και στην Ευρώπη. Ως αποτέλεσμα, μετά το καλοκαίρι του 1917, αρκετές εκκλησίες των Σπουδαστών της Γραφής χωρίστηκαν σε δυο ομάδες—σε εκείνους που ήταν όσιοι στην Εταιρία και σε εκείνους που ήταν εύκολη λεία για τα γλυκόλογα των εναντιουμένων.
Αλλά υπήρχε περίπτωση να προσπαθήσουν τα εκτοπισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου να επηρεάσουν εκείνους που θα παρευρίσκονταν στην ετήσια συνάθροιση, σε μια προσπάθεια να αναλάβουν τον έλεγχο της οργάνωσης; Προβλέποντας μια τέτοια αντίδραση, ο Ρόδερφορντ θεώρησε σκόπιμο να κάνει μια σφυγμομέτρηση σε όλες τις εκκλησίες. Τα αποτελέσματα; Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιεύτηκε στη Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου 1917 (στην αγγλική), εκείνοι που ψήφισαν εξέφρασαν τη συντριπτική υποστήριξή τους προς τον Ι. Φ. Ρόδερφορντ και προς τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που συνεργάζονταν με εκείνον! Αυτό επιβεβαιώθηκε στην ετήσια συνάθροιση.d Οι προσπάθειες των εναντιουμένων να αναλάβουν τον έλεγχο είχαν αποτύχει!
Τι απέγιναν εκείνοι οι εναντιούμενοι και οι υποστηρικτές τους; Μετά την ετήσια συνάθροιση του Ιανουαρίου του 1918, οι εναντιούμενοι αποσχίστηκαν, αποφασίζοντας μάλιστα να γιορτάσουν μόνοι τους την Ανάμνηση, στις 26 Μαρτίου 1918. Η ενότητα που τυχόν υπήρχε μεταξύ τους ήταν βραχύβια και, πριν περάσει πολύς καιρός, είχαν διασπαστεί σε διάφορες ομάδες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, λιγόστεψαν σε αριθμό και η δραστηριότητά τους ελαττώθηκε ή σταμάτησε τελείως.
Είναι ολοφάνερο ότι μετά το θάνατο του αδελφού Ρώσσελ οι Σπουδαστές της Γραφής αντιμετώπισαν μια πραγματική δοκιμασία οσιότητας. Όπως το έθεσε η Ταρίσα Π. Γκοτ, η οποία βαφτίστηκε το 1915: «Πολλοί από αυτούς που φαίνονταν πολύ ισχυροί και πολύ αφοσιωμένοι στον Κύριο άρχισαν να απομακρύνονται. . . . Όλα αυτά δεν φαίνονταν να είναι σωστά πράγματα, όμως συνέβαιναν και μας αναστάτωναν. Αλλά, είπα στον εαυτό μου: ‘Δεν είναι αυτή η οργάνωση που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να μας απελευθερώσει από τα δεσμά της ψεύτικης θρησκείας; Δεν έχουμε γευτεί την καλοσύνη του; Αν φύγουμε τώρα, πού θα πάμε; Δεν θα καταλήξουμε να ακολουθούμε ανθρώπους;’ Δεν βλέπαμε για ποιο λόγο θα έπρεπε να πάμε με τους αποστάτες, και έτσι μείναμε».—Ιωάν. 6:66-69· Εβρ. 6:4-6.
Μερικοί που απομακρύνθηκαν από την οργάνωση μετάνιωσαν αργότερα και συνταυτίστηκαν και πάλι με τους Σπουδαστές της Γραφής στη λατρεία. Η πλειονότητα εξακολούθησε, όπως και η αδελφή Γκοτ, να συνεργάζεται με την Εταιρία Σκοπιά και τον αδελφό Ρόδερφορντ. Η αγάπη και η ενότητα που τους έδενε είχε αναπτυχτεί στη διάρκεια των ετών που συναναστρέφονταν σε συναθροίσεις και σε συνελεύσεις. Δεν θα επέτρεπαν σε τίποτα να διασπάσει εκείνον το δεσμό ενότητας.—Κολ. 3:14.
