ΣΑΝΔΑΛΙ
Επίπεδη σόλα από δέρμα, ξύλο ή άλλο ινώδες υλικό, συγκρατούμενη στο πόδι με λουριά—συνήθως δερμάτινα—που περνούσαν ανάμεσα από το πρώτο και το δεύτερο δάχτυλο, γύρω από τη φτέρνα και από το πάνω μέρος του ποδιού. Σε μερικές περιπτώσεις τα λουριά μπορεί να ανέβαιναν και γύρω από τον αστράγαλο.
Τα αιγυπτιακά σανδάλια είχαν συνήθως ανασηκωμένη την μπροστινή άκρη. Μερικά ασσυριακά σανδάλια αποτελούνταν μόνο από μια υποδοχή για τη φτέρνα και τα πλάγια του ποδιού, που στερεωνόταν πάνω στο πόδι με λουριά, χωρίς σόλα για το μπροστινό μέρος του ποδιού. Οι Ρωμαίοι φορούσαν σανδάλια και λέγεται επίσης ότι φορούσαν παπούτσια παρόμοια με τα σημερινά. Οι αριστοκράτες και οι βασιλικές οικογένειες των Ασσυρίων, των Ρωμαίων και άλλων φορούσαν πιο περίτεχνα σανδάλια ή παπούτσια που έμοιαζαν με μπότες. Μερικοί Βεδουίνοι της περιοχής γύρω από το Όρος Σινά φορούν σανδάλια φτιαγμένα από ένα είδος θαλάσσιας αγελάδας (ζώο που μοιάζει με φώκια). Ο Ιεχωβά λέει μεταφορικά ότι έβαλε στην Ιερουσαλήμ υποδήματα από «δέρμα φώκιας» (εβρ., τάχας).—Ιεζ 16:10.
Οι ιερείς στον Ισραήλ υπηρετούσαν, όπως λέγεται, στη σκηνή της μαρτυρίας και στο ναό ξυπόλητοι. (Παράβαλε Εξ 3:5· Ιη 5:15· Πρ 7:33.) Αλλά το να κυκλοφορεί κάποιος έξω ξυπόλητος ήταν σημείο λύπης ή ταπείνωσης.—2Σα 15:30· Ησ 20:2-5· αντιπαράβαλε την εντολή που δόθηκε στον Ιεζεκιήλ (24:17, 23).
Στα μακρινά ταξίδια συνήθιζαν να έχουν μαζί τους ένα επιπλέον ζευγάρι σανδάλια, σε περίπτωση που φθείρονταν οι σόλες ή έσπαζαν τα λουριά. Όταν ο Ιησούς έστειλε τους αποστόλους, καθώς και 70 μαθητές, τους έδωσε την εντολή να μην πάρουν δύο ζευγάρια σανδάλια αλλά να βασιστούν στη φιλοξενία αυτών που θα δέχονταν τα καλά νέα.—Ματ 10:5, 9, 10· Μαρ 6:7-9· Λου 10:1, 4.
Μεταφορική Χρήση. Υπό το Νόμο, η χήρα έβγαζε το σανδάλι κάποιου που αρνούνταν να κάνει ανδραδελφικό γάμο μαζί της, και αυτός αποκαλούνταν ονειδιστικά «Ο οίκος εκείνου που του έβγαλαν το σανδάλι». (Δευ 25:9, 10) Η μεταβίβαση της περιουσίας ή του δικαιώματος της εξαγοράς συμβολιζόταν από το να δώσει κανείς το σανδάλι του σε έναν άλλον.—Ρθ 4:7-10· βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ.
Με τη φράση «στον Εδώμ θα ρίξω το σανδάλι μου» (Ψλ 60:8· 108:9), ο Ιεχωβά μπορεί να εννοούσε ότι ο Εδώμ θα καθυποτασσόταν. Η φράση αυτή μπορεί να παρέπεμπε στη συνήθεια που υπήρχε να δείχνει κανείς ότι έπαιρνε στην κατοχή του ένα κομμάτι γης πετώντας εκεί το σανδάλι του. Ή μπορεί να υποδήλωνε περιφρόνηση για τον Εδώμ, εφόσον στο ίδιο εδάφιο ο Μωάβ αποκαλείται «η λεκάνη μου για το πλύσιμο». Στη Μέση Ανατολή σήμερα, το πέταγμα του σανδαλιού είναι χειρονομία περιφρόνησης.
Ο Δαβίδ παρήγγειλε στον Σολομώντα να τιμωρήσει τον Ιωάβ, ο οποίος είχε “βάλει αίμα πολέμου . . . μέσα στα σανδάλια του” σε καιρό ειρήνης—μεταφορική δήλωση για την ενοχή αίματος που βάραινε τον Ιωάβ επειδή είχε σκοτώσει τους στρατηγούς Αβενήρ και Αμασά. (1Βα 2:5, 6) Αυτό, καθώς και το γεγονός ότι όποιος έβαζε τα σανδάλια του ετοιμαζόταν να κάνει κάτι μακριά από το σπίτι του (ή από όπου έμενε· παράβαλε Πρ 12:8), διασαφηνίζει τη νουθεσία του αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς να φορούν στα πόδια τους «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης».—Εφ 6:14, 15.
Το να λύσει κάποιος τα λουριά των σανδαλιών ενός άλλου ή να του βαστάζει τα σανδάλια θεωρούνταν πολύ ταπεινή εργασία την οποία έκαναν συνήθως οι δούλοι. Ο Ιωάννης το χρησιμοποίησε αυτό ως παρομοίωση για να δείξει την κατωτερότητά του σε σχέση με τον Χριστό.—Ματ 3:11· Μαρ 1:7.