ΑΝΟΗΤΟΣ
Η λέξη «ανόητος», όπως χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, δεν υποδηλώνει το άτομο που στερείται διανοητικών ικανοτήτων, αλλά αναφέρεται γενικά σε κάποιον που αψηφά τη λογική και ακολουθεί μια ηθικά αναίσθητη πορεία, αντίθετη προς τους δίκαιους κανόνες του Θεού. Υπάρχουν διάφορες εβραϊκές λέξεις που υποδηλώνουν ένα τέτοιο άτομο, όπως οι λέξεις κεσίλ (“άφρονας”· Παρ 1:22), ’εβίλ (“ανόητος”· Παρ 12:15), ναβάλ (“ασύνετος”· Παρ 17:7) και λετς (“χλευαστής”· Παρ 13:1). Η λέξη ἄφρων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται σε κάποιον που είναι “παράλογος” (Λου 12:20), η λέξη ἀνόητος εννοεί κάποιον “ασύνετο” (Γα 3:1), ενώ η λέξη μωρός αποδίδεται «ανόητος» (Ματ 23:17· 25:2).
Η πορεία του Νάβαλ δείχνει παραστατικά πώς ενεργούν οι ανόητοι (1Σα 25), όπως το δείχνει και η πορεία όσων γνωρίζουν τον αληθινό Θεό αλλά λατρεύουν τη δημιουργία. (Ρω 1:20-25) Ο Ησαΐας είπε ότι ο ανόητος, ή αλλιώς ο ασύνετος, θα μιλάει «ασύνετα, και η καρδιά του θα εργάζεται βλαβερά πράγματα, ώστε να εργάζεται αποστασία και να λέει αχαλίνωτα πράγματα εναντίον του Ιεχωβά, να αναγκάζει την ψυχή του πεινασμένου να φεύγει κενή· και αναγκάζει τον διψασμένο να φεύγει χωρίς να πιει». (Ησ 32:6) Ο ανόητος καταφρονεί τη σοφία και τη διαπαιδαγώγηση. (Παρ 1:7) Αντί να προσέξει τη συμβουλή που του δίνεται, συνεχίζει να περπατάει στην οδό που φαίνεται «ορθή στα δικά του μάτια». (Παρ 12:15) Θίγεται εύκολα και εμπλέκεται γρήγορα σε διαπληκτισμούς. (Εκ 7:9· Παρ 20:3) Λέει μέσα στην καρδιά του (δεδομένου ότι οι πράξεις του φανερώνουν όσα δεν λένε τα χείλη του): «Δεν υπάρχει Ιεχωβά».—Ψλ 14:1.
Ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε εύλογα τους γραμματείς και τους Φαρισαίους “ανόητους και τυφλούς”, δηλαδή άσοφους και άχρηστους από ηθική άποψη, διότι είχαν παραποιήσει την αλήθεια με ανθρωποποίητες παραδόσεις και ακολουθούσαν υποκριτική πορεία. Μάλιστα, τεκμηρίωσε την ορθότητα αυτού του χαρακτηρισμού, καταδεικνύοντας με παραδείγματα ότι τους έλειπε η διάκριση. (Ματ 23:15-22· 15:3) Ωστόσο, αν κάποιος αποκαλούσε εσφαλμένα τον αδελφό του “τιποτένιο ανόητο”, κρίνοντάς τον και καταδικάζοντάς τον ως άχρηστο από ηθική άποψη, θα καθιστούσε τον εαυτό του υποκείμενο στη Γέεννα.—Ματ 5:22· Ρω 14:10-12· Ματ 7:1, 2.
Ο ανόητος που έχτισε το σπίτι του στην άμμο και ο πλούσιος του οποίου η γη απέφερε καλή σοδειά, και ως εκ τούτου σχεδίαζε να επεκτείνει τις αποθήκες του και μετά να χαρεί τη ζωή, αποτελούν παραδείγματα των έξοχων παραβολών που άντλησε ο Ιησούς από την καθημερινή ζωή για να τονίσει πόσο ανόητο είναι να παραμελεί κανείς τα πνευματικά πράγματα, χάνοντας έτσι την πραγματική ευλογία. Επιπλέον, η έλλειψη πνευματικής “εγρήγορσης” αποτελεί ανοησία, όπως τονίζει η παραβολή του Ιησού για τις πέντε ανόητες παρθένες οι οποίες, όταν βγήκαν να συναντήσουν το γαμπρό, δεν πήραν μαζί τους λάδι για τα λυχνάρια τους.—Ματ 7:24-27· Λου 12:16-21· Ματ 25:1-13.
Για να γίνει κάποιος πραγματικά σοφός, πρέπει να γίνει ανόητος στα μάτια του κόσμου, «διότι η σοφία αυτού του κόσμου είναι ανοησία για τον Θεό». Ο Ιεχωβά δεν επέλεξε ως εκπροσώπους του τους κατά κόσμον σοφούς, αλλά εκείνους που περιφρονούνται ως αμαθείς και ανόητοι. Αυτό έχει κάνει την ανοησία του κόσμου ακόμη πιο έκδηλη. Επιπλέον, αφαιρεί από το ευνοημένο άτομο κάθε λόγο για καύχηση. Αντ’ αυτού, όλη η δόξα πηγαίνει δικαιωματικά στην Πηγή της σοφίας, τον Ιεχωβά.—1Κο 3:18, 19· 1:18-31.
Όταν απαντάει κανείς στον ανόητο «κατά την ανοησία του», καταφεύγοντας στις υποβιβαστικές μεθόδους επιχειρηματολογίας που χρησιμοποιεί εκείνος, συνταυτίζεται με τις νοσηρές εκλογικεύσεις ή οδούς του. Για να μη γίνουμε σαν τον ανόητο από αυτή την άποψη, το εδάφιο Παροιμίες 26:4 μας συμβουλεύει: «Μην απαντάς στον άφρονα κατά την ανοησία του». Από την άλλη πλευρά, το εδάφιο Παροιμίες 26:5 δείχνει ότι το να απαντάει κανείς σε αυτόν «κατά την ανοησία του», αναλύοντας τους ισχυρισμούς του, εκθέτοντας τη γελοιότητά τους και καταδεικνύοντας ότι τα ίδια τα επιχειρήματά του οδηγούν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα από τα δικά του, μπορεί να είναι επωφελές.