Μέχρι το 1918 οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν ξεπεράσει τη δοκιμασία που είχε προέλθει από εσωτερικούς παράγοντες. Όμως, τι θα γινόταν αν εκδηλωνόταν εναντίωση από εξωτερικούς παράγοντες;
Αντικείμενα Επίθεσης
Κατά τα τέλη του 1917 και προς τις αρχές του 1918, οι Σπουδαστές της Γραφής διένειμαν δραστήρια το καινούριο βιβλίο, Το Τετελεσμένον Μυστήριον. Μέχρι το τέλος του 1917, οι τυπογράφοι τύπωναν την έκδοση της οποίας η κυκλοφορία ανερχόταν σε 850.000 αντίτυπα. Η Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου 1917 (στην αγγλική) ανέφερε: «Κανένα άλλο γνωστό βιβλίο, εκτός από την Αγία Γραφή, δεν έφτασε στο ίδιο χρονικό διάστημα τις πωλήσεις που έφτασε ο Έβδομος Τόμος».
Όμως, δεν ενθουσιάστηκαν όλοι με την επιτυχία του τόμου Το Τετελεσμένον Μυστήριον. Αυτό το βιβλίο περιείχε μερικές αναφορές στον κλήρο του Χριστιανικού κόσμου οι οποίες ήταν πολύ καυστικές. Ο κλήρος εξοργίστηκε τόσο πολύ με αυτό ώστε υποκίνησε την κυβέρνηση να απαγορεύσει την κυκλοφορία των εντύπων των Σπουδαστών της Γραφής. Ως αποτέλεσμα αυτής της υποκινούμενης από τον κλήρο εναντίωσης, Το Τετελεσμένον Μυστήριον απαγορεύτηκε στον Καναδά στις αρχές του 1918. Η εναντίωση κατά των Σπουδαστών της Γραφής εντάθηκε σύντομα και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Προκειμένου να ξεσκεπάσει αυτή την πίεση που υποκινούνταν από τον κλήρο, η Εταιρία Σκοπιά, στις 15 Μαρτίου 1918, έθεσε σε κυκλοφορία (στην αγγλική) το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας Αρ. 1. Ποιο ήταν το άγγελμα που περιείχε αυτό; Ο τίτλος, που κάλυπτε σε μήκος έξι στήλες, έγραφε: «Θρησκευτική Μισαλλοδοξία—Οι Ακόλουθοι του Πάστορα Ρώσσελ Διώκονται Επειδή Λένε στους Ανθρώπους την Αλήθεια». Κάτω από την επικεφαλίδα «Η Μεταχείριση των Σπουδαστών της Γραφής Θυμίζει τους ‘Σκοτεινούς Αιώνες’» εκτίθονταν τα γεγονότα του διωγμού και η απαγόρευση που είχε αρχίσει στον Καναδά. Ποιοι ήταν οι υποκινητές; Το φυλλάδιο δεν δίσταζε να καταδείξει τον κλήρο, τον οποίο περιέγραφε ως «τάξη αδιάλλακτων ανθρώπων που συστηματικά επιδιώκουν να εμποδίζουν τους ανθρώπους να κατανοήσουν την Αγία Γραφή και να καταπνίγουν όλες τις Βιβλικές διδασκαλίες αν δεν προέρχονται από τους ίδιους».e Τι δυναμικό άγγελμα!
Πώς αντέδρασε ο κλήρος σε εκείνο το ξεσκέπασμα; Αυτοί είχαν ήδη προξενήσει προβλήματα κατά της Εταιρίας Σκοπιά. Αλλά τώρα εξαγριώθηκαν! Την άνοιξη του 1918, ένα κύμα βίαιου διωγμού εξαπολύθηκε κατά των Σπουδαστών της Γραφής τόσο στη Βόρεια Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Η υποκινούμενη από τον κλήρο εναντίωση αποκορυφώθηκε στις 7 Μαΐου 1918, όταν εκδόθηκαν στις Η.Π.Α. ομοσπονδιακά εντάλματα για τη σύλληψη του Ι. Φ. Ρόδερφορντ και ορισμένων από τους στενούς συντρόφους του. Στα μέσα του 1918, ο Ρόδερφορντ και εφτά σύντροφοί του βρίσκονταν στην ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα, στη Γεωργία.
Όμως, με τον δικαστή Ρόδερφορντ και τους συντρόφους του στη φυλακή, τι απέγιναν οι εργασίες στα κεντρικά γραφεία;
Όλα Εξακολουθούν να Λειτουργούν Κανονικά
Στο Μπρούκλιν είχε διοριστεί μια Εκτελεστική Επιτροπή για να επιβλέπει το έργο. Ένα κύριο μέλημα των διορισμένων αδελφών ήταν να διατηρούν την κυκλοφορία της Σκοπιάς. Σίγουρα, σε όλα τα μέρη οι Σπουδαστές της Γραφής χρειάζονταν όλη την πνευματική ενθάρρυνση που μπορούσε να τους δοθεί. Και πράγματι, όλο αυτόν τον «καιρό δοκιμασίας», δεν υπήρξε ούτε ένα τεύχος της Σκοπιάς που να μην τυπωθεί!f
Τι πνεύμα επικρατούσε στα κεντρικά γραφεία; Ο Τόμας (Μπαντ) Σάλιβαν, ο οποίος αργότερα υπηρέτησε ως μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, θυμάται: «Είχα το προνόμιο να επισκεφτώ το Μπέθελ στο Μπρούκλιν προς το τέλος του καλοκαιριού του 1918 στη διάρκεια της φυλάκισης των αδελφών. Οι αδελφοί που επέβλεπαν το έργο στο Μπέθελ ούτε είχαν φοβηθεί ούτε είχαν αποθαρρυνθεί. Στην πραγματικότητα, συνέβαινε το αντίθετο. Ήταν αισιόδοξοι και πεπεισμένοι ότι τελικά ο Ιεχωβά θα έδινε στο λαό του τη νίκη. Είχα το προνόμιο να παρευρεθώ στο πρωινό γεύμα της Δευτέρας, όταν έδιναν τις εκθέσεις τους οι αδελφοί που είχαν σταλεί σε διάφορους διορισμούς το σαββατοκύριακο. Η εικόνα που παρουσίαζε η όλη κατάσταση ήταν περίφημη. Όλοι ανεξαιρέτως οι αδελφοί ένιωθαν σιγουριά και περίμεναν τον Ιεχωβά να κατευθύνει περαιτέρω τις δραστηριότητές τους».
Ωστόσο, υπήρχαν πολλά προβλήματα. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος εξακολουθούσε να μαίνεται. Υπήρχε έλλειψη στο χαρτί και στο κάρβουνο, είδη βασικής ανάγκης για την εργασία στα κεντρικά γραφεία. Ο πατριωτισμός ήταν στο ζενίθ και εξαιτίας αυτού επικρατούσε μεγάλη εχθρότητα κατά της Εταιρίας· θεωρούσαν τους Σπουδαστές της Γραφής προδότες. Υπό αυτές τις ακραίες συνθήκες, φαινόταν αδύνατο να συνεχιστούν οι εργασίες στο Μπρούκλιν. Έτσι, η Εκτελεστική Επιτροπή, αφού συζήτησε και με άλλους αδελφούς, πούλησε τη Σκηνή του Μπρούκλιν και έκλεισε τον Οίκο Μπέθελ. Στις 26 Αυγούστου 1918, οι εργασίες μεταφέρθηκαν ξανά στο Πίτσμπουργκ, σε ένα κτίριο γραφείων στην οδό Φέντεραλ και στην οδό Ριλάιανς.
Παρ’ όλα αυτά, επικρατούσε καλό πνεύμα. Η Μάρθα Μέρεντιθ θυμόταν: «Εμείς στο Πίτσμπουργκ συναντηθήκαμε και αποφασίσαμε ότι έπρεπε να φροντίσουμε να εξακολουθήσουν όλα να λειτουργούν κανονικά ώσπου να βγουν οι αδελφοί από τη φυλακή. Εκείνον τον καιρό το γραφείο του Μπρούκλιν μεταφέρθηκε στο Πίτσμπουργκ, και έτσι οι αδελφοί ασχολούνταν με τη συγγραφή άρθρων για τη Σκοπιά και με την εκτύπωσή της. Όταν οι Σκοπιές ήταν έτοιμες για να σταλούν, εμείς οι αδελφές τις διπλώναμε και τις στέλναμε στους ανθρώπους».
Οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν αντιμετωπίσει ορισμένες σοβαρές δοκιμασίες από τότε που τελείωσαν οι Καιροί των Εθνών το φθινόπωρο του 1914. Θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν; Είχαν πράγματι ‘την αγάπη του Θεού στην καρδιά τους’ ή όχι; Θα παρέμεναν σταθερά προσκολλημένοι ‘στον Κύριο και στην Αλήθεια Του’ όπως είχε προειδοποιήσει ο Ρώσσελ ή θα έφευγαν;
[Υποσημειώσεις]
a Οι παραθέσεις των λόγων του Α. Χ. Μακμίλαν σε αυτό το κεφάλαιο είναι από το βιβλίο του Πίστις εν Πορεία (Faith on the March), το οποίο εκδόθηκε το 1957 από την Εταιρία Πρέντις-Χολ.
b Τα πέντε μέλη της Εκδοτικής Επιτροπής, όπως αναφέρονταν στη διαθήκη του Ρώσσελ, ήταν: Γουίλιαμ Ε. Πέιτζ, Γουίλιαμ Ε. Βαν Άμπουργκ, Χένρι Κλέι Ρόκγουελ, Ε. Γ. Μπρένισεν και Φ. Χ. Ρόμπισον. Επίσης, αναφέρονταν και άλλα ονόματα, ώστε να μπορούν να καλυφτούν τυχόν κενές θέσεις—Α. Ε. Μπέρτζις, Ρόμπερτ Χιρς, Άιζακ Χόσκινς, Τζ. Χ. Φίσερ, Ι. Φ. Ρόδερφορντ και Τζον Έντγκαρ. Όμως, ο Πέιτζ και ο Μπρένισεν παραιτήθηκαν αμέσως—ο Πέιτζ επειδή δεν μπορούσε να κατοικήσει στο Μπρούκλιν και ο Μπρένισεν επειδή έπρεπε να εργαστεί σε κοσμική εργασία για να συντηρήσει την οικογένειά του. Ο Ρόδερφορντ και ο Χιρς, των οποίων τα ονόματα αναγράφονταν στη Σκοπιά 1 Δεκεμβρίου 1916 (στην αγγλική), τους αντικατέστησαν ως μέλη της Εκδοτικής Επιτροπής.
c Σύμφωνα με τον καταστατικό χάρτη της Εταιρίας Σκοπιά, το διοικητικό συμβούλιο αποτελούνταν από εφτά μέλη. Στον καταστατικό χάρτη είχε γίνει πρόβλεψη ώστε τα επιζώντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου να φροντίζουν για την κάλυψη των κενών θέσεων. Έτσι, δυο μέρες μετά το θάνατο του Ρώσσελ, το διοικητικό συμβούλιο συσκέφτηκε και εξέλεξε τον Α. Ν. Πίρσον για να γίνει μέλος. Εκείνον τον καιρό, τα εφτά μέλη του συμβουλίου ήταν: Α. Ι. Ρίτσι, Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ, Χ. Κ. Ρόκγουελ, Τζ. Ντ. Ράιτ, Α. Φ. Χόσκινς, Α. Ν. Πίρσον και Ι. Φ. Ρόδερφορντ. Κατόπιν το εφταμελές συμβούλιο εξέλεξε την τριμελή Εκτελεστική Επιτροπή.
d Στην ετήσια συνάθροιση που έγινε στις 5 Ιανουαρίου 1918, τα εφτά άτομα που έλαβαν το μεγαλύτερο αριθμό ψήφων ήταν: Ι. Φ. Ρόδερφορντ, Κ. Χ. Άντερσον, Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ, Α. Χ. Μακμίλαν, Γ. Ε. Σπιλ, Τζ. Α. Μπόνετ και Τζ. Χ. Φίσερ. Από αυτά τα εφτά μέλη του συμβουλίου, επιλέχτηκαν οι τρεις υπεύθυνοι—ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ ως πρόεδρος, ο Κ. Χ. Άντερσον ως αντιπρόεδρος και ο Γ. Ε. Βαν Άμπουργκ ως γραμματέας-ταμίας.
e Ακολούθησαν άλλα δυο δυναμικά φυλλάδια. Το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας Αρ. 2, με ημερομηνία 15 Απριλίου 1918, το οποίο περιείχε ένα ακόμα πιο δυνατό άγγελμα κάτω από τον τίτλο «‘Το Τετελεσμένον Μυστήριον’ και Γιατί Απαγορεύτηκε». Κατόπιν, το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας Αρ. 3, το Μάιο του 1918, είχε τον εντυπωσιακό τίτλο «Δύο Μεγάλες Μάχες Μαίνονται—Η Πτώση της Αυταρχικότητας Βέβαιη».
f Σε άλλες περιπτώσεις νωρίτερα, ορισμένα τεύχη της Σκοπιάς είχαν συγχωνευτεί, αλλά αυτό δεν έγινε στη διάρκεια των ετών 1914-1918.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 68]
Ο Ρόδερφορντ ζήτησε από τους εναντιουμένους να φύγουν από το Μπέθελ
[Πλαίσιο στη σελίδα 62]
«Μερικοί Παραήμασταν Βιαστικοί»
Καθώς πλησίαζε ο Οκτώβριος του 1914, μερικοί Σπουδαστές της Γραφής περίμεναν ότι στο τέλος των Καιρών των Εθνών θα λάβαιναν την ουράνια ανταμοιβή τους, ως χρισμένοι από το πνεύμα Χριστιανοί. Αυτό φαίνεται από ένα περιστατικό που συνέβη σε μια συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής στο Σαρατόγκα Σπρινγκς της Νέας Υόρκης, στις 27-30 Σεπτεμβρίου 1914. Ο Α. Χ. Μακμίλαν, ο οποίος είχε βαφτιστεί πριν από 14 χρόνια, εκφώνησε μια ομιλία την Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου. Σε αυτήν δήλωσε: «Πιθανότατα αυτή είναι η τελευταία δημόσια ομιλία που εκφωνώ γιατί σύντομα θα πάμε στον προορισμό μας [στον ουρανό]».
Ωστόσο, έπειτα από δυο μέρες (την Παρασκευή 2 Οκτωβρίου), ο Μακμίλαν αποτέλεσε στόχο ενός καλόγουστου πειράγματος στο Μπρούκλιν, όπου επρόκειτο να ξανασυγκεντρωθούν αυτοί που είχαν παρακολουθήσει τη συνέλευση. Από τη θέση του ως επικεφαλής του τραπεζιού, ο Κ. Τ. Ρώσσελ ανήγγειλε: «Θα κάνουμε ορισμένες αλλαγές στο πρόγραμμα για την Κυριακή [4 Οκτωβρίου]. Στις 10:30 το πρωί της Κυριακής ο αδελφός Μακμίλαν θα μας κάνει μια ομιλία». Ποια ήταν η αντίδραση; Ο Μακμίλαν έγραψε αργότερα: «Όλοι γέλασαν με την καρδιά τους, φέρνοντας στο νου τους αυτό που είχα πει την Τετάρτη στο Σαρατόγκα Σπρινγκς—‘η τελευταία δημόσια ομιλία’ μου!»
«Λοιπόν», συνέχισε ο Μακμίλαν, «έπρεπε τότε να βρω και εγώ κάτι να πω. Βρήκα το εδάφιο Ψαλμός 74:9: ‘Τα σημεία ημών δεν βλέπομεν· δεν υπάρχει πλέον προφήτης ουδέ γνωρίζων μεταξύ ημών το έως πότε’. Τώρα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Σε εκείνη την ομιλία προσπάθησα να δείξω στους αδελφούς ότι ίσως μερικοί παραήμασταν βιαστικοί όταν κάναμε τη σκέψη πως θα πηγαίναμε στον ουρανό αμέσως, και ότι αυτό που έπρεπε να κάνουμε ήταν να παραμείνουμε δραστήριοι στην υπηρεσία του Κυρίου, ώσπου να αποφασίσει εκείνος πότε θα πήγαινε στον προορισμό του στον ουρανό κάποιος από τους επιδοκιμασμένους δούλους του».
[Πλαίσιο στη σελίδα 67]
Το Ιστορικό του Ι. Φ. Ρόδερφορντ
Ο Ιωσήφ Φραγκλίνος Ρόδερφορντ γεννήθηκε από γονείς Βαπτιστές σε ένα αγρόκτημα της κομητείας Μόργκαν, στο Μισούρι των Η.Π.Α., στις 8 Νοεμβρίου 1869. Όταν ο Ιωσήφ ήταν 16 ετών, ο πατέρας του τού επέτρεψε να πάει στο κολέγιο, με την προϋπόθεση ότι θα κάλυπτε ο ίδιος τα έξοδά του και ότι θα πλήρωνε και έναν εργάτη που θα προσλάμβαναν για να τον αντικαθιστά στο αγρόκτημα. Ο Ιωσήφ, ως αποφασιστικός νέος που ήταν, εξασφάλισε ένα δάνειο από κάποιον φίλο του και κατάφερε να πάει στο κολέγιο ενώ παράλληλα σπούδαζε και νομικά.
Αφού ο Ρόδερφορντ τελείωσε τις ακαδημαϊκές του σπουδές, πέρασε δυο χρόνια εκπαιδευόμενος από τον δικαστή Ε. Λ. Έντουαρντς. Σε ηλικία 20 ετών, έγινε ο επίσημος εισηγητής στα δικαστήρια της Δέκατης Τέταρτης Δικαστικής Περιφέρειας του Μισούρι. Στις 5 Μαΐου 1892, του δόθηκε η άδεια να εξασκεί το δικηγορικό επάγγελμα στο Μισούρι. Αργότερα ο Ρόδερφορντ εκτέλεσε χρέη εισαγγελέα επί τέσσερα χρόνια στην Μπούνβιλ του Μισούρι. Πιο μετά διετέλεσε κατά καιρούς ειδικός δικαστής στο Δικαστήριο της Όγδοης Δικαστικής Περιφέρειας του Μισούρι. Γι’ αυτό, έγινε γνωστός ως «δικαστής» Ρόδερφορντ.
Είναι ενδιαφέρον ότι ένας τρόπος με τον οποίο ο Ρόδερφορντ κάλυπτε τα έξοδά του για τη σχολή ήταν να πουλάει εγκυκλοπαίδειες από σπίτι σε σπίτι. Αυτή δεν ήταν εύκολη δουλειά—σε πολλές περιπτώσεις αντιμετώπιζε προσβολές. Κάποια φορά, ενώ επισκεπτόταν μερικά αγροκτήματα, έπεσε σε ένα παγωμένο ρυάκι και κόντεψε να πεθάνει. Υποσχέθηκε στον εαυτό του πως όταν γινόταν δικηγόρος, αν κάποιος πήγαινε ποτέ στο γραφείο του για να πουλήσει βιβλία, εκείνος θα τα αγόραζε. Πιστός στην υπόσχεσή του, δέχτηκε να πάρει τρεις τόμους της σειράς «Χαραυγή της Χιλιετηρίδος» από δυο βιβλιοπώλισσες που πήγαν στο γραφείο του στις αρχές του 1894. Έπειτα από μερικές εβδομάδες, διάβασε τα βιβλία και αμέσως έγραψε στην Εταιρία Σκοπιά μια επιστολή, στην οποία έλεγε: «Η αγαπητή μου σύζυγος και εγώ διαβάσαμε αυτά τα βιβλία με εξαιρετικά μεγάλο ενδιαφέρον, και θεωρούμε θεόδοτη και μεγάλη ευλογία το γεγονός ότι είχαμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή μαζί τους». Το 1906 ο Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ βαφτίστηκε και ύστερα από ένα χρόνο έγινε ο νομικός σύμβουλος της Εταιρίας Σκοπιά.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 69]
‘Δεν Υπάρχουν στη Γη Άνθρωποι πιο Ευνοημένοι’
Στις 21 Ιουνίου 1918, ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ και ορισμένοι στενοί σύντροφοί του καταδικάστηκαν σε 20ετή φυλάκιση, με την ψευδή κατηγορία της συνωμοσίας. Πώς ένιωθαν οι ίδιοι; Σε ένα ιδιόχειρο σημείωμα με ημερομηνία 22-23 Ιουνίου (εικονίζεται παρακάτω), από τη φυλακή της οδού Ρέιμοντ, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, ο αδελφός Ρόδερφορντ έγραψε: «Πιθανότατα δεν υπάρχουν σήμερα στη γη άνθρωποι πιο ευνοημένοι και πιο ευτυχισμένοι από τους εφτά αδελφούς που είναι τώρα στη φυλακή. Αυτοί γνωρίζουν καλά ότι είναι εντελώς αθώοι από εκούσια αδικοπραγία και χαίρονται που υποφέρουν σε ενότητα με τον Χριστό επειδή Τον υπηρετούν με οσιότητα».
[Πλαίσιο στη σελίδα 70]
Θύματα Διωγμού Υποκινούμενου από τον Κλήρο
Στα μέσα του 1918, ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ και εφτά σύντροφοί του βρίσκονταν στη φυλακή—θύματα εναντίωσης υποκινούμενης από τον κλήρο. Αλλά εκείνοι οι οχτώ άντρες δεν ήταν οι μόνοι που αποτέλεσαν στόχο τέτοιου μίσους. Πριν από μερικά χρόνια, κυρίως ο Κ. Τ. Ρώσσελ είχε γίνει αντικείμενο επίθεσης από τον κλήρο και τον Τύπο. Τώρα και οι ίδιοι οι Σπουδαστές της Γραφής ήταν θύματα. «Ο Χρυσούς Αιών» (το σημερινό «Ξύπνα!») της 29ης Σεπτεμβρίου 1920 (στην αγγλική) δημοσίευσε μια παραστατική και εκτεταμένη έκθεση του άγριου διωγμού που υπέφεραν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα γεγονότα έμοιαζαν σαν να είχαν βγει από την Ιερά Εξέταση.g Σε εκείνη την έκθεση συμπεριλαμβάνονταν οι ακόλουθες αφηγήσεις:
«Στις 22 Απριλίου 1918, στο Γουάινγουντ της Οκλαχόμας, έβαλαν τον Κλοντ Γουάτσον αρχικά στη φυλακή και έπειτα τον παρέδωσαν σκόπιμα σε έναν όχλο αποτελούμενο από κήρυκες, επιχειρηματίες και μερικούς άλλους οι οποίοι τον έριξαν κάτω και έβαλαν ένα νέγρο να τον μαστιγώνει και, μόλις συνερχόταν κάπως, να τον μαστιγώνει ξανά. Ύστερα έχυσαν πίσσα και φτερά σε όλο του το σώμα και έτριψαν την πίσσα στα μαλλιά του».
«Στις 29 Απριλίου 1918, στο Γουόλνατ Ριτζ του Αρκάνσας, ο Γ. Μπ. Ντάνκαν, 61 ετών, ο Έντουαρντ Φρεντς, ο Τσαρλς Φράνκε, κάποιος κ. Γκρίφιν και η κ. Ντ. Βαν Χόζεν φυλακίστηκαν. Στη φυλακή όρμησε ένας όχλος που χρησιμοποίησε την πιο αισχρή και χυδαία γλώσσα, τους μαστίγωσε, τους άλειψε με πίσσα και φτερά και τους έβγαλε έξω από την πόλη. Τον Ντάνκαν τον ανάγκασαν να περπατήσει σαράντα δύο χιλιόμετρα μέχρι το σπίτι του, και με δυσκολία συνήλθε. Τον Γκρίφιν κυριολεκτικά τον τύφλωσαν, και εξαιτίας αυτής της επίθεσης πέθανε ύστερα από λίγους μήνες».
«Στις 30 Απριλίου 1918, . . . στη Μινέρβα του Οχάιο, έβαλαν τον Σ. Χ. Γκρίφιν αρχικά στη φυλακή και μετά τον παρέδωσαν σε έναν όχλο· έπειτα ο ιερέας τού έκανε κήρυγμα επί δεκαπέντε λεπτά και κατόπιν τον χτύπησαν επανειλημμένα, τον έβρισαν, τον κλώτσησαν, τον ποδοπάτησαν, τον απείλησαν ότι θα τον κρεμάσουν και ότι θα τον πνίξουν, τον έβγαλαν έξω από την πόλη, τον έφτυσαν, του έβαζαν συνέχεια τρικλοποδιές, τον χτύπησαν πολλές φορές με την άκρη μιας ομπρέλας, τον υποχρέωσαν να περπατήσει και τον ακολούθησαν επί οχτώ χιλιόμετρα μέχρι το Μάλβερν του Οχάιο, τον συνέλαβαν ξανά, τον φυλάκισαν για λόγους ασφάλειας στο Κάρολτον και τελικά κάποιοι γενναίοι και πιστοί αξιωματούχοι τον πήγαν στο σπίτι του, αφού πρώτα εξέτασαν τα έντυπά του και είπαν ξεκάθαρα: ‘Δεν βρίσκουμε κανένα σφάλμα σε αυτόν τον άνθρωπο’».
[Υποσημείωση]
g Σ. 712-717.
[Εικόνες στη σελίδα 64]
Στις 31 Οκτωβρίου 1916, ο 64χρονος Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ πέθανε ενώ βρισκόταν σε ένα τρένο στην Πάμπα του Τέξας· πολλές εφημερίδες έγραψαν για την κηδεία του
[Εικόνα στη σελίδα 66]
Ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ είχε επιβλητικό παρουσιαστικό· το ύψος του ήταν 1,88 μέτρα και το βάρος του γύρω στα 100 κιλά
[Εικόνα στη σελίδα 69]
Η φυλακή της οδού Ρέιμοντ, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, όπου έμειναν υπό κράτηση ο αδελφός Ρόδερφορντ και ορισμένοι στενοί σύντροφοί του τις εφτά πρώτες μέρες μετά την καταδίκη τους
[Εικόνα στη σελίδα 71]
Ο Τόμας (Μπαντ) Σάλιβαν επισκέφτηκε τα κεντρικά γραφεία το 1918 και αργότερα υπηρέτησε στο Κυβερνών Σώμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά